Με βάση: α) τα ποιήματα "Σονέτο 18" του Σαίξπηρ, "Μαρίνα των βράχων του Ελύτη" και β) εικαστικούς πίνακες, οι μαθητές έγραψαν τις δικές τους ιστορίες ασκούμενοι στη δημιουργική γραφή και την τέχνη.
Με βάση: α) τα ποιήματα "Σονέτο 18" του Σαίξπηρ, "Μαρίνα των βράχων του Ελύτη" και β) εικαστικούς πίνακες, οι μαθητές έγραψαν τις δικές τους ιστορίες ασκούμενοι στη δημιουργική γραφή και την τέχνη.
Ήταν παραμονή Πρωτοχρονιάς και όλοι περίμεναν με ανυπομονησία να υποδεχτούν το νέο χρόνο και όλα όσα επιθυμούσαν να τους φέρει. Υπήρχαν και άνθρωποι που δεν είχαν τίποτα να περιμένουν γιατί η γιορτινή εκείνη μέρα, καθώς και η επόμενή της, δεν ήταν τίποτα παραπάνω από απλές, συνηθισμένες μέρες όπου τίποτα δεν άλλαζε.
Ένας από αυτούς ήταν και ο ήρωας της ιστορίας μας. Ένα αγόρι που μεγάλωνε και ωρίμαζε, βλέποντας τις χαρές της παιδικής του ηλικίας να σβήνουν χρόνο με το χρόνο, Πρωτοχρονιά με Πρωτοχρονιά. Κάποτε το αγόρι πίστευε στα θαύματα, ειδικά σε όσα λένε ότι συμβαίνουν τις μέρες των Χριστουγέννων. Τώρα πια, και ενώ ήταν μόλις δώδεκα χρονών, δεν είχε να πιστεύει σε τίποτα.
Όμως η ιστορία μας δεν μιλά μόνο για αυτό το αγόρι, αλλά και για την αδελφή του. Το μικρό κορίτσι, όπως όλα τα παιδιά της αθώας ηλικίας, έβλεπε τα Χριστούγεννα μαγικά. Κι όταν οι γιορτές περνούσαν, το κορίτσι περίμενε υπομονετικά να ξαναγυρίσουν για να σκορπίσουν λίγη ομορφιά στη θλιμμένη, γκρίζα πόλη που είχε το όνομα Τσιμεντούπολη.
Τα δυο παιδιά, εκείνο το βράδυ της παραμονής, επρόκειτο να ζήσουν μια μοναδική εμπειρία, παράξενη και θαυμαστή. Σε έναν κόσμο όπου η μαγεία κρύβεται σε μυστικά τραγούδια και άγνωστα μονοπάτια, τα δυο παιδιά θα ξεκινούσαν ένα ταξίδι μακριά από το σπίτι τους. Ένα ταξίδι πέρα από την προσμονή, πέρα από το όνειρο, πέρα απ’ τη φαντασία.
Θα μπορούσα να σας πω πολλά για το πώς ξεκίνησε το μεγάλο ταξίδι, ίσως όμως έτσι να χαλούσα το μυστήριο και θα ήταν κρίμα. Το μόνο που μπορώ να σας πω, είναι ότι τα δυο παιδιά, το πρωί της παραμονής τριγυρνούσαν στους δρόμους της Τσιμεντούπολης. Όμως το βράδυ, πριν ο χρόνος κινήσει για τον παντοτινό δρόμο του, τα παιδιά είχαν φύγει…
Κι αν αναρωτηθείτε πού πήγαν, το μόνο που ξέρω να πω με σιγουριά είναι ότι πήγαν κάπου…
Θαλασσινό σχολείο, teagher, Η ζωή έξω από την πόλη, ΓΛΩΣΣΑ Γ΄ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ, Εκπαιδευτικό βίντεο από τo ΚΑΛΙΤΣΑ : https://mcjmcjmcj.wordpress.com
Άρθρο του μαθήματος: https://wp.me/PJcUD-7Pw/
5. Δεν είναι τρελοί οι δίδυμοι!
