2. Ο Θηραμένης εκτελείται και η κατάσταση στην Αθήνα ξεφεύγει εκτός
ελέγχου.
Την εξουσία στην Αθήνα αναλαμβάνει μια αδίστακτη ομάδα ολιγαρχικών
που διαπράττει εγκλήματα.
Η ανηθικότητα και οι αντιδημοκρατικές πράξεις χαρακτηρίζουν την
περίοδο αυτή.
1. Οι αγρότες εκδιώκονται από τα χωράφια τους τα οποία και
σφετερίζονται.
2. Απαγόρευση εισόδου στην πόλη σε όσους δεν είναι γραμμένοι στον
κατάλογο των υπερασπιστών του καθεστώτος.
3. Δήμευση της περιουσίας των απλών πολιτών
4. Αυθαίρετη εκτέλεση πολιτικών αντιπάλων.
5. Αυτοεξορία μεγάλης μερίδας πολιτών στον Πειραιά και σε γειτονικές
πόλεις.
3. Οι τριάντα ήταν «ελεύθεροι να τυραννούν χωρίς φόβο»
[τυραννεῖν ἀδεῶς]: μετά την εξόντωση του Θηραμένη
(Σεπτέμβριος ή Οκτώβριος του 404 π.Χ.), του αρχηγού των
μ ε τ ρ ι ο π α θ ώ ν ολιγαρχικών, επικράτησαν πλήρως τα
ακραία στοιχεία του καθεστώτος με επικεφαλής τον σκληρό
και αδίστακτο Κριτία.
Εξαπολύθηκε στην Αθήνα κύμα διώξεων, φυλακίσεων,
σφετερισμού περιουσιών και εκτελέσεων αδιακρίτως πολιτών,
παράλληλα η β ί α και η τ ρ ο μ ο κ ρ α τ ί α συνέθλιβε
ασφυκτικά ολόκληρη την Αττική.
4. Οι τριάκοντα «απαγόρευσαν σ’ όσους δεν ήταν γραμμένοι στον κατάλογο να
μπαίνουν στην πόλη» [τοῖς ἔξω τοῦ καταλόγου μὴ εἰσιέναι εἰς τὸ ἄστυ]: ο προφανής
σκοπός των τυράννων ήταν να μην υπάρχει συνάθροιση δημοκρατικών πολιτών στο
άστυ και να περιορίζονται με τον τρόπο αυτό οι εστίες αντίστασης στο καθεστώς.
Αριστοτέλης, Πολιτικά, Βιβλίο 5, 8.10:
Όπως ακριβώς ειπώθηκε, πρέπει να
θεωρούμε ότι οι ίδιες αρχές ισχύουν για
τις μεταπολιτεύσεις για τις πολιτείες
(συνταγματικές πολιτείες) και για τις
μοναρχίες. Αφού εξαιτίας της αδικίας και
για το φόβο και για την καταφρόνηση
επιτίθενται πολλοί από τους
αρχόμενους (υπηκόους) κατά των
μοναρχιών, κατεξοχήν εξαιτίας της
αδικίας μάλιστα και για την ύβρη, ενίοτε
και για την στέρηση της περιουσίας
τους.
5. «τους άρπαζαν κι από μέσα απ’ τ’ αγροκτήματά τους για να
τους πάρουν, αυτοί και οι φίλοι τους, τη γη τους» [ἦγον δὲ
ἐκ τῶν χωρίων]: εύκολα τα όργανα της τυραννίας εντόπιζαν και
συνελάμβαναν τους απομονωνόμενους δ η μ ο κ ρ α τ ι κ ο ύ ς
ή γενικότερα τους α ν τ ι φ ρ ο ν ο ύ ν τ ε ς πολίτες στα χωριά
και στα χωράφια της Αττικής και προχωρούσαν μάλιστα σε
καταπατήσεις των αγρών και περιουσιών τους, για να τα
π α ρ α χ ω ρ ή σ ο υ ν στους φίλους και αφοσιωμένους
οπαδούς τους.
6. «οι κατατρεγμένοι κατέφευγαν στον Πειραιά» [εἰς τὸν Πειραιᾶ ]: οι πολίτες
που διώκονταν απηνώς (άγρια, αμείλικτα) από το καθεστώς κατέφευγαν στον
Πειραιά, όπου υπήρχε κατά παράδοση δημοκρατική πλειοψηφία,
αποτελούμενη κυρίως από ναυτικούς, εμπόρους και μετοίκους˙ εκεί οι
διωκόμενοι Αθηναίοι έβρισκαν προσωρινή έστω συνδρομή και συμπαράσταση.
