SlideShare a Scribd company logo
ΔΙΟΡΘΩΜΕΝΟ



ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ

Ειρήνη Καμαράτου – Γιαλλούση



Λίγα λόγια για τον Γιάννη Ρίτσο:



Ο Γιάννης Ρίτσος γεννήθηκε στη Μονεμβάσια την Πρωτομαγιά του 1909 και πέθανε
στην Αθήνα το 1990. Έγραψε πάνω από εκατό ποιητικές συλλογές και συνθέσεις,
εννέα πεζογραφήματα, τέσσερα θεατρικά, όπως και μελέτες, πολυάριθμες
μεταφράσεις, χρονογραφήματα και άλλα δημοσιεύματα.

Ὁ πατέρας του ήταν κτηματίας, αλλά έχασε την περιουσία του και πολύ νωρίς ὁ
ποιητής υπέφερε οικονομικά.

Γρήγορα το ενδιαφέρον του στράφηκε στην ποίηση και στα μεγάλα κοινωνικά και
πολιτικά προβλήματα της εποχής του. Οι νέες ιδέες του ήταν μαρξιστικές. Αυτές οι
ιδέες στάθηκαν αφορμή για περιπέτειες. Εξορίστηκε πολλές φορές. Τόποι εξορίας
του υπήρξαν ἡ Μακρόνησος και ο Άγιος Ευστράτιος παλιά, ἡ Γυάρος, ἡ Λέρος και ἡ
Σύρος στην επταετία της χούντας. Η ζωή του ποιητή υπήρξε ταραγμένη και
περιπετειώδης. Χαρακτηρίζεται από ασθένειες και πολιτικές διώξεις. Σίγουρα όλη
αυτά επηρέασαν την ποίησή του.

Για να ανταπεξέλθει στις βιοτικές ανάγκες εργάσθηκε σαν ηθοποιός και σαν
χορευτής . Επίσης, ὁ Ρίτσος ασχολήθηκε ερασιτεχνικά με τη ζωγραφική και τη
μουσική.

Το 1954 παντρεύεται με την παιδίατρο Γαρυφαλιά (Φαλίτσα) Γεωργιάδη κι ένα
χρόνο αργότερα γεννιέται η -μοναδική- κόρη τους Ελευθερία (Έρη).

Το 1956 τιμήθηκε με το Α´ Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τη «Σονάτα του
Σεληνόφωτος».

Το 1968 προτάθηκε για το βραβείο Νόμπελ από 75 Γάλλους ακαδημαϊκούς,
συγγραφείς και νομπελίστες, το 1975 αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτορας του
Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και το 1987 του Εθνικού και
Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.

Διακρίθηκε όμως και με πολλά ξένα βραβεία. «Μέγα διεθνές βραβείο ποίησης»
(Βέλγιο, 1972), διεθνές βραβείο «Γκεόργκι Δημητρώφ». (Βουλγαρία, 1975), μέγα
βραβείο ποίησης «Αλφρέ ντε Βινύ» (Γαλλία, 1975), διεθνές βραβείο «Αίτνα-
Ταορμίνα» (Ιταλία, 1976), «βραβείο Λένιν» (ΕΣΣΔ, 1977), διεθνές βραβείο
«Μποντέλο» (1978).



Το έργο του είναι τεράστιο και πολύ σημαντικό. Θεωρείται ένας από τους
καλύτερους εκπροσώπους της νεότερης ελληνικής ποίησης. Ὁ ίδιος ὁ Κωστής
Παλαμάς είχε αναγνωρίσει την αξία του. «Να παραμερίσουμε ποιητή για να
περάσεις», έγραψε σε ένα ποίημά του για τον Ρίτσο.

Έργα: «Τρακτέρ» (1934), «Πυραμίδες» (1935), «Επιτάφιος» (1936), «Το τραγούδι
της αδελφής μου» (1937), «Εαρινή συμφωνία» (1938), «Ἡ Ρωμιοσύνη» (1945),
«Γειτονιές του κόσμου» (1949), «Σονάτα του Σεληνόφωτος» (1956), «Ἡ
αρχιτεκτονική των δεύτερων» (1958), «Οι γερόντισσες και ἡ θάλασσα» (1959),
«Κάτω απ' τον ίσκιο του βουνού» (1962), «Μαρτυρίες Ἅ» (1963), «Φιλοκτήτης»
(1965), «Ορέστης» (1966), «Μαρτυρίες Β» (1966), Όστραβα» (1967), «Πέτρες,
επαναλήψεις, κιγκλιδώματα» (1972), «Η επιστροφή της Ιφιγένειας» (1972),
«Ισμήνη» (1972), «Δεκαοχτώ λιανοτράγουδα της πικρής πατρίδας» (1973),
«Γκρογκάντα» (1973), «Καπνισμένο τσουκάλι» (1974), «Ὁ τοίχος μέσα στον
καθρέφτη», «Το ρόπτρο», «Γραφή Τυφλού», «Τα ερωτικά», «Ανταποκρίσεις»
(1987).
ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ



Ο Γιώργος και η Μαίρη είναι γείτονες, συμμαθητές και αχώριστοι φίλοι. Λατρεύουν
και οι δύο την Ιστορία. Τις ελεύθερες ώρες τους, αντί να παίζουν σαν τα άλλα
παιδιά, διαβάζουν μαζί κάποιο βιβλίο ή κάνουν ατέλειωτες βόλτες σε έναν
αρχαιολογικό χώρο, που βρίσκεται κοντά στα σπίτια τους.

Μια μέρα αποφάσισαν να κάνουν μόνοι τους μια ανασκαφή με την ελπίδα πως κάτι
θα έβρισκαν. Πήραν λοιπόν τα φτυαράκια τους και έσκαψαν λίγα μέτρα πιο κάτω
από το πίσω μέρος των σπιτιών τους. Έσκαβαν έναν ολόκληρο μήνα, χωρίς να βρουν
τίποτα, και την τελευταία μέρα, όταν είχαν πια αρχίσει να απελπίζονται, βρήκαν
κάτι ανεπανάληπτο. Ήταν ένα τεράστιο βιβλίο Ιστορίας φτιαγμένο από ένα
παράξενο υλικό. Με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον το άνοιξαν για να το διαβάσουν. Το
βιβλίο στις πρώτες σελίδες έγραφε πως ήταν θαυματουργό και πως αν κανείς το
διάβαζε με πάρα πολύ μεγάλη επιθυμία θα μπορούσε να τον μεταφέρει αόρατο
στον τόπο και τον χρόνο που εξιστορούσε η κάθε σελίδα.

Τα παιδιά έφεραν γρήγορα το βιβλίο στο σπίτι της Μαίρης και το έκρυψαν στο
δωμάτιό της. Από τότε μόλις έβρισκαν λίγο ελεύθερο χρόνο, έτρεχαν εκεί, το
άνοιγαν και με λαχτάρα ζητούσαν να ζήσουν από κοντά κάθε ιστορικό γεγονός.

Αυτή τη φορά οι δύο φίλοι άνοιξαν το βιβλίο τους στη σελίδα που έγραφε «Γιάννης
Ρίτσος και διάβασαν:

Ο Γιάννης Ρίτσος γεννήθηκε στην Μονεμβασιά της Λακωνίας το 1909. Ήταν το
τέταρτο παιδί μιας πολύ εύπορης οικογένειας. Μικρός πήγαινε σχολείο με την
αγαπημένη του αδελφή Λούλα που τον περνούσε μόνο ένα χρόνο αλλά πήγαιναν
στην ίδια τάξη. Ο μικρός Γιάννης ήταν ένα παιδί πολύ ζωηρό αλλά και πολύ
ευαίσθητο και ευγενικό.

«Γιώργο», λέει η Μαίρη: «Θα ‘θελα τόσο πολύ να δούμε από κοντά τον Γιάννη
Ρίτσο όταν ήταν ακόμη μικρό παιδάκι.» Ο Γιώργος έκφρασε κι εκείνος την ίδια
επιθυμία κι έτσι σε λίγο οι δύο φίλοι αισθάνθηκαν να πετούν πάνω από την
Μονεμβασιά το έτος 1917.

Πόσο όμορφη ήταν η φύση, η απέραντη θάλασσα, η βλάστηση, τα παραδοσιακά
σπίτια! Τα παιδιά προσγειώθηκαν στο σχολείο. Πέρασαν αόρατοι μέσα στην
αίθουσα. Σε ένα από τα πίσω θρανία είδαν ένα όμορφο ξανθό παιδάκι. «Αυτός
πρέπει να είναι ο Γιάννης Ρίτσος» είπε ψιθυριστά ο Γιώργος στην Μαίρη. Ενώ όλα
τα παιδιά έγραφαν την αντιγραφή τους εκείνος ζωγράφιζε βαρκούλες. Ο δάσκαλος
μέχρι να τελειώσουν τα παιδιά το γράψιμο, άνοιξε την εφημερίδα του. Τότε ο
μικρός Γιάννης πάει σιγά – σιγά και του την τραβάει. Όλα τα παιδιά γέλασαν ενώ ό
δάσκαλος σηκώθηκε θυμωμένος. «Τελείωσες την αντιγραφή σου;» τον ρωτάει και
σηκώνεται για να πάει να δει το τετράδιό του. Αντί για γράμματα όμως είδε
ζωγραφισμένες βαρκούλες που αρμενίζανε στην γαλάζια Θάλασσα. Τότε εκείνος
θύμωσε και τον έβαλε τιμωρία στην γωνία. Ήταν η τελευταία ώρα και τα παιδιά
σχόλασαν όμως ο δάσκαλος δεν τον άφηνε να φύγει. Η αδελφή του η Λούλα, που
ήταν η καλύτερη μαθήτρια της Τάξης, πήγε και τον παρακάλεσε να τον συγχωρέσει
για να φύγουν μαζί. Ο δάσκαλος είπε πως μόνο γι αυτή την φορά θα της κάνει το
χατίρι. Τα δύο αδέλφια ξεκίνησαν για το σπίτι τους ενώ οι δύο φίλοι τους
ακολούθησαν.

Το σπίτι τους ήταν από τα πιο πλούσια της περιοχής. Μόλις μπήκαν μέσα ο μικρός
Γιάννης έπεσε στεναχωρημένος στην αγκαλιά της μητέρας του. «Δεν μ’ αρέσει το
σχολείο γιατί δεν είμαι καλός μαθητής» της είπε ενώ έτρεχαν δάκρυα από τα
ματάκια του. Η μητέρα του τον πήρε στα γόνατά της. «Και αν δεν είσαι καλός
μαθητής τι πειράζει;» του λέει «Κανένας δεν έχει το ταλέντο σου στη ζωγραφική,
στην μουσική , στο χορό, αλλά πιο πολύ απ’ όλα στην ποίηση». Πήγε και έφερε τα
στιχάκια που έγραψε ο μικρός Γιάννης την προηγούμενη μέρα και του είπε να της
τα διαβάσει. Εκείνος τα διάβασε αργά – αργά. Η μητέρα του ήταν ενθουσιασμένη.
«Να θυμάσαι ότι μια μέρα θα γίνεις ένας πολύ σπουδαίος ποιητής. Εσύ θα είσαι ο
διάδοχος του Παλαμά» του είπε ενώ ο Γιάννης την κοιτούσε στα μάτια. Ένιωσε
πόσο πολύ τα πίστευε η μητέρα του όλα αυτά που του έλεγε και άρχισε να
χαμογελά χαρούμενος.

Οι δύο φίλοι σε λίγο γύρισαν στην εποχή τους. Πριν κλείσουν το θαυματουργό
βιβλίο τους διάβασαν ένα σημείο όπου ο Γιάννης Ρίτσος πολλά χρόνια μετά έγραφε
για την Πατρίδα του:

«Από αυτό εδώ το σημείο ξεκίνησε ένα παιδί. Ένα παιδί που αγάπησε αυτόν τον
βράχο, που αγάπησε την απεραντοσύνη της θάλασσας, ένα παιδί που αγάπησε την
ποίηση. Ετούτος ο βράχος που είναι σαν μια γροθιά πείσματος, σταθερότητας και
ρωμέικης υπερηφάνειας, αντιπαλεύει με την ακινησία και την σταθερότητά του, την
αιώνια κίνηση της θάλασσας. Αυτή η Μονοβασιά, αυτός ο Βράχος ήταν για μένα το
πέτρινο καράβι, που με ταξίδεψε σ’ όλο τον κόσμο. Ετούτο εδώ το ακίνητο πλοίο,
τούτο δα το σπίτι, όπου χάραξα τους πρώτους μου στίχους και τις πρώτες μου
ζωγραφιές, όπου τραγούδησα δημοτικά τραγούδια αγναντεύοντας την θάλασσα κι
απαντούσαν από τα άλλα μπαλκόνια κοριτσόπουλα κι αγόρια της ηλικίας μου.»

«Κάθετος βράχος – όλη μέρα να πίνει το λιοπύρι,

να το κρατάει στα σπλάχνα του κατάντικρυ στο πέλαγο,

κ’ εσύ με την πλάτη ακουμπισμένη στο βράχο, με το στήθος

ολάνοικτο στη θάλασσα, - μισός φωτιά, μισός δροσιά,
κομμένος εγκάρσια, διπλός, σ’ έναν αγώνα μόνο

να σμίξεις το νερό με την πέτρα.»



Την άλλη μέρα στο σχολείο τα παιδιά στο διάλειμμα συζητούσαν για το ταξίδι τους
στην Μενεμβασιά όταν πίσω τους ακούνε μία μαγευτική φωνή και μία μουσική που
την συνόδευε. Μα ποιος τραγουδάει τόσο όμορφα; Αναρωτήθηκαν. Γυρνούν και
βλέπουν έκπληκτοι τον συμμαθητή τους τον Αντώνη καθισμένο πάνω σε ένα
πεζούλι πότε να παίζει φυσαρμόνικα και πότε να τραγουδάει. Ο Αντώνης δεν είναι
καλός μαθητής. «Δεν τα παίρνω τα γράμματα.» έτσι μας είχε πει μια φορά που τον
ρωτήσαμε γιατί δεν διαβάζει. Όμως δεν ξέραμε ότι είχε αυτό το ταλέντο με την
μουσική. Τον πλησιάσαμε και του είπαμε πόσο μας άρεσε η μουσική του και το
τραγούδι του. Εκείνος νόμιζε ότι προσπαθούσαμε να τον παρηγορήσουμε γιατί ούτε
σήμερα είχε πει καλό μάθημα. «Είναι πάρα πολύ σπουδαίο που έχεις αυτό το
ταλέντο» του είπαμε. «Ναι αλλά οι γονείς μου θέλουν μόνο να είμαι καλός
μαθητής.» μας λέει. Εμείς του είπαμε πως το ότι έχει ένα ταλέντο το θεωρούμε
ακόμη πιο σημαντικό. Εκείνος χάρηκε και συνέχισε να παίζει με ενθουσιασμό την
φυσαρμόνικά του.

«Ο Γιάννης Ρίτσος ήταν πολύ τυχερός που η μητέρα του εκτίμησε από τότε που
ήταν μικρός το ταλέντο του και τον έκανε να πιστέψει στον εαυτό του, όμως πόσα
πολλά ταλαντούχα παιδιά δεν βρίσκουν ποτέ κατανόηση από τους δικούς τους!
Είναι τόσο κρίμα να χάνονται τα ταλέντα αυτών των παιδιών!» Είπε η Μαίρη στον
Γιώργο συλλογισμένη.

Οι δύο φίλοι συμφώνησαν να συναντηθούν το απόγευμα για να κάνουν το επόμενό
τους ταξίδι. Ανυπομονούσαν να δουν τον Γιάννη Ρίτσο όταν έφυγε με την αδελφή
του Λούλα από την Μονεμβασιά για να φοιτήσουν και οι δύο στο γυμνάσιο του
Γυθείου.

«Ποπό! Τι δυστυχία!» είπαν και οι δύο φίλοι με μια φωνή όταν διάβασαν μερικές
σελίδες πιο κάτω στο θαυματουργό τους βιβλίο. Πρώτα ο μεγάλος τους αδελφός
Μίμης πέθανε από φυματίωση. Μετά από λίγους μήνες πέθανε και η μητέρα τους
από την ίδια αρρώστια. Ο πατέρας τους έχασε σχεδόν όλη τους την περιουσία γιατί
οι καιροί ήταν πολύ δύσκολοι κι εκείνος δεν χειρίστηκε καθόλου καλά τα
οικονομικά τους. Η μεγάλη τους αδελφή είχε παντρευτεί από καιρό και έμενε στην
Αθήνα. Ο Γιάννης και η Λούλα γράφτηκαν στο γυμνάσιο στο Γύθειο. Θα τους
φιλοξενούσαν κάτι συγγενείς. Τα παιδιά είχαν περάσει δραματικές στιγμές. Δεν
είχαν να αντιμετωπίσουν μόνο το μεγάλο τους πένθος έπρεπε να παλέψουν μόνα
τους και με την φτώχια. Αργότερα στην ζωή του ο Γιάννης Ρίτσος έκφρασε τα
συναισθήματά του για εκείνες τις φοβερές στιγμές με τα ποιήματα:

«Ο άνεμος κέρδισε τα σπίτια μας

Δεν είχαμε που να γυρίσουμε.
Δεν είχαμε ν’ αποχαιρετήσουμε κανέναν άλλον.

