Paradigmas morfológicos de Griego Clásico: aoristo sigmático activo (indicativo, participio e infinitivo), adjetivos irregulares, adjetivos numerales cardinales (1-4) y adjetivos indefinidos compuestos son la ráiz de "uno".
ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΟΡΙΣΤΟΥ Β΄ ΣΤΑ ΡΗΜΑΤΑ Α ΣΥΖΥΓΙΑΣAlexadro Del Mel
ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΟΡΙΣΤΟΥ Β΄ ΣΤΑ ΡΗΜΑΤΑ Α ΣΥΖΥΓΙΑΣ
Ο Αόριστος Β στην ΟΡΙΣΤΙΚΉ παίρνει τις καταλήξεις του παρατατικού :
στις υπόλοιπες εγκλίσεις –ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΗ – ΕΥΚΤΙΚΗ-ΠΡΟΣΤΑΚΤΙΚΗ παίρνει τις καταλήξεις του ενεστώτα
ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΟΡΙΣΤΟΥ Β΄ ΣΤΑ ΡΗΜΑΤΑ Α ΣΥΖΥΓΙΑΣAlexadro Del Mel
ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΟΡΙΣΤΟΥ Β΄ ΣΤΑ ΡΗΜΑΤΑ Α ΣΥΖΥΓΙΑΣ
Ο Αόριστος Β στην ΟΡΙΣΤΙΚΉ παίρνει τις καταλήξεις του παρατατικού :
στις υπόλοιπες εγκλίσεις –ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΗ – ΕΥΚΤΙΚΗ-ΠΡΟΣΤΑΚΤΙΚΗ παίρνει τις καταλήξεις του ενεστώτα
Textos griegos y latinos antiguos para la convocatoria: "12.12.12 a las 12, yo conozco mi herencia ¿y tú?" Un puñado de textos, como tantos otros podríamos haber elegido.
Celebración del 8 de marzo: Día de la Mujer Trabajadora. Dpto. de Griego del I.E.S. "Celso Díaz", Arnedo, La Rioja. Ejemplo de Cinisca, la primera campeona en unas Olimpiadas.
Griego clásico (2º de bachillerato). Formación y traducción de los adjetivos comparativos y superlativos. Morfología del pretérito perfecto de indicativo activo.
Repaso para leer el alfabeto griego clásico. ¿Has empezado en Griego de 2º de Bachillerato y no te acuerdas de nada del año pasado? Empieza por lo más sencillo. Recuerda también algunos helenismos.
Al principio todo era felicidad. (Lisias).Clara Álvarez
Análisis morfológico y sintáctico del texto en griego clásico: Lisias, "Defensa de la muerte de Eratóstenes", 6-7 y 4 (Al principio todo era felicidad, pero las acciones de Eratóstenes motivaron el desenlace final).
Helenismos relacionados con θεός, divinidad. Contiene imágenes y una hoja de ejercicios para completar el significado de prefijos, sufijos y otras raíces griegas.
Διδακτέα - Εξεταστέα ύλη για το μάθημα "Οικονομία" (ΑΟΘ) της Γ τάξης του Επαγγελματικού λυκείου. Μπορείτε να δείτε και αναλυτικά την ύλη του μαθήματος επιλέγοντας τον παρακάτω σύνδεσμο:
https://view.genially.com/6450d17ad94e2600194eb286
Αρχές Οικονομικής Θεωρίας - Το γραπτό των πανελλαδικών εξετάσεωνPanagiotis Prentzas
Αρχές Οικονομικής Θεωρίας (ΑΟΘ): Τι πρέπει να προσέξουν οι υποψήφιοι κατά τη διάρκεια των πανελλαδικών εξετάσεων στη δομή των απαντήσεών τους, αλλά και στην εμφάνιση του γραπτού τους.
Μπορείτε να δείτε και τη διαδραστική παρουσίαση στο www.study4economy.edu.gr.