Διόδωρος Σικελιώτης (XVI. 32.4): Οἱ δὲ
τριάκοντα θεωροῦντες τοὺς πολίτας ἐν Ἀθήναις,
ὅσοι μὴ μετεῖχον τῆς τῶν τρισχιλίων πολιτείας,
μετεώρους ὄντας πρὸς τὴν κατάλυσιν τῆς
δυναστείας, μετῴκισαν αὐτοὺς εἰς τὸν Πειραιᾶ,
καὶ τοῖς ξενικοῖς ὅπλοις διακατεῖχον τὴν
πόλιν·Ἐλευσινίους δὲ καὶ Σαλαμινίους
αἰτιασάμενοι τὰ τῶν φυγάδων φρονεῖν, ἅπαντας
ἀνεῖλον.
7. «και εκεί συνεχιζόταν ο διωγμός˙ τα Μέγαρα κ’ η Θήβα γέμισαν
πρόσφυγες»: οι Τριάκοντα αντιλήφθηκαν ότι η συγκέντρωση
αντιφρονούντων στον Πειραιά εγκυμονούσε κινδύνους για το καθεστώς τους,
κινητοποίησαν και εκεί τους διωκτικούς μηχανισμούς τους, πράγμα που
ανάγκαζε τους πολίτες να αυτοεξορίζονται, και ν’ αναζητούν άσυλο στις
γειτονικές πόλεις – ιδίως στα Μέγαρα και τη Θήβα.
Τα κύματα των πολιτικών προσφύγων από την Αθήνα δημιούργησαν
ανησυχίες στους τυράννους, με τη σκέψη ότι θα συγκροτούνταν έξω ένοπλες
ομάδες αντιστασιακών γι’ αυτό παρακάλεσαν το Λύσανδρο να παρέμβει, ώστε
να μη δέχονται οι γύρω πόλεις τους αυτοεξόριστους, αλλά να τους στέλνουν
πίσω με τη βία στην Αθήνα.
Στα κελεύσματα όμως του Λυσάνδρου αρνήθηκαν να συμμορφωθούν οι
περισσότερες πόλεις, εφόσον σύμφωνα με το πατροπαράδοτο έθιμο των
Ελλήνων όσοι ζητούσαν άσυλο τίθεντο αυτομάτως υπό τη σκέπη και την
προστασία του Δία.
8. «κίνησε από τη Θήβα ο Θρασύβουλος με μια
εβδομηνταριά άνδρες» [Θρασύβουλος ὁρμηθεὶς ἐκ Θηβῶν
ὡς σὺν ἑβδομήκοντα]: ο Θρασύβουλος ήταν Αθηναίος
στρατηγός και αρχηγός των δημοκρατικών μαζί με εβδομήντα
δημοκρατικούς Αθηναίους που είχαν καταφύγει στη Θήβα
κατέλαβαν το οχυρό της Φυλής.
Η επιχείρηση πρέπει να έγινε περίπου τον Ιανουάριο του 403
π.Χ.
9. «έπιασε το οχυρό φρούριο της Φυλής»: ο λόφος της
Φυλής βρίσκεται μεταξύ του Κιθαιρώνα και της Πάρνηθας,
είκοσι περίπου χιλιόμετρα βόρεια της Ακρόπολης. Το
πιθανότερο είναι ότι ο Θρασύβουλος και οι άνδρες του
κατέλαβαν χωρίς αντίσταση το φρούριο της Φυλής, γιατί οι
Τύραννοι είχαν αφήσει όλα τα φρούρια της Αττικής
ανοχύρωτα.
10.
11.
12.
13. Μια μέρα πούκανε πολύ καλό καιρό βγήκαν οι Τριάντα
από την πόλη να τους χτυπήσουν, έχοντας μαζί τους
τους Τρεις Χιλιάδες και το ιππικό. Όταν έφτασαν στη
Φυλή, μερικοί νέοι τόλμησαν να κάνουν αμέσως επίθεση
στο φρούριο, αλλά πληγώθηκαν κ' έφυγαν άπραχτοι.
14. [3] Οι Τριάντα σχεδίαζαν να χτίσουν τείχος για
να κόψουν τον ανεφοδιασμό των επαναστατών
και να τους αναγκάσουν να παραδοθούν· τη νύχτα
όμως και την άλλη μέρα χιόνισε τόσο πολύ που
υποχρεώθηκαν να γυρίσουν πίσω στην πόλη,
βουτηγμένοι στα χιόνια, αφού τους σκότωσαν οι
άλλοι πολλούς βοηθητικούς.
