Το "Διαγώνιο Μονοπάτι" συνιστά την Οδό για την υπέρβαση των αντιθέσεων και την μεταμόρφωση της Συνείδησης. την Οδό για την ενορατική εμπειρία του Αόρατου, το οποίο ο Αλέξης καρπούζος θεωρεί ως Καλειδοσκόπιο που αέναα μεταμορφώνεται. Όπως λέει ο Αλέξης καρπούζος "δεν υπάρχει Ουρανός και Γη, Πλάσματα του Κόσμου και Θεότητες, Φύση και Ιστορία που αντιπαρατίθενται, αλλά το Αόρατο Κέντρο, μετέωρο και φευγαλέο, που συντονίζει τις σχέσεις και ρυθμίζει τις διαφορές τους". Ο Αλέξης καρπούζος, μάς καλεί να στοχαστούμε το αδιανόητο, να δοκιμάσουμε την εμπειρία του, να αφυπνιστούμε και να διερευνήσουμε τα
μυστήρια μέσα στον εαυτό μας, δηλαδή τα μυστήρια του σύμπαντος, γιατί το
σύμπαν είμαστε εμείς, είμαστε οι αγγελιοφόροι του.
Η Σκέψη των αρχαϊκών χρόνων, η οποία εκφράζεται με τον Προσωκρατικό Λόγο, στοχάζεται το Εν-Παν, με μυθολογικές ενοράσεις, διαισθήσεις και λογικές κατηγορίες. Ο Προσωκρατικός Λόγος αποτελεί φιλία για τη σοφία του Εν-Όλου που το φανερώνει στη γλώσσα.
(Θαλής • Αναξιμένης • Αναξίμανδρος • Πυθαγόρας • Εμπεδοκλής • Αναξαγόρας • Δημόκριτος • Ηράκλειτος • Παρμενίδης)
Οι Γλώσσες του Κόσμου - Οι Κόσμοι της Γλώσσας: Αλέξης Καρπούζοςalexis karpouzos
Κείμενα Φιλοσοφίας και Ψυχολογίας της Γλώσσας.
Η συμβολική λογική της γλώσσας ανθρωποποιεί τον άνθρωπο μα ταυτόχρονα του στερεί τη δυνατότητα να Γνωρίσει τον Κόσμο και αυτό γιατί η γλώσσα ταξινομεί, κατηγοριοποιεί τον Κόσμο, δηλαδή σχηματίζει – κατασκευάζει κόσμους που παράγουν γνώσεις. Οι πολλαπλοί κόσμοι της γλώσσας και η γλώσσα των πολλαπλών κόσμων, χαρτογραφεί τη σύσταση του Ενός, ως αμιγώς πολλαπλού. Δηλαδή, το Ένα εκ-φαίνεται πολλαπλώς ως οργανωμένοι κόσμοι και οι οργανωμένοι κόσμοι δομούν το Ένα, νοούμενο ως η απεριόριστη σχεσιοδυναμική των οργανωμένων κόσμων, οι οποίοι διέπονται από ανοικτότητα και χρονικότητα.
Η ιστορία και η φιλοσοφία της επιστήμης χαρακτηρίζονται τόσο από λόγο όσο και από αντίλογο: στη θέση ότι υπάρχουν διυποκειμενικά και διαχρονικά κριτήρια/αξίες που διέπουν την επιστημονική δραστηριότητα, αντιπαρατίθεται η αντίθετη θέση, η οποία υποστηρίζει, τη συγχρονική, τοπική και υποκειμενική έκφανση αυτών των κριτηρίων. Στην ορθολογικότητα της επιστημονικής σκέψης που δικαιώνει τη συνεχή διεύρυνση της εξηγηματικής ισχύος της επιστήμης, την επιστημονική εξέλιξη δηλαδή, αντιπαρατίθεται το μη ορθολογικό και ενδεχομενικό στοιχείο που υποστηρίζει την ασυνέχεια της επιστημονικής εξέλιξης.
(Θετικισμός • Popper • Lakatos • Laudan • Kuhn • Feyerabend • Ενόραση ή ορθολογισμός)
Η Σκέψη των αρχαϊκών χρόνων, η οποία εκφράζεται με τον Προσωκρατικό Λόγο, στοχάζεται το Εν-Παν, με μυθολογικές ενοράσεις, διαισθήσεις και λογικές κατηγορίες. Ο Προσωκρατικός Λόγος αποτελεί φιλία για τη σοφία του Εν-Όλου που το φανερώνει στη γλώσσα.
(Θαλής • Αναξιμένης • Αναξίμανδρος • Πυθαγόρας • Εμπεδοκλής • Αναξαγόρας • Δημόκριτος • Ηράκλειτος • Παρμενίδης)
Οι Γλώσσες του Κόσμου - Οι Κόσμοι της Γλώσσας: Αλέξης Καρπούζοςalexis karpouzos
Κείμενα Φιλοσοφίας και Ψυχολογίας της Γλώσσας.
Η συμβολική λογική της γλώσσας ανθρωποποιεί τον άνθρωπο μα ταυτόχρονα του στερεί τη δυνατότητα να Γνωρίσει τον Κόσμο και αυτό γιατί η γλώσσα ταξινομεί, κατηγοριοποιεί τον Κόσμο, δηλαδή σχηματίζει – κατασκευάζει κόσμους που παράγουν γνώσεις. Οι πολλαπλοί κόσμοι της γλώσσας και η γλώσσα των πολλαπλών κόσμων, χαρτογραφεί τη σύσταση του Ενός, ως αμιγώς πολλαπλού. Δηλαδή, το Ένα εκ-φαίνεται πολλαπλώς ως οργανωμένοι κόσμοι και οι οργανωμένοι κόσμοι δομούν το Ένα, νοούμενο ως η απεριόριστη σχεσιοδυναμική των οργανωμένων κόσμων, οι οποίοι διέπονται από ανοικτότητα και χρονικότητα.
Η ιστορία και η φιλοσοφία της επιστήμης χαρακτηρίζονται τόσο από λόγο όσο και από αντίλογο: στη θέση ότι υπάρχουν διυποκειμενικά και διαχρονικά κριτήρια/αξίες που διέπουν την επιστημονική δραστηριότητα, αντιπαρατίθεται η αντίθετη θέση, η οποία υποστηρίζει, τη συγχρονική, τοπική και υποκειμενική έκφανση αυτών των κριτηρίων. Στην ορθολογικότητα της επιστημονικής σκέψης που δικαιώνει τη συνεχή διεύρυνση της εξηγηματικής ισχύος της επιστήμης, την επιστημονική εξέλιξη δηλαδή, αντιπαρατίθεται το μη ορθολογικό και ενδεχομενικό στοιχείο που υποστηρίζει την ασυνέχεια της επιστημονικής εξέλιξης.
(Θετικισμός • Popper • Lakatos • Laudan • Kuhn • Feyerabend • Ενόραση ή ορθολογισμός)
ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΝΟΗΤΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ - ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΡΠΟΥΖΟΣalexis karpouzos
Στο βιβλίο “εισαγωγή στην κατανοητική φιλοσοφία - η περιπέτεια της ανθρώπινης χειραφέτησης” ιχνηλατούμε τη μακρυτενή πορεία του Λόγου προς την αυτογνωσία του και παρουσιάζουμε συνοπτικά τα ρεύματα και τα υπο-ρεύματα της φιλοσοφικής, κοινωνιολογικής και ψυχολογικής σκέψης που συνέβαλαν αποφασιστικά στη χειραφέτηση της Διάνοιας-Νόησης, δηλαδή του Λόγου και της Γνώσης, από το μυστικισμό, το σκοταδισμό, τις προλήψεις και τις προκαταλήψεις που νοηματοδοτούσαν την εμπειρία της κοινωνικής πρακτικής σ’ όλες τις ιστορικές εποχές του Δυτικού Πολιτισμού... Παράλληλα, όμως, διαπιστώνουμε ότι από τις απαρχές της φιλοσοφικής προβληματικής του Λόγου και σ’ όλη τη μακραίωνη περιπέτειά του και παρά τις πολλαπλές εκφάνσεις του και τις νοηματικές μετουσιώσεις που προσέλαβε στα εκάστοτε κοινωνικά συστήματα που γνώρισε η ανθρωπότητα, εντούτοις ένα δομικό στοιχείο διατηρείται ίδιο και αδιαφοροποίητο στον λογικό πυρήνα του Λόγου: ο αυτο-αναφορικός και αυτο-νοηματοδοτικός χαρακτήρας του όλου ορθολογιστικού εγχειρήματος αποτελεί την εγγενή Ιδεολογική του επένδυση με την οποία ταυτίστηκε ιστορικά η φιλοσοφική σκέψη. Ο αυτό-αναφορικός χαρακτήρας του Λόγου χαρακτηρίζεται από την απολυτοποίηση της αξιακής χρήσης του “ορθού λόγου”, την παραγωγή αφαιρετικής ανθρωποκεντρικής υπεραξίας, η οποία οδηγεί στις μεταφυσικές διαιρέσεις και διακρίσεις και το θετικισμό που πάντοτε ελλόχευαν στον λογικό πυρήνα του Ορθολογικού τρόπου σκέψης και που βέβαια οδήγησε στη θλιβερή μετεξέλιξή του σ’ έναν άκρατο επιστημονισμό-θετικισμό στους νεότερους χρόνους. Βέβαια στη μακραίωνη ιστορία της φιλοσοφικής σκέψης υπήρξαν ρεύματα σκέψης και ρωμαλέες φωνές, που επιχείρησαν να “ανοίξουν” τον ορίζοντα του στοχασμού, πέραν από το αυτο-οριζόμενο Υποκείμενο και τις Ιδεολογικές του ταυτίσεις. Η σύγχρονη σκέψη διευρύνει περαιτέρω τον ορίζοντα της ανθρώπινης κατανόησης και μας καλεί: Πέραν του ανθρώπου, μαζί με τον άνθρωπο....... στον Κόσμο. Ο μετέωρος άνθρωπος ως κοσμικό απόσπασμα..... Στη πρώτη έκδοση του βιβλίου (1996) παρουσιάσαμε την ιστορία της Δυτικής φιλοσοφικής, κοινωνιολογικής και ψυχολογικής σκέψης και τις περιπέτειες του Λόγου, από την ανατολή του, την αρχαία Ελλάδα μέχρι και τη δύση του, τον ανθρωπιστικό Διαφωτισμό των Νεότερων Χρόνων. Στην προσθήκη της δεύτερης έκδοσης (2011) συμπεριλάβαμε τις εξελίξεις στη σύγχρονη κοσμολογική, γνωσιοθεωρητική και κοινωνική-θεωρητική σκέψη. Έτσι η κατανοητική φιλοσοφία, ως εγχειρηματική σκέψη και εμπειρία, διερευνώντας και αφομοιώνοντας την πρότερη γόνιμη ιστορία της κλασικής φιλοσοφικής σκέψης, την μεταμορφώνει δημιουργικά και διευρύνει την προβληματική του στοχασμού της.
Οι Εκδόσεις του ‘’Εργαστηρίου Σκέψης’’ κυκλοφόρησαν την 2ηέκδοση του βιβλίου, ‘’Εισαγωγή στην Κατανοητική Φιλοσοφία – Η περιπέτεια της ανθρώπινης χειραφέτησης” του συγγραφέα και στοχαστή Αλέξη Καρπούζου.
Εισαγωγή στην Κατανοητική Φιλοσοφία: Αλέξης Καρπούζοςalexis karpouzos
Η περιπέτεια της ανθρώπινης χειραφέτησης.
Η Κατανοητική Σκέψη συνδυάζει σ’ ένα ενιαίο και διαφορικό σύνολο: τη σχεσιακή οντολογία και τη μεταφυσική της ανοικτότητας και της χρονικότητας που διέπονται από ρευστότητα, απροσδιοριστία και αβεβαιότητα και συναντούν την αποφατική γνωσιολογία, με το πρωτείο της ερμηνευτικής επιφυλακτικότητας και αρνητικότητας.
Με τη σταδιακή αποδόμηση του Μεσαιωνικού συστήματος από τον 13ο αιώνα και εντεύθεν, έως και την αυγή της Αναγεννησιακής εποχής, εκδηλώνονται στοχαστικές σκέψεις που γονιμοποιούν με τη μυστικιστική, αλχημιστική και παγανιστική τους έμπνευση και διάθεση τη διαλεκτική της χριστανικής θεολογίας. Η ιεραρχική δομή του αρχαίου και χριστιανικού φυσικού σύμπαντος και ο μεταφυσικός δυϊσμός, ανατρέπονται με τη μονιστική φυσική φιλοσοφία και την υλιστική μεταφυσική της Αναγέννησης.
(Bacon • Eckhart • Weeigel • Boehme • Cusanus • Bruno • Campanella • Bovilus • Vico • Grotius • Bodin • Hobbes • Moore)
Η Σκέψη στους ελληνιστικούς χρόνους αποτελεί επανάληψη και ανανέωση της κλασικής ελληνικής σκέψης. Με τους Σκεπτικούς ο Λόγος αυτοεξετάζεται κριτικά, οι Στωϊκοί και οι Επικούρειοι αποζητούν να θεμελιώσουν την Σκέψη στην αυτοσυνείδηση. Ο Πλωτίνος με επιρροές από τη χριστιανική θεολογία εγκαθιδρύει το νεοπλατωνισμό.
(Επικούρειοι • Στωικοί • Σκεπτικοί • Πλωτίνος)
ΟΙ ΓΛΩΣΣΕΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ - ΟΙ ΚΟΣΜΟΙ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ : ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΡΠΟΥΖΟΣalexis karpouzos
Το εγχειρίδιο ¨Οι Κόσμοι της Γλώσσας – Οι Γλώσσες του Κόσμου¨, αποτελεί μια πολυπρισματική διερεύνηση του γλωσσικού φαινομένου, πάντα, όμως, με την εποπτεία του φιλοσοφικού στοχασμού. Βέβαια, επεκτεινόμαστε και σε μεταφυσικούς, γνωσιοθεωρητικούς, κοινωνικο-θεωρητικούς και επιστημονικούς προβληματισμούς, οι οποίοι, δια-συνδέονται παραδειγματικά - συνειρμικά με τη φιλοσοφία και τη ψυ-χολογία της γλώσσας και τους στοχαστές που τη μελετούν. Επιλέξαμε την αποσπασματική και σχετικιστική μεθοδολογία στην προσέγγιση του γλωσσικού φαινομένου. Οι πολλαπλές προοπτικές θεώρησης της γλώσσας δεν αποκαλύπτουν τη γλώσσα στην ολότητά της. Και αυτό γιατί η γλώσσα είναι το σύνολο όλων των προοπτικών, το οποίο, παραμένει, αντιληπτικά και γνωστικά απροσπέλαστο.
Επίσης, ένας άλλος στόχος τον οποίο, πειραματικά, δοκιμάζουμε είναι ο “διάλογος” κοινωνικών-ανθρωπιστικών και φυσικο-μαθη-ματικών επιστημών, η γεφύρωση, δηλαδή, της αντίθεσης αξιών και γεγονότων και η δημιουργία μιας ενιαίας και διαφορικής σκέψης. Με το διάλογο αυτό, “συντάσσεται” μια πολυ-παραδειγματική μέθοδος έρευνας και διδασκαλίας, η οποία αντιμετωπίζει την ανθρώπινη νόηση ως δομολειτουργικό και επικοινωνιακό σύστημα και τη δράση της ως ενιαία. Με τον “διάλογο” κοινωνικών-ανθρωπιστικών και φυσικο-μαθηματικών επιστημών, η ανθρώπινη νόηση και η δράση της, αποκτά τον πολυ-τροπικό και ποιητικό χαρακτήρα της και ο σύγχρονος άνθρωπος μπορεί να ανταποκριθεί στα διαρκώς μεταβαλλόμενα περιβάλλοντα της εποχής του και τις πρωτόφαντες πολιτισμικές προκλήσεις. Ουσιαστικά, ο “διάλογος” που περιγράφουμε, κατατείνει στον εκτεταμένο Ορθό Λόγο και την κατανοητική σκέψη που συμπεριλαμβάνει, πέρα από λογικούς, ψυχο-συναισθηματικούς και ηθικο-αξιολογικούς παράγοντες, καθώς, εμπειρικά, αποδεικνύεται ότι η λειτουργία του ανθρώπινου νου είναι ενιαία και αδιαίρετη.
THE PHILOSOPHY OF ALBERT CAMUS - ALEXIS KARPOUZOSalexis karpouzos
Albert Camus, a French-Algerian writer and philosopher, is renowned for his unique contribution to the philosophical realm, particularly through his exploration of the Absurd. His philosophy is often associated with existentialism, despite his own rejection of the label. Camus’ works delve into the human condition and the search for meaning in a seemingly indifferent universe.
The Absurd and the Search for Meaning At the heart of Camus’ philosophy is the concept of the Absurd, which arises from the conflict between the human desire for significance, order, and clarity on one hand, and the silent, irrational, and indifferent world on the other1. This tension is a fundamental aspect of the human experience, as individuals continually seek purpose in life despite the universe’s lack of inherent meaning.
Revolt as a Response to the Absurd Camus argues that the appropriate response to the Absurd is not suicide or despair, but rather revolt. This revolt is a persistent and courageous confrontation with the Absurd, and it involves a refusal to succumb to nihilism, a rejection of false hopes, and the continuous quest for meaning1. It is through this act of revolt that individuals affirm their own existence and derive a sense of personal freedom and identity.
Camus’ Literary Expression of Philosophy Camus’ philosophical ideas are intricately woven into his literary works. Novels such as “The Stranger” (L’Étranger), “The Plague” (La Peste), and “The Fall” (La Chute) not only tell compelling stories but also serve as vehicles for his philosophical thought. In “The Myth of Sisyphus,” Camus uses the Greek mythological figure Sisyphus, condemned to eternally roll a boulder up a hill only for it to roll back down, as a metaphor for the human condition. Sisyphus, aware of his futile task, chooses to embrace his labor, thus embodying the spirit of revolt and finding happiness in the struggle itself.