Ανάγνωση του μαθήματος
Επικοινωνία:
https://www.instagram.com/teagher_teagher
https://www.facebook.com/Teagher-409167113262495
ekalitsa@gmail.com
#teagher #ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ #ΜΑΘΗΜΑΤΑ #ΔΗΜΟΤΙΚΟ #ΤΡΙΤΗΤΑΞΗ #ΛΥΣΕΙΣ #ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ #ΚΑΛΙΤΣΑ
Ήταν παραμονή Πρωτοχρονιάς και όλοι περίμεναν με ανυπομονησία να υποδεχτούν το νέο χρόνο και όλα όσα επιθυμούσαν να τους φέρει. Υπήρχαν και άνθρωποι που δεν είχαν τίποτα να περιμένουν γιατί η γιορτινή εκείνη μέρα, καθώς και η επόμενή της, δεν ήταν τίποτα παραπάνω από απλές, συνηθισμένες μέρες όπου τίποτα δεν άλλαζε.
Ένας από αυτούς ήταν και ο ήρωας της ιστορίας μας. Ένα αγόρι που μεγάλωνε και ωρίμαζε, βλέποντας τις χαρές της παιδικής του ηλικίας να σβήνουν χρόνο με το χρόνο, Πρωτοχρονιά με Πρωτοχρονιά. Κάποτε το αγόρι πίστευε στα θαύματα, ειδικά σε όσα λένε ότι συμβαίνουν τις μέρες των Χριστουγέννων. Τώρα πια, και ενώ ήταν μόλις δώδεκα χρονών, δεν είχε να πιστεύει σε τίποτα.
Όμως η ιστορία μας δεν μιλά μόνο για αυτό το αγόρι, αλλά και για την αδελφή του. Το μικρό κορίτσι, όπως όλα τα παιδιά της αθώας ηλικίας, έβλεπε τα Χριστούγεννα μαγικά. Κι όταν οι γιορτές περνούσαν, το κορίτσι περίμενε υπομονετικά να ξαναγυρίσουν για να σκορπίσουν λίγη ομορφιά στη θλιμμένη, γκρίζα πόλη που είχε το όνομα Τσιμεντούπολη.
Τα δυο παιδιά, εκείνο το βράδυ της παραμονής, επρόκειτο να ζήσουν μια μοναδική εμπειρία, παράξενη και θαυμαστή. Σε έναν κόσμο όπου η μαγεία κρύβεται σε μυστικά τραγούδια και άγνωστα μονοπάτια, τα δυο παιδιά θα ξεκινούσαν ένα ταξίδι μακριά από το σπίτι τους. Ένα ταξίδι πέρα από την προσμονή, πέρα από το όνειρο, πέρα απ’ τη φαντασία.
Θα μπορούσα να σας πω πολλά για το πώς ξεκίνησε το μεγάλο ταξίδι, ίσως όμως έτσι να χαλούσα το μυστήριο και θα ήταν κρίμα. Το μόνο που μπορώ να σας πω, είναι ότι τα δυο παιδιά, το πρωί της παραμονής τριγυρνούσαν στους δρόμους της Τσιμεντούπολης. Όμως το βράδυ, πριν ο χρόνος κινήσει για τον παντοτινό δρόμο του, τα παιδιά είχαν φύγει…
Κι αν αναρωτηθείτε πού πήγαν, το μόνο που ξέρω να πω με σιγουριά είναι ότι πήγαν κάπου…
Θαλασσινό σχολείο, teagher, Η ζωή έξω από την πόλη, ΓΛΩΣΣΑ Γ΄ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ, Εκπαιδευτικό βίντεο από τo ΚΑΛΙΤΣΑ : https://mcjmcjmcj.wordpress.com
Άρθρο του μαθήματος: https://wp.me/PJcUD-7Pw/
5. Δεν είναι τρελοί οι δίδυμοι!
