2. Ώσπου τέλος ένιωσα
κι ας πα᾿ να μ᾿ έλεγαν τρελό
πώς από ’να τίποτα γίνεται ο
Παράδεισος.
3. Ο ποιητής της Ελλάδας
Οι Σουηδοί θα πουν: «Νιώθει κανείς
συνεπαρμένος μέσα στην ελληνική φωτιά
που γεμίζει πραγματικά τις ψυχές».
4. ▪ Οξειδώθηκα στη νοτιά των ανθρώπων...
▪ Για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά
πολλή…
▪ Πολλά δε θέλει ο άνθρωπος να 'ν' ήμερος να
'ναι άκακος λίγο φαΐ λίγο κρασί
Χριστούγεννα κι Ανάσταση…
▪ Μονάχη έγνοια η γλώσσα μου στις
αμμουδιές του Oμήρου…
▪ Όπου και να σας βρίσκει το κακό, αδελφοί
όπου και να θολώνει ο νους σας μνημονεύετε
Διονύσιο Σολωμό και μνημονεύετε Αλέξανδρο
Παπαδιαμάντη…
5. Γεννήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης στις 2 Νοεμβρίου 1911.
Ήταν το έκτο παιδί του Παναγιώτη Αλεπουδέλη και της
Μαρίας Βρανά, με καταγωγή από τη Μυτιλήνη. Το όνομα
Ελύτης ήταν το φιλολογικό του ψευδώνυμο.
6. Η μητέρα του, Μαρία
Βρανά, καταγόταν από τον
Παπάδο της Λέσβου.
7. Ο πατέρας του, Παναγιώτης
Αλεπουδέλης, καταγόταν από
τον συνοικισμό Καλαμιάρης
της Παναγιούδας Λέσβου και
είχε εγκατασταθεί στην πόλη
του Ηρακλείου από το 1895.
8. Το αρχοντικό του Θρασύβουλου Αλεπουδέλη αδελφού του πατέρα του ποιητή.
9. Ο Οδυσσέας Ελύτης
σε ηλικία πέντε ετών,
στην Αθήνα, 1916.
Η αδελφή του
Μυρσίνη που πέθανε
το 1918 από
επιδημία ισπανικής
γρίπης.
Η μητέρα του ποιητή.
11. Το 1914 η οικογένεια εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. O Οδυσσέας
Ελύτης εγγράφηκε το 1917 στο ιδιωτικό σχολείο Μακρή, έχοντας
δασκάλους του τον Ι. Μ. Παναγιωτόπουλο και τον Ι. Θ. Κακριδή.
Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος.Ι. Θ. Κακριδής.
12. Τα πρώτα καλοκαίρια
της ζωής του πέρασαν
στην Κρήτη, στη
Λέσβο και στις
Σπέτσες.
Λέσβος. Ηράκλειο Κρήτης.
Σπέτσες.
13. Το 1923 ταξίδεψε οικογενειακώς στην Ευρώπη.
Στη Λοζάνη γνώρισε τον Ελευθέριο Βενιζέλο.
15. Ασχολήθηκε με ορειβατικές εκδρομές στα βουνά
της Αττικής και στράφηκε στον αθλητισμό. Λίγο
αργότερα τον κέρδισε οριστικά η λογοτεχνία.
16. Το καλοκαίρι του 1928 πήρε το απολυτήριο του
γυμνασίου. Μετά από πιέσεις των γονέων του
αποφάσισε να σπουδάσει χημικός. Την ίδια
περίοδο ήρθε σε επαφή με το έργο του Καβάφη
και του Κάλβου.
17. Εγκατέλειψε τη χημεία και το
1930 εγγράφηκε στη Νομική
Σχολή της Αθήνας. Mελέτησε τη
σύγχρονη ελληνική ποίηση ενώ
για τις περιπλανήσεις του στην
Ελλάδα, ο ίδιος περιγράφει:
Το 1934 στη Βουλιαγμένη.
