SlideShare a Scribd company logo
Η Ζ Ω Η Κ Α Ι Η Σ Κ Ε Τ Η
Τ Ο Υ
JULES CHAIX-RUY
ΚαΟηγητού Πανεπιστημίου Γκρενόμπλ - Νίκαιας
Mr.r«><|ΐ|></■·.11: Λ11. VVll NIIL
>
ΕΚΔΟΣΗ: «ΑΠΕΙΡΟΝ»
Πανεπιστημίου 44 Αθήνα - Τηλ. 3605578
Ε Ι Σ Α Γ Ω Γ Η
Λέν έπιχειρούμε σ' αύτό τό έργο νά δώσουμε στο·!»; αναγνώστες
μας καμιά καινούρια ερμηνεία τής φιλοσοφίας τοΰ Πλάτωνα. Α­
κόμα κι αν .τεριοριστοΰμε μονάχα στά τελευταία πενήντα χρονιά.,
θά δούμε δτι έγιναν τόσο πολλές έρευνες, τόσο πολλές υποθέσεις
προτάθηκαν ώστε δέ μπορεί κανένας νά διανοηθεί πώς θά είχε νά
προσφέρει στή συζήτηση στοιχεία πού ν’ αποτελούν ένδείξεις ή υπο­
δείξεις πρωτότυπες. Αύτό δέν σημαίνει πώς δλα τά μυστήρια εξι­
χνιάστηκαν, όλες οί δυσκολίες ξεπεράστηκαν. Ίσω ς, μάλιστα, δέν
υπάρχει φιλόσοφος πού νά παραμένει γιά μάς, ακόμα, περισσότερο
άγνωστος άπό τόν Πλάτωνα. Μήπως κατάφερε, άλήθεια, κανείς νά
ξεχωρίσει, τί μέσα στό πλατωνικό έργο αποτελεί προσφορά τού
Σωκράτη; Ή μέθοδος βέβαια, ή μαιευτική κι ή ειρωνεία πού, κατά
τά λεγόμενα τόσο τών αντιπάλων του όσο και τών φίλων του. ό Σω­
κράτης χρησιμοποιούσε κατά τρόπο επιδέξιο, μερικές φορές μά­
λιστα εξοργιστικό. Μά τί έχει νά πεϊ κανείς γιά τό ίδιο τό βάθος
τής θεωρίας; Οί δύο μορφές τού Δασκάλου καί τού μαθητή συγχω­
νεύονται τόσο στενά, ώστε ;ιάς είναι σχεδόν αδύνατο νά ξεχωρί­
σουμε τά χαρακτηριστικά τού καθενός. Γιά νά βρίσουμε άκριβώς τις
χρονολογίες τών διαλόγων, ζήτη|ΐα πάνω στό όποιο μονάχα σέ γε­
νικές γραμμές υπάρχει συμφωνία, θά έπρεπε νά ξεμπλέξουμε αύτό
άκριβώς τό κουβάρι, νά φωτίσουμε αύτό τό αίνιγμα. Κάθε στιγμή
ό Π λάτωνας κρύβεται πίσω άπ’ τό Σωκράτη χωρίς νά μπορούμε νά
θέσουμε, ά|ΐεσα σ’ αύτόν. τά έρωτήματά μας. ’Έτσι μάς άπο-
μένει νά γυρέψουμε τό δρόμο μας ανάμεσα σέ δύο άντίθετες θέσεις:
5
τή θέση των AJ2. TATLOR καί J. BURNET1πού υποβιβάζει τό
συγγραφέα μας στο ρόλο ένός ευσυνείδητου σχολιαστή καί τή θέση
τού Ε. DUPREEL12πού σχεδόν θεωρεί τό Σωκράτη 2να φιλολογικό
επινόημα δημιουργημένο καί μεγενθυμενο υπέρμετρα γιά να δοθεί
ή μάχη ένάντια στους ςενοφερμένους σοφιστές. Κατά τήν άποψη του
BURNET, μονάχα υστέρα άπ' τόν «Φαίδωνα» καί τήν «Πολιτεία ,
ό Πλάτωνας προχωράει σέ προσωπική δημιουργία: ώς τότε κυρί­
αρχη φροντίδα του φαίνεται νά ήταν ή αποκατάσταση του Σωκράτη,
τό νά δείξει στους συμπολίτες του, πού είχαν μπλεχτεί σ’ έναν άδικο
καί παράτολμο πόλεμο, τί έγκλημα καί τί τραγικό λάθος είχαν βια-
πράςει μέ τό νά καταδικάσουν σέ θάνατο έναν δίκαιο καί σοφό, τόν
πιό ικανό απ' όποιονδήποτε άλλο νά τούς διδάξει καί νά τούς καθο­
δηγήσει. Αντίθετα, κατά τή γνώμη τού DUPREEL ό Σωκράτης
οφείλει στόν Πλάτωνα —καί μάλιστα απ' τούς πρώτους - πρώτους
κιόλας διαλόγους— τή στερεότητα καί τόν πλούτο τής διδασκα­
λίας του. "Ηδη άπ’ τόν «Χαρμίδη» καί τόν «Γοργία», έμφανίζονται
πρωτότυπα θέματα, πού ποτέ ένας Σωκράτης, πλασματικός μάλλον
παρά πραγματικός, όέν ανακάλυψε. Γιά νά πούμε τήν αλήθεια —
καί παρά τή λεπτή κι επιδέξια επιχειρηματολογία τού DUPREEL
— εμείς κλίνουμε μάλλον πρός τά συμπεράσματα των BURNET
καί T.VTLOR. Βέβαια οί μαρτυρίες τού Ξενοφώντα3 καί τού Πλά­
τωνα, σ’ ο,τι αφορά τόν Σωκράτη, δέν συμπίπτουν, παρά μόνο εν
1. Βλ. -τή βιβλιογραφία, -τό τέλος, αναφορά ατά Ιργα τους. ’Ιδιαίτε­
ρα τού ΤΑΓΙ.ΟΚ: VAR1A SOCRATICA», καί «PLATO, THE MAX AXD
HIS WORK . τον BURNET: «Ή χαραυγή τής έλλ. φιλοσοφίας» καί «Πλα­
τωνισμός . .
2. Ε. DUPREEL: «Ό θρύλος τοΟ Σωκράτη κι ο! πηγές τού Πλάτωνα».
Γιά τόν Πλάτωνά γράφει: «Υπήρξε ένας Ιξοχος συγγραφέας πού τό γραφτό
τον έργο κάλυπτε Ολόκληρη τήν ύπαρξη... άξιοποιώντας τά διδάγματα τοΟ
παρελθόντος χωρίς καμιά φροντίδα γιά θεωρητική ένότητα, έπειδή θεωρού­
σε δλες τίς θεωρίες, ώς γενικολογίες, ώς άντίπαλες θέσεις, έπιχειρήματα,
ευφυολογήματα, ποιητικές έκφράσεις... ευρήματα γιά τήν ήγεμονική φαν­
τασία του καί πετυχαίνοντας έτσι, σέ ανταμοιβή τοϋ μόχθου του, νά άνα-
γνωριστεϊ σάν ό μεγαλύτερος πεξογράφος δλων τών έποχών» (σελ. 427).
ΙΙρβλ. μιά ένδιαφέρουσα παρουσίαση πού έκανε ό Μ. CARTERON στή «RE­
VUE PHII.OSOPHIQUE» 1923, τεύχη 7 καί 8.
3. .1. LUCCION1; «ΟΙ πολιτικές ιδέες τοΟ ΙΙλάτωνα».
6
μέρει, καί δέν έχουμε κανένα σοβαρό λόγο, έκτο; άπ’ τις ενδείξεις
πού μάς δίνει καμιά φορά δ ’Αριστοτέλης, νά προτιμήσουμε, χωρίς
κάποια επιφύλαξη, τή μιά ή τήν άλλη έκδοχή. 'Ωστόσο οί μαρτυ­
ρίες αυτές συμπίπτουν στά ουσιώδη σημεία: στην τόσο άσυνήθιστη
φυσιογνωμία τού Σωκράτη, γιά παράδειγμα, πού συχνά τον παρο­
μοιάζανε μέ Σειληνό. Ή ασχήμια του ήταν παροιμιακή καί δέν ύ-
πάρχει καμιά άμφιβολία πώς συχνά κοροΐδευε ό ίδιος τον εαυτό
του. Στή σειρά μαθημάτων πού έκανε στό Μεσογειακό Κέντρο —
καί πού άτυχώς έμεινε ημιτελής— ό πατήρ AUGUSTE 7ALEN-
SIN4 τόν ξαναζωντανεύει μπροστά στά μάτια μας. Τόν βλέπουμε
νά πηγαινοέρχεται στά στενά δρομάκια τής ’Αθήνας, ρωτώντας ά-
κούραστα. καί διδάσκοντας ένώ έκανε πώς διδασκόταν, τάχα, δ ίδιος
—· ένας άμετανόητος λογάς πού πολλοί θάπρεπε νά τοστριβαν μόλις
έβλεπαν τή μορφή του νά σκιαγραφεΐται στην έπιφάνεια κάποιου
τοίχου. Βέβαια τόν θαύμαζαν γιά τό θάρρος του στόν πόλεμο, αλλά
υποπτεύονταν αύτή τή φιλομάθεια πού τόν έσπρωχνε νά συνανα­
στρέφεται περισσότερο τούς νέους παρά τούς συνομηλίκους του. ’Ανα­
ρωτιόνταν τί τάχα νά περίμενε άπ’ αύτούς καί σχόλια κυκλοφο­
ρούσαν σέ βάρος του πού ή συμπεριφορά του ή γεμάτη υπονοούμενα
μάλλον τά έπιβεβαίωνε. Ό πατήρ VALENSIN προσθέτει πώς,
θδμοιαζε τού VERLAINE, μέ τό φαλακρό του μέτωπο, τήν ιτλα-
κουτσωτή μύτη του, τό όισταχτικό του βάδισμα, μά ένός Βερλαίν
απείραχτου άπ' τό πιοτό. Δέν ήταν τάχα έκπληκτικό νά τόν άκούς
νά έγκωμιάζει τήν εγκράτεια στή διάρκεια συμποσίων όπου τά
κρασιά σερβίρονταν αφειδώλευτα στούς ξαπλωμένους στά ανάκλιν­
τρα συνδαιτημόνες. πού δέν αργούσαν νά χαθούν μές στήν κατα­
χνιά τού μεθυσιού, κι άκόμα πιό έκπληκτικό νά τόν βλέπεις νά ση­
κώνεται όταν κι δ τελευταίος συνομιλητής του σώπαινε νικημένος
χωρίς τίποτα σ' αυτόν νά προδίνει τό παραμικρό παραστράτημα;
Νά ποιός ήταν έκείνος δ άνθρωπος πού δλοι οί ’Αθηναίοι γνώριζαν
κι όμως δέν έπαυαν ν’ αναρωτιούνται γι’ αύτόν. Γιά άλλους ήταν
ένα άκακο γεροντάκι, πού θάπρεπε νά τ’ άφήσουν ήσυχο στις χί-
μαιρές του. ένώ γιά άλλους ήταν ένας έπικίνδυνος ρήτορας καί έπι-
τήδειος δημαγωγός. "Οσοι τόν γνώριζαν καλύτερα έβλεπαν πόσο
4. A. VALENSIN; ‘Ματιές στόν... Πλάτωνα. Πασκάλ».
ήταν ικανός να ανυψώνεται ώς την υπέρτατη σοφία καί νά βρίσκε:
σέ ασήμαντα περιστατικά τής καθημερινής ζωής την ευκαιρία νά
ορίζει τις πιό υψηλές αρετές. Σ’ ένα κείμενο των «’Απομνημονευ­
μάτων» ό Ξενοφώντας, απόλυτα σύμφωνος αυτή τη φορά ;u τον
ΙΙλάτωνα, λέει γιά τον Σωκράτη:
«Πάντα στοχαζόταν τά ανθρώπινα καί πάσχιζε νά οιακρινε.
τί είναι ευσεβές καί τί ασεβές, ο,τι είναι δίκαιο καί δ,τι άδικο,
τί σύνεση καί τί μωρία, τί είναι πράξη θάρρους καί τί βιαιοπρα­
γία. τί είναι πολιτεία καί τί πολιτικός, τί κυβέρνηση */α *τί κυ­
βερνήτης»3.
Μήπως ό ΙΙλάτωνας απομακρύνθηκε ποτέ άπο αύτό τό πλαίσιο
έκτος, χωρίς αμφιβολία, απ' όσο του χρειαζόταν για νά τό πλατύνει,
καθώς τό άπαιτούσε μιά όλο καί μεγαλύτερη προσπάθεια συστημα-
τοποίησης; Λεν ακολουθούσε τή ροηιαλέα χαραγμένη απ τό δά­
σκαλο γραμμή όταν βλέποντας ένα γραφτό τού Διονύσιου τού νεώ-
τερου πού διατεινόταν πώς εκθέτει τις ιδέες του μουσαφίρη του, τη
φιλοσοφία του, πού βεβαίωνε ότι τή γνώριζε τέλεια —ή άγνοια και
ή άγυρτεία πάνε πάντα συντροφιά— δήλωνε πώς ποτέ δεν θά τού
ερχότανε στο νού νά εκθέσει τή φιλοσοφία του σ' ένα βιβκιο; Γιατί
r, φιλοσοφία παρέμεινε γι' αυτόν απλώς μιά έρευνα πού δέν τελει­
ώνει ποτέ, καί πού κατά τή διεξαγωγή της ρωτάει κανείς τούς άλ­
λους καί αναρωτιέται κι ό ίδιος μέ τήν πεποίθηση ότι τό πολύ
πολύ πού μπορεί νά βγει απ' αυτό το περίγραμμα τού συζητου-
μενου θέματος, είναι τό νά διακρίνει κάπως καλύτερα αύτά
πού δέν ξέρει, νά εντοπίσει τό φως τού αληθινού μέσω τής5
5. Ή ίδια παρατήρηση άναφέρεται απ' τό LUCCIONI: «Στή διάρκεια
τής συνομιλίας του μέ τό Σωκράτη, ό Ίσόμαχος δηλώνει πώς εκπαιδεύει ό
ίδιος τούς αρχιεργάτες του στήν τέχνη νά διευθύνουν καί προσθέτει πώς ε ί­
ναι τόσο άπλό πράγμα πού Ισως ό Σωκράτης θά τδ περιγελάσει. Κι ό Σο>-
κράτης τού απαντά ότι δέν είναι αύτά αστεία πράγματα, για τί εκείνος
πού γίνεται ικανός νά διευθύνει τούς άνθρώπους, αύτός μπορεί σίγουρα να
διδάξει στούς άνθρώπους να είναι καλοί αφέντες κι έκεΐνος πού μπορεί νά δι­
δάξει στούς άνθρώπους νά είναι καλοί αφέντες, μπορεί νά δημιουργήσει τό
ίδιο καλούς βασιλιάδες». (Οικονομικός. Ι Γ '. 5 ).
8
συνεχώς καλύτερα διατασσόμ^νης σκιερότητας του άληθοφαγοδς6.
Να γιατί δέν πρέπει ν' ανήσυχου;ιε υπερβολικά για τις δισταχτι-
κβτητες, τις ξαφνικές αναδιπλώσεις, ακόμα καί για τις αντιφάσεις
πού συσσωρεύονται στή διάρκεια τής συζήτησης. Αληθινά δ Σω-
κράτης είχε εκπαιδεύσει έναν ξεχωριστό μαθητή. Του είχε δώσει
νά καταλάβει πώς ή μέθοδος όταν προχωράει σέ βάθος δημιουργεί
μιά θεωρία, αλλά μιά θεωρία πού πάντα στηρίζεται σέ υποθέσεις,
έτσι που κάθε αποκτώμενο άποτέλεσμα δχι μόνο απέχει πολύ απ'
τό νά είναι συμπέρασμα, άλλα αποτελεί απλώς άφετηρία γιά μιά
πιό έξαντλημένη ερευνά. Π ροβληματικισμος θά μάς πουν ίσως,
αλλά μέ την έννοια πώς τό αντικείμενό του είναι τόσο ψηλά τοπο­
θετημένο ώστε γιά νά τό πλησιάσει κανείς χρειάζεται νά κάνει
εφόρμηση κάθε στιγμή. Εφόρμηση πού, όταν διακόπτεται, μάς
άπομακούνει τόσο απ' τό αντικείμενο, ώστε γιά νά τό ίαναδούμε
πρέπει νά ςαναπιάσουμε πάλι άπ' την αρχή. Μιά τέτοια στάση δέν
μπορούσε παρά νά προκαλεΐ δυσπιστία καί καχυποψία. Ό Σωκρά­
της ό ίδιος το ένοιωθε καλά, αν πάρουμε ύπ' όψη μας αύτά πού ό
ΙΙλάτιονας τον βάζει νά λέει κατά την απολογία πρός τούς δικαστές
του: τί νά σκεφτείς. πράγματι, γιά κάποιον πού παρουσιάζεται τόσο
αλλιώτικος απ' τούς άλλους, πού επαγγέλλεται μιά σοφία στηριγ-
μένη. κατά κάποιο- τρόπο, σέ έρωτηματικά, πού Ομολογεί πώς οέν
ξέρει αυτό πού οί άλλοι θά περίμενανΓ ί νά διδαχτούν άπό έκεινον;
Τό νά κάνει τόσες συζητήσεις, νά έπιστ:ρατεύει τόσα έπιχειρήματα
μόνο καί μό.νο γιά νά άποόείξει ότι δέν ξέρει τίποτα — ά>,λά. του-
λάχιστόν, κι έδώ διαφέρει άπ' τούς άλλους, ότι ξέρει ;τώς δέν
ξέρει! — δέ·ν είναι σάν νά παρ'θυσιάζεται στούς μέν σάν Ενα:; άστείο;
άνθρωπος πού βρίσκεται «στά σύννεφα», καί στούς άλλους σάν ενα
έπικινδυνο :τνεύμα πού κάτω απ' τις κ:^ροϊδιές του κρύβει άνατρε-
πτικες ιοεες. περιγελάει τους συμπολίτες του κι ακόμα περισσότερό
τούς θεούς προστάτες τής Πόλης: Έτσι άναγνωρίζει 6 Σιυκράτη:
Η. Βλ. την Ζ Ε πιστολή που θά χρησιμοποιούμε συχνά. Παρατήρησαν
μερικέ; φορές μέ έκπληξη, πώς μόνο οί Νόμοι», πού ή μαρτυρία του ’Αρι­
στοτέλη εμποδίζει νά αμφισβητήσουμε τή γνησιότητά τους, είναι σ’ αύτή τή
διδακτική αφήγηση πού δεν συμπαθούσε β Πλάτωνας. Λογαριάζουμε λοιπόν
σάν πιθανό πώς γράφτηκε ύστερα από τό τελευταίο ταξίδι στή Σικελία σάν
απάντηση στό προκλητικό γραφτό τού Διονύσιου.
9
ήταν ικανός να ανυψώνεται ώς την υπέρτατη σοφία καί νά βρίσκε:
σέ ασήμαντα περιστατικά τής καθημερινής ζωής την ευκαιρία νά
ορίζει τις πιό υψηλές αρετές. Σ’ ένα κείμενο των «’Απομνημονευ­
μάτων» ό Ξενοφώντας, απόλυτα σύμφωνος αυτή τη φορά ;u τον
ΙΙλάτωνα, λέει γιά τον Σωκράτη:
«Πάντα στοχαζόταν τά ανθρώπινα καί πάσχιζε νά οιακρινε.
τί είναι ευσεβές καί τί ασεβές, ο,τι είναι δίκαιο καί δ,τι άδικο,
τί σύνεση καί τί μωρία, τί είναι πράξη θάρρους καί τί βιαιοπρα­
γία. τί είναι πολιτεία καί τί πολιτικός, τί κυβέρνηση */α *τί κυ­
βερνήτης»3.
Μήπως ό ΙΙλάτωνας απομακρύνθηκε ποτέ άπο αύτό τό πλαίσιο
έκτος, χωρίς αμφιβολία, απ' όσο του χρειαζόταν για νά τό πλατύνει,
καθώς τό άπαιτούσε μιά όλο καί μεγαλύτερη προσπάθεια συστημα-
τοποίησης; Λεν ακολουθούσε τή ροηιαλέα χαραγμένη απ τό δά­
σκαλο γραμμή όταν βλέποντας ένα γραφτό τού Διονύσιου τού νεώ-
τερου πού διατεινόταν πώς εκθέτει τις ιδέες του μουσαφίρη του, τη
φιλοσοφία του, πού βεβαίωνε ότι τή γνώριζε τέλεια —ή άγνοια και
ή άγυρτεία πάνε πάντα συντροφιά— δήλωνε πώς ποτέ δεν θά τού
ερχότανε στο νού νά εκθέσει τή φιλοσοφία του σ' ένα βιβκιο; Γιατί
r, φιλοσοφία παρέμεινε γι' αυτόν απλώς μιά έρευνα πού δέν τελει­
ώνει ποτέ, καί πού κατά τή διεξαγωγή της ρωτάει κανείς τούς άλ­
λους καί αναρωτιέται κι ό ίδιος μέ τήν πεποίθηση ότι τό πολύ
πολύ πού μπορεί νά βγει απ' αυτό το περίγραμμα τού συζητου-
μενου θέματος, είναι τό νά διακρίνει κάπως καλύτερα αύτά
πού δέν ξέρει, νά εντοπίσει τό φως τού αληθινού μέσω τής5
5. Ή ίδια παρατήρηση άναφέρεται απ' τό LUCCIONI: «Στή διάρκεια
τής συνομιλίας του μέ τό Σωκράτη, ό Ίσόμαχος δηλώνει πώς εκπαιδεύει ό
ίδιος τούς αρχιεργάτες του στήν τέχνη νά διευθύνουν καί προσθέτει πώς ε ί­
ναι τόσο άπλό πράγμα πού Ισως ό Σωκράτης θά τδ περιγελάσει. Κι ό Σο>-
κράτης τού απαντά ότι δέν είναι αύτά αστεία πράγματα, για τί εκείνος
πού γίνεται ικανός νά διευθύνει τούς άνθρώπους, αύτός μπορεί σίγουρα να
διδάξει στούς άνθρώπους να είναι καλοί αφέντες κι έκεΐνος πού μπορεί νά δι­
δάξει στούς άνθρώπους νά είναι καλοί αφέντες, μπορεί νά δημιουργήσει τό
ίδιο καλούς βασιλιάδες». (Οικονομικός. Ι Γ '. 5 ).
8
συνεχώς καλύτερα διατασσόμ^νης σκιερότητας του άληθοφαγοδς6.
Να γιατί δέν πρέπει ν' ανήσυχου;ιε υπερβολικά για τις δισταχτι-
κβτητες, τις ξαφνικές αναδιπλώσεις, ακόμα καί για τις αντιφάσεις
πού συσσωρεύονται στή διάρκεια τής συζήτησης. Αληθινά δ Σω-
κράτης είχε εκπαιδεύσει έναν ξεχωριστό μαθητή. Του είχε δώσει
νά καταλάβει πώς ή μέθοδος όταν προχωράει σέ βάθος δημιουργεί
μιά θεωρία, αλλά μιά θεωρία πού πάντα στηρίζεται σέ υποθέσεις,
έτσι που κάθε αποκτώμενο άποτέλεσμα δχι μόνο απέχει πολύ απ'
τό νά είναι συμπέρασμα, άλλα αποτελεί απλώς άφετηρία γιά μιά
πιό έξαντλημένη ερευνά. Π ροβληματικισμος θά μάς πουν ίσως,
αλλά μέ την έννοια πώς τό αντικείμενό του είναι τόσο ψηλά τοπο­
θετημένο ώστε γιά νά τό πλησιάσει κανείς χρειάζεται νά κάνει
εφόρμηση κάθε στιγμή. Εφόρμηση πού, όταν διακόπτεται, μάς
άπομακούνει τόσο απ' τό αντικείμενο, ώστε γιά νά τό ίαναδούμε
πρέπει νά ςαναπιάσουμε πάλι άπ' την αρχή. Μιά τέτοια στάση δέν
μπορούσε παρά νά προκαλεΐ δυσπιστία καί καχυποψία. Ό Σωκρά­
της ό ίδιος το ένοιωθε καλά, αν πάρουμε ύπ' όψη μας αύτά πού ό
ΙΙλάτιονας τον βάζει νά λέει κατά την απολογία πρός τούς δικαστές
του: τί νά σκεφτείς. πράγματι, γιά κάποιον πού παρουσιάζεται τόσο
αλλιώτικος απ' τούς άλλους, πού επαγγέλλεται μιά σοφία στηριγ-
μένη. κατά κάποιο- τρόπο, σέ έρωτηματικά, πού Ομολογεί πώς οέν
ξέρει αυτό πού οί άλλοι θά περίμενανΓ ί νά διδαχτούν άπό έκεινον;
Τό νά κάνει τόσες συζητήσεις, νά έπιστ:ρατεύει τόσα έπιχειρήματα
μόνο καί μό.νο γιά νά άποόείξει ότι δέν ξέρει τίποτα — ά>,λά. του-
λάχιστόν, κι έδώ διαφέρει άπ' τούς άλλους, ότι ξέρει ;τώς δέν
ξέρει! — δέ·ν είναι σάν νά παρ'θυσιάζεται στούς μέν σάν Ενα:; άστείο;
άνθρωπος πού βρίσκεται «στά σύννεφα», καί στούς άλλους σάν ενα
έπικινδυνο :τνεύμα πού κάτω απ' τις κ:^ροϊδιές του κρύβει άνατρε-
πτικες ιοεες. περιγελάει τους συμπολίτες του κι ακόμα περισσότερό
τούς θεούς προστάτες τής Πόλης: Έτσι άναγνωρίζει 6 Σιυκράτη:
Η. Βλ. την Ζ Ε πιστολή που θά χρησιμοποιούμε συχνά. Παρατήρησαν
μερικέ; φορές μέ έκπληξη, πώς μόνο οί Νόμοι», πού ή μαρτυρία του ’Αρι­
στοτέλη εμποδίζει νά αμφισβητήσουμε τή γνησιότητά τους, είναι σ’ αύτή τή
διδακτική αφήγηση πού δεν συμπαθούσε β Πλάτωνας. Λογαριάζουμε λοιπόν
σάν πιθανό πώς γράφτηκε ύστερα από τό τελευταίο ταξίδι στή Σικελία σάν
απάντηση στό προκλητικό γραφτό τού Διονύσιου.
9
θά ήταν σάν θαύμα, σ’ αυτές τις συνθήκες, νά είμαι σέ θέση
νά βγάλω άπ’ τά μυαλά σας σε τόσο λίγο χρόνο πού μοΰ οώ-
σατε, μιά τόσο παραφουσκωμένη συκοφαντία»7.
Λέν πρέπει λοιπόν νά περιμένουμε, τόσο γιά δ,τι ανήκει στόν
ΙΙλάτωνα δσο καί γιά δ,τι ανήκει στό Σωκράτη, νά άποκαλύψουμε
μιά κάποια συστηματική διδασκαλία πού θά γινόταν δλο καί πιο
συνεκτική καί πού λίγο - λίγο ή αναζήτηση θά κυλούσε καί θά
σταθεροποιόταν όπως ένα αύλάκι λάβας στό τέρμα τής διαδρομής
του. Σ ’ δλη του τή ζωή ό Πλάτωνας θά βλέπει τή φιλοσοφία ως
έρευνα — έρευνα πού ασταμάτητα ξαναρχίζει γιά νά ύπερνικηθοΰν
ο: δυσκολίες πού δλο καί ξαναπαρουσιάζονται. Τό δίχως άλλο
εκείνο πού αξίζει πριν άπ' ολα είναι το νά γνωρίζει κανείς τόν
εαυτό του. ’Αλλά πώς νά φτάσει κανείς σ’ αυτήν τήν αυτογνωσία
χωρίς νά έχει ξεχωρίσει άπό τί κράμα είναι φτιαγμένος, σέ τί
έμπόδια σκοντάφτει ή ψυχή του, αυτή ή δεσπόζουσα άρχή, πού άπό
τή μιά μεριά είναι δ ίδιος ό άνθρωπος κι άπό τήν άλλη προϋπάρχει
τού άνθρώπου καί σάν τέτοια προορίζεται νά χει τή δική τη;
μοίρα; Καί δέν πρέπει τάχα νά μάθει κανείς γρήγορα νά βρίζει
καί νά δέχεται τήν ακριβή του θέση μέσα στήν ιεραρχία τών δντων
που αποτελούν τό σόμπαν; Νά ξέρει άκόμα τις μεταβολές στις
όποιες ΰπόκειται τό σόμπαν, τό πώς καί τό γιατί τό μέτρο πού
ενυπάρχει σ’ αΰτβ έχει κλονιστεί καί άλλοιωθεΐ καί τό πώς θάναι
στό κράτος, στήν υποδειγματική πολιτεία πού σχεδιάζει ένας ά/.λος
καλλιτέχνης καί πού θά έχει ώς πρός τό σόμπαν τήν ίδια σχέση
που έχει β μικρόκοσμος πρός τό μακρόκοσμο; Έτσι, άπό προσέγ­
γιση σέ προσέγγιση ή συζήτηση πλαταίνει καθώς ή κάθε δυσκολία
διεγείρει μιαν άλλη. Τό νά θέτεις έρωτήματα γιά τόν άνθρωπο και
τό νά καταπιάνεσαι μέ τήν άναζήτηση τού Είναι άποτελούν ένα
και τό αυτό. ’Έτσι, λοιπόν, ή σωκρατική μαιευτική παρουσιάζεται
κυρίως σάν μιά άλλη άφετηρία πού προσφέρεται στήν έξαντλητική
%
έρευνα τής έπιστημης καί τής σοφίας.
Μπορούμε, τουλάχιστον, νά πούμε πώς αυτό τό πλάτεμα τών
γωνιών θέασης οφείλεται μονάχα στον Πλάτωνα: Είναι άμφίβολο
καί τούτο γιά πολλούς λόγους:
7. Απολογία τοδ Ιωκρί-.η, 19α.
10
α) II ρώτα - πρώτα ξέρουμε ότι δ Σωκράτης προερχόταν άπ’
τή σχολή τού ’Αρχέλαου πού ήταν μέ τή σειρά του οπαδός τοΰ
’Αναξαγόρα. Νέος είχε συζητήσει μέ τόν Παρμενίδη. Καί στόν
όμώνυμο διάλογο άναφέρονται συζητήσεις μέ τόν άρχηγό τής έλεα-
τΐκής σχολής. Είναι βέβαιο πώς αύτές άποτέλεσαν τήν αφετηρία
μιας έρευνας που θεληματικά τήν περιόρισε στό ήθικό πρόβλημα,
είτε έπειδή έκρινε πώς κάθε λύση τού ευρύτερου ζητήματος τών
σχέσεων Ενός καί Πολλαπλού θά ήταν άπατηλή, είτε επειδή Θεώ­
ρησε άναγκαΐο νά οριοθετήσει τή συζήτηση αποκλειστικά καί μόνο
στις ’Ιδέες πού δέν επιδέχονται αμφισβήτηση καί πού άποτελοΰν
αυθεντικές ’Αξίες89, είτε, ακόμα, έπειδή μέσα στήν αυξανόμενη σύγ­
χυση τών πνευμάτων, πού άκολούθησε τό θάνατο τού Περικλή
στήν Αθήνα, έκρινε άπαραίτητο νά θυμίσει στους συμπατριώτες του
τήν απόλυτη προτεραιότητα τής Γνώσης τής προσανατολισμένης
στά πρακτικά θέματα. Ά πό έδώ ό ορισμός πού μάς προτείνεται στόν
Π ρωταγόρα:
«Κάνω θά πει πώς γνωρίζω ό,τι γίνεται, γνωρίζω θά πει πώς
κάνω δ.τι γνωρίζεται».
Άλλωστε, ήδη έμπαινε πάλι τό ίδιο πρόβλημα: Τό πέρασμα
άπ’ τό "Ενα στό πολλαπλό. Στήν πραγματικότητα ή ’Αρετή είναι
μία κι όμως άπ’ τόν ένα στόν άλλο παρουσιάζεται μέ διαφορετικές
όψεις: στους μέν λέγεται θάρρος, στους άλλους σύνεση καί στήν
πολιτεία δικαιοσύνη. Πώς νά καταδειχτει ότι σ’ αυτό ακριβώς
βρίσκονται οί ρίζες τής κοινής Σοφίας κι οτι δέν είναι δυνατό νά
εφαρμόζει κανείς τή μιά όψη άν δέν είναι σέ θέση νά εφαρμόζει καί
τις άλλες; ’Ιδιαίτερα δέν θάπρεπε ν’ αποφεύγουμε νά παρουσιά­
ζουμε τήν πολιτική σάν τέχνη ξέχωρη άπ’ τήν ηθική, άφοΰ όταν
ξεχωρίζει, δέν είναι πιά τίποτ’ άλλο, παρά ψέμα καί χαμέρπεια’ :