Γονατισμένοι σκάψαμε στην άμμο

να θάψουμε τα μαντήλια του αποχαιρετισμού

ως τη στιγμή που πίσω απ’ τον ώμο μας

ανέβηκε αθόρυβα το φεγγάρι.

Ύστερα σταθήκαμε αντίκρυ στο πέλαγος

ν’ αναπνεύσουμε τη σκιά και τη σιωπή.

Το σχήμα και το βάρος έλιωσε

Εσύ που μένεις τώρα μικρέ αδελφέ των γλάρων;»

«Έλεγα «μάνα, μάνα». Κανένας δεν ήτανε να μ’ ακούσει. Αφουγκραζόμουνα –
πρόσμενα κάποιο βήμα στη σκάλα. Τίποτα, τίποτα. Να όπου να ‘ναι κάποιος θα
‘ρθει, έλεγε- (…) Θα ‘ρθει η μητέρα από μακριά, μουσκεμένη απ’ τη βροχή, με
λασπωμένα παπούτσια, κι ένα μεγάλο χαμόγελο στο πρόσωπο. Θα ‘ρχόταν σαν ένα
φωτισμένο παράθυρο τη νύχτα που γυρνάς στον κατασκότεινο δρόμο –Θα ‘βαζε το
χέρι της στα μαλλιά μου, θ’ αφουγκραζόταν την ανάσα μου… Εγώ θα ‘κανα πως
κοιμάμαι, έτσι για να νιώσω βαθιά - βαθιά τη ζεστασιά της –κι ύστερα θα
πετιόμουνα πάνου, θα τη φιλούσα, θα την φιλούσα…»

Τα παιδιά έκφρασαν την επιθυμία να πάνε στο γυμνάσιο Γυθείου όταν φοιτούσε
εκεί ο Γιάννης Ρίτσος και σε λίγο βρέθηκαν αόρατοι μέσα στην αίθουσα του
σχολείου. Είδαν τον Γιάννη που καθόταν στο τελευταίο θρανίο. Ήταν αδύνατος και
φτωχοντυμένος. Οι δύο φίλοι έμειναν έκπληκτοι όταν άκουσαν τα λόγια που του
έλεγε καθηγητής: «Από όλες τις εκθέσεις σας που διάβασα μόνο η δική σου
αποτελεί ένα κακό παράδειγμα. Πρώτα απ’ όλα γιατί είναι γραμμένη στη δημοτική.
Πρέπει να ξέρεις πως δημοτική σημαίνει λόγια του αέρα ενώ η καθαρεύουσα έχει
όλα τα πλεονεκτήματα. Δεύτερον στην έκθεσή σου έχεις δικές σου περιγραφές,
εικόνες και δυσνόητες προτάσεις. Εσύ δεν γράφεις όπως όλα τα παιδιά…» Το
κουδούνι κτύπησε για να σχολάσουν. Ο Γιάννης δεν κουνήθηκε από την θέση του
ήταν έτοιμος να κλάψει. Η αγαπημένη του αδελφή Λούλα τον πλησίασε και του
λέει: «Μην στεναχωριέσαι, ότι και να σου λένε εσύ πρέπει να πιστεύεις στο ταλέντο
σου. Θυμήσου πόσο καλά λόγια είχε πει για σένα ο φιλόλογος και λαογράφος
Γιώργος Μανωλάκος.» Ο Γιάννης έπιασε το χέρι της αδελφής του και σηκώθηκε για
να φύγουν. Ήταν απαρηγόρητος.

Οι δύο φίλοι γύρισαν κι αυτοί στην εποχή τους πολύ λυπημένοι. Πριν κλείσουν το
θαυματουργό τους βιβλίο είπε ο Γιώργος στην Μαίρη: «Πόσες πολλές
απογοητεύσεις είχε ο καημένος! Μα πως είναι δυνατόν να μην τον καταλαβαίνει ο
καθηγητής του;» «Κι όμως,» λέει η Μαίρη, «έχουμε διαβάσει πολλές φορές πως
πολλοί σπουδαίοι άνθρωποι με μεγάλο ταλέντο πέρασαν πολλές απογοητεύσεις
πριν κάποτε αναγνωριστούν.»

Στο επόμενή τους συνάντηση τα παιδιά άνοιξαν το θαυματουργό τους βιβλίο και
διάβασαν: Τα δύο αδέλφια μόλις τελείωσαν το γυμνάσιο έφυγαν μαζί για την
Αθήνα. Η αδελφή του η Λούλα γράφτηκε στην Φιλολογική σχολή του
Πανεπιστημίου Αθηνών. Ο Γιάννης γράφτηκε κι εκείνος αργότερα στην Νομική
αλλά δε φοίτησε ποτέ.

Πριν φύγουν από το Γύθειο ο Γιάννης είχε την χαρά να δει δημοσιευμένα στο
περιοδικό Διάπλαση των Παίδων για πρώτη φορά ορισμένα ποιήματά του.

Στην Αθήνα εργάστηκε πρώτα σαν δακτυλογράφος, μετά σαν αντιγραφέας στην
Εθνική τράπεζα, και κατόπιν σαν γραφέας στον δικηγορικό σύλλογο Αθηνών.

Το 1927 νοσηλεύτηκε στο σανατόριο Σωτηρία γιατί εδώ κι ένα χρόνο υπέφερε από
την ίδια φοβερή αρρώστια που ταλαιπωρούσε τότε πάρα πολύ κόσμο, την
φυματίωση.

«Ποπό! Από την αρρώστια αυτή είχαν πεθάνει και η μητέρα του και ο μεγαλύτερός
τους αδελφός». Είπαν λυπημένοι οι δύο φίλοι.

Αμέσως έκφρασαν την επιθυμία να επισκεφθούν τον Γιάννη Ρίτσο τότε που
νοσηλευόταν στο Σωτηρία και σε λίγο βρέθηκαν κοντά του αόρατοι.

Τον βρήκαν καθισμένο στο κρεβάτι του αδύνατο και χλωμό. Γύρω του ήταν
συγκεντρωμένοι μερικοί άλλοι ασθενείς και συζητούσαν. «Ο Μαρξισμός υπόσχεται
στους εργαζόμενους απαλλαγή από τα οικονομικά δεσμά, υπόσχεται ένα μέλλον
φωτεινό.» έλεγε ο Γιάννης. «Ναι,» συμφώνησε ένας άλλος και συμπλήρωσε: «Σε
ένα κομουνιστικό καθεστώς οι ασθενείς δεν θα είχαν σε καμία περίπτωση τις άθλιες
συνθήκες ανάρρωσης που έχουμε εμείς εδώ τώρα.»

Σε λίγο ο Γιάννης άρχισε να βήχει. Ήταν κουρασμένος και οι άλλοι ασθενείς τον
άφησαν να ησυχάσει. Υπέφερε πολύ από εκείνο τον βήχα. Εκείνη την στιγμή
μπαίνει μέσα η αγαπημένη του αδελφή Λούλα και του λέει: «Κάνε κουράγιο
αδελφούλη μου. Κοίτα τι σου έφερα: Είναι το Φιλολογικό παράρτημα της Μεγάλης
Ελληνικής Εγκυκλοπαίδειας. Έχει δημοσιεύσει τα ποιήματά σου με πολύ καλές
κριτικές.» Ο Γιάννης, λες και ξαφνικά πήρε κουράγιο, σηκώθηκε και ξεφύλλισε το
περιοδικό. Διάβασε και ξαναδιάβασε ότι έγραψαν γι αυτόν. «Τράβηξε αυτό τον
δρόμο και σιγά – σιγά θα φτάσεις το ωραίο και το τέλειο» του έγραφε ο
αρχισυντάκτης. Ήταν πραγματικά χαρούμενος. Μετά το φύλαξε προσεκτικά στο
κομοδίνο του που ήταν γεμάτο από πολλά λογοτεχνικά και άλλα βιβλία. Εκείνη την
στιγμή μπήκε μέσα μία όμορφη κοπέλα και τον χαιρέτησε. Συστήθηκε σαν την κόρη
μίας νοσοκόμας. Οι δύο φίλοι διέκριναν μία ταραχή στο βλέμμα του Γιάννη. Σε λίγο
που η αδελφή του και η κοπέλα έφυγαν, ο Γιάννης έπιασε μία κόλλα χαρτί για να
γράψει: Ο Γιώργος και η Μαρία έσκυψαν από πάνω του και διάβασαν:

«Αγαπημένη
δεν έχω παρά μόνο μιας στιγμής

τη ζωή και το φτερούγισμα.

Δεν βλέπεις

πάνω στο δέρμα μου

το πρωτάνοιχτο θάμβος;

Δεν ακούς

μες τις ίνες μου

μύρια φτερά μικρών κορυδαλλών

που μόλις τα’ άγγιξε

η πρώτη ακτίνα της αυγής;»

Η ώρα πέρασε. Τα παιδιά τώρα έπρεπε να γυρίσουν στα σπίτια τους. Καθώς
πετούσαν για να φτάσουν στην εποχή τους λέει η Μαίρη στον Γιώργο: «Ο Γιάννης
Ρίτσος είναι ερωτευμένος.» «Μα δεν είναι φυσικό;» Της λέει ο Γιώργος «Είναι νέος,
δεκαοκτώ χρονών. Τι και αν τον βασανίζει η αρρώστια;» «Πόσο χάρηκα που
επιτέλους άρχισε να παίρνει κάποια αναγνώριση το ταλέντο του!» συμπλήρωσε η
Μαίρη.

Όταν έφτασαν στην εποχή τους τα παιδιά πριν κλείσουν το βιβλίο τους διάβασαν:
«Την περίοδο που ο Γιάννης Ρίτσος νοσηλεύτηκε στο Σωτηρία ασπάστηκε την
μαρξιστική θεωρία και τον κομμουνισμό. Από τότε και για όλη του την ζωή έμεινε
πιστός σε αυτές του τις πεποιθήσεις.»

Στην επόμενή τους συνάντηση οι δύο φίλοι άνοιξαν το θαυματουργό τους βιβλίο
και διάβασαν: «Ο Γιάννης Ρίτσος πέρασε ακόμα πολλές ταλαιπωρίες με το θέμα της
αρρώστιας του. Όμως παρ’ όλα αυτά συνέχισε να γράφει. Τις περιόδους που
αισθάνεται καλά εργάζεται σαν ηθοποιός και σκηνοθέτης. Το 1934 εκδίδεται το
πρώτο του βιβλίο με τίτλο «Τρακτέρ» από τις εκδόσεις «Γκοβόστη» ενώ συγχρόνως
γίνεται μέλος του Κομουνιστικού κόμματος Ελλάδας και γράφει άρθρα για την
εφημερίδα «Ριζοσπάστης». Τον επόμενο χρόνο εκδίδεται το δεύτερο βιβλίο του με
τίτλο «Πυραμίδες» πάλι με τον εκδοτικό οίκο «Γκοβόστης» όπου εργάζεται και ως
διορθωτής και επιμελητής κειμένων.»

Το 1937 συνέβη κάτι φοβερό. Η αγαπημένη του αδελφή Λούλα βρίσκεται στο
ψυχιατρείο. Εκεί, σε διαφορετική πτέρυγα, βρίσκεται και ο Πατέρας του. «Γιώργο»,
λέει η Μαίρη «θα ήθελα να πάμε να βρούμε τον Γιάννη Ρίτσο την εποχή που
επισκέφθηκε την αδελφή του στο ψυχιατρείο». Ο Γιώργος έφρασε κι εκείνος την
ίδια επιθυμία και σε λίγο βρέθηκαν στο Δαφνί στο δωμάτιο της Λούλας. Ο Γιάννης
ήταν πολύ στεναχωρημένος. «Μην στεναχωριέσαι αδελφούλη μου, του έλεγε η
Λούλα. Όλα αυτά τα βάσανα που έχω περάσει στην ζωή μου με έφεραν σε αυτή την
κατάσταση ώστε να έχω τώρα αυτές τις παραισθήσεις. Παντρεύτηκα έναν άντρα
πολύ μεγαλύτερό μου και πήγα στην Αμερική με την ελπίδα ότι θα έφτιαχναν τα
οικονομικά μας που ήταν σε απελπιστική κατάσταση. Όμως κι εκεί τα πράγματα δεν
ήταν καλύτερα. Υπέφερα πολύ. Στο τέλος δεν άντεξα, παράτησα τον άντρα μου,
πήρα το παιδί μου και γύρισα στην Ελλάδα. Και δεν έφταναν μόνον αυτά. Εδώ
συνάντησα το δράμα του πατέρα μας που ξεπούλησε όλη μας την περιουσία και
στο τέλος τρελάθηκε. Όλα αυτά τα βάσανα με λύγισαν.» «Κάνε κουράγιο,
αδελφούλα μου,» της λέει ο Γιάννης. «Το φορτίο σου ήταν πολύ μεγάλο. Είχες και
μένα να με βοηθάς όλα αυτά τα χρόνια με τις απανωτές αρρώστιες μου. Εσύ μου
στάθηκες σαν πραγματική μητέρα. Πρέπει όμως να κάνεις κουράγιο, να γίνεις καλά
και να βγεις από εδώ μέσα. Σε παρακαλώ δεν θα τα βγάλω πέρα στην ζωή αν δεν
έχω εσένα δίπλα μου.» «Ας μην μιλάμε άλλο για αυτά αδελφούλη μου» του λέει η
Λούλα, «πες μου καλύτερα για τα δικάσου. Θέλω να μου μιλάς για τις επιτυχίες σου
για να παίρνω κουράγιο.» «Το ποίημά μου «Ο Επιτάφιος» είχε μεγάλη επιτυχία»
«Ναι, το είχα μάθει. Είναι το ποίημα που έγραψες για τις ταραχές που είχαν γίνει
στην Θεσσαλονίκη στην Καπνεργατική απεργία όπου μία μάνα θρήνησε το
σκοτωμένο της παιδί.» «Ναι, με είχε συγκλονίσει τότε αυτό το τραγικό γεγονός
όπως με συγκλονίζει αβάσταχτα τώρα αδελφούλα μου και το δικό σου δράμα.»
Εκείνη την στιγμή μπήκε μέσα ένας γιατρός για να του πει ότι το επισκεπτήριο είχε
τελειώσει. Ο Γιάννης χαιρέτησε την αδελφή του και έφυγε.

Οι δύο φίλοι ακολούθησαν τον Γιάννη Ρίτσο μέχρι το σπίτι του. Ο Γιάννης μόλις
έφτασε έκατσε αμέσως συγκινημένος και άρχισε να γράφει ένα ποίημα. Ο τίτλος
του ήταν «Το τραγούδι της αδελφής μου»

Τα παιδιά έσκυψαν από πάνω του και διάβασαν:

«Αδελφή μου,
δεν είμαι πια ποιητής
δεν καταδέχομαι να ‘μαι ποιητής.
Είμαι ένα πληγωμένο μυρμήγκι
που έχασε το δρόμο του
μες στην απέραντη νύχτα.
Αναδεύω την τέφρα
των πυρπολημένων Απριλίων
και δε βρίσκω μια σπίθα
για ν' ανάψω την αρχαία θερμάστρα.
Εσύ εζύγισες
τους θησαυρούς των αιώνων
μες στη λεπτή παλάμη σου.
Εσύ εγκρέμισες τα όρη
όπου αναπαύονταν οι ποιητές.
Κ' εγώ δεν είμαι πια ποιητής.
Το ξέρω,
οι ποιητές
δε ρυπαίνουν με δάκρυα
τις κρυστάλλινες πολιτείες.
Αγρυπνούν
με το βλέμμα τους ίσο κι αθόλωτο
για να μετρούν
τις φρικιάσεις του φωτός
και τους παλμούς του σύμπαντος.
Όμως εγώ,
αδελφή μου, αγρυπνώ
μετρώντας τους παλμούς
και την ανάσα σου.
Στυλώνομαι, πύργος νυχτός,
μες στην ακατανόητη βοή
των διασταυρουμένων κεραυνών
κι αγγίζω αδίστακτος τα ξίφη.
Οι αψίδες του φωτός κατέρρευσαν
κάτω απ' τα βλέφαρα σου.
Τίποτ' άλλο δε ζει
έξω απ' τον πένθιμο κύκλο
που χαράζουν στην πλάση τα μάτια σου.
Δε θέλω
τα τύμπανα των θριάμβων
να αναγγέλλουν τη δόξα μου
μες στα δάση της άνοιξης.
Το δικό σου χαμόγελο
μου φτάνει.
Η κρήνη των ματιών σου
μπορεί να ποτίσει τη δίψα μου
και ν' ανθίσει τη ζωή μου.»