15. [2.4.3] Οι Τριάντα σχεδίαζαν να χτίσουν τείχος για
να κόψουν τον ανεφοδιασμό των επαναστατών
και να τους αναγκάσουν να παραδοθούν· τη νύχτα
όμως και την άλλη μέρα χιόνισε τόσο πολύ που
υποχρεώθηκαν να γυρίσουν πίσω στην πόλη,
βουτηγμένοι στα χιόνια, αφού τους σκότωσαν οι άλλοι
πολλούς βοηθητικούς.
[2.4.3] [ὅπως ἐκπολιορκήσειαν αὐτοὺς ἀποκλείσαντες
τὰς ἐφόδους τῶν ἐπιτηδείων, ἐπιγίγνεται τῆς νυκτὸς
χιὼν παμπλήθης καὶ τῇ ὑστεραίᾳ. οἱ δὲ νιφόμενοι
ἀπῆλθον εἰς τὸ ἄστυ]
16. [2.4.3] ὅπως ἐκπολιορκήσειαν αὐτοὺς: σκοπός
των Τριάκοντα ήταν να ανεγείρουν τείχος γύρω από το
φρούριο της Φυλής και να πολιορκήσουν τον
Θρασύβουλο και τους άνδρες του, αποκόπτοντας
ταυτόχρονα τις πηγές ανεφοδιασμού τους με τον
αποκλεισμό των κυριότερων οδών˙ η απροσδόκητη
όμως χιονοθύελλα χάλασε τα σχέδιά τους και τους
εξανάγκασε να επιτρέψουν άπρακτοι πίσω στο άστυ.
17.
18. [4] Κατάλαβαν ωστόσο ότι οι επαναστάτες θα
λεηλατούσαν και τις καλλιέργειες αν δεν υπήρχε
φρουρά να τις προστατέψη· έστειλαν λοιπόν στα
σύνορα —κάπου δεκαπέντε στάδια από τη Φυλή— όλη
σχεδόν τη Λακωνική φρουρά και το ιππικό δύο φυλών,
που στρατοπέδευσαν σ' ένα πυκνοφυτεμένο τόπο και
φύλαγαν την περιοχή.
19. [4] έστειλαν λοιπόν στα σύνορα όλη σχεδόν τη
Λακωνική φρουρά [διαπέμπουσιν]: οι Τριάκοντα
έστειλαν φρουρά προερχόμενη από το Λακωνικό άγημα
του Καλλίβιου και δυο τμήματα ιππικού για να
παρεμποδίσουν τον Θρασύβουλο να προμηθεύεται
εφόδια από τους γύρω από τη Φυλή αγρούς.
20. [2.4.5] Στο μεταξύ είχαν συγκεντρωθεί στη Φυλή
κάπου εφτακόσιοι άνδρες. Μια νύχτα ο Θρασύβουλος
τους πήρε και τους κατέβασε σ᾽ απόσταση τριών ή
τεσσάρων σταδίων από τη φρουρά· εκεί απόθεσαν τα
όπλα τους και περίμεναν.
21. [2.4.5] κάπου εφτακόσιοι άνδρες: το μίσος κατά
των τυράννων παρακίνησε πολλούς - Αθηναίους και μη
– να σπεύσουν προς ενίσχυση του Θρασύβουλου.
Το βέβαιο είναι ότι οι Αθηναίοι ήταν 100 (Αισχίνης),
ήταν επίσης 300 μισθοφόροι από την Αίγινα και άλλοι
από άλλες πόλεις (Λυσίας, Επιτάφιος)
22. [2.4.5] Μια νύχτα ο Θρασύβουλος τους: ο
Θρασύβουλος πήρε την απόφαση να κατέβει από το
λόφο της Φυλής νύχτα και να στρατοπεδεύσει στην
πεδιάδα – κοντά στο στρατόπεδο των αντιπάλων του,
που βρισκόταν σε πυκνόδεντρη τοποθεσία.
23. [2.4.5] τους κατέβασε σ᾽ απόσταση τριών ή τεσσάρων
σταδίων από τη φρουρά: δηλαδή 184,87 μέτρα [= ένα
στάδιο] x 3 = 554,61 μέτρα ή 184,87 x 4 = 739, 48
μέτρα.
24. [6] Κατά τα ξημερώματα σηκώθηκαν οι φρουροί και
τράβηξαν ο καθένας στη δουλειά του, ξεμακραίνοντας από
τον οπλισμό τους. Εκείνη την ώρα —καθώς οι ιπποκόμοι
έκαναν θόρυβο ξυστρίζοντας τ' άλογα— οι άντρες του
Θρασύβουλου άδραξαν τ' άρματα, κι ορμώντας καταπάνω
τους τρεχάτοι σκότωσαν μερικούς και κυνήγησαν τους
άλλους, που τόβαλαν στα πόδια, ως έξη-εφτά στάδια δρόμο.
