SlideShare a Scribd company logo
1 of 168
Download to read offline
Ακαδημαϊκό Έτος 2015-2016
΢ύνταξη - Επιμέλεια : Λίνα Μυλωνά
ΥΡΟΝΣΙ΢ΣΗΡΙΑΚΕ΢
΢ΗΜΕΙΩ΢ΕΙ΢ ΢ΣΟ
ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο
ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
2
Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα
Πίνακας περιεχομένων
Εισαγωγικό σημείωμα................................................................................................................................ 6
Η ΑΞΙΟΠΟΙΝΗ ΠΡΑΞΗ............................................................................................................................. 7
Γενικά......................................................................................................................................................... 7
Άρθρο 1 ΠΚ – Καμιά ποινή χωρίς νόμο ........................................................................................... 7
Άρθρο 14 ΠΚ – Έννοια της αξιόποινης πράξης .............................................................................. 7
Άρθρο 14 παρ. 1 ΠΚ – Η θετική ενέργεια ως ανθρώπινη συμπεριφορά.................................. 9
Άρθρο 14 παρ. 2 ΠΚ – Η παράλειψη ως ανθρώπινη συμπεριφορά........................................ 11
Άρθρο 15 ΠΚ – Έγκλημα που τελείται με παράλειψη................................................................ 12
Νομική επεξεργασία του εγκλήματος.............................................................................................. 13
Η ΕΙΔΙΚΗ ΤΠΟ΢ΣΑ΢Η ΣΟΤ ΕΓΚΛΗΜΑΣΟ΢...................................................................................... 16
Η έννοια της ειδικής υπόστασης....................................................................................................... 16
Η αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος (α.υ.ε.).................................................................... 16
Άρθρο 16 ΠΚ – Σόπος τέλεσης του εγκλήματος ........................................................................... 20
Άρθρο 17 ΠΚ – Φρόνος τέλεσης του εγκλήματος ......................................................................... 21
Η θεωρία του αντικειμενικού καταλογισμού ................................................................................. 22
Η υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος (υ.υ.ε.).................................................................... 26
Άρθρο 26 ΠΚ – Η υπαιτιότητα .......................................................................................................... 31
Άρθρο 27 ΠΚ – Ο δόλος...................................................................................................................... 33
Άρθρο 28 ΠΚ – Αμέλεια...................................................................................................................... 37
΢υμπερασματικά για την υπαιτιότητα (δόλο ή αμέλεια) ............................................................ 40
Πραγματική πλάνη (άρθρο 30 ΠΚ) ως λόγος άρσης του δόλου................................................ 41
Πλάνη περί την ταυτότητα του προσώπου και περί την ταυτότητα του υλικού
αντικειμένου........................................................................................................................................... 43
Ειδικές μορφές υπαιτιότητας............................................................................................................. 43
΋ταν ο νόμος δεν αναφέρει την υπαιτιότητα (άρθ. 18 & 26 ΠΚ) ............................................. 46
ΔΙΑΚΡΙ΢ΕΙ΢ ΕΓΚΛΗΜΑΣΩΝ .................................................................................................................. 49
Άρθρο 18 ΠΚ – Η τριχοτόμηση των εγκλημάτων.......................................................................... 49
Άρθρο 19 ΠΚ – Ποινικός χαρακτήρας πράξεων που εκδικάστηκαν ....................................... 50
Εγκλήματα ενέργειας και εγκλήματα παράλειψης (άρθρο 15 ΠΚ) (΢Ο΢) ............................. 51
Εγκλήματα αποτελέσματος και εγκλήματα συμπεριφοράς....................................................... 57
Εγκλήματα απλά και εγκλήματα σύνθετα ..................................................................................... 58
Εγκλήματα κοινά και εγκλήματα ιδιαίτερα (άρθρο 49 ΠΚ) ...................................................... 59
Εγκλήματα βλάβης και διακινδύνευσης ........................................................................................ 60
Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο
ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
3
Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα
Εγκλήματα απλότροπα και εγκλήματα πολύτροπα..................................................................... 62
Εγκλήματα βασικά, εγκληματικές παραλλαγές και ιδιώνυμα εγκλήματα (΢Ο΢)................ 63
Ιδιόχειρα και μη ιδιόχειρα εγκλήματα ........................................................................................... 65
Εγκλήματα διαρκή και εγκλήματα στιγμιαία................................................................................ 66
Η ποινική διερεύνηση ενός εγκλήματος......................................................................................... 69
ΕΚ ΣΟΤ ΑΠΟΣΕΛΕ΢ΜΑΣΟ΢ ΔΙΑΚΡΙΝΟΜΕΝΑ ΕΓΚΛΗΜΑΣΑ...................................................... 70
Άρθρο 29 ΠΚ – Ευθύνη από το αποτέλεσμα (΢Ο΢) ..................................................................... 70
Ο ΑΔΙΚΟ΢ ΦΑΡΑΚΣΗΡΑ΢ ΣΗ΢ ΠΡΑΞΗ΢ ........................................................................................... 74
Η αρνητική κρίση ................................................................................................................................. 74
Λόγοι που αίρουν τον άδικο χαρακτήρα της συμπεριφοράς του δράστη............................... 74
Άρθρο 20 ΠΚ – Εκπλήρωση καθήκοντος ή ενάσκηση δικαιώματος....................................... 75
Άρθρο 21 ΠΚ – Προσταγή................................................................................................................... 76
Άρθρο 22 ΠΚ – Άμυνα......................................................................................................................... 77
Άρθρο 23 ΠΚ – Τπέρβαση της άμυνας ........................................................................................... 82
Άρθρο 24 ΠΚ – Τπαίτια κατάσταση άμυνας.................................................................................. 85
Άρθρο 25 ΠΚ – Κατάσταση ανάγκης που αίρει το άδικο ........................................................... 86
Η σύγκρουση καθηκόντων ως λόγος άρσης του αδίκου............................................................. 90
Η συναίνεση του παθόντος ως λόγος άρσης του αδίκου............................................................. 90
Ειδικοί λόγοι άρσης του αδίκου ....................................................................................................... 91
Η πλάνη στους λόγους άρσης του αδίκου...................................................................................... 94
Πίνακας ασκήσεων για εξάσκηση στο άδικο.................................................................................. 98
Ο ΚΑΣΑΛΟΓΙ΢ΜΟ΢ ΢Ε ΕΝΟΦΗ ΣΟΤ ΔΡΑ΢ΣΗ................................................................................. 99
Σα στοιχεία του καταλογισμού .......................................................................................................... 99
Άρθρο 33 - 36 ΠΚ – Η ικανότητα προς καταλογισμό ως το βουλητικό στοιχείο του
καταλογισμού....................................................................................................................................... 100
Άρθρα 31 - 32 ΠΚ (συν άρθ. 23 εδ β ΠΚ) – Σο άλλως δύνασθαι πράττειν ως το
δεοντολογικό στοιχείο του καταλογισμού..................................................................................... 102
Νομική πλάνη (άρθρο 31 ΠΚ) στο άλλως δύνασθαι πράττειν ................................................. 105
΢ύγκριση του άρθ. 32 ΠΚ με την κατάσταση ανάγκης του άρθ. 25 ΠΚ.............................. 106
Σο αρχέγονο δίλημμα της σανίδας του Καρνεάδη ..................................................................... 108
ΕΞΩΣΕΡΙΚΟΙ ΟΡΟΙ ΣΟΤ ΑΞΙΟΠΟΙΝΟΤ........................................................................................... 111
Εισαγωγικές έννοιες ........................................................................................................................... 111
Διατάξεις που περιέχουν εξωτερικούς όρους του αξιοποίνου.................................................. 111
ΣΙΜΩΡΗΣΗ ΑΠΟ ΣΟ ΝΟΜΟ ΠΡΑΞΗ................................................................................................ 113
Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο
ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
4
Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα
Λόγοι που αποκλείουν το τιμωρητό της πράξης ......................................................................... 113
Η ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΣΟΤ ΕΓΚΛΗΜΑΣΟ΢.................................................................................................... 114
Έννοια και ποινή της απόπειρας (άρθ. 42 παρ. 1 ΠΚ)............................................................. 114
Πότε η απόπειρα τιμωρείται με την κανονική ποινή (άρθ. 42 παρ. 2 ΠΚ) ......................... 118
Πότε η απόπειρα μένει ατιμώρητη (άρθ. 42 παρ. 3 ΠΚ).......................................................... 119
Απολύτως και σχετικώς απρόσφορη απόπειρα (άρθ. 43 παρ. 1 ΠΚ).................................... 119
Απρόσφορη απόπειρα λόγω ευήθειας (άρθ. 43 παρ. 2 ΠΚ) .................................................... 120
Μη πεπερασμένη & πεπερασμένη υπαναχώρηση από την απόπειρα (άρθ. 44 ΠΚ) ........ 121
Η ΢ΤΜΜΕΣΟΦΗ ΢ΣΟ ΕΓΚΛΗΜΑ (ΠΟΛΛΟΙ ΔΡΑ΢ΣΕ΢ ΣΕΛΟΤΝ ΕΝΑ ΕΓΚΛΗΜΑ).............. 126
Άρθρο 48 ΠΚ-Γενική διάταξη.......................................................................................................... 126
΢υναυτουργός (άρθρο 45 ΠΚ).......................................................................................................... 126
Παραυτουργός ..................................................................................................................................... 129
Έμμεσος αυτουργός ........................................................................................................................... 130
Ηθικός αυτουργός (άρθρο 46 παρ. 1 εδ α ΠΚ).......................................................................... 133
Άμεσος συνεργός (άρθρο 46 παρ. 1 εδ β ΠΚ) ............................................................................. 137
Agent provocateur (άρθρο 46 παρ. 2 ΠΚ)................................................................................... 140
Απλός συνεργός (άρθρο 47 ΠΚ) ...................................................................................................... 141
Άρθρο 49 ΠΚ – ΢υμμετοχή στα μη γνήσια ιδιαίτερα εγκλήματα........................................... 142
Πρακτικά συμμετοχής για εξάσκηση............................................................................................. 143
Η ΢ΤΡΡΟΗ ΢ΣΟ ΕΓΚΛΗΜΑ (ΤΠΑΡΞΗ ΠΛΕΙΟΝΩΝ ΕΓΚΛΗΜΑΣΩΝ)....................................... 151
Διακρίσεις συρροών............................................................................................................................ 151
Άρθρο 94 παρ. 1 ΠΚ – Πραγματική συρροή............................................................................... 152
Άρθρο 94 παρ. 2 ΠΚ – Κατ’ ιδέαν συρροή................................................................................... 153
Αληθινή ή φαινόμενη συρροή;........................................................................................................ 153
Άρθρο 98 ΠΚ – Έγκλημα κατ’ εξακολούθηση............................................................................. 156
Παραδείγματα συρροών .................................................................................................................... 159
ΠΟΙΝΕ΢, ΜΕΣΡΑ Α΢ΥΑΛΕΙΑ΢, ΕΠΙΜΕΣΡΗ΢Η ............................................................................. 161
Ορισμός της ποινής............................................................................................................................ 161
Διακρίσεις των ποινών (άρθ. 51-68 ΠΚ)........................................................................................ 161
Ποινικός χαρακτήρας πράξεων που εκδικάστηκαν (άρθ. 19 ΠΚ).......................................... 163
Μέτρα ασφαλείας (άρθ. 69-72) ....................................................................................................... 164
Λόγοι που οδηγούν σε μείωση ποινής κατά άρθ. 83 ΠΚ.......................................................... 164
ΠΑΡΑΡΣΗΜΑ ........................................................................................................................................... 165
Διάγραμμα επίλυσης του εγκλήματος........................................................................................... 165
Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο
ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
5
Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα
Περιπτώσεις εγκλημάτων και αξιόποινο αυτών........................................................................... 166
Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο
ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
6
Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα
Εισαγωγικό σημείωμα
Το παρόν ςφγγραμμα αποτελεί καταγραφι ςθμειϊςεων ςε φροντιςτθριακό μάκθμα για το Γενικό Ποινικό
Δίκαιο εμπλουτιςμζνο ςε κάποιεσ περιπτϊςεισ και με τισ γραπτζσ υπενκυμίςεισ του κακθγθτι ςε οριςμζνα
ςθμαντικά κομμάτια τθσ φλθσ.
Γράφτθκε ςτο πλαίςιο των κατατακτθρίων εξετάςεων Νομικισ Ακθνϊν για το ακαδθμαϊκό ζτοσ 2015-2016
και ενδζχεται να περιζχει λάκθ αλλά και παραλείψεισ, όμωσ δεν παφει να είναι ζνα εξαιρετικό βοικθμα
ςτθν κατανόθςθ τθσ φλθσ του Γενικοφ Ποινικοφ Δικαίου είτε από υποψθφίουσ φοιτθτζσ νομικισ είτε από
φοιτθτζσ νομικϊν ςχολϊν είτε και από απλοφσ ιδιϊτεσ που ενδιαφζρονται να διευρφνουν τουσ ορίηοντζσ
τουσ.
Καλι μελζτθ!
Μυλωνά Λίνα
mylonalin@yahoo.gr
Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο
ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
7
Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα
Η ΑΞΙΟΠΟΙΝΗ ΠΡΑΞΗ
Γενικά
΢το δεύτερο μέρος του ΠΚ (άρθ. 14-41) περιέχονται διατάξεις που καθορίζουν τα ειδικότερα
χαρακτηριστικά της αξιόποινης πράξης. Πιο συγκεκριμένα, στα άρθρα 14 και 15 παρέχεται
ορισμός της αξιόποινης πράξης (εγκλήματος) και στοιχεία του προσδιορισμού του τόπου (άρθ.
16 ΠΚ) και χρόνου (άρθ. 17 ΠΚ) τέλεσης της πράξης, η τριμερής διαίρεση των εγκλημάτων
(άρθ. 18-19 ΠΚ), οι λόγοι που αίρουν τον άδικο χαρακτήρα της πράξης (άρθ. 20-25 ΠΚ).
΢τη συνέχεια προσδιορίζεται η έννοια της υπαιτιότητας (άρθ. 26 ΠΚ), ως όρος (θετικός)
καταλογισμού της πράξης, ήτοι ο δόλος (άρθ. 27 ΠΚ) και η αμέλεια (άρθ. 28, 29 ΠΚ) και οι
όροι (αρνητικοί) που αίρουν τον καταλογισμό (άρθ. 30-35 ΠΚ) ή τον περιορίζουν (άρθ. 36-41
ΠΚ).
Άρθρο 1 ΠΚ – Καμιά ποινή χωρίς νόμο
Άρθρο 1 ΠΚ
Ποινή δεν επιβάλλεται παρά μόνο για τις πράξεις εκείνες για τις οποίες ο νόμος την είχε
ρητά ορίσει πριν από την τέλεσή τους.
Η λατινική φράση nullum crimen, nulla poena sine lege, που σημαίνει στην ελληνική
«κανένα έγκλημα, καμία ποινή χωρίς υφιστάμενο νόμο», αποτελεί τη βασική αρχή που διέπει
σήμερα το ΠΔ. Η ιδιαίτερη και σπουδαία σημασία της αρχής αυτής είναι ότι δεν μπορεί να
στοιχειοθετηθεί έγκλημα ή ποινή χωρίς προηγουμένως να υφίσταται νόμος που να
προσδιορίζει τόσο τη συγκεκριμένη πράξη ως έγκλημα, όσο και την επαπειλούμενη σ’ αυτό
ποινή.
΢ημειώνεται ότι η αρχή nullum crimen, nulla poena sine lege περιέχεται ως έννοια και στο
άρθ. 7 παρ. 1 του ισχύοντος ΢υντάγματος (όπως και στο ΢ύνταγμα του 1952), όπου ορίζεται:
«Έγκλημα δεν υπάρχει ούτε ποινή επιβάλλεται χωρίς νόμο που να ισχύει πριν από την τέλεση της
πράξης και να ορίζει τα στοιχεία της».
Άρθρο 14 ΠΚ – Έννοια της αξιόποινης πράξης
Άρθρο 14 ΠΚ
1. Έγκλημα είναι πράξη άδικη και καταλογιστή στο δράστη της, η οποία τιμωρείται από
το νόμο.
2. Στις διατάξεις των ποινικών νόμων ο όρος «πράξη» περιλαμβάνει και τις παραλείψεις.
Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο
ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
8
Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα
΢ύμφωνα με το άρθ. 14 ΠΚ το έγκλημα τελείται όχι μόνο με ενέργεια του δράστη (άρθ. 14
παρ. 1 ΠΚ) αλλά και με παράλειψη ενέργειάς του (άρθ. 14 παρ. 2 ΠΚ).
Σο έγκλημα όπως διαρθρώνεται στα άρθρα 14 και 15 του ΠΚ και αναπτύσσεται στα άρθρα 20
έως 25 του ΠΚ είναι πράξη, άδικη και καταλογιστή στο δράστη της, η οποία τιμωρείται από
το νόμο. Η πράξη υπό τις προϋποθέσεις της παρ. 2 του άρθ. 14 ΠΚ μπορεί να λογιστεί και ως
παράλειψη.
Έγκλημα λοιπόν είναι μια πράξη η οποία πληροί την ειδική υπόσταση ενός εγκλήματος,
άδικη και καταλογιστή, για την οποία ο νόμος απειλεί ποινή.
Η δόμθςθ του εγκλιματοσ:
Νομοθετική πρόβλεψη: 14ΠΚ «τιμωρείται από το νόμο».
Περιγραφή εγκληματικής συμπεριφοράς στο νόμο: Ειδική Τπόσταση ή ποινική
υπόσταση ή νομοτυπική συμπεριφορά.
Η ειδική υπόσταση χωρίζεται σε 2 τμήματα: (α) ΑΝΣΙΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΤΠΟ΢ΣΑ΢Η:
περιγραφή της συμπεριφοράς κατά τα αντικειμενικά της στοιχεία (β) ΤΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΗ
ΤΠΟ΢ΣΑ΢Η: περιγραφή συμπεριφοράς ως προς τα υποκειμενικά της στοιχεία.
Το ζγκλθμα
τελείται:
Είτε με
παράλειψθ
(14 παρ.2
ΠΚ)
Είτε με
ενζργεια
(14 παρ.1
ΠΚ)
Πράξθ
Άδικθ
Καταλογιςτι
Αξιόποινθ
Οριςμόσ εγκλιματοσ
Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο
ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
9
Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα
(α) Ειδική υπόσταση (πράξη πληρούσα ειδική υπόσταση εγκλήματος)
(β) Άδικο ( μη συνδρομή λόγου άρσεως του αδίκου )
(γ) Καταλογισμός σε ενοχή
α. Ο Α παίρνει κρυφά τη μηχανή του Β, για να τραβήξει φωτογραφίες σε κυριακάτικη
εκδρομή, με σκοπό να του την επιστρέψει (πράξη μη πληρούσα την ειδική υπόσταση
εγκλήματος, λείπει ο σκοπός ιδιοποίησης του πράγματος και γι’ αυτό ούτε καταρχήν άδικη
πράξη).
β. Ο Α βλέπει το σπίτι του γείτονα Β να φλέγεται. ΢πάει την πόρτα και σώζει το βρέφος του
γείτονα Β (πράξη πληρούσα μεν την ειδική υπόσταση εγκλήματος, δηλαδή καταρχήν άδικη,
αλλά όχι τελειωτικά άδικη, αφού υπάρχει λόγος άρσης του άδικου: κατάσταση ανάγκης – 25
ΠΚ).
γ. Ο Α πάσχει από βαρεία ψύχωση και σε έξαρση της ασθενείας του σκοτώνει τον Β (πράξη
άδικη, αλλά μη καταλογιστή λόγω ανικανότητας προς καταλογισμό – 34 ΠΚ).
Άρθρο 14 παρ. 1 ΠΚ – Η θετική ενέργεια ως ανθρώπινη συμπεριφορά
Σο ΠΔ είναι κομμάτι του δημοσίου δικαίου, βασική αρχή του οποίου είναι η ελευθερία των
πολιτών, που μπορούν να πράττουν τα πάντα, εκτός αν κάτι απαγορεύεται. Για το λόγο αυτό
το ΠΔ με τις διατάξεις του απαγορεύει κάποιες συμπεριφορές.
Έναν κανόνα δικαίου, ο οποίος απαγορεύει μία συμπεριφορά μπορεί κάποιος να τον
παραβιάσει με το να κάνει μία ενέργεια και να τελέσει έτσι αυτήν την συμπεριφορά. Για αυτό
και η βασική συμπεριφορά η οποία καταρχήν έχει ποινικό ενδιαφέρον είναι η πράξη (=μια
ανθρώπινη συμπεριφορά), η θετική ενέργεια, τα δε σχετικά εγκλήματα καλούνται εγκλήματα
ενέργειας.
Όμως, δεν αποτελούν πράξεις τα ακόλουθα:
1. Υυσικά γεγονότα (Π.χ. κεραυνός ) – «πράξεις» ζώων. Εξαίρεση: αν τα φυσικά
γεγονότα ή οι «πράξεις» των ζώων αποδίδονται σε ανθρώπινη συμπεριφορά Π.χ. (α) ο Α
Δεν ςυντρζχει
λόγοσ άρςθσ
αδίκου
Καταλογιςμόσ ςε
ενοχι
Πλθροφται θ
αντικειμενικι
υπόςταςθ
Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο
ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
10
Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα
δεν εμποδίζει τον ανήλικο υιό του Β να υψώσει χαρταετό μία βροχερή ημέρα, με
αποτέλεσμα ο ανήλικος Β να κτυπηθεί από κεραυνό, (β) ο Α εξερεθίζει τον άγριο
σκύλο του εναντίον του Β, ο σκύλος δαγκώνει τον Β.
2. ΢κέψεις – συναισθήματα – απόψεις: Cogitationis poenam nemo patitur
(ουδεμία ποινή για τη σκέψη). Η εξωτερίκευση των σκέψεων μπορεί να συνιστά πράξη
(Π.χ. νόμος περί φυλετικών διακρίσεων).
3. Vis absoluta (ακαταμάχητη βία). Π.χ. ο Α ωθεί τον Β και αυτός πέφτει πάνω στον Γ,