’Έτσι οί άπόψεις τής έλεατικής σχολής έξακολουθοϋσαν ν’ άπο-
8. Πρόκειται γιά δύο σημεία πού βα εξετάσουμε στό Ζ' κεφ. δπου άνα-
φερόμαστε στους τρείς πολυσυζητημένους διαλόγους: τό Σοφιστή, τόν Παρ­
μενίδη, τό Θεαίτητο.
9. Βλ. τήν ανάλυση τοΰ Γοργία, άναμφίβολα τό βασικό διάλογο τή; σω­
κρατικής περιόδου, κεφ. Γ'.
11
τελούν τή βάση τών αντιλήψεων τού Σωκράτη πάνω στην ήθική
καί οέν είναι παράδοξο πού ό Πλάτωνας, ξεκινώντας άπ’ αυτές,
ξαναβρέθηκε πολύ γρήγορα έ;ιπρδς στο βασικό πρόβλημα τών σχέ-
σειον τού Ενός καί τού IIολλαπλού, τού Είναι καί τού μή Είναι,
τού Ταυτόσημου καί τού Διάφορου, τού “Ομοιου καί τού ’Ανόμοιου.
Ή καμπή πού θά τόν οδηγούσε άπό τό μέτρο, τό σύμφυτο μέ όλες
τις αρετές, στούς άριθμούς, ήταν κιόλας παρούσα στούς πρώτους
του διαλογισμούς. ’Αμέσως μετά τό θάνατο τού δασκάλου του, θά
πάει στά Μέγαρα νά άναθαρρέψει κοντά σ’ εκείνους πού είχαν γνω­
ρίσει τό Σο)κράτη νέο' ύστερα θά πάει στις πιό παλιές πηγές τής
επιστήμης, στήν Αίγυπτο.
β) “Αν υπάρχει ένας διάλογος γιά τόν όποιο δέν μπορούμε ν’
αμφισβητήσουμε τό οτι εκφράζει τις θέσεις τού Σωκράτη, αυτός
είναι το δίχως άλλο ό «Φαίδωνος». Παρακολουθώντας τή σημαν­
τική αύτή συζήτηση, διακρίνουμε ταυτόχρονα τόσο τή βαθύτητα
τής έπιρροής πού έξασκούσε ό Σωκράτης στήν όμάδα τών φίλων
πού ήρθαν νά τόν ρωτήσουνε μέσα στή φυλακή του -—καταπλη­
κτικό. άλήθεια, αύτή ή παρηγοριά πού ζητάνε άπό ΙκεΙνον πού θά
πεθάνει αυτοί πού θά ζήσουν!— δσο καί τήν ποιότητα τής αγάπης
τού Πλάτωνα ό όποιος παραστάθηκε στή δίκη όχι όμως καί στις
τελευταίες στιγμές τού δασκάλου του. Τήν παρουσία τού προτιμη-
μένου μαθητή, δέν τήν διακρίνουμε παρά ανάμεσα άπό λίγες γραμ­
μές τής ’Απολογίας, τόσο πολύ φρόντιζε ό Πλάτωνας νά μείνει άπα-
ρατήρητος! Αφού άναφέρθηκε στήν πασίγνωστη φτώχεια του γιά
νά βρίσει σέ μιά μνά τό άστεΐο ύψος τού πρόστιμου πού πρότεινε
στούς δικαστές του, ό Σωκράτης επανέρχεται — σίγουρα ύστερα
άπό κάποια σύντομη σύσκεψη μέ τούς φίλους του— καί προσθέτει:
•Παρόλα αυτά, ’Αθηναίοι, ό Πλάτωνας πού παρευρίσκεται ό­
πως κι β Κοιτώνα, ό Κριτόδουλος κι ό ’Απολλόδωρος μού λένε
νά ορίσω αυτό τό πρόστΐ[ΐο σέ τριάντα μνές πού έγγυούνται προ­
σωπικά τήν πληρωμή τους. Αύτό είναι τό ποσό τού πρόστιμου
πού καταδικάζω τόν έαυτό μου καί οί εγγυητές μου θά ’ναι ά-
πέναντί σας υπόλογοι γιά τήν καταβολή του»10.
10. ’Απολογία τοί Σωκράτη, 31α.
12
Ά ραγε ό ΙΙλάτωνας ήταν άρρωστος όταν ήρθε ή ώρα νά πιει
ό Σωκράτης τό κώνειο ή του Ιλειψε τό κουράγιο νά παρασταθεί
στις τελευταίες στιγμές τού Δίκαιου; ’Ή μήπως είχε προνοητικά
αύτοεξοριστεί; (Σάν νά μου φαίνεται πώς είναι ή πιθανότερη υπό­
θεση) . "Οπως καί νά ’ναι οέν τόν βρίσκουμε στό κελί όπου πρό­
κειται νά πεθάνει τόσο απλά ό Σωκράτης. Κι ωστόσο, υστέρα άπό
είκοσι τέσσερεις αιώνες, ή αφήγηση αυτού τού αποχωρισμού μάς
συγκινεϊ σάν νά παρευρισκόμασταν κι έμείς οι ίόιοι: τόσο ζωντανή
είναι ή προσωπογραφία πού μάς προσφέρεται, τόσο ήχοϋν στ’ αυτιά
μας τά στερνά λόγια πού πρόφερε ό Σωκράτης. Καμιά αμφιβολία
γιά τό ότι ό Πλάτωνας άποθησαύρισε καί τά παραμικρά ψήγματα
ένός θησαυρού γιά νά τά φυλάξει στή θύμησή του έτσι πού αύτό τό
φέγγος νά τόν φωτίζει ώς τό τέλος τής ζωής του. Γιατί ακόμη κι
άν παραμένει κάποια εικοτολογία στις άποοείξεις πού μάς προτείνει
ό Σωκράτης περί τής αθανασίας τής ψυχής μας — εικοτολογία πού
πρέπει νά ξεπεράσσυμε μ’ ένα γητευτικό συνέπαρμα, έκτός άν είχα­
με τήν τύχη νά μπαρκάρου^ιε σέ θεϊκό πλεούμενο11 — δέν άπομένει
καμιά αμφιβολία γιά τό ποιός είναι αύτόπτης μάρτυρας αυτής τής
γαλήνιας Αναχώρησης. Επειδή ή τέχνη τού αφηγητή προσθέτει
στά γεγονότα μόνο ο,τι τά προσδιορίζει καλύτερα — ακριβώς όπως
ή ικανότητα τού ζωγράφου τονίζει τό φώς μέ τό περίγραμμα καί
μέ τήν διάταξη τών σκιών, άντιλαμβανό;εαστε θαυμάσια ότι τό στα­
διακό σταμάτημα τών φυσιολογικών λειτουργιών τού οργανισμού
πού παρακολουθούμε, οέν μπορεί νά αφορά τήν ψυχή πού άποτρα-
βιέται καί περνάει αντίπερα: στόν αόρατο κόσμο στόν όποιο ανή­
κει καί τού όποιου τό πλησίασμα φανέρωνε. "Ετσι μάς προσφέρεται
ή μοναδική τελειωτική Απόδειξη πού περιμέναμε καί που έλπίζα-
με νά μάς δοθεί όπως τήν περίμεναν καί τήν έλπιζαν ό Φαίδωνος,
c Σιμμίας, ό Κέβης πού έμεναν έπί τόσο πολύ χρόνο σαστισμένοι.
Κάθε στιγμή, μιά λέξη, ένας χρωματισμός τής φωνής, μιά ενδει­
κτική χειρονομία, μάς έγγυούνται τήν αυθεντικότητα τής σκηνής —
μιάς άπ’ τις κορυφαίες βεβαίως στιγμές στήν ιστορία τής ανθρωπό­
τητας. Καί ανακαλύπτουμε πώς αύτό γιά τό όποιο έπρόκειτο ήταν
Ακριβώς τούτη ή παρουσία, μέσα στόν άνθρωπο, τού κριτηρίου τής11
11. Βλ. κειρ· ΣΤ' Αφιερωμένο ατό Φαίδωνα.
13
αναλογίας, τού μέτρου πού, δσο είναι έπιτυχημένα, τού επιτρέπουν
να υψώνεται πάνω άπδ τδ ρεύμα τού γίγνεσθαι καί νά έκφράζει
κρίσεις οικουμενικά έγκυρες. Αύτδ ακριβώς άποκαλύφτηκε στδν
II λάτωνα κατά τή διάρκεια τής πρώτης του συνομιλίας μέ τδ Σω­
κράτη. Έχοντας πιστέψει δσα σφαλερά λέγονταν, πήγε νά μάθει
άπδ τδ Σωκράτη μέ ποιά μέσα θά μπορούσε ν’ άποκτήσει τήν έξου-
σία πού φιλοδοξούσε κάθε νέος άπό άρχοντική γενιά. Καί νά πού
δ Σωκράτης τού έδωσε νά καταλάβει πώς αύτδ πού γύρευε, αύτδ
πού επιδίωκε ν' άποκτήσει πίσω απ' τδ λαμπερό έκεΐνον άντικατο-
πτρισμό, ήταν ακριβώς ή γνώση τού ίδιου τού εαυτού του, ή ισορ­
ροπία πού είναι ή φρόνηση, ή αίσθηση τών άνολογιών πού είναι ή
δικαιοσύνη, χωρίς τά όποια δέν μπορεί κανείς νά έχει αξιώσεις νά
καθοδηγήσει τούς άλλους. Όποιος έχει σάν μόνο στόχο του τδ νά
κάνει τούς άλλους σκλάβους του, νά τούς «άλλοτριώσει» πρδς τδ
συμφέρον του — καί γιά πολλούς ή πολιτική δέν έχει άλλο λόγο
ύπαρξης — δέν μπορεί, βέβαια, παρά νά βλέπει αύτδν εδώ τδ Σω­
κράτη σάν έχθρό. Τί μπορούσαν νά περιμένουν άπδ έναν σχολαστι­
κό πού είχε τήν άξίωση νά καθοδηγήσει τά πνεύματα μέ τή φιλο­
σοφία; Ά σε πού ένας τέτοιος άνθρωπος μπορεί νά έκρυβε μυστι­
κές φιλοδοξίες! Νά γιατί δ Σωκράτης δέν είχε αύταπάτες σχετικά
μέ τδ αποτέλεσμα τής υπεράσπισής του. θά τού χρειαζόταν νά δε­
χτεί νά ταπεινωθεί, νά πασχίσει νά τδν λυπηθούν, νά γεμίσει τδ δι­
καστήριο μέ όδυρμούς τών γυναικών καί τών παιδιών ή, όπως οί
άλλοι, νά πουληθεί σέ κάποιον άφέντη.12 ’Αντίθετα, ό Σωκράτη;
έστησε μέ τή σειρά του, ένα κατηγορητήριο. Ό κατηγορούμενος με­
τατρεπόταν σέ κατήγορο. "Ως τήν τελευταία στιγμή, έδινε μπροστά
σ’ όλους τήν άπόδειξη πώς «δ καταδιωγμένος δίκαιος είναι πιδ
εύτυχής άπ’ τδν άδικο πού θριαμβεύει»' άκριβώς γιατί δποιος στη­
ρίζει τήν έξουσία του πάνω στήν αδικία, έχει έπίγνωση πώς είναι
αξιοκαταφρόνητος. Στήν «’Απολογία» δ Σωκράτης μάς άποχαιρετά
γιά πρώτη φορά κι δ Πλάτωνας μάς άναφέρει τά τελευταία του λό­
για πρδς τούς δικαστές, χωρίς νά τούς ξεχωρίζει:
12. θίγεται τό πρόβλημα τί,ς Αλλοτρίωσης' δέν είναι δποχρέωση
οδτε της «πολίτικης», οδτε της «οικονομίας» νΑ τδ λύσει.
14
«Τώρα όμως ώρα νά πηγαίνουμε, εγώ γιά νά πεθάνω καί σείς
γιά νά ζήσετε. ΙΙοιός άπό μάς πηγαίνει στό καλύτερο, κανέ­
νας δέν τό ξέρει, παρά μόνο ό θεός»13.
Στά παραπάνω λόγια βρίσκεται ακριβώς αυτό πού έλεγε ό Σω­
κράτης, πώς δηλαδή σέ κάθε διαβεβαίωση υπάρχει κάποια αβε­
βαιότητα. ’Αλλά, πρόσθετε πώς, μιά τέτοια αβεβαιότητα δέν έ­
πρεπε νά λογαριάζεται στόν προγραμματισμό τής ζωής μας. "Ο,τι
καί νά συμβαίνει μέ τήν ψυχή, γιά νά μή χάσουμε τήν αύτοεκτί-
μησή μας πρέπει νά παραμένει καθένας πιστός στήν κλίση του καί
σέ κάθε περίπτωση νά διατηρεί τήν αυτοκυριαρχία του. Τό πολύ
σάν τοΰ έρχότανε κάποια αμφιβολία ρωτούσε τό μαντείο ή τό εσω­
τερικό του δαιμόνιο πού τόν πληροφορούσε. Γιατί ή σοφία κατε­
βαίνει σέ βάθη πού δέν τά φωτίζει τό λογικό. Σκεπτικισμός; Κα­
θόλου, τό αντίθετο μάλιστα άπ’ ο,τι δίδασκαν οί σοφιστές δταν πί­
στευαν δτι ή αλήθεια πρέπει νά βρίσκεται έκεί πού συναντιούνται
ενα κινούμενο αντικείμενο καί Ινα υποκείμενο πού παρασύρεται άπό
τό ρεύμα τού χρόνου' έτσι πού κάθε διαβεβαίωση ήταν ήδη λαθε­
μένη, άπ’ τήν ίδια τή στιγμή πού άπαγγελλόταν. Γιατί κατά τόν
Σωκράτη — καί μέ άκόμη ριζικότερο τρόπο μετά άπ’ αύτόν κατά
τόν Πλάτωνα— τό ζήτημα είναι ν’ άνυψώνεται ό άνθρωπος, ώθού-
μενος άπό μιάν δρμή πού συμπαρασέρνει δλο τό είναι, χάρη σέ μιά
ασταμάτητη ανταλλαγή ανάμεσα στή σκέψη καί τήν πράξη, ως ε­
κείνο τόν κύκλο πέρα άπ’ τόν όποιο άποκαλύπτεται ένας σταθερός
κόσμος, όπου τό μάτι άντικρύζει τις άναλλοίο>τες ουσίες, αύτές ά-
κριβώς τις ουσίες μέ τις όποιες συνδέεται μέ στενό δεσμό συγγέ­
νειας ή ψυχή.
Μά, άν είναι έτσι, τότε δέν είναι ολοφάνερο δτι μάς προσφέρο-
νται δυο καινούργιοι λόγοι γιά ν’ αποδώσουμε στό Σωκράτη, οχι
ίσως τή θεωρία τών ’Ιδεών, άλλά τήν άρχική θέση στοχασμού πά­
νω στήν όποια στηρίζεται ή θεωρία. Εξηγούμαι: θά προκαλούσε
κατάπληξη τό δτι μέσα σ’ ενα διάλογο δπσυ παίρνει μέρος δ Σω­
κράτης — τόσο ζωντανά ώστε ή παρουσία του είναι σχεδόν χειρο­
πιαστή— νά έβαζε ό Πλάτωνας προσωπικές του άντιλήψεις καί
13. ’Απολογία τοΰ Σωκράτη, τέλος.
15
νά αναμίγνυε αυτά πού σκεφτόταν ό ίδιος μέ τήν ύστατη οtoαχή
τού δασκάλου του. Κάτι τέτοιο θά τόν έκανε ένοχο άνυπόφορης ά-
πιστίας, απαράδεκτης σέ τέτοια στιγμή. Εξάλλου, οποίος στοχά­
ζεται πάνω στή φύση τής ψυχής — άν θέλει νά τήν άπαλλάξει
άπό τις διακυμάνσεις τού αισθητού — πρέπει νά τή σχηματίζει μέ
τις νοητές πραγματικότητες πού κάποτε αναδύονται άπ’ τδ μισοσκό­
ταδο γιά νά ξαναπαρουσιαστοϋν έμπρός της καί νά τήν άνακαλέ-
σουν άπ’ τή μακρινή έξορία της. Βέβαια τίποτα δέν θά ήταν πιδ
ξένο στβ έλληνικδ πνεύμα άπ’ τήν ιδέα μιάς δημιουργίας ex nihilo
(έκ τού μηδενός) τής ψυχής καί τού κόσμου άπό Ινα τέλειο "Ον.
Ό νούς* τού ’Αναξαγόρα βάζει τάξη σέ Ινα χάος πού κατά Ινα μέ­
ρος δέν ύπόκειται στήν κυριαρχία του. Ό ’Αριστοτέλης έξάλλου
παρατηρούσε, πώς ύστερα άπ’ αύτή τήν άναφορά του σέ μιά άρχι-
τεκτονούσα διάνοια, ό ’Αναξαγόρας εσπευσε νά ξαναγυρίσει σέ μιά
μηχανιστική ερμηνεία τού σύμπαντος. Τό ίδιο κι έγώ δέν έχω ά-
ναρωτηθεΐ λιγότερο συχνά όσον άφορά τήν έκταση τού χώρου πού
έρεύνησε ό Σωκράτης — λέγω ό Σωκράτης κι όχι ό Πλάτωνας,
πού τόν βλέπουμε πολύ γρήγορα νά έπανέρχεται στις άπόψεις τών
πυθαγορείων σχετικά μέ τήν ψυχή καί τόν κόσμο. ”ί2ς πού έφτασαν
ο; προειδοποιήσεις τού έσωτερικοΰ του δαιμόνιου καί οί αποκαλύψεις
πού τού γίνονταν; Αύτό τό εσωτερικό δαιμόνιο στέκεται μιά αφορμή
παραπάνω γιά νά τόν βλέπουν μέ δυσπιστία οί συμπολίτες του που
αναρωτιούνταν μήπως επικοινωνούσε μέ άλλους θεούς. Ή άθεία του
υπήρξε, όπως είναι γνωστό, τό κύριο επιχείρημα τού κατηγορητη­
ρίου. Γι’ αυτόν σέ κάθε περίπτωση «ή ψυχή έρχεται άπ’ αλλού»14,
καί Ιςαρτάται άπ’ τήν ίδια νά γυρίσει ξανά σ’ αύτό τό «άλλου», πού
είναι ό τόπος τής προέλευσής της. Αύτές αναμφίβολα είναι οί δυο
αποκαλύψεις που ό Πλάτωνας χρωστάει στο Σωκράτη: μιά ψυχή
πού κατοικεί μέσα ,στον άνθρωπο καί βρίσκεται μέσα στο σώμα
δπως σέ φυλακή' σ’ αύτή τήν ψυχή απευθύνεται ή φιλοσοφία. ’Έτσι,
ή φιλοσοφία *δέν είναι μόνο επιστημονική έρευνα μά καί άσκηση
καθαρμού, είναι «διαπαιδαγώγηση». Μολαταύτα, φτάνοντας σ’ αύτό
τό ύψος ή σωκρατική σκέψη δέν μπορούσε νά παραμείνει έκεϊ. Γιατί
ο! άλήθειες πού άποκάλ.υπτε έγγράφονταν σ’ Ινα πολιτιστικό πλαίσιο
14. Αύτές τις εκφράσεις χρησιμοποιεί δ Ν. Μπερντιάγεφ.
16
πού τήν προσανατόλιζε καί τής καθόριζε καί τά όριά της. Αύτή ή
σκέψη σχετίζεται μέ τό ινδικό θέμα τού «Κάρ|ΐΛ (KHARMA) δη­
λαδή τών διαδοχικών μετενσαρκώσεων, μιας ψυχής προοδεμένης στή
οόδα τού χρόνου. Ώστοσο. αύτό τό θέμα πού τής έρχότανε άπό τήν
Ανατολή, ή παραπάνω σκέψη τό υπέβαλε σέ μιά ριζική κάθαρση,
σέ βαθμό πού νά φαντάζεται ότι οί ψυχές οί άποκαθαρμένες άπό τά
μιάσματά τους, ήταν άληθινά άθάνατες. Ή άναπόληση μάς φέρνει
στή θεωρία τών ’Ιδεών άφοϋ ύπήρξε τά βασικό στοιχείο κατάδειξης
τής άθανασίας τής ψυχής. 'Αλλά ό Σωκράτης θά τήν άνέφερε μόνο
παρεμπιπτόντως. Κατά τήν άποψή του το ζήτημα τής ψυχής παρέ-
μεινε εξαρτημένο άπ’ τή λύση τού βασικού προβλήματος, δηλαδή
τής ενεργού αύτογνωσίας μας. χωρίς τήν όποια δέν θά καταφέ­
ρουμε νά άποδεσμευτούμε άπ’ τά πάθη μας. Στόν Πλάτωνα τά ζή­
τημα θά πάρει τελείως διαφορετικές άναπτύξεις.
Ά ν είναι έπιτρεπτό νά κάνουμε μερικές εικασίες, θά λέγαμε
μάλιστα ότι σιγά - σιγά οί έκλεπτύνσεις τής διαλεκτικής άλλοίωσαν
τήν εικόνα τού άνθρώπου καί — πού σημαίνει τό ίδιο— τήν εικόνα
τής ψυχής, στήν οποίαν είχε άνυψωθεϊ ό Σωκράτης χάρη στήν προ­
σωπική ώθηση τής μεγαλοφυΐας του. Γιατί στό μέτρο πού ό Σωκρά­
της απομακρύνεται ήδη άπό τήν «Πολιτεία» όπου κατ’ άνάγκη τοπο­
θετούνται καί λύνονται προβλήματα πού είναι κατά διαφορετικό
τρόπο περίπλοκα—- στό μέτρο πού ό ζωντανός καί χειροπιαστός Σω­
κράτης τής «’Απολογίας», τού «Αλκιβιάδη», τού «Χαρμίόη», καί
τού «Φαίδωνα;— δηλαδή ως τό Σωκράτη πού είναι άκούραστος
ερευνητής καί φοβερός είρωνας (πού ρητορεύει όταν τό καλεϊ ή πε­
ρίσταση άλλα ρητορεύει μέ τήν καλή έννοια τής λέξης) τών δυό
διαλόγων πού έχουν τόν τίτλο «Ιππίας», τού «Πρωταγόρα* καί τού
Γοργία* , αντικαθίσταται άπό ένα φάντασμα, άπό μιά σκιά, όλο
καί περισσότερο ακαθάριστη, άπό συνήθεια βρίσκεται στό κέντρο
μιας παρέας άπ’ τήν Οποία σχεδόν άπουσιάζει, ή θεωρία τών ιδεών
αναπτύσσεται καί παίρνει τις προεκτάσεις πού συμβαίνει νά κάνουν
τόν ίδιο τό δημιουργό της ν άνησυχεΐ. Στόν «Παρμενίδη» —περι­
ορίζομαι γιά τώρα σ’ αύτή τήν άναφορά— όπου ό Σωκράτης, έόώ
δηλαδή ο Πλάτωνας, δέχεται —άπωθημένος ώς τά τελευταία του
χαρακώματα άπό τήν επιχειρηματολογία τού Μεγάλου Έλεάτη—
πώς χωρίς άμφιβολία, θά άξιζε καλύτερα νά παραδεχόμαστε σάν
2
17
Ιδέες μονάχα το Δίκαιο, το 'Ωραίο καί το 'Αγαθό, αύτά δηλαδή
πού άποκαλοϋσε Αξίες1*. Άλλα πώς να μή θελήσουμε να βρούμε
μέσα στόν νοητό κόσμο κάτι πού νάναι ισοδύναμο μέ κάθε τί πού
περιέχει ένα μόριο του είναι μέσα στον αισθητό κόσμο; Λυτό, βέ­
βαια, δέ γίνεται να μην μάς δημιουργήσει οπωσδήποτε αξεπέραστες
δυσκολίες. Άλλα καί ή παραδοχή μιας άδιάρρηκτης ενότητας στούς
κόλπους τής οποίας δεν μπορεί νά γεννηθεί καμιά πολλαπλότητα,
μάς βάζει μπροστά σ' άλλες τό ίδιο αξεδιάλυτες δυσκολίες. Δεχό­
μενος σάν πολλές τις ’Ιδέες ό Πλάτωνας θά βρεθεί στη θέση νά
άναζητά ενδιαμέσους άνάμεσα στό νοητό καί τόν αισθητό κόσμο κι
ύστερα νά ένώσει στενά αύτά πού φαίνονταν πριν ασυμβίβαστα: τό
αυτό καί το έτερον. Τελικά θά άνκρωτηθεί γιά την ίδια την ψυχή
καί ήδη από την «Πολιτεία» άκόμα, θά έκφράσει τις όλο καί αυξα­
νόμενες αμφιβολίες του γύρο) άπό την απόλυτη απλότητά της. Τέλος
καί στην άρετή, μοναδική καί άπλή στην άδιατάρακτη άρμονία της,
τέτοια πού την έβλεπε ό Σωκράτης, θά διακρίνει ένα μείγμα. Βέ­
βαια άκόμα καί στά μπερδέματα αύτά οπού άναπόφευκτα οδηγείται,
θά παραμείνει πιστός στό σεβαστό δάσκαλό του, μιας καί μέ τό νά
αναρωτιέται ασταμάτητα, αισθάνεται άνικανοποίητος απ' τις λύσεις
πού ό ίδιος πρότεινε καί ύποχρεώνεται σέ μιά ασίγαστη αύτοκρι-
τική. Έτσι πού δλο του τό έργο θά μπορούσε νά φέρει σάν τίτλο τόν ί­
διο πού έδωσε στην αύτοβιογραφία του κι ό Μπενεντέτο Κρότσε: «Συμ
βολή στην προσωπική μου κριτική». Πετυχημένα παρομοιάζεται μέ
την τέχνη τής ύφανσης ή έντυπωση πού μάς δίνουν οί τελευταίοι
διάλογοι: ασταμάτητα το υφάδι ξαναμπαίνει στον άργαλειό, αστα­
μάτητα ξετυλίγεται το χαλαρό διασίδι, χιορίς καί νά κατορθώνεται
ποτέ οριστικά νά ύφανθεί τό σύνθετο πλέγμα των εικόνων καί των
εννοιών.
Σημαίνει τούτο ότι πρέπει νά ελαχιστοποιήσουμε το ρόλο καί τή
σπουδαιότητα οϋ Πλάτωνα ύποβιβάζοντάς τον σέ έπίγονο του Σο)-
κράτη καί νά θεωρήσουμε τό έργο του σάν είδος καζουϊστικής; Μα­
κριά άπό μάς κάθε τέτοια σκέψη. Α π ’ αυτή την έξερεύνηση του
άλλου κόσμου τού όποιου τούς κινδύνους υπογράμμισε ό ίδιος ό15
15. Θλ αναπτύξουμε αργότερα αυτό τό 3ϊ,μείο, ουγκρίνοντας τήν αντινο­
μία του ΙΙαρμενίότ, κι εκείνες τής «Κριτικής τοϋ καθαροΟ λόγου», κεφ. θ '.
18
άπότολμος θαλασσοπόρος, προκύπτει ένα διπλό όφελος: πρώτα ενα
κέρδος στη μεθοδολογία, γιατί ή διαλεκτική πού υψώνεται άπό συλ­
λογισμό σέ συλλογισμό σπρωγμένη άπό μια δρμή διαφορετικής προ­
έλευσης, άφοϋ τροφοδοτείται απ' τις ίδιες τις πηγές του έρωτα, πη­
γαίνει πολύ πιο μακριά απ’ τη μαιευτική! Δέν πρόκειται πια μόνο
νά στριμώςει τόν συνομιλητή του νά παραδεχτεί ότι ξέρει πολλά
πράγματα πού νόμιζε πώς αγνοεί, μά κι ότι αγνοούσε πολλά άλλα
πού πίστευε πώς ξέρει. Πρόκειται γιά την ύπερνίκηση τής μιας
δυσκολίας μετά την άλλη, ή γιά νά έκφραστοϋμε δπο^ς ό SASI
στην περίπτωση τού Πασκάλ, «νά πληγωθεί και νά καταςεσχιστεί
απ’ όλα τά αγκάθια»16, καί μ’ αύτό τόν τρόπο γίνεται κανένας ικανός
νά γλυτώσει απ’ τις αμφιβολίες πού ξεπερνιώνται ή μιά μετά την
άλλη δείχνοντας έτσι πώς τίποτε δέν είναι αδύνατο στη σκέψη. IIιό
σημαντικό άκόμα είναι τό θεωρητικό όφελος πού ή έρευνα αυτή μάς
παρέχει, άφοϋ ή άκατασίγαστη άναζήτηση τού είναι πού γιά την
επιτυχία της κινητοποιήθηκαν όλα, τόσο ή κρίση όσο κι ή διαί­
σθηση. ό μύθος κι ό συλλογισμός, ή εικόνα κι ή έννοια, μάς προμη­
θεύουν πολύτιμες πληροφορίες γιά έναν κόσμο πού νιώθουμε νά μάς
περιβάλλει άπό παντού. Βέβαια ή λύση αυτών τών προβλημάτων
καταλήγει σ’ ένα μυστήριο17 πού τελικά παραμένει γιά μάς άνεξε-
ρεύνητο* δέν έχουμε μήτε πανιά μήτε πυξίδα γιά νά διακινδυνέ­
ψουμε σέ τέτοιο ώκεανό. Αλλά τί σημαντικές ανακαλύψεις στη δι­
άρκεια τού περιπετειώδους ταξιδιού! ΙΤριν άπό τόν ΙΙασκάλ. ο Πλά­
τωνας ανακάλυψε πώς ή ψυχή έχει τή δική της ζυγαριά, κι εφαρ­
μόζει τά δικά της μέτρα και σταθμά σ’ έναν αισθητό κόσμο ό όποιο:
γιά κάποιο μυστηριώδη λόγο έχει απομακρυνθεί απ' αυτήν. Γιατί
πώς θά μπορούσε νά συναγάγει το «σωστό» τών θεσμών πού βρί­
σκονται όλοι νά κινούνται μέσα στήν αδικία, αν μιά Ιδέα θεώμενη
απ' αυτήν δέν τής έπέτρεπε νά τό ξεχωρίζει; Σε σημείο πού όπως
παραδέχονται σήμερα οί ψυχίατροι, οί ψυχές μπορούν νά άρρωσταί-
16. ΙΙασκάλ: "Απαντα», Συνομιλία «ιέ τό SASI.
17. Χρωστάμε ‘/.άρε; στόν G. MARCEL πού προσήλωσε τήν προσοχή του
σ9 αύτή τή γόνιμη διάκριση ανάμεσα στό «πρόβλημα» καί στό μυστήριο» πού
πολύ σωστά ανεβάζει τήν προέλευσή τη; στό Σωκράτη* έπίσης, γίνεται φα­
νερό γιατί προτιμούσε να χαρακτηρίζει τή δική του φιλοσοφία μέ τό όνομα
τού «νεοσωκρατισμοΰ».
19
νουν άπ’ τήν αδικία' άν οέν καταφέρουν να υψωθούν πάνω απ’ αυ­
τήν καί να τήν ύφίστανται, χωρίς νά υποκύπτουν μπροστά της, όπο>ς
τούς τό διδάσκει ό Σωκράτης, χάνονται καί περιπλανιούνται σέ
φριχτές παραισθήσεις. ΙΙώς θά μπορούσε ή νοημοσύνη νά έφαρμόζει
αυτούς τούς κανόνες — γιά τούς όποιους Ικανέ πρόσφατα λόγο ό
LALANDE1*— στά έπιχειρήματα πού τής παρουσιάζουν, άν δέν
είχε έξαρχής μπροστά της μιάν ’Ιδέα τής άλήθειας άπρόσβλητη άπό
κάθε σκεπτικισμό, στην όποια νά άναφέρεται, έτσι ώστε κι όταν
καμιά φορά ξεστρατίζει καί ψεύδεται νά μήν παύει ωστόσο, στά
κατάβαθά της, νά λέει τό ψέμα μέ τό όνομά του; Σέ σημείο, έπίσης,
πού ή άνησυχία μήπως άποκαλυφθεΐ τό ψέμα ν’ αποτελεί μιάν άπό
τις ρίζες τής άποστροφής; Κι άκόμα τί πιό άληθινό άπ’ τη στενή
σχέση πού υπάρχει άνάμεσα στό ψεύτικο, τό άσχημο καί τό άδικο
άπ’ τή μιά μεριά καί τό άληθινό, τό όμορφο καί τό δίκαιο άπ’ τήν
άλλη; Κι εδώ πάλι ή διάκριση οέν προηγείται τής έμπειρίας πού,
ώς καί τό μικρό παιδί ξέρει μιά χαρά νά διακρίνει καί νά θαυ­
μάζει ένα όμορφο πρόσωπο, καί μάλιστα νά είναι ευαίσθητο άπέ-
ναντι στή δεξιοτεχνία τού καλλιτέχνη — πού δέν λειτουργεί καί