Τα παιδιά πέταξαν συγκινημένα για την εποχή τους.

Πριν κλείσουν το θαυματουργό τους βιβλίο διάβασαν:

Το ποίημα αυτό εντυπωσίασε πολύ τον Κωστή Παλαμά και θα γράψει:

«Το τραγούδι σου είναι από ιχώρ και είναι από αιθέρα.
Όρθος καθαρός αυγής φέρνει την ημέρα,

Γρήγορο αργοφλοίσβισμα της γαλάζιας πλάσης.

Να παραμερίσουμε για να περάσεις.»

Επίσης έγραψε στο Ελεύθερο Βήμα:

«…Στον Ρίτσο θαύμασα και κήρυξα την πρωτοφανή του δεξιοσύνη, το ακούραστο
στο στίχο και την μεγαλοσύνη του στην ποίηση. Τα καλλιτεχνικά μας γράμματα,
παρ’ όλα τα σταθερά κάποτε και τα δυνατά τους κάπως γνωρίσματα, πρώτη φορά
βρίσκουν χορευτή έτσι δυνατό και τολμηρό…»

Ο Γιώργος Θεοτοκάς μιλά την ίδια εποχή με ευνοϊκά λόγια για τον Ρίτσο:

«Ο Ρίτσος είναι γεννημένος ποιητής και προικισμένος με πολύ σπάνια προσόντα.»

Ενώ ο Γρηγόριος Ξενόπουλος έγραψε:

«Σε κάθε εποχή τα παλαιώτερα ποιήματα εννοούνται πιο εύκολα από τα νεώτερα.
Εδώ κα πενήντα χρόνια, οι άνθρωποι διάβαζαν ευκολώτερα τον Παράσχο ή τον
Βαλαωρίτη, απ’ τον Παλαμά. Απαράλλαχτα όπως και οι σημερινοί ευκολώτερα
διαβάζουν την «Ασάλευτη ζωή» από το «Τραγούδι της Αδελφής μου» του Γιάννη
Ρίτσου.»

Τα παιδιά συνεχίζουν να διαβάζουν:

«Το 1938 πέθανε στο ψυχιατρείο ο πατέρας του. Τον επόμενο χρόνο η αδελφή του
βγήκε από το ψυχιατρείο. Είχε θεραπευτεί και ήταν έτοιμη να ξαναφτιάξει την ζωή
της.»

Τα παιδιά την άλλη μέρα το απόγευμα συναντήθηκαν για να κάνουν μία βόλτα στο
πάρκο. Ήθελαν να συζητήσουν όλα όσα είχαν δει στα τελευταία ταξίδια τους.

Καθώς έκαναν τον περίπατό τους συνάντησαν ένα πλανόδιο ζωγράφο. Έφτιαχνε το
πορτραίτο κάποιου περαστικού. Ο Γιώργος και η Μαίρη στάθηκαν να το
θαυμάσουν. Ήταν καταπληκτικό. Δεν ήταν μόνο όμορφο ήταν και τόσο εκφραστικό!
Όταν τελείωσε, καθώς ο πελάτης του έφευγε ευχαριστημένος μαζί με το πορτραίτο
του, οι δύο φίλοι πλησίασαν τον ζωγράφο για να του δώσουν συγχαρητήρια. «Σας
ευχαριστώ πολύ» τους λέει εκείνος. «Όμως δεν ήταν από τις καλύτερές μου
δουλειές αυτή που είδατε. Αναγκάζομαι να ζωγραφίζω στο πάρκο για να μπορώ να
τα βγάζω πέρα με τα οικονομικά μου. Την σοβαρή μου δουλειά με την ζωγραφική
την κάνω στο σπίτι. Δουλεύω ώρες ατέλειωτες…» «Έχετε σπουδάσει;» τον Ρωτάει ο
Γιώργος. «Πέρασα Οικονομικά στο πανεπιστήμιο αλλά τα παράτησα αμέσως. Δεν
μου πήγαινε καθόλου αυτή η επιστήμη. Μετά έδωσα εξετάσεις στην σχολή καλών
τεχνών, αλλά δεν πέρασα. Ίσως εκεί ζητούν άλλα πράγματα από εκείνα που εμένα
μου βγαίνουν προς τα έξω όταν ζωγραφίζω. Έτσι αποφάσισα να αγωνιστώ μόνος
μου. Έχω αποφασίσει να αφιερώσω όλη μου την ζωή στην τέχνη.» «Μα δεν θα
κάνεις οικογένεια;» Τον ρώτησε η Μαίρη. «Όχι αν δεν κατορθώσω ποτέ να τα βγάζω
αρκετά χρήματα από την τέχνη μου. Ίσως να μην καταλαβαίνετε, όμως είναι κάτι
πάνω από τις δυνάμεις μου. Νιώθω πως είμαι ταγμένος να κάνω αυτό στην ζωή
μου. Νιώθω πως αυτό είναι το καθήκον μου. Αν δεν το κάνω θα είναι σαν να
προδίδω τον εαυτό μου και τον κόσμο.»

«Όμως εκτός από την ζωγραφική υπάρχουν και άλλα πράγματα στην ζωή…» είπε
διστακτικά η Μαίρη. «Εννοείς την μόρφωσή μου; Λατρεύω το διάβασμα. Έχω
διαβάσει εκατοντάδες βιβλία, όχι μόνο γιατί με ευχαριστεί αλλά και επειδή πιστεύω
πως κάθε καλλιτέχνης εκφράζει με την τέχνη του αυτό που υπάρχει μέσα του και αν
αυτό έχει καλλιεργηθεί με την μελέτη αυτό που βγάζει προς τα έξω θα είναι πιο
πλούσιο πιο ενδιαφέρον.. .»

Τα παιδιά εντυπωσιάστηκαν πολύ από τα λόγια του καλλιτέχνη. Του ευχήθηκαν
καλή επιτυχία και μετά κάθισαν παρακάτω σε ένα παγκάκι.

«Ίσως και ο Γιάννης Ρίτσος έβλεπε με τον ίδιο τρόπο τα πράγματα, γι αυτό άφησε το
πανεπιστήμιο.» είπε ο Γιώργος. «Διάβαζε όμως και αυτός πολλά βιβλία. Σίγουρα
ένιωθε κι εκείνος πως το ταλέντο του ήταν ένα δώρο που είχε την υποχρέωση να το
προσφέρει στον κόσμο.» λέει η Μαίρη. «Μα ο Ρίτσος δεν είχε μόνο το ταλέντο της
ποίησης. Όπως διαβάσαμε είχε μεγάλο ταλέντο και στην ζωγραφική και είχε
ζωγραφίσει πολλά και αξιόλογα έργα. Είχε ταλέντο επίσης και στην μουσική, ακόμα
και στον χορό. Ήταν ένα πολύπλευρο ταλέντο.» συμπλήρωσε ο Γιώργος «Με τόσα
ταλέντα και ήταν πάντοτε φτωχός!» «Οι περισσότεροι καλλιτέχνες είναι φτωχοί
όμως δεν τους στεναχωρεί ιδιαίτερα αυτό. Αισθάνονται τόση μεγάλη ικανοποίηση
μέσα από την τέχνη τους που όταν έχουν μόνο τα απαραίτητα για να ζήσουν όλα τα
άλλα τα θεωρούν περιττά. Πιστεύω ακόμα πως είναι άνθρωποι ευαίσθητοι,
αγαπούν τους συνανθρώπους τους και θέλουν να τους προσφέρουν. Επίσης πολλοί
από αυτούς όπως ο Ρίτσος συγκινούνται από την Μαρξιστικές ιδέες επειδή
πιστεύουν πως οι ιδέες αυτές ευνοούν τους φτωχούς, τους ανήμπορους και τους
αδικημένους.»

Στην επόμενή τους συνάντηση οι δύο φίλοι άνοιξαν το θαυματουργό τους βιβλίο
και διάβασαν: Η ζωή του Γιάννη Ρίτσου συνέχισε να είναι δύσκολη και πολυτάραχη.
Δεν σταμάτησε να ταλαιπωρείται με την αρρώστια του. Αλλά δεν το βάζει κάτω.
Όποτε αισθάνεται λίγο καλύτερα γράφει καινούρια βιβλία και συγχρόνως εργάζεται
σαν ηθοποιός ή χορευτής. Τα χρόνια της κατοχής αλλά και τα χρόνια που
ακολούθησαν μετά την απελευθέρωση πέρασαν δραματικά για τον Γιάννη Ρίτσο.
Πέρασε περιόδους ανέχειας, διωγμού και εξορίας. Δεν σταμάτησε βέβαια ποτέ να
αγωνίζεται, να γράφει και να εκδίδει καινούρια βιβλία.
«Γιώργο, τι λες, πάμε να επισκεφθούμε τον Γιάννη Ρίτσο τα χρόνια του εμφυλίου;»
ρώτησε η Μαίρη. Ο Γιώργος συμφώνησε κι έτσι οι σε λίγο οι δύο φίλοι βρέθηκαν
στην Μακρόνησο το έτος 1949. Βρήκαν τον Ρίτσο καθισμένο σε μία καρέκλα στο
Διοικητήριο. Από πάνω του στέκονταν δύο άντρες. Ένας τρίτος άντρας καθόταν στο
γραφείο απέναντί του και κρατούσε στα χέρια του ένα χαρτί. «Κύριε Ρίτσο» του λέει
ο άντρας που καθόταν στο γραφείο « Πρέπει να υπογράψετε ότι δεν είσαστε
κομμουνιστής.» Ο Ρίτσος δεν κουνήθηκε από την θέση του. «Πρέπει να ξέρετε ότι
όπου να ‘ναι μεταφέρεστε στο άλλο στρατόπεδο κι εκεί πέρα δε θα είναι όπως είναι
εδώ, μία απλή αγγαρεία να κουβαλάτε πέτρες ή να έχετε το μαρτύριο της δίψας,
εκεί θα αντιμετωπίσετε άλλα, αν τυχόν δεν υπογράψετε. Άλλωστε δεν μας
χρειάζονται νέοι Χριστοί, είσαστε υποχρεωμένος να σώσετε τη ζωή σας, όχι για σας
τον ίδιο, αλλά για την Ελλάδα, εφόσον είσαστε ποιητής τέλος πάντων που όλοι
παραδέχονται ότι είσαστε μεγάλος.» Ο Ρίτσος τους κοίταξε με ψηλά το κεφάλι και
τους είπε: «Θα είναι τιμή να θυσιάσω τη ζωή μου γι’ αυτό που πιστεύω. Αυτό θα
είναι το καλύτερο ποίημα της ζωής μου.» Οι δύο άντρες που στέκονταν από πάνω
του το κοίταξαν απειλητικά. Μετά άνοιξαν την πόρτα και τον οδήγησαν έξω. Πιο
κάτω τον περίμενε ο φίλος του, ο Μάνος Κατράκης. «Σε βασάνισαν;» τον ρώτησε με
αγωνία. «Όχι» του απάντησε ο Ρίτσος σκεπτικός. Οι δύο φίλοι προχώρησαν προς τις
σκηνές τους.

Ο Γιώργος και οι Μαίρη έφυγαν και αυτοί για την εποχή τους

Μόλις έφθασαν στο δωμάτιο της Μαίρης λέει ο Γιώργος: «Ο Ρίτσος ήταν έτοιμος να
θυσιάσει και την ζωή του ακόμα για τις ιδέες του.» «Αν τις πρόδιδε θα ήταν σαν να
πρόδιδε όλους εκείνους που πίστευαν σε αυτόν και που τους εμψύχωνε με τα
ποιήματά του» συμπλήρωσε η Μαίρη.

Στο επόμενό τους ταξίδι τα παιδιά άνοιξαν και πάλι με ανυπομονησία το βιβλίο
τους και διάβασαν:

Το 1954 ο Γιάννης Ρίτσος παντρεύτηκε την Γιατρό Φαλίτσα Γεωργιάδου από τη Σάμο
και τον επόμενο χρόνο γεννήθηκε η μονάκριβη κόρη του Ελευθερία (Έρη). Από
εκείνη την περίοδο και μετά κυκλοφόρησαν πάρα πολλά βιβλία του και ο ποιητής
έκανε επίσης πολλά ταξίδια στο εξωτερικό.

Το 1967, την περίοδο της Δικτατορίας άρχισαν πάλι οι μαρτυρικές μέρες για τον
Γιάννη Ρίτσο. Λόγω των αριστερών πεποιθήσεών του εξορίζεται στο έρημο νησί
Γυάρο. Οι συνθήκες ζωής εκεί ήταν σχεδόν βάρβαρες. Ακόμη και εκείνη όμως την
περίοδο ο ποιητής δεν σταμάτησε να δουλεύει. Πότε έγραφε και πότε ζωγράφιζε
πάνω σε πέτρες, σε ρίζες ή σε κόκκαλα. Αμέσως μετά την σύλληψη του ποιητή μία
Γαλλική εφημερίδα κυκλοφόρησε μια επιστολή Γάλλων συγγραφέων προς την
Ελληνική κυβέρνηση που έλεγε:
«Πρόσφατα γεγονότα έφεραν στην εξουσία στην Ελλάδα, νέα κυβέρνηση για τον
χαρακτήρα της οποίας κρίνουμε ότι δεν είναι εδώ ο κατάλληλος χώρος να
αποφανθούμε. Μια όμως από τις πρώτες πράξεις της ήταν η σύλληψη ενός από
τους μεγαλύτερους ποιητές της εποχής μας, του Γιάννη Ρίτσου, που λίγα χρόνια
πριν είχε τιμηθεί στην χώρα του για το έργο του με το πρώτο κρατικό βραβείο.
Θεωρούμε χρέος μας να επισημάνουμε την προσοχή της κυβέρνησης αυτής, όποια
κι αν είναι, στο ότι αυτό το γεγονός προκαλεί ιδιαίτερη ανησυχία στους
πνευματικού ανθρώπους στο εξωτερικό και ιδιαίτερα στη Γαλλία. Οι Γάλλοι
συγγραφείς που υπογράφουν το παρόν ελπίζουν ότι όσοι είναι σήμερα υπεύθυνοι,
εάν δεν θέλουν ν’ αποφύγουν έναν άμεσο δυσμενή χαρακτηρισμό των πράξεών
τους, θα καταλάβουν ότι ο Γιάννης Ρίτσος πρέπει να αποδοθεί στην Ελευθερία και
στην ποίηση.»



Εκείνη την περίοδο ο Μεγάλος συνθέτης Μίκης Θεοδωράκης μελοποίησε ορισμένα
ποιήματα του Ρίτσου που όμως κυκλοφόρησαν αργότερα:

«-Κυκλάμινο, κυκλάμινο, στου βράχου τη σχισμάδα,

που βρήκες χρώματα κι ανθείς, που μίσχο και σαλεύεις;

-μέσα στο βράχο σύναξα το γαίμα στάλα – στάλα,

μαντίλι ρόδινο έπλεξα κ’ ήλιο μαζεύω τώρα.»



Γιώργο, θα ‘θελα να επισκεφθούμε τον Γιάννη Ρίτσο τότε που ήταν εξορία στην
Γυάρο. Είπε η Μαίρη. Ο Γιώργος έκφρασε κι εκείνος την ίδια επιθυμία και έτσι τα
παιδιά βρέθηκαν σε λίγο στη Γυάρο το 1967. Ο Γιάννης Ρίτσος ήταν τότε πενήντα
οκτώ χρονών. Ήταν ένας φτασμένος και διάσημος πια ποιητής.