18. «Πιονιέροι αληθινοί, μέρες και
μέρες προχωρούσαμε νηστικοί
και αξύριστοι, πιασμένοι από το
αμάξωμα μιας ετοιμοθάνατης
Σεβρολέτ, ανεβοκατεβαίνοντας
αμμολόφους, διασχίζοντας
λιμνοθάλασσες, μέσα σε
σύννεφα σκόνης ή κάτω από
ανελέητες νεροποντές,
καβαλικεύαμε ολοένα όλα τα
εμπόδια και τρώγαμε τα
χιλιόμετρα με μιαν αχορταγιά
που μονάχα τα είκοσί μας
χρόνια και η αγάπη μας γι αυτή
τη μικρή γη που ανακαλύπταμε,
μπορούσαν να
δικαιολογήσουν».Ο ποιητής (δεξιά) με έναν συμμαθητή του στη Σχολή
Εφέδρων Αξιοματικών της Κέρκυρας το 1937.
19. Το 1934 γράφει τα «Πρώτα Ποιήματα» και
καταστρέφει όλα τα ποιήματα που είχε γράψει μέχρι
τότε. Συνδέεται στενά με το Γιώργο Σαραντάρη και
επηρεάζεται από τον ποιητή Ανδρέα Εμπειρίκο.
20. H περίφημη φωτογραφία της γενιάς του ’30. Ο Γιώργος Σεφέρης
βρίσκεται όρθιος στη μέση και αριστερά από αυτόν ο Οδυσσέας Eλύτης.
21. Το 1939 εγκατέλειψε τις
νομικές σπουδές και λίγο
αργότερα, τυπώθηκε η
πρώτη του ποιητική
συλλογή, με τίτλο
«Προσανατολισμοί».
Φωτοτυπημένο χειρόγραφο του Οδυσσέα Ελύτη από
τους «Προσανατολισμούς».
22. Με την έναρξη του πολέμου ο Ελύτης κατατάχθηκε ως
ανθυπολοχαγός στο στρατό.
Το Νοέμβριο του 1943 εκδόθηκε η συλλογή «Ο Ήλιος ο Πρώτος»
μαζί με τις «Παραλλαγές πάνω σε μια αχτίδα», ένας ύμνος του
Ελύτη στη χαρά της ζωής και στην ομορφιά της φύσης.
Πόλεμος του ’40, Δέλβινο. Σε μια επιστροφή του Οδυσσέα Ελύτη (στο μέσον) από την
πρώτη γραμμή του Μετώπου.
24. Tο 1945 παρουσιάζει το ποιητικό του έργο
«Άσμα Ηρωικό και Πένθιμο για τον χαμένο
Ανθυπολοχαγό της Αλβανίας».
Προμετωπίδα στο βιβλίο του Oδ.
Ελύτη, «Άσμα ηρωικό και πένθιμο
για το χαμένο ανθυπολοχαγό της
Αλβανίας».
25. Το 1948 ταξίδεψε στην Ελβετία για να
εγκατασταθεί στη συνέχεια στο
Παρίσι, όπου παρακολούθησε
μαθήματα φιλοσοφίας στη Σορβόννη.
Παρίσι 1951.
Ρώμη 1951.
26. Στο Παρίσι είχε επίσης την ευκαιρία να
γνωριστεί με τους Αντρέ Μπρετόν, Πωλ
Ελυάρ, και άλλους.
Συνάντησε μεγάλους ζωγράφους όπως
τον Ανρί Ματίς και τον Πικάσο, για του
οποίου το έργο έγραψε αργότερα άρθρα
και αφιέρωσε στην τέχνη του το ποίημα
«Ωδή στον Πικασσό». Εκείνο το
διάστημα είχε ξεκινήσει τη σύνθεση του
«Άξιον Εστί».
