Περιοδικό αφιερωμένο στα υπό εξαφάνιση είδη από τους μαθητές του Δ2 του 3ου ΔΣ Ελευσίνας και τις εκπαιδευτικούς Πλαϊνάκη Ευριδίκη ΠΕ06 και Αναστασίου Μαρία ΠΕ19.
Περιοδικό αφιερωμένο στα υπό εξαφάνιση είδη από τους μαθητές του Δ2 του 3ου ΔΣ Ελευσίνας και τις εκπαιδευτικούς Πλαϊνάκη Ευριδίκη ΠΕ06 και Αναστασίου Μαρία ΠΕ19.
Αρχές Οικονομικής Θεωρίας - Το γραπτό των πανελλαδικών εξετάσεωνPanagiotis Prentzas
Αρχές Οικονομικής Θεωρίας (ΑΟΘ): Τι πρέπει να προσέξουν οι υποψήφιοι κατά τη διάρκεια των πανελλαδικών εξετάσεων στη δομή των απαντήσεών τους, αλλά και στην εμφάνιση του γραπτού τους.
Μπορείτε να δείτε και τη διαδραστική παρουσίαση στο www.study4economy.edu.gr.
3. Ένα από τα πλέον σπάνια αρπακτικά που φιλοξενεί η χώρα μας είναι
και ο Γυπαετός, ένα πουλί των ορεινών οικοσυστημάτων. Το
επιστημονικό του όνομα είναι Gypaetus barbatus, όπου barbatus
σημαίνει μουστακαλής και το πήρε από το μουστάκι που εύκολα
διακρίνεται στις δύο πλευρές του ράμφους του.
4. Τροφή
Όπως και οι άλλοι γύπες, ο γυπαετός τρέφεται με θνησιμαία (scavenger), κυρίως
νωπά σφάγια παρά πολυκαιρισμένα κουφάρια.[36] Εκείνο, όμως, που τον
χαρακτηρίζει είναι ότι, χωρίς να περιφρονεί την πραγματική σάρκα, στρέφεται κατά
85-90% στα οστά και τον μυελό τους. Στην πραγματικότητα, είναι το μόνο είδος
πτηνού που ειδικεύεται τόσο πολύ στο συγκεκριμένο διατροφικό στοιχείο.[33] Είναι
σε θέση να καταπιεί ολόκληρο οστό μέχρι το μέγεθος του μηρού ενός αρνιού,[45],
ενώ το ισχυρό πεπτικό σύστημα του διαλύει γρήγορα ακόμα και μεγάλα κομμάτια
(βλ. Φυσιολογία). Επιπλέον, μπορεί εύκολα να απογειωθεί μετά από ένα μεγάλο
γεύμα, σε αντίθεση με τo όρνιo που πρέπει πρώτα να χωνέψει την τροφή του.
Πολλές φορές, όταν καταπίνει ένα μακρύ κόκκαλο, ενώ η μία άκρη του βρίσκεται
έξω από το στόμα του, έχει αρχίσει η πέψη της άλλης άκρης που βρίσκεται στο
στομάχι του.[46] Είναι παροιμιώδης η τεχνική του να ρίχνει από μεγάλο ύψος οστά ή
και ζωντανούς οργανισμούς (βλ. Ηθολογία).
Ζωντανά θηράματα, σπάνια δέχονται επίθεση από τον γυπαετό, αλλά ίσως σε
μεγαλύτερη συχνότητα από τους άλλους γύπες.[33] Οι χελώνες φαίνεται να
αποτελούν την κύραι προτίμησή του και, σε μικρότερο ποσοστό, μαρμότες, λαγοί,
σκίουροι, πέρδικες φασιανοί και περιστέρια, ενώ από τα μεγάλα θηλαστικά έχουν
καταγραφεί επιθέσεις σε αιγοειδή (αίγαγροι, κατσίκια, αντιλόπες) ανάλογα με την
αφθονία τους. Τις περισσότερες φορές, όμως, αυτά τα ζώα έχουν σκοτωθεί από τον
αιφνιδιασμό τους και την πτώση τους από τις ορθοπλαγιές όπου κατοικούν, παρά
από την ίδια την επίθεση του γυπαετού.
