4. Μείγμα λέγεται κάθε σύστημα που προκύπτει από την ανάμειξη δύο ή
περισσοτέρων ουσιών οι οποίες συνυπάρχουν χωρίς να αντιδρούν. Η κάθε
μία από τις ουσίες ονομάζεται συστατικό του μείγματος.
5. Ιδιότητες των μειγμάτων
α) Τα μείγματα δεν έχουν σταθερή ποσοτική σύσταση. Η αναλογία των
συστατικών τους μπορεί να μεταβάλλεται ανάλογα με τον τρόπο παρασκευής
τους.
β) Τα συστατικά ενός μείγματος διατηρούν πολλές από τις ιδιότητές τους.
γ) Τα μείγματα δεν έχουν καθορισμένες φυσικές σταθερές(σημείο τήξης, σημείο
πήξης, πυκνότητα), αφού η σύστασή τους δεν είναι σταθερή.
δ) Τα μείγματα διαχωρίζονται στα συστατικά τους με φυσικές μεθόδους(π.χ.
απόσταξη, εξάτμιση, διήθηση)
6. Ετερογενή λέγονται τα μείγματα των οποίων τα συστατικά
μπορούν να διακριθούν με γυμνό μάτι ή μικροσκόπιο. Τα
ετερογενή μείγματα δεν έχουν την ίδια σύσταση και τις ιδιότητες
σε όλη τους την μάζα.
Τα σωματίδια από τα οποία αποτελούνται έχουν μέγεθος
μεγαλύτερο από 0,00005cm.
7. Ομογενή λέγονται τα μείγματα των οποίων τα συστατικά δεν
μπορούν να διακριθούν με γυμνό μάτι ή μικροσκόπιο. Τα
ομογενή μείγματα έχουν την ίδια σύσταση και τις ίδιες ιδιότητες
σε όλη τους την μάζα.
Τα σωματίδια από τα οποία αποτελούνται έχουν μέγεθος
μικρότερο από 0,0000001cm.
8. Διαλύτης ονομάζεται το συστατικό του διαλύματος που έχει την ίδια φυσική
κατάσταση με το διάλυμα.
Όταν ένα διάλυμα είναι σε υγρή κατάσταση, ο διαλύτης είναι το συστατικό που
βρίσκεται σε μεγαλύτερη αναλογία. Όταν ένα από τα συστατικά είναι το νερό,
θεωρούμε ότι διαλύτης είναι το νερό ανεξάρτητα αν βρίσκεται σε μεγαλύτερη
αναλογία(υδατικό διάλυμα).
Διαλυμένη ουσία(ή διαλυμένες ουσίες) ονομάζεται καθένα από τα υπόλοιπα
συστατικά του διαλύματος.
Το νερό λέγεται και παγκόσμιος διαλύτης, διότι:
α) είναι πολύ διαδεδομένο στη φύση
β) διαλύει πάρα πολλές ουσίες και σε μεγάλες ποσότητες
γ) είναι φθηνό και ακίνδυνο
9. Τα ελαιοχρώματα έχουν ως
διαλύτη το νέφτι
Το διαλυτικό του blanco είναι
συνήθως τριχλωροαιθυλένιο ή
1,1,1-τριχλωροαιθάνιο
Στο βάμμα ιωδίου διαλύτης
είναι το οινόπνευμα
Στα βερνίκια νυχιών διαλύτης είναι η ακετόνη.
10. Κολλοειδή λέγονται τα μείγματα στα οποία
το μέγεθος των συστατικών τους είναι
μικρότερο από 0,00005cm και μεγαλύτερο
από 0,0000001cm. Παραδείγματα είναι το
ζελέ μαλλιών, το ζελέ φρούτων, το υγρό
σαπούνι,
οι κρέμες προσώπου,
η
μαγιονέζα, το ασπράδι αυγού κ.α.
11.
12. Φαινόμενο Tyndall
Τα αιωρούμενα σωματίδια ενός
κολλοειδούς, έχοντας μεγαλύτερο μέγεθος
από τα σωματίδια ενός διαλύματος,
σκεδάζουν την φωτεινή ακτινοβολία με
αποτέλεσμα να αποκλίνει κατά την
ευθύγραμμη πορεία της.
13.
14. Διαλυτότητα μίας ουσίας σ’ έναν διαλύτη ονομάζεται η μέγιστη ποσότητα
της ουσίας που μπορεί να διαλυθεί σε ορισμένη ποσότητα διαλύτη σε
ορισμένες συνθήκες πίεσης και θερμοκρασίας.
Εκφράζεται σε: g διαλυμένης ουσίας / 100g διαλύτη
π.x. Το αλάτι(χλωριούχο νάτριο) έχει διαλυτότητα στο νερό 36g αλατιού/100g
νερού στους 20οC. Αυτό σημαίνει ότι:
Σε 100g νερού, στους 20οC, μπορούν να διαλυθούν το πολύ 36g αλατιού
15. Κορεσμένο διάλυμα
Περιέχει 100mL νερό και 36g
αλάτι(χλωριούχο νάτριο)
Κορεσμένο διάλυμα με
ίζημα(ή υπέρκορο)
Διαλύθηκαν τα 36g αλάτι και
τα υπόλοιπα 40-36=4g
καταβυθίστηκαν ως
ίζημα(αδιάλυτο)
16. Η διαλυτότητα μίας ουσίας σε έναν διαλύτη εξαρτάται:
α )από το είδος της ουσίας
β) από το είδος του διαλύτη
γ) Από τη θερμοκρασία
στερεά: θοC διαλυτότητας
αέρια: θοC διαλυτότητας
δ) από την πίεση (μόνο για αέριες ουσίες)
θοC διαλυτότητας
Εξάρτηση από το είδος της ουσίας
Όταν ανοίγουμε ένα
μπουκάλι με αεριούχο
αναψυκτικό, η πίεση
ελαττώνεται και γίνεται
ίση με την
ατμοσφαιρική(Ρ=1atm)
. Έτσι, ελαττώνεται η
διαλυτότητα του CO2,
οπότε ένα μέρος του
διαλυμένου CO2 φεύγει
με τη μορφή
φυσαλίδων.