27. Στο τέλος του 1953 έγινε μέλος του
Διοικητικού Συμβουλίου του
θεάτρου Τέχνης του Κάρολου Κουν.
Μαρίνα Καραγάτση,
Οδυσσέας Ελύτης.
Στην Πάρο το 1954. Φωτογραφία
του Ανδρέα Εμπειρίκου.
28. Το 1958 δημοσιεύτηκαν αποσπάσματα από το
Άξιον Εστί. Το έργο εκδόθηκε το Μάρτιο του 1960
από τις εκδόσεις Ίκαρος. Λίγους μήνες αργότερα
εκδόθηκαν και οι «Έξη και Μία Τύψεις για τον
Ουρανό».
Ο Ελύτης φωτογραφημένος
από τον Ανδρέα Εμπειρίκο.
30. Το 1964 ξεκίνησε η ηχογράφηση του
μελοποιημένου «Άξιον Εστί» από
τον Μίκη Θεοδωράκη.
Θ. Δημήτριεφ, Οδ. Ελύτης, Μ. Θεοδωράκης,
Μ. Κατράκης, Γρ. Μπιθικώτσης στην πρώτη
τού «Άξιον Εστί» 1964.
.
Λιθογραφία του Γιάννη Μόραλη για την
προμετωπίδα του «Άξιον Εστί».
31. Με τον Γιάννη Τσαρούχη και τον Μάνο Κατράκη στην πρόβα
της παράστασης του «Άξιον Εστί» το 1964 στο REX.
32. Μετά το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου,
απείχε από τη δημοσιότητα ασχολούμενος
κυρίως με τη ζωγραφική και την τεχνική
του κολάζ, ενώ αρνήθηκε πρόταση να
απαγγείλει ποιήματά του στο Παρίσι
εξαιτίας της δικτατορίας που επικρατούσε.
.
Γ. Μόραλης, Οδ. Ελύτης, Γ.
Τσαρούχης με φράκο πριν από
την παρασημοφόρησή τους με
το παράσημο Ταξιάρχου του
Φοίνικος.
33. Το1972 αρνήθηκε να παραλάβει το
«Μεγάλο Βραβείο Λογοτεχνίας»
που είχε θεσπίσει η δικτατορία.
Το 1971 στην Αμμόχωστο.
34. Το 1977 αρνήθηκε την
αναγόρευσή του ως
Ακαδημαϊκού.
Ο ποιητής το 1976 στη
Villa Natacha.
35. Το 1978 αναγορεύτηκε επίτιμος
διδάκτορας της Φιλοσοφικής
Σχολής του Πανεπιστημίου
Θεσσαλονίκης ενώ στις 10
Δεκεμβρίου 1979 τού απενεμήθη
το Νομπέλ Λογοτεχνίας.
1979. Η μεγάλη στιγμή. Ο
βασιλιάς της Σουηδίας απονέμει
το βραβείο Νόμπελ στον Οδυσσέα
Ελύτη.
36. Και μόλις βγήκε το «Άξιον εστί» μού επιτέθηκαν
όλοι. «Ποίημα είναι αυτό; Αυτό είναι
κατασκεύασμα!» Χρειάστηκαν τρία χρόνια για να το
δεχτούνε σιγά σιγά. Όχι, δεν ήταν καθόλου ρόδινα…
Αλλά είχα πείσμα και την πίστη στην ποιητική ιδέα.
Άλλος στη θέση μου θα είχε εκμηδενιστεί. Θυμάμαι
ότι έκανα βόλτες στη βεράντα κι έλεγα: Θα ’ρθει η
εποχή που θα μιλάει καθένας για το «Άξιον εστί»;
και βέβαια δεν το πίστευα. Επέμεινα όμως. Δεν
ζητούσα τίποτα παρά μόνο να μην πεινάσω και να
’χω να ντυθώ για να μπορώ να γράφω το ποίημά
μου. Αν αυτό αρέσει καλώς, αν δεν αρέσει…»
37. Τον επόμενο χρόνο κατέθεσε το χρυσό μετάλλιο και τα διπλώματα του βραβείου
στο Μουσείο Μπενάκη.