Δύο επίμονα θέματα ζωντανεύουν όλη τη γραφή του Αλμπέρ Καμύ και αποτελούν τη βάση του καλλιτεχνικού του οράματος: Το ένα είναι το αίνιγμα του σύμπαντος, το οποίο είναι εκπληκτικά όμορφο αλλά αδιάφορο για τη ζωή. Το άλλο είναι το αίνιγμα του ανθρώπου, του οποίου η λαχτάρα για ευτυχία και νόημα στη ζωή παραμένει άσβεστη από την πλήρη επίγνωση της δικής του θνητότητας και της κυρίαρχης αδιαφορίας του περιβάλλοντός του. Στη ρίζα κάθε μυθιστορήματος, κάθε θεατρικού έργου, κάθε δοκιμίου, ακόμη και κάθε καταχώρησης στα τετράδιά του βρίσκεται η αδιάκοπη ανάγκη του Καμύ να διερευνήσει και να προβληματιστεί για τον ειρωνικό διπλό δεσμό που αντιλαμβανόταν ότι ήταν η ουσία της ανθρώπινης κατάστασης: Ο άνθρωπος είναι προικισμένος με τη φαντασία να συλλάβει μια ιδανική ύπαρξη, αλλά ούτε οι συνθήκες, ούτε οι δικές του δυνάμεις επιτρέπουν την επίτευξή της. Η αντίληψη αυτού του απελπιστικού διπλού δεσμού έκανε αναπόφευκτη στον Καμύ την υποχρέωση να αντιμετωπίσει ένα κυρίαρχο ηθικό ζήτημα για τον άνθρωπο: Δεδομένης της περιορισμένης κατάστασης του ανθρώπου, υπάρχουν έντιμοι όροι με τους οποίους μπορεί να ζήσει τη ζωή του;
More Related Content
Similar to ΤΟ ΔΙΑΓΩΝΙΟ ΜΟΝΟΠΑΤΙ ΤΗΣ ΣΚΕΨΗΣ - ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΡΠΟΥΖΟΣ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΝΟΗΤΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ - ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΡΠΟΥΖΟΣalexis karpouzos
Στο βιβλίο “εισαγωγή στην κατανοητική φιλοσοφία - η περιπέτεια της ανθρώπινης χειραφέτησης” ιχνηλατούμε τη μακρυτενή πορεία του Λόγου προς την αυτογνωσία του και παρουσιάζουμε συνοπτικά τα ρεύματα και τα υπο-ρεύματα της φιλοσοφικής, κοινωνιολογικής και ψυχολογικής σκέψης που συνέβαλαν αποφασιστικά στη χειραφέτηση της Διάνοιας-Νόησης, δηλαδή του Λόγου και της Γνώσης, από το μυστικισμό, το σκοταδισμό, τις προλήψεις και τις προκαταλήψεις που νοηματοδοτούσαν την εμπειρία της κοινωνικής πρακτικής σ’ όλες τις ιστορικές εποχές του Δυτικού Πολιτισμού... Παράλληλα, όμως, διαπιστώνουμε ότι από τις απαρχές της φιλοσοφικής προβληματικής του Λόγου και σ’ όλη τη μακραίωνη περιπέτειά του και παρά τις πολλαπλές εκφάνσεις του και τις νοηματικές μετουσιώσεις που προσέλαβε στα εκάστοτε κοινωνικά συστήματα που γνώρισε η ανθρωπότητα, εντούτοις ένα δομικό στοιχείο διατηρείται ίδιο και αδιαφοροποίητο στον λογικό πυρήνα του Λόγου: ο αυτο-αναφορικός και αυτο-νοηματοδοτικός χαρακτήρας του όλου ορθολογιστικού εγχειρήματος αποτελεί την εγγενή Ιδεολογική του επένδυση με την οποία ταυτίστηκε ιστορικά η φιλοσοφική σκέψη. Ο αυτό-αναφορικός χαρακτήρας του Λόγου χαρακτηρίζεται από την απολυτοποίηση της αξιακής χρήσης του “ορθού λόγου”, την παραγωγή αφαιρετικής ανθρωποκεντρικής υπεραξίας, η οποία οδηγεί στις μεταφυσικές διαιρέσεις και διακρίσεις και το θετικισμό που πάντοτε ελλόχευαν στον λογικό πυρήνα του Ορθολογικού τρόπου σκέψης και που βέβαια οδήγησε στη θλιβερή μετεξέλιξή του σ’ έναν άκρατο επιστημονισμό-θετικισμό στους νεότερους χρόνους. Βέβαια στη μακραίωνη ιστορία της φιλοσοφικής σκέψης υπήρξαν ρεύματα σκέψης και ρωμαλέες φωνές, που επιχείρησαν να “ανοίξουν” τον ορίζοντα του στοχασμού, πέραν από το αυτο-οριζόμενο Υποκείμενο και τις Ιδεολογικές του ταυτίσεις. Η σύγχρονη σκέψη διευρύνει περαιτέρω τον ορίζοντα της ανθρώπινης κατανόησης και μας καλεί: Πέραν του ανθρώπου, μαζί με τον άνθρωπο....... στον Κόσμο. Ο μετέωρος άνθρωπος ως κοσμικό απόσπασμα..... Στη πρώτη έκδοση του βιβλίου (1996) παρουσιάσαμε την ιστορία της Δυτικής φιλοσοφικής, κοινωνιολογικής και ψυχολογικής σκέψης και τις περιπέτειες του Λόγου, από την ανατολή του, την αρχαία Ελλάδα μέχρι και τη δύση του, τον ανθρωπιστικό Διαφωτισμό των Νεότερων Χρόνων. Στην προσθήκη της δεύτερης έκδοσης (2011) συμπεριλάβαμε τις εξελίξεις στη σύγχρονη κοσμολογική, γνωσιοθεωρητική και κοινωνική-θεωρητική σκέψη. Έτσι η κατανοητική φιλοσοφία, ως εγχειρηματική σκέψη και εμπειρία, διερευνώντας και αφομοιώνοντας την πρότερη γόνιμη ιστορία της κλασικής φιλοσοφικής σκέψης, την μεταμορφώνει δημιουργικά και διευρύνει την προβληματική του στοχασμού της.
Οι Εκδόσεις του ‘’Εργαστηρίου Σκέψης’’ κυκλοφόρησαν την 2ηέκδοση του βιβλίου, ‘’Εισαγωγή στην Κατανοητική Φιλοσοφία – Η περιπέτεια της ανθρώπινης χειραφέτησης” του συγγραφέα και στοχαστή Αλέξη Καρπούζου.
Εισαγωγή στην Κατανοητική Φιλοσοφία: Αλέξης Καρπούζοςalexis karpouzos
Η περιπέτεια της ανθρώπινης χειραφέτησης.
Η Κατανοητική Σκέψη συνδυάζει σ’ ένα ενιαίο και διαφορικό σύνολο: τη σχεσιακή οντολογία και τη μεταφυσική της ανοικτότητας και της χρονικότητας που διέπονται από ρευστότητα, απροσδιοριστία και αβεβαιότητα και συναντούν την αποφατική γνωσιολογία, με το πρωτείο της ερμηνευτικής επιφυλακτικότητας και αρνητικότητας.
Με τη σταδιακή αποδόμηση του Μεσαιωνικού συστήματος από τον 13ο αιώνα και εντεύθεν, έως και την αυγή της Αναγεννησιακής εποχής, εκδηλώνονται στοχαστικές σκέψεις που γονιμοποιούν με τη μυστικιστική, αλχημιστική και παγανιστική τους έμπνευση και διάθεση τη διαλεκτική της χριστανικής θεολογίας. Η ιεραρχική δομή του αρχαίου και χριστιανικού φυσικού σύμπαντος και ο μεταφυσικός δυϊσμός, ανατρέπονται με τη μονιστική φυσική φιλοσοφία και την υλιστική μεταφυσική της Αναγέννησης.
(Bacon • Eckhart • Weeigel • Boehme • Cusanus • Bruno • Campanella • Bovilus • Vico • Grotius • Bodin • Hobbes • Moore)
Η Σκέψη στους ελληνιστικούς χρόνους αποτελεί επανάληψη και ανανέωση της κλασικής ελληνικής σκέψης. Με τους Σκεπτικούς ο Λόγος αυτοεξετάζεται κριτικά, οι Στωϊκοί και οι Επικούρειοι αποζητούν να θεμελιώσουν την Σκέψη στην αυτοσυνείδηση. Ο Πλωτίνος με επιρροές από τη χριστιανική θεολογία εγκαθιδρύει το νεοπλατωνισμό.
(Επικούρειοι • Στωικοί • Σκεπτικοί • Πλωτίνος)
ΟΙ ΓΛΩΣΣΕΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ - ΟΙ ΚΟΣΜΟΙ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ : ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΡΠΟΥΖΟΣalexis karpouzos
Το εγχειρίδιο ¨Οι Κόσμοι της Γλώσσας – Οι Γλώσσες του Κόσμου¨, αποτελεί μια πολυπρισματική διερεύνηση του γλωσσικού φαινομένου, πάντα, όμως, με την εποπτεία του φιλοσοφικού στοχασμού. Βέβαια, επεκτεινόμαστε και σε μεταφυσικούς, γνωσιοθεωρητικούς, κοινωνικο-θεωρητικούς και επιστημονικούς προβληματισμούς, οι οποίοι, δια-συνδέονται παραδειγματικά - συνειρμικά με τη φιλοσοφία και τη ψυ-χολογία της γλώσσας και τους στοχαστές που τη μελετούν. Επιλέξαμε την αποσπασματική και σχετικιστική μεθοδολογία στην προσέγγιση του γλωσσικού φαινομένου. Οι πολλαπλές προοπτικές θεώρησης της γλώσσας δεν αποκαλύπτουν τη γλώσσα στην ολότητά της. Και αυτό γιατί η γλώσσα είναι το σύνολο όλων των προοπτικών, το οποίο, παραμένει, αντιληπτικά και γνωστικά απροσπέλαστο.
Επίσης, ένας άλλος στόχος τον οποίο, πειραματικά, δοκιμάζουμε είναι ο “διάλογος” κοινωνικών-ανθρωπιστικών και φυσικο-μαθη-ματικών επιστημών, η γεφύρωση, δηλαδή, της αντίθεσης αξιών και γεγονότων και η δημιουργία μιας ενιαίας και διαφορικής σκέψης. Με το διάλογο αυτό, “συντάσσεται” μια πολυ-παραδειγματική μέθοδος έρευνας και διδασκαλίας, η οποία αντιμετωπίζει την ανθρώπινη νόηση ως δομολειτουργικό και επικοινωνιακό σύστημα και τη δράση της ως ενιαία. Με τον “διάλογο” κοινωνικών-ανθρωπιστικών και φυσικο-μαθηματικών επιστημών, η ανθρώπινη νόηση και η δράση της, αποκτά τον πολυ-τροπικό και ποιητικό χαρακτήρα της και ο σύγχρονος άνθρωπος μπορεί να ανταποκριθεί στα διαρκώς μεταβαλλόμενα περιβάλλοντα της εποχής του και τις πρωτόφαντες πολιτισμικές προκλήσεις. Ουσιαστικά, ο “διάλογος” που περιγράφουμε, κατατείνει στον εκτεταμένο Ορθό Λόγο και την κατανοητική σκέψη που συμπεριλαμβάνει, πέρα από λογικούς, ψυχο-συναισθηματικούς και ηθικο-αξιολογικούς παράγοντες, καθώς, εμπειρικά, αποδεικνύεται ότι η λειτουργία του ανθρώπινου νου είναι ενιαία και αδιαίρετη.
THE PHILOSOPHY OF ALBERT CAMUS - ALEXIS KARPOUZOSalexis karpouzos
Albert Camus, a French-Algerian writer and philosopher, is renowned for his unique contribution to the philosophical realm, particularly through his exploration of the Absurd. His philosophy is often associated with existentialism, despite his own rejection of the label. Camus’ works delve into the human condition and the search for meaning in a seemingly indifferent universe.
The Absurd and the Search for Meaning At the heart of Camus’ philosophy is the concept of the Absurd, which arises from the conflict between the human desire for significance, order, and clarity on one hand, and the silent, irrational, and indifferent world on the other1. This tension is a fundamental aspect of the human experience, as individuals continually seek purpose in life despite the universe’s lack of inherent meaning.
Revolt as a Response to the Absurd Camus argues that the appropriate response to the Absurd is not suicide or despair, but rather revolt. This revolt is a persistent and courageous confrontation with the Absurd, and it involves a refusal to succumb to nihilism, a rejection of false hopes, and the continuous quest for meaning1. It is through this act of revolt that individuals affirm their own existence and derive a sense of personal freedom and identity.
Camus’ Literary Expression of Philosophy Camus’ philosophical ideas are intricately woven into his literary works. Novels such as “The Stranger” (L’Étranger), “The Plague” (La Peste), and “The Fall” (La Chute) not only tell compelling stories but also serve as vehicles for his philosophical thought. In “The Myth of Sisyphus,” Camus uses the Greek mythological figure Sisyphus, condemned to eternally roll a boulder up a hill only for it to roll back down, as a metaphor for the human condition. Sisyphus, aware of his futile task, chooses to embrace his labor, thus embodying the spirit of revolt and finding happiness in the struggle itself.
Δύο επίμονα θέματα ζωντανεύουν όλη τη γραφή του Αλμπέρ Καμύ και αποτελούν τη βάση του καλλιτεχνικού του οράματος: Το ένα είναι το αίνιγμα του σύμπαντος, το οποίο είναι εκπληκτικά όμορφο αλλά αδιάφορο για τη ζωή. Το άλλο είναι το αίνιγμα του ανθρώπου, του οποίου η λαχτάρα για ευτυχία και νόημα στη ζωή παραμένει άσβεστη από την πλήρη επίγνωση της δικής του θνητότητας και της κυρίαρχης αδιαφορίας του περιβάλλοντός του. Στη ρίζα κάθε μυθιστορήματος, κάθε θεατρικού έργου, κάθε δοκιμίου, ακόμη και κάθε καταχώρησης στα τετράδιά του βρίσκεται η αδιάκοπη ανάγκη του Καμύ να διερευνήσει και να προβληματιστεί για τον ειρωνικό διπλό δεσμό που αντιλαμβανόταν ότι ήταν η ουσία της ανθρώπινης κατάστασης: Ο άνθρωπος είναι προικισμένος με τη φαντασία να συλλάβει μια ιδανική ύπαρξη, αλλά ούτε οι συνθήκες, ούτε οι δικές του δυνάμεις επιτρέπουν την επίτευξή της. Η αντίληψη αυτού του απελπιστικού διπλού δεσμού έκανε αναπόφευκτη στον Καμύ την υποχρέωση να αντιμετωπίσει ένα κυρίαρχο ηθικό ζήτημα για τον άνθρωπο: Δεδομένης της περιορισμένης κατάστασης του ανθρώπου, υπάρχουν έντιμοι όροι με τους οποίους μπορεί να ζήσει τη ζωή του;
Sacred and profane in Mircea Eliade's theory - Alexis karpouzosalexis karpouzos
In Mircea Eliade’s thought, religion is seen as a universal and fundamental aspect of human existence, characterized by the experience of the sacred and the profane. Eliade believed that religion originates from an irreducible experience of the sacred, which is common to most human beings. This experience seeks outward cultural expression in myths and rituals. He emphasized that religious phenomena must be understood as uniquely and irreducibly religious, expressing meaning on a religious plane of reference.
Eliade’s understanding of religion includes the idea that religiousness and creativity are major human attributes that produce myths, rites, images, and symbols—collectively referred to as “religious creations”—that convey human experiences and carry worlds of meaning. His work suggests that without some experience of the sacred, profane existence is seen as meaningless, and he identified this basic schema in all religions. Overall, Eliade’s view of religion is deeply intertwined with his concept of the sacred, and he saw religion as a key to understanding the human condition and the search for meaning.
The philosophy of Jorge Luis Borges - Alexis karpouzosalexis karpouzos
Luis Borges, the Argentine writer, is renowned for his complex and thought-provoking works that often delve into philosophical themes. While Borges himself was not a philosopher in the traditional sense, his writings frequently explore philosophical concepts, particularly those related to metaphysics, reality, and the nature of time and identity.
Borges’ philosophy cannot be pinned down to a single set of beliefs or principles. Instead, it manifests as a playful interplay between fiction and philosophy within his diverse body of work. He delighted in blurring the lines between genres, treating literature as non-fiction and vice versa, and often included invented authors and works within his essays.