Οι ολιγαρχικοί έχασαν πάνω από εκατόν είκοσι οπλίτες και
τρεις ιππείς: το Νικόστρατο, το λεγόμενο «ωραίο», κι άλλους
δυο που πιάστηκαν στα στρώματά τους.
25. [6] τράβηξαν ο καθένας στη δουλειά του [ὅποι
ἐδεῖτο ἕκαστος]:ο Ξενοφώντας – έμπειρος στη
στρατιωτική ζωή – αποδίδει με σαφή και λιτό τρόπο τη
χαλαρότητα και την ακαταστασία που επικρατούσε στο
στρατόπεδο των Τριάκοντα την ώρα εκείνη που διάλεξε
να επιτεθεί. Ο αιφνιδιασμός στις περιπτώσεις αυτές
αποτελεί τον κυριότερο παράγοντα επιτυχίας.
26. [6] Εκείνη την ώρα —καθώς οι ιπποκόμοι έκαναν
θόρυβο ξυστρίζοντας τ' άλογα [ψήχοντες]: ο
συγγραφέας με παραστατικότητα και ζωντάνια
περιγράφει το πρωινό έργο των ιπποκόμων, που ήταν να
καθαρίζουν τα άλογα με τις ψήκτρες (βούρτσες).
Ο Ξενοφώντας το εργαλείο αυτό το αναφέρει και ως
στλεγγίδες ( = ξύστρες).
28. [6] Οι ολιγαρχικοί έχασαν πάνω από εκατόν είκοσι
οπλίτες και τρεις ιππείς: Η απώλεια 120 οπλιτών, που
προέρχονταν από τη φρουρά του Καλλίβιου, αποτέλεσε
οδυνηρό γεγονός γι τους Λακεδαιμονίους και σοβαρή
ήττα των ολιγαρχικών.
29. [6] το Νικόστρατο, το λεγόμενο «ωραίο»: οι ερμηνευτές
εδώ διερωτώνται γιατί ο Ξενοφώντας κάνει ειδική μνεία
του Νικόστρατου, ενώ παραλείπει τα ονόματα των άλλων
δύο ιππέων. Μήπως λόγω του παρωνυμίου «όμορφος»;
30. [6] κι άλλους δυο που πιάστηκαν στα στρώματά τους: ο
αιφνιδιασμός που επιχείρησε ο Θρασύβουλος ήταν
εξαιρετικά επιτυχής, αφού βρήκε στρατιώτες των
αντιπάλων να κοιμούνται ακόμα στα κρεβάτια τους.
31. [7] Κατόπι οι επαναστάτες γύρισαν πίσω, έστησαν
τρόπαιο, μάζεψαν τα όπλα και τα λάφυρα που είχαν
πέσει στα χέρια τους και πήγαν πίσω στη Φυλή. Όταν
ήρθε το ιππικό από την πόλη για ενίσχυση, δε βρήκε
κανέναν εχθρό μπροστά του· έμεινε λοιπόν εκεί μόνο
ώσπου να παραλάβουν τους νεκρούς οι συγγενείς τους
και γύρισε ξανά στην πόλη.
32. [7] τρόπαιο : ο Ξενοφώντας ακολουθώντας τη
συνήθεια του Θουκυδίδη μνημονεύει στα Ελληνικά του
όλες τις περιπτώσεις, κατά τις οποίες οι νικητές έστησαν
τρόπαιο.
Τα κοινά τρόπαια ήταν πολύ απλά: κρεμούσαν τα όπλα
των ηττημένων σ’ ένα δέντρο ή έφτιαχναν πυραμίδα
βάζοντας το ένα πάνω στο άλλο, στο σημείο που οι
αντίπαλοι είχαν τραπεί σε φυγή.
Τα τρόπαια ήταν αφιερωμένα στους θεούς και κανείς δεν
τολμούσε να τα πειράξει ή να τα εξαφανίσει.
33. [7] έμεινε λοιπόν εκεί μόνο ώσπου να
παραλάβουν τους νεκρούς οι συγγενείς τους και
γύρισε ξανά στην πόλη: οι συγγενείς των πεσόντων
στο πεδίο της μάχης περισυνέλεγαν τα πτώματα των
δικών τους και φρόντιζαν για τη μετακομιδή τους προς
ταφή.