Ο Οδυσσέας Ελύτη με τον Κάρολο Κουν, στα εγκαίνια εκθέσεως
έργων του τον Μάρτιο του 1980. Στο βάθος ο Γιάννης Μόραλης.
38. .
Ο λεκτικός πλούτος και η ικανότητά του να αναπλάθει τις λέξεις απετέλεσαν
σημείο αναφοράς για τους μεταγενέστερους ποιητές και συγγραφείς. Η ποίησή
του έχει γραφεί με τη χρήση περίπου 8.000 λέξεων, ενώ αυτή του Καβάφη, π.χ.,
με 3.500 λέξεις.
39. .
Ο ίδιος ο ποιητής σε συνέντευξή του είχε σημειώσει πως αν δεν ήταν
Έλληνας πιθανόν δεν θα ήταν ποιητής «Τα Νέα» 10 Δεκεμβρίου 1979.
40. Αυτό που ο κόσμος θεωρούσε σαν μειονέκτημα ήταν για μένα πλεονέκτημα να
χρησιμοποιώ σαν όργανό μου την ελληνική γλώσσα. Η αντίληψη ότι η ελληνική
έχει μικρό βεληνεκές, επειδή σήμερα μιλιέται μόνο από εννιά εκατομμύρια
Έλληνες, είναι για γέλια. Η ελληνική γλώσσα κρατάει από τον Όμηρο ίσαμε
σήμερα. Νομίζουνε ότι άλλο πράγμα είναι η αρχαία γλώσσα κι άλλο η ελληνική.
Καθόλου. Όταν λέω ουρανός και θάλασσα και έρωτας, είναι τα ίδια που έλεγε
και ο Όμηρος και η Σαπφώ.
42. «Επειδή πάντοτε οι λέξεις που άρχιζαν από έψιλον λάμδα, από το ελ, μου
ασκούσαν μια μαγεία είτε διότι ήταν η Ελλάδα είτε η ελπίδα είτε μια Ελένη που
ίσως ήμουν τότε ερωτευμένος είτε η ελευθερία, όλες αυτές οι λέξεις που
αρχίζουν από ελ, σκέφτηκα να το αρχίσω έτσι. Κατόπιν ήταν το γράμμα ύψιλον
που για μένα είναι το πιο ελληνικό γράμμα. Άλλωστε νομίζω και οι Γάλλοι για
να το λένε ιλγκρέκ θα πει ότι είναι το ελληνικό γράμμα. Έβαλα μετά το ελ, το
ύψιλον. Δε χρειαζόταν λοιπόν παρά να βάλω μια κατάληξη που να είναι και λίγο
αρχαιοπρεπής . Κι έτσι ενώ έψαχνα στην αρχή να βάλω κάτι μεταξύ του ελ- και
του -της έβαλα το ύψιλον και βγήκε το Ελύτης.»
43. .
Πέθανε στις 18 Μαρτίου του 1996 από ανακοπή καρδιάς, στην
Αθήνα.
Στο πλευρό του, η Ιουλίτα Ηλιοπούλου, η οποία τον συντρόφευε
τα τελευταία 13 χρόνια της ζωής του. Για τον Ελύτη ο θάνατος
δεν ήταν παρά ακόμη ένα ταξίδι.
44. .