Με την έλευση της Καρτεσιανής υποκειμενικότητας και εντεύθεν, η φιλοσοφική σκέψη σχετίζει όλα όσα είναι και γίνονται με το ανθρώπινο υποκείμενο (αντικειμενικό) και τα θεμελιώνει στην ορθολογική βεβαιότητα. Το ανθρώπινο εγώ, το οποίο μετουσιώνεται σε αληθές ον, αποτελεί τον άξονα του Είναι και αποβλέπει στην κατάκτησή του. Όλη η νεώτερη φιλοσοφία, από τον Καρτέσιο, τον Λάιμπνιτς, τον Κάντ, το Χέγκελ, αναζητούν το θεμέλιο του Είναι στην υποκειμενικότητα, λησμονώντας το Είναι που «είναι» διάφορο από κάθε ον (αυτή είναι η έννοια της οντολογικής διαφοράς στον Χάιντεγγερ). Για τον Χάιντεγγερ, ακόμα και φιλόσοφοι, όπως ο Μάρξ και η σκέψη της αλλοτρίωσης του ανθρώπου και ο Νίτσε με τη σκέψη της θέλησης της δύναμης, παραμένουν δέσμιοι της μεταφυσικής παράδοσης, από την οποία, άλλωστε, προήλθαν. Για τον Χάιντεγγερ, «η μεταφυσική στο σύνολό της, συμπεριλαμβανομένου και του αντιπάλου της, του θετικισμού, μιλά τη γλώσσα του Πλάτωνα». Και αυτό, γιατί όλοι, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, έμειναν προσκολλημένοι στη διάκριση ανάμεσα στην πραγματικότητα και τα φαινόμενα ή ανάμεσα στο ορθολογικό και το ανορθολογικό. Ακόμα και ο εμπειρισμός και ο θετικισμός θεώρησαν δεδομένες αυτές τις αντιθέσεις και μ΄ αυτή την έννοια δεν ήταν παρά αντεστραμμένες μορφές του μεταφυσικού στοχασμού. Ο Μάρξ κάνει ως αφετηρία της σκέψης την ύλη και ο Νίτσε αντιστρέφει την πλατωνική αντίθεση ανάμεσα στο Είναι και το Γίγνεσθαι και θέτει ως πρωταρχικό το Γίγνεσθαι, υπό τη μορφή της αέναης ροής δύναμης απο σημείο σε σημείο. Ο Χάιντεγγερ, παραθέτει τη φράση του Νίτσε για να τεκμηριώσει την κριτική του, «Το να αποτυπωθεί στο Γίγνεσθαι ο χαρακτήρας του Είναι, αυτή είναι η υπέρτατη βούληση για Δύναμη». Ο Χάιντεγγερ θεωρεί τη σταδιακή μετάβαση από τον Πλατωνισμό, στον ανεστραμμένο πλατωνισμό του Νίτσε, ως βαθμιαία λήθη του Είναι». Η λήθη του Είναι, συμπίπτει, κατά τον Χάιντεγγερ, με τη σύγχυση ανάμεσα στο Είναι και τα όντα. Ο Πλάτωνας, όπως υποστηρίζει, ο Χάιντεγγερ, διατυπώνει συγχρόνως το ερώτημα «τί είναι το Είναι;» και «ποιό είναι το πιο γενικό χαρακτηριστικό των όντων;». Η παράθεση αυτών των δύο ερωτημάτων και η εξομοίωσή τους, συσκοτίζει την έννοια που ο Χάιντεγγερ ονομάζει «οντολογική διαφορά», τη διαφορά, δηλαδή ανάμεσα στο Είναι και τα όντα και η οποία είναι παράλληλη της διαφοράς ανάμεσα στην αποδοχή «ακρόασης» του Είναι και της επιθυμίας σχηματοποίησης και ελέγχου που προκύπτει από τον αντικειμενικό στοχασμό, τη λογική ανάλυση και την επιστημονική ταξινόμηση.
Ο James Joyce θεμελιώνει τα μυθιστορήματά του πάνω στο ενδεχόμενο και την απροσδιοριστία. Η απροσδιοριστία προκύπτει ακριβώς επειδή μια πλήρης αφηγηματική δομή, βασισμένη σε μια λογική αιτιότητας, είναι μόνο εν μέρει ορατή. Γεγονότα που συμβαίνουν τυχαία, απρόβλεπτα και απρόσμενα, δεν έχουν διακριτή και σαφή προέλευση. Ο Joyce αναπτύσσει την προφορική, ενεργητική και πραγματωμένη πλευρά της γλώσσας (parole), παρά την αφηρημένη πλευρά του γλωσσικού συστήματος, σύμφωνα με την ορολογία του Saussure. Ως τυχαίο, τα γεγονότα ομιλίας-πράξεως (ομιλιακά ενεργήματα) είναι, κατ' αρχήν, μοναδικά και ανεπανάληπτα εκφωνήματα. Αψηφούν τη λογική της αιτιότητας. Αυτό είναι που κάνει την αφήγηση απροσδιόριστη και και τις αντιδράσεις των ηρώων απροσδόκητες. Η κλασική αφήγηση του δέκατου ένατου αιώνα ακολουθεί την αρχή της αιτιότητας ως αληθοφάνεια κατά γράμμα. Όλα έχουν λόγο και υπάρχει λόγος για όλα. Αν και ο Joyce προσυπογράφει εν μέρει την αληθοφάνεια στον Οδυσσέα, το μεγαλύτερο μέρος του μυθιστορήματος - η πιο καινοτόμος πτυχή του - το αψηφά. Οποιαδήποτε αμφιβολία ως προς τη θέση του Joyce εδώ σαρώνεται στο Finnegans Wake.
We live in a universe that can be seen and experienced from many different perspectives. We therefore need to look at the universe from many different angles. Everything and everyone is a form of the universe being expressed in a particular way. In other words, each one of us can say with absolute certainly "We are the Universe!" Since we are the universe, each one of us provides a valuable perspective that complements the contributions of everyone and everything else around us.Each of us is the universe being expressed in a particular location in a specific way. We're all part of the same moving and evolving cosmos, but the view of it is unique from each of our respective locations. This suggests that the universe is not only omnicentric, but that it is also multiperspectival – there are many different, and equally valid, viewpoints on this. Each one of us is a cosmic laboratory within which we can discover the secrets of the universe.
Για τον Κίρκεγκωρ η εμπειρία του αιώνιου μας μεταφέρει πέρα από την αισθητική στη θρησκευτική σφαίρα της ύπαρξης. Δεν αποσκοπεί όμως στην αθανασία * της ψυχής, ούτε είναι η αναζήτηση της ζωής μετά από αυτή τη ζωή, αλλά η έλευση της αιωνιότητας στην παρούσα στιγμή. Η αιωνιότητα επομένως δεν είναι μια πραγματικότητα που θα έρθει, αλλά βιώνεται στην πυκνότητα και την ένταση της παρούσας στιγμής. Πηγάζει από τα βάθη της τραγωδίας του παρόντος και της επισφάλειας της ύπαρξης. Σαν μια μικρή βάρκα σε μια καταιγίδα και μακριά από το λιμάνι, ο άντρας ρισκάρει τη ζωή του σε μια φουρτουνιασμένη θάλασσα. Από τα βάθη των κυμάτων της απόγνωσης μπορεί να βιώσει μια αίσθηση σωτηρίας
Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΣΤΗ ΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΥ - ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΡΠΟΥΖΟΣalexis karpouzos
Δεν έχουμε λόγια να μιλήσουμε για τον θάνατο γιατί ο θάνατος είναι αδιανόητος, άρα άρρητος. «Θέλουμε να το συζητήσουμε, αλλά αυτό σημαίνει ότι πρέπει να μείνουμε σιωπηλοί. Απρόσιτος στη διάνοια, ο θάνατος δεν μπορεί να εξηγηθεί. Τώρα, «για ό,τι δεν μπορεί να μιλήσει κανείς, πρέπει να μείνει σιωπηλός», λέει ο Wittgenstein * στην αρχή της Λογικής-Φιλοσοφικής Πραγματείας του . Έτσι, ο Βιεννέζος φιλόσοφος υποθέτει την ατελή οποιουδήποτε ανθρώπινου λόγου ή το όριο κάθε ορθολογικής προσέγγισης. Δεν μπορεί κανείς να χτίσει μια κατασκευή νοημοσύνης στο κενό.
Κι όμως, ο θάνατος κατοικεί στα ζωντανά σαν τη σκιά τους. Κι αν ο θάνατος δεν είναι τίποτα, μπορεί να είναι καλός; Αν εκτιμώ τόσο πολύ τη ζωή και αν ο θάνατος είναι η καταστροφή της ζωής, δεν είναι κακό από μόνο του; Ας σταματήσουμε τα ερωτήματά μας και, από τα βάθη του χρόνου, ας μας έρθουν οι απόηχοι της σκέψης του Ηράκλειτου της Εφέσου, από την οποία μόνο λίγα θραύσματα σώθηκαν και είναι διάσπαρτα στα έργα των αρχαίων και των σύγχρονων. Ποιες λέξεις για το θάνατο μας έχει δώσει ως κληρονομιά, που πιθανόν να μας διαφωτίσουν και να τονώσουν την επιδίωξη του στοχασμού μας για τον θάνατο;
Η Βουδική διδασκαλία εμφανίστηκε και αναπτύχθηκε στην Ινδία σε μια εποχή που η Ινδουϊστική και Βραχμανιστική παράδοση της μεταφυσικής θρησκευτικότητας, όπως νοηματοδούνταν μέσα στα πλαίσια των ιερών κειμένων, των Βεδών και των Ουπανισάδων, είχε αρχίσει να εξασθενεί. Οι μαγικοθρησκευτικές ιεροτελεστίες των Βεδών και οι αφηρημένες έννοιες της μεταφυσικής θρησκευτικότητας της Ουπανισαδικής σκέψης, δεν ενέπνεαν τον λαό. Η αντίδραση σ’ αυτή την κατάσταση ήταν η έξαρση υλιστικών και σκεπτικιστικών ρευμάτων που αποδομούσαν την μεταφυσική ευλάβεια της θρησκείας και αμφισβητούσαν την ιερή αυθεντία των πηγών. Αυτή η εξέλιξη είχε ως συνέπεια την μεταβολή των φιλοσοφικού ενδιαφέροντος από τον αφηρημένο στοχασμό και την μεταφυσική έννοια στην βιωμένη έρευνα της ηθικής αξίας. Στην Ινδική ιστορία των ιδεών παρατηρείται αυτό που συνέβηκε και στην Αρχαία Ελλάδα, δηλαδή η μεταβολή του στοχασμού από τα μεταφυσικά συστήματα, των Πλάτωνα και Αριστοτέλη στον ηθικό στοχασμό των Στωϊκών και των Επικούρειων, στους Ελληνιστικούς χρόνους.
Για τον Ηράκλειτο η Φύση, ως το Εν-Όλον, κατανοείται ως η ενότητα-πολλαπλότητα όλων όσων είναι και αποκαλύπτονται και όσων δεν είναι και αποκρύπτονται. Στον Ηράκλειτο, ο Θεϊκός Λόγος της Φύσης (Είναι εν τω Γίγνεσθαι) συνθέτει και συμφιλιώνει τις φαινομενικές αντιθέσεις και αντιφάσεις που παρατηρούνται, αλλά και τις συνέχει, διασφαλίζοντας την αδιατάρακτη ενότητα και συνοχή τους παρά τις αέναες μεταμορφώσεις που συμβαίνουν. Το «ταυτόν» των διπολικών αντιθέσεων δε σημαίνει ότι οι διπολικές αντιθέσεις αποτελούν ταυτότητες με την έννοια της τυπικής λογικής. Η ενότητα των αντιθέτων αποκαλύπτει ότι στο πρωταρχικό οντολογικό επίπεδο, τα αντίθετα ταυτίζονται μεταξύ τους, γιατί το ένα προσδιορίζεται και συνυπάρχει με το άλλο και εξαιτίας του άλλου. Θα αναρωτηθεί κάποιος και δικαιολογημένα: «ποια η σχέση του «ταυτόν» με τη ρήση «αεί πάντα ρει» που αποδίδεται στον Ηράκλειτο;». Σ΄αυτό το σημείο να διευκρινήσουμε ότι στα σωζόμενα αποσπάσματα του Ηράκλειτου, δεν αναφέρεται ρητά το ουσιαστικό «Είναι». Σ΄ όσα αποσπάσματα χρησιμοποιείται το «είναι» δεν μπορούμε να αποφανθούμε κατηγορηματικά αν το «είναι» είναι οντολογικό-υπαρκτικό ή απλώς συνδετικό. Το «ταυτόν» είναι το «Είναι»; Ποια η σχέση του «Είναι» με το «Γίγνεσθαι»; Θα λέγαμε ότι το «Είναι» είναι η συμμετρική σχέση των αντιθέτων (εν πάντα είναι), η οποία επιτυγχάνεται μέσω της αέναης αντίθεσης και αλλαγής (γινόμενα πάντα κατ΄έριν και χρεών), σύμφωνα με το νομοτελειακό «μέτρον»=Λόγο (γινόμενον πάντων κατά το λόγον τόνδε). Έτσι, το «ταυτόν» ως Λόγος «Είναι» ή αλλιώς το «Είναι» είναι η ενότητα των αντιθέτων μέσα στη μεταβολή, στο «γίγνεσθαι». Ο Αξελός παρατήρησε την αρχέγονη συγγένεια του «είναι» και του «γίγνεσθαι» όπως αποκαλύπτεται στην ελληνική γλώσσα. Έτσι, σημειώνει: «το «είναι» (είναι, ον) είναι κυριολεκτικά συνδεδεμένο με το γίγνεσθαι, σε σημείο που για δύο χρόνους του ρήματος ειμί (τον αόριστο και τον παρακείμενο) να χρησιμοποιείται το ρήμα γίγνεσθαι (εγενόμην, γέγονα)».
Ο ρυθμός της ηρακλείτιας διαισθητικής και ενορατικής διαλεκτικής δεν είναι τριαδικός, όπως αργότερα στον ορθολογικό ιδεαλισμό του Hegel [θέση-αντίθεση-σύνθεση], αλλά δυαδικός και η σκέψη του ενώνει τα αντίθετα χωρίς να τα ταυτίζει ή να τα συνθέτει. Ο Ηράκλειτος δε στοχάζεται μέσα στα πλαίσια της τυπικής και εννοιοκρατικής λογικής, δε δεσμεύεται από την αξιωματικά θεσπισμένη λογική δομή της γλώσσας, δε διατυπώνει θεωρησιακές προτάσεις και κατηγορηματικές κρίσεις οι οποίες να θεμελιώνονται στην κυριαρχία του συνδετικού ρήματος «εστί». Τα παραπάνω γνωρίσματα της οντο-λογικής λογικής, τα οποία καθόρισαν την ιστορία της Δύσης και της μεταφυσικής της, έχουν αφετηρία τις αναζητήσεις του Ζήνωνα και ολοκληρώνονται από τον Αριστοτέλη με τη κατασκευή του αξιωματικού συστήματος της τυπικής λογικής, η οποία έχει ως πυρήνα της την αρχή της ταυτότητας -της μη αντίφασης- και την κατηγορηματική δομή της πρότασης.
Η χαραυγή του αρχαιοελληνικού στοχασμού εντάσσεται ιστορικο-χρονολογικά, σε μια εποχή που αφυπνίζεται το «συμπαντικό πνεύμα». Οι Ουπανισάδες, οι Βέδας και ο Βουδισμός στις Ινδίες, ο Κομφούκιος, ο Λάο-Τσε. ο Βουδισμός Ζεν και η Ταοϊκή παράδοση στην Κίνα, ο Ζωροάστρης στο Ιράν, οι Ιουδαίοι προφήτες του Ισραήλ και ολόκληρη η Παλαιά Διαθήκη, οι Άραβες μύστες και ποιητές, με τη μεταφυσική θρησκευτικότητά τους, διατυπώνουν σημαντικότατες σκέψεις και προτείνουν ένα άνοιγμα που προϋποθέτει νηφάλια και γαλήνια ετοιμότητα για να αναγνωριστεί. Έτσι, ο προφιλοσοφικός στοχασμός των σοφών και ποιητών της Ιωνίας αναδύεται σε ένα αρχαϊκό ανατολικό και ασιατικό πλαίσιο σκέψης και ομιλίας, το οποίο αφομοιώνει και γονιμοποιεί ριζικά με τον Λόγο και την αφαιρετικότητα της σκέψης που εγκαθιδρύει.
Το κίνημα του ρομαντικής ποίησης ενέχει ένα άνοιγμα που μας καλεί να το διερευνήσουμε στοχαστικά. Στοχαστές, ποιητές, ζωγράφοι, μυθιστοριογράφοι, ως ευαίσθητοι παλμογράφοι, προαισθάνονται και καταγράφουν τα προσεισμικά σήματα των τεκτονικών μετατοπίσεων που συντελούνται στην εποχή τους και διαβλέπουν ενορατικά την επερχόμενη κυριαρχία της τεχνικής. Πέρα από τις μυθικές, συμβολικές και μυστικιστικές αντηχήσεις και παραχήσεις, τον θρήνο για την απώλεια του υπαρξιακού νοήματος, την αποδόμηση των κοινοτικών δεσμών και τις μεσσιανικές επαγγελίες για μια νέα ουτοπία, η ρομαντική ποίηση ενέχει εύστοχες φαινομενολογικές παρατηρήσεις, σοφές διασθητικές ενοράσεις που προβλέπουν το επερχόμενο και μ΄αυτή την έννοια λειτουργούν προδρομικά.
Στη σκέψη του Ιουδαϊκού και αργότερα Χριστιανικού κόσμου, η Ολότητα του Σύμπαντος Κόσμου αναδύεται από το Μηδέν, εξαιτίας της Δημιουργικής παρέμβασης του κατ’ εξοχήν Όντος, του άπειρου Θεού που τον διατηρεί στην ύπαρξη με μια πράξη θέλησης. Η αρχαιοελληνική σκέψη που στοχάζεται τον Αιώνιο Κόσμο της Φύσης και την ένθεη Φύση του Λόγου μεταμορφώνεται σε Δημιουργία του Αιώνιου Θεϊκού Πνεύματος που προορίζεται τελεολογικά, διαμέσου του σχεδίου της Θείας Πρόνοιας Του, να γνωρίσει την Αποκάλυψη σ’ ένα επέκεινα του Φυσικού Κόσμου, ο οποίος χαρακτηρίζεται εφήμερος.
(Η Χριστιανική Θεολογία στο Μεσαίωνα • Η Υποταγή του Λόγου στην Πίστη • Αυγουστίνος • Οι τάσεις αυτονόμησης του Λόγου • Ακινάτης • Ο Μυστικισμός και η Αποφατική Θεολογία • Ο Θεός ως “Άκτιστο” Φως • Οι πολύπλοκες σχέσεις οικονομίας, πολιτικής και δικαίου)
Υπέρτατη κατηγορία της Κινέζικης Σκέψης είναι η Τάξη ή η Ολότητα. Εμβληματικό Σύμβολο της Ολότητας είναι το Τάο. Το Εμβληματικό Σύμβολο δεν απεικονίζει απλώς τον Φυσικό Κόσμο, αλλά συνιστά την δύναμη που τον εμψυχώνει και τον οργανώνει. Η Κινέζικη σκέψη αρνήθηκε την μεταφυσική διάκριση του Λόγου και του Κόσμου, ο Λόγος και ο Κόσμος κατοπτρίζονται, το Ταό είναι το αόρατο κέντρο αυτής της σχέσης. Ακριβώς γι’ αυτό είναι μια Σκέψη εξίσου “συμπαντική” όσο και “ανθρωπιστική”.