ο οποίος τραυματίζεται. Ο Β δεν πράττει, αποκλείεται ο σχηματισμός βούλησης (Vis
absoluta-ακαταμάχητη βία). Διαφέρει όμως από την (vis compulsiva-ψυχολογική
βία). Π.χ. ο Α με την απειλή όπλου αναγκάζει τον Β να σκοτώσει τον Γ. Ο Β πράττει, η
ενέργεια του Α απευθύνεται ακριβώς στη συνείδηση του Β, την οποία επιχειρεί να
επηρεάσει.
4. Απάλειψη συνειδήσεως (ύπνος, λιποθυμία κλπ). Δεν υπάρχει πράξη. Τπάρχει όμως
δυνατότητα ποινικής ευθύνης σε κάποιες περιπτώσεις για αμέλεια του εγχειρήματος
(Π.χ. ο οδηγός Α κοιμάται στο τιμόνι και προκαλεί ατύχημα).
5. Ανακλαστικές κινήσεις (φτάρνισμα, κλείσιμο βλεφάρων, τίναγμα από ηλεκτρικό
ρεύμα).
6. Άλλες περιπτώσεις (παράλειψη χωρίς ιδιαίτερη νομική υποχρέωση και χωρίς
ύπαρξη γνησίου εγκλήματος παραλείψεως - Π.χ. ο Α κλέβει τη Β, ο διαβάτης Δ δεν
κάνει τίποτα). Κατά το ποινικό δίκαιο η στάση του Δ δεν συνιστά καν πράξη.
΢υνεπώς, αν έχουμε πράξη (ή παράλειψη βλ. 14 παρ. 2 ΠΚ) ποινικώς ενδιαφέρουσα, το
πρώτο στοιχείο της έρευνας για το αν υφίσταται ποινική ευθύνη, είναι η αντικειμενική
υπόσταση.
Πράξεισ ηϊων
Σκζψεισ – ςυναιςκιματα -
απόψεισ
Ακαταμάχθτθ βία
Ανακλαςτικζσ κινιςεισ,
απάλειψθ ςυνείδθςθσ
Δεν είναι πράξεισ
Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο
ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
11
Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα
Άρθρο 14 παρ. 2 ΠΚ – Η παράλειψη ως ανθρώπινη συμπεριφορά
Τπάρχουν περιπτώσεις που το ΠΔ επιβάλλει κάποιες συμπεριφορές. ΋ταν λοιπόν μία διάταξη
επιβάλλει μία συμπεριφορά, ο μόνος τρόπος για να την παραβιάσει κάποιος είναι να τελέσει
αυτό που η διάταξη απαιτεί, επομένως με παράλειψη.
Οι προϋποθέσεις για να αποκτήσει η παράλειψη ποινικό ενδιαφέρον είναι:
 να είναι κοινωνικώς και νομικώς επιβεβλημένο στο δράστη να ενεργήσει, να υπάρχει
δηλαδή ανάγκη ενέργειας
 ο δράστης να έχει αντιληφθεί την κατάσταση, που απαιτεί την ενέργειά του, να έχει
δηλαδή γνώση της ανάγκης ενέργειας. Η γνώση θα πρέπει να υφίσταται κατά το χρόνο
της παραλείψεως, αλλά μπορεί να αφορά και τη γνώση ότι στο μέλλον θα γεννηθεί
υποχρέωση Π.χ. τη νοσοκόμα Ν την «παίρνει ο ύπνος» και δεν χορηγεί το φάρμακο
στον Γ. Ο Γ πεθαίνει επειδή η Ν παράλειψε να βάλει ξυπνητήρι. Παρόλο που όταν
έπρεπε να ενεργήσει και να χορηγήσει το φάρμακο δεν έπραττε (ύπνος), όταν έπεσε
για ύπνο γνώριζε τη μελλοντική της υποχρέωση και
 να είναι σε θέση να ενεργήσει, δηλαδή να έχει δυνατότητα (αντικειμενική/υλική)
ενέργειας.
Σο αν η ενέργεια του δράστη είναι ή όχι επιβεβλημένη διαφαίνεται σε ορισμένες περιπτώσεις
από το ίδιο το κείμενο του ΠΝ. Σο στοιχείο αυτό διακρίνει τα εγκλήματα αυτά (εγκλήματα
παραλείψεως) σε δύο βασικές κατηγορίες:
 Τα γνήσια εγκλήματα παραλείψεως, τα οποία ορίζουν την παράλειψη ως τη
μόνη εγκληματική συμπεριφορά, η οποία περιγράφεται επακριβώς στο κείμενο
του ΠΝ Π.χ. παράλειψη λύτρωσης από κίνδυνο ζωής (ΠΚ 307).
 Τα μη γνήσια εγκλήματα παραλείψεως, (πρόκειται για τη συντριπτική
πλειοψηφία), στα οποία δεν αναφέρεται τίποτα για την παράλειψη ως μορφή
εγκληματικής συμπεριφοράς, είναι βέβαιο δε ότι μπορούν να τελεστούν και δια
παραλείψεως εφόσον είναι εγκλήματα αποτελέσματος. Η υποχρέωση του
δράστη στα εγκλήματα αυτά περιγράφεται στο άρθρο 15 ΠΚ.
Ανάγκθ
ενζργειασ
Δυνατότθτα
ενζργειασ
Γνϊςθ
ανάγκθσ
ενζργειασ
Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο
ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
12
Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα
Άρθρο 15 ΠΚ – Έγκλημα που τελείται με παράλειψη
Άρθρο 15 ΠΚ
Όπου ο νόμος για την ύπαρξη αξιόποινης πράξης απαιτεί να έχει επέλθει ορισμένο
αποτέλεσμα, η μη αποτροπή του τιμωρείται όπως η πρόσκλησή του με ενέργεια, αν ο
υπαίτιος της παράλειψης είχε ιδιαίτερη νομική υποχρέωση να παρεμποδίσει την επέλευση
του αποτελέσματος.
΢ύμφωνα με το άρθρο 15 ΠΚ, ο καθένας υποχρεούται να προβαίνει στην ενέργεια αυτή, ώστε
να αποτρέψει ένα αποτέλεσμα εάν και εφόσον είχε την ΙΔΙΑΙΣΕΡΗ ΝΟΜΙΚΗ ΤΠΟΦΡΕΩ΢Η
να το κάνει Π.χ. η μητέρα αφήνει εσκεμμένα (με πρόθεση) νηστικό το μικρό παιδί της, για
να πεθάνει από ασιτία (το οποίο τελικώς δεν πεθαίνει, διότι γίνεται αντιληπτό από τους
γείτονες που το σώζουν). Έχει τελέσει δια παραλείψεως απόπειρα ανθρωποκτονίας εκ
προθέσεως (ΠΚ 42, 299 παρ. 1, 15).
Πηγές στις οποίες θεμελιώνεται η ιδιαίτερη νομική υποχρέωση που καθιερώνει την
ευθύνη στα μη γνήσια εγκλήματα παραλείψεως είναι τρεις:
(α) Ο νόμος όχι κατ’ ανάγκην ο ποινικός νόμος, διότι τότε θα επρόκειτο για γνήσιο έγκλημα
παραλείψεως. Άλλοι νόμοι όπως το ΢ύνταγμα, ο ΑΚ κ.λπ. θεσπίζουν τέτοιες υποχρεώσεις Π.χ.
το ότι οι γονείς έχουν ιδιαίτερη νομική υποχρέωση να διατρέφουν τα ανήλικα τέκνα τους και
να τα προστατεύουν από τους κινδύνους της, ευθυνόμενοι φυσικά δια παραλείψεως αν δεν το
κάνουν, προκύπτει από το ίδιο το περιεχόμενο της γονικής μέριμνας, σύμφωνα με τον ΑΚ.
(β) Η σύμβαση, κάθε σύμβαση δεν γεννά βεβαίως τέτοιες υποχρεώσεις προς τα
συμβαλλόμενα μέρη, μόνο συμβάσεις που έχουν ήδη διανύσει μεγάλο διάστημα ισχύος και
έτσι έχουν καταστεί ιδιαίτερης εμπιστοσύνης καθώς και συμβάσεις που από τη φύση τους
είναι ιδιαίτερης εμπιστοσύνης επιβάλλουν τέτοιες υποχρεώσεις Π.χ. η σύμβαση του ιατρού
Πηγζσ ιδιαίτερησ νομικήσ
υποχρζωςησ
Προγενζςτερθ
επικίνδυνθ
ενζργεια
Νόμοσ
Σφμβαςθ
Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο
ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
13
Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα
με τον ασθενή, του δικηγόρου με τον εντολέα, του φαρμακοποιού με τον ασθενή κ.λπ.
Υυσικά ανάλογε υποχρεώσεις γεννούν και συμβάσεις στις οποίες ο συμβαλλόμενος
αναλαμβάνει το ρόλο του εγγυητή από ορισμένους κινδύνους Π.χ. ο ναυαγοσώστης έχει
ιδιαίτερη νομική υποχρέωση προς όφελος των λουομένων στην περιοχή της ευθύνης του, η
babysitter για το βρέφος που ανέλαβε να προσέχει κ.λπ.
(γ) Η προγενέστερη επικίνδυνη ενέργεια, τέτοια μπορεί να είναι μία επικίνδυνη για το
έννομο αγαθό ενέργεια του δράστη. ΢τις περισσότερες περιπτώσεις η ενέργεια αυτή θα είναι
και άδικη (και μάλιστα τελειωτικά άδικη, ΠΚ 25, δεν προβαίνει σε προγενέστερη ενέργεια
ώστε εν συνεχεία να ευθύνεται δια παραλείψεως). Πάντως προγενέστερη επικίνδυνη ενέργεια
μπορεί να αποτελέσει ακόμη και μία καθόλα νόμιμη πράξη που απλώς είναι επικίνδυνη,
δηλαδή αποτελεί από τη φύση της πηγή κινδύνων Π.χ. ο Υ βάφει με χρώμα τον εξωτερικό
τοίχο του σπιτιού του και παραλείπει να τοποθετήσει κάποια σήμανση ή ένα προστατευτικό
δίχτυ και προβλέποντας το ενδεχόμενο να προκαλέσει φθορά στους τοίχους της γειτονικής
οικίας ή στο ρουχισμό κάποιου αμέτοχου περαστικού, το αποδέχεται. Πιθανότητα ευθύνεται
για φθορά ξένης ιδιοκτησίας τελεσθείσα δια παραλείψεως (ΠΚ 381, 15).
Νομική επεξεργασία του εγκλήματος
΢ύμφωνα με τα παραπάνω για να υπάρξει λοιπόν έγκλημα πρέπει να συντρέξουν και τα
τέσσερα εννοιολογικά στοιχεία:
1. Πράξη
1. Άδικη
2. Καταλογιστή στο δράστη
3. Σιμωρείται από το νόμο = αξιόποινη
Προκειμένου να καταλήξουμε στο συμπέρασμα, πως έχει τελεστεί κάποιο έγκλημα, θα
πρέπει να ακολουθήσουμε την εξής νομικής επεξεργασία, δηλαδή να ελέγξουμε τα εξής
στοιχεία:
1. Ελέγχουμε αν υπάρχει πράξη (άρθ. 14 παρ. 1 ΠΚ) ή παράλειψη (άρθ. 14 παρ.
2 ΠΚ).
Σο Ποινικό Δίκαιο είναι δίκαιο της πράξεως. Σιμωρείται κάποιος για ότι έπραξε.
΢κέψεις ή συναισθήματα δεν ενδιαφέρουν τον ποινικό νόμο. Περαιτέρω, πράξη είναι
κάθε κίνηση ή αδράνεια του ανθρωπίνου σώματος, αποτελούσα εκδήλωση της
συνειδήσεως και δύναται να ελεγχθεί από την ανθρώπινη βούληση. Επομένως:
Πράξη είναι μια ανθρώπινη συμπεριφορά. Δεν τιμωρούνται στο ποινικό δίκαιο για
παράδειγμα οι αντανακλαστικές κινήσεις Π.χ. πετάω κάποιον σε μια βιτρίνα και την
σπάει, αυτός που την έσπασε δεν πράττει λόγω ακαταμάχητης βίας, πράττει όμως
Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο
ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
14
Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα
αυτός που τον έσπρωξε. Έτσι, οι μη πράξεις δεν τιμωρούνται στο ποινικό δίκαιο.
Παράλειψη είναι η απλή αδράνεια του δράστη που πολλές φορές θα δούμε
παρακάτω είναι εγκληματική.
Για τη συνέχιση της διερεύνησης του εγκλήματος ελέγχουμε αν η ως άνω πράξη ή
παράλειψη πληροί την ειδική υπόσταση ενός εγκλήματος. ΢την ειδική υπόσταση
ελέγχουμε την α.υ.ε. (αντικειμενική υπόσταση εγκλήματος) και την υ.υ.ε.
(υποκειμενική υπόσταση εγκλήματος). Από πλευράς υποκειμενικής υπόστασης, στο
παρόν στάδιο, ελέγχεται η συνδρομή υποκειμενικών στοιχείων του αδίκου, σε όσα
εγκλήματα προβλέπονται (κλοπή, απάτη, πλαστογραφία κ.λπ.). Αν δεν πληροί την
ειδική υπόσταση, τότε η ποινική διερεύνηση σταματά εδώ. Αν πληρούται η ειδική
υπόσταση τότε η πράξη είναι καταρχήν άδικη και ο έλεγχος συνεχίζεται.
2. Εφόσον υπάρχει πράξη ή παράλειψη ελέγχουμε αν είναι καταρχήν άδικη.
Δηλαδή ερευνούμε αν αντίκειται σε κάποιον κανόνα δικαίου. Η πλήρωση και μόνο της
αντικειμενικής υπόστασης ενός εγκλήματος ενδεικνύει τον άδικο χαρακτήρα
(καταρχήν άδικη πράξη). Ενδέχεται όμως να συντρέχουν περιστάσεις που επιτρέπουν
την πράξη, οπότε η πράξη δεν είναι τελειωτικά άδικη και τελικά δεν έρχεται σε
αντίθεση προς την έννομη τάξη. Πιο συγκεκριμένα: το άδικο είναι αυτό που
αναφέρεται στο νόμο και περιγράφει τη συμπεριφορά και όχι το τιμωρητό. ΋ταν
πληροί την υπόσταση του νόμου έχουμε αρχικά άδικη πράξη και όταν ΔΕΝ
συντρέχουν λόγοι άρσης του αδίκου έχουμε τελειωτικά άδικη πράξη. Καταρχήν
άδικη συμπεριφορά, είναι εκείνη που αντίκειται σε ένα άδικο, γραπτό και
συγκεκριμένο νόμο και πληροί την ειδική (=αντικειμενική) υπόσταση ενός
εγκλήματος. Αυτή η πράξη όμως δεν είναι τελειωτικά άδικη πράξη. Για να είναι
εγκληματική η συμπεριφορά του δράστη και να συνεχίσουμε την έρευνά μας πρέπει
να μην συντρέχει κάποιος λόγος άρσης του αδίκου (Π.χ. άμυνα άρθ. 22 ΠΚ,
κατάσταση ανάγκης άρθ. 25 ΠΚ κ.λπ.).
3. Εφόσον υπάρχει τελειωτικά άδικη πράξη ελέγχουμε αν αυτή είναι
καταλογιστή στο δράστη. Η διαπίστωση ότι έχει τελεσθεί μια πράξη τελειωτικά
άδικη, μη καλυπτόμενη από κάποιο λόγο άρσης του αδίκου, δεν αρκεί για την
επιβολή ποινής στο δράστη, έστω και αν αυτός είναι αντικειμενικά επικίνδυνος για την
κοινωνία. Θα πρέπει το άδικο που έθεσε ο δράστης με την πράξη του να μπορεί να
καταλογιστεί σε ενοχή του. Αν δεν υπάρχει ενοχή, ποινική κύρωση σε βάρος του
δράστη δεν είναι δυνατή, όσο βαρύ κι αν είναι το άδικο που έθεσε. Επομένως, όταν
μια τελειωτικά άδικη πράξη είναι υπαίτια (=διέπεται από δόλο του άρθ. 27 ΠΚ ή από
αμέλεια του άρθ. 28 ΠΚ) τότε είναι καταρχήν καταλογιστή στο δράστη. Για να είναι
και τελειωτικά καταλογιστή στο δράστη ΔΕΝ θα πρέπει να συντρέχει κάποιος
Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο
ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
15
Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα
λόγος άρσης του καταλογισμού (Π.χ. κατάσταση ανάγκης άρθ. 32 ΠΚ, υπέρβαση
ορίων άμυνας από φόβο ή ταραχή άρθ. 23 β ΠΚ κ.λπ.).
4. Εφόσον η τελειωτικά άδικη πράξη είναι καταλογιστή στο δράστη ελέγχουμε
αν αυτή είναι αξιόποινη (=το τιμωρητό) δηλαδή ελέγχουμε αν τιμωρείται από το
νόμο με νομοθετική πρόβλεψη (γενική ή ειδική). Αν δεν τιμωρείται, δεν υπάρχει καν
έγκλημα.
Πράξθ ι
παράλειψθ
Πλιρωςθ ειδικισ
υπόςταςθσ = αρχικά
άδικθ πράξθ
Δεν ςυντρζχει λόγοσ άρςθσ
αδίκου = τελειωτικά άδικθ πράξθ
Υπαίτια πράξθ ι παράλειψθ = καταρχιν
καταλογιςτι ςε ενοχι του δράςτθ
Δεν ςυντρζχει λόγοσ άρςθσ καταλογιςμοφ = τελειωτικά
καταλογιςτι ςε ενοχι του δράςτθ
Δεν ςυντρζχουν λόγοι που αποκλείουν το τιμωρθτό τθσ πράξθσ =
πράξθ ι παράλειψθ που τιμωρείται από το νόμο
Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο
ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
16
Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα
Η ΕΙΔΙΚΗ ΤΠΟ΢ΣΑ΢Η ΣΟΤ ΕΓΚΛΗΜΑΣΟ΢
Η έννοια της ειδικής υπόστασης
Η ειδική υπόσταση είναι το σύνολο των στοιχείων που χρησιμοποιεί ο νομοθέτης για να
περιγράψει μια εγκληματική συμπεριφορά στο νόμο. Η εγκληματική συμπεριφορά όπως
αυτή περιγράφεται στο νόμο αποτελείται από:
1. Σην αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος (α.υ.ε.)
2. Σην υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος (υ.υ.ε.)
Η αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος (α.υ.ε.)
Πρόκειται για το σύνολο των αντικειμενικών στοιχείων, με τα οποία αποτυπώνεται στο νόμο
το κάθε έγκλημα. Είναι γενικώς στοιχεία που βρίσκονται στον εξωτερικό κόσμο (όχι στο
εσωτερικό του δράστη) και που γίνονται αντιληπτά με τις αισθήσεις μας.
Η αντικειμενικι υπόςταςθ του εγκλιματοσ (α.υ.ε.) αποτελείται από:
1. Σο υποκείμενο του εγκλήματος (υποχρεωτικό στοιχείο κάθε εγκλήματος).
2. Σην εγκληματική συμπεριφορά του δράστη (υποχρεωτικό στοιχείο κάθε
εγκλήματος) που πλήττει έννομα αγαθά τρίτων.
3. Σο υλικό αντικείμενο του εγκλήματος το οποίο είναι το ενσώματο αντικείμενο που
δέχεται την επενέργεια του δράστη ή αλλιώς το υλικό στο οποίο κατευθύνεται η
ενέργεια του αντικειμένου Π.χ. ο Κ κλέβει ένα πορτοφόλι, το πορτοφόλι είναι το υλικό
αντικείμενο της κλοπής (=είναι προαιρετικό στοιχείο κάθε εγκλήματος).
Σο υλικό αντικείμενο του εγκλήματος διαφέρει από το νομικό αντικείμενο που είναι το
έννομο αγαθό που προσβάλλεται Π.χ. στην κλοπή το έννομο αγαθό που προσβάλλεται
είναι η ιδιοκτησία. Νομικό αντικείμενο είναι το έννομο αγαθό που θίγεται από το
συγκεκριμένο έγκλημα (=είναι ένα σύστημα κοινωνικών αξιών που προστατεύεται από
οικεία ποινική διάταξη). ΢το παραπάνω παράδειγμα, η ιδιοκτησία του Κ είναι το
νομικό αντικείμενο της κλοπής Έννομα αγαθά όπως η ζωή, η υγεία, η προσωπική
ελευθερία, η τιμή, η ιδιοκτησία, η περιουσία, το περιβάλλον είναι νομικά αντικείμενα.
Σα νομικά αντικείμενα διακρίνονται σε: (α) ατομικά (=ανήκουν σε ένα πρόσωπο) και σε
υπερατομικά (=ανήκουν στο κοινωνικό σύνολο), (β) προσωποπαγή (=ανήκουν στον
πυρήνα της προσωπικότητας του παθόντος Π.χ. ζωή, υγεία, ελευθερία) και σε μη
προσωποπαγή (Π.χ. ιδιοκτησία, περιουσία, περιβάλλον). Ενώ όλα τα εγκλήματα
Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο
ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
17
Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα
έχουν νομικό αντικείμενο, δεν έχουν όλα και υλικό. Π.x. το έγκλημα της ψευδορκίας
(ΠΚ 224) δεν έχει υλικό αντικείμενο.
4. Σο αποτέλεσμα που είναι μια μεταβολή στον εξωτερικό κόσμο που δεν ταυτίζεται
χωροχρονικά ως προς τον τόπο και χρόνο με τη συμπεριφορά του δράστη. Πάντα το
αποτέλεσμα έπεται ακόμα και ελάχιστα χωροχρονικά από τη συμπεριφορά του
δράστη.
5. Σην αιτιώδη συνάφεια μεταξύ πράξης ή παράλειψης του δράστης και
αποτελέσματος, η οποία αποτελεί το άγραφο στοιχείο του εγκλήματος (=δεν την
αναφέρει κανένα έγκλημα). Η αιτιώδης συνάφεια/ο αιτιώδης σύνδεσμος υπάρχει μόνο
στα εγκλήματα αποτελέσματος και όχι σε εγκλήματα όπου υπάρχει μόνο συμπεριφορά
(=εγκλήματα συμπεριφοράς).
6. Σις περιστάσεις χρόνου, τόπου, μέσων, τρόπου Π.χ. εν καιρώ πολέμου (=χρόνος),
τέλεσε κάποιος ληστεία με ιδιαίτερη αυστηρότητα (=τρόπος).
Από τα παραπάνω στοιχεία, απολύτως αναγκαία για ένα έγκλημα είναι το
υποκείμενο και η εγκληματική συμπεριφορά ή το αποτέλεσμα. Δεν υπάρχει έγκλημα,
που να μην περιγράφει τουλάχιστον αυτά τα στοιχεία. Από τα υπόλοιπα στοιχεία κάποια
εμφανίζονται στην αντικειμενική υπόσταση ορισμένων εγκλημάτων και κάποια άλλα όχι.
Θα πρέπει να δοθεί μεγάλη προσοχή στη διάκριση των στοιχείων της αντικειμενικής
υπόστασης από τους εξωτερικούς όρους του αξιοποίνου, οι οποίοι δεν συμπεριλαμβάνονται
στην αντικειμενική υπόσταση, ως εκ τούτου δεν εξετάζονται στο κατ’ αρχήν άδικο, αλλά στη
διερεύνηση του αξιοποίνου. Η πλήρωση της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος
μαζί με την πλήρωση του υποκειμενικού στοιχείου του αδίκου όπου αυτό
α.υ.ε.
υποκείμενο
Εγκλθματικι
ςυμπεριφορά
Υλικό
αντικείμενο
Αποτζλεςμα
Αιτιϊδθσ
ςυνάφεια
Περιςτάςεισ
Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο
ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
18
Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα
απαιτείται, μας οδηγεί στο αρχικό συμπέρασμα, ότι η πράξη είναι κατ’ αρχήν άδικη. Η
κρίση μας για το τελειωτικό άδικο θα οριστικοποιηθεί μετά τον έλεγχο των λόγων άρσης
του αδίκου.
Η Πρακτικι ςθμαςία γνϊςθσ του εννόμου αγακοφ που πλιττεται:
i. Παθών εκ του εγκλήματος: το έννομο αγαθό προσδιορίζει τον παθόντα.
ii. ΢υναίνεση του παθόντος, όπου δεν υπάρχει εξουσία διαθέσεως δεν αίρει τον άδικο
χαρακτήρα.
iii. Παθών:
(α) έγκληση → διαδικαστική προϋπόθεση δίκης
(β) έγκληση ≠ μήνυση (47 παρ.1 ΚΠΔ)
(γ) ποινική δικαιοδοσία ελληνικών ποινικών δικαστηρίων
iv. Είδη εννόμων αγαθών:
(α) ατομικά (ζωή, ιδιοκτησία κ.λπ.) – υπερατομικά (πολίτευμα, ακεραιότητα της
χώρας κ.λπ.)
(β) προσωποπαγή ( συνδεόμενα άρρηκτα με την προσωπικότητα: ζωή, τιμή, υγεία,
προσωπική ελευθερία, σεξουαλική αυτοδιάθεση ) – μη προσωποπαγή (περιουσία,
ιδιοκτησία, περιβάλλον κ.λπ.). Πρακτική σημασία: προσωποπαγή: αληθής συρροή
(τόσα εγκλήματα όσοι οι πληγέντες φορείς ).
(γ) ημεδαπά (συνδεδεμένα με την ελληνική έννομη τάξη), αλλοδαπά (συνδεδεμένα
με αλλοδαπή έννομη τάξη), κοινά.
Πλάνθ ςτθν αντικειμενικι υπόςταςθ του εγκλιματοσ:
Η πλάνη μπορεί να εμφανίζεται σε πέντε σημεία στο έγκλημα: α) στην αντικειμενική
υπόσταση, β) στο άδικο, γ) στους λόγους άρσης του αδίκου, δ) στους λόγους αποκλεισμού
του καταλογισμού και ε) στο αξιόποινο.
1. ΢την πλάνη περί την αντικειμενική υπόσταση, ο δράστης, με την πράξη του,
πληροί την αντικειμενική υπόσταση ενός εγκλήματος, χωρίς να το ξέρει. Π.χ. ο Α στο
κυνήγι, πυροβολεί για να σκοτώσει το θήραμα αλλά σκοτώνει άλλο κυνηγό, τις
κινήσεις του οποίου εξέλαβε ως κινήσεις θηράματος. ΢την περίπτωση αυτή πληροί την
αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας (εφόσον σκοτώνει
άνθρωπο), αλλά το αγνοεί. Αφού η πραγματική πλάνη αποκλείει το δόλο και την
ενσυνείδητη αμέλεια ο Α θα τιμωρηθεί για ανθρωποκτονία με άνευ συνειδήσεως
αμέλεια.
Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο
ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
19
Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα
2. Η παραπάνω πλάνη μπορεί να έχει και την ανάστροφη μορφή, αν ο δράστης
πιστεύει ότι πληροί την αντικειμενική υπόσταση ενός εγκλήματος αλλά δεν την πληροί
στην πραγματικότητα. Π.χ. ο κυνηγός Α πυροβολεί με σκοπό να σκοτώσει τον
κυνηγό Β αλλά στην πραγματικότητα πυροβόλησε κατά ενός θηράματος που εκινείτο
πίσω από τα φυλλώματα των δέντρων. Πρόκειται για ανάστροφη πραγματική πλάνη
και ο δράστης θα τιμωρηθεί για απρόσφορη απόπειρα ανθρωποκτονίας από πρόθεση.
3. Η πλάνη μπορεί να αναφέρεται σε εκείνα τα στοιχεία της αντικειμενικής υπόστασης
που καθιστούν το έγκλημα διακεκριμένο (βαρύτερο). Π.χ. ο Κ εισέρχεται σε ένα
οίκημα, με σκοπό να κλέψει, αλλά στην πραγματικότητα εισήλθε χωρίς να το γνωρίζει
σε μουσείο (πληροί την αντικειμενική υπόσταση της διακεκριμένης κλοπής του ΠΚ
374 εν αγνοία του). Ο δράστης θα τιμωρηθεί για τη βασική κλοπή (για τη
διακεκριμένη δε θα τιμωρηθεί, γιατί αυτή τιμωρείται μόνο από δόλο και η πραγματική
του πλάνη αποκλείει το δόλο). Για τη βασική κλοπή θα τιμωρηθεί βέβαια, γιατί γι’
αυτή δεν έχει καμιά πλάνη (ΠΚ 30 παρ. 2).
4. Και η τελευταία αυτή μορφή πλάνης μπορεί να εμφανιστεί με ανάστροφη μορφή. Π.χ.
ο Κ εισέρχεται σε ένα οίκημα, το οποίο πίστεψε ότι ήταν μουσείο, για να κλέψει. ΋μως
στην πραγματικότητα δεν ήταν μουσείο αλλά μία απλή κατοικία (ανάστροφη
πραγματική πλάνη). Ο δράστης θα τιμωρηθεί για απλή κλοπή σε κατ’ ιδέαν συρροή
με απρόσφορη απόπειρα διακεκριμένης.
5. Η πλάνη μπορεί να αναφέρεται και στα στοιχεία της αντικειμενικής υπόστασης που
καθιστούν το έγκλημα προνομιούχο (ελαφρύτερο). Π.χ. η Μ, μετά τον τοκετό της,
και όσο διαρκούσε η διατάραξη από αυτόν, σκότωσε άλλο παιδί νομίζοντας ότι ήταν
το δικό της. Η Μ θα τιμωρηθεί για το προνομιούχο έγκλημα, δηλαδή για
παιδοκτονία, δεδομένου ότι η πραγματική πλάνη αποκλείει το δόλο για τα στοιχεία
που επαυξάνουν το αξιόποινο και συνεπώς και την ανθρωποκτονία εκ προθέσεως (ΠΚ
30 παρ. 2).
Πλάνη περί την
αντικειμενική υπόσταση
Ο δράστης αγνοεί ότι πληροί την α.υ.ε. Θα τιμωρηθεί για το έγκλημα
με άνευ συνειδήσεως αμέλεια (εφόσον το έγκλημα τιμωρείται από
αμέλεια).
Ανάστροφη πλάνη περί
την αντικειμενική
υπόσταση
Ο δράστης γνωρίζει ότι πληροί την α.υ.ε. όμως στην πραγματικότητα
δεν την πληροί. Θα τιμωρηθεί για απρόσφορη απόπειρα του
εγκλήματος.
Πλάνη που καθιστούν το
έγκλημα βαρύτερο
Ο δράστης πληροί την α.υ. διακεκριμένου εγκλήματος εν αγνοία του.
Θα τιμωρηθεί για το βασικό διότι για το διακεκριμένο δεν είχε δόλο.
Ανάστροφη πλάνη όπου το
έγκλημα είναι βασικό
Ο δράστης γνωρίζει ότι πληροί την α.υ. διακεκριμένου αλλά πληροί το
βασικό έγκλημα. Θα τιμωρηθεί για το βασικό σε κατ’ ιδέα συρροή με
Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο
ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
20
Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα
απρόσφορη απόπειρα διακεκριμένου.
Πλάνη σε έγκλημα
προνομιούχο (ελαφρύτερο)
Ο δράστης εν αγνοία του πληροί προνομιούχο έγκλημα και για αυτό
θα τιμωρηθεί, για το βαρύτερο δεν είχε δόλο.
΢υμπερασματικά, η πραγματική πλάνη που είδαμε σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις
(σύμφωνα με το ΠΚ 30), αποκλείει το δόλο και την ενσυνείδητη αμέλεια και τιμωρεί το
δράστη για εξ αμελείας έγκλημα (στις περιπτώσεις βέβαια που το σχετικό έγκλημα τιμωρείται
από αμέλεια. Π.χ. η ανθρωποκτονία από αμέλεια 302 ΠΚ).
Άρθρο 16 ΠΚ – Σόπος τέλεσης του εγκλήματος
Άρθρο 16 ΠΚ
Τόπος τέλεσης της πράξης θεωρείται ο τόπος που ο υπαίτιος διέπραξε ολικά ή μερικά την
αξιόποινη ενέργεια ή παράλειψη καθώς και ο τόπος που επήλθε ή, σε περίπτωση απόπειρας,
έπρεπε σύμφωνα με την πρόσθεση του υπαιτίου να επέλθει το αξιόποινο αποτέλεσμα.
Ο τόπος του εγκλήματος διαφοροποιείται ανάλογα με το είδος του εγκλήματος κατά άρθ.
16 ΠΚ. Επομένως:
 ΢το έγκλημα συμπεριφοράς τόπος του εγκλήματος είναι όπου ο δράστης διέπραξε εν
όλω ή εν μέρει την ενέργεια (αν έχουμε περισσότερες πράξεις του ίδιου εγκλήματος,
τόποι του εγκλήματος είναι κάθε τόπος που έλαβε χώρα κάθε επιμέρους πράξη
χωριστά) καθώς και ο τόπος όπου συνέτρεξαν οι εξωτερικοί όροι του αξιοποίνου λ.χ.
στο ΠΚ 313, 193 κ.λπ.
 ΢το έγκλημα αποτελέσματος τόπος του εγκλήματος είναι τόσο ο τόπος όπου
διαπράχθηκε το έγκλημα όσο και ο τόπος όπου επήλθε το παράνομο αποτέλεσμα. Εάν
έχουμε περισσότερα ενδιάμεσα αποτελέσματα Π.χ. στην απάτη, τόπος είναι και
εκείνος όπου επήλθαν τα αποτελέσματα αυτά και όχι μόνο το τελικό αποτέλεσμα.
Επίσης, τόπος είναι κι εκεί όπου επήλθε το βαρύτερο αποτέλεσμα στα εκ του
αποτελέσματος διακρινόμενα εγκλήματα.
 ΢το έγκλημα αποτελέσματος εν απόπειρα τόπος του εγκλήματος είναι όπου
εντοπίζεται αρχή εκτέλεσης όσο και ο τόπος όπου ο δράστης ήθελε να επέλθει το
αποτέλεσμα.
 ΢το έγκλημα παραλείψεως τόπος του εγκλήματος είναι τόσο ο τόπος όπου
βρισκόταν το πρόσωπο που παραλείπει, όσο και ο χώρος όπου έπρεπε να μεταβεί για
να ενεργήσει (=όπου γεννήθηκε η ανάγκη).
Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο
ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
21
Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα
Άρθρο 17 ΠΚ – Φρόνος τέλεσης του εγκλήματος
Άρθρο 17 ΠΚ
Χρόνος τέλεσης της πράξης θεωρείται ο χρόνος κατά τον οποίο ο υπαίτιος ενέργησε ή όφειλε
να ενεργήσει. Ο χρόνος κατά τον οποίο επήλθε το αποτέλεσμα είναι αδιάφορος.
Σο έγκλημα είναι ενταγμένο μέσα σε ένα χρονικό πλαίσιο, έχει αρχή εκτέλεσης, μέση και
τέλος και επομένως ο χρόνος του εγκλήματος έχει σημασία για μια σειρά ζητήματα
ουσιαστικού και ποινικού δικαίου. Ειδικότερα:
 Για να κριθεί εάν ο νόμος (n.c.n.p.s.l.) είναι πρότερος ή ύστερος της τέλεσης του
εγκλήματος, πρέπει να διακριβωθεί η ακριβής στιγμή τέλεσης του εγκλήματος.
 Για την παραγραφή, η οποία ξεκινά αφού το έγκλημα «τελειωθεί».
 Για την απόπειρα, η οποία χρειάζεται αρχή εκτελέσεως.
 Για την συμμετοχή, η οποία μπορεί να λάβει χώρα μόνο πριν ή κατά την τέλεση του
εγκλήματος, όχι μετά.
 Για την συναίνεση, η οποία πρέπει να παρέχεται πριν από την αξιόποινη πράξη και
όχι μετά διότι τότε θα πρόκειται για εκ των υστέρων έγκριση, που είναι ποινικά
αδιάφορη.
 Για την κατ’ ιδέαν συρροή, όσο διαρκεί ένα έγκλημα, ενδέχεται να συμπίπτει και με
νέες πράξεις.
 Για τον τόπο του εγκλήματος, όπου τόπος είναι κάθε τόπος όπου λαμβάνει χώρα η
διαρκούσα συμπεριφορά.
Επομένως, πρέπει να διερευνηθεί ποια είναι η αρχή του χρόνου τέλεσης της πράξης, ποιος
είναι ο χρόνος τέλεσης και ποια είναι η νομική αντιμετώπιση και οι έννομες συνέπειες των
εγκλημάτων που εμφανίζουν διάρκεια. Ο χρόνος επέλευσης του αποτελέσματος δεν μας
ενδιαφέρει ποινικά.
Για την έναρξη και λήξη του χρόνου του εγκλήματος απάντηση δίνει το ΠΚ 42 παρ. 1 που
αφορά στην απόπειρα: ο χρόνος τέλεσης του εγκλήματος αρχίζει με την αρχή εκτέλεσης και
τελειώνει με την ολοκλήρωση της αξιόποινης συμπεριφοράς που ορίζεται στον νόμο. Ανάμεσα
στα δύο αυτά χρονικά σημεία (αρχή εκτέλεσης και ολοκλήρωση) μπορεί να μεσολαβεί
ορισμένος ή και καθόλου χρόνος. Με άλλα λόγια το έγκλημα μπορεί να τελείται ακαριαία
Π.χ. ο Α πυροβολεί τον Β που πεθαίνει ακαριαία (=η ανθρωποκτονία τελείται σχεδόν
ταυτόχρονα με την συμπεριφορά) ή με κάποια διάρκεια. Περαιτέρω τα εγκλήματα
διακρίνονται σε δύο κατηγορίες ανάλογα με τη διάρκειά τους (βλ. διακρίσεις εγκλημάτων):
Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο
ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
22
Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα
 ΢τιγμιαία εγκλήματα των οποίων η α.υ. πληρούται με μια ενιαία συμπεριφορά δίχως
να τίθεται ζήτημα παράτασης και μη άρσης μιας δημιουργηθείσας παράνομης
κατάστασης Π.χ. ο Α πυροβολεί τον Β και αυτός πεθαίνει ακαριαία, αν όμως δεν
πέθανε αμέσως και πέθανε δύο ώρες μετά στο νοσοκομείο τότε το έγκλημα είναι
διαρκές.
 Διαρκή εγκλήματα. Ένα διαρκές έγκλημα είναι (α) η το πρώτον παράνομη
συμπεριφορά η οποία δημιουργεί μια παράνομη κατάσταση και (β) η διατήρηση της
παράνομης αυτής κατάστασης η οποία είτε προβλέπεται ευθέως από το νόμο ως
παράνομη είτε δεν προβλέπεται μεν ευθέως στην ειδική υπόσταση του εγκλήματος,
όμως η παράλειψη άρσης της παράνομης κατάστασης συνιστά συνεχώς και
αδιαλείπτως και παράλειψη να πληροί και αυτή την αντικειμενική υπόσταση που
πληροί και η το πρώτον παραγωγή της παράνομης κατάστασης.
Η θεωρία του αντικειμενικού καταλογισμού
Από ισχυρή μερίδα της θεωρίας, ως σημαντικό μειονέκτημα της θεωρίας του ισοδυνάμου
των όρων θεωρείται η υπερβολική διεύρυνση της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος.
Είναι υπερβολικό κατ’ αυτή την άποψη, να δεχόμαστε ότι οι γονείς που γέννησαν το δράστη,
πληρούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος που ο τελευταίος διέπραξε, εφόσον, αν
δεν τον είχαν γεννήσει, δεν θα είχε γίνει το έγκλημα. Και έστω κι αν η ποινική ευθύνη θα
αποκλειστεί ήδη από τον έλεγχο της υπαιτιότητας (οι γονείς του δράστη δεν έχουν δόλο ή
αμέλεια για ό,τι αυτός κάνει στο μέλλον), προτείνεται ο ποινικός έλεγχος να σταματήσει
στην αντικειμενική υπόσταση.
Πρόκειται για τη θεωρία του αντικειμενικού καταλογισμού, όπου σύμφωνα με αυτή, ο
έλεγχος πρέπει να γίνει σε δύο επίπεδα. ΢το πρώτο χρησιμοποιούμε την condition sine qua
non. Αν με αυτή δε βρίσκουμε αιτιώδη σύνδεσμο, πρέπει να σταματήσουμε το ν έλεγχο ,
γιατί η πράξη σίγουρα δεν πληροί την αντικειμενική υπόσταση.
Αν όμως με την condition sine qua non βρίσκουμε αιτιώδη σύνδεσμο, πρέπει να περάσουμε
σε ένα δεύτερο επίπεδο ελέγχου και να ελέγξουμε, αν η πράξη του δράστη συνιστά
πραγμάτωση ενός νομικά σημαντικού κινδύνου, «εκείνου ακριβώς του κινδύνου που έθεσε
με τη συμπεριφορά του ο δράστης». Εκτός δηλαδή από αιτιώδης συνάφεια (=η
συμπεριφορά να είναι η αιτία και το αξιόποινο αποτέλεσμα το αιτιατό), πρέπει να υπάρχει
και συνάφεια κινδύνου.
Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο
ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
23
Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα
Βαςικότερεσ περιπτϊςεισ, που αν και υπάρχει αιτιϊδθσ ςφνδεςμοσ, δεν υπάρχει ςυνάφεια
κινδφνου και επομζνωσ οφτε αντικειμενικόσ καταλογιςμόσ:
 Περιπτώσεις περιστολής κινδύνου : Παράδειγμα : ο Α επιχειρεί να σκοτώσει το
Β με μαχαίρι. Ο Γ που το αντιλαμβάνεται, απωθεί το χέρι του Α, με αποτέλεσμα ο Α
να τραυματίσει τον Β στο χέρι. Επειδή, αν έλλειπε η συμπεριφορά του Γ, ο Α δεν θα
είχε τραυματίσει τον Β (το γεγονός ότι θα τον είχε σκοτώσει – ίσως – δεν μπορεί να
συνυπολογιστεί για τον αιτιώδη σύνδεσμο, ως υποθετικό), φαίνεται να υπάρχει
αιτιώδης σύνδεσμος με τη θεωρία του ισοδυνάμου των όρων, αλλά επειδή ούτε
προκαλείται ούτε επαυξάνεται κάποιος κίνδυνος – αντιθέτως περιστέλλεται – η πράξη
δεν είναι αντικειμενικά καταλογιστή και επομένως δεν πληροί την αντικειμενική
υπόσταση της σωματικής βλάβης.
 Η περιοχή προστασίας του κανόνα δικαίου : Παράδειγμα : ο Α οδηγώντας
απρόσεκτα το αυτοκίνητό του, σκοτώνει τον πεζό Π. ΢το άκουσμα της είδησης του
θανάτου του Π, η μητέρα του πέθανε από την καρδιά της. Κατά την εν λόγω
θεωρία, το αποτέλεσμα δεν είναι αντικειμενικά καταλογιστό, γιατί βρίσκεται έξω από
τον προστατευτικό σκοπό του κανόνα δικαίου, ενώ κατά τη θεωρία του ισοδυνάμου των
όρων υπάρχει αιτιώδης σύνδεσμος. Ο θάνατος της μητέρας του Π δεν ανήκει στους
τυπικούς - συναφείς κινδύνους της τροχαίας παράβασης του Α.
 Πρόκληση του αποτελέσματος από αυτοδιακινδύνευση ή από πράξη τρίτου:
Παράδειγμα : ο Α προκαλεί ελαφρά τραύματα στον Β λόγω τροχαίου
ατυχήματος. Ο Β διακομίζεται σε νοσοκομείο, απ’ όπου όμως αναχωρεί με δική
του ευθύνη και παρά τις αντίθετες συστάσεις των ιατρών. Σην ίδια ημέρα πεθαίνει λόγω
επιδείνωσης των τραυμάτων του. Αν και υπάρχει αιτιώδης σύνδεσμος ανάμεσα στον
αρχικό τραυματισμό και το θάνατο του Β, δεν υπάρχει συνάφεια κινδύνου και άρα
ούτε αντικειμενικός καταλογισμός, λόγω της αυτοδιακινδύνευσης του θύματος.
Η κεωρία τθσ αρχισ του ιςοδυνάμου των όρων:
Κρίσιμη για την διαπίστωση της αιτιώδους συνάφειας είναι η έννοια του όρου. Όρος είναι
κάθε πραγματικό περιστατικό που κρίνεται αναγκαίο για την επέλευση του τελικού
αποτελέσματος, κατά τρόπο ώστε αν έλλειπε ο όρος, θα έλλειπε και το αποτέλεσμα. Ωστόσο,
ισχύει και η αρχή του ισοδυνάμου των όρων όπου κάθε όρος που είναι αναγκαίος για την
επέλευση του αποτελέσματος είναι αναπόφευκτα και αιτία αυτού, διότι είναι όλοι ισοδύναμοι
(=θα ήταν αδύνατο να επέλθει το αποτέλεσμα αν έλειπε οποιοσδήποτε από τους όρους
αυτούς, επομένως κάθε όρος έχει την ίδια ισχύ με τους άλλους της αιτιώδους αλυσίδας.
Επομένως, δυνητικά κάθε ανθρώπινη συμπεριφορά μπορεί να οδηγήσει σε τέλεση
Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο
ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
24
Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα
εγκλημάτων. Π.χ. ο οπλοπώλης Α που πουλάει στον Β μια κυνηγετική καραμπίνα, ακόμα
και χωρίς να το ξέρει, συνιστά αναγκαίο όρο για την ανθρωποκτονία του Γ από τον Β, διότι
δίνει στον δράστη το όπλο που συνιστά αναγκαίο όρο για την τέλεση της ανθρωποκτονίας.
Αυτό όμως μπορεί να οδηγήσει σε άτοπα. Για το λόγο αυτό εμφανίστηκαν κάποιες θεωρίες
που υποστηρίζουν ότι όλοι οι όροι δεν είναι ισοδύναμοι, κάποιοι όροι είναι πιο σημαντικοί
από τους άλλους και άρα μπορούν κατ’ αποκλειστικότητα να οδηγήσουν στην επέλευση του
αποτελέσματος.
Η κεωρία τθσ προςφορότθτασ:
Η πιο σημαντική εξ αυτών των θεωριών είναι η θεωρία της προσφορότητας σύμφωνα με
την οποία (α) όλοι οι όροι δεν είναι το ίδιο σημαντικοί, κάποιοι όροι είναι πιο σημαντικοί από
τους άλλους και συνιστούν τις αιτίες του παράνομου αποτελέσματος και (β) οι όροι
διακρίνονται σε πρόσφορους και απρόσφορους, οι πρόσφοροι όροι είναι αυτοί που
εμφανίζουν την τάση να οδηγούν στο παράνομο αποτέλεσμα ενώ απρόσφοροι είναι εκείνοι
που δεν έχουν την τάση αυτή αλλά οδήγησαν κατά τρόπο τυχαίο και απρόβλεπτο σε αυτό το
αποτέλεσμα.
Για παράδειγμα, αν ο Α προτρέψει τον Β να πάει για κολύμπι και ο Β πνιγεί, αυτή η
προτροπή δεν έχει την γενική τάση να οδηγεί σε θάνατο, επομένως η προτροπή του Α ναι μεν
ήταν όρος για τον πνιγμό του Β (=αν δεν τον είχε προτρέψει, δεν θα είχε πάει ο Β στην
θάλασσα και δεν θα είχε πνιγεί) αλλά ως τέτοιος δεν είναι πρόσφορος για να επιφέρει τον
θάνατο. Η συμπεριφορά του Α δεν πληροί το πραγματικό του ΠΚ 299 (δεν τον σκότωσε).
Μόνο οι πρόσφοροι όροι συνιστούν αιτία του αποτελέσματος, έτσι λοιπόν αν ο Α γνώριζε ότι το
συγκεκριμένο σημείο της θάλασσας ήταν λίαν επικίνδυνο λόγω δυνατών ρευμάτων και στο
παρελθόν είχαν πνιγεί εκεί άνθρωποι, τότε η προτροπή «πήγαινε στη θάλασσα» ήταν
πρόσφορη να οδηγήσει στον θάνατο του Β και πληροί το πραγματικό του ΠΚ 299.
Προβλιματα τθσ αιτιϊδθσ ςυνάφειασ βάςθ τθσ αρχισ condition sine qua non:
΢ύμφωνα με την αρχή c.s.p.n. αιτιώδης συνάφεια ανάμεσα στην συμπεριφορά του
δράστη και στο αποτέλεσμα υπάρχει όταν, εάν εξέλιπε η συμπεριφορά, θα εξέλιπε
και το αποτέλεσμα. Ωστόσο και αυτός ο τύπος παρουσιάζει στην εφαρμογή του ορισμένα
προβλήματα και χρειάζεται ορισμένες βελτιώσεις:
 Αναφορά στο συγκεκριμένο αποτέλεσμα: «Αιτιώδης συνάφεια ανάμεσα στην
συμπεριφορά του δράστη και στο αποτέλεσμα υπάρχει όταν, εάν εξέλιπε η
συμπεριφορά, θα εξέλιπε και το αποτέλεσμα υπό τις περιστάσεις, με τον τρόπο, στον
Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο
ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
25
Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα
τόπο και χρόνο που επήλθε» Έτσι Π.χ. ο Α που σκοτώνει τον Β δεν μπορεί να
ισχυριστεί ότι δεν τον σκότωσε αιτιωδώς και ότι ακόμα και να μην τον σκότωνε, ο Β θα
πέθαινε κάποια στιγμή στη ζωή του.
 Ουσιωδώς παραλλαγμένο αποτέλεσμα: «Αιτιώδης συνάφεια ανάμεσα στην
συμπεριφορά του δράστη και στο αποτέλεσμα υπάρχει όταν, εάν εξέλιπε η
συμπεριφορά, το αποτέλεσμα θα επερχόταν ουσιωδώς παραλλαγμένο». Έτσι Π.χ. ο
γιατρός Α που κατά την επέμβαση «σκοτώνει» τον ασθενή Β, ο οποίος έτσι κι αλλιώς θα
πέθαινε ορισμένα λεπτά μετά, δεν τον σκοτώνει αιτιωδώς, διότι ακόμα και να εξέλιπε η
συμπεριφορά του γιατρού, το αποτέλεσμα θα είχε επέλθει χωρίς ουσιώδη μεταβολή ως
προς τον τρόπο και χρόνο (λίγα λεπτά αργότερα).
 Θεωρία της νομοτέλειας: Για να υπάρξει αιτιώδης συνάφεια σύμφωνα με τη θεωρία
της νομοτέλειας, πρέπει να ισχύει ένας κανόνας της φύσης που οδηγεί κατά φυσική
νομοτέλεια στο αποτέλεσμα Π.χ. ο χημικός τύπος της θαλιδομίδης μπορεί να
οδηγήσει κατά φυσική νομοτέλεια σε διακοπή της κύησης.
 ΢ωρευτική αιτιότητα: Μεγάλη σημασία έχει η σωρευτική αιτιότητα για την αιτιότητα,
την υπαιτιότητα, την απόπειρα και την συμμετοχή. Π.χ. αν ο Α για να πεθάνει
χρειάζεται μία δόση 5 γραμμαρίων και ο Β του χορηγήσει 5 γρ. δηλητήριο τότε ο Α
πεθαίνει αιτιωδώς από το δηλητήριο του Β και μάλιστα κατά φυσική νομοτέλεια. Αν
του χορηγούσε ο Β 2 γραμμάρια δηλητήριο και ο Γ 3 γραμμάρια (χωρίς οι Β και Γ να
γνωρίζουν τις κινήσεις του άλλου) και ο Α πεθάνει, τότε σε αυτή την περίπτωση γίνεται
λόγος για σωρευτική αιτιότητα ή υποκατάστατα αίτια δηλαδή δεν υπάρχει ένα αίτιο
αλλά περισσότερα, τα οποία ενεργούν παράλληλα και προς την ίδια τροχιά. ΢ύμφωνα
με την θεωρία του ισοδυνάμου των όρων, εάν εξέλιπε η δόση του Β ή του Γ, η δόση του
άλλου δεν ήταν επαρκής για να επιφέρει τον θάνατο του Α. Οπότε αν οι Β και Γ
σκότωναν τον Α θα είχαν τελέσει ανθρωποκτονία κατά παραυτουργία, αν όμως είχε
ενεργήσει μόνο ο ένας τότε η δόση του δεν θα ήταν επαρκής για να επιφέρει τον
θάνατο του Β οπότε θα είχαμε ένα δράστη που θα τιμωρούνταν για απρόσφορη
απόπειρα λόγω μέσου. ΢υνεπώς, με βάση της θεωρίας c.s.q.n., σε περίπτωση
σωρευτικής αιτιότητας (εφόσον δεν υπάρχει προσυνεννόηση) το ένα αίτιο δεν διακόπτει
το άλλο, αλλά ούτε το αποκλείει και η συμπεριφορά του καθενός θα κριθεί αυτοτελώς
με βάση την θεωρία περί απόπειρας ή τετελεσμένου εγκλήματος.
Έτσι αν ο Β χορηγούσε 6 γραμμάρια και ο Γ 3 γραμμάρια, τότε ο Β οδήγησε αιτιωδώς
στον θάνατο τον Α, ενώ ο Γ όχι. ΢ύμφωνα με τα παραπάνω:
1. Μια συμπεριφορά που είναι όρος θα είναι κατά κανόνα και αιτία του
αποτελέσματος Π.χ. ο Α χορηγεί στον Β 5 γραμμάρια δηλητήριο, εάν εξέλιπε
Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο
ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
26
Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα
η συμπεριφορά του Α, ο Β θα ήταν ζωντανός (όρος). Η ενέργεια του Α συνιστά
την αιτία του θανάτου του Β.
2. Μια συμπεριφορά που δεν είναι όρος, δεν θα είναι κατά κανόνα και
αιτία Π.χ. ο Α χορηγεί στον Β 1 γραμμάριο και στην συνέχεια ο Β
παρασύρεται από αυτοκίνητο. Ακόμα και αν ο Α δεν είχε δώσει 1 γραμμάριο, ο
Β πάλι θα πέθαινε από το αυτοκίνητο (άρα δεν είναι όρος). Οπότε η ενέργεια
του Α δεν συνιστά την αιτία του θανάτου του Β.
3. Κατ’ εξαίρεση μια συμπεριφορά μπορεί να είναι αιτία αλλά να μην είναι
όρος Π.χ. ο Α χορηγεί στον Β 3 γραμμάρια και ο Γ στον Β δύο γραμμάρια.
Αιτία του θανάτου του Β είναι τόσο ο Α όσο και ο Γ. ΋μως εάν έλειπαν τα 3
γραμμάρια του Α, τα 2 γραμμάρια του Γ δεν επέφεραν το τελικό αποτέλεσμα
και αντίστροφα. Άρα η συμπεριφορά του καθενός αυτοτελώς λαμβανόμενη δεν
συνιστά όρο του θανάτου, αφού χωρίς την πρόσθετη δόση δηλητηρίου, θάνατος
δεν θα επερχόταν. Ο όρος είναι αναντικατάστατη αιτία, ενώ κάθε αιτία μπορεί
να είναι και αντικαταστατή.
 Νομικώς διαφέρουσα αιτιότητα: ΢ύμφωνα με τη θεωρία αυτή δεν αρκεί η
συμπεριφορά να οδηγεί αιτιωδώς αλλά πρέπει να εμπίπτει και στο γλωσσικό νόημα
του περί ου πρόκειται ποινικού νόμου. Έτσι μπορεί κάποιος να οδηγεί αιτιωδώς σε
θάνατο, αλλά να μην «σκοτώνει» με την γλωσσική έννοια του όρου Π.χ. ο Α λέει μια
βροχερή μέρα στον Β «πήγαινε βόλτα στο δάσος», εκεί όμως τον χτυπάει κεραυνός και
πεθαίνει. Ακόμα και αν υπάρχει πάντα ένα ρίσκο κεραυνού, η απλή παραίνεση για
βόλτα στο δάσος δεν εμπίπτει στο γλωσσικό νόημα του ρήματος σκοτώνω: ακόμα και
αν ο Α περίμενε τον κεραυνό, αυτό δεν συνιστά δόλο αλλά πόθο, μη ποινικά
αξιολογήσιμο. ΢ύμφωνα με τη θεωρία της νομικώς διαφέρουσας αιτιότητας, δεν αρκεί
η συμπεριφορά να οδηγεί αιτιωδώς στο αποτέλεσμα αλλά πρέπει να καλύπτει το
δεοντολογικό νόημα του περί ου πρόκειται ποινικού νόμου Π.χ. το 302 ΠΚ απαιτεί
ανθρωποκτονία από αμέλεια, ένα παιδί πετιέται απότομα μπροστά στο αυτοκίνητο του
Α και σκοτώνεται, υπάρχει αιτιότητα διότι αν εξέλιπε η συμπεριφορά του οδηγού θα
έλλειπε και ο θάνατος του παιδιού, όμως είναι νομικά σημαντική η συμπεριφορά του
οδηγού; ΋χι, το δεοντολογικό περιεχόμενο του 302 ΠΚ συνίσταται σε ένα σφάλμα στην
εξωτερική συμπεριφορά, ο οδηγός δεν περιέπεσε σε σφάλμα, ο όρος δεν είναι νομικά
σημαντικός ώστε να οδηγήσει αιτιωδώς στο αποτέλεσμα.
Η υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος (υ.υ.ε.)
Η υποκειμενική υπόσταση είναι τα εσωτερικά στοιχεία (=ο εσωτερικός κόσμος του δράστη)
που υπάρχουν στο υποκείμενο του δράστη. ΢υνήθως περιλαμβάνει:
Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο
ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
27
Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα
1. Μόνο την υπαιτιότητα, αλλά μπορεί να υπάρχουν και
2. Σα υποκειμενικά στοιχεία του αδίκου (=δεν υπάρχουν σε όλα τα εγκλήματα) όπως
ο σκοπός στα εγκλήματα σκοπού, ο οίκτος στην ανθρωποκτονία με συναίνεση, η
απόφαση στην απόπειρα. Αν ο δράστης δεν πληροί τα στοιχεία αυτά η πράξη του δεν
είναι ούτε καταρχήν άδικη. Για παράδειγμα στο άρθ. 372 ΠΚ της κλοπής «όποιος
αφαιρεί ξένο (ολικά ή εν μέρει) κινητό πράγμα από την κατοχή άλλου με σκοπό να το
ιδιοποιηθεί παράνομα, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον 3 μηνών ...», αν δεν
υπάρχει ο σκοπός της ιδιοποίησης τότε δεν στοιχειοθετείται το έγκλημα της κλοπής,
για παράδειγμα αν ο Α πήρε το κινητό του Β γιατί χρειαζόταν να πάρει ένα τηλέφωνο
με σκοπό να το επιστρέψει μόλις τελειώσει την κλήση του, ο Α θα μείνει ατιμώρητος
διότι η χρήση γενικά ενός πράγματος δεν τιμωρείται. Επίσης, στο παράδειγμα στο
άρθ. 300 ΠΚ της ανθρωποκτονίας με συναίνεση «όποιος αποφάσισε και εκτέλεσε
ανθρωποκτονία ύστερα από σπουδαία και επίμονη απαίτηση του θύματος και από οίκτο
γ’ αυτόν που έπασχε από ανίατη ασθένεια τιμωρείται με φυλάκιση», αν δεν υπάρχει ο
οίκτος τότε δεν στοιχειοθετείται το έγκλημα της ανθρωποκτονίας με συναίνεση.
Αρχι τθσ επικάλυψθσ (ςχζςθ α.υ.ε. και υ.υ.ε.)
΋ταν μιλάμε για την σχέση μεταξύ αντικειμενικής και υποκειμενικής υπόστασης του
εγκλήματος εννοούμε την σχέση μεταξύ των στοιχείων της αντικειμενικής υπόστασης και της
υπαιτιότητας.
Μεταξύ της α.υ.ε. και της υπαιτιότητας πρέπει να υπάρχει/να ισχύει η αρχή της
επικάλυψης (=δηλαδή η υπαιτιότητα πρέπει να καλύπτει τα στοιχεία της α.υ.ε.). Αν η
υπαιτιότητα είναι δόλος, ο δράστης θα πρέπει να προβλέπει και να επιδιώκει όλα τα στοιχεία
της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος. Αν κάτι του διαφεύγει ή δεν το αποδέχεται,
τότε διαρρηγνύεται η αρχή της επικάλυψης (=η σχέση μεταξύ υπαιτιότητας και στοιχείων της
α.υ.ε.) και η πράξη δεν είναι ούτε καταρχήν καταλογιστή.
Πρακτικό 1:
Ο Α εξερχόμενος από το θέατρο από λάθος παίρνει ένα ξένο παλτό,
θεωρώντας/υπολαμβάνοντάς το για δικό του. Ερευνούμε την α.υ.ε. του άρθ. 372 ΠΚ:
1. «όποιος» => το υποκείμενο του εγκλήματος.
2. «αφαιρεί ξένο κινητό πράγμα από την κατοχή του άλλου» => η εγκληματική
συμπεριφορά.
3. «ξένο κινητό πράγμα» => υλικό αντικείμενο του εγκλήματος. Παρατηρούμε όμως ότι ο
Α δεν γνωρίζει ότι το παλτό είναι άλλου ανθρώπου, δεν υπάρχει δηλαδή δόλος (=
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio
Geniko poiniko dikaio