 «Ποπό! Τι ερημιά είναι αυτή!» είπαν και οι δύο με μία φωνή όταν άρχισαν να
προσγειώνονται. «Πόσο άσχημες ήταν οι συνθήκες που ζούσαν εδώ οι εξόριστοι!»
Βρήκαν τον Ρίτσο να στέκεται στην σειρά για να πλύνει και αυτός τα πιάτα του.
Κάτω υπήρχαν λασπόνερα. Πίσω του στεκόταν ένα νέο παιδί. «Γιάννη, άσε με να
πλύνω τα πιάτα σου.» Του λέει. «Όχι, μια δουλειά που μπορώ να κάνω θα την κάνω
εγώ.» του απαντάει. Ξαφνικά ο Γιάννης βλέπει κάποιον που ήταν έτοιμος να πετάξει
στα σκουπίδια κάτι κόκαλα. «Όχι, του φωνάζει, όχι, σε παρακαλώ μην τα πετάξεις.
Θέλω να τα πάρω για να τα ζωγραφίσω.» Ο Γιάννης πήρε τα κόκκαλα και μαζί με τα
πιάτα του τα έπλυνε και αυτά. Όταν σε λίγο τα τακτοποίησε όλα κάθισε σε μία
πέτρα για να ξεκουραστεί. Εκεί τον πλησίασε ένας φίλος του, εξόριστος κι αυτός.
Κάθισε δίπλα του και έβγαλε από την τσέπη του ένα γράμμα. «Να στο διαβάσω;»
τον ρώτησε « είναι από τους δικούς μου». «Με μεγάλη μου χαρά να το ακούσω.»
του λέει ο Γιάννης. Το γράμμα ήταν συγκινητικό. Άρχισαν να τρέχουν δάκρυα από
τα μάτια του ποιητή. «Μα εσύ συγκινήθηκες περισσότερο και από μένα» του λέει
έκπληκτος ο φίλος του.



Τα παιδιά συγκινήθηκαν περισσότερο με την ευαισθησία του Ρίτσου. Καθώς
πετούσαν για την εποχή τους λέει η Μαίρη στον Γιώργο: «Πόσο ευαίσθητη και πόσο
τρυφερή πρέπει να ήταν η ψυχή του!» «Μα και πόσο απλός ήτανε σαν άνθρωπος!»
συμπλήρωσε ο Γιώργος.



Την άλλη μέρα τα παιδιά μαζί με τους γονείς τους ήταν καλεσμένοι στο ίδιο φιλικό
σπίτι. Ήταν καθισμένοι όλοι γύρω από ένα μεγάλο τραπέζι και έτρωγαν. Την
συζήτηση την μονοπωλούσε ένας κύριος που μιλούσε διαρκώς για τον εαυτό του
και δεν έχανε την ευκαιρία να τονίσει πόσο σπουδαίος είναι. Δίπλα καθόταν ένας
πολύ απλός άνθρωπος που άκουγε με ενδιαφέρον τους άλλους λέγοντας πότε –
πότε με ένα ταπεινό τρόπο την άποψή του πάνω σε αυτά που άκουγε.

Όταν έφευγαν για τα σπίτια τους τα παιδιά ρώτησαν τους γονείς τους: «Μα τόσο
σπουδαίος ήταν αυτός ο άνθρωπος που μιλούσε διαρκώς για τον εαυτό του;» «Δεν
ήταν τίποτα μπροστά σε εκείνο τον απλό και ευγενικό άνθρωπο που καθόταν δίπλα
του.» είπε η μητέρα του Γιώργου. Και ο Πατέρας της Μαίρης συμπλήρωσε: «Αυτό
συμβαίνει σχεδόν πάντα. Οι πραγματικά αξιόλογοι άνθρωποι είναι απλοί, δεν
περιαυτολογούν, δεν προσπαθούν να μονοπωλούν την συζήτηση. Αυτοί που στο
βάθος δεν εκτιμούν τον εαυτό τους έχουν την αγωνία και προσπαθούν κάθε στιγμή
να αποδείξουν στον εαυτό τους και στους άλλους την αξία τους.»

Τα παιδιά έφεραν αμέσως στο μυαλό τους την συμπεριφορά του Ρίτσου. Ήταν κι
εκείνος τόσο απλός κι ευγενικός ακριβώς επειδή ήταν ένας πολύ αξιόλογος
άνθρωπος.

Στην επόμενη συνάντησή τους τα παιδιά άνοιξαν το θαυματουργό τους βιβλίο και
διάβασαν:

Μετά την δικτατορία η ζωή του Γιάννη Ρίτσου θα ήταν πιο ήρεμη αν δεν είχε την
αγωνία για την υγεία του μετά από ορισμένα καινούρια προβλήματα που του
παρουσιάστηκαν. Ωστόσο δεν σταμάτησε ούτε στιγμή να γράφει ή να ζωγραφίζει.
«Το πιο βαρύ φορτίο είναι το φως που δεν μπορούμε να το δώσουμε» έλεγε, γι
αυτό κι εκείνος δεν σταματούσε ούτε λεπτό να σκορπάει γύρω του με την τέχνη του
όλο εκείνο το φως που κουβαλούσε…

Κυκλοφορούν πολλά καινούρια βιβλία του, ποιήματα πεζογραφήματα αλλά και
μεταφράσεις. Πολλά έργα του εκδίδονται στο εξωτερικό. Επίσης στην Ελλάδα και
στο εξωτερικό ακούγονται ποιήματά του που έχει μελοποιήσει ο Μίκης
Θεοδωράκης.

Χιλιάδες νέοι άνθρωποι ένιωθαν συγκίνηση και περηφάνια καθώς
άκουγαν τα ποιήματα της Ρωμιοσύνης. Ακόμη και σε μεγάλη ηλικία ο
Γιάννης Ρίτσος έδινε έμπνευση στη νεολαία. Σε όλους προκαλούσε την
προσοχή και τον σεβασμό.

Τα βραβεία του και οι τιμητικές διακρίσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό είναι
πάρα πολλά και τα περισσότερα από αυτά διεθνή.

Ο Γιάννης Ρίτσος έφυγε από την ζωή τον Νοέμβριο του 1990 σε ηλικία ογδόντα
ενός ετών αφήνοντας πίσω του ένα τεράστιο έργο και κάνοντας υπερήφανη την
χώρα του διεθνώς.

Οι δύο φίλοι έκλεισαν συγκινημένοι το βιβλίο τους. Είχαν ήδη αγοράσει πολλά από
τα βιβλία του Γιάννη Ρίτσου και έκατσαν με λαχτάρα να τα μελετήσουν.

More Related Content

What's hot

νίκος καββαδίας , Mal du depart , μαραμπού
νίκος καββαδίας , Mal du depart , μαραμπούνίκος καββαδίας , Mal du depart , μαραμπού
νίκος καββαδίας , Mal du depart , μαραμπού1lykspartis
 
Mαρία Ιορδανίδου
Mαρία ΙορδανίδουMαρία Ιορδανίδου
Mαρία Ιορδανίδου
Καλλιόπη Κωσταριδάκη
 
Τα κόκκινα λουστρίνια της Ειρήνης Μάρρα
Τα κόκκινα λουστρίνια της  Ειρήνης Μάρρα Τα κόκκινα λουστρίνια της  Ειρήνης Μάρρα
Τα κόκκινα λουστρίνια της Ειρήνης Μάρρα
xspanaki
 
Oi pitsirikoi tou_dimitri_psatha
Oi pitsirikoi tou_dimitri_psathaOi pitsirikoi tou_dimitri_psatha
Oi pitsirikoi tou_dimitri_psatha
ergasma
 
τα κοκκινα λουστρινια
τα κοκκινα λουστρινια τα κοκκινα λουστρινια
τα κοκκινα λουστρινια
kogxylak
 
γιαννησ ριτσοσ
γιαννησ ριτσοσγιαννησ ριτσοσ
γιαννησ ριτσοσsgiannakakou
 
"Τα κόκκινα λουστρίνια" Λογοτεχνία Α Γυμνασίου
"Τα κόκκινα λουστρίνια"   Λογοτεχνία Α Γυμνασίου"Τα κόκκινα λουστρίνια"   Λογοτεχνία Α Γυμνασίου
"Τα κόκκινα λουστρίνια" Λογοτεχνία Α Γυμνασίου
4ο Γυμνασιο αγιων αναργυρων
 
Η δική μας Άλκη Ζέη
Η δική μας Άλκη ΖέηΗ δική μας Άλκη Ζέη
Η δική μας Άλκη Ζέη
amakraki
 
Ειρ. Μάρρα, Τα κόκκ. λουστρίνια, Μπουσμαλή Ξανθή
Ειρ. Μάρρα, Τα κόκκ. λουστρίνια, Μπουσμαλή ΞανθήΕιρ. Μάρρα, Τα κόκκ. λουστρίνια, Μπουσμαλή Ξανθή
Ειρ. Μάρρα, Τα κόκκ. λουστρίνια, Μπουσμαλή Ξανθή
Lamprini Magaliou
 
Διδώ Σωτηρίου - Ματωμένα Χώματα
Διδώ Σωτηρίου - Ματωμένα ΧώματαΔιδώ Σωτηρίου - Ματωμένα Χώματα
Διδώ Σωτηρίου - Ματωμένα Χώματα
George Markatatos
 
δημιουργική γραφή ποιημάτων στο νηπιαγωγείο
δημιουργική γραφή ποιημάτων στο νηπιαγωγείοδημιουργική γραφή ποιημάτων στο νηπιαγωγείο
δημιουργική γραφή ποιημάτων στο νηπιαγωγείο
anna toulkaridou
 
Ελληνικό σχολείο Μόσχας- Παραμύθι: Μόσχα-Αθήνα με πολλή αγάπη
Ελληνικό σχολείο Μόσχας- Παραμύθι: Μόσχα-Αθήνα με πολλή αγάπηΕλληνικό σχολείο Μόσχας- Παραμύθι: Μόσχα-Αθήνα με πολλή αγάπη
Ελληνικό σχολείο Μόσχας- Παραμύθι: Μόσχα-Αθήνα με πολλή αγάπη
vasilikiarvan
 
Δ. Σωτηρίου, Ματωμένα χώματα
Δ. Σωτηρίου, Ματωμένα χώματαΔ. Σωτηρίου, Ματωμένα χώματα
Δ. Σωτηρίου, Ματωμένα χώματα
Κατερίνα Προκοπίου
 
το μυστικό της κοντέσσας βαλέρα ινας
το μυστικό της κοντέσσας βαλέρα ιναςτο μυστικό της κοντέσσας βαλέρα ινας
το μυστικό της κοντέσσας βαλέρα ιναςEleni Papadopoulou
 
Μελοποιημένη ποίηση - Στάσεις ζωής, Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου, Υπεύθυνη καθηγήτ...
Μελοποιημένη ποίηση - Στάσεις ζωής, Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου, Υπεύθυνη καθηγήτ...Μελοποιημένη ποίηση - Στάσεις ζωής, Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου, Υπεύθυνη καθηγήτ...
Μελοποιημένη ποίηση - Στάσεις ζωής, Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου, Υπεύθυνη καθηγήτ...Εύα Ζαρκογιάννη
 
καρυωτακης
καρυωτακηςκαρυωτακης
καρυωτακης
mariapara4
 
ο μωβι και τα βρωμικα χερια (1)
ο μωβι και τα βρωμικα χερια (1)ο μωβι και τα βρωμικα χερια (1)
ο μωβι και τα βρωμικα χερια (1)Αννα Παππα
 

What's hot (20)

νίκος καββαδίας , Mal du depart , μαραμπού
νίκος καββαδίας , Mal du depart , μαραμπούνίκος καββαδίας , Mal du depart , μαραμπού
νίκος καββαδίας , Mal du depart , μαραμπού
 
Mαρία Ιορδανίδου
Mαρία ΙορδανίδουMαρία Ιορδανίδου
Mαρία Ιορδανίδου
 
ελύτης
ελύτηςελύτης
ελύτης
 
μητρική αγάπη
μητρική αγάπημητρική αγάπη
μητρική αγάπη
 
Τα κόκκινα λουστρίνια της Ειρήνης Μάρρα
Τα κόκκινα λουστρίνια της  Ειρήνης Μάρρα Τα κόκκινα λουστρίνια της  Ειρήνης Μάρρα
Τα κόκκινα λουστρίνια της Ειρήνης Μάρρα
 
Oi pitsirikoi tou_dimitri_psatha
Oi pitsirikoi tou_dimitri_psathaOi pitsirikoi tou_dimitri_psatha
Oi pitsirikoi tou_dimitri_psatha
 
τα κοκκινα λουστρινια
τα κοκκινα λουστρινια τα κοκκινα λουστρινια
τα κοκκινα λουστρινια
 
γιαννησ ριτσοσ
γιαννησ ριτσοσγιαννησ ριτσοσ
γιαννησ ριτσοσ
 
Oδυσσέας Ελύτης
Oδυσσέας ΕλύτηςOδυσσέας Ελύτης
Oδυσσέας Ελύτης
 
"Τα κόκκινα λουστρίνια" Λογοτεχνία Α Γυμνασίου
"Τα κόκκινα λουστρίνια"   Λογοτεχνία Α Γυμνασίου"Τα κόκκινα λουστρίνια"   Λογοτεχνία Α Γυμνασίου
"Τα κόκκινα λουστρίνια" Λογοτεχνία Α Γυμνασίου
 
Η δική μας Άλκη Ζέη
Η δική μας Άλκη ΖέηΗ δική μας Άλκη Ζέη
Η δική μας Άλκη Ζέη
 
Ειρ. Μάρρα, Τα κόκκ. λουστρίνια, Μπουσμαλή Ξανθή
Ειρ. Μάρρα, Τα κόκκ. λουστρίνια, Μπουσμαλή ΞανθήΕιρ. Μάρρα, Τα κόκκ. λουστρίνια, Μπουσμαλή Ξανθή
Ειρ. Μάρρα, Τα κόκκ. λουστρίνια, Μπουσμαλή Ξανθή
 
Διδώ Σωτηρίου - Ματωμένα Χώματα
Διδώ Σωτηρίου - Ματωμένα ΧώματαΔιδώ Σωτηρίου - Ματωμένα Χώματα
Διδώ Σωτηρίου - Ματωμένα Χώματα
 
δημιουργική γραφή ποιημάτων στο νηπιαγωγείο
δημιουργική γραφή ποιημάτων στο νηπιαγωγείοδημιουργική γραφή ποιημάτων στο νηπιαγωγείο
δημιουργική γραφή ποιημάτων στο νηπιαγωγείο
 
Ελληνικό σχολείο Μόσχας- Παραμύθι: Μόσχα-Αθήνα με πολλή αγάπη
Ελληνικό σχολείο Μόσχας- Παραμύθι: Μόσχα-Αθήνα με πολλή αγάπηΕλληνικό σχολείο Μόσχας- Παραμύθι: Μόσχα-Αθήνα με πολλή αγάπη
Ελληνικό σχολείο Μόσχας- Παραμύθι: Μόσχα-Αθήνα με πολλή αγάπη
 
Δ. Σωτηρίου, Ματωμένα χώματα
Δ. Σωτηρίου, Ματωμένα χώματαΔ. Σωτηρίου, Ματωμένα χώματα
Δ. Σωτηρίου, Ματωμένα χώματα
 
το μυστικό της κοντέσσας βαλέρα ινας
το μυστικό της κοντέσσας βαλέρα ιναςτο μυστικό της κοντέσσας βαλέρα ινας
το μυστικό της κοντέσσας βαλέρα ινας
 
Μελοποιημένη ποίηση - Στάσεις ζωής, Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου, Υπεύθυνη καθηγήτ...
Μελοποιημένη ποίηση - Στάσεις ζωής, Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου, Υπεύθυνη καθηγήτ...Μελοποιημένη ποίηση - Στάσεις ζωής, Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου, Υπεύθυνη καθηγήτ...
Μελοποιημένη ποίηση - Στάσεις ζωής, Λογοτεχνία Γ΄ Γυμνασίου, Υπεύθυνη καθηγήτ...
 
καρυωτακης
καρυωτακηςκαρυωτακης
καρυωτακης
 
ο μωβι και τα βρωμικα χερια (1)
ο μωβι και τα βρωμικα χερια (1)ο μωβι και τα βρωμικα χερια (1)
ο μωβι και τα βρωμικα χερια (1)
 

Viewers also liked

χαρισματικα παιδια
χαρισματικα παιδιαχαρισματικα παιδια
χαρισματικα παιδιαirenekamaratou
 
Xvii mendea espainian lara-mireia
Xvii mendea espainian lara-mireiaXvii mendea espainian lara-mireia
Xvii mendea espainian lara-mireiaguest5adfce
 
Eyjafjallajokull
EyjafjallajokullEyjafjallajokull
Eyjafjallajokullclaude57000
 
Eyjafjallajokull
EyjafjallajokullEyjafjallajokull
Eyjafjallajokullclaude57000
 
Hppg r819 gallery presentation, search by color introduced
Hppg r819 gallery presentation, search by color introducedHppg r819 gallery presentation, search by color introduced
Hppg r819 gallery presentation, search by color introduced
Remigijus Kiminas
 
Making A Business Of Your Art April 09
Making A Business Of Your Art April 09Making A Business Of Your Art April 09
Making A Business Of Your Art April 09ArtLinks
 
Heeft ITIL nog toekomst voor MKB organisaties?
Heeft ITIL nog toekomst voor  MKB organisaties?Heeft ITIL nog toekomst voor  MKB organisaties?
Heeft ITIL nog toekomst voor MKB organisaties?Ratio Consultants
 

Viewers also liked (8)

χαρισματικα παιδια
χαρισματικα παιδιαχαρισματικα παιδια
χαρισματικα παιδια
 
Xvii mendea espainian lara-mireia
Xvii mendea espainian lara-mireiaXvii mendea espainian lara-mireia
Xvii mendea espainian lara-mireia
 
Eyjafjallajokull
EyjafjallajokullEyjafjallajokull
Eyjafjallajokull
 
Code Tuning
Code TuningCode Tuning
Code Tuning
 
Eyjafjallajokull
EyjafjallajokullEyjafjallajokull
Eyjafjallajokull
 
Hppg r819 gallery presentation, search by color introduced
Hppg r819 gallery presentation, search by color introducedHppg r819 gallery presentation, search by color introduced
Hppg r819 gallery presentation, search by color introduced
 
Making A Business Of Your Art April 09
Making A Business Of Your Art April 09Making A Business Of Your Art April 09
Making A Business Of Your Art April 09
 
Heeft ITIL nog toekomst voor MKB organisaties?
Heeft ITIL nog toekomst voor  MKB organisaties?Heeft ITIL nog toekomst voor  MKB organisaties?
Heeft ITIL nog toekomst voor MKB organisaties?
 