χωρίς κάποιο ξεγέλασμα— νά προβάλλει πιό έντονα τήν όμορφιά;
Βέβαια αύτή τήν έξερεύνηση τού κόσμου των ουσιών τήν Οφείλουμε
περισσότερο στον Πλάτωνα παρά στό Σωκράτη, γιατί ό δεύτερος
περιόριζε τήν αναζήτησή του στή γνώση καί στήν εφαρμογή τού
αγαθού. Λίγο μάς ένδιαφέρει πού οί υπερβολές τής επιχειρηματο­
λογία; τού Πλάτωνα καί ή έγνοια του γιά λογική συνοχή τον οδή­
γησαν νά καταφρονήσει σοβαρά πράγματα καί νά επινοήσει ένα
ουτοπικό υπόδειγμα Πολιτείας διαμετρικά αντίθετης άπ' αυτές πού
αργότερα ό ΑΕ FARABI θά τις άποκαλέσει πολιτείες τής πλάνης
καί τής αμαρτίας1819. Τόν κατηγορούν ότι μέ τήν ΙΙολιτεία του κα­
τάντησε νά μάς προτείνει σάν ιδανικό τήν κυψέλη ή τήν μυρμηγκο-
φωλιά. Δέν Ικανέ τίποτε περισσότερο άπ’ τό νά ακολουθεί ώς τις
έσχατες συνέπειες της μιάν έμφυτη τάση τού Homo faber (’Αν­
θρώπου εργαλειοκατασκευαστή) . 'Ο τεχνοκράτης πού έκθειάζεται
18. 2τό Ή λογική καί ο! κανόνες».
19. Ό AL FARABI, πού άποκαλούσαν ό δεύτερος δάσκαλος, είναι άκό­
μα 6 συγγραφέας ενός Ιργου πάνω στή Διαφορά ανάμεσα στόν Πλάτωνα καί
τόν ’Αριστοτέλη».
20
σήμερα, καί πού δέν έχει πιά ώς δργανά του τήν έκμαιευτική ή τή
διαλεκτική, άλλα τήν κυβερνητική καί τήν ήλεκτρονική, δέν πάει
τάχα, γιά νά λέμε τήν αλήθεια, πολύ μακρύτερα πρός τήν κατεύ­
θυνση τής μηχανοποίησης τής IIόλης* πού μάς οικοδόμησε; Καί
τί θάχουν νά κάνουν οί ποιητές μέσα «σ’ αύτδν τόν τελειότερο των
κόσμων» πού θά τόν κυβερνά μιά αυστηρά λογική οργάνωση;
Ό πατήρ AUGUSTE VALENSIN — θά συμβει νά τόν ξανα-
συναντήσουμε κι άλλες φορές— είπε γι’ αυτή τήν πλατωνική φιλο­
σοφία δτι θά μπορούσε νά παρασταθεΐ όχι μέ μιά περιφέρεια κύκλου
άλλά μέ μιάν έλλειψη. Διακρίνει σ’ αύτήν δυό έστίες: ή πρώτη, ή
μεταφυσική καί στοχαστική έστία βρίσκεται κατά τή γνώμη του
στό κέντρο τού «Φαίδωνα» έκεΐ οπού γιά πρώτη φορά, έκτίθεται —
μέ τήν ευκαιρία των στοχασμών γιά τήν ψυχή20— ή θειυρίχ τών
Ιδεών. Τήν δεύτερη, τήν κοινωνική καί πολιτική έστία, θά μπο­
ρούσαμε νά τή βρούμε— στήν «Πολιτεία» καί στούς «Νόμους», σ’
αύτό τό προγραμματικό σχέδιο μιάς ιδανικής πολιτείας όπου θά
βασίλευε ή τέλεια τάξη καί θά ένυπήρχε ή θεϊκή αναλογία.
Ευχαρίστως προσυπογράφω αυτή τήν άποψη, έπιφέροντάς της
δμως μιά σημαντική τροποποίηση. 'Αν ή οιαχωριστική μας γραμμή
έχει χαραχτεί μέ κάποια άκρίβεια — μιάς καί ή άρχική ύποβολή,
τής θεωρίας τών 'Ιδεών άπ’ τήν άναπόληση, οφείλεται στόν Σω­
κράτη21, τότε, ή πρώτη έστία τής έλλειψης είναι ή ήθική διδα­
σκαλία πού περιέχεται στούς πρώτους διαλόγους καί πού, καθώς θά
δούμε, στρέφεται κατά τών σοφιστών. Ά π ’ αύτή τήν άποψη, ή
πρώτη έστία (ή ήθική, πολιτική καί κοινωνική — καί δχι ή μετα­
φυσική καί στοχαστική) βρίσκεται στό «Γοργία» τήν σπουδαιότητα
τού όποιου συνήθιζε νά ύπενθυμίζει ό L. ROBIN22. Λυτή τή οιδα-
20. θ*ά έπιμείνουμε περισσότερο ο' αύτή τή σχέση ατό Ε' κεφάλαιο.
21. Έδώ, θά τό δούμε, τό βασικό επιχείρημα, ή δυσκολία πού μόνο ή
θεωρία τής ανάμνησης έπιτρέπει νά λύσουμε είναι τό παράδοξο τής διδα­
σκαλίας. II ρέπει νά γνωρίζουμε κιόλας, κατά κάποιον τρόπο, αύτό πού μδς
διδάσκουν, αλλιώς δέν θά καταλαβαίναμε έκεϊνον πού έπιχειρεϊ νά μδς δι­
δάξει.
22. Θειυρούμε παραδεκτή, τουλάχιστο στίς γενικές της γραμμές, τή
χρονολόγηση των Διαλόγων πού έχει προταθεΐ. Ωστόσο νομίζουμε πώς πρώ­
τα γράφτηκε ή Απολογία (ίσως μ’ έξαίρεση μερικούς μικρούς διαλόγους).
21
σκχλία ό Πλάτωνα; θέλησε νά τή συγκρατήσει καί νά τήν έκθετε·,
στοχεύοντας σέ δυό έπιδιώξεις: α) νά δικαιώσει τδ δάσκαλό τον
καί νά διευρύνει τή μέθοδό του23. ’Αλλά τδ νά ρωτά; γιά τήν
άρετή, σημαίνει νά άναρωτιέσαι γιά σένα' τδν ίδιο, νά Ιπιχειρεΐς νά
ξεχωρίσει; τι; αυθεντικέ; ’Αξίες, (δηλαδή τδ Δίκαιο, τδ ’Αληθινό,
τδ Ωραίο καί τδ έσχατο καί κρυμμένο ’Αρχέτυπο: τδ Άγαθδ) άπδ
τις «ύπαρξικές»24 αξίες πού είναι τδ χρήσιμο, τδ συμφέρον, ή από
λαυση, οί δποίε; σημαδεύουν μιάν ύπαρξη παρασυρόμενη μέσα στή
ροή τοΰ χρόνου. Σημαίνει, τέλος, νά επιχειρεί; νά ανακαλύψει; τήν
προέλευση καί τδν προορισμό τή; αρχή; μέσω τή; οποίας αύτέ; οϊ
αξίες είναι γνωστές: τήν ψυχή. Έτσι γύρω άπ’ αυτή τήν εστία
περιστρέφονται οί διάλογοι στού; όποιου; είναι παρών δ Σο>κράτη;.
άπδ τήν «’Απολογία» ώ; τδ «Φαίδωνα». Σ’ αυτούς παρακολουθούμε
πραγματικά τδ Δάσκαλο, θαυμάζουμε τή χαμογελαστή καλοκα-
γαθία του, τή διαρκή έπιείκειά του, τήν αφοσίωσή του σ’ δ,τι παρα­
μένει κι δχι στδ έφήμερο, πού θά τοΰ έπιτρέψει νά βεβαιώσει στδν
«’Αλκιβιάδη» πώς είναι δ πραγματικός καί παλιός φίλος του. Συγ­
κινητική μαρτυρία όταν άναλογιστεί κανένα; τδν τρόπο πού πέθανε
δ ’Αλκιβιάδης:
«Γι’ αυτό τδ λόγο ήρθα σέ σένα, δχι γιατί σέ συμπαθούσα, σάν
τούς άλλους, γιά τήν ό;ιορφιά σου πού ή λάμψη της θά φύγει'
μά γιά τήν ψυχή σου νοιαζόμουνα, έτσι πού είμαι, έγώ, αύτδ;
πού παραμένει κι δταν τδ σώμα χάσει τή δροσιά του. όταν οί
άλλοι σκορπίσουν».
’Έτσι ήχεϊ ή ψυχή τού Σωκράτη. Πώς νά τήν μπερδέψει κα­
νείς μέ τήν ψυχή τοΰ Πλάτωνα25. Τδν παρακολουθούμε σ’ δλου;
23. Αύτδς δ στενός' δεσμός στή μέθοδο τή μαιευτική, πού πλαταίνει μέ­
χρι νά γίνει ή μέθοδος τής αύταπόδειξης πού χρησιμοποίησε καί προσδιόρι­
σε ακριβώς δ ifLONDEL, θά Οπογραμμιστεΐ πιδ συγκεκριμένα στά κατοπινά
κεφάλαια δταν θά έρευνήσουμε τΐ είναι κατά τόν Πλάτωνα ή φιλοσοφία.
24. Προτείναμε αύτή τή διάκριση άνάμεσα σέ «Άξιες» καί «χρειώδη»
— τά δεύτερα πού στοιχίζουν τδν δριζόντιο δρόμο μας μέσα στδ χρόνο πού
πρέπει νά άγωνιστοδμε, οί πρώτες ποδ οδηγούν καί προσανατολίζουν τδ άνέ-
βασμά μας.
25. Βλ. τήν προσπάθεια πού κάναμε νά τίς ξεχωρίσουμε, κεφ. Α*.
22
αυτού; τοΰ; διαλόγου;, είτε συζητάει γιά τή σωφροσύνη μέ τδ Χαρ-
μίδη, είτε για τήν άνδρεία μέ τδ Λάχη καί τδ Νικία, τδν ήττημένο
τών Συρακουσών, είτε γιά τή δικαιοσύνη μέ τδ Γοργία. Ένώ δλοι
καταγίνονται νά έξυπηρετήσουν τδ συμφέρον του; — ιδιαίτερα άνοι-
χτομάτε; σ’ δ,τι τούς είναι συμφερτικδ καί κερδοφόρο— έκεϊνος
στέκεται αδιάφορο; απέναντι σέ κάθε τι πού δέν είναι ή άλήθεια,
ή δικαιοσύνη κι ή δμορφιά καί δέν άποζητά παρά νά βρει τρόπο νά
φτάσει ένα Άγαθδ τόσο μακρινδ πού μοιάζει άπλησίαστο. ’Ανυπό­
φορο κουσούρι γιά δλου; αυτού; πού δέν είναι καθόλου γνήσιοι, γιατί
μπροστά του, δ,τι λένε κι δ,τι κάνουν ήχεί ψεύτικα! Πώ; θά
δέχονταν άτιμώρητα νά κριθοΰν άπ’ αύτδ τδ οιαπεραστικδ βλέμμα,
νά ξεγυμνωθούν άπ’ αύτή τή γεμάτη ειρωνεία έκτίμηση: Αύτοί οί
καλοί οΐκογενειάρχε;, πού μοναδική του; φροντίδα είχαν νά «άπο-
καταστήσουν» καλά τά παιδιά τους, νά τά μάθουν πώ; νά πλου­
τίζουν, πώ; θά άνέχονταν νά έρχεται ένα; παιδαγωγδ; νά του;
άποκαλύψει ή μάλλον νά τού; υπενθυμίσει —μιά; καί γι’ αυτά ή
εικόνα τοΰ κόσμου τού «είναι» δέν έχει καταχωνιαστεί άκόμα κάτω
άπδ τού; βρωμερού; ύπολογισμοΰ; τοϋ «έχειν»— πώ; δέν υπάρχει
χειρότερη παοαμόρφιοση κι άσχήμια άπ’ αύτέ; πού γεννάει ή άδι-
κία, χειρότερες άναστατώσεις άπ’ αύτέ; πού προκαλοΰνται άπδ τά
πάθη; 'Οπωσδήποτε δέν είναι καί πολύ κολακευτικέ νά βλέπει; δτι
σέ παρομοιάζουν μ’ Ινα τρύπιο βαρέλι!
Μά μπορεί νά ειπωθεί πώ; τελικά ό Σωκράτη; άπομάκρυνε
τδν άγαπημένο του μαθητή άπ’ τδν πραγματικό του δρόμο. Καί
δέν θέλω καθόλου νά πώ γιά κείνο τδ δρόμο πού θά τδν οδηγούσε
σέ κάποιο σπουδαίο δημόσιο άξίωμα, ούτε γιά κείνη τήν επιθυμία
τής δόξα; πού ώ; ένα σημείο είναι θεμιτή σέ κείνου; πού νοιώθουν
δτι είναι γεννημένοι γιά άρχηγοί, γιά «ντερβίσηδες» γιοι βασιλιά26.
Γιατί υπάρχουν πολλοί τέτοιοι ψευτοντερβίσηδες, πολλοί τέτοιοι
φαντασμένοι πού δέν διαθέτουν παρά κάποια «λογοδιάρροια», άρ-
κετή γιά νά έξαπατοϋν τού; άμαθεϊς καί τούς άφελεΐς, δπως θά τδ
πει δ Σωκράτης στδν Καλλικλή. Κι ύστερα είναι τόσο βολικό vijc
ξεγελάς τδν εαυτό σου! Πόσο θλιβερή είναι ή κατάσταση αυτών
26. Πρόκειται, δπω; είναι γνωστό, γιά τδν δρο πού χρησιμοποιεί δ GO-
BINEAU στδ μυθιστόρημά του «ΟΙ Πούλιες».
23
πού έχουν συνηθίσει νά βρίσκονται στήν έξουσία* πάντα άπληστοι
καί πάντα φιλύποπτοι, τρέμουν μή οοΰν νά χάνεται ο Αντικατοπτρι­
σμός πού τούς ξεγελά! "Οχι, οέν έπρόκειτο γιά κάτι τέτοιο. Μά
ό δρόμος τού Πλάτωνα θά ήταν περισσότερο αυτό τό δεύτερο κέντρο
θέαση;, αύτή ή δεύτερη έστΐα γύρω άπ’ τήν όποια πρόκειται νά
περιστρέφονται δλο καί περισσότερο οί στοχασμοί του δταν ό Σω­
κράτης θά τόν έχει έγκαταλείψει στό τέλος ένός άθάνατου διαλό­
γου, δπου τόν βλέπουμε νά γαντζώνεται έναγώνια πάνω του. Καί
ξαναβρίσκει τότε αυτό τό βασικό πρόβλημα πού δέν μπορούσε παρά
νά πολιορκεί τούς Έλληνες έπειδή δέν τούς προσφερόταν καμιά
αποκάλυψη γιά νά τό λύσουν, άφοΰ ή θρησκεία τους ήταν, όπως θ’
άρκοΰσε νά τό άποδείξει ό μύθος τής Άτλαντίδας, πρωταρχικά
μιά θρησκεία τού κράτους καί οί θεοί τους, προστάτες - θεοί τών
πόλεών τους: ό Ποσειόώνας γιά τήν Άτλαντίδα, γιά τήν ‘Αθήνα
ό "Ηφαιστος καί ή Άθηνά. Ή δυστυχία πού τους βασάνιζε έχει
τρεις μορφές:
α) Μεταφυσικό κακό — σάν τέτοιο μιά έλλειψη τού είναι'
πραγματικά ό κόσμος τέτοιος πού μάς φαίνεται, είναι Ινα μείγμα
τού είναι καί τού μή είναι, όπου τά πάντα παρασύρονται σ’ έναν
ασταμάτητο στρόβιλο σάν φύλλα στόν φθινοπωριάτικο άγέρα. κι
όπου κάθε κρίση, άμέσως μόλις διατυπωθεί παύει νά είναι σωστή,
άφοΰ άλλάζει τό άντικείμενο τού όποιου ισχυρίζεται κανείς ότι βε­
βαιώνει τήν ύπαρξη ή αποκαλύπτει τις ιδιότητες.
β) ’Ηθικό κακό — μά τού όποιου οί Έλληνες δέν αποδίνουν
τήν καταγωγή σ' ένα σφάλμα27 ή μάλλον, όπως καλά τό είδε ό
Νίτσε, αύτό τό σφάλμα συνδέεται μέ τήν iota τήν ύπαρξη. Έ τσι,
συναντάμε πάντα σ' αύτούς τις έκφράσεις «κάλλιο νά μήν είχε γεν­
νηθεί κανείς» ή «άγαποΰν οί θεοί όσους πεθαίνουν νέοι». Τελικά —
κι έόώ βρίσκεται τό πιο παράδοξο— τό γεγονός ότι κανείς οέν
μπορεί νά ισχυριστεί πώς υπήρξε ευτυχισμένος παρά μόνο τή στιγμή
πού πεθαίνει, δηλαδή όταν παύει νά υπάρχει. Άκομη περισσότερο,
μιά σταθερή ευτυχία άποτελεί άπειλή πού πρέπει κανείς επίμονα
27. θά ήταν μιά παρεξήγηση ιδιαίτερα σοβαρή νά Αποδώσουμε αύτή τήν
προχριστιανική απήχηση στή σκέψη τοΟ Σωκράτη, έπειδή, γιά κείνον, δλα
τά λάθη προέρχονται άπ.Ί άγνοια.
24
νά τήν έξορκίσει μέ δώρα ατούς θεούς, όπως μάταια προσπάθησε νά
τό κάνει ό Πολυκράτης. Ή περιπέτεια τού Αιώνα, πού δολοφονή­
θηκε τότε πού ετοιμαζόταν νά χαρεϊ τά κέρδη τής νίκης του. θά
προσφέρει στόν ίδιο τόν ΙΙλάτωνα μιά ακόμη άπόδειξη. Δέν μπο­
ρούμε νά κάνουμε μεγάλα πράγματα ενάντια στήν Αναγκαιότητα,
στήν Ανάγκη* όπου κι ό ίδιος ό Αίας δηλώνει στήν Ίλιάδα ότι
ύποτάσσεται.
γ) ’Αλλά τό κατ έξοχή σκάνδαλο, γιά τούς "Ελληνες, πού
τόσο νοιάζονταν γιά τήν ομορφιά καί τις σωστές άναλογίες, ήταν
ή φυσική ασχήμια, θεωρούσαν σκανδαλώδη τόν έρχομό «τεράτων»
στόν κόσμο ή Ιστω καί μονάχα καθυστερημένων καί κακοδιαπλα-
σμένων παιδιών. Αέν μαρτυρούν τάχα αύτά τήν παρουσία έκείνου
πού 5 Πλάτωνα; θά τό άποκαλέσε; πρόσθετη, βοηθητική αίτια, ή
τού άρχέγονου χάους πού υπέθεσε ό 'Αναξαγόρας καί πού δέν θά
μπορέσει ποτέ νά δργανωθεί παρά μόνο μερικά. Ό ’Αριστοτέλης,
άπό μέρους του, θά άναφέρει τήν άντίσταση μιας απείθαρχης ύλης
στήν έπενέργεια τής μορφής*1*. Σκανδαλιζόμαστε όταν βλέπουμε τόν
Πλάτωνα νά προτιμά τήν εξόντωση αυτών τών τερατών, αύτών
τών κακοφτιαγμένων πλασμάτων πού προσβάλλουν τό αίτημά μας
γιά νοημοσύνη καί έξαλλου αποτελούν ανώφελη επιβάρυνση γιά τήν
πολιτεία. ’Αλλά πώς νά έκπλαγεΐ κανείς γιά μιά τέτοια άντίληψη,
πού παρουσιάζεται άκόμα πιό ένισχυμένη στούς ’Αθηναίους, λογω
τού παραδείγματος τής νικήτριας Σπάρτης, δταν σκεφτει πώς γιά
μιά σκέψη πού θεωρεί τόν εαυτό της μέτρο γιά όλα τά πραγματα,
δέν μπορεί νά υπάρχει πιό έκδηλος παραλογισμός άπό αύτά τά
λάθη τής «φύσης». Χρειάζεται νά παρέμβει μιά άλλη Τάξη: ή
τάξη τής Ευσπλαχνίας, γιά νά φωτιστούν τά σκοτάδια καί νά έμφα-
νιστεί μιά αρχή επεξηγηματική. Μά τότε τοποθετούμαστε στήν χρι­
στιανική θέαση, πού είναι ξένη στό έλληνικό πνεύμα.
"Ετσι παρουσιάζεται ή δεύτερη εστία τής πλατωνικής σκέψης.
Αύο κόσμοι τής προσφέρονται: ένας κόσμος δομημένος σύμφωνα μέ
τις απαιτήσεις τής σκέψης καί όλοκληρωτικά υποταγμένος στούς
28. Σχολιαστές τών Ελλήνων φιλοσόφων, οι μουσουλμάνοι φιλόσοφοι
Hi πουν γιά τόν παρασυρμένο στήν πολλαπλότητα κόσμο πώς πάει άπό μό­
νος του ατό μηδέν.
25
κανόνες τη;, κι ό κόσμος δπου μέσα του ζούμε, πού τόν παρασέρνει
ή ροή τού χρόνου, καί στον όποιο μοιάζει νά ταιριάζει ή συλλογι­
στική τών σοφιστών. Καϊ μέσα στον ίδιο τον εαυτό μας ή πείρα δέν
μ&ί δείχνει παρά άβεβαιότητα, άστάθεια, αλλαγή. ’Αλλά ή νόηση
απαιτεί νά υποταχτούμε σ’ αύτή τήν ένότητα, σ' αυτή τήν ταυτό­
τητα, χωρίς τις όποιες δέν είναι δυνατή καμιά γνώση καί καμιά
ήθική διαβίωση. Πώς νά συμβιβάσουμε αυτούς τούς δυό κόσμους;
ΙΙώς νά έξηγήσουμε τή σχέση πού τούς συνδέει; Είναι σχέση «συμ­
μετοχής»; Είναι σχέση αντίγραφου πρός πρότυπο, ή άπλό μείγμα;
Τέλος, πώς, μέ ποιές διαμεσολαβήσεις πρέπει νά γεμίσουμε τό χά
σμα πού χωρίζει αύτούς τούς δυό κόσμους, διαμεσολαβήσεις πού θά
χρειαστεί νά πολλαπλασιάσουμε προκειμένου νά διαφυλάξουμε τήν
πρωταρχική καθαρότητα τού ’Αγαθού; Αυτό τό σχεδόν άλυτο πρό­
βλημα τής προέλευσης τού πολλαπλού απ’ τό "Ενα, θά τό κληρο­
νομήσει ολη ή κατοπινή φιλοσοφία, άπ’ τόν Πλωτΐνο ώς τούς "Α­
ραβες. Μπορούμε νά ισχυριστούμε ακόμα καί σήμερα δτι τό έχουμε
λύσει; ’Ανάμεσα στον Παρμενίδη καί τόν Ηράκλειτο, τόν ’Αναξα­
γόρα καί τό Δημόκριτο, ό Πλάτωνας προσπαθεί νά άνοίξει τό δικό
του δρόμο, Ινώ σιγά - σιγά άδυνατίζει ό αντίλαλος τής σχεδόν θε­
ϊκής φωνής πού τόν είχε συνεγείρει καί διδάξει.
ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΤΙ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΗΤΑΝ 0 ΠΛΑΤΩΝΑΣ
I. IIPIN ΛΓΓ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΓ ΣΩΚΡΑΤΗ
'ίστερα άπό είκοσι τεσσάρων αιώνων άπάσταση. πώς νά ςανα-
φτιάξουμε έναν «ζωντανό Πλάτωνα»1; Δέν μοιάζει σάν νά μπερδεύ­
ονται καί νά διασταυρώνονται, μπροστά στά μάτια μα:, άπιαστε;
σκιές, δμοιες μ' εκείνες πού μάς παρουσιάζει δ J. LEMAITRE. πού
βρίσκεται τόσο κοντά στό έλληνικό πνεύμα, τις σκιές πολεμιστών
πού άναψυχωμένοι άπ" τή μυρωδιά τοΰ αίματος, ξαναδοκιμάζουν
νά έπαναλάβουν κάποιο ανώφελο αγώνα12; Είναι δυνατό νά άρκε-
στοί>με σ αυτά τά άσαρκα πνεύματα πού άπό τις έδρες κάποιας
φασματικής άκαδημίας συμπαρασέρνουν τούς μαθητές τους, μέ
πετυχημένες παραστάσεις, στις περιπλανήσεις τους καί τούς κάνουν
νά παρακολουθούν τά άδεια άπό κάθε συγκεκριμένο νόημα λόγια
τους; θά δικαιολογούνταν αύτή ή ασυνάρτητη αναπόληση άν ισχυ-
1. Τίτλος ένός έργου τοδ G. MEAUTIS. Τό νά ξαναβροδμε τήν προσω­
πικότητα τοδ Πλάτωνα είναι μιά μονάχα απ’ τις προσπάθειές μας. Πρέπει
επίσης νά παρακολουθήσουμε τή γένεση τοδ φιλολογικού του έργου.
2. «Στό περιθώριο τών παλιών βιβλίων' Άφύπνηση τών σκιών»ι «Πτρα
άπ’ τόν ’Ωκεανό στό νησί τών Κιμμέριων, αιώνια περιτυλιγμένοι στήν κα­
ταχνιά. Στάσιμα νερά, λιβάδια άπό άσφολίδι, άχρωμοι λόφοι. Έκεΐ, δια­
μένουν κ ε φ ά λ ι α χ ω ρ ί ς δ ύ ν α μ η , οί ψυχές, οί σκιές, οί μορφές
τών νεκρών», σελ. 43.
27
ριζόμασταν ο*:, δπως καί νάχει τό πράγμα, ένας φιλόσοφος χάνεται
μπροστά στό έργο του πού μονάχα αυτό έπιζεί, έτσι που ό ίδιος νά
όολεύεται μέσα σε μιά καποια μυστικότητα; «ΙΙροχωρώ μέ μάσκα
έλεγε ό Καρτέσιος. Αλλά ή φιλοσοφία του ΙΙλάτωνα, όπως έξαλλου
καί του Καρτέσιου. άν άποτελεΐ γιά μάς αφετηρία των στοχασμών
μας πάνω στά «αιώνια προβλήματα», παραμένει μολαταύτα χρονο­
λογημένη. Έγγράφεται σ’ ένα ιστορικό καί πολιτιστικό πλαίσιο
πού οέν μπορούμε νά τό παραβλέψουμε. Πολύ περισσότερο, 6 και­
ρός άλλάζει τούς ανθρώπους όπως δλα τά πράγματα. Θά ήταν κα­
ταπληκτικό νά ύποθέσει κανείς πώς ό γέροντας πού έγραφε τόν
«Κριτία» καί τούς «Νό]ΐους» αμέσως μετά τό θάνατο τού Δίωνα. τού
φίλου πού τά ευγενικά του αισθήματα τού είχαν άναφτερώσει τόσες
έλπίδες, θά διατηρούσε τήν όρμή καί τά Ονειροπολήματα τού νεαρού
άρχοντόπουλου, τό όποιο επιζητούσε τήν έξουσία μέ τήν ευγενική
φιλοδοξία νά βγάλει τήν ’Αθήνα άπό τήν παρακμή, κάποια καλο­
καιριάτικη μέρα σάν κι αυτή πού τήν λάμψη της μάς περιγράφει
ή αρχή τού «Φαιδρού»3. ΙΙοιός ήταν αυτός δ νεαρός μέ τό έλαφρό
χνούδι πού στόλιζε τά μάγουλά του καί πού μάλλον προκαλοΰσε
παρά άπέκρουε τά χάδια4, τό ξέρουμε άπό πολλά αποσπάσματα καί
ιδιαίτερα άπό τό προοίμιο τού «Χαρμίδη». Γιατί, υπογραμμίζοντας
τήν ευγένεια καί τήν τέλεια μόρφωση τού θείου του, δ Πλάτωνας
έννοεϊ νά πλέξει ενώπιον δλων τόν πανηγυρικό τής δικής του γε­
νιάς, τής διπλής κι άπό πατέρα κι άπό μάνα, γενιάς του. χωρίς
ματαιόδοξη περηφάνεια, αλλά μέ πλήρη συναίσθηση τής άξίας της.
Καί καθώς έντοπίζουμε έκεϊ μιά άπ’ τις συνιστώσες τού χαρακτήρα
του οέν θά μπορούσαμε νά άμφιόάλλουμε δλέποντά: τον. στις παρα­
μονές τού θανάτου του, νά άναπολεΐ τό ρόλο πού έπαιξαν οί προ­
γονοί του στήν προϊστορική ’Αθήνα5.
3. Ξτά 407 j 40« π.Χ.
4. Βλ. τά συχνά κοροϊδευτικά σχόλια πού προκαλοΰσε στούς φίλους του
ή έρωτική φιλία τού Χωκράττ) γιά τόν ’Αλκιβιάδη, κοροϊδίες πού αύτός τις
ύποίεχΟταν έξάλλου πολύ καλοσυνάτα.
5. Βλ. «Τίμαιος». "Ενα πρωτοϊστορικό παράδειγμα «Κατορθώματα των
’Αθηναίων», 204 και «Κριτίας» (γιά τόν Κέκροπα, πρόγονο τού Πλάτωνα,
109).
28
«Πραγματικά, Χαρμίδη. επόμενο είναι νά είσαι ανώτερος άπό
τούς άλλους σέ όλα' γιατί όέ νομίζω ότι θά μπορούσε εύκολα
κανένας, άπό όσους είναι έόώ μέσα, νά όείςει δυό αθηναϊκές
οικογένειες, άπό τις ξεχωριστές, πού άπό τήν ένωσή τους θά
γεννιόταν ωραιότερος καί καλύτερος, άπό εκείνες άπό τις όποιες
έσύ γεννήθηκες. Ή πατρική σας οικογένεια, τού Κριτία, τού
γιου τοϋ Δρωπίδη, κι απ' τόν Άνακρέοντα, κι άπ’ τόν δόλωνα,
κι άπό πολλούς άλλους ποιητές εξυμνήθηκε, όπως ξέρουμε άπ'
τήν παράδοση, σάν άνώτερη σέ ομορφιά καί σέ άρετή καί σέ
ό,τι λέγεται ευδαιμονία. Ή μητρική, τό ίδιο' γιατί, σάν τόν
ΙΙυριλάμπη, τό θείο σου, κανένας στήν Ελλάδα δέν λέγεται νά
έχει άκουστεί ωραιότερος καί μεγαλύτερος, όσες φορές ή στό
Μεγάλο Βασιλιά, ή σέ άλλον, στήν ήπειρο, πήγε πρεσβευτής Λ
Μιά τέτοια καταγωγή, μιά τέτοια κληρονομιά ευγένειας και
μεγαλείου έμοιαζε νά δικαιολογεί εκ τών προτέρων τή φιλοδοξία
μιας οικογένειας πού καταγόταν άπ' τό Σόλωνα καί είχε συμπεθε­
ριάσει μέ τόν ΙΙερικλή. νά διεκδικεί τήν έξουσία τήν οποία θά ήταν
άδιανόητο νά βαστάξουν στά μαλθακά τους χέρια, ο! γιοι τοϋ Ιίερι-
κλή*7. Έ τσι, πρέπει νά ήταν σπάνια ή άξια τού Πλάτωνα κι άκόμα
πιό σπάνια ή οξυδέρκειά του. γιά νά μήν έξεγερθεί όταν τά σαρκα­
στικά περιγελά τοϋ Σωκράτη έρχονταν νά έκμηδενίσουν τούς προ-
βαλόμενους τίτλους του. Χρειάζονται άλλοι τίτλοι, χρειάζεται μιά
διαφορετική ευγένεια γιά νά άξιώσει κάποιος νά κυβερνήσει μιά
πόλη σάν τήν Αθήνα. Κι έξάλλου. όπως καί ή άρετή, ή πολιτική
έπιδεξιοσύνη οέν κληρονομείται, ούτε διδάσκεται. Κοιτάξτε μέ
ποιά αβεβαιότητα καί ποιο αίσθημα ανεπάρκειας οί γιοι τοϋ Περι­
κλή πάνε άπ' τόν ένα οδηγό στόν άλλο.
·>. Χαρμίδης , 153 - 138. Βλ. επίσης > Αλκιβιάδης . 120-122.
7. Τόσο τά προτερήματα όσο καί τά ελαττώματα τοΟ ΙΙερικλή, παίρνει
Οπ’ όψη της ή κρίση τοϋ Σωκράτη καθώς καί τοϋ Πλάτωνα γιά τόν Όλϋ-
μπιο τής πολιτικής. τοϋ όποιου ή άίυναμία καί τά λάθη είναι μιά άπ’ τις
αιτίες πού έφεραν τόν φρικτό ΙΙελοποννησιακό Πόλεμο. Κι εκείνος, μερικές
φορές, όπως ό Μειδιάς οί όρτυγοτρόφος, δέν μπόρεσε παρά νά φερθεί σάν
κόλακας αύτοϋ τοϋ λαοϋ πού ισχυριζόταν πώς τόν κατευθύνει. («’Αλκιβιά­
δης·. 120).
29
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΛΑΤΩΝ

More Related Content

Similar to ΠΛΑΤΩΝ

άξιον και δίκαιον ξάνθη δράμα καβάλα
άξιον και δίκαιον ξάνθη δράμα καβάλαάξιον και δίκαιον ξάνθη δράμα καβάλα
άξιον και δίκαιον ξάνθη δράμα καβάλα
dakekavalas
 
Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ JAMES JOYCE - ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΡΠΟΥΖΟΣ
Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ JAMES JOYCE - ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΡΠΟΥΖΟΣΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ JAMES JOYCE - ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΡΠΟΥΖΟΣ
Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ JAMES JOYCE - ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΡΠΟΥΖΟΣ
alexis karpouzos
 
Peter Βrown, η μελέτη της αρχαιότητας.
Peter Βrown, η μελέτη της αρχαιότητας.Peter Βrown, η μελέτη της αρχαιότητας.
Peter Βrown, η μελέτη της αρχαιότητας.
nikantoniadou
 
Μαθητές με μειωμένη όραση, Λογοτεχνία Α Λυκείου
Μαθητές με μειωμένη όραση, Λογοτεχνία Α Λυκείου Μαθητές με μειωμένη όραση, Λογοτεχνία Α Λυκείου
Μαθητές με μειωμένη όραση, Λογοτεχνία Α Λυκείου
Eugenia Spetsiotou-Melliou
 

Similar to ΠΛΑΤΩΝ (20)

ΜΕΓΑΛΕΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΕΣ
ΜΕΓΑΛΕΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΕΣΜΕΓΑΛΕΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΕΣ
ΜΕΓΑΛΕΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΕΣ
 
Kupdf.net
Kupdf.net  Kupdf.net
Kupdf.net
 
Παράλληλα κείμενα για το κείμενο του Α. Λασκαράτου, Ο κακός μαθητής
Παράλληλα κείμενα για το κείμενο του Α. Λασκαράτου, Ο κακός μαθητήςΠαράλληλα κείμενα για το κείμενο του Α. Λασκαράτου, Ο κακός μαθητής
Παράλληλα κείμενα για το κείμενο του Α. Λασκαράτου, Ο κακός μαθητής
 
Παραδείγματα στους Τρόπους Πειθούς
Παραδείγματα στους Τρόπους ΠειθούςΠαραδείγματα στους Τρόπους Πειθούς
Παραδείγματα στους Τρόπους Πειθούς
 
Αρχαία Ιστορία Α΄Λυκείου
Αρχαία Ιστορία Α΄ΛυκείουΑρχαία Ιστορία Α΄Λυκείου
Αρχαία Ιστορία Α΄Λυκείου
 
Συνοπτικη αναπτυξη του «προβληματος του κακου στο αστρικο πεδιο» μερος πρωτο
Συνοπτικη αναπτυξη του «προβληματος του κακου στο αστρικο πεδιο» μερος πρωτοΣυνοπτικη αναπτυξη του «προβληματος του κακου στο αστρικο πεδιο» μερος πρωτο
Συνοπτικη αναπτυξη του «προβληματος του κακου στο αστρικο πεδιο» μερος πρωτο
 
Filosofikos logos-g-likeiou-al-alexandridis-ekdoseis-schooltime.gr-2014
Filosofikos logos-g-likeiou-al-alexandridis-ekdoseis-schooltime.gr-2014Filosofikos logos-g-likeiou-al-alexandridis-ekdoseis-schooltime.gr-2014
Filosofikos logos-g-likeiou-al-alexandridis-ekdoseis-schooltime.gr-2014
 
Σελιδες του Γιωργου Ιωαννου
Σελιδες του Γιωργου ΙωαννουΣελιδες του Γιωργου Ιωαννου
Σελιδες του Γιωργου Ιωαννου
 
G Jerez -La enseñanza del griego en Bizancio.
G Jerez -La enseñanza del griego en Bizancio.G Jerez -La enseñanza del griego en Bizancio.
G Jerez -La enseñanza del griego en Bizancio.
 
Kάτι θα γίνει, θα δεις
Kάτι θα γίνει, θα δειςKάτι θα γίνει, θα δεις
Kάτι θα γίνει, θα δεις
 
Κλασικός πολιτισμός
Κλασικός πολιτισμόςΚλασικός πολιτισμός
Κλασικός πολιτισμός
 
Διονύσιος Σολωμός"Κρητικός"
Διονύσιος Σολωμός"Κρητικός"Διονύσιος Σολωμός"Κρητικός"
Διονύσιος Σολωμός"Κρητικός"
 
άξιον και δίκαιον ξάνθη δράμα καβάλα
άξιον και δίκαιον ξάνθη δράμα καβάλαάξιον και δίκαιον ξάνθη δράμα καβάλα
άξιον και δίκαιον ξάνθη δράμα καβάλα
 
Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ JAMES JOYCE - ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΡΠΟΥΖΟΣ
Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ JAMES JOYCE - ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΡΠΟΥΖΟΣΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ JAMES JOYCE - ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΡΠΟΥΖΟΣ
Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ JAMES JOYCE - ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΡΠΟΥΖΟΣ
 
Θουκυδίδης "Περικλέους Επιτάφιος" Γ' Λυκείου: Εισαγωγή, Ερωτήσεις & Απαντήσει...
Θουκυδίδης "Περικλέους Επιτάφιος" Γ' Λυκείου: Εισαγωγή, Ερωτήσεις & Απαντήσει...Θουκυδίδης "Περικλέους Επιτάφιος" Γ' Λυκείου: Εισαγωγή, Ερωτήσεις & Απαντήσει...
Θουκυδίδης "Περικλέους Επιτάφιος" Γ' Λυκείου: Εισαγωγή, Ερωτήσεις & Απαντήσει...
 
Peter Βrown, η μελέτη της αρχαιότητας.
Peter Βrown, η μελέτη της αρχαιότητας.Peter Βrown, η μελέτη της αρχαιότητας.
Peter Βrown, η μελέτη της αρχαιότητας.
 