More Related Content

What's hot

οδηγοσ δικαιωματων μαθητων
οδηγοσ δικαιωματων μαθητωνοδηγοσ δικαιωματων μαθητων
οδηγοσ δικαιωματων μαθητων2epalkav
 
Λορέντζος Μαβίλης, Λήθη
Λορέντζος Μαβίλης, ΛήθηΛορέντζος Μαβίλης, Λήθη
Λορέντζος Μαβίλης, Λήθηgina zaza
 
Τα κόκκινα λουστρίνια, Ειρήνη Μάρρα, Λογοτεχνία Α Γυμνασίου , Φύλλο εργασίας
Τα κόκκινα λουστρίνια, Ειρήνη Μάρρα, Λογοτεχνία Α Γυμνασίου , Φύλλο εργασίαςΤα κόκκινα λουστρίνια, Ειρήνη Μάρρα, Λογοτεχνία Α Γυμνασίου , Φύλλο εργασίας
Τα κόκκινα λουστρίνια, Ειρήνη Μάρρα, Λογοτεχνία Α Γυμνασίου , Φύλλο εργασίαςmvourtsian
 
ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗ ΡΙΨΗ ΤΗΣ ΑΤΟΜΙΚΗΣ ΒΟΜΒΑΣ
ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗ ΡΙΨΗ ΤΗΣ ΑΤΟΜΙΚΗΣ ΒΟΜΒΑΣΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗ ΡΙΨΗ ΤΗΣ ΑΤΟΜΙΚΗΣ ΒΟΜΒΑΣ
ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗ ΡΙΨΗ ΤΗΣ ΑΤΟΜΙΚΗΣ ΒΟΜΒΑΣchristihai
 
αίτηση παραίτησης για σοβαρούς οικογενειακούς λόγους
αίτηση παραίτησης για σοβαρούς οικογενειακούς λόγουςαίτηση παραίτησης για σοβαρούς οικογενειακούς λόγους
αίτηση παραίτησης για σοβαρούς οικογενειακούς λόγους2epalkav
 
Οι καταστάσεις της ύλης
Οι καταστάσεις της ύληςΟι καταστάσεις της ύλης
Οι καταστάσεις της ύληςFotis Fotiades
 
Άντον Τσέχοφ, Ένας Αριθμός 2019
Άντον Τσέχοφ, Ένας Αριθμός 2019Άντον Τσέχοφ, Ένας Αριθμός 2019
Άντον Τσέχοφ, Ένας Αριθμός 2019JoannaArtinou
 
μανιταρια στην πολη φυλλο εργασιας
μανιταρια στην πολη φυλλο εργασιαςμανιταρια στην πολη φυλλο εργασιας
μανιταρια στην πολη φυλλο εργασιαςDimitra Stefani
 
Unesco Μνημεία παγκοσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς
Unesco Μνημεία παγκοσμιας πολιτιστικής κληρονομιάςUnesco Μνημεία παγκοσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς
Unesco Μνημεία παγκοσμιας πολιτιστικής κληρονομιάςefgaitan
 
Κώστας Ταχτσής, Κι έχουμε πόλεμο! - Σχέδιο μαθήματος-Φύλλο εργασίας
Κώστας Ταχτσής, Κι έχουμε πόλεμο! - Σχέδιο μαθήματος-Φύλλο εργασίαςΚώστας Ταχτσής, Κι έχουμε πόλεμο! - Σχέδιο μαθήματος-Φύλλο εργασίας
Κώστας Ταχτσής, Κι έχουμε πόλεμο! - Σχέδιο μαθήματος-Φύλλο εργασίαςvserdaki
 
τυπολογιο φυσικης β' γυμνασιου
τυπολογιο φυσικης β' γυμνασιουτυπολογιο φυσικης β' γυμνασιου
τυπολογιο φυσικης β' γυμνασιουΚΑΤΕΡΙΝΑ ΑΡΩΝΗ
 
Δημιουργώ παιχνίδια στο Scratch - Προγραμματισμός στο Scratch
Δημιουργώ παιχνίδια στο Scratch - Προγραμματισμός στο ScratchΔημιουργώ παιχνίδια στο Scratch - Προγραμματισμός στο Scratch
Δημιουργώ παιχνίδια στο Scratch - Προγραμματισμός στο ScratchGeorge Palaigeorgiou
 
2ο Φύλλο εργασίας αρχαία α΄ γυμν 3 ενοτ
2ο Φύλλο εργασίας αρχαία α΄ γυμν 3 ενοτ2ο Φύλλο εργασίας αρχαία α΄ γυμν 3 ενοτ
2ο Φύλλο εργασίας αρχαία α΄ γυμν 3 ενοτchavalesnick
 
Eπιρρηματικοί προσδιορισμοί της Ν. Ελληνικής
Eπιρρηματικοί προσδιορισμοί της Ν. ΕλληνικήςEπιρρηματικοί προσδιορισμοί της Ν. Ελληνικής
Eπιρρηματικοί προσδιορισμοί της Ν. ΕλληνικήςGeorgia Dimitropoulou
 
Δεκαδικοί αριθμοί
Δεκαδικοί αριθμοίΔεκαδικοί αριθμοί
Δεκαδικοί αριθμοίtheodora tz
 
πράξεις με μεικτές αριθμητικές παραστάσεις (2)
πράξεις με μεικτές αριθμητικές παραστάσεις (2)πράξεις με μεικτές αριθμητικές παραστάσεις (2)
πράξεις με μεικτές αριθμητικές παραστάσεις (2)Nansy Tzg
 
Δικαιώματα & Υποχρεώσεις του Πολίτη
Δικαιώματα & Υποχρεώσεις του ΠολίτηΔικαιώματα & Υποχρεώσεις του Πολίτη
Δικαιώματα & Υποχρεώσεις του ΠολίτηJoeRitsi
 
Τρόποι & Μέσα Πειθούς
Τρόποι & Μέσα ΠειθούςΤρόποι & Μέσα Πειθούς
Τρόποι & Μέσα ΠειθούςIoannis Passas
 
Κοινωνική και Πολιτική Αγωγή Ε΄ - Επαναληπτικό 2ης ενότητας: ΄΄ Έχουμε δικαι...
Κοινωνική και Πολιτική Αγωγή  Ε΄ - Επαναληπτικό 2ης ενότητας: ΄΄ Έχουμε δικαι...Κοινωνική και Πολιτική Αγωγή  Ε΄ - Επαναληπτικό 2ης ενότητας: ΄΄ Έχουμε δικαι...
Κοινωνική και Πολιτική Αγωγή Ε΄ - Επαναληπτικό 2ης ενότητας: ΄΄ Έχουμε δικαι...Χρήστος Χαρμπής
 

What's hot (20)

οδηγοσ δικαιωματων μαθητων
οδηγοσ δικαιωματων μαθητωνοδηγοσ δικαιωματων μαθητων
οδηγοσ δικαιωματων μαθητων
 
Λορέντζος Μαβίλης, Λήθη
Λορέντζος Μαβίλης, ΛήθηΛορέντζος Μαβίλης, Λήθη
Λορέντζος Μαβίλης, Λήθη
 
Τα κόκκινα λουστρίνια, Ειρήνη Μάρρα, Λογοτεχνία Α Γυμνασίου , Φύλλο εργασίας
Τα κόκκινα λουστρίνια, Ειρήνη Μάρρα, Λογοτεχνία Α Γυμνασίου , Φύλλο εργασίαςΤα κόκκινα λουστρίνια, Ειρήνη Μάρρα, Λογοτεχνία Α Γυμνασίου , Φύλλο εργασίας
Τα κόκκινα λουστρίνια, Ειρήνη Μάρρα, Λογοτεχνία Α Γυμνασίου , Φύλλο εργασίας
 
ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗ ΡΙΨΗ ΤΗΣ ΑΤΟΜΙΚΗΣ ΒΟΜΒΑΣ
ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗ ΡΙΨΗ ΤΗΣ ΑΤΟΜΙΚΗΣ ΒΟΜΒΑΣΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗ ΡΙΨΗ ΤΗΣ ΑΤΟΜΙΚΗΣ ΒΟΜΒΑΣ
ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗ ΡΙΨΗ ΤΗΣ ΑΤΟΜΙΚΗΣ ΒΟΜΒΑΣ
 
αίτηση παραίτησης για σοβαρούς οικογενειακούς λόγους
αίτηση παραίτησης για σοβαρούς οικογενειακούς λόγουςαίτηση παραίτησης για σοβαρούς οικογενειακούς λόγους
αίτηση παραίτησης για σοβαρούς οικογενειακούς λόγους
 
Οι καταστάσεις της ύλης
Οι καταστάσεις της ύληςΟι καταστάσεις της ύλης
Οι καταστάσεις της ύλης
 
Άντον Τσέχοφ, Ένας Αριθμός 2019
Άντον Τσέχοφ, Ένας Αριθμός 2019Άντον Τσέχοφ, Ένας Αριθμός 2019
Άντον Τσέχοφ, Ένας Αριθμός 2019
 
μανιταρια στην πολη φυλλο εργασιας
μανιταρια στην πολη φυλλο εργασιαςμανιταρια στην πολη φυλλο εργασιας
μανιταρια στην πολη φυλλο εργασιας
 
Unesco Μνημεία παγκοσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς
Unesco Μνημεία παγκοσμιας πολιτιστικής κληρονομιάςUnesco Μνημεία παγκοσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς
Unesco Μνημεία παγκοσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς
 
Κώστας Ταχτσής, Κι έχουμε πόλεμο! - Σχέδιο μαθήματος-Φύλλο εργασίας
Κώστας Ταχτσής, Κι έχουμε πόλεμο! - Σχέδιο μαθήματος-Φύλλο εργασίαςΚώστας Ταχτσής, Κι έχουμε πόλεμο! - Σχέδιο μαθήματος-Φύλλο εργασίας
Κώστας Ταχτσής, Κι έχουμε πόλεμο! - Σχέδιο μαθήματος-Φύλλο εργασίας
 
τυπολογιο φυσικης β' γυμνασιου
τυπολογιο φυσικης β' γυμνασιουτυπολογιο φυσικης β' γυμνασιου
τυπολογιο φυσικης β' γυμνασιου
 
Δημιουργώ παιχνίδια στο Scratch - Προγραμματισμός στο Scratch
Δημιουργώ παιχνίδια στο Scratch - Προγραμματισμός στο ScratchΔημιουργώ παιχνίδια στο Scratch - Προγραμματισμός στο Scratch
Δημιουργώ παιχνίδια στο Scratch - Προγραμματισμός στο Scratch
 
η άννα του κλήδονα
η άννα του κλήδοναη άννα του κλήδονα
η άννα του κλήδονα
 
2ο Φύλλο εργασίας αρχαία α΄ γυμν 3 ενοτ
2ο Φύλλο εργασίας αρχαία α΄ γυμν 3 ενοτ2ο Φύλλο εργασίας αρχαία α΄ γυμν 3 ενοτ
2ο Φύλλο εργασίας αρχαία α΄ γυμν 3 ενοτ
 
Eπιρρηματικοί προσδιορισμοί της Ν. Ελληνικής
Eπιρρηματικοί προσδιορισμοί της Ν. ΕλληνικήςEπιρρηματικοί προσδιορισμοί της Ν. Ελληνικής
Eπιρρηματικοί προσδιορισμοί της Ν. Ελληνικής
 
Δεκαδικοί αριθμοί
Δεκαδικοί αριθμοίΔεκαδικοί αριθμοί
Δεκαδικοί αριθμοί
 
πράξεις με μεικτές αριθμητικές παραστάσεις (2)
πράξεις με μεικτές αριθμητικές παραστάσεις (2)πράξεις με μεικτές αριθμητικές παραστάσεις (2)
πράξεις με μεικτές αριθμητικές παραστάσεις (2)
 
Δικαιώματα & Υποχρεώσεις του Πολίτη
Δικαιώματα & Υποχρεώσεις του ΠολίτηΔικαιώματα & Υποχρεώσεις του Πολίτη
Δικαιώματα & Υποχρεώσεις του Πολίτη
 
Τρόποι & Μέσα Πειθούς
Τρόποι & Μέσα ΠειθούςΤρόποι & Μέσα Πειθούς
Τρόποι & Μέσα Πειθούς
 
Κοινωνική και Πολιτική Αγωγή Ε΄ - Επαναληπτικό 2ης ενότητας: ΄΄ Έχουμε δικαι...
Κοινωνική και Πολιτική Αγωγή  Ε΄ - Επαναληπτικό 2ης ενότητας: ΄΄ Έχουμε δικαι...Κοινωνική και Πολιτική Αγωγή  Ε΄ - Επαναληπτικό 2ης ενότητας: ΄΄ Έχουμε δικαι...
Κοινωνική και Πολιτική Αγωγή Ε΄ - Επαναληπτικό 2ης ενότητας: ΄΄ Έχουμε δικαι...
 

Similar to Geniko poiniko dikaio

Mesoprothesmo id27300650
Mesoprothesmo id27300650Mesoprothesmo id27300650
Mesoprothesmo id27300650ireportergr
 
Επιχειρησιακή αξιολόγηση πρόβλεψης κινδύνου και συμπεριφοράς πυρκαγιών για τη...
Επιχειρησιακή αξιολόγηση πρόβλεψης κινδύνου και συμπεριφοράς πυρκαγιών για τη...Επιχειρησιακή αξιολόγηση πρόβλεψης κινδύνου και συμπεριφοράς πυρκαγιών για τη...
Επιχειρησιακή αξιολόγηση πρόβλεψης κινδύνου και συμπεριφοράς πυρκαγιών για τη...Vasilis Kleidaras
 
μεσοπροθεσμο 2013 2016
μεσοπροθεσμο 2013 2016μεσοπροθεσμο 2013 2016
μεσοπροθεσμο 2013 2016ΟΤΟΕ
 
ΙΝΕ ΓΣΕΕ - Ετήσια Έκθεση 2017
ΙΝΕ ΓΣΕΕ - Ετήσια Έκθεση 2017ΙΝΕ ΓΣΕΕ - Ετήσια Έκθεση 2017
ΙΝΕ ΓΣΕΕ - Ετήσια Έκθεση 2017ΟΤΟΕ
 
Teliki Egkyklios Kallikrati 2
Teliki Egkyklios Kallikrati 2Teliki Egkyklios Kallikrati 2
Teliki Egkyklios Kallikrati 2Piazza del Popolo
 
H ελληνικη οικονομια και η απασχόληση - ΙΝΕΓΣΕΕ 2011
H ελληνικη οικονομια και η απασχόληση - ΙΝΕΓΣΕΕ 2011H ελληνικη οικονομια και η απασχόληση - ΙΝΕΓΣΕΕ 2011
H ελληνικη οικονομια και η απασχόληση - ΙΝΕΓΣΕΕ 2011ΟΤΟΕ
 
Entypo dilosis protimisis_dnton_2011
Entypo dilosis protimisis_dnton_2011Entypo dilosis protimisis_dnton_2011
Entypo dilosis protimisis_dnton_2011k_zogopoulos
 
Βασικές Αρχές Κοινωνικών Επιστημών
Βασικές Αρχές Κοινωνικών ΕπιστημώνΒασικές Αρχές Κοινωνικών Επιστημών
Βασικές Αρχές Κοινωνικών ΕπιστημώνGeorgia Kazakou
 
Αρχές Κοινωνικών Επιστημών (Β΄Λυκείου-Ανθρωπιστικές Σπουδές)
Αρχές Κοινωνικών Επιστημών (Β΄Λυκείου-Ανθρωπιστικές Σπουδές)Αρχές Κοινωνικών Επιστημών (Β΄Λυκείου-Ανθρωπιστικές Σπουδές)
Αρχές Κοινωνικών Επιστημών (Β΄Λυκείου-Ανθρωπιστικές Σπουδές)Αντιγόνη Κριπαροπούλου
 
Πρωταγόρας, κριτήρια ΚΕΕ
Πρωταγόρας, κριτήρια ΚΕΕΠρωταγόρας, κριτήρια ΚΕΕ
Πρωταγόρας, κριτήρια ΚΕΕgina zaza
 
Μέρος Β' - Κεφάλαιο Δ': Πέντε νεκροί στο μέτωπο της μαθητικής διαμαρτυρίας - ...
Μέρος Β' - Κεφάλαιο Δ': Πέντε νεκροί στο μέτωπο της μαθητικής διαμαρτυρίας - ...Μέρος Β' - Κεφάλαιο Δ': Πέντε νεκροί στο μέτωπο της μαθητικής διαμαρτυρίας - ...
Μέρος Β' - Κεφάλαιο Δ': Πέντε νεκροί στο μέτωπο της μαθητικής διαμαρτυρίας - ...Dimitris Sklavenitis
 
Οδηγός Εργασιακών Δικαιωμάτων 2010 - ΓΣΕΕ
Οδηγός Εργασιακών Δικαιωμάτων 2010 - ΓΣΕΕΟδηγός Εργασιακών Δικαιωμάτων 2010 - ΓΣΕΕ
Οδηγός Εργασιακών Δικαιωμάτων 2010 - ΓΣΕΕSyllogos Ergazomenon Ellhnikhs Trapezas
 
Ευρωπαϊκή Έρευνα για το φαινόμενο του Σχολικού Εκφοβισμού
Ευρωπαϊκή Έρευνα για το φαινόμενο του Σχολικού ΕκφοβισμούΕυρωπαϊκή Έρευνα για το φαινόμενο του Σχολικού Εκφοβισμού
Ευρωπαϊκή Έρευνα για το φαινόμενο του Σχολικού ΕκφοβισμούNickos Nickolopoulos
 

Similar to Geniko poiniko dikaio (20)

Mesoprothesmo id27300650
Mesoprothesmo id27300650Mesoprothesmo id27300650
Mesoprothesmo id27300650
 
Επιχειρησιακή αξιολόγηση πρόβλεψης κινδύνου και συμπεριφοράς πυρκαγιών για τη...
Επιχειρησιακή αξιολόγηση πρόβλεψης κινδύνου και συμπεριφοράς πυρκαγιών για τη...Επιχειρησιακή αξιολόγηση πρόβλεψης κινδύνου και συμπεριφοράς πυρκαγιών για τη...
Επιχειρησιακή αξιολόγηση πρόβλεψης κινδύνου και συμπεριφοράς πυρκαγιών για τη...
 