«Είπα θα φύγω. Τώρα. Μ’ ό,τι να ’ναι: τον σάκο μου τον ταξιδιωτικό στον ώμο, στην τσέπη
μου έναν οδηγό, τη φωτογραφική στο χέρι. Βαθιά στο χώμα και βαθιά στο σώμα θα πάω να
βρω ποιος είμαι. Τι δίνω, τι μου δίνουν και περισσεύει το άδικο. Χρυσέ της ζωής αέρα»
46. ΠροσανατολισμοίΟ έρωτας
Το τραγούδι του
Κι οι ορίζοντες του ταξιδιού του
Κι η ηχώ της νοσταλγίας του
Στον πιο βρεμένο βράχο της η αρραβωνιαστικιά
προσμένει
Ένα καράβι
Ο έρωτας
Το καράβι του
Κι η αμεριμνησία των μελτεμιών του
Κι ο φλόκος της ελπίδας του
Στον πιο ελαφρό κυματισμό του ένα νησί λικνίζει
τον ερχομό.
47. Πίνοντας ήλιο κορινθιακό
Δρασκελίζοντας αμπέλια θάλασσες
Σημαδεύοντας με το καμάκι
Ένα τάμα ψάρι που γλιστρά
Βρήκα τα φύλλα που ο ψαλμός του ήλιου αποστηθίζει Τη
ζωντανή στεριά που ο πόθος χαίρεταιπου ο πόθος χαίρεται
Ν' ανοίγει.
Πίνω νερό κόβω καρπό
Χώνω το χέρι μου στις φυλλωσιές του ανέμου
Οι λεμονιές αρδεύουνε τη γύρη της καλοκαιριάς
Τα πράσινα πουλιά σκίζουν τα όνειρά μου
Φεύγω με μια ματιά
Ματιά πλατιά όπου ο κόσμος ξαναγίνεται
Όμορφος από την αρχή στα μέτρα της καρδιάς.
Ήλιος ο Πρώτος
48. Το Άξιον ΕστίΤη γλώσσα μου έδωσαν ελληνική.
το σπίτι φτωχικό στις αμμουδιές του Ομήρου...
Μονάχη έγνοια η γλώσσα μου, με τα πρώτα-πρώτα Δόξα Σοι!..
Τα θεμέλιά μου στα βουνά
και τα βουνά σηκώνουν οι λαοί στον ώμο τους
και πάνω τους η μνήμη καίει
άκαυτη βάτος.
Όπου και να θολώνει ο νους σας
μνημονεύετε Διονύσιο Σολωμό
και μνημονεύετε Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη.
Της αγάπης αίματα * με πορφύρωσαν
Και χαρές ανίδωτες * με σκιάσανε
Οξειδώθηκα μες στη * νοτιά των ανθρώπων
Μακρινή Μητέρα * Ρόδο μου Αμάραντο.
49. Έξη και μια τύψεις
για τον ουρανό
Ο καημός του θανάτου τόσο με πυρπόλησε, που η λάμψη
μου επέστρεψε στον ήλιο.
Κείνος με πέμπει τώρα μέσα στην τέλεια σύνταξη της
πέτρας και του αιθέρος
Λοιπόν, αυτός που γύρευα, είμαι.
Ω λινό καλοκαίρι, συνετό φθινόπωρο
Χειμώνα ελάχιστε
Η ζωή καταβάλλει τον οβολό του φύλλου της ελιάς
Και στη νύχτα μέσα των αφρόνων μ’ ένα μικρό τριζόνι
κατακυρώνει πάλι το νόμιμο του Ανέλπιστου.
50. Άσμα ηρωικό και πένθιμο
για το χαμένο ανθυπολοχαγό
της Αλβανίας.
Ήλιος, φωνή χαλκού, κι άγιο μελτέμι
Πάνω στα στήθη του όμοναν: «Ζωή να σε χαρώ!»
Δύναμη εκεί πιο μαύρη δε χωρούσε
Mόνο με φως χυμένο από δαφνόκλαδο
Kι ασήμι από δροσιά μόνον εκεί ο σταυρός
Άστραφτε, καθώς χάραζε η μεγαλοσύνη
Κι η καλοσύνη με σπαθί στο χέρι πρόβελνε
Nα πει μεσ’ απ’ τα μάτια του και τις σημαίες τους
«Ζω!»
