6.1.2017, Ατο η εγάπ' τ'εσόν, Χαριτίδης Κ. Ιωάννης Χαρίτον
Λαογραφικά χωριού Αντρεάντων Σαμψούντας του Γ.Κ. Χατζόπουλου
1. Λαογραφικά χωριού Αντρεάντων Σαμψούντας του Γ.Κ. Χατζόπουλου.
Φράσεις που δηλώνουν παθήσεις ή νόσους
Το τ®ιμίδ’ν ατ’ πονεί = πονά ο εγκέφαλός του, το κεφάλι του,
Εταράεν το τ®ιμίδ’ν ατ’ = ταράχθηκε ο εγκέφαλός του, έχει φρικτό πονοκέφαλο από στενοχώρια,
Πονεί η κοιλία μ’ = έχω κοιλόπονο,
Α σπάν’ το κιφάλι μ’ = θα σπάσει το κεφάλι μου, πάσχω από ισχυρό πονοκέφαλο,
Επίασε με συρκουλλούχ’ = πάσχω από διάρροια,
Ζαφράες ξερά = κάμνει εμετό.
Γουτούρεψεν = προσεβλήθη από λύσσα,
Έρθαν έβραν ατον τα αιίδâ τ’ = πάσχει από επιληψία,
Η καρδία τ’ πετά ή η καρδία τ’ απές ατ’ ’κι χωρεί ή η καρδία τ’ φτυλακίζ’ = έχει ταχυπαλμία,
Εγρούτεψεν το ≤έρ’ ν ατ’ ή το πουδάρ’ν ατ’ = έπαθε εξάρθρωση του χεριού ή του ποδιού του,
Τρέχ’νε ή ύλ’τσαν τα μυτία τ’ = έχει καταρροή βλένης,
Ετσάκωσεν ή εντώκεν το κιφάλ’ν ατ’ = υπέστη κάταγμα του κρανίου του,
Εξέβεν τ’ ομμάτ’ν ατ’ = του βγήκε το μάτι,
Εκορώθεν = τυφλώθηκε,
Εντώκεν το χέρ’ν ατ’ ή το πουδάρ’ν ατ’ = μωλωπίστηκε στο χέρι ή στο πόδι του,
Έτρεξαν τα ωτία τ’ = πάθηση των αυτιών κατά την οποία τρέχει υγρό από αυτά,
Δâκρούν τ’ ομμάτâ τ’ = δακρύζουν τα μάτια του για παθολογική κατάσταση,
Εκόπεν η φώς ατ’ ή εκόπεν τη ματί ατ’ η φώς = κόπηκε το φώς του ή τυφλώθηκε,
Εξέβεν το χέρ’ν ατ’ ή το πουδάρ’ν ατ’ = εξαρθρώθηκε το χέρι ή το πόδι του,
Γαίμαν τσιλτεύ’ = ουρεί αίμα,
Ομματόπονον ή ματοπονίαν ε≤’ = πονούν τα μάτια του,
Τα ωτία τ’ πονούν ή ωτόπονον έ≤’ =πονούν τα αυτιά του,
Ατώρα εν’ κ’ άλλον καλλίον = βελτιώθηκε η υγεία του,
’Σ σα πουδάρâ απάν να στεκ’ ’κι πορεί ας σο ζαϊφλούχ’ = δεν μπορεί να σταθεί στα πόδια του
από την αδυναμία του, επί του καταβληθέντος από βαριά αρρώστια,
Πολλά ά®κεμος εν’= είναι πολύ άσχημος είναι ετοιμοθάνατος,
Αναμέν’ν ατον = τον περιμένουν είναι ετοιμοθάνατος,
Εκλώστεν ’ς σο καλόν = γύρισε προς το καλό βελτιώθηκε η υγεία του,
’Σ σον πουρνούν εβγών’ ’κ’ εβγών’ = είναι αναμφίβολο αν θα ζήσει μέχρι την άλλη ημέρα,
Επιάστεν η γλώσσα τ’ = έμεινε άλαλος για ετοιμοθάνατο,
Ετσουρώθεν η λαλία τ’ ή εκόπεν η λαλία τ’ = στέρεψε ή κόπηκε η φωνή του για τον πολύ
ασθενικά ομιλών,
Νουνίζ’ ή υπογραφάς σερεύ’ = διέρχεται τις τελευταίες στιγμές της ζωής του κυρίως λέγεται για
ζώα,
Κάπως ά®κεμα το κιφάλ’ εκρέμασεν = είναι ετοιμοθάνατος,
Α σπάν’ το τσιμίδι μ’ ας ση κιφαλί μ’ τον πόνον = θα σπάσει το κεφάλι μου από τον πόνο,
Εζάντυνεν = τρελάθηκε,
Έκοψεν κ’ έσυρεν ατον = τον οδήγησε στον θάνατο.