Μαθητές με μειωμένη όραση, Λογοτεχνία Α Λυκείου
Μαθητές με μειωμένη όραση, Λογοτεχνία Α Λυκείου Μαθητές με μειωμένη όραση, Λογοτεχνία Α Λυκείου
Μαθητές με μειωμένη όραση, Λογοτεχνία Α Λυκείου
 
αναγεννηση και ανθρωπισμος
αναγεννηση και ανθρωπισμοςαναγεννηση και ανθρωπισμος
αναγεννηση και ανθρωπισμος
 
Ορθολογισμός (ρασιοναλισμός)
Ορθολογισμός (ρασιοναλισμός)Ορθολογισμός (ρασιοναλισμός)
Ορθολογισμός (ρασιοναλισμός)
 
Παρουσίαση-κριτική, Φύλλο εργασίας
Παρουσίαση-κριτική, Φύλλο εργασίαςΠαρουσίαση-κριτική, Φύλλο εργασίας
Παρουσίαση-κριτική, Φύλλο εργασίας
 

More from magikdo edu

More from magikdo edu (15)

Magik EDU - Map -cyprus
 Magik EDU -  Map  -cyprus Magik EDU -  Map  -cyprus
Magik EDU - Map -cyprus
 
Magik edu- Map= calcuta
 Magik edu- Map= calcuta Magik edu- Map= calcuta
Magik edu- Map= calcuta
 
Magik EDU - Map = barcelona
Magik EDU -  Map  = barcelonaMagik EDU -  Map  = barcelona
Magik EDU - Map = barcelona
 
Magik EDU - Map -zagreb
Magik EDU -  Map   -zagrebMagik EDU -  Map   -zagreb
Magik EDU - Map -zagreb
 
Magik EDU - Map urugouay
 Magik EDU -  Map  urugouay Magik EDU -  Map  urugouay
Magik EDU - Map urugouay
 
Magik EDU - Map rio
 Magik EDU -  Map   rio Magik EDU -  Map   rio
Magik EDU - Map rio
 
Magik EDU - Map odisos
 Magik EDU -  Map    odisos Magik EDU -  Map    odisos
Magik EDU - Map odisos
 
Magik EDU - Map new dlhi
 Magik EDU -  Map   new dlhi Magik EDU -  Map   new dlhi
Magik EDU - Map new dlhi
 
Magik EDU - Map manilla
 Magik EDU -  Map   manilla Magik EDU -  Map   manilla
Magik EDU - Map manilla
 
Magik EDU - Map krakobia
 Magik EDU -  Map  krakobia Magik EDU -  Map  krakobia
Magik EDU - Map krakobia
 
Magik EDU - Map bangok
 Magik EDU -  Map   bangok Magik EDU -  Map   bangok
Magik EDU - Map bangok
 
MAGIKDO EDU- Stella
MAGIKDO EDU- StellaMAGIKDO EDU- Stella
MAGIKDO EDU- Stella
 
MAGIKDO EDU- To vivlio tou fotografou
MAGIKDO EDU- To vivlio tou fotografouMAGIKDO EDU- To vivlio tou fotografou
MAGIKDO EDU- To vivlio tou fotografou
 
MAGIKDO EDU- To senario
MAGIKDO EDU- To senarioMAGIKDO EDU- To senario
MAGIKDO EDU- To senario
 
1 resume
1  resume1  resume
1 resume
 

Recently uploaded

Recently uploaded (20)

YlhEikastikaB-2324.pdf. 56th Junior High School of Athens.
YlhEikastikaB-2324.pdf. 56th Junior High School of Athens.YlhEikastikaB-2324.pdf. 56th Junior High School of Athens.
YlhEikastikaB-2324.pdf. 56th Junior High School of Athens.
 
ΑΡΧΕΙΟ ΜΕ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑ για ΣΧΟΛΙΚΗ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ.pdf
ΑΡΧΕΙΟ ΜΕ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑ για ΣΧΟΛΙΚΗ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ.pdfΑΡΧΕΙΟ ΜΕ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑ για ΣΧΟΛΙΚΗ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ.pdf
ΑΡΧΕΙΟ ΜΕ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑ για ΣΧΟΛΙΚΗ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ.pdf
 
ΣΧΟΛΙΚΗ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ: Μέθοδος Επίλυσης Συγκρούσεων Συνομιλήκων
ΣΧΟΛΙΚΗ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ: Μέθοδος Επίλυσης Συγκρούσεων ΣυνομιλήκωνΣΧΟΛΙΚΗ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ: Μέθοδος Επίλυσης Συγκρούσεων Συνομιλήκων
ΣΧΟΛΙΚΗ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ: Μέθοδος Επίλυσης Συγκρούσεων Συνομιλήκων
 
Παρουσίαση του κεφαλαίου ΕΞΕΛΙΞΗ της Β ΛΥΚΕΙΟΥ
Παρουσίαση του κεφαλαίου ΕΞΕΛΙΞΗ της Β ΛΥΚΕΙΟΥΠαρουσίαση του κεφαλαίου ΕΞΕΛΙΞΗ της Β ΛΥΚΕΙΟΥ
Παρουσίαση του κεφαλαίου ΕΞΕΛΙΞΗ της Β ΛΥΚΕΙΟΥ
 
Αγαπώ τη φιλαναγνωσία (1).pdfΦΥΛΛΑ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ-ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ
Αγαπώ τη φιλαναγνωσία (1).pdfΦΥΛΛΑ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ-ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣΑγαπώ τη φιλαναγνωσία (1).pdfΦΥΛΛΑ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ-ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ
Αγαπώ τη φιλαναγνωσία (1).pdfΦΥΛΛΑ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ-ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ
 
Εκπαιδευτική επίσκεψη στο Μουσείο Δελφών.pdf
Εκπαιδευτική επίσκεψη στο Μουσείο Δελφών.pdfΕκπαιδευτική επίσκεψη στο Μουσείο Δελφών.pdf
Εκπαιδευτική επίσκεψη στο Μουσείο Δελφών.pdf
 
Εκπαιδευτική επίσκεψη στο Μουσείο της Ακρόπολης.pptx
Εκπαιδευτική επίσκεψη στο Μουσείο της Ακρόπολης.pptxΕκπαιδευτική επίσκεψη στο Μουσείο της Ακρόπολης.pptx
Εκπαιδευτική επίσκεψη στο Μουσείο της Ακρόπολης.pptx
 
YlhEnglishA-2324.pdf. 56th Junior High School of Athens.
YlhEnglishA-2324.pdf. 56th Junior High School of Athens.YlhEnglishA-2324.pdf. 56th Junior High School of Athens.
YlhEnglishA-2324.pdf. 56th Junior High School of Athens.
 
Μαθαίνω ποια είναι τα γεωμετρικά σχήματα
Μαθαίνω ποια είναι τα γεωμετρικά σχήματαΜαθαίνω ποια είναι τα γεωμετρικά σχήματα
Μαθαίνω ποια είναι τα γεωμετρικά σχήματα
 
Κ. Π. Καβάφης, Όσο μπορείς _ κείμενο & σχόλια_1.pdf
Κ. Π. Καβάφης, Όσο μπορείς _ κείμενο & σχόλια_1.pdfΚ. Π. Καβάφης, Όσο μπορείς _ κείμενο & σχόλια_1.pdf
Κ. Π. Καβάφης, Όσο μπορείς _ κείμενο & σχόλια_1.pdf
 
PANELLINIES 2024 EKTHESI NEA ELLINIKA EPAL
PANELLINIES 2024 EKTHESI NEA ELLINIKA EPALPANELLINIES 2024 EKTHESI NEA ELLINIKA EPAL
PANELLINIES 2024 EKTHESI NEA ELLINIKA EPAL
 
Κυριτσοπούλου Εβελίνα, ΑΡΧΙΖΕ Μ΄ΕΜΑΣ, βιβλ-ση.pptx
Κυριτσοπούλου Εβελίνα, ΑΡΧΙΖΕ Μ΄ΕΜΑΣ, βιβλ-ση.pptxΚυριτσοπούλου Εβελίνα, ΑΡΧΙΖΕ Μ΄ΕΜΑΣ, βιβλ-ση.pptx
Κυριτσοπούλου Εβελίνα, ΑΡΧΙΖΕ Μ΄ΕΜΑΣ, βιβλ-ση.pptx
 
Panelllinies 2024 ekthesi nea ellinika.pdf
Panelllinies 2024 ekthesi nea ellinika.pdfPanelllinies 2024 ekthesi nea ellinika.pdf
Panelllinies 2024 ekthesi nea ellinika.pdf
 
Το βιβλιο του μηδέν.pdf για Α τάξη -μαθηματικά-αριθμός
Το βιβλιο του μηδέν.pdf για Α τάξη -μαθηματικά-αριθμόςΤο βιβλιο του μηδέν.pdf για Α τάξη -μαθηματικά-αριθμός
Το βιβλιο του μηδέν.pdf για Α τάξη -μαθηματικά-αριθμός
 
Όαση ειρήνης
Όαση                                ειρήνηςΌαση                                ειρήνης
Όαση ειρήνης
 
Ενημέρωση για την Ενδοσχολική Βία και το Άγχος.pptx
Ενημέρωση για την Ενδοσχολική Βία και το Άγχος.pptxΕνημέρωση για την Ενδοσχολική Βία και το Άγχος.pptx
Ενημέρωση για την Ενδοσχολική Βία και το Άγχος.pptx
 
Ποιήματα και εικαστικές δημιουργίες με θέμα τη θάλασσα
Ποιήματα και εικαστικές δημιουργίες με θέμα τη θάλασσαΠοιήματα και εικαστικές δημιουργίες με θέμα τη θάλασσα
Ποιήματα και εικαστικές δημιουργίες με θέμα τη θάλασσα
 
Το θέμα που έπεσε στην Έκθεση στα ΕΠΑΛ και ολα τα θέμα στα Νέα Ελληνικά
Το θέμα που έπεσε στην Έκθεση στα ΕΠΑΛ και ολα τα θέμα στα Νέα ΕλληνικάΤο θέμα που έπεσε στην Έκθεση στα ΕΠΑΛ και ολα τα θέμα στα Νέα Ελληνικά
Το θέμα που έπεσε στην Έκθεση στα ΕΠΑΛ και ολα τα θέμα στα Νέα Ελληνικά
 
ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΑΛ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ 2024
ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΑΛ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ 2024ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΑΛ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ 2024
ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΑΛ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ 2024
 
ΥΛΙΚΟ για Σχολική Διαμεσολάβηση Οκτώβριος 2023-Μάιος 2024
ΥΛΙΚΟ για Σχολική Διαμεσολάβηση Οκτώβριος 2023-Μάιος 2024ΥΛΙΚΟ για Σχολική Διαμεσολάβηση Οκτώβριος 2023-Μάιος 2024
ΥΛΙΚΟ για Σχολική Διαμεσολάβηση Οκτώβριος 2023-Μάιος 2024
 