51. Θάνατος και ανάστασις του
Κωνσταντίνου Παλαιολόγου
Κι η ερημιά πολλή που να χωρά ο Θεός κι η κάθε
μια σταγόνα σταθερή στον ήλιο ν' ανεβαίνει!
Νέος ακόμα, είχε δει στους ώμους των μεγάλων,
τα χρυσά να λάμπουν και να φεύγουν.
Και μια νύχτα θυμάται, σ' ώρα μεγάλης τρικυμίας,
βόγκηξε ο λαιμός του πόντου τόσο,
που ‘θολώθη μα δεν έστερξε να του σταθεί!
Βαρύς ο κόσμος να τον ζήσεις, όμως για λίγη
περηφάνια το άξιζε.
52. Ήλιος ο ηλιάτοραςΒαπόρι στολισμένο βγαίνει στα βουνά
κι αρχίζει τις μανούβρες «βίρα-μάινα»
Την άγκυρα φουντάρει στις κουκουναριές
φορτώνει φρέσκο αέρα κι απ’ τις δυο μεριές
Είναι από μαύρη πέτρα κι είναι απ’ όνειρο
κι έχει λοστρόμο αθώο ναύτη πονηρό
Από τα βάθη φτάνει τους παλιούς καιρούς
βάσανα ξεφορτώνει κι αναστεναγμούς
Έλα Χριστέ και Κύριε λέω κι απορώ
τέτοιο τρελό βαπόρι τρελοβάπορο
Χρόνους μάς ταξιδεύει δε βουλιάξαμε
χίλιους καπεταναίους τούς αλλάξαμε
Κατακλυσμούς ποτέ δε λογαριάσαμε
μπήκαμε μες στα όλα και περάσαμε
Κι έχουμε στο κατάρτι μας βιγλάτορα
παντοτινό τον Ήλιο τον Ηλιάτορα!
53. Το φωτόδεντρο
Μ᾿ ένα τίποτα έζησα
Μονάχα οι λέξεις δε μου αρκούσανε
Σ᾿ ενός περάσματος αέρα
ξεγνέθοντας απόκοσμη φωνή τ᾿ αυτιά μου
εσκαρφίστηκα τα μύρια όσα
Τί γυαλόπετρες φούχτες
τί καλάθια φρέσκες μέλισσες και σταμνιά
φουσκωτά όπου
άκουγες βββ να σου βροντάει ο αιχμάλωτος
αέρας…
Ώσπου τέλος ένιωσα
κι ας πα᾿ να μ᾿ έλεγαν τρελό
πως από ’να τίποτα γίνεται ο Παράδεισος.
54. Στα νερά ένα ένα, μ' ακούς
Τα πικρά μου βότσαλα μετρώ, μ' ακούς
Κι είναι ο χρόνος μια μεγάλη εκκλησία, μ' ακούς
Όπου κάποτε οι φιγούρες
Των Αγίων
Βγάζουν δάκρυ αληθινό, μ' ακούς
Οι καμπάνες ανοίγουν αψηλά, μ' ακούς
Ένα πέρασμα βαθύ να περάσω
Περιμένουν οι άγγελοι με κεριά
και νεκρώσιμους ψαλμούς
Πουθενά δεν πάω, μ' ακούς
Ή κανείς ή κι οι δύο μαζί, μ' ακούς
Το λουλούδι αυτό της καταιγίδας και, μ' ακούς
Της αγάπης
Μια για πάντα το κόψαμε
Και δε γίνεται ν' ανθίσει αλλιώς, μ' ακούς
Σ' άλλη γη, σ' άλλο αστέρι, μ' ακούς
Δεν υπάρχει το χώμα, δεν υπάρχει ο αέρας
Που αγγίξαμε, ο ίδιος, μ' ακούς
Το Μονόγραμμα
55. Τα ρω του έρωτα
Κοιμάμαι κι ονειρεύομαι προβλήματα
όλα τα πυθαγόρεια θεωρήματα
Τα θαύματα της τριγωνομετρίας
μέσα στο μπλε «Τετράδιον της Μαθήτριας»
Απ' την αρχή την Κάθοδο των Αχαιών
τις μάχες των Ελλήνων κατά των Περσών
Να μάθω για τον πόλεμο της Τροίας
μέσα στο μπλε «Τετράδιον της Μαθήτριας»
Των αγοριών τα κεφαλαία ονόματα
και τα γυμνά σχεδιασμένα σώματα
Παλιόλογα και λόγια της λατρείας
μέσα στο μπλε «Τετράδιον της Μαθήτριας».
