1. ΒΑΙΛΗ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗ
Ο εκνικόσ μασ ποιθτισ
(1849-1917)
Η ζωή του
Ο Βαςίλθσ Μιχαθλίδθσ γεννικθκε το 1849
ςτο Λευκόνοικο, ζνα χωριό τθσ επαρχίασ
Αμμοχϊςτου . Γονείσ του ιταν ο Χατηισ Μιχαιλ
Χαραλάμπουσ και θ Αννζττα Κονόμου. Σο
επίκετο "Μιχαθλίδθσ" υιοκετικθκε αργότερα
από τον ίδιο.
Ζμακε τα πρϊτα του γράμματα από το κείο του Χρφςανκο Παπακονόμου, ποιθτι
και ηωγράφο, ςτο Δάλι. ε νεαρι θλικία, περίπου ζντεκα χρονϊν, ο Μιχαθλίδθσ
ζδειξε μεγάλο ενδιαφζρον για τθ ηωγραφικι και ο πατζρασ του αποφάςιςε να τον
ςτείλει ςτθ Λευκωςία για να παρακολουκιςει μακιματα αγιογραφίασ. Εκεί ο
νεαρόσ Μιχαθλίδθσ ζηθςε υπό τθν προςταςία του κείου του, Γιάννθ Οικονομίδθ,
αργότερα μθτροπολίτθ Κιτίου.
Κατά τθν παραμονι του ςτθν Αρχιεπιςκοπι τθσ Λευκωςίασ ο Μιχαθλίδθσ απζτυχε
ςτθν απόκτθςθ ανϊτερθσ ςχολικισ μόρφωςθσ. Παράλλθλα, θ αγιογραφία που
διδάχκθκε δεν τον οδιγθςε ςε ςθμείο που κα μποροφςε να αςχολθκεί
βιοποριςτικά με τθν τζχνθ.
Με τθ χειροτόνθςι του ωσ Μθτροπολίτθ Κιτίου το 1868, ο κείοσ του Γιάννθσ ζφυγε
για τθ Λάρνακα παίρνοντασ μαηί του τον ζφθβο Μιχαθλίδθ. Ο κοςμοπολίτικοσ
χαρακτιρασ τθσ Λάρνακασ και οι επιρροζσ από τουσ λόγιουσ τθσ περιοχισ ζςτρεψαν
το ενδιαφζρον του Μιχαθλίδθ προσ τθν ποίθςθ. Με παρότρυνςθ του ποιθτι και
κεατρικοφ ςυγγραφζα Θεόδουλου Κωνςταντινίδθ ο Μιχαθλίδθσ δθμοςίευςε τα
πρϊτα του ζμμετρα κείμενα ςτον Πυθαγόρα τθσ μφρνθσ το 1873.
Σο 1875, πιγε ςτθ Νεάπολθ για να ςυνεχίςει τισ ςπουδζσ του. Η ελλιπισ του
μόρφωςθ, το ανεπαρκζσ ταλζντο του ςτθ ηωγραφικι και οι περιοριςμζνεσ
οικονομικζσ του δυνατότθτεσ κακόριςαν τθν εξζλιξθ τθσ προςπάκειασ του
Μιχαθλίδθ. Μετά από δφο χρόνια ςυμμετείχε ςτθν απελευκζρωςθ τθσ
Θεςςαλίασ από τουσ Σοφρκουσ. Επζςτρεψε ςτθν Κφπρο το 1878, με τθ λιξθ
τθσ Σουρκοκρατίασ και τθν αρχι τθσ Αγγλοκρατίασ.
Σο βάροσ των αποτυχθμζνων του ςπουδϊν κράτθςαν τον Μιχαθλίδθ μακριά από
τουσ φιλικοφσ του κφκλουσ ςτθ Λευκωςία και ςτθ Λάρνακα. Εγκαταςτάκθκε ςτθ
Λεμεςό όπου, άνεργοσ και άςτεγοσ, υποχρεϊκθκε να αναηθτιςει ςτζγθ ςτθ
Μθτρόπολθ τθσ Λεμεςοφ. Σθν ίδια χρονιά και μζχρι το 1884 εργάςτθκε ωσ
υπάλλθλοσ ςτθ φαρμακευτικι του Δθμοτικοφ Νοςοκομείου Λεμεςοφ. Παράλλθλα
άρχιςε να αςχολείται ςυςτθματικότερα με τθν ποίθςθ. Η πρϊτθ του ποιθτικι
ςυλλογι, Η Αςθενήσ Λφρα, εκδόκθκε το 1882, ενϊ ςυνάμα ο Μιχαθλίδθσ δθμοςίευε
διάφορα πατριωτικά και ςατιρικά ποιιματα ςτθν εφθμερίδα Αλήθεια.