μεσοπροθεσμο 2013 2016
μεσοπροθεσμο 2013 2016μεσοπροθεσμο 2013 2016
μεσοπροθεσμο 2013 2016
 
ΙΝΕ ΓΣΕΕ - Ετήσια Έκθεση 2017
ΙΝΕ ΓΣΕΕ - Ετήσια Έκθεση 2017ΙΝΕ ΓΣΕΕ - Ετήσια Έκθεση 2017
ΙΝΕ ΓΣΕΕ - Ετήσια Έκθεση 2017
 
Metra2
Metra2Metra2
Metra2
 
Teliki Egkyklios Kallikrati 2
Teliki Egkyklios Kallikrati 2Teliki Egkyklios Kallikrati 2
Teliki Egkyklios Kallikrati 2
 
H ελληνικη οικονομια και η απασχόληση - ΙΝΕΓΣΕΕ 2011
H ελληνικη οικονομια και η απασχόληση - ΙΝΕΓΣΕΕ 2011H ελληνικη οικονομια και η απασχόληση - ΙΝΕΓΣΕΕ 2011
H ελληνικη οικονομια και η απασχόληση - ΙΝΕΓΣΕΕ 2011
 
Η ελληνική οικονομία και απασχόληση
Η ελληνική οικονομία και απασχόλησηΗ ελληνική οικονομία και απασχόληση
Η ελληνική οικονομία και απασχόληση
 
Diaxeirisi seismou2018-19
Diaxeirisi seismou2018-19Diaxeirisi seismou2018-19
Diaxeirisi seismou2018-19
 
Entypo dilosis protimisis_dnton_2011
Entypo dilosis protimisis_dnton_2011Entypo dilosis protimisis_dnton_2011
Entypo dilosis protimisis_dnton_2011
 
Βασικές Αρχές Κοινωνικών Επιστημών
Βασικές Αρχές Κοινωνικών ΕπιστημώνΒασικές Αρχές Κοινωνικών Επιστημών
Βασικές Αρχές Κοινωνικών Επιστημών
 
Βασικές Αρχές Κοινωνικών Επιστημών - Β' τάξη ΓΕΛ
Βασικές Αρχές Κοινωνικών Επιστημών - Β' τάξη ΓΕΛΒασικές Αρχές Κοινωνικών Επιστημών - Β' τάξη ΓΕΛ
Βασικές Αρχές Κοινωνικών Επιστημών - Β' τάξη ΓΕΛ
 
Αρχές Κοινωνικών Επιστημών (Β΄Λυκείου-Ανθρωπιστικές Σπουδές)
Αρχές Κοινωνικών Επιστημών (Β΄Λυκείου-Ανθρωπιστικές Σπουδές)Αρχές Κοινωνικών Επιστημών (Β΄Λυκείου-Ανθρωπιστικές Σπουδές)
Αρχές Κοινωνικών Επιστημών (Β΄Λυκείου-Ανθρωπιστικές Σπουδές)
 
Generic manual FOR EBETH
Generic manual FOR EBETHGeneric manual FOR EBETH
Generic manual FOR EBETH
 
MnimonioDiaxeirisisKatstrofwn2023-2024.doc
MnimonioDiaxeirisisKatstrofwn2023-2024.docMnimonioDiaxeirisisKatstrofwn2023-2024.doc
MnimonioDiaxeirisisKatstrofwn2023-2024.doc
 
Πρωταγόρας, κριτήρια ΚΕΕ
Πρωταγόρας, κριτήρια ΚΕΕΠρωταγόρας, κριτήρια ΚΕΕ
Πρωταγόρας, κριτήρια ΚΕΕ
 
Ανάπλαση περιοχών εξορύξεων
Ανάπλαση περιοχών εξορύξεωνΑνάπλαση περιοχών εξορύξεων
Ανάπλαση περιοχών εξορύξεων
 
Μέρος Β' - Κεφάλαιο Δ': Πέντε νεκροί στο μέτωπο της μαθητικής διαμαρτυρίας - ...
Μέρος Β' - Κεφάλαιο Δ': Πέντε νεκροί στο μέτωπο της μαθητικής διαμαρτυρίας - ...Μέρος Β' - Κεφάλαιο Δ': Πέντε νεκροί στο μέτωπο της μαθητικής διαμαρτυρίας - ...
Μέρος Β' - Κεφάλαιο Δ': Πέντε νεκροί στο μέτωπο της μαθητικής διαμαρτυρίας - ...
 
Οδηγός Εργασιακών Δικαιωμάτων 2010 - ΓΣΕΕ
Οδηγός Εργασιακών Δικαιωμάτων 2010 - ΓΣΕΕΟδηγός Εργασιακών Δικαιωμάτων 2010 - ΓΣΕΕ
Οδηγός Εργασιακών Δικαιωμάτων 2010 - ΓΣΕΕ
 
Ευρωπαϊκή Έρευνα για το φαινόμενο του Σχολικού Εκφοβισμού
Ευρωπαϊκή Έρευνα για το φαινόμενο του Σχολικού ΕκφοβισμούΕυρωπαϊκή Έρευνα για το φαινόμενο του Σχολικού Εκφοβισμού
Ευρωπαϊκή Έρευνα για το φαινόμενο του Σχολικού Εκφοβισμού
 

Recently uploaded

Μαθητικές καταλήψεις
Μαθητικές                                  καταλήψειςΜαθητικές                                  καταλήψεις
Μαθητικές καταλήψειςDimitra Mylonaki
 
EKSETASTEA KAI DIDAKTEA YLH G TAKSHS GENIKOY LYKEIOY
EKSETASTEA KAI DIDAKTEA YLH G TAKSHS GENIKOY LYKEIOYEKSETASTEA KAI DIDAKTEA YLH G TAKSHS GENIKOY LYKEIOY
EKSETASTEA KAI DIDAKTEA YLH G TAKSHS GENIKOY LYKEIOYssuser369a35
 
ΙΣΤΟΡΙΑ Α' ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ : ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΕΡΟΣ 2ο
ΙΣΤΟΡΙΑ Α' ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ : ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΕΡΟΣ 2οΙΣΤΟΡΙΑ Α' ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ : ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΕΡΟΣ 2ο
ΙΣΤΟΡΙΑ Α' ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ : ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΕΡΟΣ 2οΧρύσα Παπακωνσταντίνου
 
Πασχαλινές λαμπάδες από τη Δ΄ τάξη του σχολείου μας.pptx
Πασχαλινές λαμπάδες από τη Δ΄ τάξη του σχολείου μας.pptxΠασχαλινές λαμπάδες από τη Δ΄ τάξη του σχολείου μας.pptx
Πασχαλινές λαμπάδες από τη Δ΄ τάξη του σχολείου μας.pptx36dimperist
 
Πασχαλινές Λαμπάδες από ΣΤ τάξη του σχολείου μας.pptx
Πασχαλινές Λαμπάδες από ΣΤ τάξη του σχολείου μας.pptxΠασχαλινές Λαμπάδες από ΣΤ τάξη του σχολείου μας.pptx
Πασχαλινές Λαμπάδες από ΣΤ τάξη του σχολείου μας.pptx36dimperist
 
Γιορτή της μητέρας-Φύλλα εργασιών για όλες τις τάξεις
Γιορτή της μητέρας-Φύλλα εργασιών για όλες τις τάξειςΓιορτή της μητέρας-Φύλλα εργασιών για όλες τις τάξεις
Γιορτή της μητέρας-Φύλλα εργασιών για όλες τις τάξειςΟΛΓΑ ΤΣΕΧΕΛΙΔΟΥ
 
Επίσκεψη στο 12ο Γυμνάσιο Πάτρας
Επίσκεψη          στο 12ο Γυμνάσιο ΠάτραςΕπίσκεψη          στο 12ο Γυμνάσιο Πάτρας
Επίσκεψη στο 12ο Γυμνάσιο ΠάτραςDimitra Mylonaki
 
Η Κινέζικη Αστρολογία - Ημερολόγιο - Ζώδια.docx
Η Κινέζικη Αστρολογία - Ημερολόγιο - Ζώδια.docxΗ Κινέζικη Αστρολογία - Ημερολόγιο - Ζώδια.docx
Η Κινέζικη Αστρολογία - Ημερολόγιο - Ζώδια.docxeucharis
 
Σουρεαλιστικά ταξίδια μέσα από την τέχνη
Σουρεαλιστικά ταξίδια μέσα από την τέχνηΣουρεαλιστικά ταξίδια μέσα από την τέχνη
Σουρεαλιστικά ταξίδια μέσα από την τέχνηTheodora Chandrinou
 
Πασχαλινά αυγά από τη Β΄ τάξη του σχολείου μας.pptx
Πασχαλινά αυγά από τη Β΄ τάξη του σχολείου μας.pptxΠασχαλινά αυγά από τη Β΄ τάξη του σχολείου μας.pptx
Πασχαλινά αυγά από τη Β΄ τάξη του σχολείου μας.pptx36dimperist
 
Επίσκεψη στο 11ο Γυμνάσιο Πάτρας
Επίσκεψη              στο 11ο Γυμνάσιο ΠάτραςΕπίσκεψη              στο 11ο Γυμνάσιο Πάτρας
Επίσκεψη στο 11ο Γυμνάσιο ΠάτραςDimitra Mylonaki
 
Η ΑΔΙΚΕΙΑ ΤΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΑΣΕΠ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ 2008
Η ΑΔΙΚΕΙΑ ΤΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΑΣΕΠ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ  2008Η ΑΔΙΚΕΙΑ ΤΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΑΣΕΠ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ  2008
Η ΑΔΙΚΕΙΑ ΤΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΑΣΕΠ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ 2008Θεόδωρος Μαραγκούλας
 
2η Διεθνική Συνάντηση μαθητών και καθηγητών στο Σαλέρνο της Ιταλίας
2η Διεθνική Συνάντηση μαθητών και καθηγητών στο Σαλέρνο της Ιταλίας2η Διεθνική Συνάντηση μαθητών και καθηγητών στο Σαλέρνο της Ιταλίας
2η Διεθνική Συνάντηση μαθητών και καθηγητών στο Σαλέρνο της ΙταλίαςKonstantina Katirtzi
 
Επίσκεψη στο 10ο Γυμνάσιο Πάτρας
Επίσκεψη          στο 10ο Γυμνάσιο ΠάτραςΕπίσκεψη          στο 10ο Γυμνάσιο Πάτρας
Επίσκεψη στο 10ο Γυμνάσιο ΠάτραςDimitra Mylonaki
 
Μια νύχτα σε κατάστημα παιχνιδιώνΚΕΙΜΕΝΑ
Μια νύχτα σε κατάστημα παιχνιδιώνΚΕΙΜΕΝΑΜια νύχτα σε κατάστημα παιχνιδιώνΚΕΙΜΕΝΑ
Μια νύχτα σε κατάστημα παιχνιδιώνΚΕΙΜΕΝΑDimitra Mylonaki
 
5ο Κεφάλαιο - Το Λογισμικό του Υπολογιστή.pptx
5ο Κεφάλαιο - Το Λογισμικό του Υπολογιστή.pptx5ο Κεφάλαιο - Το Λογισμικό του Υπολογιστή.pptx
5ο Κεφάλαιο - Το Λογισμικό του Υπολογιστή.pptxAthina Tziaki
 

Recently uploaded (18)

Μαθητικές καταλήψεις
Μαθητικές                                  καταλήψειςΜαθητικές                                  καταλήψεις
Μαθητικές καταλήψεις
 
EKSETASTEA KAI DIDAKTEA YLH G TAKSHS GENIKOY LYKEIOY
EKSETASTEA KAI DIDAKTEA YLH G TAKSHS GENIKOY LYKEIOYEKSETASTEA KAI DIDAKTEA YLH G TAKSHS GENIKOY LYKEIOY
EKSETASTEA KAI DIDAKTEA YLH G TAKSHS GENIKOY LYKEIOY
 
ΙΣΤΟΡΙΑ Α' ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ : ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΕΡΟΣ 2ο
ΙΣΤΟΡΙΑ Α' ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ : ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΕΡΟΣ 2οΙΣΤΟΡΙΑ Α' ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ : ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΕΡΟΣ 2ο
ΙΣΤΟΡΙΑ Α' ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ : ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΕΡΟΣ 2ο
 
ΙΣΤΟΡΙΑ Α΄ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ : ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ 2024
ΙΣΤΟΡΙΑ Α΄ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ  : ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ 2024ΙΣΤΟΡΙΑ Α΄ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ  : ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ 2024
ΙΣΤΟΡΙΑ Α΄ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ : ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ 2024
 
Πασχαλινές λαμπάδες από τη Δ΄ τάξη του σχολείου μας.pptx
Πασχαλινές λαμπάδες από τη Δ΄ τάξη του σχολείου μας.pptxΠασχαλινές λαμπάδες από τη Δ΄ τάξη του σχολείου μας.pptx
Πασχαλινές λαμπάδες από τη Δ΄ τάξη του σχολείου μας.pptx
 
Πασχαλινές Λαμπάδες από ΣΤ τάξη του σχολείου μας.pptx
Πασχαλινές Λαμπάδες από ΣΤ τάξη του σχολείου μας.pptxΠασχαλινές Λαμπάδες από ΣΤ τάξη του σχολείου μας.pptx
Πασχαλινές Λαμπάδες από ΣΤ τάξη του σχολείου μας.pptx
 
Γιορτή της μητέρας-Φύλλα εργασιών για όλες τις τάξεις
Γιορτή της μητέρας-Φύλλα εργασιών για όλες τις τάξειςΓιορτή της μητέρας-Φύλλα εργασιών για όλες τις τάξεις
Γιορτή της μητέρας-Φύλλα εργασιών για όλες τις τάξεις
 
Επίσκεψη στο 12ο Γυμνάσιο Πάτρας
Επίσκεψη          στο 12ο Γυμνάσιο ΠάτραςΕπίσκεψη          στο 12ο Γυμνάσιο Πάτρας
Επίσκεψη στο 12ο Γυμνάσιο Πάτρας
 
Η Κινέζικη Αστρολογία - Ημερολόγιο - Ζώδια.docx
Η Κινέζικη Αστρολογία - Ημερολόγιο - Ζώδια.docxΗ Κινέζικη Αστρολογία - Ημερολόγιο - Ζώδια.docx
Η Κινέζικη Αστρολογία - Ημερολόγιο - Ζώδια.docx
 
Σουρεαλιστικά ταξίδια μέσα από την τέχνη
Σουρεαλιστικά ταξίδια μέσα από την τέχνηΣουρεαλιστικά ταξίδια μέσα από την τέχνη
Σουρεαλιστικά ταξίδια μέσα από την τέχνη
 
Πασχαλινά αυγά από τη Β΄ τάξη του σχολείου μας.pptx
Πασχαλινά αυγά από τη Β΄ τάξη του σχολείου μας.pptxΠασχαλινά αυγά από τη Β΄ τάξη του σχολείου μας.pptx
Πασχαλινά αυγά από τη Β΄ τάξη του σχολείου μας.pptx
 
Επίσκεψη στο 11ο Γυμνάσιο Πάτρας
Επίσκεψη              στο 11ο Γυμνάσιο ΠάτραςΕπίσκεψη              στο 11ο Γυμνάσιο Πάτρας
Επίσκεψη στο 11ο Γυμνάσιο Πάτρας
 
ΙΣΤΟΡΙΑ Γ΄ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ : ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ 2024
ΙΣΤΟΡΙΑ Γ΄ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ : ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ 2024ΙΣΤΟΡΙΑ Γ΄ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ : ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ 2024
ΙΣΤΟΡΙΑ Γ΄ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ : ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ 2024
 
Η ΑΔΙΚΕΙΑ ΤΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΑΣΕΠ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ 2008
Η ΑΔΙΚΕΙΑ ΤΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΑΣΕΠ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ  2008Η ΑΔΙΚΕΙΑ ΤΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΑΣΕΠ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ  2008
Η ΑΔΙΚΕΙΑ ΤΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΑΣΕΠ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ 2008
 
2η Διεθνική Συνάντηση μαθητών και καθηγητών στο Σαλέρνο της Ιταλίας
2η Διεθνική Συνάντηση μαθητών και καθηγητών στο Σαλέρνο της Ιταλίας2η Διεθνική Συνάντηση μαθητών και καθηγητών στο Σαλέρνο της Ιταλίας
2η Διεθνική Συνάντηση μαθητών και καθηγητών στο Σαλέρνο της Ιταλίας
 
Επίσκεψη στο 10ο Γυμνάσιο Πάτρας
Επίσκεψη          στο 10ο Γυμνάσιο ΠάτραςΕπίσκεψη          στο 10ο Γυμνάσιο Πάτρας
Επίσκεψη στο 10ο Γυμνάσιο Πάτρας
 
Μια νύχτα σε κατάστημα παιχνιδιώνΚΕΙΜΕΝΑ
Μια νύχτα σε κατάστημα παιχνιδιώνΚΕΙΜΕΝΑΜια νύχτα σε κατάστημα παιχνιδιώνΚΕΙΜΕΝΑ
Μια νύχτα σε κατάστημα παιχνιδιώνΚΕΙΜΕΝΑ
 
5ο Κεφάλαιο - Το Λογισμικό του Υπολογιστή.pptx
5ο Κεφάλαιο - Το Λογισμικό του Υπολογιστή.pptx5ο Κεφάλαιο - Το Λογισμικό του Υπολογιστή.pptx
5ο Κεφάλαιο - Το Λογισμικό του Υπολογιστή.pptx
 