ΠΛΑΤΩΝ

  • 1. Η Ζ Ω Η Κ Α Ι Η Σ Κ Ε Τ Η Τ Ο Υ JULES CHAIX-RUY ΚαΟηγητού Πανεπιστημίου Γκρενόμπλ - Νίκαιας Mr.r«><|ΐ|></■·.11: Λ11. VVll NIIL
  • 3. Ε Ι Σ Α Γ Ω Γ Η Λέν έπιχειρούμε σ' αύτό τό έργο νά δώσουμε στο·!»; αναγνώστες μας καμιά καινούρια ερμηνεία τής φιλοσοφίας τοΰ Πλάτωνα. Α­ κόμα κι αν .τεριοριστοΰμε μονάχα στά τελευταία πενήντα χρονιά., θά δούμε δτι έγιναν τόσο πολλές έρευνες, τόσο πολλές υποθέσεις προτάθηκαν ώστε δέ μπορεί κανένας νά διανοηθεί πώς θά είχε νά προσφέρει στή συζήτηση στοιχεία πού ν’ αποτελούν ένδείξεις ή υπο­ δείξεις πρωτότυπες. Αύτό δέν σημαίνει πώς δλα τά μυστήρια εξι­ χνιάστηκαν, όλες οί δυσκολίες ξεπεράστηκαν. Ίσω ς, μάλιστα, δέν υπάρχει φιλόσοφος πού νά παραμένει γιά μάς, ακόμα, περισσότερο άγνωστος άπό τόν Πλάτωνα. Μήπως κατάφερε, άλήθεια, κανείς νά ξεχωρίσει, τί μέσα στό πλατωνικό έργο αποτελεί προσφορά τού Σωκράτη; Ή μέθοδος βέβαια, ή μαιευτική κι ή ειρωνεία πού, κατά τά λεγόμενα τόσο τών αντιπάλων του όσο και τών φίλων του. ό Σω­ κράτης χρησιμοποιούσε κατά τρόπο επιδέξιο, μερικές φορές μά­ λιστα εξοργιστικό. Μά τί έχει νά πεϊ κανείς γιά τό ίδιο τό βάθος τής θεωρίας; Οί δύο μορφές τού Δασκάλου καί τού μαθητή συγχω­ νεύονται τόσο στενά, ώστε ;ιάς είναι σχεδόν αδύνατο νά ξεχωρί­ σουμε τά χαρακτηριστικά τού καθενός. Γιά νά βρίσουμε άκριβώς τις χρονολογίες τών διαλόγων, ζήτη|ΐα πάνω στό όποιο μονάχα σέ γε­ νικές γραμμές υπάρχει συμφωνία, θά έπρεπε νά ξεμπλέξουμε αύτό άκριβώς τό κουβάρι, νά φωτίσουμε αύτό τό αίνιγμα. Κάθε στιγμή ό Π λάτωνας κρύβεται πίσω άπ’ τό Σωκράτη χωρίς νά μπορούμε νά θέσουμε, ά|ΐεσα σ’ αύτόν. τά έρωτήματά μας. ’Έτσι μάς άπο- μένει νά γυρέψουμε τό δρόμο μας ανάμεσα σέ δύο άντίθετες θέσεις: 5
  • 4. τή θέση των AJ2. TATLOR καί J. BURNET1πού υποβιβάζει τό συγγραφέα μας στο ρόλο ένός ευσυνείδητου σχολιαστή καί τή θέση τού Ε. DUPREEL12πού σχεδόν θεωρεί τό Σωκράτη 2να φιλολογικό επινόημα δημιουργημένο καί μεγενθυμενο υπέρμετρα γιά να δοθεί ή μάχη ένάντια στους ςενοφερμένους σοφιστές. Κατά τήν άποψη του BURNET, μονάχα υστέρα άπ' τόν «Φαίδωνα» καί τήν «Πολιτεία , ό Πλάτωνας προχωράει σέ προσωπική δημιουργία: ώς τότε κυρί­ αρχη φροντίδα του φαίνεται νά ήταν ή αποκατάσταση του Σωκράτη, τό νά δείξει στους συμπολίτες του, πού είχαν μπλεχτεί σ’ έναν άδικο καί παράτολμο πόλεμο, τί έγκλημα καί τί τραγικό λάθος είχαν βια- πράςει μέ τό νά καταδικάσουν σέ θάνατο έναν δίκαιο καί σοφό, τόν πιό ικανό απ' όποιονδήποτε άλλο νά τούς διδάξει καί νά τούς καθο­ δηγήσει. Αντίθετα, κατά τή γνώμη τού DUPREEL ό Σωκράτης οφείλει στόν Πλάτωνα —καί μάλιστα απ' τούς πρώτους - πρώτους κιόλας διαλόγους— τή στερεότητα καί τόν πλούτο τής διδασκα­ λίας του. "Ηδη άπ’ τόν «Χαρμίδη» καί τόν «Γοργία», έμφανίζονται πρωτότυπα θέματα, πού ποτέ ένας Σωκράτης, πλασματικός μάλλον παρά πραγματικός, όέν ανακάλυψε. Γιά νά πούμε τήν αλήθεια — καί παρά τή λεπτή κι επιδέξια επιχειρηματολογία τού DUPREEL — εμείς κλίνουμε μάλλον πρός τά συμπεράσματα των BURNET καί T.VTLOR. Βέβαια οί μαρτυρίες τού Ξενοφώντα3 καί τού Πλά­ τωνα, σ’ ο,τι αφορά τόν Σωκράτη, δέν συμπίπτουν, παρά μόνο εν 1. Βλ. -τή βιβλιογραφία, -τό τέλος, αναφορά ατά Ιργα τους. ’Ιδιαίτε­ ρα τού ΤΑΓΙ.ΟΚ: VAR1A SOCRATICA», καί «PLATO, THE MAX AXD HIS WORK . τον BURNET: «Ή χαραυγή τής έλλ. φιλοσοφίας» καί «Πλα­ τωνισμός . . 2. Ε. DUPREEL: «Ό θρύλος τοΟ Σωκράτη κι ο! πηγές τού Πλάτωνα». Γιά τόν Πλάτωνά γράφει: «Υπήρξε ένας Ιξοχος συγγραφέας πού τό γραφτό τον έργο κάλυπτε Ολόκληρη τήν ύπαρξη... άξιοποιώντας τά διδάγματα τοΟ παρελθόντος χωρίς καμιά φροντίδα γιά θεωρητική ένότητα, έπειδή θεωρού­ σε δλες τίς θεωρίες, ώς γενικολογίες, ώς άντίπαλες θέσεις, έπιχειρήματα, ευφυολογήματα, ποιητικές έκφράσεις... ευρήματα γιά τήν ήγεμονική φαν­ τασία του καί πετυχαίνοντας έτσι, σέ ανταμοιβή τοϋ μόχθου του, νά άνα- γνωριστεϊ σάν ό μεγαλύτερος πεξογράφος δλων τών έποχών» (σελ. 427). ΙΙρβλ. μιά ένδιαφέρουσα παρουσίαση πού έκανε ό Μ. CARTERON στή «RE­ VUE PHII.OSOPHIQUE» 1923, τεύχη 7 καί 8. 3. .1. LUCCION1; «ΟΙ πολιτικές ιδέες τοΟ ΙΙλάτωνα». 6
  • 5. μέρει, καί δέν έχουμε κανένα σοβαρό λόγο, έκτο; άπ’ τις ενδείξεις πού μάς δίνει καμιά φορά δ ’Αριστοτέλης, νά προτιμήσουμε, χωρίς κάποια επιφύλαξη, τή μιά ή τήν άλλη έκδοχή. 'Ωστόσο οί μαρτυ­ ρίες αυτές συμπίπτουν στά ουσιώδη σημεία: στην τόσο άσυνήθιστη φυσιογνωμία τού Σωκράτη, γιά παράδειγμα, πού συχνά τον παρο­ μοιάζανε μέ Σειληνό. Ή ασχήμια του ήταν παροιμιακή καί δέν ύ- πάρχει καμιά άμφιβολία πώς συχνά κοροΐδευε ό ίδιος τον εαυτό του. Στή σειρά μαθημάτων πού έκανε στό Μεσογειακό Κέντρο — καί πού άτυχώς έμεινε ημιτελής— ό πατήρ AUGUSTE 7ALEN- SIN4 τόν ξαναζωντανεύει μπροστά στά μάτια μας. Τόν βλέπουμε νά πηγαινοέρχεται στά στενά δρομάκια τής ’Αθήνας, ρωτώντας ά- κούραστα. καί διδάσκοντας ένώ έκανε πώς διδασκόταν, τάχα, δ ίδιος —· ένας άμετανόητος λογάς πού πολλοί θάπρεπε νά τοστριβαν μόλις έβλεπαν τή μορφή του νά σκιαγραφεΐται στην έπιφάνεια κάποιου τοίχου. Βέβαια τόν θαύμαζαν γιά τό θάρρος του στόν πόλεμο, αλλά υποπτεύονταν αύτή τή φιλομάθεια πού τόν έσπρωχνε νά συνανα­ στρέφεται περισσότερο τούς νέους παρά τούς συνομηλίκους του. ’Ανα­ ρωτιόνταν τί τάχα νά περίμενε άπ’ αύτούς καί σχόλια κυκλοφο­ ρούσαν σέ βάρος του πού ή συμπεριφορά του ή γεμάτη υπονοούμενα μάλλον τά έπιβεβαίωνε. Ό πατήρ VALENSIN προσθέτει πώς, θδμοιαζε τού VERLAINE, μέ τό φαλακρό του μέτωπο, τήν ιτλα- κουτσωτή μύτη του, τό όισταχτικό του βάδισμα, μά ένός Βερλαίν απείραχτου άπ' τό πιοτό. Δέν ήταν τάχα έκπληκτικό νά τόν άκούς νά έγκωμιάζει τήν εγκράτεια στή διάρκεια συμποσίων όπου τά κρασιά σερβίρονταν αφειδώλευτα στούς ξαπλωμένους στά ανάκλιν­ τρα συνδαιτημόνες. πού δέν αργούσαν νά χαθούν μές στήν κατα­ χνιά τού μεθυσιού, κι άκόμα πιό έκπληκτικό νά τόν βλέπεις νά ση­ κώνεται όταν κι δ τελευταίος συνομιλητής του σώπαινε νικημένος χωρίς τίποτα σ' αυτόν νά προδίνει τό παραμικρό παραστράτημα; Νά ποιός ήταν έκείνος δ άνθρωπος πού δλοι οί ’Αθηναίοι γνώριζαν κι όμως δέν έπαυαν ν’ αναρωτιούνται γι’ αύτόν. Γιά άλλους ήταν ένα άκακο γεροντάκι, πού θάπρεπε νά τ’ άφήσουν ήσυχο στις χί- μαιρές του. ένώ γιά άλλους ήταν ένας έπικίνδυνος ρήτορας καί έπι- τήδειος δημαγωγός. "Οσοι τόν γνώριζαν καλύτερα έβλεπαν πόσο 4. A. VALENSIN; ‘Ματιές στόν... Πλάτωνα. Πασκάλ».
  • 6. ήταν ικανός να ανυψώνεται ώς την υπέρτατη σοφία καί νά βρίσκε: σέ ασήμαντα περιστατικά τής καθημερινής ζωής την ευκαιρία νά ορίζει τις πιό υψηλές αρετές. Σ’ ένα κείμενο των «’Απομνημονευ­ μάτων» ό Ξενοφώντας, απόλυτα σύμφωνος αυτή τη φορά ;u τον ΙΙλάτωνα, λέει γιά τον Σωκράτη: «Πάντα στοχαζόταν τά ανθρώπινα καί πάσχιζε νά οιακρινε. τί είναι ευσεβές καί τί ασεβές, ο,τι είναι δίκαιο καί δ,τι άδικο, τί σύνεση καί τί μωρία, τί είναι πράξη θάρρους καί τί βιαιοπρα­ γία. τί είναι πολιτεία καί τί πολιτικός, τί κυβέρνηση */α *τί κυ­ βερνήτης»3. Μήπως ό ΙΙλάτωνας απομακρύνθηκε ποτέ άπο αύτό τό πλαίσιο έκτος, χωρίς αμφιβολία, απ' όσο του χρειαζόταν για νά τό πλατύνει, καθώς τό άπαιτούσε μιά όλο καί μεγαλύτερη προσπάθεια συστημα- τοποίησης; Λεν ακολουθούσε τή ροηιαλέα χαραγμένη απ τό δά­ σκαλο γραμμή όταν βλέποντας ένα γραφτό τού Διονύσιου τού νεώ- τερου πού διατεινόταν πώς εκθέτει τις ιδέες του μουσαφίρη του, τη φιλοσοφία του, πού βεβαίωνε ότι τή γνώριζε τέλεια —ή άγνοια και ή άγυρτεία πάνε πάντα συντροφιά— δήλωνε πώς ποτέ δεν θά τού ερχότανε στο νού νά εκθέσει τή φιλοσοφία του σ' ένα βιβκιο; Γιατί r, φιλοσοφία παρέμεινε γι' αυτόν απλώς μιά έρευνα πού δέν τελει­ ώνει ποτέ, καί πού κατά τή διεξαγωγή της ρωτάει κανείς τούς άλ­ λους καί αναρωτιέται κι ό ίδιος μέ τήν πεποίθηση ότι τό πολύ πολύ πού μπορεί νά βγει απ' αυτό το περίγραμμα τού συζητου- μενου θέματος, είναι τό νά διακρίνει κάπως καλύτερα αύτά πού δέν ξέρει, νά εντοπίσει τό φως τού αληθινού μέσω τής5 5. Ή ίδια παρατήρηση άναφέρεται απ' τό LUCCIONI: «Στή διάρκεια τής συνομιλίας του μέ τό Σωκράτη, ό Ίσόμαχος δηλώνει πώς εκπαιδεύει ό ίδιος τούς αρχιεργάτες του στήν τέχνη νά διευθύνουν καί προσθέτει πώς ε ί­ ναι τόσο άπλό πράγμα πού Ισως ό Σωκράτης θά τδ περιγελάσει. Κι ό Σο>- κράτης τού απαντά ότι δέν είναι αύτά αστεία πράγματα, για τί εκείνος πού γίνεται ικανός νά διευθύνει τούς άνθρώπους, αύτός μπορεί σίγουρα να διδάξει στούς άνθρώπους να είναι καλοί αφέντες κι έκεΐνος πού μπορεί νά δι­ δάξει στούς άνθρώπους νά είναι καλοί αφέντες, μπορεί νά δημιουργήσει τό ίδιο καλούς βασιλιάδες». (Οικονομικός. Ι Γ '. 5 ). 8
  • 7. συνεχώς καλύτερα διατασσόμ^νης σκιερότητας του άληθοφαγοδς6. Να γιατί δέν πρέπει ν' ανήσυχου;ιε υπερβολικά για τις δισταχτι- κβτητες, τις ξαφνικές αναδιπλώσεις, ακόμα καί για τις αντιφάσεις πού συσσωρεύονται στή διάρκεια τής συζήτησης. Αληθινά δ Σω- κράτης είχε εκπαιδεύσει έναν ξεχωριστό μαθητή. Του είχε δώσει νά καταλάβει πώς ή μέθοδος όταν προχωράει σέ βάθος δημιουργεί μιά θεωρία, αλλά μιά θεωρία πού πάντα στηρίζεται σέ υποθέσεις, έτσι που κάθε αποκτώμενο άποτέλεσμα δχι μόνο απέχει πολύ απ' τό νά είναι συμπέρασμα, άλλα αποτελεί απλώς άφετηρία γιά μιά πιό έξαντλημένη ερευνά. Π ροβληματικισμος θά μάς πουν ίσως, αλλά μέ την έννοια πώς τό αντικείμενό του είναι τόσο ψηλά τοπο­ θετημένο ώστε γιά νά τό πλησιάσει κανείς χρειάζεται νά κάνει εφόρμηση κάθε στιγμή. Εφόρμηση πού, όταν διακόπτεται, μάς άπομακούνει τόσο απ' τό αντικείμενο, ώστε γιά νά τό ίαναδούμε πρέπει νά ςαναπιάσουμε πάλι άπ' την αρχή. Μιά τέτοια στάση δέν μπορούσε παρά νά προκαλεΐ δυσπιστία καί καχυποψία. Ό Σωκρά­ της ό ίδιος το ένοιωθε καλά, αν πάρουμε ύπ' όψη μας αύτά πού ό ΙΙλάτιονας τον βάζει νά λέει κατά την απολογία πρός τούς δικαστές του: τί νά σκεφτείς. πράγματι, γιά κάποιον πού παρουσιάζεται τόσο αλλιώτικος απ' τούς άλλους, πού επαγγέλλεται μιά σοφία στηριγ- μένη. κατά κάποιο- τρόπο, σέ έρωτηματικά, πού Ομολογεί πώς οέν ξέρει αυτό πού οί άλλοι θά περίμενανΓ ί νά διδαχτούν άπό έκεινον; Τό νά κάνει τόσες συζητήσεις, νά έπιστ:ρατεύει τόσα έπιχειρήματα μόνο καί μό.νο γιά νά άποόείξει ότι δέν ξέρει τίποτα — ά>,λά. του- λάχιστόν, κι έδώ διαφέρει άπ' τούς άλλους, ότι ξέρει ;τώς δέν ξέρει! — δέ·ν είναι σάν νά παρ'θυσιάζεται στούς μέν σάν Ενα:; άστείο; άνθρωπος πού βρίσκεται «στά σύννεφα», καί στούς άλλους σάν ενα έπικινδυνο :τνεύμα πού κάτω απ' τις κ:^ροϊδιές του κρύβει άνατρε- πτικες ιοεες. περιγελάει τους συμπολίτες του κι ακόμα περισσότερό τούς θεούς προστάτες τής Πόλης: Έτσι άναγνωρίζει 6 Σιυκράτη: Η. Βλ. την Ζ Ε πιστολή που θά χρησιμοποιούμε συχνά. Παρατήρησαν μερικέ; φορές μέ έκπληξη, πώς μόνο οί Νόμοι», πού ή μαρτυρία του ’Αρι­ στοτέλη εμποδίζει νά αμφισβητήσουμε τή γνησιότητά τους, είναι σ’ αύτή τή διδακτική αφήγηση πού δεν συμπαθούσε β Πλάτωνας. Λογαριάζουμε λοιπόν σάν πιθανό πώς γράφτηκε ύστερα από τό τελευταίο ταξίδι στή Σικελία σάν απάντηση στό προκλητικό γραφτό τού Διονύσιου. 9
  • 8. ήταν ικανός να ανυψώνεται ώς την υπέρτατη σοφία καί νά βρίσκε: σέ ασήμαντα περιστατικά τής καθημερινής ζωής την ευκαιρία νά ορίζει τις πιό υψηλές αρετές. Σ’ ένα κείμενο των «’Απομνημονευ­ μάτων» ό Ξενοφώντας, απόλυτα σύμφωνος αυτή τη φορά ;u τον ΙΙλάτωνα, λέει γιά τον Σωκράτη: «Πάντα στοχαζόταν τά ανθρώπινα καί πάσχιζε νά οιακρινε. τί είναι ευσεβές καί τί ασεβές, ο,τι είναι δίκαιο καί δ,τι άδικο, τί σύνεση καί τί μωρία, τί είναι πράξη θάρρους καί τί βιαιοπρα­ γία. τί είναι πολιτεία καί τί πολιτικός, τί κυβέρνηση */α *τί κυ­ βερνήτης»3. Μήπως ό ΙΙλάτωνας απομακρύνθηκε ποτέ άπο αύτό τό πλαίσιο έκτος, χωρίς αμφιβολία, απ' όσο του χρειαζόταν για νά τό πλατύνει, καθώς τό άπαιτούσε μιά όλο καί μεγαλύτερη προσπάθεια συστημα- τοποίησης; Λεν ακολουθούσε τή ροηιαλέα χαραγμένη απ τό δά­ σκαλο γραμμή όταν βλέποντας ένα γραφτό τού Διονύσιου τού νεώ- τερου πού διατεινόταν πώς εκθέτει τις ιδέες του μουσαφίρη του, τη φιλοσοφία του, πού βεβαίωνε ότι τή γνώριζε τέλεια —ή άγνοια και ή άγυρτεία πάνε πάντα συντροφιά— δήλωνε πώς ποτέ δεν θά τού ερχότανε στο νού νά εκθέσει τή φιλοσοφία του σ' ένα βιβκιο; Γιατί r, φιλοσοφία παρέμεινε γι' αυτόν απλώς μιά έρευνα πού δέν τελει­ ώνει ποτέ, καί πού κατά τή διεξαγωγή της ρωτάει κανείς τούς άλ­ λους καί αναρωτιέται κι ό ίδιος μέ τήν πεποίθηση ότι τό πολύ πολύ πού μπορεί νά βγει απ' αυτό το περίγραμμα τού συζητου- μενου θέματος, είναι τό νά διακρίνει κάπως καλύτερα αύτά πού δέν ξέρει, νά εντοπίσει τό φως τού αληθινού μέσω τής5 5. Ή ίδια παρατήρηση άναφέρεται απ' τό LUCCIONI: «Στή διάρκεια τής συνομιλίας του μέ τό Σωκράτη, ό Ίσόμαχος δηλώνει πώς εκπαιδεύει ό ίδιος τούς αρχιεργάτες του στήν τέχνη νά διευθύνουν καί προσθέτει πώς ε ί­ ναι τόσο άπλό πράγμα πού Ισως ό Σωκράτης θά τδ περιγελάσει. Κι ό Σο>- κράτης τού απαντά ότι δέν είναι αύτά αστεία πράγματα, για τί εκείνος πού γίνεται ικανός νά διευθύνει τούς άνθρώπους, αύτός μπορεί σίγουρα να διδάξει στούς άνθρώπους να είναι καλοί αφέντες κι έκεΐνος πού μπορεί νά δι­ δάξει στούς άνθρώπους νά είναι καλοί αφέντες, μπορεί νά δημιουργήσει τό ίδιο καλούς βασιλιάδες». (Οικονομικός. Ι Γ '. 5 ). 8
  • 9. συνεχώς καλύτερα διατασσόμ^νης σκιερότητας του άληθοφαγοδς6. Να γιατί δέν πρέπει ν' ανήσυχου;ιε υπερβολικά για τις δισταχτι- κβτητες, τις ξαφνικές αναδιπλώσεις, ακόμα καί για τις αντιφάσεις πού συσσωρεύονται στή διάρκεια τής συζήτησης. Αληθινά δ Σω- κράτης είχε εκπαιδεύσει έναν ξεχωριστό μαθητή. Του είχε δώσει νά καταλάβει πώς ή μέθοδος όταν προχωράει σέ βάθος δημιουργεί μιά θεωρία, αλλά μιά θεωρία πού πάντα στηρίζεται σέ υποθέσεις, έτσι που κάθε αποκτώμενο άποτέλεσμα δχι μόνο απέχει πολύ απ' τό νά είναι συμπέρασμα, άλλα αποτελεί απλώς άφετηρία γιά μιά πιό έξαντλημένη ερευνά. Π ροβληματικισμος θά μάς πουν ίσως, αλλά μέ την έννοια πώς τό αντικείμενό του είναι τόσο ψηλά τοπο­ θετημένο ώστε γιά νά τό πλησιάσει κανείς χρειάζεται νά κάνει εφόρμηση κάθε στιγμή. Εφόρμηση πού, όταν διακόπτεται, μάς άπομακούνει τόσο απ' τό αντικείμενο, ώστε γιά νά τό ίαναδούμε πρέπει νά ςαναπιάσουμε πάλι άπ' την αρχή. Μιά τέτοια στάση δέν μπορούσε παρά νά προκαλεΐ δυσπιστία καί καχυποψία. Ό Σωκρά­ της ό ίδιος το ένοιωθε καλά, αν πάρουμε ύπ' όψη μας αύτά πού ό ΙΙλάτιονας τον βάζει νά λέει κατά την απολογία πρός τούς δικαστές του: τί νά σκεφτείς. πράγματι, γιά κάποιον πού παρουσιάζεται τόσο αλλιώτικος απ' τούς άλλους, πού επαγγέλλεται μιά σοφία στηριγ- μένη. κατά κάποιο- τρόπο, σέ έρωτηματικά, πού Ομολογεί πώς οέν ξέρει αυτό πού οί άλλοι θά περίμενανΓ ί νά διδαχτούν άπό έκεινον; Τό νά κάνει τόσες συζητήσεις, νά έπιστ:ρατεύει τόσα έπιχειρήματα μόνο καί μό.νο γιά νά άποόείξει ότι δέν ξέρει τίποτα — ά>,λά. του- λάχιστόν, κι έδώ διαφέρει άπ' τούς άλλους, ότι ξέρει ;τώς δέν ξέρει! — δέ·ν είναι σάν νά παρ'θυσιάζεται στούς μέν σάν Ενα:; άστείο; άνθρωπος πού βρίσκεται «στά σύννεφα», καί στούς άλλους σάν ενα έπικινδυνο :τνεύμα πού κάτω απ' τις κ:^ροϊδιές του κρύβει άνατρε- πτικες ιοεες. περιγελάει τους συμπολίτες του κι ακόμα περισσότερό τούς θεούς προστάτες τής Πόλης: Έτσι άναγνωρίζει 6 Σιυκράτη: Η. Βλ. την Ζ Ε πιστολή που θά χρησιμοποιούμε συχνά. Παρατήρησαν μερικέ; φορές μέ έκπληξη, πώς μόνο οί Νόμοι», πού ή μαρτυρία του ’Αρι­ στοτέλη εμποδίζει νά αμφισβητήσουμε τή γνησιότητά τους, είναι σ’ αύτή τή διδακτική αφήγηση πού δεν συμπαθούσε β Πλάτωνας. Λογαριάζουμε λοιπόν σάν πιθανό πώς γράφτηκε ύστερα από τό τελευταίο ταξίδι στή Σικελία σάν απάντηση στό προκλητικό γραφτό τού Διονύσιου. 9
  • 10. θά ήταν σάν θαύμα, σ’ αυτές τις συνθήκες, νά είμαι σέ θέση νά βγάλω άπ’ τά μυαλά σας σε τόσο λίγο χρόνο πού μοΰ οώ- σατε, μιά τόσο παραφουσκωμένη συκοφαντία»7. Λέν πρέπει λοιπόν νά περιμένουμε, τόσο γιά δ,τι ανήκει στόν ΙΙλάτωνα δσο καί γιά δ,τι ανήκει στό Σωκράτη, νά άποκαλύψουμε μιά κάποια συστηματική διδασκαλία πού θά γινόταν δλο καί πιο συνεκτική καί πού λίγο - λίγο ή αναζήτηση θά κυλούσε καί θά σταθεροποιόταν όπως ένα αύλάκι λάβας στό τέρμα τής διαδρομής του. Σ ’ δλη του τή ζωή ό Πλάτωνας θά βλέπει τή φιλοσοφία ως έρευνα — έρευνα πού ασταμάτητα ξαναρχίζει γιά νά ύπερνικηθοΰν ο: δυσκολίες πού δλο καί ξαναπαρουσιάζονται. Τό δίχως άλλο εκείνο πού αξίζει πριν άπ' ολα είναι το νά γνωρίζει κανείς τόν εαυτό του. ’Αλλά πώς νά φτάσει κανείς σ’ αυτήν τήν αυτογνωσία χωρίς νά έχει ξεχωρίσει άπό τί κράμα είναι φτιαγμένος, σέ τί έμπόδια σκοντάφτει ή ψυχή του, αυτή ή δεσπόζουσα άρχή, πού άπό τή μιά μεριά είναι δ ίδιος ό άνθρωπος κι άπό τήν άλλη προϋπάρχει τού άνθρώπου καί σάν τέτοια προορίζεται νά χει τή δική τη; μοίρα; Καί δέν πρέπει τάχα νά μάθει κανείς γρήγορα νά βρίζει καί νά δέχεται τήν ακριβή του θέση μέσα στήν ιεραρχία τών δντων που αποτελούν τό σόμπαν; Νά ξέρει άκόμα τις μεταβολές στις όποιες ΰπόκειται τό σόμπαν, τό πώς καί τό γιατί τό μέτρο πού ενυπάρχει σ’ αΰτβ έχει κλονιστεί καί άλλοιωθεΐ καί τό πώς θάναι στό κράτος, στήν υποδειγματική πολιτεία πού σχεδιάζει ένας ά/.λος καλλιτέχνης καί πού θά έχει ώς πρός τό σόμπαν τήν ίδια σχέση που έχει β μικρόκοσμος πρός τό μακρόκοσμο; Έτσι, άπό προσέγ­ γιση σέ προσέγγιση ή συζήτηση πλαταίνει καθώς ή κάθε δυσκολία διεγείρει μιαν άλλη. Τό νά θέτεις έρωτήματα γιά τόν άνθρωπο και τό νά καταπιάνεσαι μέ τήν άναζήτηση τού Είναι άποτελούν ένα και τό αυτό. ’Έτσι, λοιπόν, ή σωκρατική μαιευτική παρουσιάζεται κυρίως σάν μιά άλλη άφετηρία πού προσφέρεται στήν έξαντλητική % έρευνα τής έπιστημης καί τής σοφίας. Μπορούμε, τουλάχιστον, νά πούμε πώς αυτό τό πλάτεμα τών γωνιών θέασης οφείλεται μονάχα στον Πλάτωνα: Είναι άμφίβολο καί τούτο γιά πολλούς λόγους: 7. Απολογία τοδ Ιωκρί-.η, 19α. 10
  • 11. α) II ρώτα - πρώτα ξέρουμε ότι δ Σωκράτης προερχόταν άπ’ τή σχολή τού ’Αρχέλαου πού ήταν μέ τή σειρά του οπαδός τοΰ ’Αναξαγόρα. Νέος είχε συζητήσει μέ τόν Παρμενίδη. Καί στόν όμώνυμο διάλογο άναφέρονται συζητήσεις μέ τόν άρχηγό τής έλεα- τΐκής σχολής. Είναι βέβαιο πώς αύτές άποτέλεσαν τήν αφετηρία μιας έρευνας που θεληματικά τήν περιόρισε στό ήθικό πρόβλημα, είτε έπειδή έκρινε πώς κάθε λύση τού ευρύτερου ζητήματος τών σχέσεων Ενός καί Πολλαπλού θά ήταν άπατηλή, είτε επειδή Θεώ­ ρησε άναγκαΐο νά οριοθετήσει τή συζήτηση αποκλειστικά καί μόνο στις ’Ιδέες πού δέν επιδέχονται αμφισβήτηση καί πού άποτελοΰν αυθεντικές ’Αξίες89, είτε, ακόμα, έπειδή μέσα στήν αυξανόμενη σύγ­ χυση τών πνευμάτων, πού άκολούθησε τό θάνατο τού Περικλή στήν Αθήνα, έκρινε άπαραίτητο νά θυμίσει στους συμπατριώτες του τήν απόλυτη προτεραιότητα τής Γνώσης τής προσανατολισμένης στά πρακτικά θέματα. Ά πό έδώ ό ορισμός πού μάς προτείνεται στόν Π ρωταγόρα: «Κάνω θά πει πώς γνωρίζω ό,τι γίνεται, γνωρίζω θά πει πώς κάνω δ.τι γνωρίζεται». Άλλωστε, ήδη έμπαινε πάλι τό ίδιο πρόβλημα: Τό πέρασμα άπ’ τό "Ενα στό πολλαπλό. Στήν πραγματικότητα ή ’Αρετή είναι μία κι όμως άπ’ τόν ένα στόν άλλο παρουσιάζεται μέ διαφορετικές όψεις: στους μέν λέγεται θάρρος, στους άλλους σύνεση καί στήν πολιτεία δικαιοσύνη. Πώς νά καταδειχτει ότι σ’ αυτό ακριβώς βρίσκονται οί ρίζες τής κοινής Σοφίας κι οτι δέν είναι δυνατό νά εφαρμόζει κανείς τή μιά όψη άν δέν είναι σέ θέση νά εφαρμόζει καί τις άλλες; ’Ιδιαίτερα δέν θάπρεπε ν’ αποφεύγουμε νά παρουσιά­ ζουμε τήν πολιτική σάν τέχνη ξέχωρη άπ’ τήν ηθική, άφοΰ όταν ξεχωρίζει, δέν είναι πιά τίποτ’ άλλο, παρά ψέμα καί χαμέρπεια’ : ’Έτσι οί άπόψεις τής έλεατικής σχολής έξακολουθοϋσαν ν’ άπο- 8. Πρόκειται γιά δύο σημεία πού βα εξετάσουμε στό Ζ' κεφ. δπου άνα- φερόμαστε στους τρείς πολυσυζητημένους διαλόγους: τό Σοφιστή, τόν Παρ­ μενίδη, τό Θεαίτητο. 9. Βλ. τήν ανάλυση τοΰ Γοργία, άναμφίβολα τό βασικό διάλογο τή; σω­ κρατικής περιόδου, κεφ. Γ'. 11