Similar to γ ι α ν ν η σ ρ ι τ σ ο σ διορθωμένο

ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ
ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ
ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣelenigula
 
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ΒΑΪΑ-Γ. ΡΙΤΣΟΣ-ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ΒΑΪΑ-Γ. ΡΙΤΣΟΣ-ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ΒΑΪΑ-Γ. ΡΙΤΣΟΣ-ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ΒΑΪΑ-Γ. ΡΙΤΣΟΣ-ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
Dimitra Stagia
 
Ταντιζουε
ΤαντιζουεΤαντιζουε
Ξένη λογοτεχνία και ποίηση
Ξένη λογοτεχνία και ποίησηΞένη λογοτεχνία και ποίηση
Ξένη λογοτεχνία και ποίηση
Εύα Ζαρκογιάννη
 
φιλαναγνωσια απο τους μαθητες της ε3 ταξης το
φιλαναγνωσια απο τους μαθητες της ε3 ταξης τοφιλαναγνωσια απο τους μαθητες της ε3 ταξης το
φιλαναγνωσια απο τους μαθητες της ε3 ταξης το
alexkonta
 
φιλαναγνωσια απο τους μαθητες της ε3 ταξης το
φιλαναγνωσια απο τους μαθητες της ε3 ταξης τοφιλαναγνωσια απο τους μαθητες της ε3 ταξης το
φιλαναγνωσια απο τους μαθητες της ε3 ταξης το
alexkonta
 
Γ. Ριτσος - Τάντρος
Γ. Ριτσος - ΤάντροςΓ. Ριτσος - Τάντρος
Γ. Ριτσος - Τάντρος
2ο Δημοτικό Σχολείο Ξάνθης
 
Το καπλάνι της βιτρίνας
Το καπλάνι της βιτρίναςΤο καπλάνι της βιτρίνας
Το καπλάνι της βιτρίνας
Hara Nika
 
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δ. ΣΤΑΜΟΣ - Βιογραφία
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δ. ΣΤΑΜΟΣ - ΒιογραφίαΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δ. ΣΤΑΜΟΣ - Βιογραφία
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δ. ΣΤΑΜΟΣ - Βιογραφία
Levadia Library
 
Γ.Ρίτσος, ρωμιοσύνη_εργασία ΚΝΛ Α Λ. (Αλκμήνης Χατζή και Έρσης Μεϊτανίδου)
Γ.Ρίτσος, ρωμιοσύνη_εργασία ΚΝΛ Α Λ. (Αλκμήνης Χατζή και Έρσης Μεϊτανίδου)Γ.Ρίτσος, ρωμιοσύνη_εργασία ΚΝΛ Α Λ. (Αλκμήνης Χατζή και Έρσης Μεϊτανίδου)
Γ.Ρίτσος, ρωμιοσύνη_εργασία ΚΝΛ Α Λ. (Αλκμήνης Χατζή και Έρσης Μεϊτανίδου)
Lamprini Magaliou
 
ΤΑ ΧΡΥΣΑ ΝΕΑ ΤΕΥΧΟΣ 4
ΤΑ ΧΡΥΣΑ ΝΕΑ ΤΕΥΧΟΣ 4ΤΑ ΧΡΥΣΑ ΝΕΑ ΤΕΥΧΟΣ 4
ΤΑ ΧΡΥΣΑ ΝΕΑ ΤΕΥΧΟΣ 4
Haris Gamvrelis
 
Kώστας Kαρυωτάκης
Kώστας KαρυωτάκηςKώστας Kαρυωτάκης
Kώστας Kαρυωτάκης
Αφροδίτη Διαμαντοπούλου
 
Γιώργος Ιωάννου, "Να 'σαι καλά, δάσκαλε!", Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Β...
Γιώργος Ιωάννου, "Να 'σαι καλά, δάσκαλε!", Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Β...Γιώργος Ιωάννου, "Να 'σαι καλά, δάσκαλε!", Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Β...
Γιώργος Ιωάννου, "Να 'σαι καλά, δάσκαλε!", Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Β...
Τσατσούρης Χρήστος, Γυμνάσιο Μαγούλας Δυτικής Αττικής
 
"Η-Μεγάλη Χίμαιρα" του Μ. Καραγάτση 372120
"Η-Μεγάλη Χίμαιρα" του Μ. Καραγάτση 372120"Η-Μεγάλη Χίμαιρα" του Μ. Καραγάτση 372120
"Η-Μεγάλη Χίμαιρα" του Μ. Καραγάτση 372120
OlgaMitsopoulou1
 
Κώστας Καρυωτάκης
Κώστας ΚαρυωτάκηςΚώστας Καρυωτάκης
Κώστας Καρυωτάκης
Αφροδίτη Διαμαντοπούλου
 
γιάννης ρίτσος
γιάννης ρίτσοςγιάννης ρίτσος
γιάννης ρίτσοςpersitsa
 
Τιμαμοπούλου Ευαγγελία, ΤΑ ΨΗΛΑ ΒΟΥΝΑ του Ζαχαρία Παπαντωνίου.pptx
Τιμαμοπούλου Ευαγγελία, ΤΑ ΨΗΛΑ ΒΟΥΝΑ του Ζαχαρία Παπαντωνίου.pptxΤιμαμοπούλου Ευαγγελία, ΤΑ ΨΗΛΑ ΒΟΥΝΑ του Ζαχαρία Παπαντωνίου.pptx
Τιμαμοπούλου Ευαγγελία, ΤΑ ΨΗΛΑ ΒΟΥΝΑ του Ζαχαρία Παπαντωνίου.pptx
Λαμπρινή Μαγαλιού
 
το καπλανι της βιτρινας βηττα β2
το καπλανι της βιτρινας βηττα β2το καπλανι της βιτρινας βηττα β2
το καπλανι της βιτρινας βηττα β2
cgialopsos
 
ταντιζουε
ταντιζουεταντιζουε

Similar to γ ι α ν ν η σ ρ ι τ σ ο σ διορθωμένο (20)

ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ
ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ
ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ
 
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ΒΑΪΑ-Γ. ΡΙΤΣΟΣ-ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ΒΑΪΑ-Γ. ΡΙΤΣΟΣ-ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ΒΑΪΑ-Γ. ΡΙΤΣΟΣ-ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ΒΑΪΑ-Γ. ΡΙΤΣΟΣ-ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
 
Ταντιζουε
ΤαντιζουεΤαντιζουε
Ταντιζουε
 
Ξένη λογοτεχνία και ποίηση
Ξένη λογοτεχνία και ποίησηΞένη λογοτεχνία και ποίηση
Ξένη λογοτεχνία και ποίηση
 
φιλαναγνωσια απο τους μαθητες της ε3 ταξης το
φιλαναγνωσια απο τους μαθητες της ε3 ταξης τοφιλαναγνωσια απο τους μαθητες της ε3 ταξης το
φιλαναγνωσια απο τους μαθητες της ε3 ταξης το
 
φιλαναγνωσια απο τους μαθητες της ε3 ταξης το
φιλαναγνωσια απο τους μαθητες της ε3 ταξης τοφιλαναγνωσια απο τους μαθητες της ε3 ταξης το
φιλαναγνωσια απο τους μαθητες της ε3 ταξης το
 
Γ. Ριτσος - Τάντρος
Γ. Ριτσος - ΤάντροςΓ. Ριτσος - Τάντρος
Γ. Ριτσος - Τάντρος
 
Το καπλάνι της βιτρίνας
Το καπλάνι της βιτρίναςΤο καπλάνι της βιτρίνας
Το καπλάνι της βιτρίνας
 
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δ. ΣΤΑΜΟΣ - Βιογραφία
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δ. ΣΤΑΜΟΣ - ΒιογραφίαΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δ. ΣΤΑΜΟΣ - Βιογραφία
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Δ. ΣΤΑΜΟΣ - Βιογραφία
 
Γ.Ρίτσος, ρωμιοσύνη_εργασία ΚΝΛ Α Λ. (Αλκμήνης Χατζή και Έρσης Μεϊτανίδου)
Γ.Ρίτσος, ρωμιοσύνη_εργασία ΚΝΛ Α Λ. (Αλκμήνης Χατζή και Έρσης Μεϊτανίδου)Γ.Ρίτσος, ρωμιοσύνη_εργασία ΚΝΛ Α Λ. (Αλκμήνης Χατζή και Έρσης Μεϊτανίδου)
Γ.Ρίτσος, ρωμιοσύνη_εργασία ΚΝΛ Α Λ. (Αλκμήνης Χατζή και Έρσης Μεϊτανίδου)
 
ΤΑ ΧΡΥΣΑ ΝΕΑ ΤΕΥΧΟΣ 4
ΤΑ ΧΡΥΣΑ ΝΕΑ ΤΕΥΧΟΣ 4ΤΑ ΧΡΥΣΑ ΝΕΑ ΤΕΥΧΟΣ 4
ΤΑ ΧΡΥΣΑ ΝΕΑ ΤΕΥΧΟΣ 4
 
Kώστας Kαρυωτάκης
Kώστας KαρυωτάκηςKώστας Kαρυωτάκης
Kώστας Kαρυωτάκης
 
Γιώργος Ιωάννου, "Να 'σαι καλά, δάσκαλε!", Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Β...
Γιώργος Ιωάννου, "Να 'σαι καλά, δάσκαλε!", Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Β...Γιώργος Ιωάννου, "Να 'σαι καλά, δάσκαλε!", Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Β...
Γιώργος Ιωάννου, "Να 'σαι καλά, δάσκαλε!", Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Β...
 
"Η-Μεγάλη Χίμαιρα" του Μ. Καραγάτση 372120
"Η-Μεγάλη Χίμαιρα" του Μ. Καραγάτση 372120"Η-Μεγάλη Χίμαιρα" του Μ. Καραγάτση 372120
"Η-Μεγάλη Χίμαιρα" του Μ. Καραγάτση 372120
 
Κώστας Καρυωτάκης
Κώστας ΚαρυωτάκηςΚώστας Καρυωτάκης
Κώστας Καρυωτάκης
 
γιάννης ρίτσος
γιάννης ρίτσοςγιάννης ρίτσος
γιάννης ρίτσος
 
τα μίση
τα μίσητα μίση
τα μίση
 
Τιμαμοπούλου Ευαγγελία, ΤΑ ΨΗΛΑ ΒΟΥΝΑ του Ζαχαρία Παπαντωνίου.pptx
Τιμαμοπούλου Ευαγγελία, ΤΑ ΨΗΛΑ ΒΟΥΝΑ του Ζαχαρία Παπαντωνίου.pptxΤιμαμοπούλου Ευαγγελία, ΤΑ ΨΗΛΑ ΒΟΥΝΑ του Ζαχαρία Παπαντωνίου.pptx
Τιμαμοπούλου Ευαγγελία, ΤΑ ΨΗΛΑ ΒΟΥΝΑ του Ζαχαρία Παπαντωνίου.pptx
 
το καπλανι της βιτρινας βηττα β2
το καπλανι της βιτρινας βηττα β2το καπλανι της βιτρινας βηττα β2
το καπλανι της βιτρινας βηττα β2
 