Geniko poiniko dikaio

  • 1. Ακαδημαϊκό Έτος 2015-2016 ΢ύνταξη - Επιμέλεια : Λίνα Μυλωνά ΥΡΟΝΣΙ΢ΣΗΡΙΑΚΕ΢ ΢ΗΜΕΙΩ΢ΕΙ΢ ΢ΣΟ ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
  • 2. Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ 2 Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα Πίνακας περιεχομένων Εισαγωγικό σημείωμα................................................................................................................................ 6 Η ΑΞΙΟΠΟΙΝΗ ΠΡΑΞΗ............................................................................................................................. 7 Γενικά......................................................................................................................................................... 7 Άρθρο 1 ΠΚ – Καμιά ποινή χωρίς νόμο ........................................................................................... 7 Άρθρο 14 ΠΚ – Έννοια της αξιόποινης πράξης .............................................................................. 7 Άρθρο 14 παρ. 1 ΠΚ – Η θετική ενέργεια ως ανθρώπινη συμπεριφορά.................................. 9 Άρθρο 14 παρ. 2 ΠΚ – Η παράλειψη ως ανθρώπινη συμπεριφορά........................................ 11 Άρθρο 15 ΠΚ – Έγκλημα που τελείται με παράλειψη................................................................ 12 Νομική επεξεργασία του εγκλήματος.............................................................................................. 13 Η ΕΙΔΙΚΗ ΤΠΟ΢ΣΑ΢Η ΣΟΤ ΕΓΚΛΗΜΑΣΟ΢...................................................................................... 16 Η έννοια της ειδικής υπόστασης....................................................................................................... 16 Η αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος (α.υ.ε.).................................................................... 16 Άρθρο 16 ΠΚ – Σόπος τέλεσης του εγκλήματος ........................................................................... 20 Άρθρο 17 ΠΚ – Φρόνος τέλεσης του εγκλήματος ......................................................................... 21 Η θεωρία του αντικειμενικού καταλογισμού ................................................................................. 22 Η υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος (υ.υ.ε.).................................................................... 26 Άρθρο 26 ΠΚ – Η υπαιτιότητα .......................................................................................................... 31 Άρθρο 27 ΠΚ – Ο δόλος...................................................................................................................... 33 Άρθρο 28 ΠΚ – Αμέλεια...................................................................................................................... 37 ΢υμπερασματικά για την υπαιτιότητα (δόλο ή αμέλεια) ............................................................ 40 Πραγματική πλάνη (άρθρο 30 ΠΚ) ως λόγος άρσης του δόλου................................................ 41 Πλάνη περί την ταυτότητα του προσώπου και περί την ταυτότητα του υλικού αντικειμένου........................................................................................................................................... 43 Ειδικές μορφές υπαιτιότητας............................................................................................................. 43 ΋ταν ο νόμος δεν αναφέρει την υπαιτιότητα (άρθ. 18 & 26 ΠΚ) ............................................. 46 ΔΙΑΚΡΙ΢ΕΙ΢ ΕΓΚΛΗΜΑΣΩΝ .................................................................................................................. 49 Άρθρο 18 ΠΚ – Η τριχοτόμηση των εγκλημάτων.......................................................................... 49 Άρθρο 19 ΠΚ – Ποινικός χαρακτήρας πράξεων που εκδικάστηκαν ....................................... 50 Εγκλήματα ενέργειας και εγκλήματα παράλειψης (άρθρο 15 ΠΚ) (΢Ο΢) ............................. 51 Εγκλήματα αποτελέσματος και εγκλήματα συμπεριφοράς....................................................... 57 Εγκλήματα απλά και εγκλήματα σύνθετα ..................................................................................... 58 Εγκλήματα κοινά και εγκλήματα ιδιαίτερα (άρθρο 49 ΠΚ) ...................................................... 59 Εγκλήματα βλάβης και διακινδύνευσης ........................................................................................ 60
  • 3. Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ 3 Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα Εγκλήματα απλότροπα και εγκλήματα πολύτροπα..................................................................... 62 Εγκλήματα βασικά, εγκληματικές παραλλαγές και ιδιώνυμα εγκλήματα (΢Ο΢)................ 63 Ιδιόχειρα και μη ιδιόχειρα εγκλήματα ........................................................................................... 65 Εγκλήματα διαρκή και εγκλήματα στιγμιαία................................................................................ 66 Η ποινική διερεύνηση ενός εγκλήματος......................................................................................... 69 ΕΚ ΣΟΤ ΑΠΟΣΕΛΕ΢ΜΑΣΟ΢ ΔΙΑΚΡΙΝΟΜΕΝΑ ΕΓΚΛΗΜΑΣΑ...................................................... 70 Άρθρο 29 ΠΚ – Ευθύνη από το αποτέλεσμα (΢Ο΢) ..................................................................... 70 Ο ΑΔΙΚΟ΢ ΦΑΡΑΚΣΗΡΑ΢ ΣΗ΢ ΠΡΑΞΗ΢ ........................................................................................... 74 Η αρνητική κρίση ................................................................................................................................. 74 Λόγοι που αίρουν τον άδικο χαρακτήρα της συμπεριφοράς του δράστη............................... 74 Άρθρο 20 ΠΚ – Εκπλήρωση καθήκοντος ή ενάσκηση δικαιώματος....................................... 75 Άρθρο 21 ΠΚ – Προσταγή................................................................................................................... 76 Άρθρο 22 ΠΚ – Άμυνα......................................................................................................................... 77 Άρθρο 23 ΠΚ – Τπέρβαση της άμυνας ........................................................................................... 82 Άρθρο 24 ΠΚ – Τπαίτια κατάσταση άμυνας.................................................................................. 85 Άρθρο 25 ΠΚ – Κατάσταση ανάγκης που αίρει το άδικο ........................................................... 86 Η σύγκρουση καθηκόντων ως λόγος άρσης του αδίκου............................................................. 90 Η συναίνεση του παθόντος ως λόγος άρσης του αδίκου............................................................. 90 Ειδικοί λόγοι άρσης του αδίκου ....................................................................................................... 91 Η πλάνη στους λόγους άρσης του αδίκου...................................................................................... 94 Πίνακας ασκήσεων για εξάσκηση στο άδικο.................................................................................. 98 Ο ΚΑΣΑΛΟΓΙ΢ΜΟ΢ ΢Ε ΕΝΟΦΗ ΣΟΤ ΔΡΑ΢ΣΗ................................................................................. 99 Σα στοιχεία του καταλογισμού .......................................................................................................... 99 Άρθρο 33 - 36 ΠΚ – Η ικανότητα προς καταλογισμό ως το βουλητικό στοιχείο του καταλογισμού....................................................................................................................................... 100 Άρθρα 31 - 32 ΠΚ (συν άρθ. 23 εδ β ΠΚ) – Σο άλλως δύνασθαι πράττειν ως το δεοντολογικό στοιχείο του καταλογισμού..................................................................................... 102 Νομική πλάνη (άρθρο 31 ΠΚ) στο άλλως δύνασθαι πράττειν ................................................. 105 ΢ύγκριση του άρθ. 32 ΠΚ με την κατάσταση ανάγκης του άρθ. 25 ΠΚ.............................. 106 Σο αρχέγονο δίλημμα της σανίδας του Καρνεάδη ..................................................................... 108 ΕΞΩΣΕΡΙΚΟΙ ΟΡΟΙ ΣΟΤ ΑΞΙΟΠΟΙΝΟΤ........................................................................................... 111 Εισαγωγικές έννοιες ........................................................................................................................... 111 Διατάξεις που περιέχουν εξωτερικούς όρους του αξιοποίνου.................................................. 111 ΣΙΜΩΡΗΣΗ ΑΠΟ ΣΟ ΝΟΜΟ ΠΡΑΞΗ................................................................................................ 113
  • 4. Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ 4 Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα Λόγοι που αποκλείουν το τιμωρητό της πράξης ......................................................................... 113 Η ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΣΟΤ ΕΓΚΛΗΜΑΣΟ΢.................................................................................................... 114 Έννοια και ποινή της απόπειρας (άρθ. 42 παρ. 1 ΠΚ)............................................................. 114 Πότε η απόπειρα τιμωρείται με την κανονική ποινή (άρθ. 42 παρ. 2 ΠΚ) ......................... 118 Πότε η απόπειρα μένει ατιμώρητη (άρθ. 42 παρ. 3 ΠΚ).......................................................... 119 Απολύτως και σχετικώς απρόσφορη απόπειρα (άρθ. 43 παρ. 1 ΠΚ).................................... 119 Απρόσφορη απόπειρα λόγω ευήθειας (άρθ. 43 παρ. 2 ΠΚ) .................................................... 120 Μη πεπερασμένη & πεπερασμένη υπαναχώρηση από την απόπειρα (άρθ. 44 ΠΚ) ........ 121 Η ΢ΤΜΜΕΣΟΦΗ ΢ΣΟ ΕΓΚΛΗΜΑ (ΠΟΛΛΟΙ ΔΡΑ΢ΣΕ΢ ΣΕΛΟΤΝ ΕΝΑ ΕΓΚΛΗΜΑ).............. 126 Άρθρο 48 ΠΚ-Γενική διάταξη.......................................................................................................... 126 ΢υναυτουργός (άρθρο 45 ΠΚ).......................................................................................................... 126 Παραυτουργός ..................................................................................................................................... 129 Έμμεσος αυτουργός ........................................................................................................................... 130 Ηθικός αυτουργός (άρθρο 46 παρ. 1 εδ α ΠΚ).......................................................................... 133 Άμεσος συνεργός (άρθρο 46 παρ. 1 εδ β ΠΚ) ............................................................................. 137 Agent provocateur (άρθρο 46 παρ. 2 ΠΚ)................................................................................... 140 Απλός συνεργός (άρθρο 47 ΠΚ) ...................................................................................................... 141 Άρθρο 49 ΠΚ – ΢υμμετοχή στα μη γνήσια ιδιαίτερα εγκλήματα........................................... 142 Πρακτικά συμμετοχής για εξάσκηση............................................................................................. 143 Η ΢ΤΡΡΟΗ ΢ΣΟ ΕΓΚΛΗΜΑ (ΤΠΑΡΞΗ ΠΛΕΙΟΝΩΝ ΕΓΚΛΗΜΑΣΩΝ)....................................... 151 Διακρίσεις συρροών............................................................................................................................ 151 Άρθρο 94 παρ. 1 ΠΚ – Πραγματική συρροή............................................................................... 152 Άρθρο 94 παρ. 2 ΠΚ – Κατ’ ιδέαν συρροή................................................................................... 153 Αληθινή ή φαινόμενη συρροή;........................................................................................................ 153 Άρθρο 98 ΠΚ – Έγκλημα κατ’ εξακολούθηση............................................................................. 156 Παραδείγματα συρροών .................................................................................................................... 159 ΠΟΙΝΕ΢, ΜΕΣΡΑ Α΢ΥΑΛΕΙΑ΢, ΕΠΙΜΕΣΡΗ΢Η ............................................................................. 161 Ορισμός της ποινής............................................................................................................................ 161 Διακρίσεις των ποινών (άρθ. 51-68 ΠΚ)........................................................................................ 161 Ποινικός χαρακτήρας πράξεων που εκδικάστηκαν (άρθ. 19 ΠΚ).......................................... 163 Μέτρα ασφαλείας (άρθ. 69-72) ....................................................................................................... 164 Λόγοι που οδηγούν σε μείωση ποινής κατά άρθ. 83 ΠΚ.......................................................... 164 ΠΑΡΑΡΣΗΜΑ ........................................................................................................................................... 165 Διάγραμμα επίλυσης του εγκλήματος........................................................................................... 165
  • 5. Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ 5 Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα Περιπτώσεις εγκλημάτων και αξιόποινο αυτών........................................................................... 166
  • 6. Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ 6 Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα Εισαγωγικό σημείωμα Το παρόν ςφγγραμμα αποτελεί καταγραφι ςθμειϊςεων ςε φροντιςτθριακό μάκθμα για το Γενικό Ποινικό Δίκαιο εμπλουτιςμζνο ςε κάποιεσ περιπτϊςεισ και με τισ γραπτζσ υπενκυμίςεισ του κακθγθτι ςε οριςμζνα ςθμαντικά κομμάτια τθσ φλθσ. Γράφτθκε ςτο πλαίςιο των κατατακτθρίων εξετάςεων Νομικισ Ακθνϊν για το ακαδθμαϊκό ζτοσ 2015-2016 και ενδζχεται να περιζχει λάκθ αλλά και παραλείψεισ, όμωσ δεν παφει να είναι ζνα εξαιρετικό βοικθμα ςτθν κατανόθςθ τθσ φλθσ του Γενικοφ Ποινικοφ Δικαίου είτε από υποψθφίουσ φοιτθτζσ νομικισ είτε από φοιτθτζσ νομικϊν ςχολϊν είτε και από απλοφσ ιδιϊτεσ που ενδιαφζρονται να διευρφνουν τουσ ορίηοντζσ τουσ. Καλι μελζτθ! Μυλωνά Λίνα mylonalin@yahoo.gr
  • 7. Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ 7 Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα Η ΑΞΙΟΠΟΙΝΗ ΠΡΑΞΗ Γενικά ΢το δεύτερο μέρος του ΠΚ (άρθ. 14-41) περιέχονται διατάξεις που καθορίζουν τα ειδικότερα χαρακτηριστικά της αξιόποινης πράξης. Πιο συγκεκριμένα, στα άρθρα 14 και 15 παρέχεται ορισμός της αξιόποινης πράξης (εγκλήματος) και στοιχεία του προσδιορισμού του τόπου (άρθ. 16 ΠΚ) και χρόνου (άρθ. 17 ΠΚ) τέλεσης της πράξης, η τριμερής διαίρεση των εγκλημάτων (άρθ. 18-19 ΠΚ), οι λόγοι που αίρουν τον άδικο χαρακτήρα της πράξης (άρθ. 20-25 ΠΚ). ΢τη συνέχεια προσδιορίζεται η έννοια της υπαιτιότητας (άρθ. 26 ΠΚ), ως όρος (θετικός) καταλογισμού της πράξης, ήτοι ο δόλος (άρθ. 27 ΠΚ) και η αμέλεια (άρθ. 28, 29 ΠΚ) και οι όροι (αρνητικοί) που αίρουν τον καταλογισμό (άρθ. 30-35 ΠΚ) ή τον περιορίζουν (άρθ. 36-41 ΠΚ). Άρθρο 1 ΠΚ – Καμιά ποινή χωρίς νόμο Άρθρο 1 ΠΚ Ποινή δεν επιβάλλεται παρά μόνο για τις πράξεις εκείνες για τις οποίες ο νόμος την είχε ρητά ορίσει πριν από την τέλεσή τους. Η λατινική φράση nullum crimen, nulla poena sine lege, που σημαίνει στην ελληνική «κανένα έγκλημα, καμία ποινή χωρίς υφιστάμενο νόμο», αποτελεί τη βασική αρχή που διέπει σήμερα το ΠΔ. Η ιδιαίτερη και σπουδαία σημασία της αρχής αυτής είναι ότι δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί έγκλημα ή ποινή χωρίς προηγουμένως να υφίσταται νόμος που να προσδιορίζει τόσο τη συγκεκριμένη πράξη ως έγκλημα, όσο και την επαπειλούμενη σ’ αυτό ποινή. ΢ημειώνεται ότι η αρχή nullum crimen, nulla poena sine lege περιέχεται ως έννοια και στο άρθ. 7 παρ. 1 του ισχύοντος ΢υντάγματος (όπως και στο ΢ύνταγμα του 1952), όπου ορίζεται: «Έγκλημα δεν υπάρχει ούτε ποινή επιβάλλεται χωρίς νόμο που να ισχύει πριν από την τέλεση της πράξης και να ορίζει τα στοιχεία της». Άρθρο 14 ΠΚ – Έννοια της αξιόποινης πράξης Άρθρο 14 ΠΚ 1. Έγκλημα είναι πράξη άδικη και καταλογιστή στο δράστη της, η οποία τιμωρείται από το νόμο. 2. Στις διατάξεις των ποινικών νόμων ο όρος «πράξη» περιλαμβάνει και τις παραλείψεις.
  • 8. Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ 8 Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα ΢ύμφωνα με το άρθ. 14 ΠΚ το έγκλημα τελείται όχι μόνο με ενέργεια του δράστη (άρθ. 14 παρ. 1 ΠΚ) αλλά και με παράλειψη ενέργειάς του (άρθ. 14 παρ. 2 ΠΚ). Σο έγκλημα όπως διαρθρώνεται στα άρθρα 14 και 15 του ΠΚ και αναπτύσσεται στα άρθρα 20 έως 25 του ΠΚ είναι πράξη, άδικη και καταλογιστή στο δράστη της, η οποία τιμωρείται από το νόμο. Η πράξη υπό τις προϋποθέσεις της παρ. 2 του άρθ. 14 ΠΚ μπορεί να λογιστεί και ως παράλειψη. Έγκλημα λοιπόν είναι μια πράξη η οποία πληροί την ειδική υπόσταση ενός εγκλήματος, άδικη και καταλογιστή, για την οποία ο νόμος απειλεί ποινή. Η δόμθςθ του εγκλιματοσ: Νομοθετική πρόβλεψη: 14ΠΚ «τιμωρείται από το νόμο». Περιγραφή εγκληματικής συμπεριφοράς στο νόμο: Ειδική Τπόσταση ή ποινική υπόσταση ή νομοτυπική συμπεριφορά. Η ειδική υπόσταση χωρίζεται σε 2 τμήματα: (α) ΑΝΣΙΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΤΠΟ΢ΣΑ΢Η: περιγραφή της συμπεριφοράς κατά τα αντικειμενικά της στοιχεία (β) ΤΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΤΠΟ΢ΣΑ΢Η: περιγραφή συμπεριφοράς ως προς τα υποκειμενικά της στοιχεία. Το ζγκλθμα τελείται: Είτε με παράλειψθ (14 παρ.2 ΠΚ) Είτε με ενζργεια (14 παρ.1 ΠΚ) Πράξθ Άδικθ Καταλογιςτι Αξιόποινθ Οριςμόσ εγκλιματοσ
  • 9. Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ 9 Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα (α) Ειδική υπόσταση (πράξη πληρούσα ειδική υπόσταση εγκλήματος) (β) Άδικο ( μη συνδρομή λόγου άρσεως του αδίκου ) (γ) Καταλογισμός σε ενοχή α. Ο Α παίρνει κρυφά τη μηχανή του Β, για να τραβήξει φωτογραφίες σε κυριακάτικη εκδρομή, με σκοπό να του την επιστρέψει (πράξη μη πληρούσα την ειδική υπόσταση εγκλήματος, λείπει ο σκοπός ιδιοποίησης του πράγματος και γι’ αυτό ούτε καταρχήν άδικη πράξη). β. Ο Α βλέπει το σπίτι του γείτονα Β να φλέγεται. ΢πάει την πόρτα και σώζει το βρέφος του γείτονα Β (πράξη πληρούσα μεν την ειδική υπόσταση εγκλήματος, δηλαδή καταρχήν άδικη, αλλά όχι τελειωτικά άδικη, αφού υπάρχει λόγος άρσης του άδικου: κατάσταση ανάγκης – 25 ΠΚ). γ. Ο Α πάσχει από βαρεία ψύχωση και σε έξαρση της ασθενείας του σκοτώνει τον Β (πράξη άδικη, αλλά μη καταλογιστή λόγω ανικανότητας προς καταλογισμό – 34 ΠΚ). Άρθρο 14 παρ. 1 ΠΚ – Η θετική ενέργεια ως ανθρώπινη συμπεριφορά Σο ΠΔ είναι κομμάτι του δημοσίου δικαίου, βασική αρχή του οποίου είναι η ελευθερία των πολιτών, που μπορούν να πράττουν τα πάντα, εκτός αν κάτι απαγορεύεται. Για το λόγο αυτό το ΠΔ με τις διατάξεις του απαγορεύει κάποιες συμπεριφορές. Έναν κανόνα δικαίου, ο οποίος απαγορεύει μία συμπεριφορά μπορεί κάποιος να τον παραβιάσει με το να κάνει μία ενέργεια και να τελέσει έτσι αυτήν την συμπεριφορά. Για αυτό και η βασική συμπεριφορά η οποία καταρχήν έχει ποινικό ενδιαφέρον είναι η πράξη (=μια ανθρώπινη συμπεριφορά), η θετική ενέργεια, τα δε σχετικά εγκλήματα καλούνται εγκλήματα ενέργειας. Όμως, δεν αποτελούν πράξεις τα ακόλουθα: 1. Υυσικά γεγονότα (Π.χ. κεραυνός ) – «πράξεις» ζώων. Εξαίρεση: αν τα φυσικά γεγονότα ή οι «πράξεις» των ζώων αποδίδονται σε ανθρώπινη συμπεριφορά Π.χ. (α) ο Α Δεν ςυντρζχει λόγοσ άρςθσ αδίκου Καταλογιςμόσ ςε ενοχι Πλθροφται θ αντικειμενικι υπόςταςθ