  • 12. τελούν τή βάση τών αντιλήψεων τού Σωκράτη πάνω στην ήθική καί οέν είναι παράδοξο πού ό Πλάτωνας, ξεκινώντας άπ’ αυτές, ξαναβρέθηκε πολύ γρήγορα έ;ιπρδς στο βασικό πρόβλημα τών σχέ- σειον τού Ενός καί τού IIολλαπλού, τού Είναι καί τού μή Είναι, τού Ταυτόσημου καί τού Διάφορου, τού “Ομοιου καί τού ’Ανόμοιου. Ή καμπή πού θά τόν οδηγούσε άπό τό μέτρο, τό σύμφυτο μέ όλες τις αρετές, στούς άριθμούς, ήταν κιόλας παρούσα στούς πρώτους του διαλογισμούς. ’Αμέσως μετά τό θάνατο τού δασκάλου του, θά πάει στά Μέγαρα νά άναθαρρέψει κοντά σ’ εκείνους πού είχαν γνω­ ρίσει τό Σο)κράτη νέο' ύστερα θά πάει στις πιό παλιές πηγές τής επιστήμης, στήν Αίγυπτο. β) “Αν υπάρχει ένας διάλογος γιά τόν όποιο δέν μπορούμε ν’ αμφισβητήσουμε τό οτι εκφράζει τις θέσεις τού Σωκράτη, αυτός είναι το δίχως άλλο ό «Φαίδωνος». Παρακολουθώντας τή σημαν­ τική αύτή συζήτηση, διακρίνουμε ταυτόχρονα τόσο τή βαθύτητα τής έπιρροής πού έξασκούσε ό Σωκράτης στήν όμάδα τών φίλων πού ήρθαν νά τόν ρωτήσουνε μέσα στή φυλακή του -—καταπλη­ κτικό. άλήθεια, αύτή ή παρηγοριά πού ζητάνε άπό ΙκεΙνον πού θά πεθάνει αυτοί πού θά ζήσουν!— δσο καί τήν ποιότητα τής αγάπης τού Πλάτωνα ό όποιος παραστάθηκε στή δίκη όχι όμως καί στις τελευταίες στιγμές τού δασκάλου του. Τήν παρουσία τού προτιμη- μένου μαθητή, δέν τήν διακρίνουμε παρά ανάμεσα άπό λίγες γραμ­ μές τής ’Απολογίας, τόσο πολύ φρόντιζε ό Πλάτωνας νά μείνει άπα- ρατήρητος! Αφού άναφέρθηκε στήν πασίγνωστη φτώχεια του γιά νά βρίσει σέ μιά μνά τό άστεΐο ύψος τού πρόστιμου πού πρότεινε στούς δικαστές του, ό Σωκράτης επανέρχεται — σίγουρα ύστερα άπό κάποια σύντομη σύσκεψη μέ τούς φίλους του— καί προσθέτει: •Παρόλα αυτά, ’Αθηναίοι, ό Πλάτωνας πού παρευρίσκεται ό­ πως κι β Κοιτώνα, ό Κριτόδουλος κι ό ’Απολλόδωρος μού λένε νά ορίσω αυτό τό πρόστΐ[ΐο σέ τριάντα μνές πού έγγυούνται προ­ σωπικά τήν πληρωμή τους. Αύτό είναι τό ποσό τού πρόστιμου πού καταδικάζω τόν έαυτό μου καί οί εγγυητές μου θά ’ναι ά- πέναντί σας υπόλογοι γιά τήν καταβολή του»10. 10. ’Απολογία τοί Σωκράτη, 31α. 12
  • 13. Ά ραγε ό ΙΙλάτωνας ήταν άρρωστος όταν ήρθε ή ώρα νά πιει ό Σωκράτης τό κώνειο ή του Ιλειψε τό κουράγιο νά παρασταθεί στις τελευταίες στιγμές τού Δίκαιου; ’Ή μήπως είχε προνοητικά αύτοεξοριστεί; (Σάν νά μου φαίνεται πώς είναι ή πιθανότερη υπό­ θεση) . "Οπως καί νά ’ναι οέν τόν βρίσκουμε στό κελί όπου πρό­ κειται νά πεθάνει τόσο απλά ό Σωκράτης. Κι ωστόσο, υστέρα άπό είκοσι τέσσερεις αιώνες, ή αφήγηση αυτού τού αποχωρισμού μάς συγκινεϊ σάν νά παρευρισκόμασταν κι έμείς οι ίόιοι: τόσο ζωντανή είναι ή προσωπογραφία πού μάς προσφέρεται, τόσο ήχοϋν στ’ αυτιά μας τά στερνά λόγια πού πρόφερε ό Σωκράτης. Καμιά αμφιβολία γιά τό ότι ό Πλάτωνας άποθησαύρισε καί τά παραμικρά ψήγματα ένός θησαυρού γιά νά τά φυλάξει στή θύμησή του έτσι πού αύτό τό φέγγος νά τόν φωτίζει ώς τό τέλος τής ζωής του. Γιατί ακόμη κι άν παραμένει κάποια εικοτολογία στις άποοείξεις πού μάς προτείνει ό Σωκράτης περί τής αθανασίας τής ψυχής μας — εικοτολογία πού πρέπει νά ξεπεράσσυμε μ’ ένα γητευτικό συνέπαρμα, έκτός άν είχα­ με τήν τύχη νά μπαρκάρου^ιε σέ θεϊκό πλεούμενο11 — δέν άπομένει καμιά αμφιβολία γιά τό ποιός είναι αύτόπτης μάρτυρας αυτής τής γαλήνιας Αναχώρησης. Επειδή ή τέχνη τού αφηγητή προσθέτει στά γεγονότα μόνο ο,τι τά προσδιορίζει καλύτερα — ακριβώς όπως ή ικανότητα τού ζωγράφου τονίζει τό φώς μέ τό περίγραμμα καί μέ τήν διάταξη τών σκιών, άντιλαμβανό;εαστε θαυμάσια ότι τό στα­ διακό σταμάτημα τών φυσιολογικών λειτουργιών τού οργανισμού πού παρακολουθούμε, οέν μπορεί νά αφορά τήν ψυχή πού άποτρα- βιέται καί περνάει αντίπερα: στόν αόρατο κόσμο στόν όποιο ανή­ κει καί τού όποιου τό πλησίασμα φανέρωνε. "Ετσι μάς προσφέρεται ή μοναδική τελειωτική Απόδειξη πού περιμέναμε καί που έλπίζα- με νά μάς δοθεί όπως τήν περίμεναν καί τήν έλπιζαν ό Φαίδωνος, c Σιμμίας, ό Κέβης πού έμεναν έπί τόσο πολύ χρόνο σαστισμένοι. Κάθε στιγμή, μιά λέξη, ένας χρωματισμός τής φωνής, μιά ενδει­ κτική χειρονομία, μάς έγγυούνται τήν αυθεντικότητα τής σκηνής — μιάς άπ’ τις κορυφαίες βεβαίως στιγμές στήν ιστορία τής ανθρωπό­ τητας. Καί ανακαλύπτουμε πώς αύτό γιά τό όποιο έπρόκειτο ήταν Ακριβώς τούτη ή παρουσία, μέσα στόν άνθρωπο, τού κριτηρίου τής11 11. Βλ. κειρ· ΣΤ' Αφιερωμένο ατό Φαίδωνα. 13
  • 14. αναλογίας, τού μέτρου πού, δσο είναι έπιτυχημένα, τού επιτρέπουν να υψώνεται πάνω άπδ τδ ρεύμα τού γίγνεσθαι καί νά έκφράζει κρίσεις οικουμενικά έγκυρες. Αύτδ ακριβώς άποκαλύφτηκε στδν II λάτωνα κατά τή διάρκεια τής πρώτης του συνομιλίας μέ τδ Σω­ κράτη. Έχοντας πιστέψει δσα σφαλερά λέγονταν, πήγε νά μάθει άπδ τδ Σωκράτη μέ ποιά μέσα θά μπορούσε ν’ άποκτήσει τήν έξου- σία πού φιλοδοξούσε κάθε νέος άπό άρχοντική γενιά. Καί νά πού δ Σωκράτης τού έδωσε νά καταλάβει πώς αύτδ πού γύρευε, αύτδ πού επιδίωκε ν' άποκτήσει πίσω απ' τδ λαμπερό έκεΐνον άντικατο- πτρισμό, ήταν ακριβώς ή γνώση τού ίδιου τού εαυτού του, ή ισορ­ ροπία πού είναι ή φρόνηση, ή αίσθηση τών άνολογιών πού είναι ή δικαιοσύνη, χωρίς τά όποια δέν μπορεί κανείς νά έχει αξιώσεις νά καθοδηγήσει τούς άλλους. Όποιος έχει σάν μόνο στόχο του τδ νά κάνει τούς άλλους σκλάβους του, νά τούς «άλλοτριώσει» πρδς τδ συμφέρον του — καί γιά πολλούς ή πολιτική δέν έχει άλλο λόγο ύπαρξης — δέν μπορεί, βέβαια, παρά νά βλέπει αύτδν εδώ τδ Σω­ κράτη σάν έχθρό. Τί μπορούσαν νά περιμένουν άπδ έναν σχολαστι­ κό πού είχε τήν άξίωση νά καθοδηγήσει τά πνεύματα μέ τή φιλο­ σοφία; Ά σε πού ένας τέτοιος άνθρωπος μπορεί νά έκρυβε μυστι­ κές φιλοδοξίες! Νά γιατί δ Σωκράτης δέν είχε αύταπάτες σχετικά μέ τδ αποτέλεσμα τής υπεράσπισής του. θά τού χρειαζόταν νά δε­ χτεί νά ταπεινωθεί, νά πασχίσει νά τδν λυπηθούν, νά γεμίσει τδ δι­ καστήριο μέ όδυρμούς τών γυναικών καί τών παιδιών ή, όπως οί άλλοι, νά πουληθεί σέ κάποιον άφέντη.12 ’Αντίθετα, ό Σωκράτη; έστησε μέ τή σειρά του, ένα κατηγορητήριο. Ό κατηγορούμενος με­ τατρεπόταν σέ κατήγορο. "Ως τήν τελευταία στιγμή, έδινε μπροστά σ’ όλους τήν άπόδειξη πώς «δ καταδιωγμένος δίκαιος είναι πιδ εύτυχής άπ’ τδν άδικο πού θριαμβεύει»' άκριβώς γιατί δποιος στη­ ρίζει τήν έξουσία του πάνω στήν αδικία, έχει έπίγνωση πώς είναι αξιοκαταφρόνητος. Στήν «’Απολογία» δ Σωκράτης μάς άποχαιρετά γιά πρώτη φορά κι δ Πλάτωνας μάς άναφέρει τά τελευταία του λό­ για πρδς τούς δικαστές, χωρίς νά τούς ξεχωρίζει: 12. θίγεται τό πρόβλημα τί,ς Αλλοτρίωσης' δέν είναι δποχρέωση οδτε της «πολίτικης», οδτε της «οικονομίας» νΑ τδ λύσει. 14
  • 15. «Τώρα όμως ώρα νά πηγαίνουμε, εγώ γιά νά πεθάνω καί σείς γιά νά ζήσετε. ΙΙοιός άπό μάς πηγαίνει στό καλύτερο, κανέ­ νας δέν τό ξέρει, παρά μόνο ό θεός»13. Στά παραπάνω λόγια βρίσκεται ακριβώς αυτό πού έλεγε ό Σω­ κράτης, πώς δηλαδή σέ κάθε διαβεβαίωση υπάρχει κάποια αβε­ βαιότητα. ’Αλλά, πρόσθετε πώς, μιά τέτοια αβεβαιότητα δέν έ­ πρεπε νά λογαριάζεται στόν προγραμματισμό τής ζωής μας. "Ο,τι καί νά συμβαίνει μέ τήν ψυχή, γιά νά μή χάσουμε τήν αύτοεκτί- μησή μας πρέπει νά παραμένει καθένας πιστός στήν κλίση του καί σέ κάθε περίπτωση νά διατηρεί τήν αυτοκυριαρχία του. Τό πολύ σάν τοΰ έρχότανε κάποια αμφιβολία ρωτούσε τό μαντείο ή τό εσω­ τερικό του δαιμόνιο πού τόν πληροφορούσε. Γιατί ή σοφία κατε­ βαίνει σέ βάθη πού δέν τά φωτίζει τό λογικό. Σκεπτικισμός; Κα­ θόλου, τό αντίθετο μάλιστα άπ’ ο,τι δίδασκαν οί σοφιστές δταν πί­ στευαν δτι ή αλήθεια πρέπει νά βρίσκεται έκεί πού συναντιούνται ενα κινούμενο αντικείμενο καί Ινα υποκείμενο πού παρασύρεται άπό τό ρεύμα τού χρόνου' έτσι πού κάθε διαβεβαίωση ήταν ήδη λαθε­ μένη, άπ’ τήν ίδια τή στιγμή πού άπαγγελλόταν. Γιατί κατά τόν Σωκράτη — καί μέ άκόμη ριζικότερο τρόπο μετά άπ’ αύτόν κατά τόν Πλάτωνα— τό ζήτημα είναι ν’ άνυψώνεται ό άνθρωπος, ώθού- μενος άπό μιάν δρμή πού συμπαρασέρνει δλο τό είναι, χάρη σέ μιά ασταμάτητη ανταλλαγή ανάμεσα στή σκέψη καί τήν πράξη, ως ε­ κείνο τόν κύκλο πέρα άπ’ τόν όποιο άποκαλύπτεται ένας σταθερός κόσμος, όπου τό μάτι άντικρύζει τις άναλλοίο>τες ουσίες, αύτές ά- κριβώς τις ουσίες μέ τις όποιες συνδέεται μέ στενό δεσμό συγγέ­ νειας ή ψυχή. Μά, άν είναι έτσι, τότε δέν είναι ολοφάνερο δτι μάς προσφέρο- νται δυο καινούργιοι λόγοι γιά ν’ αποδώσουμε στό Σωκράτη, οχι ίσως τή θεωρία τών ’Ιδεών, άλλά τήν άρχική θέση στοχασμού πά­ νω στήν όποια στηρίζεται ή θεωρία. Εξηγούμαι: θά προκαλούσε κατάπληξη τό δτι μέσα σ’ ενα διάλογο δπσυ παίρνει μέρος δ Σω­ κράτης — τόσο ζωντανά ώστε ή παρουσία του είναι σχεδόν χειρο­ πιαστή— νά έβαζε ό Πλάτωνας προσωπικές του άντιλήψεις καί 13. ’Απολογία τοΰ Σωκράτη, τέλος. 15
  • 16. νά αναμίγνυε αυτά πού σκεφτόταν ό ίδιος μέ τήν ύστατη οtoαχή τού δασκάλου του. Κάτι τέτοιο θά τόν έκανε ένοχο άνυπόφορης ά- πιστίας, απαράδεκτης σέ τέτοια στιγμή. Εξάλλου, οποίος στοχά­ ζεται πάνω στή φύση τής ψυχής — άν θέλει νά τήν άπαλλάξει άπό τις διακυμάνσεις τού αισθητού — πρέπει νά τή σχηματίζει μέ τις νοητές πραγματικότητες πού κάποτε αναδύονται άπ’ τδ μισοσκό­ ταδο γιά νά ξαναπαρουσιαστοϋν έμπρός της καί νά τήν άνακαλέ- σουν άπ’ τή μακρινή έξορία της. Βέβαια τίποτα δέν θά ήταν πιδ ξένο στβ έλληνικδ πνεύμα άπ’ τήν ιδέα μιάς δημιουργίας ex nihilo (έκ τού μηδενός) τής ψυχής καί τού κόσμου άπό Ινα τέλειο "Ον. Ό νούς* τού ’Αναξαγόρα βάζει τάξη σέ Ινα χάος πού κατά Ινα μέ­ ρος δέν ύπόκειται στήν κυριαρχία του. Ό ’Αριστοτέλης έξάλλου παρατηρούσε, πώς ύστερα άπ’ αύτή τήν άναφορά του σέ μιά άρχι- τεκτονούσα διάνοια, ό ’Αναξαγόρας εσπευσε νά ξαναγυρίσει σέ μιά μηχανιστική ερμηνεία τού σύμπαντος. Τό ίδιο κι έγώ δέν έχω ά- ναρωτηθεΐ λιγότερο συχνά όσον άφορά τήν έκταση τού χώρου πού έρεύνησε ό Σωκράτης — λέγω ό Σωκράτης κι όχι ό Πλάτωνας, πού τόν βλέπουμε πολύ γρήγορα νά έπανέρχεται στις άπόψεις τών πυθαγορείων σχετικά μέ τήν ψυχή καί τόν κόσμο. ”ί2ς πού έφτασαν ο; προειδοποιήσεις τού έσωτερικοΰ του δαιμόνιου καί οί αποκαλύψεις πού τού γίνονταν; Αύτό τό εσωτερικό δαιμόνιο στέκεται μιά αφορμή παραπάνω γιά νά τόν βλέπουν μέ δυσπιστία οί συμπολίτες του που αναρωτιούνταν μήπως επικοινωνούσε μέ άλλους θεούς. Ή άθεία του υπήρξε, όπως είναι γνωστό, τό κύριο επιχείρημα τού κατηγορητη­ ρίου. Γι’ αυτόν σέ κάθε περίπτωση «ή ψυχή έρχεται άπ’ αλλού»14, καί Ιςαρτάται άπ’ τήν ίδια νά γυρίσει ξανά σ’ αύτό τό «άλλου», πού είναι ό τόπος τής προέλευσής της. Αύτές αναμφίβολα είναι οί δυο αποκαλύψεις που ό Πλάτωνας χρωστάει στο Σωκράτη: μιά ψυχή πού κατοικεί μέσα ,στον άνθρωπο καί βρίσκεται μέσα στο σώμα δπως σέ φυλακή' σ’ αύτή τήν ψυχή απευθύνεται ή φιλοσοφία. ’Έτσι, ή φιλοσοφία *δέν είναι μόνο επιστημονική έρευνα μά καί άσκηση καθαρμού, είναι «διαπαιδαγώγηση». Μολαταύτα, φτάνοντας σ’ αύτό τό ύψος ή σωκρατική σκέψη δέν μπορούσε νά παραμείνει έκεϊ. Γιατί ο! άλήθειες πού άποκάλ.υπτε έγγράφονταν σ’ Ινα πολιτιστικό πλαίσιο 14. Αύτές τις εκφράσεις χρησιμοποιεί δ Ν. Μπερντιάγεφ. 16
  • 17. πού τήν προσανατόλιζε καί τής καθόριζε καί τά όριά της. Αύτή ή σκέψη σχετίζεται μέ τό ινδικό θέμα τού «Κάρ|ΐΛ (KHARMA) δη­ λαδή τών διαδοχικών μετενσαρκώσεων, μιας ψυχής προοδεμένης στή οόδα τού χρόνου. Ώστοσο. αύτό τό θέμα πού τής έρχότανε άπό τήν Ανατολή, ή παραπάνω σκέψη τό υπέβαλε σέ μιά ριζική κάθαρση, σέ βαθμό πού νά φαντάζεται ότι οί ψυχές οί άποκαθαρμένες άπό τά μιάσματά τους, ήταν άληθινά άθάνατες. Ή άναπόληση μάς φέρνει στή θεωρία τών ’Ιδεών άφοϋ ύπήρξε τά βασικό στοιχείο κατάδειξης τής άθανασίας τής ψυχής. 'Αλλά ό Σωκράτης θά τήν άνέφερε μόνο παρεμπιπτόντως. Κατά τήν άποψή του το ζήτημα τής ψυχής παρέ- μεινε εξαρτημένο άπ’ τή λύση τού βασικού προβλήματος, δηλαδή τής ενεργού αύτογνωσίας μας. χωρίς τήν όποια δέν θά καταφέ­ ρουμε νά άποδεσμευτούμε άπ’ τά πάθη μας. Στόν Πλάτωνα τά ζή­ τημα θά πάρει τελείως διαφορετικές άναπτύξεις. Ά ν είναι έπιτρεπτό νά κάνουμε μερικές εικασίες, θά λέγαμε μάλιστα ότι σιγά - σιγά οί έκλεπτύνσεις τής διαλεκτικής άλλοίωσαν τήν εικόνα τού άνθρώπου καί — πού σημαίνει τό ίδιο— τήν εικόνα τής ψυχής, στήν οποίαν είχε άνυψωθεϊ ό Σωκράτης χάρη στήν προ­ σωπική ώθηση τής μεγαλοφυΐας του. Γιατί στό μέτρο πού ό Σωκρά­ της απομακρύνεται ήδη άπό τήν «Πολιτεία» όπου κατ’ άνάγκη τοπο­ θετούνται καί λύνονται προβλήματα πού είναι κατά διαφορετικό τρόπο περίπλοκα—- στό μέτρο πού ό ζωντανός καί χειροπιαστός Σω­ κράτης τής «’Απολογίας», τού «Αλκιβιάδη», τού «Χαρμίόη», καί τού «Φαίδωνα;— δηλαδή ως τό Σωκράτη πού είναι άκούραστος ερευνητής καί φοβερός είρωνας (πού ρητορεύει όταν τό καλεϊ ή πε­ ρίσταση άλλα ρητορεύει μέ τήν καλή έννοια τής λέξης) τών δυό διαλόγων πού έχουν τόν τίτλο «Ιππίας», τού «Πρωταγόρα* καί τού Γοργία* , αντικαθίσταται άπό ένα φάντασμα, άπό μιά σκιά, όλο καί περισσότερο ακαθάριστη, άπό συνήθεια βρίσκεται στό κέντρο μιας παρέας άπ’ τήν Οποία σχεδόν άπουσιάζει, ή θεωρία τών ιδεών αναπτύσσεται καί παίρνει τις προεκτάσεις πού συμβαίνει νά κάνουν τόν ίδιο τό δημιουργό της ν άνησυχεΐ. Στόν «Παρμενίδη» —περι­ ορίζομαι γιά τώρα σ’ αύτή τήν άναφορά— όπου ό Σωκράτης, έόώ δηλαδή ο Πλάτωνας, δέχεται —άπωθημένος ώς τά τελευταία του χαρακώματα άπό τήν επιχειρηματολογία τού Μεγάλου Έλεάτη— πώς χωρίς άμφιβολία, θά άξιζε καλύτερα νά παραδεχόμαστε σάν 2 17
  • 18. Ιδέες μονάχα το Δίκαιο, το 'Ωραίο καί το 'Αγαθό, αύτά δηλαδή πού άποκαλοϋσε Αξίες1*. Άλλα πώς να μή θελήσουμε να βρούμε μέσα στόν νοητό κόσμο κάτι πού νάναι ισοδύναμο μέ κάθε τί πού περιέχει ένα μόριο του είναι μέσα στον αισθητό κόσμο; Λυτό, βέ­ βαια, δέ γίνεται να μην μάς δημιουργήσει οπωσδήποτε αξεπέραστες δυσκολίες. Άλλα καί ή παραδοχή μιας άδιάρρηκτης ενότητας στούς κόλπους τής οποίας δεν μπορεί νά γεννηθεί καμιά πολλαπλότητα, μάς βάζει μπροστά σ' άλλες τό ίδιο αξεδιάλυτες δυσκολίες. Δεχό­ μενος σάν πολλές τις ’Ιδέες ό Πλάτωνας θά βρεθεί στη θέση νά άναζητά ενδιαμέσους άνάμεσα στό νοητό καί τόν αισθητό κόσμο κι ύστερα νά ένώσει στενά αύτά πού φαίνονταν πριν ασυμβίβαστα: τό αυτό καί το έτερον. Τελικά θά άνκρωτηθεί γιά την ίδια την ψυχή καί ήδη από την «Πολιτεία» άκόμα, θά έκφράσει τις όλο καί αυξα­ νόμενες αμφιβολίες του γύρο) άπό την απόλυτη απλότητά της. Τέλος καί στην άρετή, μοναδική καί άπλή στην άδιατάρακτη άρμονία της, τέτοια πού την έβλεπε ό Σωκράτης, θά διακρίνει ένα μείγμα. Βέ­ βαια άκόμα καί στά μπερδέματα αύτά οπού άναπόφευκτα οδηγείται, θά παραμείνει πιστός στό σεβαστό δάσκαλό του, μιας καί μέ τό νά αναρωτιέται ασταμάτητα, αισθάνεται άνικανοποίητος απ' τις λύσεις πού ό ίδιος πρότεινε καί ύποχρεώνεται σέ μιά ασίγαστη αύτοκρι- τική. Έτσι πού δλο του τό έργο θά μπορούσε νά φέρει σάν τίτλο τόν ί­ διο πού έδωσε στην αύτοβιογραφία του κι ό Μπενεντέτο Κρότσε: «Συμ βολή στην προσωπική μου κριτική». Πετυχημένα παρομοιάζεται μέ την τέχνη τής ύφανσης ή έντυπωση πού μάς δίνουν οί τελευταίοι διάλογοι: ασταμάτητα το υφάδι ξαναμπαίνει στον άργαλειό, αστα­ μάτητα ξετυλίγεται το χαλαρό διασίδι, χιορίς καί νά κατορθώνεται ποτέ οριστικά νά ύφανθεί τό σύνθετο πλέγμα των εικόνων καί των εννοιών. Σημαίνει τούτο ότι πρέπει νά ελαχιστοποιήσουμε το ρόλο καί τή σπουδαιότητα οϋ Πλάτωνα ύποβιβάζοντάς τον σέ έπίγονο του Σο)- κράτη καί νά θεωρήσουμε τό έργο του σάν είδος καζουϊστικής; Μα­ κριά άπό μάς κάθε τέτοια σκέψη. Α π ’ αυτή την έξερεύνηση του άλλου κόσμου τού όποιου τούς κινδύνους υπογράμμισε ό ίδιος ό15 15. Θλ αναπτύξουμε αργότερα αυτό τό 3ϊ,μείο, ουγκρίνοντας τήν αντινο­ μία του ΙΙαρμενίότ, κι εκείνες τής «Κριτικής τοϋ καθαροΟ λόγου», κεφ. θ '. 18
  • 19. άπότολμος θαλασσοπόρος, προκύπτει ένα διπλό όφελος: πρώτα ενα κέρδος στη μεθοδολογία, γιατί ή διαλεκτική πού υψώνεται άπό συλ­ λογισμό σέ συλλογισμό σπρωγμένη άπό μια δρμή διαφορετικής προ­ έλευσης, άφοϋ τροφοδοτείται απ' τις ίδιες τις πηγές του έρωτα, πη­ γαίνει πολύ πιο μακριά απ’ τη μαιευτική! Δέν πρόκειται πια μόνο νά στριμώςει τόν συνομιλητή του νά παραδεχτεί ότι ξέρει πολλά πράγματα πού νόμιζε πώς αγνοεί, μά κι ότι αγνοούσε πολλά άλλα πού πίστευε πώς ξέρει. Πρόκειται γιά την ύπερνίκηση τής μιας δυσκολίας μετά την άλλη, ή γιά νά έκφραστοϋμε δπο^ς ό SASI στην περίπτωση τού Πασκάλ, «νά πληγωθεί και νά καταςεσχιστεί απ’ όλα τά αγκάθια»16, καί μ’ αύτό τόν τρόπο γίνεται κανένας ικανός νά γλυτώσει απ’ τις αμφιβολίες πού ξεπερνιώνται ή μιά μετά την άλλη δείχνοντας έτσι πώς τίποτε δέν είναι αδύνατο στη σκέψη. IIιό σημαντικό άκόμα είναι τό θεωρητικό όφελος πού ή έρευνα αυτή μάς παρέχει, άφοϋ ή άκατασίγαστη άναζήτηση τού είναι πού γιά την επιτυχία της κινητοποιήθηκαν όλα, τόσο ή κρίση όσο κι ή διαί­ σθηση. ό μύθος κι ό συλλογισμός, ή εικόνα κι ή έννοια, μάς προμη­ θεύουν πολύτιμες πληροφορίες γιά έναν κόσμο πού νιώθουμε νά μάς περιβάλλει άπό παντού. Βέβαια ή λύση αυτών τών προβλημάτων καταλήγει σ’ ένα μυστήριο17 πού τελικά παραμένει γιά μάς άνεξε- ρεύνητο* δέν έχουμε μήτε πανιά μήτε πυξίδα γιά νά διακινδυνέ­ ψουμε σέ τέτοιο ώκεανό. Αλλά τί σημαντικές ανακαλύψεις στη δι­ άρκεια τού περιπετειώδους ταξιδιού! ΙΤριν άπό τόν ΙΙασκάλ. ο Πλά­ τωνας ανακάλυψε πώς ή ψυχή έχει τή δική της ζυγαριά, κι εφαρ­ μόζει τά δικά της μέτρα και σταθμά σ’ έναν αισθητό κόσμο ό όποιο: γιά κάποιο μυστηριώδη λόγο έχει απομακρυνθεί απ' αυτήν. Γιατί πώς θά μπορούσε νά συναγάγει το «σωστό» τών θεσμών πού βρί­ σκονται όλοι νά κινούνται μέσα στήν αδικία, αν μιά Ιδέα θεώμενη απ' αυτήν δέν τής έπέτρεπε νά τό ξεχωρίζει; Σε σημείο πού όπως παραδέχονται σήμερα οί ψυχίατροι, οί ψυχές μπορούν νά άρρωσταί- 16. ΙΙασκάλ: "Απαντα», Συνομιλία «ιέ τό SASI. 17. Χρωστάμε ‘/.άρε; στόν G. MARCEL πού προσήλωσε τήν προσοχή του σ9 αύτή τή γόνιμη διάκριση ανάμεσα στό «πρόβλημα» καί στό μυστήριο» πού πολύ σωστά ανεβάζει τήν προέλευσή τη; στό Σωκράτη* έπίσης, γίνεται φα­ νερό γιατί προτιμούσε να χαρακτηρίζει τή δική του φιλοσοφία μέ τό όνομα τού «νεοσωκρατισμοΰ». 19
  • 20. νουν άπ’ τήν αδικία' άν οέν καταφέρουν να υψωθούν πάνω απ’ αυ­ τήν καί να τήν ύφίστανται, χωρίς νά υποκύπτουν μπροστά της, όπο>ς τούς τό διδάσκει ό Σωκράτης, χάνονται καί περιπλανιούνται σέ φριχτές παραισθήσεις. ΙΙώς θά μπορούσε ή νοημοσύνη νά έφαρμόζει αυτούς τούς κανόνες — γιά τούς όποιους Ικανέ πρόσφατα λόγο ό LALANDE1*— στά έπιχειρήματα πού τής παρουσιάζουν, άν δέν είχε έξαρχής μπροστά της μιάν ’Ιδέα τής άλήθειας άπρόσβλητη άπό κάθε σκεπτικισμό, στην όποια νά άναφέρεται, έτσι ώστε κι όταν καμιά φορά ξεστρατίζει καί ψεύδεται νά μήν παύει ωστόσο, στά κατάβαθά της, νά λέει τό ψέμα μέ τό όνομά του; Σέ σημείο, έπίσης, πού ή άνησυχία μήπως άποκαλυφθεΐ τό ψέμα ν’ αποτελεί μιάν άπό τις ρίζες τής άποστροφής; Κι άκόμα τί πιό άληθινό άπ’ τη στενή σχέση πού υπάρχει άνάμεσα στό ψεύτικο, τό άσχημο καί τό άδικο άπ’ τή μιά μεριά καί τό άληθινό, τό όμορφο καί τό δίκαιο άπ’ τήν άλλη; Κι εδώ πάλι ή διάκριση οέν προηγείται τής έμπειρίας πού, ώς καί τό μικρό παιδί ξέρει μιά χαρά νά διακρίνει καί νά θαυ­ μάζει ένα όμορφο πρόσωπο, καί μάλιστα νά είναι ευαίσθητο άπέ- ναντι στή δεξιοτεχνία τού καλλιτέχνη — πού δέν λειτουργεί καί χωρίς κάποιο ξεγέλασμα— νά προβάλλει πιό έντονα τήν όμορφιά; Βέβαια αύτή τήν έξερεύνηση τού κόσμου των ουσιών τήν Οφείλουμε περισσότερο στον Πλάτωνα παρά στό Σωκράτη, γιατί ό δεύτερος περιόριζε τήν αναζήτησή του στή γνώση καί στήν εφαρμογή τού αγαθού. Λίγο μάς ένδιαφέρει πού οί υπερβολές τής επιχειρηματο­ λογία; τού Πλάτωνα καί ή έγνοια του γιά λογική συνοχή τον οδή­ γησαν νά καταφρονήσει σοβαρά πράγματα καί νά επινοήσει ένα ουτοπικό υπόδειγμα Πολιτείας διαμετρικά αντίθετης άπ' αυτές πού αργότερα ό ΑΕ FARABI θά τις άποκαλέσει πολιτείες τής πλάνης καί τής αμαρτίας1819. Τόν κατηγορούν ότι μέ τήν ΙΙολιτεία του κα­ τάντησε νά μάς προτείνει σάν ιδανικό τήν κυψέλη ή τήν μυρμηγκο- φωλιά. Δέν Ικανέ τίποτε περισσότερο άπ’ τό νά ακολουθεί ώς τις έσχατες συνέπειες της μιάν έμφυτη τάση τού Homo faber (’Αν­ θρώπου εργαλειοκατασκευαστή) . 'Ο τεχνοκράτης πού έκθειάζεται 18. 2τό Ή λογική καί ο! κανόνες». 19. Ό AL FARABI, πού άποκαλούσαν ό δεύτερος δάσκαλος, είναι άκό­ μα 6 συγγραφέας ενός Ιργου πάνω στή Διαφορά ανάμεσα στόν Πλάτωνα καί τόν ’Αριστοτέλη». 20