ταντιζουε
ταντιζουεταντιζουε
ταντιζουε
 

γ ι α ν ν η σ ρ ι τ σ ο σ διορθωμένο

  • 1. ΔΙΟΡΘΩΜΕΝΟ ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ Ειρήνη Καμαράτου – Γιαλλούση Λίγα λόγια για τον Γιάννη Ρίτσο: Ο Γιάννης Ρίτσος γεννήθηκε στη Μονεμβάσια την Πρωτομαγιά του 1909 και πέθανε στην Αθήνα το 1990. Έγραψε πάνω από εκατό ποιητικές συλλογές και συνθέσεις, εννέα πεζογραφήματα, τέσσερα θεατρικά, όπως και μελέτες, πολυάριθμες μεταφράσεις, χρονογραφήματα και άλλα δημοσιεύματα. Ὁ πατέρας του ήταν κτηματίας, αλλά έχασε την περιουσία του και πολύ νωρίς ὁ ποιητής υπέφερε οικονομικά. Γρήγορα το ενδιαφέρον του στράφηκε στην ποίηση και στα μεγάλα κοινωνικά και πολιτικά προβλήματα της εποχής του. Οι νέες ιδέες του ήταν μαρξιστικές. Αυτές οι ιδέες στάθηκαν αφορμή για περιπέτειες. Εξορίστηκε πολλές φορές. Τόποι εξορίας του υπήρξαν ἡ Μακρόνησος και ο Άγιος Ευστράτιος παλιά, ἡ Γυάρος, ἡ Λέρος και ἡ Σύρος στην επταετία της χούντας. Η ζωή του ποιητή υπήρξε ταραγμένη και περιπετειώδης. Χαρακτηρίζεται από ασθένειες και πολιτικές διώξεις. Σίγουρα όλη αυτά επηρέασαν την ποίησή του. Για να ανταπεξέλθει στις βιοτικές ανάγκες εργάσθηκε σαν ηθοποιός και σαν χορευτής . Επίσης, ὁ Ρίτσος ασχολήθηκε ερασιτεχνικά με τη ζωγραφική και τη μουσική. Το 1954 παντρεύεται με την παιδίατρο Γαρυφαλιά (Φαλίτσα) Γεωργιάδη κι ένα χρόνο αργότερα γεννιέται η -μοναδική- κόρη τους Ελευθερία (Έρη). Το 1956 τιμήθηκε με το Α´ Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τη «Σονάτα του Σεληνόφωτος». Το 1968 προτάθηκε για το βραβείο Νόμπελ από 75 Γάλλους ακαδημαϊκούς, συγγραφείς και νομπελίστες, το 1975 αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτορας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και το 1987 του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Διακρίθηκε όμως και με πολλά ξένα βραβεία. «Μέγα διεθνές βραβείο ποίησης» (Βέλγιο, 1972), διεθνές βραβείο «Γκεόργκι Δημητρώφ». (Βουλγαρία, 1975), μέγα βραβείο ποίησης «Αλφρέ ντε Βινύ» (Γαλλία, 1975), διεθνές βραβείο «Αίτνα-
  • 2. Ταορμίνα» (Ιταλία, 1976), «βραβείο Λένιν» (ΕΣΣΔ, 1977), διεθνές βραβείο «Μποντέλο» (1978). Το έργο του είναι τεράστιο και πολύ σημαντικό. Θεωρείται ένας από τους καλύτερους εκπροσώπους της νεότερης ελληνικής ποίησης. Ὁ ίδιος ὁ Κωστής Παλαμάς είχε αναγνωρίσει την αξία του. «Να παραμερίσουμε ποιητή για να περάσεις», έγραψε σε ένα ποίημά του για τον Ρίτσο. Έργα: «Τρακτέρ» (1934), «Πυραμίδες» (1935), «Επιτάφιος» (1936), «Το τραγούδι της αδελφής μου» (1937), «Εαρινή συμφωνία» (1938), «Ἡ Ρωμιοσύνη» (1945), «Γειτονιές του κόσμου» (1949), «Σονάτα του Σεληνόφωτος» (1956), «Ἡ αρχιτεκτονική των δεύτερων» (1958), «Οι γερόντισσες και ἡ θάλασσα» (1959), «Κάτω απ' τον ίσκιο του βουνού» (1962), «Μαρτυρίες Ἅ» (1963), «Φιλοκτήτης» (1965), «Ορέστης» (1966), «Μαρτυρίες Β» (1966), Όστραβα» (1967), «Πέτρες, επαναλήψεις, κιγκλιδώματα» (1972), «Η επιστροφή της Ιφιγένειας» (1972), «Ισμήνη» (1972), «Δεκαοχτώ λιανοτράγουδα της πικρής πατρίδας» (1973), «Γκρογκάντα» (1973), «Καπνισμένο τσουκάλι» (1974), «Ὁ τοίχος μέσα στον καθρέφτη», «Το ρόπτρο», «Γραφή Τυφλού», «Τα ερωτικά», «Ανταποκρίσεις» (1987).
  • 3. ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ Ο Γιώργος και η Μαίρη είναι γείτονες, συμμαθητές και αχώριστοι φίλοι. Λατρεύουν και οι δύο την Ιστορία. Τις ελεύθερες ώρες τους, αντί να παίζουν σαν τα άλλα παιδιά, διαβάζουν μαζί κάποιο βιβλίο ή κάνουν ατέλειωτες βόλτες σε έναν αρχαιολογικό χώρο, που βρίσκεται κοντά στα σπίτια τους. Μια μέρα αποφάσισαν να κάνουν μόνοι τους μια ανασκαφή με την ελπίδα πως κάτι θα έβρισκαν. Πήραν λοιπόν τα φτυαράκια τους και έσκαψαν λίγα μέτρα πιο κάτω από το πίσω μέρος των σπιτιών τους. Έσκαβαν έναν ολόκληρο μήνα, χωρίς να βρουν τίποτα, και την τελευταία μέρα, όταν είχαν πια αρχίσει να απελπίζονται, βρήκαν κάτι ανεπανάληπτο. Ήταν ένα τεράστιο βιβλίο Ιστορίας φτιαγμένο από ένα παράξενο υλικό. Με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον το άνοιξαν για να το διαβάσουν. Το βιβλίο στις πρώτες σελίδες έγραφε πως ήταν θαυματουργό και πως αν κανείς το διάβαζε με πάρα πολύ μεγάλη επιθυμία θα μπορούσε να τον μεταφέρει αόρατο στον τόπο και τον χρόνο που εξιστορούσε η κάθε σελίδα. Τα παιδιά έφεραν γρήγορα το βιβλίο στο σπίτι της Μαίρης και το έκρυψαν στο δωμάτιό της. Από τότε μόλις έβρισκαν λίγο ελεύθερο χρόνο, έτρεχαν εκεί, το άνοιγαν και με λαχτάρα ζητούσαν να ζήσουν από κοντά κάθε ιστορικό γεγονός. Αυτή τη φορά οι δύο φίλοι άνοιξαν το βιβλίο τους στη σελίδα που έγραφε «Γιάννης Ρίτσος και διάβασαν: Ο Γιάννης Ρίτσος γεννήθηκε στην Μονεμβασιά της Λακωνίας το 1909. Ήταν το τέταρτο παιδί μιας πολύ εύπορης οικογένειας. Μικρός πήγαινε σχολείο με την αγαπημένη του αδελφή Λούλα που τον περνούσε μόνο ένα χρόνο αλλά πήγαιναν στην ίδια τάξη. Ο μικρός Γιάννης ήταν ένα παιδί πολύ ζωηρό αλλά και πολύ ευαίσθητο και ευγενικό. «Γιώργο», λέει η Μαίρη: «Θα ‘θελα τόσο πολύ να δούμε από κοντά τον Γιάννη Ρίτσο όταν ήταν ακόμη μικρό παιδάκι.» Ο Γιώργος έκφρασε κι εκείνος την ίδια επιθυμία κι έτσι σε λίγο οι δύο φίλοι αισθάνθηκαν να πετούν πάνω από την Μονεμβασιά το έτος 1917. Πόσο όμορφη ήταν η φύση, η απέραντη θάλασσα, η βλάστηση, τα παραδοσιακά σπίτια! Τα παιδιά προσγειώθηκαν στο σχολείο. Πέρασαν αόρατοι μέσα στην αίθουσα. Σε ένα από τα πίσω θρανία είδαν ένα όμορφο ξανθό παιδάκι. «Αυτός πρέπει να είναι ο Γιάννης Ρίτσος» είπε ψιθυριστά ο Γιώργος στην Μαίρη. Ενώ όλα τα παιδιά έγραφαν την αντιγραφή τους εκείνος ζωγράφιζε βαρκούλες. Ο δάσκαλος
  • 4. μέχρι να τελειώσουν τα παιδιά το γράψιμο, άνοιξε την εφημερίδα του. Τότε ο μικρός Γιάννης πάει σιγά – σιγά και του την τραβάει. Όλα τα παιδιά γέλασαν ενώ ό δάσκαλος σηκώθηκε θυμωμένος. «Τελείωσες την αντιγραφή σου;» τον ρωτάει και σηκώνεται για να πάει να δει το τετράδιό του. Αντί για γράμματα όμως είδε ζωγραφισμένες βαρκούλες που αρμενίζανε στην γαλάζια Θάλασσα. Τότε εκείνος θύμωσε και τον έβαλε τιμωρία στην γωνία. Ήταν η τελευταία ώρα και τα παιδιά σχόλασαν όμως ο δάσκαλος δεν τον άφηνε να φύγει. Η αδελφή του η Λούλα, που ήταν η καλύτερη μαθήτρια της Τάξης, πήγε και τον παρακάλεσε να τον συγχωρέσει για να φύγουν μαζί. Ο δάσκαλος είπε πως μόνο γι αυτή την φορά θα της κάνει το χατίρι. Τα δύο αδέλφια ξεκίνησαν για το σπίτι τους ενώ οι δύο φίλοι τους ακολούθησαν. Το σπίτι τους ήταν από τα πιο πλούσια της περιοχής. Μόλις μπήκαν μέσα ο μικρός Γιάννης έπεσε στεναχωρημένος στην αγκαλιά της μητέρας του. «Δεν μ’ αρέσει το σχολείο γιατί δεν είμαι καλός μαθητής» της είπε ενώ έτρεχαν δάκρυα από τα ματάκια του. Η μητέρα του τον πήρε στα γόνατά της. «Και αν δεν είσαι καλός μαθητής τι πειράζει;» του λέει «Κανένας δεν έχει το ταλέντο σου στη ζωγραφική, στην μουσική , στο χορό, αλλά πιο πολύ απ’ όλα στην ποίηση». Πήγε και έφερε τα στιχάκια που έγραψε ο μικρός Γιάννης την προηγούμενη μέρα και του είπε να της τα διαβάσει. Εκείνος τα διάβασε αργά – αργά. Η μητέρα του ήταν ενθουσιασμένη. «Να θυμάσαι ότι μια μέρα θα γίνεις ένας πολύ σπουδαίος ποιητής. Εσύ θα είσαι ο διάδοχος του Παλαμά» του είπε ενώ ο Γιάννης την κοιτούσε στα μάτια. Ένιωσε πόσο πολύ τα πίστευε η μητέρα του όλα αυτά που του έλεγε και άρχισε να χαμογελά χαρούμενος. Οι δύο φίλοι σε λίγο γύρισαν στην εποχή τους. Πριν κλείσουν το θαυματουργό βιβλίο τους διάβασαν ένα σημείο όπου ο Γιάννης Ρίτσος πολλά χρόνια μετά έγραφε για την Πατρίδα του: «Από αυτό εδώ το σημείο ξεκίνησε ένα παιδί. Ένα παιδί που αγάπησε αυτόν τον βράχο, που αγάπησε την απεραντοσύνη της θάλασσας, ένα παιδί που αγάπησε την ποίηση. Ετούτος ο βράχος που είναι σαν μια γροθιά πείσματος, σταθερότητας και ρωμέικης υπερηφάνειας, αντιπαλεύει με την ακινησία και την σταθερότητά του, την αιώνια κίνηση της θάλασσας. Αυτή η Μονοβασιά, αυτός ο Βράχος ήταν για μένα το πέτρινο καράβι, που με ταξίδεψε σ’ όλο τον κόσμο. Ετούτο εδώ το ακίνητο πλοίο, τούτο δα το σπίτι, όπου χάραξα τους πρώτους μου στίχους και τις πρώτες μου ζωγραφιές, όπου τραγούδησα δημοτικά τραγούδια αγναντεύοντας την θάλασσα κι απαντούσαν από τα άλλα μπαλκόνια κοριτσόπουλα κι αγόρια της ηλικίας μου.» «Κάθετος βράχος – όλη μέρα να πίνει το λιοπύρι, να το κρατάει στα σπλάχνα του κατάντικρυ στο πέλαγο, κ’ εσύ με την πλάτη ακουμπισμένη στο βράχο, με το στήθος ολάνοικτο στη θάλασσα, - μισός φωτιά, μισός δροσιά,
  • 5. κομμένος εγκάρσια, διπλός, σ’ έναν αγώνα μόνο να σμίξεις το νερό με την πέτρα.» Την άλλη μέρα στο σχολείο τα παιδιά στο διάλειμμα συζητούσαν για το ταξίδι τους στην Μενεμβασιά όταν πίσω τους ακούνε μία μαγευτική φωνή και μία μουσική που την συνόδευε. Μα ποιος τραγουδάει τόσο όμορφα; Αναρωτήθηκαν. Γυρνούν και βλέπουν έκπληκτοι τον συμμαθητή τους τον Αντώνη καθισμένο πάνω σε ένα πεζούλι πότε να παίζει φυσαρμόνικα και πότε να τραγουδάει. Ο Αντώνης δεν είναι καλός μαθητής. «Δεν τα παίρνω τα γράμματα.» έτσι μας είχε πει μια φορά που τον ρωτήσαμε γιατί δεν διαβάζει. Όμως δεν ξέραμε ότι είχε αυτό το ταλέντο με την μουσική. Τον πλησιάσαμε και του είπαμε πόσο μας άρεσε η μουσική του και το τραγούδι του. Εκείνος νόμιζε ότι προσπαθούσαμε να τον παρηγορήσουμε γιατί ούτε σήμερα είχε πει καλό μάθημα. «Είναι πάρα πολύ σπουδαίο που έχεις αυτό το ταλέντο» του είπαμε. «Ναι αλλά οι γονείς μου θέλουν μόνο να είμαι καλός μαθητής.» μας λέει. Εμείς του είπαμε πως το ότι έχει ένα ταλέντο το θεωρούμε ακόμη πιο σημαντικό. Εκείνος χάρηκε και συνέχισε να παίζει με ενθουσιασμό την φυσαρμόνικά του. «Ο Γιάννης Ρίτσος ήταν πολύ τυχερός που η μητέρα του εκτίμησε από τότε που ήταν μικρός το ταλέντο του και τον έκανε να πιστέψει στον εαυτό του, όμως πόσα πολλά ταλαντούχα παιδιά δεν βρίσκουν ποτέ κατανόηση από τους δικούς τους! Είναι τόσο κρίμα να χάνονται τα ταλέντα αυτών των παιδιών!» Είπε η Μαίρη στον Γιώργο συλλογισμένη. Οι δύο φίλοι συμφώνησαν να συναντηθούν το απόγευμα για να κάνουν το επόμενό τους ταξίδι. Ανυπομονούσαν να δουν τον Γιάννη Ρίτσο όταν έφυγε με την αδελφή του Λούλα από την Μονεμβασιά για να φοιτήσουν και οι δύο στο γυμνάσιο του Γυθείου. «Ποπό! Τι δυστυχία!» είπαν και οι δύο φίλοι με μια φωνή όταν διάβασαν μερικές σελίδες πιο κάτω στο θαυματουργό τους βιβλίο. Πρώτα ο μεγάλος τους αδελφός Μίμης πέθανε από φυματίωση. Μετά από λίγους μήνες πέθανε και η μητέρα τους από την ίδια αρρώστια. Ο πατέρας τους έχασε σχεδόν όλη τους την περιουσία γιατί οι καιροί ήταν πολύ δύσκολοι κι εκείνος δεν χειρίστηκε καθόλου καλά τα οικονομικά τους. Η μεγάλη τους αδελφή είχε παντρευτεί από καιρό και έμενε στην Αθήνα. Ο Γιάννης και η Λούλα γράφτηκαν στο γυμνάσιο στο Γύθειο. Θα τους φιλοξενούσαν κάτι συγγενείς. Τα παιδιά είχαν περάσει δραματικές στιγμές. Δεν είχαν να αντιμετωπίσουν μόνο το μεγάλο τους πένθος έπρεπε να παλέψουν μόνα τους και με την φτώχια. Αργότερα στην ζωή του ο Γιάννης Ρίτσος έκφρασε τα συναισθήματά του για εκείνες τις φοβερές στιγμές με τα ποιήματα: «Ο άνεμος κέρδισε τα σπίτια μας Δεν είχαμε που να γυρίσουμε.