2. Σο 1884 ο Μιχαθλίδθσ ζγινε επιςτάτθσ του
νοςοκομείου ςτο Διμο Λεμεςοφ. υνάμα άρχιςε
να δθμοςιεφει ποιιματα ςτθν εφθμερίδα Σάλπιγξ.
Σο 1888 δθμιοφργθςε ζνα ζμμετρο παράρτθμα
τθσ Σάλπιγγασ, τον Διάβολο. Ωςτόςο θ
προχειρότθτα και ο επικαιριςμόσ του
εγχειριματοσ εμπόδιςαν τθν επιβίωςι του.
Η κατάςταςθ τθσ υγείασ του Μιχαθλίδθ επιδεινϊκθκε κατά τα τελευταία δεκαπζντε
χρόνια τθσ ηωισ του. Σο 1904 και το 1906 υποχρεϊκθκε να ταξιδζψει ςτο εξωτερικό
για λόγουσ υγείασ. Παράλλθλα, ο αλκοολιςμόσ του και οι προςτριβζσ με ςυνεργάτεσ
του ςτο νοςοκομείο οδιγθςαν ςτθ μείωςθ του μιςκοφ του. Σο 1910, λόγω
προβλθμάτων με το αλκοόλ, ζχαςε τθ δουλειά του ωσ νοςοκόμοσ. Παρ' ολ' αυτά του
δόκθκε ςτζγθ ςτο Δθμαρχείο τθσ Λεμεςοφ και διορίςτθκε ςτο Τγειονομείο. Παρόλθ
τθ ςωματικι και ψυχικι του εξακλίωςθ, ο Μιχαθλίδθσ δεν ςταμάτθςε να γράφει. Σο
1911 εξζδωςε τθ ςυλλογι Ποιήματα, ενϊ το 1915 ο αλκοολιςμόσ του ποιθτι ιταν
πια ςε προχωρθμζνθ κατάςταςθ και ο Μιχαθλίδθσ εγκαταςτάκθκε ςτο
Πτωχοκομείο τθσ Λεμεςοφ.
Με τθν πνευματικι του διαφγεια ανζπαφθ, ο Μιχαθλίδθσ ζγραφε μζχρι τθν
τελευταία του ςτιγμι. Προςπάκθςε μάλιςτα να ςυνκζςει ζνα εκτενζσ ποίθμα
ςχετικά με τον Πρϊτο Παγκόςμιο Πόλεμο. Ωςτόςο τελικά το ποίθμα ζμεινε ατελζσ.
Ο Βαςίλθσ Μιχαθλίδθσ πζκανε ςτισ 8 Δεκεμβρίου του 1917.
Το έργο του
Ο Βαςίλθσ Μιχαθλίδθσ ζγραψε τα ζργα του ςτθν κυπριακι διάλεκτο, αλλά και ςτθ
δθμοτικι και τθν κακαρεφουςα. Σα πιο γνωςτά του ζργα είναι τα:
«Η 9θ Ιουλίου του 1821 εν Λευκωςία Κφπρου»
«Η Χιϊτιςςα»
«Η Ανεράδα»
«Όραμαν του Ρωμιοφ»
Ο Μιχαθλίδθσ, όςο ηοφςε, τφπωςε και δυο ποιθτικζσ ςυλλογζσ. «Σθν Αςκενι Λφρα»
(1882) και τα «Ποιιματα» (1911).
Σο πιο κάτω απόςπαςμα προζρχεται από το πιο γνωςτό ποίθμα του Μιχαθλίδθ
«Η 9θ Ιουλίου του 1821 εν Λευκωςία Κφπρου»
Η Ρσκηνζύλε έλ’ θπιή ζπλόηδαηξε ηνπ θόζκνπ,
θαλέλαο δελ εβξέζεθελ γαη λα ηελ-η ’μειείςεη,
έπεη ηελ ’πνπ η’ άςε ν Θεόο κνπ.
Η Ρσκηνζύλε έλ’ λα ραζεί, όληαο ν θόζκνο ιείςεη!
ηλ,
θάκε ηνλ θό αη ηνπο Ρσκηνύο ηξανύιιηα,
ηλ
ηα παξαπνύιηα.
Τν ’ληλ αληάλ λα ηξώ’ ηελ γελ, ηξώεη ηελ γελ ζαξθέηαη,
είλνλ θαηαιπέηαη.