Το Τάο δεν συνιστά την παράσταση μιας μνημειακής ή υπερφυσικής ή υπεραισθητής οντότητας, η οποία όπως στην αποφατική θεολογία της χριστιανικής μεταφυσικής, εκφράζεται μόνο με αρνητικές μορφές. Το Τάο συντήκεται με τον κόσμο, με το είναι των πραγμάτων που συνεχώς συν-βαίνουν, δίχως να κατατείνει σ’ ένα τέλος, είτε με την έννοια της χρονικής κατάληξης είτε με την έννοια του σκοπού. Ο θεμελιακός τόπος της κινέζικης σκέψης δεν είναι τι Είναι, όπως στη Δυτική φιλοσοφία, αλλά ο δρόμος (Τάο). Στον Δρόμο απουσιάζει κάθε μονιμότητα του Είναι και της ουσίας, κάθε δυνατότητα να εντοπιστούν ίχνη της πορείας και βέβαια αποκλείεται η τελεολογική θεώρηση του Είναι και η γραμμική αντίληψη του χρόνου. Ο Δρόμος δεν μπορεί να υφίσταται, να ενίσταται ή να καθίσταται, έτσι απουσιάζει κάθε δυνατότητα υποστασιακής κλειστότητας και παγίωσης των οντοτήτων. Ο δρόμος είναι διάβαση και όχι κατοίκηση, απ-ουσία και όχι ίχνος, κενότητα και όχι νόημα, άνοιγμα.
THE SELF CRITICISM OF SCIENCE - ALEXIS KARPOUZOSalexis karpouzos
The neoteric human being is now being cut off from the order of nature and establishes itself as the rationally re- flecting and acting subject which is now posited against the object of its cognitive and practical activity. Civiliza- tion is constituted as the product of human activity, as an artifact and technical construct. iWth this development, human civilization is transformed to a ‘quasi nature’, aim- ing to correct and replace nature, and man assumes the nature of a technical existence. By ‘technical existence’ we mean the prevalence of a one-dimensional image of the human person as the producer of rational hypotheses and interpretations and the downgrading and degrada- tion of the non-rational element of human existence, i.e. the radical imagination as a creative capacity, which forms the a priori condition and prerequisite for social activity. This constitutive element of the modern world (man, as the producer of rational hypotheses) and its ar- ticulation with the ideology of techno-scientific progress and the evolution of the machine that transforms the methods and theories of natural sciences, arming these with new tools and constantly renovating their research and experimental capabilities, finally led to the replace- ment of religious and metaphysical dogmas by the blind faith to the dogma of technical and scientific progress.
If physics leads us today to a world view which is essentially holistic, it returns, in a way, to its beginning, 2,500 years ago. It is interesting to follow the evolution of Western science along its spiral path, starting from the mystical philosophies of the early Greeks, rising and unfolding in an impressive development of intellectual thought that increasingly turned away from its mystical origins to develop a world view which is in sharp contrast to that of the Far East In its most recent stages, Western science is finally overcoming this view and coming back to those of the early Greek and the Eastern philosophies. This time, however, it is not only based on intuition, but also on experiments of great precision and sophistication, and on a rigorous and consistent mathematical formalism. The parallels to modem physics appear not only in the Vedas of Hinduism, in the I Ching , or in the Buddhist sutras, but also in the fragments of Heraclitus, Parmenides, Plotinus, African-American philosophy, the eastern negative theology, in the Sufism of lbn Arabi, in the holistic spirit of Giordano Bruno and Meister Eckhart, in monadology of Leibniz, in the Absolute Idea of Hegel and Shelling, e.t. All ancient spiritual traditions suggest that the world is a unity and the multiplicity is only apparent. Modern science claims that the visible world of matter and the multiplicity is only apparent, the reality is unseen and invisible. Since different roads the mysticism and the rationalism lead to the same view, the view of the open totality of the world. The mystical insight of spirituality and the rational mind of science leading to the open thought, the wisdom of life. The spiritual experience of oneness conduces to the same insight as reasoning through science. Both convey the insight of fundamental interconnection between ourselves, other people, other forms of life, the biosphere and, ultimately, the universe. Science and spirituality, far from being mutually exclusive and conflicting elements, are complementary partners in the search for the path that can enable humanity to recover its oneness with the world. Science demonstrates the urgent and objective need for it; and spirituality testifies to its inherent value and supreme desirability. We can reason to our oneness in the world, and we can experience our oneness with the world. The time has come to do both, for they are complementary and mutually reinforcing.
Presents a revolutionary new paradigm of Cosmic Thought that bridges the divide between science and spirituality. Discloses the ramifications of non-localized consciousness and how the physical world and spiritual experience are two aspects of the same Cosmos. What scientists are now finding at the outermost frontiers of every field is overturning all the basic premises concerning the nature of matter and reality.
Το δομικό πρότυπο της ιστορίας, κατά την ελληνική αρχαιότητα,
από τον Πλάτωνα έως τους Στωικούς, υπήρξε κυκλικό. Με
το πρότυπο αυτό χαρακτηρίζεται η ιστορική συνέχεια, η
περιοδικότητα της ιστορίας. Με τον Αυγουστίνο, η μεσαιωνική
σκέψη εξέφρασε την ιουδαιο-χριστιανική αντίληψη της ιστορίας.
Το δομικό πρότυπο αυτής της αντίληψης ήταν ευθύγραμμο,
που μπορεί να παρασταθεί με μια γραμμή τεθλασμένη και το
οποίο εκφράζει την ιστορική ασυνέχεια. Ο Hegel επιχείρησε να
συνθέσει τα δύο αντιφατικά πρότυπα, τα οποία εκπροσωπούν
δύο διαφορετικές αντιλήψεις για την ιστορία, με ένα δομικό
πρότυπο που μπορεί να χαρακτηριστεί ελικοειδές. Η ανοιχτή
σκέψη, η σκέψη του ανοιχτού χωροχρόνου, μπορεί να
κατοπτρισθεί με ένα δομικό πρότυπο σπειροειδές.
Υπέρτατη κατηγορία της Κινέζικης Σκέψης είναι η Τάξη ή η Ολότητα. Εμβληματικό Σύμβολο της Ολότητας είναι το Τάο. Το Εμβληματικό Σύμβολο δεν απεικονίζει απλώς τον Φυσικό Κόσμο, αλλά συνιστά την δύναμη που τον εμψυχώνει και τον οργανώνει. Η Κινέζικη σκέψη αρνήθηκε την μεταφυσική διάκριση του Λόγου και του Κόσμου, ο Λόγος και ο Κόσμος κατοπτρίζονται, το Ταό είναι το αόρατο κέντρο αυτής της σχέσης. Ακριβώς γι’ αυτό είναι μια Σκέψη εξίσου “συμπαντική” όσο και “ανθρωπιστική”.
Η Βουδική διδασκαλία εμφανίστηκε και αναπτύχθηκε στην Ινδία σε μια εποχή που η Ινδουϊστική και Βραχμανιστική παράδοση της μεταφυσικής θρησκευτικότητας, όπως νοηματοδούνταν μέσα στα πλαίσια των ιερών κειμένων, των Βεδών και των Ουπανισάδων, είχε αρχίσει να εξασθενεί. Οι μαγικοθρησκευτικές ιεροτελεστίες των Βεδών και οι αφηρημένες έννοιες της μεταφυσικής θρησκευτικότητας της Ουπανισαδικής σκέψης, δεν ενέπνεαν τον λαό. Η αντίδραση σ’ αυτή την κατάσταση ήταν η έξαρση υλιστικών και σκεπτικιστικών ρευμάτων που αποδομούσαν την μεταφυσική ευλάβεια της θρησκείας και αμφισβητούσαν την ιερή αυθεντία των πηγών. Αυτή η εξέλιξη είχε ως συνέπεια την μεταβολή των φιλοσοφικού ενδιαφέροντος από τον αφηρημένο στοχασμό και την μεταφυσική έννοια στην βιωμένη έρευνα της ηθικής αξίας.
2. ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ο Αλέξης καρπούζος γεννήθηκε 9
Απριλίου 1967 στην Αθήνα.
Παρακολούθησε μαθήματα φιλοσοφίας
και κοινωνικών σπουδών στη Φιλοσοφική
Σχολή Αθηνών και μαθήματα πολιτικής
επιστήμης στη Νομική Σχολή Αθηνών,
συνέχισε τις σπουδές του στην
ψυχανάλυση και την ψυχολογία της
μάθησης. Κατά τη διάρκεια των σπουδών
του στην Ελλάδα δραστηριοποιήθηκε
ενεργά με τα κοινωνικά και οικολογικά
κινήματα, όπως και με τα κινήματα στέγης
της εποχής. Συμμετείχε στα μαθήματα και
τις διαλέξεις οντολογίας και μεταφυσικής
που παρέδιδαν οι Έλληνες φιλόσοφοι,
Κορνήλιος Καστοριάδης και Κώστας
Αξελός και συνδέθηκε φιλικά μαζί τους.
Ο Αλέξης καρπούζος, μας καλεί να
στοχαστούμε το αδιανόητο, να
δοκιμάσουμε την εμπειρία του, να
αφυπνιστούμε και να διερευνήσουμε τα
μυστήρια μέσα στον εαυτό μας, δηλαδή
τα μυστήρια του σύμπαντος, γιατί το
σύμπαν είμαστε εμείς, είμαστε οι
αγγελιοφόροι του.
ΤΟ ΔΙΑΓΩΝΙΟ ΜΟΝΟΠΑΤΙ
ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΡΠΟΥΖΟΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ
ΚΟΣΜΙΚΟ ΠΝΕΥΜΑ
ΤΟΠΟΘΕΣΊΑ WEB:
https://www.alexiskarpouzos.com/
1
3. Το "Διαγώνιο Μονοπάτι" συνιστά την Οδό για την υπέρβαση των αντιθέσεων και την
μεταμόρφωση της Συνείδησης. την Οδό για την ενορατική εμπειρία του Αόρατου, το οποίο ο
Αλέξης καρπούζος, το θεωρεί ως Καλειδοσκόπιο που αέναα μεταμορφώνεται. Όπως λέει ο
Αλέξης καρπούζος "δεν υπάρχει Ουρανός και Γη, Πλάσματα του Κόσμου και Θεότητες, Φύση
και Ιστορία που αντιπαρατίθενται, αλλά το Αόρατο Κέντρο, μετέωρο και φευγαλέο, που
συντονίζει τις σχέσεις και ρυθμίζει τις διαφορές τους".
2
4. Περιεχόμενα
.................................................................................................................................................................................... 1
ΤΟ ΔΙΑΓΩΝΙΟ ΜΟΝΟΠΑΤΙ.................................................................................................................................................. 1
Αλέξησ ΚΑΡΠΟΥΖΟΣ .......................................................................................................................................................... 1
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ........................................................................................................................................................................ 1
ΚΟΣΜΙΚΟ ΠΝΕΥΜΑ............................................................................................................................................................ 1
ΚΑΙ ΟΙ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗΣ .................................................................................................................. 4
2. ΤΟ ΚΑΛΕΙΔΟΣΚΟΠΙΚΟ ΑΟΡΑΤΟ.................................................................................................................................... 7
ΤΟ ΔΙΑΓΩΝΙΟ ΜΟΝΟΠΑΤΙ ΤΗΣ ΣΚΕΨΗΣ .......................................................................................................................... 7
3.ΕΡΕΥΝΩΝΤΑΣ ΤΟ ΑΔΙΑΝΟΗΤΟ..................................................................................................................................... 10
4. ΝΙΤΣΕ: Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΜΗΔΕΝΙΣΜΟΥ......................................................................................................................... 13
5.Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΑΒΥΣΣΟΥ......................................................................................................................... 22
6. Η ΑΚΤΙΝΟΒΟΛΙΑ ΤΟΥ ΑΟΡΑΤΟΥ ................................................................................................................................ 24
7. Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΜΗΔΕΝΙΣΜΟΥ..................................................................................................................................... 27
8. ΨΥΧΗ ΚΑΙ ΚΟΣΜΟΣ.................................................................................................................................................... 31
9. ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΣΥΝΕΙΔΗΤΟΤΗΤΑΣ............................................................................................................................... 35
10. Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΑΒΥΣΣΟΥ ...................................................................................................................... 40
13. Η ΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ .............................................................................................................................................. 43
14. ΑΠΟ ΤΟ ΔΟΓΜΑ ΣΤΗΝ ΑΝΟΙΧΤΗ ΣΚΕΨΗ ................................................................................................................ 46
15. ΤΟ ΛΥΚΟΦΩΣ ΤΩΝ ΕΙΔΩΛΩΝ..................................................................................................................................... 47
16. Η ΟΝΤΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΚΒΑΝΤΙΚΗΣ ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ.......................................................................................................... 50
ΦΑΙΝΟΜΕΝΕΣ” ΚΑΙ “ΝΟΟΥΜΕΝΕΣ” ΟΝΤΟΤΗΤΕΣ ......................................................................................................... 52
ΔΥΝΑΜΕΙ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΣΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ ΚΑΙ ΤΟΝ ΧΕΓΚΕΛ................................................................................... 54
17. ΤΟ ΑΛΜΑ ΤΗΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗΣ...................................................................................................................................... 55
3
5. 1.Η ΟΔΟΣ ΤΗΣ ΣΚΕΨΗΣ
ΚΑΙ ΟΙ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗΣ
Η σκέψη είναι οδός και όχι μέθοδος. Η μέθοδος υπακούει σε ένα σύνολο προ διατεταγμένων κανόνων, που
αποβλέπουν σε ένα προκαθορισμένο σκοπό. Η λειτουργία της μεθόδου είναι τεχνικο-επιστημονική, δηλαδή
θεμελιώνεται σε αιτιατά και επεξηγηματικά σχήματα που αποβλέπουν μέσω των παραστάσεων και των
αναπαραστάσεών τους στον υπολογισμό, την μέτρηση και τον έλεγχο του «αντικειμένου τους», από τα
ορθολογικά και ενσυνείδητα «υποκείμενα». Η λογική της μεθόδου είναι τεχνική και η τεχνική είναι το
εργαλείο της οργάνωσης. Πράγματι, η ανόργανη και οργανική φύση ενέχει μία οργάνωση, την οποία ο
άνθρωπος αναγνωρίζει, αλλά συγχρόνως την αναδιαμορφώνει. Τι γίνεται με αυτό που δεν μπορεί να δαμαστεί,
που διαφεύγει της δυνατότητας, υπολογισμού, της μέτρησης, της πρόβλεψης και του ελέγχου; Τι γίνεται
δηλαδή με αυτό που δεν μπορεί να γίνει έννοια, ιδέα ή σύμβολο; Με το χάος, το κενό, το τίποτα, το μηδέν; Η
σκέψη -ανοιχτή, ποιητική από τη φύση της- δοκιμάζει την εμπειρία του κόσμου, δηλαδή επιχειρεί να
ανταποκριθεί στους ρυθμούς του κόσμου και στις μεταμορφώσεις των αποσπασμάτων του. Ξετυλίγεται πριν
από την έλευση της μεταφυσικής διάκρισης του κόσμου σε «αντικείμενο’’ και «υποκείμενο», πριν δηλαδή
την αναγνώριση αιτιοκρατικών χωροχρονικών συσχετίσεων, τη δυνατότητα χρονικών διασυνδέσεων μεταξύ
πρότερου και ύστερου, αιτίας και αποτελέσματος, πριν την περιγραφή κάθε διυποκειμενικής εμπειρίας, και
πορεύεται πέραν από αυτήν. Ερωτά για την προέλευση και του προορισμό του Κόσμου, του Κόσμου, ως Εν-
Παν και πασχίζει να μιλήσει για αυτό που μας αφορά ζωτικά, γι’ αυτό που αποδεσμεύει τη δύναμη του
αδύνατου, γι’ αυτό μάς εμψυχώνει και μάς συντρίβει: τον Κόσμο στην Ανοιχτή Ολότητά του.
Η σκέψη εκδηλώνεται πριν από τη φιλοσοφία, Οι Ουπανισάδες, οι Βέδας και ο Βουδισμός στις Ινδίες, ο Λάο-
Τσε. ο Βουδισμός Ζεν και η Ταοϊκή παράδοση στην Κίνα, ο Ζωροάστρης στο Ιράν, οι Ιουδαίοι προφήτες του
Ισραήλ και ολόκληρη η Παλαιά Διαθήκη, οι Άραβες μύστες και ποιητές, με τη μεταφυσική θρησκευτικότητά
τους, ο Ηράκλειτος, ο Παρμενίδης με την αφαιρετικότητα της σκέψης, φίλοι της σοφίας, στοχάζονται το Εν-
Παν, διατυπώνουν παραγωγικές σκέψεις και αφυπνίζουν το ‘’συμπαντικό πνεύμα’’, προτείνοντας ένα
άνοιγμα που προϋποθέτει νηφάλια και γαλήνια ετοιμότητα για να αναγνωριστεί. Η καθιέρωση της
συστηματικής και μεθοδικής σκέψης, της φιλοσοφίας και της επιστήμης που καθιστούν το Εν-Παν, Ον, και
η οποία διδάσκεται σε σχολές και διαιρείται σε κατηγορίες εισέρχεται στο προσκήνιο με τον Πλάτωνα και
τον Αριστοτέλη και φτάνει μέχρι τον Χέγκελ, τον τελευταίο μεγάλο φιλόσοφο, ο οποίος επισκοπεί ιστορικά
και συστηματικά το σύνολο της ιστορίας της φιλοσοφίας και εξαντλεί όλες τις φιλοσοφικές δυνατότητες.