5. Επίσης, πολλά μεγάλα ζώα σκοτώνονται όταν είναι νεαρά και ασταθή
ακόμη στην ισορροπία, ή είναι ασθενικά και ετοιμοθάνατα.[47] Ειδικά, στα
υψίπεδα της Αιθιοπίας, οι γυπαετοί έχουν προσαρμοστεί να ζουν σε
μεγάλο βαθμό από τα ανθρώπινα σκουπίδια, εισερχόμενοι ακόμη και στον
οικιστικό ιστό.
Ο γυπαετός, εκ της φύσεως της τροφής του, ουδέποτε εμπλέκεται σε
«διαμάχες» πάνω από ένα σφάγιο, αλλά περιμένει υπομονετικά την σειρά
του (τελευταίος), καθόσον μόνον αυτός τρώει τα μεγάλα οστά. Εφόσον,
όμως, δεν υπάρχει άλλο αρπακτικό πτηνό τρώει και την σάρκα του
θνησιμαίου ενώ, όταν η τροφή είναι επαρκής μπορεί να την φέρει για
αποθήκευση στην φωλιά του. Οι εκτάσεις αναζήτησης τροφής είναι
τεράστιες που, οι γυπαετοί «κτενίζουν» ευλαβικά σε καθημερινή βάση για
ολόκληρες εβδομάδες ή και μήνες. Έχει υπολογιστεί πως, ένα ενήλικο
άτομο μπορεί να καλύψει έως και 700 χιλιόμετρα μέσα σε μία (1) ημέρα.[48]
Στην Ελλάδα, το είδος εξαρτάται αποκλειστικά από τη νομαδική
κτηνοτροφία. Sτην Κρήτη οι μικρές ομάδες αιγοπροβάτων που ζουν σε
ημιάγρια κατάσταση σε όλους τους ορεινούς όγκους του νησιού αποτελούν
σημαντική πηγή τροφής του.[49]
6. Πτήση
Η χαρακτηριστική φιγούρα ενός ενήλικου γυπαετού σε πτήση
Οι γυπαετοί είναι άριστοι ανεμοπόροι και περνούν το μεγαλύτερο τμήμα της ημέρας στον αέρα,
κυριολεκτικά. Πετούν με αρχοντικό, «ανέξοδο» τρόπο, εκμεταλλευόμενοι τα ανοδικά θερμικά ρεύματα, ενώ
όταν χρειαστεί να φτεροκοπήσουν, οι κινήσεις τους είναι αργές και «βαθιές». Πολύ συχνά, μπορεί κάποιος
να τους παρατηρήσει να γυροπετούν (soaring) κάνοντας «περιπολίες» στις ορθοπλαγιές και τις χαράδρες,
ιδιαίτερα τις ζεστές μέρες, και να κερδίζουν ύψος μέσω των θερμικών στηλών αέρα που δημιουργούνται
στο στενό αυτό περιβάλλον, χωρίς καν να κινούν τις πτέρυγές τους. Η πτήση είναι τόσο άνετη, που έχει
χαρακτηριστεί ότι συμβαίνει σε «αργή κίνηση» (slow motion) (sic), όπως στον μαυρόγυπα και το όρνιο.[36]
Το κεφάλι και ο λαιμός εξέχουν σαφώς από το υπόλοιπο σώμα, ενώ οι πτέρυγες εμφανίζονται πολύ μακριές
και ασυνήθιστα στενές και μυτερές, 2,4 φορές το ολικό μήκος σώματος. Τα ακραία πρωτεύοντα ερετικά
φτερά, έχουν την μορφή ανοικτών «δακτύλων», χαρακτηριστικό όλων των γυπών και αετών, που τα κρατάει
ελαφρά ανορθωμένα προς τα πάνω όταν γυροπετάει ή προς τα κάτω όταν αερολισθαίνει.[36] Η έντονα
σφηνοειδής ουρά φαίνεται από κάτω σε σχήμα «διαμαντιού» (sic), σκούρα καφέ ή και μαυριδερή από
απόσταση ενώ, παραδόξως, η «γενειάδα» μπορεί να είναι διακριτή ακόμη και στα 300 μ. μακριά από τον
παρατηρητή.[33]
Η σιλουέτα του γυπαετού στον αέρα θυμίζει έντονα ασπροπάρη σε μικρογραφία. Μάλιστα, πολλές φορές