  • 10. Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ 10 Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα δεν εμποδίζει τον ανήλικο υιό του Β να υψώσει χαρταετό μία βροχερή ημέρα, με αποτέλεσμα ο ανήλικος Β να κτυπηθεί από κεραυνό, (β) ο Α εξερεθίζει τον άγριο σκύλο του εναντίον του Β, ο σκύλος δαγκώνει τον Β. 2. ΢κέψεις – συναισθήματα – απόψεις: Cogitationis poenam nemo patitur (ουδεμία ποινή για τη σκέψη). Η εξωτερίκευση των σκέψεων μπορεί να συνιστά πράξη (Π.χ. νόμος περί φυλετικών διακρίσεων). 3. Vis absoluta (ακαταμάχητη βία). Π.χ. ο Α ωθεί τον Β και αυτός πέφτει πάνω στον Γ, ο οποίος τραυματίζεται. Ο Β δεν πράττει, αποκλείεται ο σχηματισμός βούλησης (Vis absoluta-ακαταμάχητη βία). Διαφέρει όμως από την (vis compulsiva-ψυχολογική βία). Π.χ. ο Α με την απειλή όπλου αναγκάζει τον Β να σκοτώσει τον Γ. Ο Β πράττει, η ενέργεια του Α απευθύνεται ακριβώς στη συνείδηση του Β, την οποία επιχειρεί να επηρεάσει. 4. Απάλειψη συνειδήσεως (ύπνος, λιποθυμία κλπ). Δεν υπάρχει πράξη. Τπάρχει όμως δυνατότητα ποινικής ευθύνης σε κάποιες περιπτώσεις για αμέλεια του εγχειρήματος (Π.χ. ο οδηγός Α κοιμάται στο τιμόνι και προκαλεί ατύχημα). 5. Ανακλαστικές κινήσεις (φτάρνισμα, κλείσιμο βλεφάρων, τίναγμα από ηλεκτρικό ρεύμα). 6. Άλλες περιπτώσεις (παράλειψη χωρίς ιδιαίτερη νομική υποχρέωση και χωρίς ύπαρξη γνησίου εγκλήματος παραλείψεως - Π.χ. ο Α κλέβει τη Β, ο διαβάτης Δ δεν κάνει τίποτα). Κατά το ποινικό δίκαιο η στάση του Δ δεν συνιστά καν πράξη. ΢υνεπώς, αν έχουμε πράξη (ή παράλειψη βλ. 14 παρ. 2 ΠΚ) ποινικώς ενδιαφέρουσα, το πρώτο στοιχείο της έρευνας για το αν υφίσταται ποινική ευθύνη, είναι η αντικειμενική υπόσταση. Πράξεισ ηϊων Σκζψεισ – ςυναιςκιματα - απόψεισ Ακαταμάχθτθ βία Ανακλαςτικζσ κινιςεισ, απάλειψθ ςυνείδθςθσ Δεν είναι πράξεισ
  • 11. Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ 11 Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα Άρθρο 14 παρ. 2 ΠΚ – Η παράλειψη ως ανθρώπινη συμπεριφορά Τπάρχουν περιπτώσεις που το ΠΔ επιβάλλει κάποιες συμπεριφορές. ΋ταν λοιπόν μία διάταξη επιβάλλει μία συμπεριφορά, ο μόνος τρόπος για να την παραβιάσει κάποιος είναι να τελέσει αυτό που η διάταξη απαιτεί, επομένως με παράλειψη. Οι προϋποθέσεις για να αποκτήσει η παράλειψη ποινικό ενδιαφέρον είναι:  να είναι κοινωνικώς και νομικώς επιβεβλημένο στο δράστη να ενεργήσει, να υπάρχει δηλαδή ανάγκη ενέργειας  ο δράστης να έχει αντιληφθεί την κατάσταση, που απαιτεί την ενέργειά του, να έχει δηλαδή γνώση της ανάγκης ενέργειας. Η γνώση θα πρέπει να υφίσταται κατά το χρόνο της παραλείψεως, αλλά μπορεί να αφορά και τη γνώση ότι στο μέλλον θα γεννηθεί υποχρέωση Π.χ. τη νοσοκόμα Ν την «παίρνει ο ύπνος» και δεν χορηγεί το φάρμακο στον Γ. Ο Γ πεθαίνει επειδή η Ν παράλειψε να βάλει ξυπνητήρι. Παρόλο που όταν έπρεπε να ενεργήσει και να χορηγήσει το φάρμακο δεν έπραττε (ύπνος), όταν έπεσε για ύπνο γνώριζε τη μελλοντική της υποχρέωση και  να είναι σε θέση να ενεργήσει, δηλαδή να έχει δυνατότητα (αντικειμενική/υλική) ενέργειας. Σο αν η ενέργεια του δράστη είναι ή όχι επιβεβλημένη διαφαίνεται σε ορισμένες περιπτώσεις από το ίδιο το κείμενο του ΠΝ. Σο στοιχείο αυτό διακρίνει τα εγκλήματα αυτά (εγκλήματα παραλείψεως) σε δύο βασικές κατηγορίες:  Τα γνήσια εγκλήματα παραλείψεως, τα οποία ορίζουν την παράλειψη ως τη μόνη εγκληματική συμπεριφορά, η οποία περιγράφεται επακριβώς στο κείμενο του ΠΝ Π.χ. παράλειψη λύτρωσης από κίνδυνο ζωής (ΠΚ 307).  Τα μη γνήσια εγκλήματα παραλείψεως, (πρόκειται για τη συντριπτική πλειοψηφία), στα οποία δεν αναφέρεται τίποτα για την παράλειψη ως μορφή εγκληματικής συμπεριφοράς, είναι βέβαιο δε ότι μπορούν να τελεστούν και δια παραλείψεως εφόσον είναι εγκλήματα αποτελέσματος. Η υποχρέωση του δράστη στα εγκλήματα αυτά περιγράφεται στο άρθρο 15 ΠΚ. Ανάγκθ ενζργειασ Δυνατότθτα ενζργειασ Γνϊςθ ανάγκθσ ενζργειασ
  • 12. Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ 12 Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα Άρθρο 15 ΠΚ – Έγκλημα που τελείται με παράλειψη Άρθρο 15 ΠΚ Όπου ο νόμος για την ύπαρξη αξιόποινης πράξης απαιτεί να έχει επέλθει ορισμένο αποτέλεσμα, η μη αποτροπή του τιμωρείται όπως η πρόσκλησή του με ενέργεια, αν ο υπαίτιος της παράλειψης είχε ιδιαίτερη νομική υποχρέωση να παρεμποδίσει την επέλευση του αποτελέσματος. ΢ύμφωνα με το άρθρο 15 ΠΚ, ο καθένας υποχρεούται να προβαίνει στην ενέργεια αυτή, ώστε να αποτρέψει ένα αποτέλεσμα εάν και εφόσον είχε την ΙΔΙΑΙΣΕΡΗ ΝΟΜΙΚΗ ΤΠΟΦΡΕΩ΢Η να το κάνει Π.χ. η μητέρα αφήνει εσκεμμένα (με πρόθεση) νηστικό το μικρό παιδί της, για να πεθάνει από ασιτία (το οποίο τελικώς δεν πεθαίνει, διότι γίνεται αντιληπτό από τους γείτονες που το σώζουν). Έχει τελέσει δια παραλείψεως απόπειρα ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως (ΠΚ 42, 299 παρ. 1, 15). Πηγές στις οποίες θεμελιώνεται η ιδιαίτερη νομική υποχρέωση που καθιερώνει την ευθύνη στα μη γνήσια εγκλήματα παραλείψεως είναι τρεις: (α) Ο νόμος όχι κατ’ ανάγκην ο ποινικός νόμος, διότι τότε θα επρόκειτο για γνήσιο έγκλημα παραλείψεως. Άλλοι νόμοι όπως το ΢ύνταγμα, ο ΑΚ κ.λπ. θεσπίζουν τέτοιες υποχρεώσεις Π.χ. το ότι οι γονείς έχουν ιδιαίτερη νομική υποχρέωση να διατρέφουν τα ανήλικα τέκνα τους και να τα προστατεύουν από τους κινδύνους της, ευθυνόμενοι φυσικά δια παραλείψεως αν δεν το κάνουν, προκύπτει από το ίδιο το περιεχόμενο της γονικής μέριμνας, σύμφωνα με τον ΑΚ. (β) Η σύμβαση, κάθε σύμβαση δεν γεννά βεβαίως τέτοιες υποχρεώσεις προς τα συμβαλλόμενα μέρη, μόνο συμβάσεις που έχουν ήδη διανύσει μεγάλο διάστημα ισχύος και έτσι έχουν καταστεί ιδιαίτερης εμπιστοσύνης καθώς και συμβάσεις που από τη φύση τους είναι ιδιαίτερης εμπιστοσύνης επιβάλλουν τέτοιες υποχρεώσεις Π.χ. η σύμβαση του ιατρού Πηγζσ ιδιαίτερησ νομικήσ υποχρζωςησ Προγενζςτερθ επικίνδυνθ ενζργεια Νόμοσ Σφμβαςθ
  • 13. Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ 13 Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα με τον ασθενή, του δικηγόρου με τον εντολέα, του φαρμακοποιού με τον ασθενή κ.λπ. Υυσικά ανάλογε υποχρεώσεις γεννούν και συμβάσεις στις οποίες ο συμβαλλόμενος αναλαμβάνει το ρόλο του εγγυητή από ορισμένους κινδύνους Π.χ. ο ναυαγοσώστης έχει ιδιαίτερη νομική υποχρέωση προς όφελος των λουομένων στην περιοχή της ευθύνης του, η babysitter για το βρέφος που ανέλαβε να προσέχει κ.λπ. (γ) Η προγενέστερη επικίνδυνη ενέργεια, τέτοια μπορεί να είναι μία επικίνδυνη για το έννομο αγαθό ενέργεια του δράστη. ΢τις περισσότερες περιπτώσεις η ενέργεια αυτή θα είναι και άδικη (και μάλιστα τελειωτικά άδικη, ΠΚ 25, δεν προβαίνει σε προγενέστερη ενέργεια ώστε εν συνεχεία να ευθύνεται δια παραλείψεως). Πάντως προγενέστερη επικίνδυνη ενέργεια μπορεί να αποτελέσει ακόμη και μία καθόλα νόμιμη πράξη που απλώς είναι επικίνδυνη, δηλαδή αποτελεί από τη φύση της πηγή κινδύνων Π.χ. ο Υ βάφει με χρώμα τον εξωτερικό τοίχο του σπιτιού του και παραλείπει να τοποθετήσει κάποια σήμανση ή ένα προστατευτικό δίχτυ και προβλέποντας το ενδεχόμενο να προκαλέσει φθορά στους τοίχους της γειτονικής οικίας ή στο ρουχισμό κάποιου αμέτοχου περαστικού, το αποδέχεται. Πιθανότητα ευθύνεται για φθορά ξένης ιδιοκτησίας τελεσθείσα δια παραλείψεως (ΠΚ 381, 15). Νομική επεξεργασία του εγκλήματος ΢ύμφωνα με τα παραπάνω για να υπάρξει λοιπόν έγκλημα πρέπει να συντρέξουν και τα τέσσερα εννοιολογικά στοιχεία: 1. Πράξη 1. Άδικη 2. Καταλογιστή στο δράστη 3. Σιμωρείται από το νόμο = αξιόποινη Προκειμένου να καταλήξουμε στο συμπέρασμα, πως έχει τελεστεί κάποιο έγκλημα, θα πρέπει να ακολουθήσουμε την εξής νομικής επεξεργασία, δηλαδή να ελέγξουμε τα εξής στοιχεία: 1. Ελέγχουμε αν υπάρχει πράξη (άρθ. 14 παρ. 1 ΠΚ) ή παράλειψη (άρθ. 14 παρ. 2 ΠΚ). Σο Ποινικό Δίκαιο είναι δίκαιο της πράξεως. Σιμωρείται κάποιος για ότι έπραξε. ΢κέψεις ή συναισθήματα δεν ενδιαφέρουν τον ποινικό νόμο. Περαιτέρω, πράξη είναι κάθε κίνηση ή αδράνεια του ανθρωπίνου σώματος, αποτελούσα εκδήλωση της συνειδήσεως και δύναται να ελεγχθεί από την ανθρώπινη βούληση. Επομένως: Πράξη είναι μια ανθρώπινη συμπεριφορά. Δεν τιμωρούνται στο ποινικό δίκαιο για παράδειγμα οι αντανακλαστικές κινήσεις Π.χ. πετάω κάποιον σε μια βιτρίνα και την σπάει, αυτός που την έσπασε δεν πράττει λόγω ακαταμάχητης βίας, πράττει όμως
  • 14. Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ 14 Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα αυτός που τον έσπρωξε. Έτσι, οι μη πράξεις δεν τιμωρούνται στο ποινικό δίκαιο. Παράλειψη είναι η απλή αδράνεια του δράστη που πολλές φορές θα δούμε παρακάτω είναι εγκληματική. Για τη συνέχιση της διερεύνησης του εγκλήματος ελέγχουμε αν η ως άνω πράξη ή παράλειψη πληροί την ειδική υπόσταση ενός εγκλήματος. ΢την ειδική υπόσταση ελέγχουμε την α.υ.ε. (αντικειμενική υπόσταση εγκλήματος) και την υ.υ.ε. (υποκειμενική υπόσταση εγκλήματος). Από πλευράς υποκειμενικής υπόστασης, στο παρόν στάδιο, ελέγχεται η συνδρομή υποκειμενικών στοιχείων του αδίκου, σε όσα εγκλήματα προβλέπονται (κλοπή, απάτη, πλαστογραφία κ.λπ.). Αν δεν πληροί την ειδική υπόσταση, τότε η ποινική διερεύνηση σταματά εδώ. Αν πληρούται η ειδική υπόσταση τότε η πράξη είναι καταρχήν άδικη και ο έλεγχος συνεχίζεται. 2. Εφόσον υπάρχει πράξη ή παράλειψη ελέγχουμε αν είναι καταρχήν άδικη. Δηλαδή ερευνούμε αν αντίκειται σε κάποιον κανόνα δικαίου. Η πλήρωση και μόνο της αντικειμενικής υπόστασης ενός εγκλήματος ενδεικνύει τον άδικο χαρακτήρα (καταρχήν άδικη πράξη). Ενδέχεται όμως να συντρέχουν περιστάσεις που επιτρέπουν την πράξη, οπότε η πράξη δεν είναι τελειωτικά άδικη και τελικά δεν έρχεται σε αντίθεση προς την έννομη τάξη. Πιο συγκεκριμένα: το άδικο είναι αυτό που αναφέρεται στο νόμο και περιγράφει τη συμπεριφορά και όχι το τιμωρητό. ΋ταν πληροί την υπόσταση του νόμου έχουμε αρχικά άδικη πράξη και όταν ΔΕΝ συντρέχουν λόγοι άρσης του αδίκου έχουμε τελειωτικά άδικη πράξη. Καταρχήν άδικη συμπεριφορά, είναι εκείνη που αντίκειται σε ένα άδικο, γραπτό και συγκεκριμένο νόμο και πληροί την ειδική (=αντικειμενική) υπόσταση ενός εγκλήματος. Αυτή η πράξη όμως δεν είναι τελειωτικά άδικη πράξη. Για να είναι εγκληματική η συμπεριφορά του δράστη και να συνεχίσουμε την έρευνά μας πρέπει να μην συντρέχει κάποιος λόγος άρσης του αδίκου (Π.χ. άμυνα άρθ. 22 ΠΚ, κατάσταση ανάγκης άρθ. 25 ΠΚ κ.λπ.). 3. Εφόσον υπάρχει τελειωτικά άδικη πράξη ελέγχουμε αν αυτή είναι καταλογιστή στο δράστη. Η διαπίστωση ότι έχει τελεσθεί μια πράξη τελειωτικά άδικη, μη καλυπτόμενη από κάποιο λόγο άρσης του αδίκου, δεν αρκεί για την επιβολή ποινής στο δράστη, έστω και αν αυτός είναι αντικειμενικά επικίνδυνος για την κοινωνία. Θα πρέπει το άδικο που έθεσε ο δράστης με την πράξη του να μπορεί να καταλογιστεί σε ενοχή του. Αν δεν υπάρχει ενοχή, ποινική κύρωση σε βάρος του δράστη δεν είναι δυνατή, όσο βαρύ κι αν είναι το άδικο που έθεσε. Επομένως, όταν μια τελειωτικά άδικη πράξη είναι υπαίτια (=διέπεται από δόλο του άρθ. 27 ΠΚ ή από αμέλεια του άρθ. 28 ΠΚ) τότε είναι καταρχήν καταλογιστή στο δράστη. Για να είναι και τελειωτικά καταλογιστή στο δράστη ΔΕΝ θα πρέπει να συντρέχει κάποιος
  • 15. Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ 15 Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα λόγος άρσης του καταλογισμού (Π.χ. κατάσταση ανάγκης άρθ. 32 ΠΚ, υπέρβαση ορίων άμυνας από φόβο ή ταραχή άρθ. 23 β ΠΚ κ.λπ.). 4. Εφόσον η τελειωτικά άδικη πράξη είναι καταλογιστή στο δράστη ελέγχουμε αν αυτή είναι αξιόποινη (=το τιμωρητό) δηλαδή ελέγχουμε αν τιμωρείται από το νόμο με νομοθετική πρόβλεψη (γενική ή ειδική). Αν δεν τιμωρείται, δεν υπάρχει καν έγκλημα. Πράξθ ι παράλειψθ Πλιρωςθ ειδικισ υπόςταςθσ = αρχικά άδικθ πράξθ Δεν ςυντρζχει λόγοσ άρςθσ αδίκου = τελειωτικά άδικθ πράξθ Υπαίτια πράξθ ι παράλειψθ = καταρχιν καταλογιςτι ςε ενοχι του δράςτθ Δεν ςυντρζχει λόγοσ άρςθσ καταλογιςμοφ = τελειωτικά καταλογιςτι ςε ενοχι του δράςτθ Δεν ςυντρζχουν λόγοι που αποκλείουν το τιμωρθτό τθσ πράξθσ = πράξθ ι παράλειψθ που τιμωρείται από το νόμο
  • 16. Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ 16 Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα Η ΕΙΔΙΚΗ ΤΠΟ΢ΣΑ΢Η ΣΟΤ ΕΓΚΛΗΜΑΣΟ΢ Η έννοια της ειδικής υπόστασης Η ειδική υπόσταση είναι το σύνολο των στοιχείων που χρησιμοποιεί ο νομοθέτης για να περιγράψει μια εγκληματική συμπεριφορά στο νόμο. Η εγκληματική συμπεριφορά όπως αυτή περιγράφεται στο νόμο αποτελείται από: 1. Σην αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος (α.υ.ε.) 2. Σην υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος (υ.υ.ε.) Η αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος (α.υ.ε.) Πρόκειται για το σύνολο των αντικειμενικών στοιχείων, με τα οποία αποτυπώνεται στο νόμο το κάθε έγκλημα. Είναι γενικώς στοιχεία που βρίσκονται στον εξωτερικό κόσμο (όχι στο εσωτερικό του δράστη) και που γίνονται αντιληπτά με τις αισθήσεις μας. Η αντικειμενικι υπόςταςθ του εγκλιματοσ (α.υ.ε.) αποτελείται από: 1. Σο υποκείμενο του εγκλήματος (υποχρεωτικό στοιχείο κάθε εγκλήματος). 2. Σην εγκληματική συμπεριφορά του δράστη (υποχρεωτικό στοιχείο κάθε εγκλήματος) που πλήττει έννομα αγαθά τρίτων. 3. Σο υλικό αντικείμενο του εγκλήματος το οποίο είναι το ενσώματο αντικείμενο που δέχεται την επενέργεια του δράστη ή αλλιώς το υλικό στο οποίο κατευθύνεται η ενέργεια του αντικειμένου Π.χ. ο Κ κλέβει ένα πορτοφόλι, το πορτοφόλι είναι το υλικό αντικείμενο της κλοπής (=είναι προαιρετικό στοιχείο κάθε εγκλήματος). Σο υλικό αντικείμενο του εγκλήματος διαφέρει από το νομικό αντικείμενο που είναι το έννομο αγαθό που προσβάλλεται Π.χ. στην κλοπή το έννομο αγαθό που προσβάλλεται είναι η ιδιοκτησία. Νομικό αντικείμενο είναι το έννομο αγαθό που θίγεται από το συγκεκριμένο έγκλημα (=είναι ένα σύστημα κοινωνικών αξιών που προστατεύεται από οικεία ποινική διάταξη). ΢το παραπάνω παράδειγμα, η ιδιοκτησία του Κ είναι το νομικό αντικείμενο της κλοπής Έννομα αγαθά όπως η ζωή, η υγεία, η προσωπική ελευθερία, η τιμή, η ιδιοκτησία, η περιουσία, το περιβάλλον είναι νομικά αντικείμενα. Σα νομικά αντικείμενα διακρίνονται σε: (α) ατομικά (=ανήκουν σε ένα πρόσωπο) και σε υπερατομικά (=ανήκουν στο κοινωνικό σύνολο), (β) προσωποπαγή (=ανήκουν στον πυρήνα της προσωπικότητας του παθόντος Π.χ. ζωή, υγεία, ελευθερία) και σε μη προσωποπαγή (Π.χ. ιδιοκτησία, περιουσία, περιβάλλον). Ενώ όλα τα εγκλήματα
  • 17. Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ 17 Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα έχουν νομικό αντικείμενο, δεν έχουν όλα και υλικό. Π.x. το έγκλημα της ψευδορκίας (ΠΚ 224) δεν έχει υλικό αντικείμενο. 4. Σο αποτέλεσμα που είναι μια μεταβολή στον εξωτερικό κόσμο που δεν ταυτίζεται χωροχρονικά ως προς τον τόπο και χρόνο με τη συμπεριφορά του δράστη. Πάντα το αποτέλεσμα έπεται ακόμα και ελάχιστα χωροχρονικά από τη συμπεριφορά του δράστη. 5. Σην αιτιώδη συνάφεια μεταξύ πράξης ή παράλειψης του δράστης και αποτελέσματος, η οποία αποτελεί το άγραφο στοιχείο του εγκλήματος (=δεν την αναφέρει κανένα έγκλημα). Η αιτιώδης συνάφεια/ο αιτιώδης σύνδεσμος υπάρχει μόνο στα εγκλήματα αποτελέσματος και όχι σε εγκλήματα όπου υπάρχει μόνο συμπεριφορά (=εγκλήματα συμπεριφοράς). 6. Σις περιστάσεις χρόνου, τόπου, μέσων, τρόπου Π.χ. εν καιρώ πολέμου (=χρόνος), τέλεσε κάποιος ληστεία με ιδιαίτερη αυστηρότητα (=τρόπος). Από τα παραπάνω στοιχεία, απολύτως αναγκαία για ένα έγκλημα είναι το υποκείμενο και η εγκληματική συμπεριφορά ή το αποτέλεσμα. Δεν υπάρχει έγκλημα, που να μην περιγράφει τουλάχιστον αυτά τα στοιχεία. Από τα υπόλοιπα στοιχεία κάποια εμφανίζονται στην αντικειμενική υπόσταση ορισμένων εγκλημάτων και κάποια άλλα όχι. Θα πρέπει να δοθεί μεγάλη προσοχή στη διάκριση των στοιχείων της αντικειμενικής υπόστασης από τους εξωτερικούς όρους του αξιοποίνου, οι οποίοι δεν συμπεριλαμβάνονται στην αντικειμενική υπόσταση, ως εκ τούτου δεν εξετάζονται στο κατ’ αρχήν άδικο, αλλά στη διερεύνηση του αξιοποίνου. Η πλήρωση της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος μαζί με την πλήρωση του υποκειμενικού στοιχείου του αδίκου όπου αυτό α.υ.ε. υποκείμενο Εγκλθματικι ςυμπεριφορά Υλικό αντικείμενο Αποτζλεςμα Αιτιϊδθσ ςυνάφεια Περιςτάςεισ
  • 18. Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ 18 Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα απαιτείται, μας οδηγεί στο αρχικό συμπέρασμα, ότι η πράξη είναι κατ’ αρχήν άδικη. Η κρίση μας για το τελειωτικό άδικο θα οριστικοποιηθεί μετά τον έλεγχο των λόγων άρσης του αδίκου. Η Πρακτικι ςθμαςία γνϊςθσ του εννόμου αγακοφ που πλιττεται: i. Παθών εκ του εγκλήματος: το έννομο αγαθό προσδιορίζει τον παθόντα. ii. ΢υναίνεση του παθόντος, όπου δεν υπάρχει εξουσία διαθέσεως δεν αίρει τον άδικο χαρακτήρα. iii. Παθών: (α) έγκληση → διαδικαστική προϋπόθεση δίκης (β) έγκληση ≠ μήνυση (47 παρ.1 ΚΠΔ) (γ) ποινική δικαιοδοσία ελληνικών ποινικών δικαστηρίων iv. Είδη εννόμων αγαθών: (α) ατομικά (ζωή, ιδιοκτησία κ.λπ.) – υπερατομικά (πολίτευμα, ακεραιότητα της χώρας κ.λπ.) (β) προσωποπαγή ( συνδεόμενα άρρηκτα με την προσωπικότητα: ζωή, τιμή, υγεία, προσωπική ελευθερία, σεξουαλική αυτοδιάθεση ) – μη προσωποπαγή (περιουσία, ιδιοκτησία, περιβάλλον κ.λπ.). Πρακτική σημασία: προσωποπαγή: αληθής συρροή (τόσα εγκλήματα όσοι οι πληγέντες φορείς ). (γ) ημεδαπά (συνδεδεμένα με την ελληνική έννομη τάξη), αλλοδαπά (συνδεδεμένα με αλλοδαπή έννομη τάξη), κοινά. Πλάνθ ςτθν αντικειμενικι υπόςταςθ του εγκλιματοσ: Η πλάνη μπορεί να εμφανίζεται σε πέντε σημεία στο έγκλημα: α) στην αντικειμενική υπόσταση, β) στο άδικο, γ) στους λόγους άρσης του αδίκου, δ) στους λόγους αποκλεισμού του καταλογισμού και ε) στο αξιόποινο. 1. ΢την πλάνη περί την αντικειμενική υπόσταση, ο δράστης, με την πράξη του, πληροί την αντικειμενική υπόσταση ενός εγκλήματος, χωρίς να το ξέρει. Π.χ. ο Α στο κυνήγι, πυροβολεί για να σκοτώσει το θήραμα αλλά σκοτώνει άλλο κυνηγό, τις κινήσεις του οποίου εξέλαβε ως κινήσεις θηράματος. ΢την περίπτωση αυτή πληροί την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας (εφόσον σκοτώνει άνθρωπο), αλλά το αγνοεί. Αφού η πραγματική πλάνη αποκλείει το δόλο και την ενσυνείδητη αμέλεια ο Α θα τιμωρηθεί για ανθρωποκτονία με άνευ συνειδήσεως αμέλεια.
  • 19. Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ 19 Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα 2. Η παραπάνω πλάνη μπορεί να έχει και την ανάστροφη μορφή, αν ο δράστης πιστεύει ότι πληροί την αντικειμενική υπόσταση ενός εγκλήματος αλλά δεν την πληροί στην πραγματικότητα. Π.χ. ο κυνηγός Α πυροβολεί με σκοπό να σκοτώσει τον κυνηγό Β αλλά στην πραγματικότητα πυροβόλησε κατά ενός θηράματος που εκινείτο πίσω από τα φυλλώματα των δέντρων. Πρόκειται για ανάστροφη πραγματική πλάνη και ο δράστης θα τιμωρηθεί για απρόσφορη απόπειρα ανθρωποκτονίας από πρόθεση. 3. Η πλάνη μπορεί να αναφέρεται σε εκείνα τα στοιχεία της αντικειμενικής υπόστασης που καθιστούν το έγκλημα διακεκριμένο (βαρύτερο). Π.χ. ο Κ εισέρχεται σε ένα οίκημα, με σκοπό να κλέψει, αλλά στην πραγματικότητα εισήλθε χωρίς να το γνωρίζει σε μουσείο (πληροί την αντικειμενική υπόσταση της διακεκριμένης κλοπής του ΠΚ 374 εν αγνοία του). Ο δράστης θα τιμωρηθεί για τη βασική κλοπή (για τη διακεκριμένη δε θα τιμωρηθεί, γιατί αυτή τιμωρείται μόνο από δόλο και η πραγματική του πλάνη αποκλείει το δόλο). Για τη βασική κλοπή θα τιμωρηθεί βέβαια, γιατί γι’ αυτή δεν έχει καμιά πλάνη (ΠΚ 30 παρ. 2). 4. Και η τελευταία αυτή μορφή πλάνης μπορεί να εμφανιστεί με ανάστροφη μορφή. Π.χ. ο Κ εισέρχεται σε ένα οίκημα, το οποίο πίστεψε ότι ήταν μουσείο, για να κλέψει. ΋μως στην πραγματικότητα δεν ήταν μουσείο αλλά μία απλή κατοικία (ανάστροφη πραγματική πλάνη). Ο δράστης θα τιμωρηθεί για απλή κλοπή σε κατ’ ιδέαν συρροή με απρόσφορη απόπειρα διακεκριμένης. 5. Η πλάνη μπορεί να αναφέρεται και στα στοιχεία της αντικειμενικής υπόστασης που καθιστούν το έγκλημα προνομιούχο (ελαφρύτερο). Π.χ. η Μ, μετά τον τοκετό της, και όσο διαρκούσε η διατάραξη από αυτόν, σκότωσε άλλο παιδί νομίζοντας ότι ήταν το δικό της. Η Μ θα τιμωρηθεί για το προνομιούχο έγκλημα, δηλαδή για παιδοκτονία, δεδομένου ότι η πραγματική πλάνη αποκλείει το δόλο για τα στοιχεία που επαυξάνουν το αξιόποινο και συνεπώς και την ανθρωποκτονία εκ προθέσεως (ΠΚ 30 παρ. 2). Πλάνη περί την αντικειμενική υπόσταση Ο δράστης αγνοεί ότι πληροί την α.υ.ε. Θα τιμωρηθεί για το έγκλημα με άνευ συνειδήσεως αμέλεια (εφόσον το έγκλημα τιμωρείται από αμέλεια). Ανάστροφη πλάνη περί την αντικειμενική υπόσταση Ο δράστης γνωρίζει ότι πληροί την α.υ.ε. όμως στην πραγματικότητα δεν την πληροί. Θα τιμωρηθεί για απρόσφορη απόπειρα του εγκλήματος. Πλάνη που καθιστούν το έγκλημα βαρύτερο Ο δράστης πληροί την α.υ. διακεκριμένου εγκλήματος εν αγνοία του. Θα τιμωρηθεί για το βασικό διότι για το διακεκριμένο δεν είχε δόλο. Ανάστροφη πλάνη όπου το έγκλημα είναι βασικό Ο δράστης γνωρίζει ότι πληροί την α.υ. διακεκριμένου αλλά πληροί το βασικό έγκλημα. Θα τιμωρηθεί για το βασικό σε κατ’ ιδέα συρροή με