4
6. Αυτοί που ακολουθούν μετά τον Χέγκελ, οι Κίργκεργκορ, Μάρξ, Νίτσε, Χάιντεγγερ κ.λ.π,, επιχειρούν να
χαράξουν μια σκέψη και ένα στυλ σκέψης πέραν της μεταφυσικής-ιδεαλιστικής φιλοσοφίας. Αυτό που κυρίως
επιτυγχάνουν είναι να αποδομήσουν περαιτέρω τα είδωλα των μεταφυσικών αφαιρέσεων, παραμένοντας
δέσμιοι της μεταφυσικής- ιδεαλιστικής παράδοσης, υποψιάζουν όμως για το άνοιγμα σ΄έναν άλλο ορίζοντα.
Η σκέψη λοιπόν, είναι πρόδρομος της φιλοσοφίας, την διατρέχει και την διαδέχεται. Από την εμπειρία του
μεταφυσικού που δεσπόζει στην αρχαϊκή εποχή μεταβαίνουμε στην εμπειρία της μεταφυσικής σκέψης που
δοκιμάζει και δοκιμάζεται η ιστορική εποχή και στην εμπειρία μιας σκέψης που δεν είναι μεταφυσική, αλλά
μετέωρη και ανοίγεται στην μετα-ιστορική εποχή του ανοικτού χωροχρόνου της ενότητας του πολλαπλού και
της πολλαπλότητας του Ενός. Από την προ-κατηγορηματική σκέψη της γλώσσας των αρχαίων στοχαστών
και ποιητών, μεταβαίνουμε στην κατηγορηματική γλώσσα της αρχαιοελληνικής σκέψης, τον λογικό πυρήνα
του Δυτικού Πολιτισμού που ολοκληρώνεται πλανητικά, και πλέον στην μετα-κατηγορηματική ποιητική
σκέψη που στοχάζεται τον κόσμο ως ενιαία και πολυδιάστατη Ολότητα.
ΟΙ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗΣ
Οι μεταμορφώσεις της γλώσσας της σκέψης έχουν τις αντίστοιχες μεταμορφώσεις στο πεδίο της ψυχικής
εμπειρίας της συνείδησης. Πρωτογενώς εκδηλώνεται η αρχαϊκή δομή της ψυχικής εμπειρίας την οποία
καλούμε μαγική συνείδηση που χαρακτηρίζει την Ονειρική Εποχή, την εποχή του μεταφυσικού, όπου η
ιερότητα του κόσμου, ως δύναμη ενιαία και αδιαίρετη εκδηλώνεται σε κάθε έκφανση του κόσμου. Σ΄αυτή
την εποχή το εμπειρικό και το υπερβατικό δεν διακρίνονται, το ανθρώπινο και το μη ανθρώπινο
συγχωνεύονται και συγκροτούν την άχρονη ταυτότητα του Όλου. Στην αρχαία δομή της ψυχικής εμπειρίας,
την οποία καλούμε μυθική συνείδηση και η οποία διέπει το αίσθημα της θρησκευτικότητας παρατηρείται η
ταύτιση του κόσμου μ΄ένα μυθικό συμβολικό ον (τοτέμ), το οποίο επέχει θέση υπερβατικού σημαίνοντος και
αποτελεί σημείο υπαρξιακής αναφοράς από το οποίο αρδεύει νόημα η κοινότητα. Το μυθικό συμβολικό ον,
το οποίο εκδηλώνεται μέσω του ανθρώπου μετασχηματίζεται σε μυθολογική αρχή. Μυθολογικές αρχές
συνιστούν ο αρχαιοελληνικός Λόγος, δηλαδή η ένθεη φύση του λόγου, στον χριστιανικό μεσαίωνα, ο Λόγος
μετουσιώνεται σε Θεό-Λόγο. Στη νεώτερη δομή της ψυχικής εμπειρίας που καλούμε ορθολογική συνείδηση,
το ανθρώπινο υποκείμενο (αντικειμενικό) τίθεται απέναντι από το αντικείμενο (‘’φύση’’) και επιχειρεί να ο
ελέγξει μέσω της παράστασης, η οποία συνιστά μια λογική αφαίρεση. Το Υπερβατολογικό Εγώ, το Εγώ του
Ενσυνείδητου- Ορθολογικού Υποκειμένου ανταγωνίζεται τον φυσικό κόσμο και προσπαθεί τη τη βούλησή
του να τον ελέγξει και να τον κυριαρχήσει στις επιδιώξεις του.
Η ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΗΣ ΥΠΕΡΛΟΓΗΣ ΚΟΣΜΙΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ/ΠΟΛΛΑΠΛΟΤΗΤΑΣ
Στην μακραίωνη εξέλιξη της συνείδησης από τη μαγική εποχή στη μυθικο-θρησκευτική παρατηρούμε το
μεγάλο ρήγμα στη συνείδηση, από τη συνείδηση της άχρονης Ολότητας στη συνείδηση του εαυτού-εγώ, που
αντιλαμβάνεται αποσπασματικά τον εαυτό του και τον κόσμο, απόρροια της δημιουργίας του νοητικού
κόσμου των συμβόλων που λειτουργούσε παράλληλα με τον φυσικό κόσμο, Η ρωγμή (σχάση) στη συνείδηση
ισοδυναμεί με ‘’πτώση’’ από τον Άχρονη Ενότητα του Ονείρου, στην Ένχρονη Πολλαπλότητα της νοητικής
και συμβολικής εμπειρίας. Από την προ-λογική εμπειρία της Ολότητας στην λογική εμπειρία της
αποσπασματικότητας, από το απεριόριστο συνεχές στο πεπερασμένο ασυνεχές, από την κοσμική συνείδηση
του Παντός στη συνείδηση του εαυτού-εγώ που ξετυλίγει τον Άχρονο Εν και το χρονίζει, διαφοροποιώντάς
το.
Από την εμπειρία του μεταφυσικού που δεσπόζει στην αρχαϊκή εποχή μεταβαίνουμε στην εμπειρία της
μεταφυσικής σκέψης που δοκιμάζει και δοκιμάζεται η ιστορική εποχή και στην εμπειρία μιας σκέψης που δεν
είναι μεταφυσική, αλλά μετέωρη και ανοίγεται στην μετα-ιστορική εποχή του ανοικτού χωροχρόνου της
ενότητας του πολλαπλού και της πολλαπλότητας του Ενός. Από την προ-κατηγορηματική σκέψη της γλώσσας
των αρχαίων στοχαστών και ποιητών, μεταβαίνουμε στην κατηγορηματική γλώσσα της αρχαιοελληνικής
σκέψης, τον λογικό πυρήνα του Δυτικού Πολιτισμού που ολοκληρώνεται πλανητικά, και πλέον στην μετα-
5
7. κατηγορηματική ποιητική σκέψη που στοχάζεται τον κόσμο ως ενιαία και πολυδιάστατη Ολότητα. Οδεύουμε
πλέον στην ψυχική εμπειρία του μη νοητού Αόρατου Εν-Πολλαπλού, της υπερλογικής συνείδησης της
Ενιαίας και Πολυδιάστατης Κοσμικής Ολότητας/Αποσπασματικότητας. Το Αόρατο Εν-Πολλαπλό, εγκλείει
το Ίδιο, το Άλλο και το Διαφορετικό σε μια ενότητα, μη ταυτολογική, που επαναλαμβάνεται,
διαφοροποιημένα. Αναφερόμαστε στον ‘’άκοσμο’’ κόσμο, στην αρχέγονη σπείρα, αόρατη ως τέτοια που
‘’είναι’’ οι μεταμορφώσεις του Χρόνου. Ο ‘’άκοσμος’’ κόσμος, που παρέμεινε ‘’Άσκεφτος’’, παρά τις
μεγαλειώδεις προσπάθειες στοχασμού του, ‘’είναι’’ Αυτό που προηγείται της Σκέψης και της Γλώσσας, τις
διατρέχει και τις υπερβαίνει, παραμένοντας πάντα μετέωρο και φευγαλέο. Αυτό, το ΄΄Άσκεφτο’’, δεν
εκφαίνεται και δεν εκφέρεται και καμμιά κρίση δεν μπορεί να το διατυπώσει αποφαντικά, φανερώνεται στο
‘’αίφνης’’ της στιγμής, στην αιφνιδιαστική διάνοιξη στο απεριόριστο, αρκεί να είμαστε δεκτικοί για να
ανταποκριθούμε στο κάλεσμά του.
6
8. 2. ΤΟ ΚΑΛΕΙΔΟΣΚΟΠΙΚΟ ΑΟΡΑΤΟ
ΤΟ ΔΙΑΓΩΝΙΟ ΜΟΝΟΠΑΤΙ ΤΗΣ ΣΚΕΨΗΣ
Μέχρι τώρα η σκέψη, εξαρτημένη από την έρευνα του Κόσμου (Είναι), ως θετικότητα, ως η πληρότητα
της παρουσίας του Κόσμου, ως ‘’ουσίας’, εργάζεται με τον συλλογισμό, την λογική επιχειρηματολογία,
διατυπώνοντας κατηγορικές ή κατηγορηματικές φράσεις, πασχίζοντας να αποδείξει την Αλήθεια, το Νόημα,
την Αιτία, τον τον Σκοπό. Συνεχίζουμε να μιλάμε με όρους του είναι, του μη είναι, του όντος, του μη όντος,
λέμε ‘’αυτό είναι’’, ‘’αυτό δεν είναι’’ και καταθέτουμε λόγους και αιτίες που ερμηνεύουν και εξηγούν του
κόσμο και τα ‘’όντα’’. Η ανάγκη του ανήκειν σ ένα πλαίσιο σκέψης και δράσης και η ανάγκη εξασφάλισης
και βεβαιότητας από τις συμβολικές μορφές και τις φαντασιακές ταυτότητες-ταυτίσεις, φαίνεται ακόμα
ανθεκτική. Αυτή η ανάγκη είναι κατανοητή μέσα στα πλαίσια του κλασικού Λόγου, την μέγιστη μεταφυσική
αφαίρεση, όπου η ύπαρξη αιτιοκρατικών χωροχρονικών συσχετίσεων, η δυνατότητα χρονικών διασυνδέσεων
μεταξύ πρότερου και ύστερου, αιτίας και αποτελέσματος και κατ΄ επέκταση η περιγραφή κάθε
διυποκειμενικής εμπειρίας είναι απότοκες της διάκρισης του Όλου σε γνωρίζον υποκείμενο και αντικείμενο
προς εξέταση, σε παρατηρητή και παρατηρούμενο, θα λέγαμε με σύγχρονους όρους. Άλλωστε ο ίδιος ο
Λόγος, ως Απόλυτο Υποκείμενο (Αντικειμενικό), ως άχρονη Θετικότητα, διαστέλλεται και διακρίνεται από
τον μη –Λόγο, την άβυσσο του Μηδενός, την Απόλυτη Σιωπή. Αυτό που προηγείται του Λόγου και της
Γλώσσας, που τα διατρέχει και τα υπερβαίνει, δεν είναι ένα σημείο, δεν έχει αρχή και τέλος, άνοιγμα από
όπου όλα αναδύονται και όλα επιστρέφουν.
Αναζητώντας τη γενεαλογική καταγωγή αυτής της οντολογικής εξέλιξης (την διαστολή και την διάκριση ττου
Όλου σε μέρη, όπου το ένα μέρος υποτάσσεται στο άλλο), ανατρέχουμε στους προσωκρατικούς στοχαστές
όπου ήδη διαφαίνεται η διάκριση, μιας που γίνονται οι πρώτες απόπειρες να οριστεί και να ονομαστεί ο
Κόσμος, να γίνει δηλαδή ένα ιδιαίτερο ον, ένα σημείο. Η εξέλιξη αυτή τυποποιείται στους κλασικούς της
ελληνικής αρχαιότητας που συγκεκριμενοποιούν και μορφοποιούν του Κόσμο, τον ταυτίζουν με μια
αφηρημένη οικουμενική μορφή (Ένθεη Φύση) και τον υποτάσσουν στην Ιδέα ή και την Ύλη. Έκτοτε η
δυαδικότητα αποτελεί το γενετικό υλικό της φιλοσοφικής σκέψης στη μακραίωνη πορεία της
και διαμορφώνει τη μοίρα του ιστορικού κόσμου της Δύσης που ολοκληρώνεται πλανητικά και δύει. Αυτή η
οντολογική εξέλιξη, η δυαδικότητα, είχε ως μοιραία συνέπεια ο Κόσμος να γίνει ένα Ον που το θεμελιώνει
η σκέψη μέσω των παραστάσεων, ένα ενδοκοσμικό ον, έστω το πιο γενικό και καθολικό. Έτσι όμως
απωθήθηκε στο ασυνείδητο της σκέψης το αθεμελίωτο και μη αναπαραστάσιμο Εν-Όλον, λησμονήθηκε η
σχέση μας μ΄Αυτό που μετέχει σ΄όλα και όλα μετέχουν σ΄Αυτό, δίχως Αυτό να είναι ον και να υπάρχει, το
καλειδοσκοπικό Αόρατο Εν, το Σύν-ολο όλων των προοπτικών και των δυνατοτήτων. Αυτό, το Αόρατο Εν-
Πολλαπλό, εγκλείει το Ίδιο, το Άλλο και το Διαφορετικό σε μια ενότητα, μη ταυτολογική που
επαναλαμβάνεται, διαφοροποιημένα. Αυτό το Εν-Πολλαπλό, αόρατο ως τέτοιο, που εκδηλώνεται στις
πολλαπλές όψεις ττου ορατού, δίχως να ταυτίζεται μ΄αυτές, δεν είναι για να το ιδιοποιούμαστε με τις
παραστάσεις μας, οι παραστάσεις του Κόσμου είναι οι μεταφυσικές αφαιρέσεις του, η έννοια-ες του Κόσμου.
Ο άνθρωπος ιδιοποιείται τις παραστάσεις του για τον Κόσμο και θεμελιώνει την ανθρωποκεντρική εμπειρική
κοσμοεικόνα του. Η ‘’ιδιοποίηση’’ του Κόσμου μέσω των μεταφυσικών αφαιρέσεων-παραστάσεων παράγει
την εξουσία της δύναμης, συνιστά τη ρίζα της ιδιοκτησίας (ιδιωτικής ή δημόσιας), της κατοχής, της
επέκτασης, της κατάκτησης, της απαλλοτρίωσης και βέβαια των βαθέων υπαρξιακών αισθημάτων, της
υποταγής, της κυριαρχίας, της μνησικακίας και της εκδικητικότητας που νοηματοδοτούν την ηθική της
ατομικής/εγωϊστικής συνείδησης. Η ‘’ιδιοποίηση’’ του Κόσμου που δεν είναι, αλλά μετέχει σ΄όλα και σε
τίποτα, δίχως αυτό να είναι ον, ιδέα, ή πράγμα, δίχως να έχει ιδιότητες και να γνωρίζει διακρίσεις, συνιστά τη
ιστορία της μεγάλης πλάνης για τον ανθρώπινο πολιτισμό. Αυτό που είναι, δεν είναι ίδιο με τον εαυτό του,
είναι αντιφατικό, δεν αποκλείει το μέσο, δεν έχει αποχρώντα λόγο. Αυτό, η μη τοπολογία του καλειδοσκοπικού
Αόρατου, η αέναη μεταμόρφωση της Ενότητας- Πολλαπλότητας, χαράζει το διαγώνιο μονοπάτι της
7
9. συμφιλίωσης όντων και πραγμάτων. Στο διαγώνιο αυτό μονοπάτι αρθρώνονται σε μια Ολότητα τα
αποσπάσματα και συντονίζονται από έναν αόρατο ρυθμό. Η σκέψη που ξετυλίγεται σ΄αυτό το σημείο
προϋποθέτει μια μη-εννοιολογική κατανόηση του α-διανόητου, μια ευφυία, αστραπιαία, που θα ιχνηλατούσε
τα σημάδια εκδήλωσης του αόρατου κενού, άλλη όψη του Πλήρους, μια ακραία ευαισθητοποίηση που θα
προαισθανόταν το αόρατο άγγιγμα του κόσμου στις στιγμιαίες, διαχρονικές και παν-χρονικές εκφάνσεις του
και θα μάντευε το μήνυμά του, μια ακρόαση της φωνής της σιωπής, τον αντίλαλο του κόσμου στην συνείδηση.
Η δυαδικότητα στον τομέα της οντολογικής σκέψης είχε το ανάλογό της στο σύνολό της θεωρίας της γνώσης,
από τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη με τη φιλοσοφία του Είναι έως και τον Καρτέσιο και την φιλοσοφία
του Νοειν (Σκέπτομαι άρα Υπάρχω) και στην κατάληξή της με το λογικό θετικισμό του κύκλου της
Βιέννης και τη γνωσσανάλυση του Βιτγκενστάιν, θεμελιώθηκε στη μεταφυσική διάκριση Υποκειμένου –
Αντικειμένου. Τόσο η κλασική γνωσιοθεωρία όσο και η νεώτερη επιστημολογία συγκροτούν τη θεωρητική
και μεθολογική δομή της σκέψης τους στην αρχή της διάκρισης και προβάλλουν την αξιωματική πεποίθηση
ότι η γνώση αποκτάται από έναν εξωτερικό-αμέτοχο παρατηρητή μέσω νοητικών κατασκευών που
συνιστούν αναπαραστάσεις των ‘’αντικειμένων’’ στα οποία αποβλέπει η συνείδηση. Έτσι διαμρφώνονται
κοσμοεικόνες και κοσμοθεωρίες για τον Κόσμο και τη Φύση, πρόκειται όμως για μυθικές ή μυθολογικές
αφηγήσεις που συντάσσονται αφαιρετικά από τα συμβολικά-σημειωτικά συστήματα. Όμως ο ‘’εξωτερικός’’
παρατηρητής και το ‘’αντικείμενο’’ προς παρατήρηση συνιστούν Αυτό που τους συνιστά, το Αόρατο Εν-
Πολλαπλό, που δεν γνωρίζει διακρίσεις, αλλά στεγάζει αρθρωμένες τις διαφορές.