Ανάγνωση του μαθήματος
Επικοινωνία:
https://www.instagram.com/teagher_teagher
https://www.facebook.com/Teagher-409167113262495
ekalitsa@gmail.com
#teagher #ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ #ΜΑΘΗΜΑΤΑ #ΔΗΜΟΤΙΚΟ #ΤΡΙΤΗΤΑΞΗ #ΛΥΣΕΙΣ #ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ #ΚΑΛΙΤΣΑ
Οι μαθητές της Δ τάξης του 1ου Δημοτικού σχολείου Πύργου γράφουν ποίηματα στα πλαίσια του εκπαιδευτικού προγράμματος TEACHERS4EUROPE
http://stopoverfishing1dimpyrgou.weebly.com/
Στο λυκόφως του "δύσκολου" 2015 αλλά και το λυκαυγές του 2016, γιορτάσαμε τετράκις, τα 90 χρόνια των 2 επιφανέστερων Ελλήνων Συνθετών, στο πολύ ατμοσφαιρικό και χαλαρωτικό Café Bistro Mollini, με μία πεντάδα μουσικών, τον Τάκη Κωνσταντακόπουλο, με την εμβληματική δωρική του φωνή, τον πιανίστα και συνθέτη Νίκο Πλάτανο, τις δύο νέες ερμηνεύτριες, Αλίκη Ζωγράφου και Ναταλία Κωτσάνη, και στις μελωδικές πινελιές, τον Μανόλη Μπαρδάνη, με τη μαγική φυσαρμόνικά του… (εικαστικό αφίσας, Εύα Δεληγιάννη - internew, ευχαριστούμε πολύ)!
Η παρουσίαση περιγράφει την συμμετοχή του 4ου Δημοτικού Σχολείου Ασπροπύργου στην Πανελλήνιο Διαγωνισμό Εκπαιδευτικής Ρομποτικής 2019
Η ομάδα Blue Energy Team (B.E.T) του 4ου Δημοτικού Σχολείου Ασπροπύργου συμμετείχε στον τελικό του Πανελλήνιου Διαγωνισμού Εκπαιδευτικής Ρομποτικής 2019 στην ανοικτή κατηγορία «Αρχιπέλαγος Αιγαίο: Η τεχνολογία βοηθά να αναπτυχθούν τα νησιά». Πρόκειται για την πιο δύσκολη κατηγορία του Δημοτικού στην οποία συμμετείχαν συνολικά 1170 ομάδες από όλη την Ελλάδα. Στον Τελικό συμμετείχαν 75 ομάδες.
Η ομάδα μας κατέκτησε μία θέση μεταξύ 11-20 και πήρε το βραβείο καλύτερης ιδέας που έχει ή θα έχει εφαρμογή στο μέλλον.
Η αφίσα αυτή δημιουργήθηκε από τις μαθήτριες της ΣΤ1 τάξης Αρετή Μπουτου, Ελισάβετ Πανούση και Αποστολία Χαβαλέ στα πλαίσια του μαθήματος Τ.Π.Ε. για τον εορτασμό της 13ης Ημέρας Εορτασμού Ασφαλούς Πλοήγησης στο Διαδίκτυο, στις 9 Φεβρουαρίου 2016.
Οι ίδιες μαθήτριες ανέλαβαν να ενημερώσουν τους συμμαθητές τους της Ε τάξης για τους κινδύνους του Διαδικτύου.
Στα πλαίσια του μαθήματος της Μελέτης Περιβάλλοντος οι μαθητές της Β' τάξης του σχολείου έκαναν "αυτοψία" στο προαύλιο σαν μικροί δημοσιογράφοι. Κατέγραψαν και φωτογράφισαν τα προβλήματα. Με τη βοήθεια της δασκάλας τους επεξεργάστηκαν τις φωτογραφίες και έφτιαξαν μια παρουσίαση όπου δείχνουν τα σημεία του προαυλίου που χρειάζονται προσοχή και μέριμνα για να έχουμε όλοι μια καλύτερη και ασφαλέστερη σχολική ζωή.