  • 20. Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ 20 Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα απρόσφορη απόπειρα διακεκριμένου. Πλάνη σε έγκλημα προνομιούχο (ελαφρύτερο) Ο δράστης εν αγνοία του πληροί προνομιούχο έγκλημα και για αυτό θα τιμωρηθεί, για το βαρύτερο δεν είχε δόλο. ΢υμπερασματικά, η πραγματική πλάνη που είδαμε σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις (σύμφωνα με το ΠΚ 30), αποκλείει το δόλο και την ενσυνείδητη αμέλεια και τιμωρεί το δράστη για εξ αμελείας έγκλημα (στις περιπτώσεις βέβαια που το σχετικό έγκλημα τιμωρείται από αμέλεια. Π.χ. η ανθρωποκτονία από αμέλεια 302 ΠΚ). Άρθρο 16 ΠΚ – Σόπος τέλεσης του εγκλήματος Άρθρο 16 ΠΚ Τόπος τέλεσης της πράξης θεωρείται ο τόπος που ο υπαίτιος διέπραξε ολικά ή μερικά την αξιόποινη ενέργεια ή παράλειψη καθώς και ο τόπος που επήλθε ή, σε περίπτωση απόπειρας, έπρεπε σύμφωνα με την πρόσθεση του υπαιτίου να επέλθει το αξιόποινο αποτέλεσμα. Ο τόπος του εγκλήματος διαφοροποιείται ανάλογα με το είδος του εγκλήματος κατά άρθ. 16 ΠΚ. Επομένως:  ΢το έγκλημα συμπεριφοράς τόπος του εγκλήματος είναι όπου ο δράστης διέπραξε εν όλω ή εν μέρει την ενέργεια (αν έχουμε περισσότερες πράξεις του ίδιου εγκλήματος, τόποι του εγκλήματος είναι κάθε τόπος που έλαβε χώρα κάθε επιμέρους πράξη χωριστά) καθώς και ο τόπος όπου συνέτρεξαν οι εξωτερικοί όροι του αξιοποίνου λ.χ. στο ΠΚ 313, 193 κ.λπ.  ΢το έγκλημα αποτελέσματος τόπος του εγκλήματος είναι τόσο ο τόπος όπου διαπράχθηκε το έγκλημα όσο και ο τόπος όπου επήλθε το παράνομο αποτέλεσμα. Εάν έχουμε περισσότερα ενδιάμεσα αποτελέσματα Π.χ. στην απάτη, τόπος είναι και εκείνος όπου επήλθαν τα αποτελέσματα αυτά και όχι μόνο το τελικό αποτέλεσμα. Επίσης, τόπος είναι κι εκεί όπου επήλθε το βαρύτερο αποτέλεσμα στα εκ του αποτελέσματος διακρινόμενα εγκλήματα.  ΢το έγκλημα αποτελέσματος εν απόπειρα τόπος του εγκλήματος είναι όπου εντοπίζεται αρχή εκτέλεσης όσο και ο τόπος όπου ο δράστης ήθελε να επέλθει το αποτέλεσμα.  ΢το έγκλημα παραλείψεως τόπος του εγκλήματος είναι τόσο ο τόπος όπου βρισκόταν το πρόσωπο που παραλείπει, όσο και ο χώρος όπου έπρεπε να μεταβεί για να ενεργήσει (=όπου γεννήθηκε η ανάγκη).
  • 21. Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ 21 Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα Άρθρο 17 ΠΚ – Φρόνος τέλεσης του εγκλήματος Άρθρο 17 ΠΚ Χρόνος τέλεσης της πράξης θεωρείται ο χρόνος κατά τον οποίο ο υπαίτιος ενέργησε ή όφειλε να ενεργήσει. Ο χρόνος κατά τον οποίο επήλθε το αποτέλεσμα είναι αδιάφορος. Σο έγκλημα είναι ενταγμένο μέσα σε ένα χρονικό πλαίσιο, έχει αρχή εκτέλεσης, μέση και τέλος και επομένως ο χρόνος του εγκλήματος έχει σημασία για μια σειρά ζητήματα ουσιαστικού και ποινικού δικαίου. Ειδικότερα:  Για να κριθεί εάν ο νόμος (n.c.n.p.s.l.) είναι πρότερος ή ύστερος της τέλεσης του εγκλήματος, πρέπει να διακριβωθεί η ακριβής στιγμή τέλεσης του εγκλήματος.  Για την παραγραφή, η οποία ξεκινά αφού το έγκλημα «τελειωθεί».  Για την απόπειρα, η οποία χρειάζεται αρχή εκτελέσεως.  Για την συμμετοχή, η οποία μπορεί να λάβει χώρα μόνο πριν ή κατά την τέλεση του εγκλήματος, όχι μετά.  Για την συναίνεση, η οποία πρέπει να παρέχεται πριν από την αξιόποινη πράξη και όχι μετά διότι τότε θα πρόκειται για εκ των υστέρων έγκριση, που είναι ποινικά αδιάφορη.  Για την κατ’ ιδέαν συρροή, όσο διαρκεί ένα έγκλημα, ενδέχεται να συμπίπτει και με νέες πράξεις.  Για τον τόπο του εγκλήματος, όπου τόπος είναι κάθε τόπος όπου λαμβάνει χώρα η διαρκούσα συμπεριφορά. Επομένως, πρέπει να διερευνηθεί ποια είναι η αρχή του χρόνου τέλεσης της πράξης, ποιος είναι ο χρόνος τέλεσης και ποια είναι η νομική αντιμετώπιση και οι έννομες συνέπειες των εγκλημάτων που εμφανίζουν διάρκεια. Ο χρόνος επέλευσης του αποτελέσματος δεν μας ενδιαφέρει ποινικά. Για την έναρξη και λήξη του χρόνου του εγκλήματος απάντηση δίνει το ΠΚ 42 παρ. 1 που αφορά στην απόπειρα: ο χρόνος τέλεσης του εγκλήματος αρχίζει με την αρχή εκτέλεσης και τελειώνει με την ολοκλήρωση της αξιόποινης συμπεριφοράς που ορίζεται στον νόμο. Ανάμεσα στα δύο αυτά χρονικά σημεία (αρχή εκτέλεσης και ολοκλήρωση) μπορεί να μεσολαβεί ορισμένος ή και καθόλου χρόνος. Με άλλα λόγια το έγκλημα μπορεί να τελείται ακαριαία Π.χ. ο Α πυροβολεί τον Β που πεθαίνει ακαριαία (=η ανθρωποκτονία τελείται σχεδόν ταυτόχρονα με την συμπεριφορά) ή με κάποια διάρκεια. Περαιτέρω τα εγκλήματα διακρίνονται σε δύο κατηγορίες ανάλογα με τη διάρκειά τους (βλ. διακρίσεις εγκλημάτων):
  • 22. Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ 22 Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα  ΢τιγμιαία εγκλήματα των οποίων η α.υ. πληρούται με μια ενιαία συμπεριφορά δίχως να τίθεται ζήτημα παράτασης και μη άρσης μιας δημιουργηθείσας παράνομης κατάστασης Π.χ. ο Α πυροβολεί τον Β και αυτός πεθαίνει ακαριαία, αν όμως δεν πέθανε αμέσως και πέθανε δύο ώρες μετά στο νοσοκομείο τότε το έγκλημα είναι διαρκές.  Διαρκή εγκλήματα. Ένα διαρκές έγκλημα είναι (α) η το πρώτον παράνομη συμπεριφορά η οποία δημιουργεί μια παράνομη κατάσταση και (β) η διατήρηση της παράνομης αυτής κατάστασης η οποία είτε προβλέπεται ευθέως από το νόμο ως παράνομη είτε δεν προβλέπεται μεν ευθέως στην ειδική υπόσταση του εγκλήματος, όμως η παράλειψη άρσης της παράνομης κατάστασης συνιστά συνεχώς και αδιαλείπτως και παράλειψη να πληροί και αυτή την αντικειμενική υπόσταση που πληροί και η το πρώτον παραγωγή της παράνομης κατάστασης. Η θεωρία του αντικειμενικού καταλογισμού Από ισχυρή μερίδα της θεωρίας, ως σημαντικό μειονέκτημα της θεωρίας του ισοδυνάμου των όρων θεωρείται η υπερβολική διεύρυνση της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος. Είναι υπερβολικό κατ’ αυτή την άποψη, να δεχόμαστε ότι οι γονείς που γέννησαν το δράστη, πληρούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος που ο τελευταίος διέπραξε, εφόσον, αν δεν τον είχαν γεννήσει, δεν θα είχε γίνει το έγκλημα. Και έστω κι αν η ποινική ευθύνη θα αποκλειστεί ήδη από τον έλεγχο της υπαιτιότητας (οι γονείς του δράστη δεν έχουν δόλο ή αμέλεια για ό,τι αυτός κάνει στο μέλλον), προτείνεται ο ποινικός έλεγχος να σταματήσει στην αντικειμενική υπόσταση. Πρόκειται για τη θεωρία του αντικειμενικού καταλογισμού, όπου σύμφωνα με αυτή, ο έλεγχος πρέπει να γίνει σε δύο επίπεδα. ΢το πρώτο χρησιμοποιούμε την condition sine qua non. Αν με αυτή δε βρίσκουμε αιτιώδη σύνδεσμο, πρέπει να σταματήσουμε το ν έλεγχο , γιατί η πράξη σίγουρα δεν πληροί την αντικειμενική υπόσταση. Αν όμως με την condition sine qua non βρίσκουμε αιτιώδη σύνδεσμο, πρέπει να περάσουμε σε ένα δεύτερο επίπεδο ελέγχου και να ελέγξουμε, αν η πράξη του δράστη συνιστά πραγμάτωση ενός νομικά σημαντικού κινδύνου, «εκείνου ακριβώς του κινδύνου που έθεσε με τη συμπεριφορά του ο δράστης». Εκτός δηλαδή από αιτιώδης συνάφεια (=η συμπεριφορά να είναι η αιτία και το αξιόποινο αποτέλεσμα το αιτιατό), πρέπει να υπάρχει και συνάφεια κινδύνου.
  • 23. Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ 23 Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα Βαςικότερεσ περιπτϊςεισ, που αν και υπάρχει αιτιϊδθσ ςφνδεςμοσ, δεν υπάρχει ςυνάφεια κινδφνου και επομζνωσ οφτε αντικειμενικόσ καταλογιςμόσ:  Περιπτώσεις περιστολής κινδύνου : Παράδειγμα : ο Α επιχειρεί να σκοτώσει το Β με μαχαίρι. Ο Γ που το αντιλαμβάνεται, απωθεί το χέρι του Α, με αποτέλεσμα ο Α να τραυματίσει τον Β στο χέρι. Επειδή, αν έλλειπε η συμπεριφορά του Γ, ο Α δεν θα είχε τραυματίσει τον Β (το γεγονός ότι θα τον είχε σκοτώσει – ίσως – δεν μπορεί να συνυπολογιστεί για τον αιτιώδη σύνδεσμο, ως υποθετικό), φαίνεται να υπάρχει αιτιώδης σύνδεσμος με τη θεωρία του ισοδυνάμου των όρων, αλλά επειδή ούτε προκαλείται ούτε επαυξάνεται κάποιος κίνδυνος – αντιθέτως περιστέλλεται – η πράξη δεν είναι αντικειμενικά καταλογιστή και επομένως δεν πληροί την αντικειμενική υπόσταση της σωματικής βλάβης.  Η περιοχή προστασίας του κανόνα δικαίου : Παράδειγμα : ο Α οδηγώντας απρόσεκτα το αυτοκίνητό του, σκοτώνει τον πεζό Π. ΢το άκουσμα της είδησης του θανάτου του Π, η μητέρα του πέθανε από την καρδιά της. Κατά την εν λόγω θεωρία, το αποτέλεσμα δεν είναι αντικειμενικά καταλογιστό, γιατί βρίσκεται έξω από τον προστατευτικό σκοπό του κανόνα δικαίου, ενώ κατά τη θεωρία του ισοδυνάμου των όρων υπάρχει αιτιώδης σύνδεσμος. Ο θάνατος της μητέρας του Π δεν ανήκει στους τυπικούς - συναφείς κινδύνους της τροχαίας παράβασης του Α.  Πρόκληση του αποτελέσματος από αυτοδιακινδύνευση ή από πράξη τρίτου: Παράδειγμα : ο Α προκαλεί ελαφρά τραύματα στον Β λόγω τροχαίου ατυχήματος. Ο Β διακομίζεται σε νοσοκομείο, απ’ όπου όμως αναχωρεί με δική του ευθύνη και παρά τις αντίθετες συστάσεις των ιατρών. Σην ίδια ημέρα πεθαίνει λόγω επιδείνωσης των τραυμάτων του. Αν και υπάρχει αιτιώδης σύνδεσμος ανάμεσα στον αρχικό τραυματισμό και το θάνατο του Β, δεν υπάρχει συνάφεια κινδύνου και άρα ούτε αντικειμενικός καταλογισμός, λόγω της αυτοδιακινδύνευσης του θύματος. Η κεωρία τθσ αρχισ του ιςοδυνάμου των όρων: Κρίσιμη για την διαπίστωση της αιτιώδους συνάφειας είναι η έννοια του όρου. Όρος είναι κάθε πραγματικό περιστατικό που κρίνεται αναγκαίο για την επέλευση του τελικού αποτελέσματος, κατά τρόπο ώστε αν έλλειπε ο όρος, θα έλλειπε και το αποτέλεσμα. Ωστόσο, ισχύει και η αρχή του ισοδυνάμου των όρων όπου κάθε όρος που είναι αναγκαίος για την επέλευση του αποτελέσματος είναι αναπόφευκτα και αιτία αυτού, διότι είναι όλοι ισοδύναμοι (=θα ήταν αδύνατο να επέλθει το αποτέλεσμα αν έλειπε οποιοσδήποτε από τους όρους αυτούς, επομένως κάθε όρος έχει την ίδια ισχύ με τους άλλους της αιτιώδους αλυσίδας. Επομένως, δυνητικά κάθε ανθρώπινη συμπεριφορά μπορεί να οδηγήσει σε τέλεση
  • 24. Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ 24 Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα εγκλημάτων. Π.χ. ο οπλοπώλης Α που πουλάει στον Β μια κυνηγετική καραμπίνα, ακόμα και χωρίς να το ξέρει, συνιστά αναγκαίο όρο για την ανθρωποκτονία του Γ από τον Β, διότι δίνει στον δράστη το όπλο που συνιστά αναγκαίο όρο για την τέλεση της ανθρωποκτονίας. Αυτό όμως μπορεί να οδηγήσει σε άτοπα. Για το λόγο αυτό εμφανίστηκαν κάποιες θεωρίες που υποστηρίζουν ότι όλοι οι όροι δεν είναι ισοδύναμοι, κάποιοι όροι είναι πιο σημαντικοί από τους άλλους και άρα μπορούν κατ’ αποκλειστικότητα να οδηγήσουν στην επέλευση του αποτελέσματος. Η κεωρία τθσ προςφορότθτασ: Η πιο σημαντική εξ αυτών των θεωριών είναι η θεωρία της προσφορότητας σύμφωνα με την οποία (α) όλοι οι όροι δεν είναι το ίδιο σημαντικοί, κάποιοι όροι είναι πιο σημαντικοί από τους άλλους και συνιστούν τις αιτίες του παράνομου αποτελέσματος και (β) οι όροι διακρίνονται σε πρόσφορους και απρόσφορους, οι πρόσφοροι όροι είναι αυτοί που εμφανίζουν την τάση να οδηγούν στο παράνομο αποτέλεσμα ενώ απρόσφοροι είναι εκείνοι που δεν έχουν την τάση αυτή αλλά οδήγησαν κατά τρόπο τυχαίο και απρόβλεπτο σε αυτό το αποτέλεσμα. Για παράδειγμα, αν ο Α προτρέψει τον Β να πάει για κολύμπι και ο Β πνιγεί, αυτή η προτροπή δεν έχει την γενική τάση να οδηγεί σε θάνατο, επομένως η προτροπή του Α ναι μεν ήταν όρος για τον πνιγμό του Β (=αν δεν τον είχε προτρέψει, δεν θα είχε πάει ο Β στην θάλασσα και δεν θα είχε πνιγεί) αλλά ως τέτοιος δεν είναι πρόσφορος για να επιφέρει τον θάνατο. Η συμπεριφορά του Α δεν πληροί το πραγματικό του ΠΚ 299 (δεν τον σκότωσε). Μόνο οι πρόσφοροι όροι συνιστούν αιτία του αποτελέσματος, έτσι λοιπόν αν ο Α γνώριζε ότι το συγκεκριμένο σημείο της θάλασσας ήταν λίαν επικίνδυνο λόγω δυνατών ρευμάτων και στο παρελθόν είχαν πνιγεί εκεί άνθρωποι, τότε η προτροπή «πήγαινε στη θάλασσα» ήταν πρόσφορη να οδηγήσει στον θάνατο του Β και πληροί το πραγματικό του ΠΚ 299. Προβλιματα τθσ αιτιϊδθσ ςυνάφειασ βάςθ τθσ αρχισ condition sine qua non: ΢ύμφωνα με την αρχή c.s.p.n. αιτιώδης συνάφεια ανάμεσα στην συμπεριφορά του δράστη και στο αποτέλεσμα υπάρχει όταν, εάν εξέλιπε η συμπεριφορά, θα εξέλιπε και το αποτέλεσμα. Ωστόσο και αυτός ο τύπος παρουσιάζει στην εφαρμογή του ορισμένα προβλήματα και χρειάζεται ορισμένες βελτιώσεις:  Αναφορά στο συγκεκριμένο αποτέλεσμα: «Αιτιώδης συνάφεια ανάμεσα στην συμπεριφορά του δράστη και στο αποτέλεσμα υπάρχει όταν, εάν εξέλιπε η συμπεριφορά, θα εξέλιπε και το αποτέλεσμα υπό τις περιστάσεις, με τον τρόπο, στον
  • 25. Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ 25 Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα τόπο και χρόνο που επήλθε» Έτσι Π.χ. ο Α που σκοτώνει τον Β δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι δεν τον σκότωσε αιτιωδώς και ότι ακόμα και να μην τον σκότωνε, ο Β θα πέθαινε κάποια στιγμή στη ζωή του.  Ουσιωδώς παραλλαγμένο αποτέλεσμα: «Αιτιώδης συνάφεια ανάμεσα στην συμπεριφορά του δράστη και στο αποτέλεσμα υπάρχει όταν, εάν εξέλιπε η συμπεριφορά, το αποτέλεσμα θα επερχόταν ουσιωδώς παραλλαγμένο». Έτσι Π.χ. ο γιατρός Α που κατά την επέμβαση «σκοτώνει» τον ασθενή Β, ο οποίος έτσι κι αλλιώς θα πέθαινε ορισμένα λεπτά μετά, δεν τον σκοτώνει αιτιωδώς, διότι ακόμα και να εξέλιπε η συμπεριφορά του γιατρού, το αποτέλεσμα θα είχε επέλθει χωρίς ουσιώδη μεταβολή ως προς τον τρόπο και χρόνο (λίγα λεπτά αργότερα).  Θεωρία της νομοτέλειας: Για να υπάρξει αιτιώδης συνάφεια σύμφωνα με τη θεωρία της νομοτέλειας, πρέπει να ισχύει ένας κανόνας της φύσης που οδηγεί κατά φυσική νομοτέλεια στο αποτέλεσμα Π.χ. ο χημικός τύπος της θαλιδομίδης μπορεί να οδηγήσει κατά φυσική νομοτέλεια σε διακοπή της κύησης.  ΢ωρευτική αιτιότητα: Μεγάλη σημασία έχει η σωρευτική αιτιότητα για την αιτιότητα, την υπαιτιότητα, την απόπειρα και την συμμετοχή. Π.χ. αν ο Α για να πεθάνει χρειάζεται μία δόση 5 γραμμαρίων και ο Β του χορηγήσει 5 γρ. δηλητήριο τότε ο Α πεθαίνει αιτιωδώς από το δηλητήριο του Β και μάλιστα κατά φυσική νομοτέλεια. Αν του χορηγούσε ο Β 2 γραμμάρια δηλητήριο και ο Γ 3 γραμμάρια (χωρίς οι Β και Γ να γνωρίζουν τις κινήσεις του άλλου) και ο Α πεθάνει, τότε σε αυτή την περίπτωση γίνεται λόγος για σωρευτική αιτιότητα ή υποκατάστατα αίτια δηλαδή δεν υπάρχει ένα αίτιο αλλά περισσότερα, τα οποία ενεργούν παράλληλα και προς την ίδια τροχιά. ΢ύμφωνα με την θεωρία του ισοδυνάμου των όρων, εάν εξέλιπε η δόση του Β ή του Γ, η δόση του άλλου δεν ήταν επαρκής για να επιφέρει τον θάνατο του Α. Οπότε αν οι Β και Γ σκότωναν τον Α θα είχαν τελέσει ανθρωποκτονία κατά παραυτουργία, αν όμως είχε ενεργήσει μόνο ο ένας τότε η δόση του δεν θα ήταν επαρκής για να επιφέρει τον θάνατο του Β οπότε θα είχαμε ένα δράστη που θα τιμωρούνταν για απρόσφορη απόπειρα λόγω μέσου. ΢υνεπώς, με βάση της θεωρίας c.s.q.n., σε περίπτωση σωρευτικής αιτιότητας (εφόσον δεν υπάρχει προσυνεννόηση) το ένα αίτιο δεν διακόπτει το άλλο, αλλά ούτε το αποκλείει και η συμπεριφορά του καθενός θα κριθεί αυτοτελώς με βάση την θεωρία περί απόπειρας ή τετελεσμένου εγκλήματος. Έτσι αν ο Β χορηγούσε 6 γραμμάρια και ο Γ 3 γραμμάρια, τότε ο Β οδήγησε αιτιωδώς στον θάνατο τον Α, ενώ ο Γ όχι. ΢ύμφωνα με τα παραπάνω: 1. Μια συμπεριφορά που είναι όρος θα είναι κατά κανόνα και αιτία του αποτελέσματος Π.χ. ο Α χορηγεί στον Β 5 γραμμάρια δηλητήριο, εάν εξέλιπε
  • 26. Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ 26 Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα η συμπεριφορά του Α, ο Β θα ήταν ζωντανός (όρος). Η ενέργεια του Α συνιστά την αιτία του θανάτου του Β. 2. Μια συμπεριφορά που δεν είναι όρος, δεν θα είναι κατά κανόνα και αιτία Π.χ. ο Α χορηγεί στον Β 1 γραμμάριο και στην συνέχεια ο Β παρασύρεται από αυτοκίνητο. Ακόμα και αν ο Α δεν είχε δώσει 1 γραμμάριο, ο Β πάλι θα πέθαινε από το αυτοκίνητο (άρα δεν είναι όρος). Οπότε η ενέργεια του Α δεν συνιστά την αιτία του θανάτου του Β. 3. Κατ’ εξαίρεση μια συμπεριφορά μπορεί να είναι αιτία αλλά να μην είναι όρος Π.χ. ο Α χορηγεί στον Β 3 γραμμάρια και ο Γ στον Β δύο γραμμάρια. Αιτία του θανάτου του Β είναι τόσο ο Α όσο και ο Γ. ΋μως εάν έλειπαν τα 3 γραμμάρια του Α, τα 2 γραμμάρια του Γ δεν επέφεραν το τελικό αποτέλεσμα και αντίστροφα. Άρα η συμπεριφορά του καθενός αυτοτελώς λαμβανόμενη δεν συνιστά όρο του θανάτου, αφού χωρίς την πρόσθετη δόση δηλητηρίου, θάνατος δεν θα επερχόταν. Ο όρος είναι αναντικατάστατη αιτία, ενώ κάθε αιτία μπορεί να είναι και αντικαταστατή.  Νομικώς διαφέρουσα αιτιότητα: ΢ύμφωνα με τη θεωρία αυτή δεν αρκεί η συμπεριφορά να οδηγεί αιτιωδώς αλλά πρέπει να εμπίπτει και στο γλωσσικό νόημα του περί ου πρόκειται ποινικού νόμου. Έτσι μπορεί κάποιος να οδηγεί αιτιωδώς σε θάνατο, αλλά να μην «σκοτώνει» με την γλωσσική έννοια του όρου Π.χ. ο Α λέει μια βροχερή μέρα στον Β «πήγαινε βόλτα στο δάσος», εκεί όμως τον χτυπάει κεραυνός και πεθαίνει. Ακόμα και αν υπάρχει πάντα ένα ρίσκο κεραυνού, η απλή παραίνεση για βόλτα στο δάσος δεν εμπίπτει στο γλωσσικό νόημα του ρήματος σκοτώνω: ακόμα και αν ο Α περίμενε τον κεραυνό, αυτό δεν συνιστά δόλο αλλά πόθο, μη ποινικά αξιολογήσιμο. ΢ύμφωνα με τη θεωρία της νομικώς διαφέρουσας αιτιότητας, δεν αρκεί η συμπεριφορά να οδηγεί αιτιωδώς στο αποτέλεσμα αλλά πρέπει να καλύπτει το δεοντολογικό νόημα του περί ου πρόκειται ποινικού νόμου Π.χ. το 302 ΠΚ απαιτεί ανθρωποκτονία από αμέλεια, ένα παιδί πετιέται απότομα μπροστά στο αυτοκίνητο του Α και σκοτώνεται, υπάρχει αιτιότητα διότι αν εξέλιπε η συμπεριφορά του οδηγού θα έλλειπε και ο θάνατος του παιδιού, όμως είναι νομικά σημαντική η συμπεριφορά του οδηγού; ΋χι, το δεοντολογικό περιεχόμενο του 302 ΠΚ συνίσταται σε ένα σφάλμα στην εξωτερική συμπεριφορά, ο οδηγός δεν περιέπεσε σε σφάλμα, ο όρος δεν είναι νομικά σημαντικός ώστε να οδηγήσει αιτιωδώς στο αποτέλεσμα. Η υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος (υ.υ.ε.) Η υποκειμενική υπόσταση είναι τα εσωτερικά στοιχεία (=ο εσωτερικός κόσμος του δράστη) που υπάρχουν στο υποκείμενο του δράστη. ΢υνήθως περιλαμβάνει:
  • 27. Φροντιςτθριακζσ ςθμειϊςεισ ςτο ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ 27 Σφνταξθ – Επιμζλεια: Μυλωνά Λίνα 1. Μόνο την υπαιτιότητα, αλλά μπορεί να υπάρχουν και 2. Σα υποκειμενικά στοιχεία του αδίκου (=δεν υπάρχουν σε όλα τα εγκλήματα) όπως ο σκοπός στα εγκλήματα σκοπού, ο οίκτος στην ανθρωποκτονία με συναίνεση, η απόφαση στην απόπειρα. Αν ο δράστης δεν πληροί τα στοιχεία αυτά η πράξη του δεν είναι ούτε καταρχήν άδικη. Για παράδειγμα στο άρθ. 372 ΠΚ της κλοπής «όποιος αφαιρεί ξένο (ολικά ή εν μέρει) κινητό πράγμα από την κατοχή άλλου με σκοπό να το ιδιοποιηθεί παράνομα, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον 3 μηνών ...», αν δεν υπάρχει ο σκοπός της ιδιοποίησης τότε δεν στοιχειοθετείται το έγκλημα της κλοπής, για παράδειγμα αν ο Α πήρε το κινητό του Β γιατί χρειαζόταν να πάρει ένα τηλέφωνο με σκοπό να το επιστρέψει μόλις τελειώσει την κλήση του, ο Α θα μείνει ατιμώρητος διότι η χρήση γενικά ενός πράγματος δεν τιμωρείται. Επίσης, στο παράδειγμα στο άρθ. 300 ΠΚ της ανθρωποκτονίας με συναίνεση «όποιος αποφάσισε και εκτέλεσε ανθρωποκτονία ύστερα από σπουδαία και επίμονη απαίτηση του θύματος και από οίκτο γ’ αυτόν που έπασχε από ανίατη ασθένεια τιμωρείται με φυλάκιση», αν δεν υπάρχει ο οίκτος τότε δεν στοιχειοθετείται το έγκλημα της ανθρωποκτονίας με συναίνεση. Αρχι τθσ επικάλυψθσ (ςχζςθ α.υ.ε. και υ.υ.ε.) ΋ταν μιλάμε για την σχέση μεταξύ αντικειμενικής και υποκειμενικής υπόστασης του εγκλήματος εννοούμε την σχέση μεταξύ των στοιχείων της αντικειμενικής υπόστασης και της υπαιτιότητας. Μεταξύ της α.υ.ε. και της υπαιτιότητας πρέπει να υπάρχει/να ισχύει η αρχή της επικάλυψης (=δηλαδή η υπαιτιότητα πρέπει να καλύπτει τα στοιχεία της α.υ.ε.). Αν η υπαιτιότητα είναι δόλος, ο δράστης θα πρέπει να προβλέπει και να επιδιώκει όλα τα στοιχεία της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος. Αν κάτι του διαφεύγει ή δεν το αποδέχεται, τότε διαρρηγνύεται η αρχή της επικάλυψης (=η σχέση μεταξύ υπαιτιότητας και στοιχείων της α.υ.ε.) και η πράξη δεν είναι ούτε καταρχήν καταλογιστή. Πρακτικό 1: Ο Α εξερχόμενος από το θέατρο από λάθος παίρνει ένα ξένο παλτό, θεωρώντας/υπολαμβάνοντάς το για δικό του. Ερευνούμε την α.υ.ε. του άρθ. 372 ΠΚ: 1. «όποιος» => το υποκείμενο του εγκλήματος. 2. «αφαιρεί ξένο κινητό πράγμα από την κατοχή του άλλου» => η εγκληματική συμπεριφορά. 3. «ξένο κινητό πράγμα» => υλικό αντικείμενο του εγκλήματος. Παρατηρούμε όμως ότι ο Α δεν γνωρίζει ότι το παλτό είναι άλλου ανθρώπου, δεν υπάρχει δηλαδή δόλος (=