  • 21. σήμερα, καί πού δέν έχει πιά ώς δργανά του τήν έκμαιευτική ή τή διαλεκτική, άλλα τήν κυβερνητική καί τήν ήλεκτρονική, δέν πάει τάχα, γιά νά λέμε τήν αλήθεια, πολύ μακρύτερα πρός τήν κατεύ­ θυνση τής μηχανοποίησης τής IIόλης* πού μάς οικοδόμησε; Καί τί θάχουν νά κάνουν οί ποιητές μέσα «σ’ αύτδν τόν τελειότερο των κόσμων» πού θά τόν κυβερνά μιά αυστηρά λογική οργάνωση; Ό πατήρ AUGUSTE VALENSIN — θά συμβει νά τόν ξανα- συναντήσουμε κι άλλες φορές— είπε γι’ αυτή τήν πλατωνική φιλο­ σοφία δτι θά μπορούσε νά παρασταθεΐ όχι μέ μιά περιφέρεια κύκλου άλλά μέ μιάν έλλειψη. Διακρίνει σ’ αύτήν δυό έστίες: ή πρώτη, ή μεταφυσική καί στοχαστική έστία βρίσκεται κατά τή γνώμη του στό κέντρο τού «Φαίδωνα» έκεΐ οπού γιά πρώτη φορά, έκτίθεται — μέ τήν ευκαιρία των στοχασμών γιά τήν ψυχή20— ή θειυρίχ τών Ιδεών. Τήν δεύτερη, τήν κοινωνική καί πολιτική έστία, θά μπο­ ρούσαμε νά τή βρούμε— στήν «Πολιτεία» καί στούς «Νόμους», σ’ αύτό τό προγραμματικό σχέδιο μιάς ιδανικής πολιτείας όπου θά βασίλευε ή τέλεια τάξη καί θά ένυπήρχε ή θεϊκή αναλογία. Ευχαρίστως προσυπογράφω αυτή τήν άποψη, έπιφέροντάς της δμως μιά σημαντική τροποποίηση. 'Αν ή οιαχωριστική μας γραμμή έχει χαραχτεί μέ κάποια άκρίβεια — μιάς καί ή άρχική ύποβολή, τής θεωρίας τών 'Ιδεών άπ’ τήν άναπόληση, οφείλεται στόν Σω­ κράτη21, τότε, ή πρώτη έστία τής έλλειψης είναι ή ήθική διδα­ σκαλία πού περιέχεται στούς πρώτους διαλόγους καί πού, καθώς θά δούμε, στρέφεται κατά τών σοφιστών. Ά π ’ αύτή τήν άποψη, ή πρώτη έστία (ή ήθική, πολιτική καί κοινωνική — καί δχι ή μετα­ φυσική καί στοχαστική) βρίσκεται στό «Γοργία» τήν σπουδαιότητα τού όποιου συνήθιζε νά ύπενθυμίζει ό L. ROBIN22. Λυτή τή οιδα- 20. θ*ά έπιμείνουμε περισσότερο ο' αύτή τή σχέση ατό Ε' κεφάλαιο. 21. Έδώ, θά τό δούμε, τό βασικό επιχείρημα, ή δυσκολία πού μόνο ή θεωρία τής ανάμνησης έπιτρέπει νά λύσουμε είναι τό παράδοξο τής διδα­ σκαλίας. II ρέπει νά γνωρίζουμε κιόλας, κατά κάποιον τρόπο, αύτό πού μδς διδάσκουν, αλλιώς δέν θά καταλαβαίναμε έκεϊνον πού έπιχειρεϊ νά μδς δι­ δάξει. 22. Θειυρούμε παραδεκτή, τουλάχιστο στίς γενικές της γραμμές, τή χρονολόγηση των Διαλόγων πού έχει προταθεΐ. Ωστόσο νομίζουμε πώς πρώ­ τα γράφτηκε ή Απολογία (ίσως μ’ έξαίρεση μερικούς μικρούς διαλόγους). 21
  • 22. σκχλία ό Πλάτωνα; θέλησε νά τή συγκρατήσει καί νά τήν έκθετε·, στοχεύοντας σέ δυό έπιδιώξεις: α) νά δικαιώσει τδ δάσκαλό τον καί νά διευρύνει τή μέθοδό του23. ’Αλλά τδ νά ρωτά; γιά τήν άρετή, σημαίνει νά άναρωτιέσαι γιά σένα' τδν ίδιο, νά Ιπιχειρεΐς νά ξεχωρίσει; τι; αυθεντικέ; ’Αξίες, (δηλαδή τδ Δίκαιο, τδ ’Αληθινό, τδ Ωραίο καί τδ έσχατο καί κρυμμένο ’Αρχέτυπο: τδ Άγαθδ) άπδ τις «ύπαρξικές»24 αξίες πού είναι τδ χρήσιμο, τδ συμφέρον, ή από λαυση, οί δποίε; σημαδεύουν μιάν ύπαρξη παρασυρόμενη μέσα στή ροή τοΰ χρόνου. Σημαίνει, τέλος, νά επιχειρεί; νά ανακαλύψει; τήν προέλευση καί τδν προορισμό τή; αρχή; μέσω τή; οποίας αύτέ; οϊ αξίες είναι γνωστές: τήν ψυχή. Έτσι γύρω άπ’ αυτή τήν εστία περιστρέφονται οί διάλογοι στού; όποιου; είναι παρών δ Σο>κράτη;. άπδ τήν «’Απολογία» ώ; τδ «Φαίδωνα». Σ’ αυτούς παρακολουθούμε πραγματικά τδ Δάσκαλο, θαυμάζουμε τή χαμογελαστή καλοκα- γαθία του, τή διαρκή έπιείκειά του, τήν αφοσίωσή του σ’ δ,τι παρα­ μένει κι δχι στδ έφήμερο, πού θά τοΰ έπιτρέψει νά βεβαιώσει στδν «’Αλκιβιάδη» πώς είναι δ πραγματικός καί παλιός φίλος του. Συγ­ κινητική μαρτυρία όταν άναλογιστεί κανένα; τδν τρόπο πού πέθανε δ ’Αλκιβιάδης: «Γι’ αυτό τδ λόγο ήρθα σέ σένα, δχι γιατί σέ συμπαθούσα, σάν τούς άλλους, γιά τήν ό;ιορφιά σου πού ή λάμψη της θά φύγει' μά γιά τήν ψυχή σου νοιαζόμουνα, έτσι πού είμαι, έγώ, αύτδ; πού παραμένει κι δταν τδ σώμα χάσει τή δροσιά του. όταν οί άλλοι σκορπίσουν». ’Έτσι ήχεϊ ή ψυχή τού Σωκράτη. Πώς νά τήν μπερδέψει κα­ νείς μέ τήν ψυχή τοΰ Πλάτωνα25. Τδν παρακολουθούμε σ’ δλου; 23. Αύτδς δ στενός' δεσμός στή μέθοδο τή μαιευτική, πού πλαταίνει μέ­ χρι νά γίνει ή μέθοδος τής αύταπόδειξης πού χρησιμοποίησε καί προσδιόρι­ σε ακριβώς δ ifLONDEL, θά Οπογραμμιστεΐ πιδ συγκεκριμένα στά κατοπινά κεφάλαια δταν θά έρευνήσουμε τΐ είναι κατά τόν Πλάτωνα ή φιλοσοφία. 24. Προτείναμε αύτή τή διάκριση άνάμεσα σέ «Άξιες» καί «χρειώδη» — τά δεύτερα πού στοιχίζουν τδν δριζόντιο δρόμο μας μέσα στδ χρόνο πού πρέπει νά άγωνιστοδμε, οί πρώτες ποδ οδηγούν καί προσανατολίζουν τδ άνέ- βασμά μας. 25. Βλ. τήν προσπάθεια πού κάναμε νά τίς ξεχωρίσουμε, κεφ. Α*. 22
  • 23. αυτού; τοΰ; διαλόγου;, είτε συζητάει γιά τή σωφροσύνη μέ τδ Χαρ- μίδη, είτε για τήν άνδρεία μέ τδ Λάχη καί τδ Νικία, τδν ήττημένο τών Συρακουσών, είτε γιά τή δικαιοσύνη μέ τδ Γοργία. Ένώ δλοι καταγίνονται νά έξυπηρετήσουν τδ συμφέρον του; — ιδιαίτερα άνοι- χτομάτε; σ’ δ,τι τούς είναι συμφερτικδ καί κερδοφόρο— έκεϊνος στέκεται αδιάφορο; απέναντι σέ κάθε τι πού δέν είναι ή άλήθεια, ή δικαιοσύνη κι ή δμορφιά καί δέν άποζητά παρά νά βρει τρόπο νά φτάσει ένα Άγαθδ τόσο μακρινδ πού μοιάζει άπλησίαστο. ’Ανυπό­ φορο κουσούρι γιά δλου; αυτού; πού δέν είναι καθόλου γνήσιοι, γιατί μπροστά του, δ,τι λένε κι δ,τι κάνουν ήχεί ψεύτικα! Πώ; θά δέχονταν άτιμώρητα νά κριθοΰν άπ’ αύτδ τδ οιαπεραστικδ βλέμμα, νά ξεγυμνωθούν άπ’ αύτή τή γεμάτη ειρωνεία έκτίμηση: Αύτοί οί καλοί οΐκογενειάρχε;, πού μοναδική του; φροντίδα είχαν νά «άπο- καταστήσουν» καλά τά παιδιά τους, νά τά μάθουν πώ; νά πλου­ τίζουν, πώ; θά άνέχονταν νά έρχεται ένα; παιδαγωγδ; νά του; άποκαλύψει ή μάλλον νά τού; υπενθυμίσει —μιά; καί γι’ αυτά ή εικόνα τοΰ κόσμου τού «είναι» δέν έχει καταχωνιαστεί άκόμα κάτω άπδ τού; βρωμερού; ύπολογισμοΰ; τοϋ «έχειν»— πώ; δέν υπάρχει χειρότερη παοαμόρφιοση κι άσχήμια άπ’ αύτέ; πού γεννάει ή άδι- κία, χειρότερες άναστατώσεις άπ’ αύτέ; πού προκαλοΰνται άπδ τά πάθη; 'Οπωσδήποτε δέν είναι καί πολύ κολακευτικέ νά βλέπει; δτι σέ παρομοιάζουν μ’ Ινα τρύπιο βαρέλι! Μά μπορεί νά ειπωθεί πώ; τελικά ό Σωκράτη; άπομάκρυνε τδν άγαπημένο του μαθητή άπ’ τδν πραγματικό του δρόμο. Καί δέν θέλω καθόλου νά πώ γιά κείνο τδ δρόμο πού θά τδν οδηγούσε σέ κάποιο σπουδαίο δημόσιο άξίωμα, ούτε γιά κείνη τήν επιθυμία τής δόξα; πού ώ; ένα σημείο είναι θεμιτή σέ κείνου; πού νοιώθουν δτι είναι γεννημένοι γιά άρχηγοί, γιά «ντερβίσηδες» γιοι βασιλιά26. Γιατί υπάρχουν πολλοί τέτοιοι ψευτοντερβίσηδες, πολλοί τέτοιοι φαντασμένοι πού δέν διαθέτουν παρά κάποια «λογοδιάρροια», άρ- κετή γιά νά έξαπατοϋν τού; άμαθεϊς καί τούς άφελεΐς, δπως θά τδ πει δ Σωκράτης στδν Καλλικλή. Κι ύστερα είναι τόσο βολικό vijc ξεγελάς τδν εαυτό σου! Πόσο θλιβερή είναι ή κατάσταση αυτών 26. Πρόκειται, δπω; είναι γνωστό, γιά τδν δρο πού χρησιμοποιεί δ GO- BINEAU στδ μυθιστόρημά του «ΟΙ Πούλιες». 23
  • 24. πού έχουν συνηθίσει νά βρίσκονται στήν έξουσία* πάντα άπληστοι καί πάντα φιλύποπτοι, τρέμουν μή οοΰν νά χάνεται ο Αντικατοπτρι­ σμός πού τούς ξεγελά! "Οχι, οέν έπρόκειτο γιά κάτι τέτοιο. Μά ό δρόμος τού Πλάτωνα θά ήταν περισσότερο αυτό τό δεύτερο κέντρο θέαση;, αύτή ή δεύτερη έστΐα γύρω άπ’ τήν όποια πρόκειται νά περιστρέφονται δλο καί περισσότερο οί στοχασμοί του δταν ό Σω­ κράτης θά τόν έχει έγκαταλείψει στό τέλος ένός άθάνατου διαλό­ γου, δπου τόν βλέπουμε νά γαντζώνεται έναγώνια πάνω του. Καί ξαναβρίσκει τότε αυτό τό βασικό πρόβλημα πού δέν μπορούσε παρά νά πολιορκεί τούς Έλληνες έπειδή δέν τούς προσφερόταν καμιά αποκάλυψη γιά νά τό λύσουν, άφοΰ ή θρησκεία τους ήταν, όπως θ’ άρκοΰσε νά τό άποδείξει ό μύθος τής Άτλαντίδας, πρωταρχικά μιά θρησκεία τού κράτους καί οί θεοί τους, προστάτες - θεοί τών πόλεών τους: ό Ποσειόώνας γιά τήν Άτλαντίδα, γιά τήν ‘Αθήνα ό "Ηφαιστος καί ή Άθηνά. Ή δυστυχία πού τους βασάνιζε έχει τρεις μορφές: α) Μεταφυσικό κακό — σάν τέτοιο μιά έλλειψη τού είναι' πραγματικά ό κόσμος τέτοιος πού μάς φαίνεται, είναι Ινα μείγμα τού είναι καί τού μή είναι, όπου τά πάντα παρασύρονται σ’ έναν ασταμάτητο στρόβιλο σάν φύλλα στόν φθινοπωριάτικο άγέρα. κι όπου κάθε κρίση, άμέσως μόλις διατυπωθεί παύει νά είναι σωστή, άφοΰ άλλάζει τό άντικείμενο τού όποιου ισχυρίζεται κανείς ότι βε­ βαιώνει τήν ύπαρξη ή αποκαλύπτει τις ιδιότητες. β) ’Ηθικό κακό — μά τού όποιου οί Έλληνες δέν αποδίνουν τήν καταγωγή σ' ένα σφάλμα27 ή μάλλον, όπως καλά τό είδε ό Νίτσε, αύτό τό σφάλμα συνδέεται μέ τήν iota τήν ύπαρξη. Έ τσι, συναντάμε πάντα σ' αύτούς τις έκφράσεις «κάλλιο νά μήν είχε γεν­ νηθεί κανείς» ή «άγαποΰν οί θεοί όσους πεθαίνουν νέοι». Τελικά — κι έόώ βρίσκεται τό πιο παράδοξο— τό γεγονός ότι κανείς οέν μπορεί νά ισχυριστεί πώς υπήρξε ευτυχισμένος παρά μόνο τή στιγμή πού πεθαίνει, δηλαδή όταν παύει νά υπάρχει. Άκομη περισσότερο, μιά σταθερή ευτυχία άποτελεί άπειλή πού πρέπει κανείς επίμονα 27. θά ήταν μιά παρεξήγηση ιδιαίτερα σοβαρή νά Αποδώσουμε αύτή τήν προχριστιανική απήχηση στή σκέψη τοΟ Σωκράτη, έπειδή, γιά κείνον, δλα τά λάθη προέρχονται άπ.Ί άγνοια. 24
  • 25. νά τήν έξορκίσει μέ δώρα ατούς θεούς, όπως μάταια προσπάθησε νά τό κάνει ό Πολυκράτης. Ή περιπέτεια τού Αιώνα, πού δολοφονή­ θηκε τότε πού ετοιμαζόταν νά χαρεϊ τά κέρδη τής νίκης του. θά προσφέρει στόν ίδιο τόν ΙΙλάτωνα μιά ακόμη άπόδειξη. Δέν μπο­ ρούμε νά κάνουμε μεγάλα πράγματα ενάντια στήν Αναγκαιότητα, στήν Ανάγκη* όπου κι ό ίδιος ό Αίας δηλώνει στήν Ίλιάδα ότι ύποτάσσεται. γ) ’Αλλά τό κατ έξοχή σκάνδαλο, γιά τούς "Ελληνες, πού τόσο νοιάζονταν γιά τήν ομορφιά καί τις σωστές άναλογίες, ήταν ή φυσική ασχήμια, θεωρούσαν σκανδαλώδη τόν έρχομό «τεράτων» στόν κόσμο ή Ιστω καί μονάχα καθυστερημένων καί κακοδιαπλα- σμένων παιδιών. Αέν μαρτυρούν τάχα αύτά τήν παρουσία έκείνου πού 5 Πλάτωνα; θά τό άποκαλέσε; πρόσθετη, βοηθητική αίτια, ή τού άρχέγονου χάους πού υπέθεσε ό 'Αναξαγόρας καί πού δέν θά μπορέσει ποτέ νά δργανωθεί παρά μόνο μερικά. Ό ’Αριστοτέλης, άπό μέρους του, θά άναφέρει τήν άντίσταση μιας απείθαρχης ύλης στήν έπενέργεια τής μορφής*1*. Σκανδαλιζόμαστε όταν βλέπουμε τόν Πλάτωνα νά προτιμά τήν εξόντωση αυτών τών τερατών, αύτών τών κακοφτιαγμένων πλασμάτων πού προσβάλλουν τό αίτημά μας γιά νοημοσύνη καί έξαλλου αποτελούν ανώφελη επιβάρυνση γιά τήν πολιτεία. ’Αλλά πώς νά έκπλαγεΐ κανείς γιά μιά τέτοια άντίληψη, πού παρουσιάζεται άκόμα πιό ένισχυμένη στούς ’Αθηναίους, λογω τού παραδείγματος τής νικήτριας Σπάρτης, δταν σκεφτει πώς γιά μιά σκέψη πού θεωρεί τόν εαυτό της μέτρο γιά όλα τά πραγματα, δέν μπορεί νά υπάρχει πιό έκδηλος παραλογισμός άπό αύτά τά λάθη τής «φύσης». Χρειάζεται νά παρέμβει μιά άλλη Τάξη: ή τάξη τής Ευσπλαχνίας, γιά νά φωτιστούν τά σκοτάδια καί νά έμφα- νιστεί μιά αρχή επεξηγηματική. Μά τότε τοποθετούμαστε στήν χρι­ στιανική θέαση, πού είναι ξένη στό έλληνικό πνεύμα. "Ετσι παρουσιάζεται ή δεύτερη εστία τής πλατωνικής σκέψης. Αύο κόσμοι τής προσφέρονται: ένας κόσμος δομημένος σύμφωνα μέ τις απαιτήσεις τής σκέψης καί όλοκληρωτικά υποταγμένος στούς 28. Σχολιαστές τών Ελλήνων φιλοσόφων, οι μουσουλμάνοι φιλόσοφοι Hi πουν γιά τόν παρασυρμένο στήν πολλαπλότητα κόσμο πώς πάει άπό μό­ νος του ατό μηδέν. 25
  • 26. κανόνες τη;, κι ό κόσμος δπου μέσα του ζούμε, πού τόν παρασέρνει ή ροή τού χρόνου, καί στον όποιο μοιάζει νά ταιριάζει ή συλλογι­ στική τών σοφιστών. Καϊ μέσα στον ίδιο τον εαυτό μας ή πείρα δέν μ&ί δείχνει παρά άβεβαιότητα, άστάθεια, αλλαγή. ’Αλλά ή νόηση απαιτεί νά υποταχτούμε σ’ αύτή τήν ένότητα, σ' αυτή τήν ταυτό­ τητα, χωρίς τις όποιες δέν είναι δυνατή καμιά γνώση καί καμιά ήθική διαβίωση. Πώς νά συμβιβάσουμε αυτούς τούς δυό κόσμους; ΙΙώς νά έξηγήσουμε τή σχέση πού τούς συνδέει; Είναι σχέση «συμ­ μετοχής»; Είναι σχέση αντίγραφου πρός πρότυπο, ή άπλό μείγμα; Τέλος, πώς, μέ ποιές διαμεσολαβήσεις πρέπει νά γεμίσουμε τό χά σμα πού χωρίζει αύτούς τούς δυό κόσμους, διαμεσολαβήσεις πού θά χρειαστεί νά πολλαπλασιάσουμε προκειμένου νά διαφυλάξουμε τήν πρωταρχική καθαρότητα τού ’Αγαθού; Αυτό τό σχεδόν άλυτο πρό­ βλημα τής προέλευσης τού πολλαπλού απ’ τό "Ενα, θά τό κληρο­ νομήσει ολη ή κατοπινή φιλοσοφία, άπ’ τόν Πλωτΐνο ώς τούς "Α­ ραβες. Μπορούμε νά ισχυριστούμε ακόμα καί σήμερα δτι τό έχουμε λύσει; ’Ανάμεσα στον Παρμενίδη καί τόν Ηράκλειτο, τόν ’Αναξα­ γόρα καί τό Δημόκριτο, ό Πλάτωνας προσπαθεί νά άνοίξει τό δικό του δρόμο, Ινώ σιγά - σιγά άδυνατίζει ό αντίλαλος τής σχεδόν θε­ ϊκής φωνής πού τόν είχε συνεγείρει καί διδάξει.
  • 27. ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΙ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΗΤΑΝ 0 ΠΛΑΤΩΝΑΣ I. IIPIN ΛΓΓ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΓ ΣΩΚΡΑΤΗ 'ίστερα άπό είκοσι τεσσάρων αιώνων άπάσταση. πώς νά ςανα- φτιάξουμε έναν «ζωντανό Πλάτωνα»1; Δέν μοιάζει σάν νά μπερδεύ­ ονται καί νά διασταυρώνονται, μπροστά στά μάτια μα:, άπιαστε; σκιές, δμοιες μ' εκείνες πού μάς παρουσιάζει δ J. LEMAITRE. πού βρίσκεται τόσο κοντά στό έλληνικό πνεύμα, τις σκιές πολεμιστών πού άναψυχωμένοι άπ" τή μυρωδιά τοΰ αίματος, ξαναδοκιμάζουν νά έπαναλάβουν κάποιο ανώφελο αγώνα12; Είναι δυνατό νά άρκε- στοί>με σ αυτά τά άσαρκα πνεύματα πού άπό τις έδρες κάποιας φασματικής άκαδημίας συμπαρασέρνουν τούς μαθητές τους, μέ πετυχημένες παραστάσεις, στις περιπλανήσεις τους καί τούς κάνουν νά παρακολουθούν τά άδεια άπό κάθε συγκεκριμένο νόημα λόγια τους; θά δικαιολογούνταν αύτή ή ασυνάρτητη αναπόληση άν ισχυ- 1. Τίτλος ένός έργου τοδ G. MEAUTIS. Τό νά ξαναβροδμε τήν προσω­ πικότητα τοδ Πλάτωνα είναι μιά μονάχα απ’ τις προσπάθειές μας. Πρέπει επίσης νά παρακολουθήσουμε τή γένεση τοδ φιλολογικού του έργου. 2. «Στό περιθώριο τών παλιών βιβλίων' Άφύπνηση τών σκιών»ι «Πτρα άπ’ τόν ’Ωκεανό στό νησί τών Κιμμέριων, αιώνια περιτυλιγμένοι στήν κα­ ταχνιά. Στάσιμα νερά, λιβάδια άπό άσφολίδι, άχρωμοι λόφοι. Έκεΐ, δια­ μένουν κ ε φ ά λ ι α χ ω ρ ί ς δ ύ ν α μ η , οί ψυχές, οί σκιές, οί μορφές τών νεκρών», σελ. 43. 27
  • 28. ριζόμασταν ο*:, δπως καί νάχει τό πράγμα, ένας φιλόσοφος χάνεται μπροστά στό έργο του πού μονάχα αυτό έπιζεί, έτσι που ό ίδιος νά όολεύεται μέσα σε μιά καποια μυστικότητα; «ΙΙροχωρώ μέ μάσκα έλεγε ό Καρτέσιος. Αλλά ή φιλοσοφία του ΙΙλάτωνα, όπως έξαλλου καί του Καρτέσιου. άν άποτελεΐ γιά μάς αφετηρία των στοχασμών μας πάνω στά «αιώνια προβλήματα», παραμένει μολαταύτα χρονο­ λογημένη. Έγγράφεται σ’ ένα ιστορικό καί πολιτιστικό πλαίσιο πού οέν μπορούμε νά τό παραβλέψουμε. Πολύ περισσότερο, 6 και­ ρός άλλάζει τούς ανθρώπους όπως δλα τά πράγματα. Θά ήταν κα­ ταπληκτικό νά ύποθέσει κανείς πώς ό γέροντας πού έγραφε τόν «Κριτία» καί τούς «Νό]ΐους» αμέσως μετά τό θάνατο τού Δίωνα. τού φίλου πού τά ευγενικά του αισθήματα τού είχαν άναφτερώσει τόσες έλπίδες, θά διατηρούσε τήν όρμή καί τά Ονειροπολήματα τού νεαρού άρχοντόπουλου, τό όποιο επιζητούσε τήν έξουσία μέ τήν ευγενική φιλοδοξία νά βγάλει τήν ’Αθήνα άπό τήν παρακμή, κάποια καλο­ καιριάτικη μέρα σάν κι αυτή πού τήν λάμψη της μάς περιγράφει ή αρχή τού «Φαιδρού»3. ΙΙοιός ήταν αυτός δ νεαρός μέ τό έλαφρό χνούδι πού στόλιζε τά μάγουλά του καί πού μάλλον προκαλοΰσε παρά άπέκρουε τά χάδια4, τό ξέρουμε άπό πολλά αποσπάσματα καί ιδιαίτερα άπό τό προοίμιο τού «Χαρμίδη». Γιατί, υπογραμμίζοντας τήν ευγένεια καί τήν τέλεια μόρφωση τού θείου του, δ Πλάτωνας έννοεϊ νά πλέξει ενώπιον δλων τόν πανηγυρικό τής δικής του γε­ νιάς, τής διπλής κι άπό πατέρα κι άπό μάνα, γενιάς του. χωρίς ματαιόδοξη περηφάνεια, αλλά μέ πλήρη συναίσθηση τής άξίας της. Καί καθώς έντοπίζουμε έκεϊ μιά άπ’ τις συνιστώσες τού χαρακτήρα του οέν θά μπορούσαμε νά άμφιόάλλουμε δλέποντά: τον. στις παρα­ μονές τού θανάτου του, νά άναπολεΐ τό ρόλο πού έπαιξαν οί προ­ γονοί του στήν προϊστορική ’Αθήνα5. 3. Ξτά 407 j 40« π.Χ. 4. Βλ. τά συχνά κοροϊδευτικά σχόλια πού προκαλοΰσε στούς φίλους του ή έρωτική φιλία τού Χωκράττ) γιά τόν ’Αλκιβιάδη, κοροϊδίες πού αύτός τις ύποίεχΟταν έξάλλου πολύ καλοσυνάτα. 5. Βλ. «Τίμαιος». "Ενα πρωτοϊστορικό παράδειγμα «Κατορθώματα των ’Αθηναίων», 204 και «Κριτίας» (γιά τόν Κέκροπα, πρόγονο τού Πλάτωνα, 109). 28
  • 29. «Πραγματικά, Χαρμίδη. επόμενο είναι νά είσαι ανώτερος άπό τούς άλλους σέ όλα' γιατί όέ νομίζω ότι θά μπορούσε εύκολα κανένας, άπό όσους είναι έόώ μέσα, νά όείςει δυό αθηναϊκές οικογένειες, άπό τις ξεχωριστές, πού άπό τήν ένωσή τους θά γεννιόταν ωραιότερος καί καλύτερος, άπό εκείνες άπό τις όποιες έσύ γεννήθηκες. Ή πατρική σας οικογένεια, τού Κριτία, τού γιου τοϋ Δρωπίδη, κι απ' τόν Άνακρέοντα, κι άπ’ τόν δόλωνα, κι άπό πολλούς άλλους ποιητές εξυμνήθηκε, όπως ξέρουμε άπ' τήν παράδοση, σάν άνώτερη σέ ομορφιά καί σέ άρετή καί σέ ό,τι λέγεται ευδαιμονία. Ή μητρική, τό ίδιο' γιατί, σάν τόν ΙΙυριλάμπη, τό θείο σου, κανένας στήν Ελλάδα δέν λέγεται νά έχει άκουστεί ωραιότερος καί μεγαλύτερος, όσες φορές ή στό Μεγάλο Βασιλιά, ή σέ άλλον, στήν ήπειρο, πήγε πρεσβευτής Λ Μιά τέτοια καταγωγή, μιά τέτοια κληρονομιά ευγένειας και μεγαλείου έμοιαζε νά δικαιολογεί εκ τών προτέρων τή φιλοδοξία μιας οικογένειας πού καταγόταν άπ' τό Σόλωνα καί είχε συμπεθε­ ριάσει μέ τόν ΙΙερικλή. νά διεκδικεί τήν έξουσία τήν οποία θά ήταν άδιανόητο νά βαστάξουν στά μαλθακά τους χέρια, ο! γιοι τοϋ Ιίερι- κλή*7. Έ τσι, πρέπει νά ήταν σπάνια ή άξια τού Πλάτωνα κι άκόμα πιό σπάνια ή οξυδέρκειά του. γιά νά μήν έξεγερθεί όταν τά σαρκα­ στικά περιγελά τοϋ Σωκράτη έρχονταν νά έκμηδενίσουν τούς προ- βαλόμενους τίτλους του. Χρειάζονται άλλοι τίτλοι, χρειάζεται μιά διαφορετική ευγένεια γιά νά άξιώσει κάποιος νά κυβερνήσει μιά πόλη σάν τήν Αθήνα. Κι έξάλλου. όπως καί ή άρετή, ή πολιτική έπιδεξιοσύνη οέν κληρονομείται, ούτε διδάσκεται. Κοιτάξτε μέ ποιά αβεβαιότητα καί ποιο αίσθημα ανεπάρκειας οί γιοι τοϋ Περι­ κλή πάνε άπ' τόν ένα οδηγό στόν άλλο. ·>. Χαρμίδης , 153 - 138. Βλ. επίσης > Αλκιβιάδης . 120-122. 7. Τόσο τά προτερήματα όσο καί τά ελαττώματα τοΟ ΙΙερικλή, παίρνει Οπ’ όψη της ή κρίση τοϋ Σωκράτη καθώς καί τοϋ Πλάτωνα γιά τόν Όλϋ- μπιο τής πολιτικής. τοϋ όποιου ή άίυναμία καί τά λάθη είναι μιά άπ’ τις αιτίες πού έφεραν τόν φρικτό ΙΙελοποννησιακό Πόλεμο. Κι εκείνος, μερικές φορές, όπως ό Μειδιάς οί όρτυγοτρόφος, δέν μπόρεσε παρά νά φερθεί σάν κόλακας αύτοϋ τοϋ λαοϋ πού ισχυριζόταν πώς τόν κατευθύνει. («’Αλκιβιά­ δης·. 120). 29