Η παρουσίαση αυτή δημιουργήθηκε από τους μαθητές Χρήστο Κεχαγιά και Ορέστη Ύλλι της τάξης Ε1 του 4ου Δημοτικού Σχολείου Ασπροπύργου, στο πλαίσιο της μελέτης των συνεπειών των κλιματικών αλλαγών.
Η παρουσίαση αυτή δημιουργήθηκε από τους μαθητές Γιάννη Μουζάκα και Παλόμα Αχμετάι της τάξης Ε1 του 4ου Δημοτικού Σχολείου Ασπροπύργου, στο πλαίσιο της μελέτης των συνεπειών των κλιματικών αλλαγών.
4. B1 Οδυσσέας ΕλύτηςΗ ποδηλάτισσα
Το κοχύλι
Έπεσα για να κολυμπήσω
Κι άφησα την καρδιά μου πίσω.
Άφησα την καρδιά μου χάμω
Σαν το κοχύλι μες την άμμο.
Πέρασαν όλες οι κοπέλες
Με τα μαγιό και τις ομπρέλες.
Ύστερα πέρασαν οι φίλοι
Κανείς δεν βρήκε το κοχύλι.
Χρόνους και χρόνους κολυμπάω
Που να ‘ν΄ η αγάπη για να πάω.
Έφαγε η θάλασσα το βράχο
Κι έμεινε το νησί μονάχο
Του μικρού βοριά
Του μικρού βοριά παράγγειλα, να ‘ναι καλό παιδάκι
Μη μου χτυπάει πορτόφυλλα και το παραθυράκι.
Γιατί στο σπίτι π’ αγρυπνώ, η αγάπη μου πεθαίνει
Και μες τα μάτια την κοιτώ που μόλις ανασαίνει
Γεια σας περβόλια, γεια σας ρεματιές
Γεια σας φιλιά και γεια σας αγκαλιές
Γεια σας κάβοι και ξανθοί γιαλοί
Γεια σας όρκοι οι παντοτινοί
Με πνίγει ο παράπονο, γιατί στον κόσμο αυτόνα
Το καλοκαίρι το ‘χασα κι έπεσα στο χειμώνα.
Σαν το καράβι π’ άνοιξε τ’ άρμενα κι αλαργεύει
Βλέπω να χάνονται οι στεριές κι ο κόσμος λιγοστεύει.
Ντούκου ντούκου
μηχανάκι (απόσπασμα)
Σκίζει η πλώρη τα νερά
κι αντηχάνε τα βουνά.
Ντούκου ντούκου μηχανάκι,
ντούκου το παλιό μεράκι.
Τρίτη Πέμπτη και Σαββάτο
μες της θάλασσας τον πάτο.
Ποιος θα ρίξει ποιος θα πάρει
τ’ ασημένιο το φεγγάρι;
Χάιντε, χάιντε βρε παιδιά
πάμε στην Αγιά Μαρίνα.
Πάμε στην Αγιά Μαρίνα
Με την όμορφη μπενζίνα.
Το δρόμο πλάι στη θάλασσα
περπάτησα που ‘κανε κάθε
μέρα η ποδηλάτισσα.
Βρήκα τα φρούτα που ‘χε
στο πανέρι της, το δαχτυλίδι
που ‘πεσε απ’ το χέρι της.
Βρήκα το κουδουνάκι και το
σάλι της, τις ρόδες,
το τιμόνι, το πεντάλι της.
Βρήκα τη ζώνη της, βρήκα σε
μιαν άκρη, μια πέτρα
διάφανη
που ‘μοιαζε με δάκρυ.
Τα μάζεψα ένα ένα και τα
κράτησα κι έλεγα πού ‘ναι
πού ‘ναι η ποδηλάτισσα.
Την είδα να περνά πάνω
απ’ τα κύματα, την άλλη μέρα
πάνω από τα μνήματα.
