2. Ο κύριος Χοντροφασόλας ζούσε σε μια γειτονιά [buurt] όπου [waar] όλα τα σπίτια
ήταν τα ίδια.
3. Μια μέρα ένα θαλασσοπούλι πέταξε
[vloog] πάνω από το σπίτι του κυριίου
Χοντροφασόλα και έριξε [wierp] μια
πορτοκαλιά μπογιά πάνω στη στέγη [dak]
του σπιτιού του, χωρίς να ξέρει κανείς
γιατί [zonder dat iemand wist waarom].
4. “Αχ, τι κρίμα!”[“wat jammer”],
είπαν όλοι.
“Ο κύριος Χοντροφασόλας
πρέπει να ξαναβάψει [opnieuw
verven] το σπίτι του.”
5. «Πρέπει να το βάψω.
Αν το βάψω όμως, θα
το βάψω με πολλά
χρώματα.»
Αγόρασε λοιπόν μπογιές, μπλε, άσπρες,
κόκκινες, πράσινες και κίτρινες.
Το βράδυ, με το φως του φεγγαριού
[van de maan], έβαψε το σπίτι του.
6. Μετά έκτισε έναν πύργο [toren] στη στέγη, ζωγράφισε [schilderde]
ένα ρολόι και έφερε άγρια ζώα [wilde dieren] και εξωτικά φυτά
[planten] στον κήπο. Το σπίτι του κυρίου Χοντροφασόλα ήταν σαν ένα
[leek op] ουράνιο τόξο [regenboog]. ΄Ηταν σαν ζούγκλα [jungle].
7. ΄Οταν οι γείτονες [buren] του έλεγαν να ξαναφτιάξει το σπίτι του όπως ήταν
πριν, ο κύριος Χοντροφασόλας απαντούσε:
“Το σπίτι μου είμαι εγώ και εγώ είμαι το σπίτι μου
Το σπίτι μου είναι ο χώρος [ruimte] που μ’ αρέσει να ζω
και μοιάζει [leek op] με όλα τα όνειρά [dromen] μου.”
8. ΄Οταν κάποιος περνάει από τη γειτονιά του Χοντροφασόλα και λέει: “αυτός δεν
είναι ένας καθώς πρέπει δρόμος [een doorsnee straat]”, οι κάτοικοι [inwoners]
του λένε: “ο δρόμος είμαστε εμείς και εμείς είμαστε ο δρόμος.
Ο δρόμος είναι ο τόπος [plaats] που μας αρέσει να ζούμε και μοιάζει με όλα τα
όνειρά μας.”
Ο ένας μετά τον άλλον οι γείτονες ακολούθησαν [volgden] το παράδειγμα του
Χοντροφασόλα.
9. ΑΝ ΔΕΝ ΕΠΕΦΤΕ Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΠΟΡΤΟΚΑΛΗΣ ΛΕΚΕΣ
ΔΕΝ ΘΑ ΑΛΛΑΖΕ Η ΟΧΗ ΤΗΣ ΓΕΙΤΟΝΙΑΣ
[ZOU DE BUURT NIET VAN UITERLIJK VERANDEREN].