Οι νοητικές κατασκευές εδράζονται στη λογική της συλλογιστικής απόδειξης, το κατ΄εξοχήν όργανο του
θετικού-τεχνικού πνεύματος και του αιτιοκρατικού του πυρήνα, και στην αποδειξιμότητα της νεώτερης
πειραματικής μεθόδου, η οποία ασκείται σ΄ ένα πεδίο εκ των προτέρων οροθετημένο και καθορισμένο,
αναζητώντας μια κατεύθυνση όντας προσανατολισμένη προς αυτό που θέλει να φτάσει και το οποίο
κατευθύνει. Κυρίαρχο κατηγόρημα του θετικιστικού-ορθολογικού πνεύματος είναι η βούληση για
δύναμη και κυριαρχία. Έτσι, επιστημολογικά κριτήρια αληθείας του νεώτερου υλιστικού/μηχανιστικού
πνεύματος, γίνονται ο υπολογισμός, η μέτρηση και η ποσοτικοποίηση και κατ΄επέκταση η χειραγώγισή τους
και τα ηθικά-αξιακά ισοδύναμα αυτού του πνεύματος είναι η σκοπιμότητα, ο ωφελισμός, η χρησιμοθηρία.
Όμως αυτά που υπολογίζει, που μετράει και ποσοτικοποιεί ο άνθρωπος είναι τα προϊόντα των νοητικών
κατασκευών, οι αντανακλάσεις των προβολών του, τα είδωλα του που σιτίζουν τον ναρκισσιστικό εγωϊσμό
του. Ο φετιχισμός των ειδώλων κάνει τον άνθρωπο να μικραίνει και να εξαφανίζεται, να μένει δίχως Κόσμο,
δίχως Άνοιγμα. Κόσμος, το αστέρι του ανθρώπου, αυτό που τον δρομολογεί, τον συνδέει, τον διατηρεί και
τον μεταμορφώνει εργάζεται αθόρυβα και αθέατα για την μεταμόρφωση του ανθρώπου, για την ανάληψή του
και την σύντηξή του στο Ανοιχτό Όλον.
Όλα τα εξηγηματικά σχήματα, και όλες οι νοητικές κατασκευές της σύγχρονης επιστήμης, όσο τολμηρές και
εάν είναι, όσο και εάν σχετικοποιούν το υποκείμενο και το αντικείμενο, ενέχουν εικονικότητα (η οποία δεν
είναι μόνο πραγματική ούτε και και μόνο φανταστική ή φαντασιακή) και αναφέρονται έκδηλα ή άδηλα σε
μια μυθική ή μυθολογική αρχή. Αυτή η αρχή συνιστά την πεμπτουσία της μεταφυσικής σκέψης, την ιδρυτική
πράξη της δυαδικότητας. Απαιτείται ένας τεχνικο-επιστημονικός στοχασμός που δεν θα καταφεύγει στην
αναπαράσταση, ακόμα και εάν είναι μη παραστατικός. Αυτό σημαίνει ότι η επιστημολογία δεν θα
εμμένει στην παρουσία και θα την εξιολογεί θετικά και δεν θα απορρίπτει την απουσία και δεν θα την
αξιολογεί αρνητικά. Μια επιστημολογία που θα ευλαβείται αυτό που επέχει, το ανυπολόγιστο, αυτό που
διαφεύγει, το μηδέν και το τίποτα και θα συντονίζεται με το χρόνο και τις μεταμορφώσεις του. Μια
επιστημολογία που θα αρνείται τα συστήματα και τα πρότυπα, επιεδή γνωρίζει ότι αίτια και αιτιατά και οι
δεσμοί τους, μέρη και ολότητες, όπως και το αποκαλούμενο όλον θεμελιώνονται σ΄Αυτό, το αθεμελίωτο,
στην άβυσσο του μηδενός, άλλη όψη του Κόσμου, απο την οποία αναδύονται και στην οποία επιστρέφουν,
μεταμορφωμένα. Θα αναρωτηθει δικαιολογημένα κάποιος-α, αυτό που αναφέρουμε δεν εκφεύγει από τη
δυνατότητα της επιστημονικής γνώσης; δεν δείχνει το τέλος της γνώσης; όπως την γνωριζουμε; Αυτό που
λέμε είναι ότι μετά το τέλος της γνώσης χαράζεται ένα διαγώνιο μονοπάτι, το μονοπάτι της συνείδησης, η
συνείδηση της ποιητικότητας του Κόσμου που πληροφορεί γι΄αυτό που δεν είναι, το Αδια-νόητο που
μετέχουμε και το μεταμορφώνουμε, αγνοώντας το, δίχως Αυτό να μας αγνοεί. Αυτό προϋποθέτει να
8
10. εισέλθουμε στο βασίλειο της σφαιρικής σκέψης, που δεν αποκλείει τίποτα και τα πάντα την διαφωτίζουν,
στην Αποδοχή του Κόσμου, που δεν είναι, αλλά ξετυλίγεται ως ρυθμός των μεταμορφώσεων του χρόνου, ως
σπείρα, με διπλή είσοδο και έξοδο που τα δύο άκρα της είναι ταυτόχρονα σημεία εκκίνησης και άφιξης. Αυτό
σημαίνει την ανάδυση ενός πλάσματος που κεραυνοβολείται απευθείας από τον Κόσμο, συντονίζεται μ΄αυτό
που τον δρομολογεί, τον συνδέει, τον διατηρεί και τον μεταμορφώνει, ένα πλάσμα που απέρχεται, επερχόμενο
και επέρχεται, απερχόμενο. Έν πλάσμα που δεν τοπο-θετείται απλώς σε ορισμένο σημείο του ιστορικού
χωρόχρονου, αλλά έχει συνείδηση ότι μετέχει της υπέρλογης εμπειρίας του ενιαίου κοσμικού χωροχρόνου,
ότι διαμορφώνεται και διαμορφώνει Αυτό που δεν είναι, το Αόρατο Εν/Πολλαπλό που επαλαμβάνεται
διαφοροποιημένα.
9
11. 3.ΕΡΕΥΝΩΝΤΑΣ ΤΟ ΑΔΙΑΝΟΗΤΟ
Το ξετύλιγμα της σκέψης, πριν από τη σύσταση της φιλοσοφίας (μεταφυσικής), κατά τη διάρκεια της λάμψης
της, μετά την ολοκλήρωσή της της, στοχεύει Αυτό, το Εν Παν. Τόσο η Ανατολική όσο και η Δυτική
μεταφυσική διατυπώνουν τους όρους της ενότητας του Κόσμου. Όμως, αναζητώντας την Ουσία του Κόσμου,
το Νόημα της Όντος, διαχωρίζουν το Μηδέν από το Είναι, το Τίποτα από το Όλον, το Κενό από το Παν, την
Σκέψη από τη Ζωή, αποδίδοντας, σ΄ ένα από τα αντίθετα, θέση Υπερβατικής Αρχής. Στην Υπερβατική Αρχή
δόθηκαν διάφορα ονόματα, οι Ινδοί το ονόμασαν Atman – Brahman, οι Κινέζοι Ταό, οι Αιγύπτιοι Θεό Φθα,
στην Αρχαϊκή Ελληνική εποχή το ονόμασαν Λόγο, στην κλασική Ελληνική περίοδο του 5ου
αιώνα το
ονόμασαν Ένθεη Φύση, Στον Χριστιανικό Μεσαίωνα, Παντοδύναμο Θεό, στον Μοντέρνο Κόσμο, Κυρίαρχο
Άνθρωπο, Ενσυνείδητο Υποκείμενο των αντικειμένων και τέλος Κοινωνία των Ανθρώπων, στον κόσμο της
Τεχνικής την ονομάζουν Σύμπαν της ύλης-ενέργειας-πληροφορίας. Όλες αυτές οι ονομασίες αποτέλεσαν
μεταφυσικές αφαιρέσεις, οι οποίες εξειδανικεύθηκαν και λατρεύθηκαν ως είδωλα-φετίχ, αποτέλεσαν τα
μεταφυσικά και ανθρωπολογικά τοτέμ και ταμπού του Ανθρώπινου πολιτισμού γιατί επιχείρησαν να
υποτάξουν τον Κόσμο στο Νόημά τους, επιχείρησαν να συστήσουν μια σκέψη μεταξύ ανθρώπου και κόσμου,
μια σκέψη που θεμελίωνε τη σχέση σε μια Υπερβατική Αρχή, η οποία υπέτασσε τον κόσμο στο νόημά της.
Όλες αυτές οι βιωματικές, εννοιολογικές και συμβολικές μορφές σκέψης αποτέλεσαν ολικές μορφές του
Κόσμου όχι τον Κόσμο στην Ανοιχτή Ολότητά, ορατές εκδηλώσεις του αόρατου Κόσμου.
.Τι είναι όμως Αυτό που επιδέχεται πολλαπλών ερμηνευτικών προσδιορισμών και πολλαπλών ονομασιών; Ο
Κόσμος, Αυτό, λέγεται με πολλούς τρόπους γιατί είναι ΄΄Ενα και πολλαπλό. Αυτό το ενιαίο και πολυδιάστατο,
αιωρούμενο και παλλόμενο κέντρο που διατηρείται άσκεφτο, αν και μετέχει, εμπνέει και συντρίβει όλες τις
σκέψεις και τις πράξεις μας. Αυτό, το ριζικά Άσκεφτο, εμψυχώνει τη σκέψη και τον δομικό της πυρήνα, τη
συνείδηση, δίχως να είναι ή να υπάρχει. Κόσμος, Αυτό, το ριζικά Άσκεφτο, επέχει, διαφεύγει της δυνατότητας
εννοιολόγησης και συμβολοποίησης, αποτελεί το αίτιο του Λόγου, της σκέψης και της συνείδησης, δίχως να
είναι Λόγος ή μη Λόγος, Σκέψη ή μη Σκέψη, Συνείδηση ή μη Συνείδηση, έναρθρος λόγος ή σιωπή.. Αυτό,
«είναι» η άλλη όψη της Σκέψης και ταυτόχρονα «είναι» το άρρητο, το α-διανόητο, το αδύνατο, η Σκέψη
βρίσκεται συνεχώς σε σχέση με το ά-σκεφτο, την άρνηση, την αρνητικότητα και το μηδέν. Αυτό που είναι,
είναι ταυτόχρονα «είναι» και «τίποτα», έτσι η Σκέψη συνιστά την φασματική, περιστρεφόμενη ταλάντωση
του είναι, ως πλήρες και του τίποτα, ως κενό. Αυτό που ξετυλίγεται ως Χρόνος, ενιαία και πολυδιάστατα,
δίχως να είναι ή να υπάρχει, ενέχει τον πλούτο του διαφορετικού, δεν είναι ποτέ ολικό, ακέραιο και πλήρες,
το κενό, το τίποτα και το μη πλήρες είναι πάντοτε επι το έργον και μάς εμφανίζεται ανεξάντλητο από
δυνατότητες.
Κόσμος, το άλλο όνομα του Χρόνου, είναι αυτό που ενώνει χωρίς να ταυτίζει και χωρίς να διακρίνει Είναι
και μη Είναι, Παν και Τίποτα, Πλήρες και Κενό. Κόσμος, Αυτό που ξετυλίγεται ως Χρόνος, Ενιαία και
Πολλαπλά. Αυτό, η Ενότητα του Πολλαπλού και η Πολλαπλότητα του Ενός, δε γνωρίζει Οντολογικό θεμέλιο,
Υπερβατικό, όπως στην Ανατολική Μυστικιστική σκέψη, Φυσικό, όπως στην Φιλοσοφική σκέψη της
κλασικής αρχαιότητας, Θείο, όπως στην θεολογία του χριστιανικού μεσαίωνα, ούτε και Ανθρώπινο, όπως
στον ουμανιστικό επιστημολογικό στοχασμό των σύγχρονων, Κόσμος, το αβυσσαλέο άνοιγμα που απο-
καλύπτεται μέσω των μεταμορφώσεων του Χρόνου. Κόσμος «είναι» οι μεταμορφώσεις του Χρόνου, Χρόνος
«είναι» οι μεταμορφώσεις του Κόσμου, που δεν υπακούει σε πρότυπα, πράγματα ή καταστάσεις εκ των
προτέρων υπάρχοντα, ούτε και των υστέρων δοσμένα. Ο Κόσμος ‘’είναι’’ Αυτό που διατηρείται και
μεταμορφώνεται από τη συμμετοχή των όντων που διαμορφώνουν και τις τρεις διαστάσεις του Χρόνου και
διαμορφώνονται από αυτόν. Το Αυτό ξετυλίγεται ως Χρόνος και η σκέψη «είναι» ο Χρόνος που σκέπτεται
‘’τον’εαυτό του’’, Χρόνος «είναι» η Σκέψη που σκέπτεται τον Χρόνο, στον χρόνο με τον Χρόνο. Χρόνος και
Σκέψη, οι χρόνοι του Χρόνου και οι σκέψεις της Σκέψης αποτελούν διαστάσεις της Ανοικτής Ολότητας του
Κόσμου, που δεν είναι αλλά ξετυλίγεται, αποσυρόμενος, ως Χρόνος.
10
12. Η ΑΝΑΛΗΨΗ ΤΗΣ ΛΟΓΙΚΗΣ- Η ΑΔΙΑΝΟΗΤΗ ΔΙΑΣΥΝΔΕΣΗ
Το ερώτημα που ανακύπτει είναι αν Σκέψη και Κόσμος ταυτίζονται η διακρίνονται; Από την αρχή της
οντολογικής λογικής (Αριστοτέλης), με την αρχή της ταυτότητας, της μη αντίφασης, έως το τέλος της που
ονομάστηκε διαλεκτική (Χέγκελ), με την αρχή της αντίφασης, Ίδιο και Άλλο ενεργούν ανταγωνιστικά και
συμπληρωματικά. Ο Χέγκελ και συμφωνεί με τον Αριστοτέλη και δεν συμφωνεί μαζί, αποδέχεται και δεν
αποδέχεται την αρχή της ταυτότητας του Αριστοτέλη. Δεν την αποδέχεται με την έννοια ότι ‘’μαζί και κατά
το αυτό’’ ένα «κατηγόρημα» μπορεί να είναι κατηγορούμενο και να μην είνα κατηγορούμενο του Αυτού. Το
αποδέχεται με την έννοια ότι το θέτειν παραμένει διάφορο του τεθειμένου και το έχει ήδη «αρνηθεί» και
«αρνούμενο» και ξεπερνώντας τον εαυτό του. Η συμφωνία και η ασυμφωνία των αντιθέτων και των
αντιιφατικών αξίζουν μήπως «κατά το αυτό»; Όχι, αν το αυτό γίνεται κατανοητό με την έννοια του
Αριστοτελη, ναι, αν γίνει κατανοητό με την έννοια του Χέγκελ. Θα λέγαμε ότι το Κλειστό Εν και το Ανοιχτό
Όλον, ο μυστικός δεσμός τους συνιστά την αναπνοή και την εκπνοή της σκέψης. Το Κλειστό Εν και το
Ανοιχτό Όλον, το Αυτό με άλλα λόγια, ξετυλίγεται ως Χρόνος του Κόσμου και ο Κόσμος ξετυλίγεται ως
Χρόνος. Το Αυτό, ως ο Χρόνος του Κόσμου, ως ο Κόσμος του Χρόνου, επέχει από κάθε δυνατότητα
εννοιολογικού ή ονοματικού προσδιορισμού, ανονομάτιστο και ακατανόμαστο, ανώνυμο και πολυώνυμο
εκδηλώνεται και ταυτόχρονα αποσύρεται. Η θνητή του αθανασία, η αθάνατη θνητότητά του ξετυλίγονται ως
στιγμή, διάρκεια, μεταμόρφωση, μαζί, και στις τρεις διαστάσεις του, συγχρονικώς και διαχρονικώς, δηλαδή
πανχρονικώς. Αυτό, Μία Αντιφατική Δομή, Μη Παραστατική. Η σκέψη αναγνωρίζει ότι Αυτό που είναι δεν
είναι ίδιο με τον εαυτό του, είναι αντιφατικό, δεν αποκλείει το μέσο, δεν έχει αποχρώντα λόγο.
Μέχρι τώρα όλες οι οντολογικές και γνωσιοθεωρητικές διακρίσεις, Ίδιο και Άλλο, Έν και Πολλαπλό,
θεμελιώνονταν στην Αριστοτέλεια λογική της ταυτότητας ή της μη αντίφασης, που απέκλειε τον μέσο και
αναζητούσε αποχρώντα λόγο. Μπορούμε να ξεπεράσουμε τη σκέψη που είναι μονιστική, δυαδική ή τριαδική
και να σκεφτούμε ταυτόχρονα την ταυτότητα, τη διαμεσολάβηση και τη διαφορά. Μπορούμε πλέον να πούμε
ότι κάθε πράγμα, κάθε έννοια είναι η ενότητα του αυτού (που δεν είναι ταυτόσημο με το ίδιο) και του
αντιθέτου του. Πρόκειται μάλλον για την ενότητα των αντιθέτων και των αντιφατικών, παρά για την
ταυτότητά τους. Οι αντιθέσεις, οι αντιφάσεις, τα πολικά συμπλέγματα δρουν μαζί και ενάντια, μορφοποιούν
ένα σύνολο που δεν αγνοεί τις διαφορές. Η σκέψη που επιχειρούμε να σκιαγραφήσουμε διέπεται από το
λογική της μη λογικής, των υπερβατικών διασυνδέσεων και των μεταμορφωτικών διχτύων. Ο Κόσμος της
Ενότητας-Πολλαπλότητας, δεν θεμελιώνεται σε Τίποτα, είναι ανοιχτός στο χωρίς θεμέλιο, στην άβυσσο, απ΄
όπου όλα προέκυψαν και όπου όλα επιστρέφουν, μεταμορφωμένα. Αυτός ο Κόσμος, ως Ενότητα-
πολλαπλότητα, τα πράγματα και έννοιες των πραγμάτων, διέπονται από επιμειξίες και μείγματα που
φωτίζονται από ρωγμές.