12. AORISTOS SIGMÁTICOS: voz activa.
παιδεύω
aoristo indicativo
ἐπαίδευσα
ἐπαίδευσας
ἐπαίδευσε(ν)
ἐπαιδεύσαμεν
ἐπαιδεύσατε
ἐπαίδευσαν
formas no personales de aoristo
13. AORISTOS SIGMÁTICOS: voz activa.
παιδεύω
aoristo indicativo
ἐπαίδευσα
ἐπαίδευσας
ἐπαίδευσε(ν)
ἐπαιδεύσαμεν
ἐπαιδεύσατε
ἐπαίδευσαν
formas no personales de aoristo
Infinitivo:
Participio: nominativo genitivo
masc.
fem.
neut.
14. AORISTOS SIGMÁTICOS: voz activa.
παιδεύω
aoristo indicativo
ἐπαίδευσα
ἐπαίδευσας
ἐπαίδευσε(ν)
ἐπαιδεύσαμεν
ἐπαιδεύσατε
ἐπαίδευσαν
formas no personales de aoristo
Infinitivo: παιδεῦσαι
Participio: nominativo genitivo
masc.
fem.
neut.
15. AORISTOS SIGMÁTICOS: voz activa.
παιδεύω
aoristo indicativo
ἐπαίδευσα
ἐπαίδευσας
ἐπαίδευσε(ν)
ἐπαιδεύσαμεν
ἐπαιδεύσατε
ἐπαίδευσαν
formas no personales de aoristo
Infinitivo: παιδεῦσαι
Participio: nominativo genitivo
masc. παιδεύσας, παιδεύσαντος
fem.
neut.
16. AORISTOS SIGMÁTICOS: voz activa.
παιδεύω
aoristo indicativo
ἐπαίδευσα
ἐπαίδευσας
ἐπαίδευσε(ν)
ἐπαιδεύσαμεν
ἐπαιδεύσατε
ἐπαίδευσαν
formas no personales de aoristo
Infinitivo: παιδεῦσαι
Participio: nominativo genitivo
masc. παιδεύσας, παιδεύσαντος
fem. παιδεύσασα, παιδευσάσης
neut.
17. AORISTOS SIGMÁTICOS: voz activa.
παιδεύω
aoristo indicativo
ἐπαίδευσα
ἐπαίδευσας
ἐπαίδευσε(ν)
ἐπαιδεύσαμεν
ἐπαιδεύσατε
ἐπαίδευσαν
formas no personales de aoristo
Infinitivo: παιδεῦσαι
Participio: nominativo genitivo
masc. παιδεύσας, παιδεύσαντος
fem. παιδεύσασα, παιδευσάσης
neut. παιδεῦσαν, παιδεύσαντος
18. AORISTOS SIGMÁTICOS: voz activa.
παιδεύω βλέπω
aoristo indicativo
ἐπαίδευσα
ἐπαίδευσας
ἐπαίδευσε(ν)
ἐπαιδεύσαμεν
ἐπαιδεύσατε
ἐπαίδευσαν
formas no personales de aoristo
Infinitivo: παιδεῦσαι
Participio: nominativo genitivo
masc. παιδεύσας, παιδεύσαντος
fem. παιδεύσασα, παιδευσάσης
neut. παιδεῦσαν, παιδεύσαντος
19. AORISTOS SIGMÁTICOS: voz activa.
παιδεύω βλέπω
β, π, φ, πτ
aoristo indicativo
ἐπαίδευσα
ἐπαίδευσας
ἐπαίδευσε(ν)