  • 6. Δεν είχαμε ν’ αποχαιρετήσουμε κανέναν άλλον. Γονατισμένοι σκάψαμε στην άμμο να θάψουμε τα μαντήλια του αποχαιρετισμού ως τη στιγμή που πίσω απ’ τον ώμο μας ανέβηκε αθόρυβα το φεγγάρι. Ύστερα σταθήκαμε αντίκρυ στο πέλαγος ν’ αναπνεύσουμε τη σκιά και τη σιωπή. Το σχήμα και το βάρος έλιωσε Εσύ που μένεις τώρα μικρέ αδελφέ των γλάρων;» «Έλεγα «μάνα, μάνα». Κανένας δεν ήτανε να μ’ ακούσει. Αφουγκραζόμουνα – πρόσμενα κάποιο βήμα στη σκάλα. Τίποτα, τίποτα. Να όπου να ‘ναι κάποιος θα ‘ρθει, έλεγε- (…) Θα ‘ρθει η μητέρα από μακριά, μουσκεμένη απ’ τη βροχή, με λασπωμένα παπούτσια, κι ένα μεγάλο χαμόγελο στο πρόσωπο. Θα ‘ρχόταν σαν ένα φωτισμένο παράθυρο τη νύχτα που γυρνάς στον κατασκότεινο δρόμο –Θα ‘βαζε το χέρι της στα μαλλιά μου, θ’ αφουγκραζόταν την ανάσα μου… Εγώ θα ‘κανα πως κοιμάμαι, έτσι για να νιώσω βαθιά - βαθιά τη ζεστασιά της –κι ύστερα θα πετιόμουνα πάνου, θα τη φιλούσα, θα την φιλούσα…» Τα παιδιά έκφρασαν την επιθυμία να πάνε στο γυμνάσιο Γυθείου όταν φοιτούσε εκεί ο Γιάννης Ρίτσος και σε λίγο βρέθηκαν αόρατοι μέσα στην αίθουσα του σχολείου. Είδαν τον Γιάννη που καθόταν στο τελευταίο θρανίο. Ήταν αδύνατος και φτωχοντυμένος. Οι δύο φίλοι έμειναν έκπληκτοι όταν άκουσαν τα λόγια που του έλεγε καθηγητής: «Από όλες τις εκθέσεις σας που διάβασα μόνο η δική σου αποτελεί ένα κακό παράδειγμα. Πρώτα απ’ όλα γιατί είναι γραμμένη στη δημοτική. Πρέπει να ξέρεις πως δημοτική σημαίνει λόγια του αέρα ενώ η καθαρεύουσα έχει όλα τα πλεονεκτήματα. Δεύτερον στην έκθεσή σου έχεις δικές σου περιγραφές, εικόνες και δυσνόητες προτάσεις. Εσύ δεν γράφεις όπως όλα τα παιδιά…» Το κουδούνι κτύπησε για να σχολάσουν. Ο Γιάννης δεν κουνήθηκε από την θέση του ήταν έτοιμος να κλάψει. Η αγαπημένη του αδελφή Λούλα τον πλησίασε και του λέει: «Μην στεναχωριέσαι, ότι και να σου λένε εσύ πρέπει να πιστεύεις στο ταλέντο σου. Θυμήσου πόσο καλά λόγια είχε πει για σένα ο φιλόλογος και λαογράφος Γιώργος Μανωλάκος.» Ο Γιάννης έπιασε το χέρι της αδελφής του και σηκώθηκε για να φύγουν. Ήταν απαρηγόρητος. Οι δύο φίλοι γύρισαν κι αυτοί στην εποχή τους πολύ λυπημένοι. Πριν κλείσουν το θαυματουργό τους βιβλίο είπε ο Γιώργος στην Μαίρη: «Πόσες πολλές απογοητεύσεις είχε ο καημένος! Μα πως είναι δυνατόν να μην τον καταλαβαίνει ο καθηγητής του;» «Κι όμως,» λέει η Μαίρη, «έχουμε διαβάσει πολλές φορές πως
  • 7. πολλοί σπουδαίοι άνθρωποι με μεγάλο ταλέντο πέρασαν πολλές απογοητεύσεις πριν κάποτε αναγνωριστούν.» Στο επόμενή τους συνάντηση τα παιδιά άνοιξαν το θαυματουργό τους βιβλίο και διάβασαν: Τα δύο αδέλφια μόλις τελείωσαν το γυμνάσιο έφυγαν μαζί για την Αθήνα. Η αδελφή του η Λούλα γράφτηκε στην Φιλολογική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ο Γιάννης γράφτηκε κι εκείνος αργότερα στην Νομική αλλά δε φοίτησε ποτέ. Πριν φύγουν από το Γύθειο ο Γιάννης είχε την χαρά να δει δημοσιευμένα στο περιοδικό Διάπλαση των Παίδων για πρώτη φορά ορισμένα ποιήματά του. Στην Αθήνα εργάστηκε πρώτα σαν δακτυλογράφος, μετά σαν αντιγραφέας στην Εθνική τράπεζα, και κατόπιν σαν γραφέας στον δικηγορικό σύλλογο Αθηνών. Το 1927 νοσηλεύτηκε στο σανατόριο Σωτηρία γιατί εδώ κι ένα χρόνο υπέφερε από την ίδια φοβερή αρρώστια που ταλαιπωρούσε τότε πάρα πολύ κόσμο, την φυματίωση. «Ποπό! Από την αρρώστια αυτή είχαν πεθάνει και η μητέρα του και ο μεγαλύτερός τους αδελφός». Είπαν λυπημένοι οι δύο φίλοι. Αμέσως έκφρασαν την επιθυμία να επισκεφθούν τον Γιάννη Ρίτσο τότε που νοσηλευόταν στο Σωτηρία και σε λίγο βρέθηκαν κοντά του αόρατοι. Τον βρήκαν καθισμένο στο κρεβάτι του αδύνατο και χλωμό. Γύρω του ήταν συγκεντρωμένοι μερικοί άλλοι ασθενείς και συζητούσαν. «Ο Μαρξισμός υπόσχεται στους εργαζόμενους απαλλαγή από τα οικονομικά δεσμά, υπόσχεται ένα μέλλον φωτεινό.» έλεγε ο Γιάννης. «Ναι,» συμφώνησε ένας άλλος και συμπλήρωσε: «Σε ένα κομουνιστικό καθεστώς οι ασθενείς δεν θα είχαν σε καμία περίπτωση τις άθλιες συνθήκες ανάρρωσης που έχουμε εμείς εδώ τώρα.» Σε λίγο ο Γιάννης άρχισε να βήχει. Ήταν κουρασμένος και οι άλλοι ασθενείς τον άφησαν να ησυχάσει. Υπέφερε πολύ από εκείνο τον βήχα. Εκείνη την στιγμή μπαίνει μέσα η αγαπημένη του αδελφή Λούλα και του λέει: «Κάνε κουράγιο αδελφούλη μου. Κοίτα τι σου έφερα: Είναι το Φιλολογικό παράρτημα της Μεγάλης Ελληνικής Εγκυκλοπαίδειας. Έχει δημοσιεύσει τα ποιήματά σου με πολύ καλές κριτικές.» Ο Γιάννης, λες και ξαφνικά πήρε κουράγιο, σηκώθηκε και ξεφύλλισε το περιοδικό. Διάβασε και ξαναδιάβασε ότι έγραψαν γι αυτόν. «Τράβηξε αυτό τον δρόμο και σιγά – σιγά θα φτάσεις το ωραίο και το τέλειο» του έγραφε ο αρχισυντάκτης. Ήταν πραγματικά χαρούμενος. Μετά το φύλαξε προσεκτικά στο κομοδίνο του που ήταν γεμάτο από πολλά λογοτεχνικά και άλλα βιβλία. Εκείνη την στιγμή μπήκε μέσα μία όμορφη κοπέλα και τον χαιρέτησε. Συστήθηκε σαν την κόρη μίας νοσοκόμας. Οι δύο φίλοι διέκριναν μία ταραχή στο βλέμμα του Γιάννη. Σε λίγο που η αδελφή του και η κοπέλα έφυγαν, ο Γιάννης έπιασε μία κόλλα χαρτί για να γράψει: Ο Γιώργος και η Μαρία έσκυψαν από πάνω του και διάβασαν: «Αγαπημένη
  • 8. δεν έχω παρά μόνο μιας στιγμής τη ζωή και το φτερούγισμα. Δεν βλέπεις πάνω στο δέρμα μου το πρωτάνοιχτο θάμβος; Δεν ακούς μες τις ίνες μου μύρια φτερά μικρών κορυδαλλών που μόλις τα’ άγγιξε η πρώτη ακτίνα της αυγής;» Η ώρα πέρασε. Τα παιδιά τώρα έπρεπε να γυρίσουν στα σπίτια τους. Καθώς πετούσαν για να φτάσουν στην εποχή τους λέει η Μαίρη στον Γιώργο: «Ο Γιάννης Ρίτσος είναι ερωτευμένος.» «Μα δεν είναι φυσικό;» Της λέει ο Γιώργος «Είναι νέος, δεκαοκτώ χρονών. Τι και αν τον βασανίζει η αρρώστια;» «Πόσο χάρηκα που επιτέλους άρχισε να παίρνει κάποια αναγνώριση το ταλέντο του!» συμπλήρωσε η Μαίρη. Όταν έφτασαν στην εποχή τους τα παιδιά πριν κλείσουν το βιβλίο τους διάβασαν: «Την περίοδο που ο Γιάννης Ρίτσος νοσηλεύτηκε στο Σωτηρία ασπάστηκε την μαρξιστική θεωρία και τον κομμουνισμό. Από τότε και για όλη του την ζωή έμεινε πιστός σε αυτές του τις πεποιθήσεις.» Στην επόμενή τους συνάντηση οι δύο φίλοι άνοιξαν το θαυματουργό τους βιβλίο και διάβασαν: «Ο Γιάννης Ρίτσος πέρασε ακόμα πολλές ταλαιπωρίες με το θέμα της αρρώστιας του. Όμως παρ’ όλα αυτά συνέχισε να γράφει. Τις περιόδους που αισθάνεται καλά εργάζεται σαν ηθοποιός και σκηνοθέτης. Το 1934 εκδίδεται το πρώτο του βιβλίο με τίτλο «Τρακτέρ» από τις εκδόσεις «Γκοβόστη» ενώ συγχρόνως γίνεται μέλος του Κομουνιστικού κόμματος Ελλάδας και γράφει άρθρα για την εφημερίδα «Ριζοσπάστης». Τον επόμενο χρόνο εκδίδεται το δεύτερο βιβλίο του με τίτλο «Πυραμίδες» πάλι με τον εκδοτικό οίκο «Γκοβόστης» όπου εργάζεται και ως διορθωτής και επιμελητής κειμένων.» Το 1937 συνέβη κάτι φοβερό. Η αγαπημένη του αδελφή Λούλα βρίσκεται στο ψυχιατρείο. Εκεί, σε διαφορετική πτέρυγα, βρίσκεται και ο Πατέρας του. «Γιώργο», λέει η Μαίρη «θα ήθελα να πάμε να βρούμε τον Γιάννη Ρίτσο την εποχή που επισκέφθηκε την αδελφή του στο ψυχιατρείο». Ο Γιώργος έφρασε κι εκείνος την
  • 9. ίδια επιθυμία και σε λίγο βρέθηκαν στο Δαφνί στο δωμάτιο της Λούλας. Ο Γιάννης ήταν πολύ στεναχωρημένος. «Μην στεναχωριέσαι αδελφούλη μου, του έλεγε η Λούλα. Όλα αυτά τα βάσανα που έχω περάσει στην ζωή μου με έφεραν σε αυτή την κατάσταση ώστε να έχω τώρα αυτές τις παραισθήσεις. Παντρεύτηκα έναν άντρα πολύ μεγαλύτερό μου και πήγα στην Αμερική με την ελπίδα ότι θα έφτιαχναν τα οικονομικά μας που ήταν σε απελπιστική κατάσταση. Όμως κι εκεί τα πράγματα δεν ήταν καλύτερα. Υπέφερα πολύ. Στο τέλος δεν άντεξα, παράτησα τον άντρα μου, πήρα το παιδί μου και γύρισα στην Ελλάδα. Και δεν έφταναν μόνον αυτά. Εδώ συνάντησα το δράμα του πατέρα μας που ξεπούλησε όλη μας την περιουσία και στο τέλος τρελάθηκε. Όλα αυτά τα βάσανα με λύγισαν.» «Κάνε κουράγιο, αδελφούλα μου,» της λέει ο Γιάννης. «Το φορτίο σου ήταν πολύ μεγάλο. Είχες και μένα να με βοηθάς όλα αυτά τα χρόνια με τις απανωτές αρρώστιες μου. Εσύ μου στάθηκες σαν πραγματική μητέρα. Πρέπει όμως να κάνεις κουράγιο, να γίνεις καλά και να βγεις από εδώ μέσα. Σε παρακαλώ δεν θα τα βγάλω πέρα στην ζωή αν δεν έχω εσένα δίπλα μου.» «Ας μην μιλάμε άλλο για αυτά αδελφούλη μου» του λέει η Λούλα, «πες μου καλύτερα για τα δικάσου. Θέλω να μου μιλάς για τις επιτυχίες σου για να παίρνω κουράγιο.» «Το ποίημά μου «Ο Επιτάφιος» είχε μεγάλη επιτυχία» «Ναι, το είχα μάθει. Είναι το ποίημα που έγραψες για τις ταραχές που είχαν γίνει στην Θεσσαλονίκη στην Καπνεργατική απεργία όπου μία μάνα θρήνησε το σκοτωμένο της παιδί.» «Ναι, με είχε συγκλονίσει τότε αυτό το τραγικό γεγονός όπως με συγκλονίζει αβάσταχτα τώρα αδελφούλα μου και το δικό σου δράμα.» Εκείνη την στιγμή μπήκε μέσα ένας γιατρός για να του πει ότι το επισκεπτήριο είχε τελειώσει. Ο Γιάννης χαιρέτησε την αδελφή του και έφυγε. Οι δύο φίλοι ακολούθησαν τον Γιάννη Ρίτσο μέχρι το σπίτι του. Ο Γιάννης μόλις έφτασε έκατσε αμέσως συγκινημένος και άρχισε να γράφει ένα ποίημα. Ο τίτλος του ήταν «Το τραγούδι της αδελφής μου» Τα παιδιά έσκυψαν από πάνω του και διάβασαν: «Αδελφή μου, δεν είμαι πια ποιητής δεν καταδέχομαι να ‘μαι ποιητής. Είμαι ένα πληγωμένο μυρμήγκι που έχασε το δρόμο του μες στην απέραντη νύχτα. Αναδεύω την τέφρα των πυρπολημένων Απριλίων και δε βρίσκω μια σπίθα για ν' ανάψω την αρχαία θερμάστρα. Εσύ εζύγισες τους θησαυρούς των αιώνων
  • 10. μες στη λεπτή παλάμη σου. Εσύ εγκρέμισες τα όρη όπου αναπαύονταν οι ποιητές. Κ' εγώ δεν είμαι πια ποιητής. Το ξέρω, οι ποιητές δε ρυπαίνουν με δάκρυα τις κρυστάλλινες πολιτείες. Αγρυπνούν με το βλέμμα τους ίσο κι αθόλωτο για να μετρούν τις φρικιάσεις του φωτός και τους παλμούς του σύμπαντος. Όμως εγώ, αδελφή μου, αγρυπνώ μετρώντας τους παλμούς και την ανάσα σου. Στυλώνομαι, πύργος νυχτός, μες στην ακατανόητη βοή των διασταυρουμένων κεραυνών κι αγγίζω αδίστακτος τα ξίφη. Οι αψίδες του φωτός κατέρρευσαν κάτω απ' τα βλέφαρα σου. Τίποτ' άλλο δε ζει έξω απ' τον πένθιμο κύκλο που χαράζουν στην πλάση τα μάτια σου. Δε θέλω τα τύμπανα των θριάμβων να αναγγέλλουν τη δόξα μου μες στα δάση της άνοιξης. Το δικό σου χαμόγελο μου φτάνει. Η κρήνη των ματιών σου μπορεί να ποτίσει τη δίψα μου και ν' ανθίσει τη ζωή μου.» Τα παιδιά πέταξαν συγκινημένα για την εποχή τους. Πριν κλείσουν το θαυματουργό τους βιβλίο διάβασαν: Το ποίημα αυτό εντυπωσίασε πολύ τον Κωστή Παλαμά και θα γράψει: «Το τραγούδι σου είναι από ιχώρ και είναι από αιθέρα.
  • 11. Όρθος καθαρός αυγής φέρνει την ημέρα, Γρήγορο αργοφλοίσβισμα της γαλάζιας πλάσης. Να παραμερίσουμε για να περάσεις.» Επίσης έγραψε στο Ελεύθερο Βήμα: «…Στον Ρίτσο θαύμασα και κήρυξα την πρωτοφανή του δεξιοσύνη, το ακούραστο στο στίχο και την μεγαλοσύνη του στην ποίηση. Τα καλλιτεχνικά μας γράμματα, παρ’ όλα τα σταθερά κάποτε και τα δυνατά τους κάπως γνωρίσματα, πρώτη φορά βρίσκουν χορευτή έτσι δυνατό και τολμηρό…» Ο Γιώργος Θεοτοκάς μιλά την ίδια εποχή με ευνοϊκά λόγια για τον Ρίτσο: «Ο Ρίτσος είναι γεννημένος ποιητής και προικισμένος με πολύ σπάνια προσόντα.» Ενώ ο Γρηγόριος Ξενόπουλος έγραψε: «Σε κάθε εποχή τα παλαιώτερα ποιήματα εννοούνται πιο εύκολα από τα νεώτερα. Εδώ κα πενήντα χρόνια, οι άνθρωποι διάβαζαν ευκολώτερα τον Παράσχο ή τον Βαλαωρίτη, απ’ τον Παλαμά. Απαράλλαχτα όπως και οι σημερινοί ευκολώτερα διαβάζουν την «Ασάλευτη ζωή» από το «Τραγούδι της Αδελφής μου» του Γιάννη Ρίτσου.» Τα παιδιά συνεχίζουν να διαβάζουν: «Το 1938 πέθανε στο ψυχιατρείο ο πατέρας του. Τον επόμενο χρόνο η αδελφή του βγήκε από το ψυχιατρείο. Είχε θεραπευτεί και ήταν έτοιμη να ξαναφτιάξει την ζωή της.» Τα παιδιά την άλλη μέρα το απόγευμα συναντήθηκαν για να κάνουν μία βόλτα στο πάρκο. Ήθελαν να συζητήσουν όλα όσα είχαν δει στα τελευταία ταξίδια τους. Καθώς έκαναν τον περίπατό τους συνάντησαν ένα πλανόδιο ζωγράφο. Έφτιαχνε το πορτραίτο κάποιου περαστικού. Ο Γιώργος και η Μαίρη στάθηκαν να το θαυμάσουν. Ήταν καταπληκτικό. Δεν ήταν μόνο όμορφο ήταν και τόσο εκφραστικό! Όταν τελείωσε, καθώς ο πελάτης του έφευγε ευχαριστημένος μαζί με το πορτραίτο του, οι δύο φίλοι πλησίασαν τον ζωγράφο για να του δώσουν συγχαρητήρια. «Σας ευχαριστώ πολύ» τους λέει εκείνος. «Όμως δεν ήταν από τις καλύτερές μου δουλειές αυτή που είδατε. Αναγκάζομαι να ζωγραφίζω στο πάρκο για να μπορώ να τα βγάζω πέρα με τα οικονομικά μου. Την σοβαρή μου δουλειά με την ζωγραφική την κάνω στο σπίτι. Δουλεύω ώρες ατέλειωτες…» «Έχετε σπουδάσει;» τον Ρωτάει ο Γιώργος. «Πέρασα Οικονομικά στο πανεπιστήμιο αλλά τα παράτησα αμέσως. Δεν μου πήγαινε καθόλου αυτή η επιστήμη. Μετά έδωσα εξετάσεις στην σχολή καλών τεχνών, αλλά δεν πέρασα. Ίσως εκεί ζητούν άλλα πράγματα από εκείνα που εμένα