ΚΛΕΙΣΤΟ ΕΝ ΚΑΙ ΑΝΟΙΧΤΟ ΟΛΟΝ
Σ΄αυτό το σημείο αναδεικνύεται μια ριζική μεταστροφή της σκέψης και της σχέσης της με τον Κόσμο. Στη
χαραυγή της Δυτικής Σκέψης, ο Παρμενίδης διατυπώνει την ταυτότητα σκέψης και Είναι (ότι ταυτόν εστί
νοείν τε και είναι), ενώ η Πλατωνική Οντολογία των Αιώνιων Προτύπων (προτεραιότητα των Ιδεών-Μορφών
έναντι της Ύλης) αλλά και η Αριστοτελική Μεταφυσική των «πρώτων αιτιών» και των «Δυναμικών αρχών»
(προτεραιότητα της Ύλης = δυνάμει μορφή) θεμελιώνουν την διάκριση Σκέψης και Κόσμου. Θα λέγαμε ότι
Σκέψη και Κόσμος ανακύπτουν στην τάξη του Αυτού και το συγκροτούν, διαφοροποιώντας το. Κόσμος και
Άνθρωπος δεν απαρτίζουν ούτε μία ούτε δύο συμπαγείς ενότητες και ακόμα λιγότερο οντότητες. Ο Άνθρωπος
(αυτό που τον διαπερνά) παράγει τον κόσμο που τον παράγει και συγχρόνως, ο κόσμος παράγει τον άνθρωπο
που τον παράγει. Κόσμος και Άνθρωπος είναι ομογενή, συνανήκουν, βρίσκονται σε αντιστοιχία, συνιστούν
το Αυτό, που μπορεί να αποκληθεί Εν- όλον, Παν – Τίποτα. Το Τίποτα που τα αναιρεί Όλα ‘’είναι’’ το άλλο
‘’πρόσωπο’’ του Όλου. Όλον και Τίποτα συντήκονται στο Αυτό. Το Συμβάν του Αυτού, χωρίς θεμέλιο,
φυσικό ή μεταφυσικό, μείγμα που διαφοροποιείται απροσδιόριστα, ρυθμίζει το χρόνο και ρυθμίζεται από
αυτόν. Έτσι, το ερώτημα του Χρόνου συνιστά ταυτόχρονα το άνοιγμα του Κόσμου, o χρόνος συνιστά το
11
13. πεδίο εντός του οποίου πραγματώνονται κάθε προ-φιλοσοφική, φιλοσοφική, αλλά και μετα-φιλοσοφική
ερμηνεία και κατανόηση του Κόσμου.
ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΑΟΡΑΤΟΥ
Ολόκληρος ο χρόνος περιέχει σε κάθε μία από τις στιγμές του και τις τρεις διαστάσεις του, κάθε μία από τις
διαστάσεις του Χρόνου (παρελθόν, παρόν, μέλλον) είναι και η ίδια τρισδιάστατη, ξεδιπλώνεται σε κάθε τόπο
και στιγμή της ανοικτής σπείρας, της οποίας η «αρχή» και το «τέλος», είναι διαρκώς εκτεθειμένα στο μέλλον.
Θέτουμε σε εισαγωγικά την αρχή και το τέλος γιατί δεν μπορούμε να γνωρίζουμε την ημερολογιακώς
προσδιοριστέα αρχή του χρόνου, αλλά ούτε και να προβλέψουμε το τέλος του. Κάθε αναφορά για την αρχή
και το τέλος τίθενται στον χρόνο. Αλλά, ας επανέλθουμε, Κατ΄αυτόν τον τρόπο λοιπόν, ο χρόνος ξετυλίγεται
ως αρχέγονη σπείρα, όπου οι δύο άκρες της σπείρας είναι ταυτόχρονα αναχώρηση και άφιξη που ξετυλίγεται
απροσδιόριστα. Έτσι, στην ανοικτή Ολότητα του Χρόνου, που περιστρέφεται ως σπείρα, όλα
επαναλαμβάνονται ακατάπαυστα, αλλά μεταμορφωμένα. Επανάληψη του «Ίδιου» και ανάδυση του
καινούργιου ως «‘Άλλο», συνδέονται άρρηκτα και δονούνται στον ενωτικό και διαφοροποιό ρυθμό της
πανχρονικότητας του χρόνου και των αέναων μεταμορφώσεών του. «Ίδιο» και «Άλλο» συνιστούν το Χρόνο
καθώς και κάθε έναν από τους απεριόριστους χρόνους του. Ο Χρόνος το ενιαίο και πολυδιάστατο Ανοιχτό
Όλον, ξετυλίγεται, αποσυρόμενο, «είναι» το Ίδιο και την ίδια στιγμή το αντίθετό του, το Άλλο και το
διαφορετικό (το διαφέρον και το διάφορο), δίχως το Ίδιο και το Άλλο να διακρίνονται ή να ταυτίζονται. Ίδιο
και Άλλο συνυπάρχουν και αλληλοδιαμορφώνονται. Ίδιο και Άλλο δεν συνιστούν ένα αδιαφοροποίητο,
αμετάβλητο και αδιαμεσολάβητο, μη αντιφατικό Σύνολο, μια ταυτότητα συμπαγής και ακέραιη που αποκλείει
τις αντιπαραθέσεις. Η ταυτότητα δεν συνιστά ενότητα γιατί ταυτότητα και ενότητα δεν είναι ταυτόσημες αφού
η ενότητα ενέχει ετερότητα και διαφορά. Ίδιο και Άλλο, ενωμένα και διαφοροποιημένα, προκύπτουν από το
Αυτό και το παράγουν ως διαφορετικό κατά το ρυθμό του Χρόνου. Το Αυτό δεν είναι για να το
ιδιοποιούμαστε με τις παραστάσεις μας, οι παραστάσεις του Αυτού είναι μεταφυσικές αφαιρέσεις του Αυτού,
η έννοια του Αυτού. Ο άνθρωπος ιδιοποιείται τις παραστάσεις του για το Αυτό και θεμελιώνει την
ανθρωποκεντρική εμπειρική κοσμοεικόνα του, η οποία αποτελεί τον μυθολογικό του ορίζοντα, μέσω του
οποίου αρδεύει νόημα και σκοπό. Η ιδιοποίηση του Κόσμου μέσω των μεταφυσικών αφαιρέσεων-
παραστάσεων συνιστά τη ρίζα της ιδιοκτησίας (ιδιωτικής ή δημόσιας), της κατοχής, της επέκτασης, της
κατάκτησης, της απαλλοτρίωσης και βέβαια των βαθέων υπαρξιακών αισθημάτων, της υποταγής, της
κυριαρχίας και της μνησικακίας. Η ιδιοποίηση Αυτού που δεν είναι, αλλά μετέχει σ΄όλα και σε τίποτα, δίχως
αυτό να είναι ον, ιδέα, ή πράγμα, συνιστά τη ιστορία της μεγάλης πλάνης για τον ανθρώπινο πολιτισμό. Όμως
η σιωπηλή δύναμη Αυτού συντρίβει τις ανθρωποκεντρικές αξιώσεις για έλεγχο και κυριαρχία, όπως
εκφράζεται από το ‘’θετικιστική ή μυστικιστική αφέλεια’’ περί Αλήθειας και Πραγματικότητας και μάς
ανοίγει εκείθεν και πέραν του Ανθρώπου, μαζί με τον Άνθρωπο, στο ενωτικό και διπλό παιχνίδι Ανθρώπου
και Κόσμου, Αυτού του Μοναδικού Καλειδοσκοπικού Αόρατου. Αυτό, οι Μεταμορφώσεις του Αόρατου, δεν
μπορεί να υποστεί μεταφυσική αφαίρεση, να συγκεκριμενοποιηθεί και να μορφοποιηθεί, να ταυτιστεί με μια
ειδική ή αφηρημένη οικουμενική μορφή, καταυγάζει αινιγματικά τη διαύγεια της Ολότητας του Κόσμου,
άλλη όψη του Μηδενός.
12
14. 4. ΝΙΤΣΕ: Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΜΗΔΕΝΙΣΜΟΥ
Κάθε σημαντική σκέψη εμπεριέχει πάντα την ίδια της την αντίφαση, την παραδοξότητα και την πολυσημία
της. Ακριβώς γι΄αυτό δεν σημαίνει τίποτα να της αντιταχθούμε με πολεμική διάθεση ή να εξαντληθούμε στο
θαυμασμό σαν να ήταν ιερό κείμενο. Θα ήταν πιο γόνιμο να να την εξετάσουμε, να της θέσουμε ερωτήματα
και να αναδείξουμε τη ριζική ένταση που τη διέπει, η οποία συχνά λησμονείται. Μία και μόνο σκέψη εμπνέει
όλα τα κείμενα του Νίτσε που η θεματική τους ποικιλία επισκιάζει την ενότητα που τα συνδέει. Αυτή η σκέψη
έχει φιλοσοφική προέλευση και θέλει να ανατρέψει την παραδοσιακή μεταφυσική της Δύσης, να ξεπεράσει
και να καταργήσει τη φιλοσοφία, πραγματώνοντάς τη μέσω των βουλητικών δυνάμεων της ζωής, του πάθους
και της δημιουργίας. Το ίδιο ακριβώς επεδίωξε και ο Μάρξ με την κριτική της αλλοτρίωσης του ανθρώπινου
είναι – της αλλοτρίωσης της εργασίας και της οικονομίας, της πολιτικής, της ανθρώπινης ύπαρξης και των
ιδεών – αποβλέποντας στην επανασυμφιλίωση του ανθρώπου με τη Φύση κι τη φύση του. Αν για τον Μάρξ
επανασυμφιλίωση σημαίνει κατάκτηση του κόσμου από τον άνθρωπο μέσω του απεριόριστου ξετυλίγματος
των δυνάμεων της τεχνικής που θα επιφέρει πλήρη ικανοποίηση των ζωτικών αναγκών ,τη βασιλεία της
αφθονίας και τον κόσμο της διαφάνειας παντός είναι και παντός γίγνεσθαι για τον Νίτσε πραγμάτωση της
φιλοσοφίας και επανασυμφιλίωση του σνθρώπου με τον εαυτό του και τον κόσμο σημαίνει αποδοχή της
δημιουργικής ορμής της ζωής, της βούλησης για δύναμη και παραγωγή κανονοφανών εμπειριών και μορφών,
μη αναγώγιμων στο ιστορικό παρελθόν. Όμως και οι δύο –με συγκλίσεις και μεγάλες διαφορές- διατηρούνται
δέσμιοι της μεταφυσικής παράστασης του νεώτερου κόσμου που αποδίδει για πρώτη φορά στην ιστορία του
κόσμου προνομιούχο ρόλο στην ανθρώπινη υποκειμενικότητα, η οποία καθίσταται το θεμέλιο παντός είναι.
Μέσα σ΄αυτό το πλαίσιο, ο Κόσμος αποτελείται από τον κόσμο του υποκειμένου και τον κόσμο των
αντικειμένων, καθώς ο άνθρωπος είναι το γιγνώσκον και (αντικειμενικό) Υποκείμενο που δρα επί των
αντικειμένων και τα συλλαμβάνει μέσω της αναπαραστατικής του ικανότητας.
Ο Νίτσε δεν είναι ένας ‘’συστηματικός’’ φιλόσοφος με την κλασική έννοια, αλλά ένας στοχαστής που
στοχεύει αποσπάσματα της Κοσμικής Ολότητας, η σκέψη ‘’του’’ όμως δεν είναι διαχωρισμένη από το
διάβημα και από την ολότητα της ιστορίας της σκέψης. Το έργο ‘’του’’ εντάσσεται στο χρόνο, διαφωτίζει και
πραγματώνει μια από τις όψεις του Κόσμου, εντάσσεται στο γίγνεσθαι του όντος και εκφράζει μια κίνησή
του, κίνηση που θα την χαρακτηρίζαμε διαλεκτική. Η Ίδια η Διαλεκτική όμως, πέραν από την αξίωση
ενοποίησης της Σκέψης και του Κόσμου, του Υποκειμένου και του Αντικειμένου, διατηρεί τους αντιθετικούς
όρους και δεν τους ξεπερνά προς την κατεύθυνση της ενιαίας και πολυδιάστατης σκέψης και του κοινού του
ορίζοντα, του Αόρατου, που δεν είναι καν ορίζοντος, αλλά αβυσσαλέο άνοιγμα. απεριόριστων δυνατοτήτων.
Ιστορικο-Φιλοσοφικό πλαίσιο
Το ιστορικο-φιλοσοφικό πλαίσιο στο οποίο εγγράφεται η σκέψη του Νίτσε συντάσσεται από τη διαμάχη
ανάμεσα στον κοσμικό ορθολογισμό και το λογικό αθεϊσμό του Διαφωτιισμού από τη μια πλευρά κα τον
ανορθολογικό αντι-Διαφωτισμό και το άλογο άλμα πίστης από την άλλη. Έννοια ή Ζωή; Λόγος ή Πάθος;
Αυτά είναι τα θεμελιώδη ερωτήματα που απασχολούν τον φιλοσοφικό στοχασμό τον 19ο
αιώνα Το ζήτημα
της θέσης του Λόγου και της ορθολογικότητας ενός μεγάλου μέρους της ανθρώπινης ύπαρξης αποτέλεσε τη
σύγκρουση που βρίσκεται στον πυρήνα των διαφωνιών στην ηπειρωτική παράδοση μέχρι και τις ημέρες μας,
παραδείγμτος χάριν, στη διαμάχη νεωτερικότητας / μετανεωτερικότητας. Ο Νίτσε επιχειρεί να θέσει όρια στις
δυνατότητες του Λόγου και της ορθολογικότητας –είχε προηγηθεί ο Κάντ με την Πρώτη Κριτική – την Κρτική
του Καθαρού Λόγου – και να αναδείξει τις ψυχο-φυσιολογικές ενορμήσεις ως δυνάμεις διάπλασης και
μορφοποίησης της μοίρας του όντος . Ο Νίτσε, όπως και ο Κίρκεγκωρ, επέκριναν την εννοιολογική
συστηματοποίηση της ιστορικής ζωής και τον αφηρημένο –αντικειμενικό συλλογισμό που εξέφραζε η
φιλοσοφία του Χέγκελ και αντέταξαν, όχι μόνο ως επιχείρημα αλλά και ως μαρτυρία ζωής το φευγαλέο και
ασαφή χαρακτήρα της ζωής και της ύπαρξης και την βιωμένη εμπειρία της υποκειμενικότητας. Απέναντι στον
13
15. κοσμικό χωροχρόνο και την αντικειμενικότητα της αλήθειάς του που επιχείρησε να περιγράψει ο υπερβατικός
ιδεαλισμός του Χέγκελ, αντέταξαν την υπαρξιακό χωροχρόνο της υποκειμενικής εμπειρίας και την εσωτερική
–ατομική αλήθεια, όπως αυτή διαμορφώνεται τις κρίσιμες στιγμές από τις επιλογές και τις αποφάσεις του
υποκειμένου που καταργούν και συγχρόνως θεσπίζουν καινούργιες δυνατότητες. Εν ολίγοις, επεσήμαναν ότι
η αμιγώς διανοητική σύλληψη του νοήματος του κόσμου έχει περιορισμένη εμβέλεια στα ζητήματα της ζωής
και της ψυχής και πρέπει να συμπληρωθεί από τη βούληση και τη δύναμη των αισθημάτων. Η σύλληψή τους
αυτή συνέβαλλε αποφασιστικά στο να προαισθάνθούν τα προμηνύματα της ανθρωπολογικής συμφοράς που
διαμορφώνονταν στην εποχή τους από την απλοϊκή φόρμα της επιστημονικής γνώσης και την κυριαρχία των
αφηρημένων νοητικών-γνωστικών σχημάτων Χωρίς να ολισθήσουν στον ιρασιοναλισμό, αποδέχτηκαν τη
δύναμη της λογικής, την εγκυρότητα του λογικού ισχυρισμού και της επιστημονικής σκέψης, αλλά
αναγνώρισαν και τα όρια της στην καθοδήγηση της ζωής. Αναγνώρισαν την απεριόριστη πλαστικότητα και
ελαστικότητα της ψυχής, το αβυσσαλέο χάος της, την ανορθολογική και παράλογη όψη της και διερεύνησαν
τον ακοινωνικό χαρακτήρα των ενορμήσεων, τον ακατανόητο, αχαλίνωτο και αντιλειτουργικό χαρακτήρα
τους, τον εγωκεντρισμό της ψυχικής μονάδας, την παντοδυναμία του ασυνειδήτου, την ικανότητα
μετουσίωσης, την ικανότητα συμβολισμού, την αντικατάσταση της ηδονής του οργάνου από την ηδονή της
παράστασης και την ακόρεστη δίψα για νόημα. Επιχείρησαν να αποκρυπτογραφήσουν τις διαδικασίες της
κοινωνικής θέσμισης μέσω των βαθοδομικών ψυχικών χαρακτηριστικών και υποψιάστηκαν ότι αυτό γίνται
είτε με καταστολή είτε με μετουσίωση τους. Εν τέλει, αμφισβήτησαν τη δύναμη της λογικής να εισχωρήσει
και να φωτίσει πλήρως τις ψυχικές δυνάμεις που διαμορφώνουν τις κοινωνικο-ιστορικές πεποιθήσεις και
καθοδηγούν το βίο των ανθρώπων και ανέδειξαν τον καθοριστικό ρόλο της ασυνείδητης φύσης της ψυχής
στη διαμόρφωση των παθών, των στάσεων και των συμπεριφορών. Μ΄αυτή την έννοια προοικονόμησαν τις
εξελίξεις στο χώρο της ψυχολογίας και της ψυχανάλυσης.