ἐπαιδεύσαμεν
ἐπαιδεύσατε
ἐπαίδευσαν
formas no personales de aoristo
Infinitivo: παιδεῦσαι
Participio: nominativo genitivo
masc. παιδεύσας, παιδεύσαντος
fem. παιδεύσασα, παιδευσάσης
neut. παιδεῦσαν, παιδεύσαντος
20. AORISTOS SIGMÁTICOS: voz activa.
παιδεύω βλέπω
β, π, φ, πτ
aoristo indicativo
ἐπαίδευσα ἔβλεψα
ἐπαίδευσας
ἐπαίδευσε(ν)
ἐπαιδεύσαμεν
ἐπαιδεύσατε
ἐπαίδευσαν
formas no personales de aoristo
Infinitivo: παιδεῦσαι
Participio: nominativo genitivo
masc. παιδεύσας, παιδεύσαντος
fem. παιδεύσασα, παιδευσάσης
neut. παιδεῦσαν, παιδεύσαντος
21. AORISTOS SIGMÁTICOS: voz activa.
παιδεύω βλέπω
β, π, φ, πτ
aoristo indicativo
ἐπαίδευσα ἔβλεψα
ἐπαίδευσας ἔβλεψας
ἐπαίδευσε(ν)
ἐπαιδεύσαμεν
ἐπαιδεύσατε
ἐπαίδευσαν
formas no personales de aoristo
Infinitivo: παιδεῦσαι
Participio: nominativo genitivo
masc. παιδεύσας, παιδεύσαντος
fem. παιδεύσασα, παιδευσάσης
neut. παιδεῦσαν, παιδεύσαντος
86. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
Nom. πολύς πολλή πολύ
Ac. πολύν
Gen.
Dat.
87. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
Nom. πολύς πολλή πολύ
Ac. πολύν πολλήν
Gen.
Dat.
88. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
Nom. πολύς πολλή πολύ
Ac. πολύν πολλήν πολύ
Gen.
Dat.
89. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
Nom. πολύς πολλή πολύ
Ac. πολύν πολλήν πολύ
Gen. πολλοῦ
Dat.
90. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
Nom. πολύς πολλή πολύ
Ac. πολύν πολλήν πολύ
Gen. πολλοῦ πολλῆς
Dat.
91. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
Nom. πολύς πολλή πολύ
Ac. πολύν πολλήν πολύ
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ
Dat.
92. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
Nom. πολύς πολλή πολύ
Ac. πολύν πολλήν πολύ
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ
Dat. πολλῷ
93. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
Nom. πολύς πολλή πολύ
Ac. πολύν πολλήν πολύ
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ
Dat. πολλῷ πολλῇ
94. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
Nom. πολύς πολλή πολύ
Ac. πολύν πολλήν πολύ
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ
95. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
Nom. πολύς πολλή πολύ πολλοί
Ac. πολύν πολλήν πολύ
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ
96. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
Nom. πολύς πολλή πολύ πολλοί πολλαί
Ac. πολύν πολλήν πολύ
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ
97. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
Nom. πολύς πολλή πολύ πολλοί πολλαί πολλά
Ac. πολύν πολλήν πολύ
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ
98. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
Nom. πολύς πολλή πολύ πολλοί πολλαί πολλά
Ac. πολύν πολλήν πολύ πολλούς
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ
99. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
Nom. πολύς πολλή πολύ πολλοί πολλαί πολλά
Ac. πολύν πολλήν πολύ πολλούς πολλάς
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ
100. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
Nom. πολύς πολλή πολύ πολλοί πολλαί πολλά
Ac. πολύν πολλήν πολύ πολλούς πολλάς πολλά
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ
101. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
Nom. πολύς πολλή πολύ πολλοί πολλαί πολλά
Ac. πολύν πολλήν πολύ πολλούς πολλάς πολλά
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ πολλῶν
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ
102. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
Nom. πολύς πολλή πολύ πολλοί πολλαί πολλά
Ac. πολύν πολλήν πολύ πολλούς πολλάς πολλά
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ πολλῶν πολλῶν
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ
103. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
Nom. πολύς πολλή πολύ πολλοί πολλαί πολλά
Ac. πολύν πολλήν πολύ πολλούς πολλάς πολλά
