2. σημασίες της λέξης «λόγος»
• Ο λόγος διακρίνει τον άνθρωπο από τα ζώα. (ομιλία,
δυνατόητα να μιλάει και να διατυπώνει τη σκέψη του)
• Ο ομιλητής έχει ευχέρεια λόγου.(σύστημα έκφρασης και
επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων· γλώσσα)
• Δεν ακούς καλό λόγο απ΄ αυτόν. Aντάλλαξαν βαριά / πικρά
λόγια.(καθετί που λέει κάποιος, λέξη, φράση, κουβέντα)
• Πεζός / έμμετρος / ποιητικός λόγος. (διατύπωση
διανοημάτων)
• Εκφώνησε βαρυσήμαντο λόγο στη βουλή.(εκτενής ομιλία
μπροστά σε ακροατήριο για την ανάπτυξη ενός θέματος·
αγόρευση)
• Για λεφτά δεν κάναμε λόγο ακόμη.(συζήτηση, κουβέντα ή
μνεία, αναφορά)
3. σημασίες της λέξης «λόγος»
• Aκούστηκε ένας λόγος πως θα γίνει υποτίμηση της δραχμής. (φήμη,
διάδοση)
• Άκου τα λόγια μου και δε θα χάσεις.(συμβουλή, νουθεσία)
• Παρέβη το λόγο του Θεού.(εντολή, προσταγή)
• Ο λόγος του είναι συμβόλαιο.(διαβεβαίωση, εγγύηση, υπόσχεση)
• Δεν έχω να δώσω λόγο σε κανένα για ό,τι είπα.(λογοδοσία,
απολογία, απολογισμός)
• Aπουσιάζει από τη δουλειά του χωρίς λόγο. (δικαιολογία,
αιτιολογία)
• Είχα το λόγο μου που μίλησα έτσι.(σκοπός, πρόθεση)
• Aυτό υπαγορεύει ο ορθός λόγος.(η διανοητική ικανότητα, ιδιότητα
του ανθρώπου, η λογική, το λογικό)
• Ο Λόγος του Θεού. (Λόγος, ο Xριστός. Η διδασκαλία, το κήρυγμα)
4. σημασίες της λέξης «λογικός»
• Ο άνθρωπος είναι λογικό ζώο.(που είναι προικισμένος με τον
ορθό λόγο, που έχει τη δυνατότητα να διανοείται, να
σκέφτεται)
• Δώσε μου μια λογική εξήγηση / ερμηνεία.(που είναι
σύμφωνος, συνεπής με τον ορθό λόγο και με τους κανόνες
του, με την ορθή σκέψη)
• Ο άνθρωπος είναι προικισμένος με λογικό. Είμαι / έρχομαι
στα λογικά μου. Έχασε τα λογικά του.(ο νους, το μυαλό, η
ορθή σκέψη, κρίση)