  • 12. μου βγαίνουν προς τα έξω όταν ζωγραφίζω. Έτσι αποφάσισα να αγωνιστώ μόνος μου. Έχω αποφασίσει να αφιερώσω όλη μου την ζωή στην τέχνη.» «Μα δεν θα κάνεις οικογένεια;» Τον ρώτησε η Μαίρη. «Όχι αν δεν κατορθώσω ποτέ να τα βγάζω αρκετά χρήματα από την τέχνη μου. Ίσως να μην καταλαβαίνετε, όμως είναι κάτι πάνω από τις δυνάμεις μου. Νιώθω πως είμαι ταγμένος να κάνω αυτό στην ζωή μου. Νιώθω πως αυτό είναι το καθήκον μου. Αν δεν το κάνω θα είναι σαν να προδίδω τον εαυτό μου και τον κόσμο.» «Όμως εκτός από την ζωγραφική υπάρχουν και άλλα πράγματα στην ζωή…» είπε διστακτικά η Μαίρη. «Εννοείς την μόρφωσή μου; Λατρεύω το διάβασμα. Έχω διαβάσει εκατοντάδες βιβλία, όχι μόνο γιατί με ευχαριστεί αλλά και επειδή πιστεύω πως κάθε καλλιτέχνης εκφράζει με την τέχνη του αυτό που υπάρχει μέσα του και αν αυτό έχει καλλιεργηθεί με την μελέτη αυτό που βγάζει προς τα έξω θα είναι πιο πλούσιο πιο ενδιαφέρον.. .» Τα παιδιά εντυπωσιάστηκαν πολύ από τα λόγια του καλλιτέχνη. Του ευχήθηκαν καλή επιτυχία και μετά κάθισαν παρακάτω σε ένα παγκάκι. «Ίσως και ο Γιάννης Ρίτσος έβλεπε με τον ίδιο τρόπο τα πράγματα, γι αυτό άφησε το πανεπιστήμιο.» είπε ο Γιώργος. «Διάβαζε όμως και αυτός πολλά βιβλία. Σίγουρα ένιωθε κι εκείνος πως το ταλέντο του ήταν ένα δώρο που είχε την υποχρέωση να το προσφέρει στον κόσμο.» λέει η Μαίρη. «Μα ο Ρίτσος δεν είχε μόνο το ταλέντο της ποίησης. Όπως διαβάσαμε είχε μεγάλο ταλέντο και στην ζωγραφική και είχε ζωγραφίσει πολλά και αξιόλογα έργα. Είχε ταλέντο επίσης και στην μουσική, ακόμα και στον χορό. Ήταν ένα πολύπλευρο ταλέντο.» συμπλήρωσε ο Γιώργος «Με τόσα ταλέντα και ήταν πάντοτε φτωχός!» «Οι περισσότεροι καλλιτέχνες είναι φτωχοί όμως δεν τους στεναχωρεί ιδιαίτερα αυτό. Αισθάνονται τόση μεγάλη ικανοποίηση μέσα από την τέχνη τους που όταν έχουν μόνο τα απαραίτητα για να ζήσουν όλα τα άλλα τα θεωρούν περιττά. Πιστεύω ακόμα πως είναι άνθρωποι ευαίσθητοι, αγαπούν τους συνανθρώπους τους και θέλουν να τους προσφέρουν. Επίσης πολλοί από αυτούς όπως ο Ρίτσος συγκινούνται από την Μαρξιστικές ιδέες επειδή πιστεύουν πως οι ιδέες αυτές ευνοούν τους φτωχούς, τους ανήμπορους και τους αδικημένους.» Στην επόμενή τους συνάντηση οι δύο φίλοι άνοιξαν το θαυματουργό τους βιβλίο και διάβασαν: Η ζωή του Γιάννη Ρίτσου συνέχισε να είναι δύσκολη και πολυτάραχη. Δεν σταμάτησε να ταλαιπωρείται με την αρρώστια του. Αλλά δεν το βάζει κάτω. Όποτε αισθάνεται λίγο καλύτερα γράφει καινούρια βιβλία και συγχρόνως εργάζεται σαν ηθοποιός ή χορευτής. Τα χρόνια της κατοχής αλλά και τα χρόνια που ακολούθησαν μετά την απελευθέρωση πέρασαν δραματικά για τον Γιάννη Ρίτσο. Πέρασε περιόδους ανέχειας, διωγμού και εξορίας. Δεν σταμάτησε βέβαια ποτέ να αγωνίζεται, να γράφει και να εκδίδει καινούρια βιβλία.
  • 13. «Γιώργο, τι λες, πάμε να επισκεφθούμε τον Γιάννη Ρίτσο τα χρόνια του εμφυλίου;» ρώτησε η Μαίρη. Ο Γιώργος συμφώνησε κι έτσι οι σε λίγο οι δύο φίλοι βρέθηκαν στην Μακρόνησο το έτος 1949. Βρήκαν τον Ρίτσο καθισμένο σε μία καρέκλα στο Διοικητήριο. Από πάνω του στέκονταν δύο άντρες. Ένας τρίτος άντρας καθόταν στο γραφείο απέναντί του και κρατούσε στα χέρια του ένα χαρτί. «Κύριε Ρίτσο» του λέει ο άντρας που καθόταν στο γραφείο « Πρέπει να υπογράψετε ότι δεν είσαστε κομμουνιστής.» Ο Ρίτσος δεν κουνήθηκε από την θέση του. «Πρέπει να ξέρετε ότι όπου να ‘ναι μεταφέρεστε στο άλλο στρατόπεδο κι εκεί πέρα δε θα είναι όπως είναι εδώ, μία απλή αγγαρεία να κουβαλάτε πέτρες ή να έχετε το μαρτύριο της δίψας, εκεί θα αντιμετωπίσετε άλλα, αν τυχόν δεν υπογράψετε. Άλλωστε δεν μας χρειάζονται νέοι Χριστοί, είσαστε υποχρεωμένος να σώσετε τη ζωή σας, όχι για σας τον ίδιο, αλλά για την Ελλάδα, εφόσον είσαστε ποιητής τέλος πάντων που όλοι παραδέχονται ότι είσαστε μεγάλος.» Ο Ρίτσος τους κοίταξε με ψηλά το κεφάλι και τους είπε: «Θα είναι τιμή να θυσιάσω τη ζωή μου γι’ αυτό που πιστεύω. Αυτό θα είναι το καλύτερο ποίημα της ζωής μου.» Οι δύο άντρες που στέκονταν από πάνω του το κοίταξαν απειλητικά. Μετά άνοιξαν την πόρτα και τον οδήγησαν έξω. Πιο κάτω τον περίμενε ο φίλος του, ο Μάνος Κατράκης. «Σε βασάνισαν;» τον ρώτησε με αγωνία. «Όχι» του απάντησε ο Ρίτσος σκεπτικός. Οι δύο φίλοι προχώρησαν προς τις σκηνές τους. Ο Γιώργος και οι Μαίρη έφυγαν και αυτοί για την εποχή τους Μόλις έφθασαν στο δωμάτιο της Μαίρης λέει ο Γιώργος: «Ο Ρίτσος ήταν έτοιμος να θυσιάσει και την ζωή του ακόμα για τις ιδέες του.» «Αν τις πρόδιδε θα ήταν σαν να πρόδιδε όλους εκείνους που πίστευαν σε αυτόν και που τους εμψύχωνε με τα ποιήματά του» συμπλήρωσε η Μαίρη. Στο επόμενό τους ταξίδι τα παιδιά άνοιξαν και πάλι με ανυπομονησία το βιβλίο τους και διάβασαν: Το 1954 ο Γιάννης Ρίτσος παντρεύτηκε την Γιατρό Φαλίτσα Γεωργιάδου από τη Σάμο και τον επόμενο χρόνο γεννήθηκε η μονάκριβη κόρη του Ελευθερία (Έρη). Από εκείνη την περίοδο και μετά κυκλοφόρησαν πάρα πολλά βιβλία του και ο ποιητής έκανε επίσης πολλά ταξίδια στο εξωτερικό. Το 1967, την περίοδο της Δικτατορίας άρχισαν πάλι οι μαρτυρικές μέρες για τον Γιάννη Ρίτσο. Λόγω των αριστερών πεποιθήσεών του εξορίζεται στο έρημο νησί Γυάρο. Οι συνθήκες ζωής εκεί ήταν σχεδόν βάρβαρες. Ακόμη και εκείνη όμως την περίοδο ο ποιητής δεν σταμάτησε να δουλεύει. Πότε έγραφε και πότε ζωγράφιζε πάνω σε πέτρες, σε ρίζες ή σε κόκκαλα. Αμέσως μετά την σύλληψη του ποιητή μία Γαλλική εφημερίδα κυκλοφόρησε μια επιστολή Γάλλων συγγραφέων προς την Ελληνική κυβέρνηση που έλεγε:
  • 14. «Πρόσφατα γεγονότα έφεραν στην εξουσία στην Ελλάδα, νέα κυβέρνηση για τον χαρακτήρα της οποίας κρίνουμε ότι δεν είναι εδώ ο κατάλληλος χώρος να αποφανθούμε. Μια όμως από τις πρώτες πράξεις της ήταν η σύλληψη ενός από τους μεγαλύτερους ποιητές της εποχής μας, του Γιάννη Ρίτσου, που λίγα χρόνια πριν είχε τιμηθεί στην χώρα του για το έργο του με το πρώτο κρατικό βραβείο. Θεωρούμε χρέος μας να επισημάνουμε την προσοχή της κυβέρνησης αυτής, όποια κι αν είναι, στο ότι αυτό το γεγονός προκαλεί ιδιαίτερη ανησυχία στους πνευματικού ανθρώπους στο εξωτερικό και ιδιαίτερα στη Γαλλία. Οι Γάλλοι συγγραφείς που υπογράφουν το παρόν ελπίζουν ότι όσοι είναι σήμερα υπεύθυνοι, εάν δεν θέλουν ν’ αποφύγουν έναν άμεσο δυσμενή χαρακτηρισμό των πράξεών τους, θα καταλάβουν ότι ο Γιάννης Ρίτσος πρέπει να αποδοθεί στην Ελευθερία και στην ποίηση.» Εκείνη την περίοδο ο Μεγάλος συνθέτης Μίκης Θεοδωράκης μελοποίησε ορισμένα ποιήματα του Ρίτσου που όμως κυκλοφόρησαν αργότερα: «-Κυκλάμινο, κυκλάμινο, στου βράχου τη σχισμάδα, που βρήκες χρώματα κι ανθείς, που μίσχο και σαλεύεις; -μέσα στο βράχο σύναξα το γαίμα στάλα – στάλα, μαντίλι ρόδινο έπλεξα κ’ ήλιο μαζεύω τώρα.» Γιώργο, θα ‘θελα να επισκεφθούμε τον Γιάννη Ρίτσο τότε που ήταν εξορία στην Γυάρο. Είπε η Μαίρη. Ο Γιώργος έκφρασε κι εκείνος την ίδια επιθυμία και έτσι τα παιδιά βρέθηκαν σε λίγο στη Γυάρο το 1967. Ο Γιάννης Ρίτσος ήταν τότε πενήντα οκτώ χρονών. Ήταν ένας φτασμένος και διάσημος πια ποιητής. «Ποπό! Τι ερημιά είναι αυτή!» είπαν και οι δύο με μία φωνή όταν άρχισαν να προσγειώνονται. «Πόσο άσχημες ήταν οι συνθήκες που ζούσαν εδώ οι εξόριστοι!» Βρήκαν τον Ρίτσο να στέκεται στην σειρά για να πλύνει και αυτός τα πιάτα του. Κάτω υπήρχαν λασπόνερα. Πίσω του στεκόταν ένα νέο παιδί. «Γιάννη, άσε με να πλύνω τα πιάτα σου.» Του λέει. «Όχι, μια δουλειά που μπορώ να κάνω θα την κάνω εγώ.» του απαντάει. Ξαφνικά ο Γιάννης βλέπει κάποιον που ήταν έτοιμος να πετάξει στα σκουπίδια κάτι κόκαλα. «Όχι, του φωνάζει, όχι, σε παρακαλώ μην τα πετάξεις.
  • 15. Θέλω να τα πάρω για να τα ζωγραφίσω.» Ο Γιάννης πήρε τα κόκκαλα και μαζί με τα πιάτα του τα έπλυνε και αυτά. Όταν σε λίγο τα τακτοποίησε όλα κάθισε σε μία πέτρα για να ξεκουραστεί. Εκεί τον πλησίασε ένας φίλος του, εξόριστος κι αυτός. Κάθισε δίπλα του και έβγαλε από την τσέπη του ένα γράμμα. «Να στο διαβάσω;» τον ρώτησε « είναι από τους δικούς μου». «Με μεγάλη μου χαρά να το ακούσω.» του λέει ο Γιάννης. Το γράμμα ήταν συγκινητικό. Άρχισαν να τρέχουν δάκρυα από τα μάτια του ποιητή. «Μα εσύ συγκινήθηκες περισσότερο και από μένα» του λέει έκπληκτος ο φίλος του. Τα παιδιά συγκινήθηκαν περισσότερο με την ευαισθησία του Ρίτσου. Καθώς πετούσαν για την εποχή τους λέει η Μαίρη στον Γιώργο: «Πόσο ευαίσθητη και πόσο τρυφερή πρέπει να ήταν η ψυχή του!» «Μα και πόσο απλός ήτανε σαν άνθρωπος!» συμπλήρωσε ο Γιώργος. Την άλλη μέρα τα παιδιά μαζί με τους γονείς τους ήταν καλεσμένοι στο ίδιο φιλικό σπίτι. Ήταν καθισμένοι όλοι γύρω από ένα μεγάλο τραπέζι και έτρωγαν. Την συζήτηση την μονοπωλούσε ένας κύριος που μιλούσε διαρκώς για τον εαυτό του και δεν έχανε την ευκαιρία να τονίσει πόσο σπουδαίος είναι. Δίπλα καθόταν ένας πολύ απλός άνθρωπος που άκουγε με ενδιαφέρον τους άλλους λέγοντας πότε – πότε με ένα ταπεινό τρόπο την άποψή του πάνω σε αυτά που άκουγε. Όταν έφευγαν για τα σπίτια τους τα παιδιά ρώτησαν τους γονείς τους: «Μα τόσο σπουδαίος ήταν αυτός ο άνθρωπος που μιλούσε διαρκώς για τον εαυτό του;» «Δεν ήταν τίποτα μπροστά σε εκείνο τον απλό και ευγενικό άνθρωπο που καθόταν δίπλα του.» είπε η μητέρα του Γιώργου. Και ο Πατέρας της Μαίρης συμπλήρωσε: «Αυτό συμβαίνει σχεδόν πάντα. Οι πραγματικά αξιόλογοι άνθρωποι είναι απλοί, δεν περιαυτολογούν, δεν προσπαθούν να μονοπωλούν την συζήτηση. Αυτοί που στο βάθος δεν εκτιμούν τον εαυτό τους έχουν την αγωνία και προσπαθούν κάθε στιγμή να αποδείξουν στον εαυτό τους και στους άλλους την αξία τους.» Τα παιδιά έφεραν αμέσως στο μυαλό τους την συμπεριφορά του Ρίτσου. Ήταν κι εκείνος τόσο απλός κι ευγενικός ακριβώς επειδή ήταν ένας πολύ αξιόλογος άνθρωπος. Στην επόμενη συνάντησή τους τα παιδιά άνοιξαν το θαυματουργό τους βιβλίο και διάβασαν: Μετά την δικτατορία η ζωή του Γιάννη Ρίτσου θα ήταν πιο ήρεμη αν δεν είχε την αγωνία για την υγεία του μετά από ορισμένα καινούρια προβλήματα που του παρουσιάστηκαν. Ωστόσο δεν σταμάτησε ούτε στιγμή να γράφει ή να ζωγραφίζει.
  • 16. «Το πιο βαρύ φορτίο είναι το φως που δεν μπορούμε να το δώσουμε» έλεγε, γι αυτό κι εκείνος δεν σταματούσε ούτε λεπτό να σκορπάει γύρω του με την τέχνη του όλο εκείνο το φως που κουβαλούσε… Κυκλοφορούν πολλά καινούρια βιβλία του, ποιήματα πεζογραφήματα αλλά και μεταφράσεις. Πολλά έργα του εκδίδονται στο εξωτερικό. Επίσης στην Ελλάδα και στο εξωτερικό ακούγονται ποιήματά του που έχει μελοποιήσει ο Μίκης Θεοδωράκης. Χιλιάδες νέοι άνθρωποι ένιωθαν συγκίνηση και περηφάνια καθώς άκουγαν τα ποιήματα της Ρωμιοσύνης. Ακόμη και σε μεγάλη ηλικία ο Γιάννης Ρίτσος έδινε έμπνευση στη νεολαία. Σε όλους προκαλούσε την προσοχή και τον σεβασμό. Τα βραβεία του και οι τιμητικές διακρίσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό είναι πάρα πολλά και τα περισσότερα από αυτά διεθνή. Ο Γιάννης Ρίτσος έφυγε από την ζωή τον Νοέμβριο του 1990 σε ηλικία ογδόντα ενός ετών αφήνοντας πίσω του ένα τεράστιο έργο και κάνοντας υπερήφανη την χώρα του διεθνώς. Οι δύο φίλοι έκλεισαν συγκινημένοι το βιβλίο τους. Είχαν ήδη αγοράσει πολλά από τα βιβλία του Γιάννη Ρίτσου και έκατσαν με λαχτάρα να τα μελετήσουν.