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ πολλῶν πολλῶν πολλῶν
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ
104. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
Nom. πολύς πολλή πολύ πολλοί πολλαί πολλά
Ac. πολύν πολλήν πολύ πολλούς πολλάς πολλά
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ πολλῶν πολλῶν πολλῶν
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ πολλοῖς
105. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
Nom. πολύς πολλή πολύ πολλοί πολλαί πολλά
Ac. πολύν πολλήν πολύ πολλούς πολλάς πολλά
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ πολλῶν πολλῶν πολλῶν
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ πολλοῖς πολλαῖς
106. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
Nom. πολύς πολλή πολύ πολλοί πολλαί πολλά
Ac. πολύν πολλήν πολύ πολλούς πολλάς πολλά
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ πολλῶν πολλῶν πολλῶν
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ πολλοῖς πολλαῖς πολλοῖς
107. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
m
Nom. πολύς πολλή πολύ πολλοί πολλαί πολλά
Ac. πολύν πολλήν πολύ πολλούς πολλάς πολλά
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ πολλῶν πολλῶν πολλῶν
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ πολλοῖς πολλαῖς πολλοῖς
108. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
m
Nom. πολύς πολλή πολύ πολλοί πολλαί πολλά
Ac. πολύν πολλήν πολύ πολλούς πολλάς πολλά
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ πολλῶν πολλῶν πολλῶν
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ πολλοῖς πολλαῖς πολλοῖς
μέγας, μέγαλη, μέγα grande
Nom.
Ac.
Gen.
Dat.
109. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
m
Nom. πολύς πολλή πολύ πολλοί πολλαί πολλά
Ac. πολύν πολλήν πολύ πολλούς πολλάς πολλά
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ πολλῶν πολλῶν πολλῶν
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ πολλοῖς πολλαῖς πολλοῖς
μέγας, μέγαλη, μέγα grande
Nom. μέγας
Ac.
Gen.
Dat.
110. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
m
Nom. πολύς πολλή πολύ πολλοί πολλαί πολλά
Ac. πολύν πολλήν πολύ πολλούς πολλάς πολλά
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ πολλῶν πολλῶν πολλῶν
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ πολλοῖς πολλαῖς πολλοῖς
μέγας, μέγαλη, μέγα grande
Nom. μέγας μεγάλη
Ac.
Gen.
Dat.
111. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
m
Nom. πολύς πολλή πολύ πολλοί πολλαί πολλά
Ac. πολύν πολλήν πολύ πολλούς πολλάς πολλά
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ πολλῶν πολλῶν πολλῶν
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ πολλοῖς πολλαῖς πολλοῖς
μέγας, μέγαλη, μέγα grande
Nom. μέγας μεγάλη μέγα
Ac.
Gen.
Dat.
112. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
m
Nom. πολύς πολλή πολύ πολλοί πολλαί πολλά
Ac. πολύν πολλήν πολύ πολλούς πολλάς πολλά
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ πολλῶν πολλῶν πολλῶν
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ πολλοῖς πολλαῖς πολλοῖς
μέγας, μέγαλη, μέγα grande
Nom. μέγας μεγάλη μέγα
Ac. μέγαν
Gen.
Dat.
113. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
m
Nom. πολύς πολλή πολύ πολλοί πολλαί πολλά
Ac. πολύν πολλήν πολύ πολλούς πολλάς πολλά
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ πολλῶν πολλῶν πολλῶν
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ πολλοῖς πολλαῖς πολλοῖς
μέγας, μέγαλη, μέγα grande
Nom. μέγας μεγάλη μέγα
Ac. μέγαν μεγάλην
Gen.
Dat.
114. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
m
Nom. πολύς πολλή πολύ πολλοί πολλαί πολλά
Ac. πολύν πολλήν πολύ πολλούς πολλάς πολλά
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ πολλῶν πολλῶν πολλῶν
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ πολλοῖς πολλαῖς πολλοῖς
μέγας, μέγαλη, μέγα grande
Nom. μέγας μεγάλη μέγα
Ac. μέγαν μεγάλην μέγα
Gen.
Dat.
115. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
m
Nom. πολύς πολλή πολύ πολλοί πολλαί πολλά
Ac. πολύν πολλήν πολύ πολλούς πολλάς πολλά
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ πολλῶν πολλῶν πολλῶν
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ πολλοῖς πολλαῖς πολλοῖς
μέγας, μέγαλη, μέγα grande
Nom. μέγας μεγάλη μέγα
Ac. μέγαν μεγάλην μέγα
Gen. μεγάλου
Dat.
116. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
m
Nom. πολύς πολλή πολύ πολλοί πολλαί πολλά
Ac. πολύν πολλήν πολύ πολλούς πολλάς πολλά
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ πολλῶν πολλῶν πολλῶν
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ πολλοῖς πολλαῖς πολλοῖς
μέγας, μέγαλη, μέγα grande
Nom. μέγας μεγάλη μέγα
Ac. μέγαν μεγάλην μέγα
Gen. μεγάλου μεγάλης
Dat.
117. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
m
Nom. πολύς πολλή πολύ πολλοί πολλαί πολλά
Ac. πολύν πολλήν πολύ πολλούς πολλάς πολλά
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ πολλῶν πολλῶν πολλῶν
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ πολλοῖς πολλαῖς πολλοῖς
μέγας, μέγαλη, μέγα grande
Nom. μέγας μεγάλη μέγα
Ac. μέγαν μεγάλην μέγα
Gen. μεγάλου μεγάλης μεγάλου
Dat.
118. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
m
Nom. πολύς πολλή πολύ πολλοί πολλαί πολλά
Ac. πολύν πολλήν πολύ πολλούς πολλάς πολλά
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ πολλῶν πολλῶν πολλῶν
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ πολλοῖς πολλαῖς πολλοῖς
μέγας, μέγαλη, μέγα grande
Nom. μέγας μεγάλη μέγα
Ac. μέγαν μεγάλην μέγα
Gen. μεγάλου μεγάλης μεγάλου
Dat. μεγάλῳ
119. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
m
Nom. πολύς πολλή πολύ πολλοί πολλαί πολλά
Ac. πολύν πολλήν πολύ πολλούς πολλάς πολλά
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ πολλῶν πολλῶν πολλῶν
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ πολλοῖς πολλαῖς πολλοῖς
μέγας, μέγαλη, μέγα grande
Nom. μέγας μεγάλη μέγα
Ac. μέγαν μεγάλην μέγα
Gen. μεγάλου μεγάλης μεγάλου
Dat. μεγάλῳ μεγάλῃ
120. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
m
Nom. πολύς πολλή πολύ πολλοί πολλαί πολλά
Ac. πολύν πολλήν πολύ πολλούς πολλάς πολλά
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ πολλῶν πολλῶν πολλῶν
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ πολλοῖς πολλαῖς πολλοῖς
μέγας, μέγαλη, μέγα grande
Nom. μέγας μεγάλη μέγα
Ac. μέγαν μεγάλην μέγα
Gen. μεγάλου μεγάλης μεγάλου
Dat. μεγάλῳ μεγάλῃ μεγάλῳ
121. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
m
Nom. πολύς πολλή πολύ πολλοί πολλαί πολλά
Ac. πολύν πολλήν πολύ πολλούς πολλάς πολλά
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ πολλῶν πολλῶν πολλῶν
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ πολλοῖς πολλαῖς πολλοῖς
μέγας, μέγαλη, μέγα grande
Nom. μέγας μεγάλη μέγα μεγάλοι
Ac. μέγαν μεγάλην μέγα
Gen. μεγάλου μεγάλης μεγάλου
Dat. μεγάλῳ μεγάλῃ μεγάλῳ
122. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
m
Nom. πολύς πολλή πολύ πολλοί πολλαί πολλά
Ac. πολύν πολλήν πολύ πολλούς πολλάς πολλά
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ πολλῶν πολλῶν πολλῶν
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ πολλοῖς πολλαῖς πολλοῖς
μέγας, μέγαλη, μέγα grande
Nom. μέγας μεγάλη μέγα μεγάλοι μεγάλαι
Ac. μέγαν μεγάλην μέγα
Gen. μεγάλου μεγάλης μεγάλου
Dat. μεγάλῳ μεγάλῃ μεγάλῳ
123. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
m
Nom. πολύς πολλή πολύ πολλοί πολλαί πολλά
Ac. πολύν πολλήν πολύ πολλούς πολλάς πολλά
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ πολλῶν πολλῶν πολλῶν
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ πολλοῖς πολλαῖς πολλοῖς
μέγας, μέγαλη, μέγα grande
Nom. μέγας μεγάλη μέγα μεγάλοι μεγάλαι μεγάλα
Ac. μέγαν μεγάλην μέγα
Gen. μεγάλου μεγάλης μεγάλου
Dat. μεγάλῳ μεγάλῃ μεγάλῳ
124. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
m
Nom. πολύς πολλή πολύ πολλοί πολλαί πολλά
Ac. πολύν πολλήν πολύ πολλούς πολλάς πολλά
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ πολλῶν πολλῶν πολλῶν
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ πολλοῖς πολλαῖς πολλοῖς
μέγας, μέγαλη, μέγα grande
Nom. μέγας μεγάλη μέγα μεγάλοι μεγάλαι μεγάλα
Ac. μέγαν μεγάλην μέγα μεγάλους
Gen. μεγάλου μεγάλης μεγάλου
Dat. μεγάλῳ μεγάλῃ μεγάλῳ
125. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
m
Nom. πολύς πολλή πολύ πολλοί πολλαί πολλά
Ac. πολύν πολλήν πολύ πολλούς πολλάς πολλά
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ πολλῶν πολλῶν πολλῶν
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ πολλοῖς πολλαῖς πολλοῖς
μέγας, μέγαλη, μέγα grande
Nom. μέγας μεγάλη μέγα μεγάλοι μεγάλαι μεγάλα
Ac. μέγαν μεγάλην μέγα μεγάλους μεγάλας
Gen. μεγάλου μεγάλης μεγάλου
Dat. μεγάλῳ μεγάλῃ μεγάλῳ
126. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
m
Nom. πολύς πολλή πολύ πολλοί πολλαί πολλά
Ac. πολύν πολλήν πολύ πολλούς πολλάς πολλά
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ πολλῶν πολλῶν πολλῶν
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ πολλοῖς πολλαῖς πολλοῖς
μέγας, μέγαλη, μέγα grande
Nom. μέγας μεγάλη μέγα μεγάλοι μεγάλαι μεγάλα
Ac. μέγαν μεγάλην μέγα μεγάλους μεγάλας μεγάλα
Gen. μεγάλου μεγάλης μεγάλου
Dat. μεγάλῳ μεγάλῃ μεγάλῳ
127. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
m
Nom. πολύς πολλή πολύ πολλοί πολλαί πολλά
Ac. πολύν πολλήν πολύ πολλούς πολλάς πολλά
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ πολλῶν πολλῶν πολλῶν
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ πολλοῖς πολλαῖς πολλοῖς
μέγας, μέγαλη, μέγα grande
Nom. μέγας μεγάλη μέγα μεγάλοι μεγάλαι μεγάλα
Ac. μέγαν μεγάλην μέγα μεγάλους μεγάλας μεγάλα
Gen. μεγάλου μεγάλης μεγάλου μεγάλων
Dat. μεγάλῳ μεγάλῃ μεγάλῳ
128. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
m
Nom. πολύς πολλή πολύ πολλοί πολλαί πολλά
Ac. πολύν πολλήν πολύ πολλούς πολλάς πολλά