5. B2 Οδυσσέας ΕλύτηςΗ ποδηλάτισσα
Τα τζιτζίκια
(απόσπασμα)
Η Παναγιά τα πέλαγα
κρατούσε στην ποδιά της.
Την Σίκινο, την Αμοργό
και τ’ άλλα τα παιδιά της.
Ε σεις τζιτζίκια μου άγγελοι
γεια σας κι η ώρα η καλή.
Ο βασιλιάς ο Ήλιος ζει;
Κι όλ’ αποκρίνονται μαζί:
Ζει και ζει και ζει και ζει και ζει και ζει και ζει
ο βασιλιάς ο ήλιος ζει.
Από την άκρη του καιρού
και πίσω απ’ τους χειμώνες
άκουγα σφύριζε η μπουρού
κι έβγαιναν οι Γοργόνες.
Του μικρού βοριά
Του μικρού βοριά παράγγειλα, να ‘ναι καλό παιδάκι
Μη μου χτυπάει πορτόφυλλα και το παραθυράκι.
Γιατί στο σπίτι π’ αγρυπνώ, η αγάπη μου πεθαίνει
Και μες τα μάτια την κοιτώ που μόλις ανασαίνει
Γεια σας περβόλια, γεια σας ρεματιές
Γεια σας φιλιά και γεια σας αγκαλιές
Γεια σας κάβοι και ξανθοί γιαλοί
Γεια σας όρκοι οι παντοτινοί
Με πνίγει ο παράπονο, γιατί στον κόσμο αυτόνα
Το καλοκαίρι το ‘χασα κι έπεσα στο χειμώνα.
Σαν το καράβι π’ άνοιξε τ’ άρμενα κι αλαργεύει
Βλέπω να χάνονται οι στεριές κι ο κόσμος λιγοστεύει.
Ντούκου ντούκου
μηχανάκι (απόσπασμα)
Σκίζει η πλώρη τα νερά
κι αντηχάνε τα βουνά.
Ντούκου ντούκου μηχανάκι,
ντούκου το παλιό μεράκι.
Τρίτη Πέμπτη και Σαββάτο
μες της θάλασσας τον πάτο.
Ποιος θα ρίξει ποιος θα πάρει
τ’ ασημένιο το φεγγάρι;
Χάιντε, χάιντε βρε παιδιά
πάμε στην Αγιά Μαρίνα.
Πάμε στην Αγιά Μαρίνα
Με την όμορφη μπενζίνα.
Το θαλασσινό
τριφύλλι
Το δρόμο πλάι στη θάλασσα
περπάτησα που ‘κανε κάθε
μέρα η ποδηλάτισσα.
Βρήκα τα φρούτα που ‘χε
στο πανέρι της, το δαχτυλίδι
που ‘πεσε απ’ το χέρι της.
Βρήκα το κουδουνάκι και το
σάλι της, τις ρόδες,
το τιμόνι, το πεντάλι της.
Βρήκα τη ζώνη της, βρήκα σε
μιαν άκρη, μια πέτρα
διάφανη
που ‘μοιαζε με δάκρυ.
Τα μάζεψα ένα ένα και τα
κράτησα κι έλεγα πού ‘ναι
πού ‘ναι η ποδηλάτισσα.
Την είδα να περνά πάνω
απ’ τα κύματα, την άλλη μέρα
πάνω από τα μνήματα.
Μια φορά στα χίλια χρόνια
του πελάγου τα τελώνια
μες στα σκοτεινά τα φύκια
μες τα πράσινα χαλίκια.
Το φυτεύουνε και βγαίνει
πριν ο ήλιος ανατείλει
το μαγεύουνε και βγαίνει
το θαλασσινό τριφύλλι.
Το θαλασσινό τριφύλλι ποιος
θα βρει να μου το στείλει.
Ποιος θα βρει να μου το στείλει
το θαλασσινό τριφύλλι.