είναι ευκολότερο να εντοπιστεί από την σκιά που δημιουργεί η πτήση του στην φωτεινή ορθοπλαγιά.[36]
7. Βιομετρικά στοιχεία
Μήκος σώματος: (94-) 110 έως 125 (-150) εκατοστά
Άνοιγμα πτερύγων: (210-) 249 έως 277 (-283) εκατοστά
Μήκος χορδής πτέρυγας: ♂ (72,5-) 74 έως 79 (-88,5) εκατοστά, ♀ 71,5 έως 81 (-91)
εκατοστά
Μήκος ουράς: ♂ (43-) 46 έως 47 (-52) εκατοστά, ♀ (44-) 47 έως 51 εκατοστά
Μήκος ταρσού: ♂ (88-) 93 έως 94 (-100) εκατοστά, ♀ (89-) 92 έως 93 (-94) εκατοστά
Βάρος: (4,5-) 5,6 έως 7 (-7,2) κιλά
8. Βιότοπος
Ο γυπαετός είναι ένα αρπακτικό, ταυτισμένο σχεδόν εξ ολοκλήρου με τα ορεινά οικοσυστήματα, τα
διάσπαρτα βράχια, τους απομονωμένους μονόλιθους, τους γκρεμούς, τα βάραθρα, τα φαράγγια και τις
χαράδρες. Συχνά, αυτές βρίσκονται σε «σπασμένο» τερέν, κοντά σε αλπικού τύπου λιβάδια και ορεινά
βοσκοτόπια, βραχώδεις ξεροποτάμους (όπως τα wadis στην Μέση Ανατολή), μεγάλου υψομέτρου στέπες
και, περιστασιακά, γύρω από δάση. Φαίνεται να προτιμά έρημες, ή ελαφρά κατοικημένες περιοχές, όπου
άλλα αρπακτικά, όπως λύκοι και χρυσαετοί, έχουν υγιείς πληθυσμούς, για να αποκομίζει οστά ως «λάφυρα»
από το κυνήγι τους. Επίσης, χρειάζεται τρεχούμενα νερά κοντά στην επικράτειά του.[25] Στην Αιθιοπία,
συχνάζει πλέον σε σκουπιδοτόπους στα περίχωρα των μικρών χωριών και πόλεων.
Παρά το γεγονός ότι, κατά καιρούς, κατεβαίνουν στα 300-600 μέτρα (λ.χ. στην Αιθιοπία), οι γυπαετοί είναι
σπάνιοι κάτω από το υψόμετρο των 1.000 μέτρων και, συνήθως, κατοικούν πάνω από τα 2.000 μέτρα σε
ορισμένα τμήματα της περιοχής τους. Τις περισσότερες φορές βρίσκονται γύρω ή πάνω από τη γραμμή των
δέντρων (αλπική ζώνη), κοντά στις κορυφές των βουνών, μέχρι και τα 2.000 μέτρα στην Ευρώπη, τα 4.500
μέτρα στην Αφρική και τα 5.000 μέτρα στην κεντρική Ασία. Μπορούν και ζουν σε υψόμετρο 7.300 μέτρων
στο όρος Έβερεστ, ενώ έχουν παρατηρηθεί στην ίδια περιοχή να πετάνε περιστασιακά σε ύψος 7.500-7.800
μέτρων (!), που σημαίνει ότι είναι από τους πλέον χαρισματικούς ιπτάμενους ζωντανούς οργανισμούς του
πλανήτη.[26][27][28]
Στην Ελλάδα, ο γυπαετός απαντά σε ορεινές κοιλάδες κατά την διάρκεια του χειμώνα και στην αλπική ζώνη
πάνω από το δασοόριο, κατά την διάρκεια του καλοκαιριού. Παρατηρείται συνήθως κοντά σε βράχια ή
απότομες ορθοπλαγιές, τόσο στην ενδοχώρα όσο και σε παράκτιες περιοχές και σε υψόμετρο 400-2.500
μ.[29] Μπορεί να αναζητά την τροφή του και σε λόφους με αραιή βλάστηση, αλπικά λιβάδια, κ.α.[30] Φαίνεται
ότι η παρουσία του σχετίζεται, κατά κάποιο τρόπο, με την παρουσία των όρνεων στην ευρύτερη περιοχή.[5]