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ πολλῶν πολλῶν πολλῶν
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ πολλοῖς πολλαῖς πολλοῖς
μέγας, μέγαλη, μέγα grande
Nom. μέγας μεγάλη μέγα μεγάλοι μεγάλαι μεγάλα
Ac. μέγαν μεγάλην μέγα μεγάλους μεγάλας μεγάλα
Gen. μεγάλου μεγάλης μεγάλου μεγάλων μεγάλων
Dat. μεγάλῳ μεγάλῃ μεγάλῳ
129. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
m
Nom. πολύς πολλή πολύ πολλοί πολλαί πολλά
Ac. πολύν πολλήν πολύ πολλούς πολλάς πολλά
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ πολλῶν πολλῶν πολλῶν
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ πολλοῖς πολλαῖς πολλοῖς
μέγας, μέγαλη, μέγα grande
Nom. μέγας μεγάλη μέγα μεγάλοι μεγάλαι μεγάλα
Ac. μέγαν μεγάλην μέγα μεγάλους μεγάλας μεγάλα
Gen. μεγάλου μεγάλης μεγάλου μεγάλων μεγάλων μεγάλων
Dat. μεγάλῳ μεγάλῃ μεγάλῳ
130. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
m
Nom. πολύς πολλή πολύ πολλοί πολλαί πολλά
Ac. πολύν πολλήν πολύ πολλούς πολλάς πολλά
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ πολλῶν πολλῶν πολλῶν
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ πολλοῖς πολλαῖς πολλοῖς
μέγας, μέγαλη, μέγα grande
Nom. μέγας μεγάλη μέγα μεγάλοι μεγάλαι μεγάλα
Ac. μέγαν μεγάλην μέγα μεγάλους μεγάλας μεγάλα
Gen. μεγάλου μεγάλης μεγάλου μεγάλων μεγάλων μεγάλων
Dat. μεγάλῳ μεγάλῃ μεγάλῳ μεγάλοις
131. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
m
Nom. πολύς πολλή πολύ πολλοί πολλαί πολλά
Ac. πολύν πολλήν πολύ πολλούς πολλάς πολλά
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ πολλῶν πολλῶν πολλῶν
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ πολλοῖς πολλαῖς πολλοῖς
μέγας, μέγαλη, μέγα grande
Nom. μέγας μεγάλη μέγα μεγάλοι μεγάλαι μεγάλα
Ac. μέγαν μεγάλην μέγα μεγάλους μεγάλας μεγάλα
Gen. μεγάλου μεγάλης μεγάλου μεγάλων μεγάλων μεγάλων
Dat. μεγάλῳ μεγάλῃ μεγάλῳ μεγάλοις μεγάλαις
132. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
m
Nom. πολύς πολλή πολύ πολλοί πολλαί πολλά
Ac. πολύν πολλήν πολύ πολλούς πολλάς πολλά
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ πολλῶν πολλῶν πολλῶν
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ πολλοῖς πολλαῖς πολλοῖς
μέγας, μέγαλη, μέγα grande
Nom. μέγας μεγάλη μέγα μεγάλοι μεγάλαι μεγάλα
Ac. μέγαν μεγάλην μέγα μεγάλους μεγάλας μεγάλα
Gen. μεγάλου μεγάλης μεγάλου μεγάλων μεγάλων μεγάλων
Dat. μεγάλῳ μεγάλῃ μεγάλῳ μεγάλοις μεγάλαις μεγάλοῖς
133. ADJETIVOS IRREGULARES
πολύς, πολλή, πολύ mucho
m
Nom. πολύς πολλή πολύ πολλοί πολλαί πολλά
Ac. πολύν πολλήν πολύ πολλούς πολλάς πολλά
Gen. πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ πολλῶν πολλῶν πολλῶν
Dat. πολλῷ πολλῇ πολλῷ πολλοῖς πολλαῖς πολλοῖς
μέγας, μέγαλη, μέγα grande
m
Nom. μέγας μεγάλη μέγα μεγάλοι μεγάλαι μεγάλα
Ac. μέγαν μεγάλην μέγα μεγάλους μεγάλας μεγάλα
Gen. μεγάλου μεγάλης μεγάλου μεγάλων μεγάλων μεγάλων
Dat. μεγάλῳ μεγάλῃ μεγάλῳ μεγάλοις μεγάλαις μεγάλοῖς