Μεταφυσική και Αθωότητα του Γίγνεσθαι
Τι είναι Μεταφυσική; Ο Νίτσε ορίζει τη μεταφυσική ως τη διαίρεση του Όλου στα δύο, η οποία προέκυψε
όταν η μυθική ενότητα της προφιλοσοφικής εμπειρίας του Κόσμου, όπως εκδηλώθηκε στους προσωκρατικούς
στοχαστές και τους τραγικούς της αττικής περιόδου, άρχισε να διαχωρίζεται από τον Πλάτωνα στις περιοχές
του Είναι και του φαίνεσθαι, του υπεραισθητού και του αισθητού.Ο Νίτσε αντιστρέφει την πλατωνική
οντολογική αντίθεση ανάμεσα στο Είναι και το Γίγνεσθαι, θέτει ως πρωταρχικό το Γίγνεσθαι και διακηρύτει
την αθωότητα του Γίγνεσθαι. Έτσι όμως αντιστρέφει τους όρους του κλάσματος της δυτικής μεταφυσικής και
διατηρείται δέσμιός της, αν και υποδεικνύει τον δρόμο για έναν μη μεταφυσικό στοχασμό, πιο ανοιχτό και
ποιητικό που δεν δεσμεύεται από τις κατηγορίες του κλασικού Λόγου (Αντικειμενικού) ή μοντέρνου Λόγου
(Υποκειμενικού).
Ο Νίτσε, ως αντίλαλος της σκεπτόμενης ρήσης του Ηράκλειτου «Αιών παίς εστί παίζων, πεσσεύων παιδός ή
βασιληίη», ξεπερνώντας την ανθρωπολογική και ουμανιστική ερμηνεία του Κόσμου, κατανοεί τη μη ολική
ολικότητα του Κόσμου-Τίποτα, τον Κόσμο ως παιχνίδι του Χρόνου, τον Χρόνο ως Παιχνίδι και συνδέει τον
άνθρωπο με την αλήθεια και την πλάνη που του επιβάλλεται. Αλήθεια και Πλάνη είναι προσωπεία του
περιπλανωμένου ρυθμού, του ενιαίου και αδιαίρετου Χρόνου που επαναλαμβάνεται αιώνια, σύμφωνα με τον
Νίτσε, υπό τη μορφή της αέναης ροής δύναμης απο σημείο σε σημείο και θέτει τον κόσμο πάντα σε σχέση με
την προοπτική. Όμως και ο ‘’προοπτικισμός’’ του Νίτσε συνιστά μια προοπτική αυτού που δίνεται προς
προοπτική θέαση, δίχως αυτό να είναι Όν, Ιδέα ή Μορφή. Αυτό, το καλειδοσκοπικό Αόρατο Εν που μετέχει
σ΄όλα και όλα μετέχουν σ΄αυτό δίχως να ταυτίζεται μ΄αυτά, συνιστά το Άνοιγμα της Αβύσσου, μπροστά στο
οποίο ο Νίτσε υποχωρεί.
Η Προοπτική θεώρηση του Κόσμου
Ο ‘’προοπτικισμός’’ του Νίτσε αρνείται την ύπαρξη ενός άχρονου και αμετάβλητου Κόσμου, αναγνωρίζει τη
χρονική φύση της ανθρώπινης κατάστασης, που επιβάλλει τη δυναμική και εν τω γίγνεσθαι ύπαρξη του
ατόμου που δεν είναι ποτέ στατική και ολοκληρωμένη. Αυτό σημαίνει ότι η ζωή δεν ακολουθεί τη ροή
ορθολογικών συλλογισμών και είναι πάντα ανοιχτή στην αβεβαιότητα που επιφυλάσσει το μέλλον, Τόσο
14
16. υποκειμενικά όσο και αντικειμενικά δεν μπορούμε να γνωρίζουμε με ακρίβεια τί συμβαίνει κάθε στιγμή. Η
ασάφεια, η αοριστία και τα διφορούμενα, διαποτίζουν τη ψυχο-φυσική ζωή. Ειδικά σε θέματα ηθικής δεν
μπορεί να αναζητηθεί μαθηματική ακρίβεια, επιλέγουμε και αποφασίζουμε και αυτό ενέχει ρίσκο. Ειδικά τα
ερωτήματα για την ύπαρξη ή όχι κοσμικής αλήθειας και για το νόημα της ζωής δεν μπορούμε να τα
μεταφράσουμε σε μια καθολική αντικειμενική γλώσσα που να υποδεικνύει ένα μοναδικό δρόμο που πρέπει
να ακολουθήσουμε. Η αλήθεια για αυτά τα ερωτήματα δεν είναι ζήτημα ανακάλυψης αλλά υπαρξιακής
απόφασης και φυσικά η απόφαση δεν επιλέγει στα τυφλά χωρίς κριτήρια, ωστόσο η φύση της επιλογής δεν
καταργεί απλώς μια υπάρχουσα κατάσταση αλλά κυρίως θεσπίζει μια καινούργια. Ακριβώς γι΄αυτό το λόγο
ο Νίτσε είχει μια αμφίθυμη στάση απέναντι στον Σωκράτη, από την μια επέκρινε με δριμύτητα την ευλαβική
προσήλωση στον ορθό Λόγο, από την άλλη όμως αναγνώριζε το θάρρος του να τολμήσει το «άλμα» στο κενό,
εκτιμούσε την απόφασή του να ρισκάρει και να διακινδυνεύσει πέρα από τη βεβαιότητα της λογικής σκέψης
και να βιώσει την ένταση της πιθανότητας η ζωή να συνεχίζεται με διαφορετικό τρόπο μετά τον θάνατο.
Ο κόσμος ως ερμηνεία
Μέσα σ΄αυτό μεταφυσικό και οντολογικό πλαίσιο τίθεται το ζήτημα της ερμηνευτικής μεθόδου. Η αντι-
καρτεσιανή φύση της ερμηνευτικής μεθόδου θέτει το γνωσιοθεωρητικό πλαίσιο των πολλαπλών εννοιών της
αλήθειας και των πολλαπλών ορθολογισμών και αυτό γιατί η γνώση –για τον Νίτσε συγκεκριμένα- είναι
ερμηνεία που διενεργείται σε ιστορικο-κοινωνικό και ψυχο-φυσιολογικό συγκείμενο, έτσι αρνείται την
ύπαρξη ενός θεμελιώδους «κειμένου» και διαγράφει την ελπίδα οριστικής κατανόησής του. Η γνώση δεν
μπορεί ποτέ να είναι απόλυτη ή αποδεικτική-αιτιώδης, είναι η ερμηνεία της ερμηνείας, αυτή η πεποίθηση
κατατείνει σ΄ένα είδος πραγματιστικής προσέγγισης της αλήθειας και της γνώσης. Η γνώση, σύμφωνα μ΄αυτή
τη θεώρηση, είναι γνώση-δύναμη, Η απουσία ενός άχρονου κόσμου και ως εκ τούτου η ανυπαρξία
αντικειμενικής Αλήθειας, αποδεσμεύει τις δημιουργικές δυνατότητες του ανθρώπου από τον ασφυκτικό κλοιό
που τις είχε θέσει ο Κλασικός Λόγος και προσφέρει στο πάθος και τη φαντασία τα πρωτεία της γνωστικής
παραγωγής. Με τον Νίτσε η αλήθεια χάνει το Αντικειμενικό έρεισμά της και ‘’προσωποποιείται’’, γίνεται
ηθική αξία που βιώνεται υποκειμενικά ως βεβαιότητα. Το άτομο, δυνητικά, μπορεί να αποτινάξει τα νοητικά
και ηθικά κληροδοτήματα της παράδοσης και της ιστορίας, που λειτουργούν ως στερεότυπα πρότυπα σκέψης
και δράσης και οδηγούν στην ομοιομορφία, δηλαδή στην απώλειια της ατομικότητας και να χαράξει τη δική
του πορεία, να δημιουργήσει μια ψυχο-νοητική ασυνέχεια και να γίνει πρωτότυπο, δίχως πρότυπο. Αυτό
βέβαια απαιτεί την απομάκρυνση του ατόμου από την αγελαία ζωή και την υιοθέτηση της μοναχικής ζωής
που θα του δίνει τη δυνατότητα να επιτύχει την εναρμόνιση ζωής και σκέψης, κατά το σωκρατικό πρότυπο.
Με την παραπάνω θέση, ο Νίτσε, επικρίνει τη καινούργια μυθολογία του Λόγου, το πνεύμα της αφαίρεσης
που οδηγεί σε μια νοητική ομοιομορφία, τη κυριαρχία της επιστημονικής φόρμας και την μαζική κοινωνία –
και τους φορείς της -που διαμορφώνεται, μέσα στην οποία οι άνθρωποι υποτιμούνται, αλλοτριώνονται και
αποξενώνονται από τον εαυτό τους και τους άλλους, χάνουν την αίσθηση της αξίας τους. Έτσι, χάνεται η
ποικιλία, η διαφορετικότητα και η ελευθερία της ιδιαιτερότητας. Συνέπεια τούτου είναι ο φόβος για το ρίσκο
και τη διακινδύνευση, ο φόβος για τη δημιουργία, η αποστροφή για το μεγαλείο, την ευγένεια και τη
γενναιοδωρία, χαρακτηριστικά του αριστοκρατικού πνεύματος και ήθους που ο Νίτσε επιφυλλάσσει στους
‘’εκλεκτούς’’. Ο μνησίκακος ανθρωπολογικός τύπος που διαμορφώνεται στην αγελαία ‘’κοινωνία’’ ρέπει
στον φανατιισμό και τη μισαλοδοξία, ζηλεύει, φθονεί και επιδιώκει την καταστροφή των δημιουργικών
πνευμάτων που τον ταπεινώνουν μιας που δείχνουν την ασημαντότητά του. Ο ίδιος ο μνησίκακος άνθρωπος
είναι η επαρκέστερη απόδειξη του εκφυλισμού και της παρακμής, είναι η ανθρωπολογική έκφραση του
μηδενισμού ή αλλιώς διατυπωμένα, το τέλος του ανθρωπισμού και του ουμανισμού. Σ΄αυτό το σημείο, ο
Νίτσε απευθύνει κάλεσμα στα ελεύθερα πνεύματα, τους μοναχικούς, τους διαφορετικούς, να μην
επικαλούνται πλέον τα ιδανικά και τις αξίες της αγέλης και να χαράξουν με τη θέληση, τη δημιουργικότητα
και το πάθος τους ένα νέο μονοπάτι ζωής, μια μεταστροφή της εμπειρίας. Μόνο έτσι θα καταξιώσουν την
ανθρωπινότητα του ανθρώπου, θα διασώσουν και θα εξυμνήσουν την ανθρωπιά, όταν οι ίδιοι υπομείνουν και
αντέξουν την απουσία μεταφυσικού σκοπού και θεολογικού νοήματος και καταφέρουν να δημιουργήσουν
μια ζωή με αξία και νόημα.
Η διάγνωση του Μηδενιστικού πνεύματος
15
17. Ο Νίτσε διαγνώσκει τα αίτια του μηδενισμού – τα αποδίδει στη πίστη στην υπερβατικότητα της θεότητας,
στην αθανασία της ψυχής και την ηθική του δούλου που έχουν καλλιεργήσει όλες οι μεταφυσικές αρχές,
φιλοσοφικές, θρησκευτικές και ιδεολογικές – και διαβλέπει την επέλαση και την επικράτηση του υπαρξιακού
κενού. Στηλιτεύει, χωρίς περιστροφές, όλων των ειδών τους –ισμούς που αφαιρούν την πίστη στην παρούσα
ζωή για χάρη της κενότητας των αφηρημένων θεολογικών-μεταφυσικών ιδεωδών που αναφέρονται σ΄ένα
μοραλιστικό και ηθικολογικό επέκεινα (υπερβατικό ή εκκοσμικευμένο) και εδράζονται σ΄ένα διαχρονικό
σύστημα αξιών το οποίο απαξιώνει, ποινικοποιεί και συνθλίβει τη βουλητική δύναμη για πνευματική
δημιουργία και ψυχικο-ηθική ανανέωση. Όλα τα παρασιτικά στοιχεία στην ιστορία όχι απλώς επικαλούνται
αυτό το σύστημα αξιών για να εδραιώσουν, να αναπαραγάγουν την θεσμική εξουσία τους και βέβαια να
αποτρέψουν το υγιές, το δυνατό, το άριστο να αναδειχθεί και να φωτίσει καινούργιους δρόμους εμπειρίας και
σκέψης, αλλά το αναγορεύουν σε αδιαπραγμάτευτη δύναμη αξιολόγησης της ζωής.
Έτσι, ο Νίτσε, κηρύσσει το θάνατο της πίστης στο θεό, τον οποίο έχει διακηρύξει η σύγχρονη επιστήμη, την
αποδόμηση των υπερβατικών ιδανικών, των αξιών, των σημασιών και το τέλος του μεταφυσικού σκοπού.
Προβλέπει ότι πλησιάζει η εποχή όπου το ερώτημα «γιατί συμβαίνει ό,τι συμβαίνει» δεν θα απαντιέται, θα
παραμένει δηλαδή μετέωρο και η ερήμωση του νοήματος θα απλώνεται και θα καταλαμβάνει όλη την
υπαρξιακή επικράτεια. Η διάγνωση του μηδενισμού από τον Νίτσε συνοδεύεται από το αίτημα για το
ξεπέρασμά του. Αυτός είναι ο λόγος που επιμένει ότι νέες κατηγορίες και νέες αξίες απαιτούνται που θα μάς
επέτρεπαν να αντέξουμε αυτό τον κόσμο του γίγνεσθαι χωρίς να περιέλθουμε σε απελπισία ή να εφεύρουμε
κάποιον θεό και να υποταχθούμε ενώπιον του για άλλη μία φορά. Θέτει τον εαυτό του στην υπηρεσία του
ξεπεράσματος του μηδενισμού και προτείνει την κατάργηση των υφιστάμενων αξιών του ιουδαικού-
χριστιανικού πολιτισμού – την μεταξίωσή τους, την επαναξιολόγησή τους – και το ξεπέρασμα του ανθρώπου
από τον υπεράνθρωπο. Ο υπεράνθρωπος, αποδεσμευμένος από κάθε ηθικό καταναγκασμό, δημιουργεί τις
δικές του αξίες, γίνεται ο «Νόμος», το νόημα της ζωής και πραγματώνει την πλήρη αυτονομία του, ενάντια
στους περιορισμούς των υπερβατικών αρχών. Η μέγιστη δημιουργική αύξηση της ζωής συνιστά το ιδεώδες
αυτού του πλάσματος που διαδέχεται τον άνθρωπο. Μπορούν όμως όλοι οι άνθρωποι να ανταποκριθούν
σ΄αυτό το ιδεώδες; Η δυνατότητα και η ικανότητα δημιουργίας ανώτερων ηθικών και αισθητικών αξιών που
καταφάσκουν και εξυψώνουν τη ζωή, επιφυλάσσεται μόνο στα ‘’ελεύθερα πνεύματα’’. Θέτουμε σε
εισαγωγικά τα ελεύθερα πνεύματα για να δείξουμε ότι για τον Νίτσε δεν υφίσταται ελεύθερη βούληση,
πράγμα που σημαίνει ότι τα ‘’ελεύθερα πνεύματα’’ δεν μπορούν να πράξουν διαφορετικά, δεν έχουν τη
δυνατότητα της επιλογής. Φαίνεται, ο Νίτσε, να υποστηρίζει ότι τα ελεύθερα πνεύματα είναι γενετικά
προγραμματισμένα να υπακούουν σ΄αυτό που αντιλαμβάνονται, να ενεργούν με τρόπο που παρακάμπτει την
αγελαία συμπεριφορά, που καταφάσκει στα κίνητρα για ζωή και σφραγίζει με τη δύναμη και το θάρρος του
τις συνειδήσεις. Φαίνεται να προυπογράφει ένα είδος ψυχο-κοινωνικού ντετερμινισμού. Σ΄αυτό το σημείο
αναδεικνύεται ο ‘’σκληρός’’ πυρήνας της σκέψης του Νίτσε. Ο Νίτσε αρνήθηκε σθεναρά κάθε έννοια
ελεύθερης βούλησης αλλά και την ηθική επιλογή που εδράζεται σ΄αυτήν, έτσι όμως απορρίπτει την έννοια
της ευθύνης και απαλλάσσει ό,τι συμβαίνει στον ανθρώπινο κόσμο. Η στοχαστική του προσπάθεια
συνίσταται στο να επαναφέρει στη γη τον άνθρωπο, να τον απομακρύνει από τη πλάνη του υπερβατικού και
του αιώνιου. Αυτή η προσπάθεια τον έστρεψε στις βιολογικές-φυσιολογικές και πολιτισμικές δυνάμεις που
συνιστούν τον άνθρωπο και οι οποίες αποτελούν τη λογική προυπόθεση για τη διατύπωση κρίσεων σε επίπεδο
ηθικής. Όλες αυτές οι ιρασιοναλιστικές δυνάμεις και ορμές συντάσσουν τον σημασιολογικό χώρο που
ορίζεται από τον Νίτσε ως «βούληση για δύναμη». Η «βούληση για δύναμη» συνιστά το πρωταρχικό αίτιο
της συμπεριφοράς. Όμως τι είναι η «βούληση για δύναμη»; Η ερώτηση αυτή προκύπτει από το μεταφυσικό
ερώτημα «τελικώς τι υφίσταται»; Αν και ο Νίτσε είναι αρνητικά προδιαθετημένος απέναντι στη μεταφυσική
εντούτοις δεν ξεφεύγει από τα δίχτυα της. Αναζητά και θέτει μια μεταφυσική αρχή και τη θέτει ως υπερβατικό
αίτιο της κοσμικής δημιουργίας και κατ΄ επέκταση της ανθρώπινης ιστορίας. Η βούληση για δύναμη με την
κοσμική έννοια είναι η κινητήριος δύναμη του σύμπαντος, από βιολογική άποψη, αποτελεί την ακατανίκητη
κινητήρια δύναμη της βιόσφαιρας, ενώ στην ψυχολογική της διάσταση, αποτελεί την ορμή για εξουσία και
έλεγχο. Όπως σημειώνει ο Paul Ricoeur «η φύση στο σύνολό της είναι η βούληση για δύναμη» και μ΄αυτή
την έννοια κατέταξε τον Νίτσε στους μέτρ της δυσπιστίας, μαζί με τον Μάρξ και τον Φρόυντ. Σ΄αυτό το
σημείο να σημειώσουμε ότι η βούληση για δύναμη, όπως για τον Μάρξ η Πράξη και για τον Φρόυντ το
16