Μια φορά στα χίλια χρόνια
κελαηδούν αλλιώς τ’ αηδόνια.
Δε γελάνε μήτε κλαίνε,
μόνο λένε μόνο λένε.
Μια φορά στα χίλια χρόνια
γίνεται η αγάπη αιώνια.
Να ‘χεις τύχη να ‘χεις τύχη
κι η χρονιά να σου πετύχει.
Το θαλασσινό τριφύλλι ποιος
θα βρει να μου το στείλει.
Ποιος θα βρει να μου το στείλει
το θαλασσινό τριφύλλι.
6. Γ2Ονειρο καλοκαιρινού
μεσημεριού (απόσπασμα)
Γιάννης Ρίτσος
Χτες βράδυ δεν κοιμήθηκαν καθόλου τα παιδιά.
Εἴχανε κλείσει ἕνα σωρὸ τζιτζίκια
στὸ κουτὶ τῶν μολυβιῶν,
καὶ τὰ τζιτζίκια τραγουδοῦσαν
κάτου ἀπ᾿ τὸ προσκεφάλι τους
ἕνα τραγούδι ποὺ τὸ ξέραν τὰ παιδιὰ ἀπὸ πάντα
καὶ τὸ ξεχνοῦσαν μὲ τὸν ἥλιο.
Χρυσὰ βατράχια κάθονταν
στὶς ἄκρες τῶν ποδιῶν
χωρὶς νὰ βλέπουν στὰ νερὰ τὴ σκιά τους.
κι ἤτανε σὰν ἀγάλματα μικρὰ
τῆς ἐρημιᾶς καὶ τῆς γαλήνης.
Τότε τὸ φεγγάρι σκόνταψε στὶς ἰτιὲς
κι ἔπεσε στὸ πυκνὸ χορτάρι.
Μεγάλο σούσουρο ἔγινε στὰ φύλλα.
Τρέξανε τὰ παιδιά, πῆραν στὰ παχουλά
τους χέρια τὸ φεγγάρι κι ὅλη τη νύχτα
παίζανε στὸν κάμπο.
Τώρα τὰ χέρια τους εἶναι χρυσά,
τὰ πόδια τους χρυσά, κι ὅπου πατοῦν
ἀφήνουνε κάτι μικρὰ φεγγάρια
στὸ νοτισμένο χῶμα.
Μά, εὐτυχῶς, οἱ μεγάλοι
ποὺ ξέρουν πολλά, δὲν καλοβλέπουν.
Μονάχα οἱ μάνες κάτι ὑποψιάστηκαν.
Γι᾿ αὐτὸ τὰ παιδιὰ κρύβουνε
τὰ χρυσωμένα χέρια τους στὶς ἄδειες τσέπες,
μὴν τὰ μαλώσει ἡ μάνα τους
ποὺ ὅλη τη νύχτα παίζανε κρυφὰ μὲ τὸ φεγγάρι.
7. Γ2Πρωινό άστρο
Γιάννης Ρίτσος
Το κυκλάμινο
Κοριτσάκι μου,
θέλω να σου φέρω
τα φαναράκια των κρίνων
να φέγγουν στον ύπνο σου.
Κοιμήσου κοριτσάκι.
Είναι μακρύς ο δρόμος.
Πρέπει να μεγαλώσεις.
Είναι μακρύς
μακρύς
μακρύς ο δρόμος.
Το παιδί μου κοιμήθηκε
Κι εγώ τραγουδάω…
Μικρὸ πουλὶ τριανταφυλλί,
δεμένο με κλωστίτσα,
με τα σγουρά φτεράκια του
στον ἥλιο πεταρίζει.
Κι ἂν τo τηράξεις μια φορά,
θα σου χαμογελάσει
κι αν το τηράξεις δυο και τρεις,
θ᾿ αρχίσεις το τραγούδι.