56. Μαρία Νεφέλη
Κρίμας κρίμας κόσμε
σ' εξουσιάζουν μέλλοντες νεκροί·
και κανείς κανείς δεν έλαχε
δεν έλαχε ν' ακούσει ακόμη
καν φωνήν αγγέλων καν υδάτων πολλών
καν εκείνο το «έρχου» που σε νύχτες
αϋπνίας μεγάλης
ονειρεύτηκα
Εκεί εκεί να πάω σ' ένα νησί πετραδερό
που ο ήλιος το λοξοπατάει σαν κάβουρας
κι όλος τρεμάμενος ο πόντος ακούει κι
αποκρίνεται.
57. Ο μικρός ναυτίλος
Ότι μπόρεσα ν᾿ αποχτήσω μία ζωή από
πράξεις ορατές για όλους, επομένως να
κερδίσω την ίδια μου διαφάνεια, το
χρωστώ σ᾿ ένα είδος ειδικού θάρρους
που μου ’δωκεν η Ποίηση: να γίνομαι
άνεμος για το χαρταετό καὶ χαρταετός
για τον άνεμο, ακόμη και όταν
ουρανός δεν υπάρχει.
58. Δυτικά της λύπης
Πλησίον μια μικρή βροχή μ' όλους των άκοπων ακόμη
Οπωροφόρων τους στενούς συγγενείς και τα παιδιά
Μαζί μωβ ανθύλλια όλα στραμμένα
Δυτικά της λύπης
Ελεύθερα στο πλάι μου τρέχουν τ' αμπέλια κι αχαλίνωτος
Μένει ο ουρανός. Πυρκαγιές ανταλλάσσουνε τα
κουκουνάρια κι ένας
Όνος φευγάτος πάει ψηλά τον ανήφορο
για λίγο σύννεφο
59. Εκ του πλησίον
Θαυμάσια που τρέχει ο ουρανός, αν κρίνεις απ'
τα σύννεφα.
Σε απόσταση παραμένουν στα κλεφτά υπνάκου
το καταμεσήμερο οι
πέτρες της Ολυμπίας· με λίγο χρυσομώβ στις
τελειώσεις τους τείνουν να πάρουν κάτι από την
καλύπτρα της Μεγαλόχαρης.
Από παιδιά και μόνον φτιάχνεις Ιεροσόλυμα.
60. Ο κήπος με τις αυταπάτες
«Όπου ανθεί ο μέσος όρος παύω να υπάρχω.
Μου είναι αδύνατον να ευδοκιμήσω μέσα
στην μάζα της εκάστοτε πλειοψηφίας. Οι
ωραίες μειοψηφίες είναι το κάτι άλλο. Ή τις
κάνω σμαράγδι να φωτίζουν την νύχτα μου,
ή τις τρώω με σοκολάτα και σαντιγί. Γι΄ αυτό
και καμιά ολιγαρχία που εκτιμώ δεν
έρχεται στα πράγματα. Όμως γι΄ αυτό
ακριβώς την επιλέγω. Για να μην έρχομαι
ποτέ στα πράγματα».