8. Γ2
Ρωμιοσύνη
Γιάννης Ρίτσος
Αυτά τα δέντρα δε βολεύονται με λιγότερο ουρανό,
αυτές οι πέτρες δε βολεύονται
κάτου απ’ τα ξένα βήματα,
αυτά τα πρόσωπα δε βολεύονται
παρά μόνο στον ήλιο,
αυτές οι καρδιές δε βολεύονται παρά μόνο στο δίκιο
Ετούτο το τοπίο είναι σκληρό σαν τη σιωπή,
σφίγγει στον κόρφο του τα πυρωμένα του λιθάρια,
σφίγγει στο φως τις ορφανές ελιές του και τα αμπέλια του,
σφίγγει τα δόντια. Δεν υπάρχει νερό. Μονάχα φως.
Ο δρόμος χάνεται στο φως κι ο ίσκιος της μάντρας είναι σίδερο.
Μαρμάρωσαν τα δέντρα, τα ποτάμια κι οι φωνές μες στον
ασβέστη του ήλιου.
Η ρίζα σκοντάφτει στο μάρμαρο.
Τα σκονισμένα σκοίνα. Το μουλάρι κι ο βράχος.
Λαχανιάζουν. Δεν υπάρχει νερό.
Όλοι διψάνε. Χρόνια τώρα.
Όλοι μασάνε μια μπουκιά ουρανό
πάνου απ’ την πίκρα τους.
Τα μάτια τους είναι κόκκινα απ’ την
αγρύπνια, μια βαθιά χαρακιά
σφηνωμένη ανάμεσα στα φρύδια
τους σαν ένα κυπαρίσσι ανάμεσα σε δύο βουνά το λιόγερμα.
Το χέρι τους είναι κολλημένο στο ντουφέκι
το ντουφέκι είναι συνέχεια του χεριού τους
το χέρι τους είναι συνέχεια της ψυχής τους-
έχουν στα χείλια τους απάνω τον θυμό
και έχουν τον καημό βαθιά – βαθιά στα μάτια τους
Σαν ένα αστέρι σε μια γούβα αλάτι.
Όταν σφίγγουν το χέρι, ο ήλιος είναι βέβαιος για τον κόσμο
Όταν χαμογελάνε, ένα μικρό χελιδόνι φεύγει μες απ’ τ’ άγρια γένια τους
Όταν κοιμούνται, δώδεκα άστρα πέφτουν από τις άδειες τσέπες τους
Όταν σκοτώνονται η ζωή τραβάει την ανηφόρα,
με σημαίες με σημαίες και με ταμπούρλα.
11. Δ2
Ο σκύλος λέει της γάτας:
«Τα νύχια σου ετοιμάζεις,
φυσάς και καμπουριάζεις.
Μα τι έχεις και θυμώνεις;
Ως πότε οι τσακωμοί;»
Κι εκείνη: «Μη ζυγώνεις,
σε σκίζω στη στιγμή!»
«Για στάσου, λέει ο σκύλος,
δε θέλεις να είμαι φίλος;
Μιλώ στα σοβαρά»
και κούναε την ουρά.
«Τρωγόμαστε βδομάδες,
παίρνεις και δίνεις ξύλο.
Aς πάψουν οι καυγάδες
και δέξου με για φίλο.
Δε σκέφτηκες κομμάτι
πως απ’ την γκρίνια αυτή
θα μείνω μ’ ένα μάτι,
θα μείνεις μ’ ένα αυτί;»
Η γάτα με ησυχία
το πόδι κατεβάζει,
του σκύλου η ομιλία
σε συλλογή τη βάζει.
Λόγο τιμής εδώσαν·
ήταν εχθροί, φιλιώσαν.
Ξεχάσαν τι έχει γίνει.
Συντρόφεψαν. Ειρήνη.
«Βλέπω καλά; Έχει χάζι!»
τ’ αφεντικό φωνάζει.
«Ποιοι να ’ν’ οι δυο κει κάτω
που τρων στο ίδιο πιάτο;»
Ζαχαρίας Παπαντωνίου
«Οι δύο φίλοι»