2. Κωστούλα Μάκη
Το πάρτυ
στην μετά
covid εποχή:
διλήμματα και
επιθυμίες
We met at the end of the party
When all the drinks were dead
And all the glasses dirty:
’Have this that’s left’, you said.
We walked through the last of summer,
When shadows reached long and blue
Across days that were growing shorter:
You said: ‘There’s autumn too’.
Always for you what’s finished
Is nothing, and what survives
Cancels the failed, the famished,
As if we had fresh lives
From that night on, and just living
Could make me unaware
Of June, and the guests arriving,
And I not there.
Ex-lover reveals Larkin poem
(smh.com.au)
Συναντηθήκαμε στο τέλος του πάρτυ
όταν όλα τα ποτά είχαν τελειώσει
και όλα τα ποτήρια ήταν βρώμικα:
«Πάρε ό,τι απέμεινε από αυτό το ποτό», μου είπες.
Διασχίσαμε τις τελευταίες μέρες του καλοκαιριού,
όταν οι σκιές μάκραιναν και γίνονταν μελαγχολικές
στις μέρες που μίκραιναν:
Είπες: «Υπάρχει και το φθινόπωρο».
Πάντα για ΄σένα αυτό που τελείωσε
είναι ένα τίποτα, και αυτό που επιβιώνει
καταργεί το αποτυχημένο, το πεινασμένο,
λες κι είχαμε νέες ζωές
από εκείνη τη νύχτα και μετά, και το να ζεις
με έκανε να αγνοώ
τον Ιούνιο, και τους καλεσμένους που έφταναν
κι εγώ να μην είμαι εκεί.
(Ποίημα του Philip Larkin σε δική μου ελεύθερη μετάφραση)
3. Στις συναρθρώσεις της βιοπολιτικής που συνόδεψαν την
πανδημία, οι μαζικές συναντήσεις των ανθρώπων ακυρώθηκαν
και ποινικοποιήθηκαν, διασαλεύοντας πολλαπλά τη συνάφεια και
τις μετακινήσεις των ανθρώπων από τον δημόσιο στον ιδιωτικό
χώρο, θέτοντας ατέλειωτες απαγορεύσεις που συνδέονται με
την επιθυμία, τον χώρο, την ταυτότητα και την επικοινωνία. Σε
ένα τέτοιο πλαίσιο, η έννοια του πάρτυ σε συνθήκες κοινωνικής
αποστασιοποίησης και τρόμου καταργήθηκε ή τροποποιήθηκε
εντασσόμενη στο εικονικό. Η ιδεολογικοπολιτική επιβολή της
ανασταλμένης εγγύτητας καθιερώθηκε με την προώθηση του
συνθήματος: «Μένουμε ασφαλείς».
τους παραμένουν πάντα ανοιχτά. Ενδέχεται να εμπεριέχουν
«καρναβαλικά» στοιχεία, να γίνονται αφορμές για νέους έρωτες
ή χωρισμούς, να εγείρουν συναισθήματα χαράς ή απομόνωσης,
να κινητοποιούν χαρές και λύπες, να χαρακτηρίζονται ως
«επιτυχίες» ή «αποτυχίες».
1
Μισέλ Ντε Σερτώ. (2010) Επινοώντας την καθημερινή πρακτική. Η
πολύτροπη τέχνη του πράττειν. Μετάφραση: Κική Καψαμπέλη,
Αθήνα: Σμίλη.
Στα τροποποιητικά ρεπερτόρια του πραγματικού οι συναντήσεις
έγιναν διαδικτυακές, είτε αφορούσαν μικρές ομάδες ανθρώπων,
είτε περιλάμβαναν πληθώρα καλλιτεχνικών εκδηλώσεων σε
διάφορες πλατφόρμες. Στο μεταξύ, η παρατεταμένη κατάρρευση
αυτού που ορίζονταν ως «πραγματικό» πριν από τον covid 19
επέφερε καθοριστικές επανατοποθετήσεις στο συναισθηματικό,
κοινωνικό-οικονομικό, πολιτισμικό και θεσμικό πεδίο. Σταδιακά,
η αίσθηση που μετέφεραν πολλοί από εμάς από τη βιωμένη
πραγματικότητα ήταν αυτή της λύπης, του θυμού, και της
απόσυρσης. Η «αναστολή» του κοινωνικού συνοδεύτηκε με την
επιστροφή «στο σπίτι» με ταυτόχρονες προτροπές ενός ψευδούς
οικιακού ευδαιμονισμού που αφορούσε μόνο στην ατομική
ευθύνη, ο οποίος μας καθοδηγούσε να «εκμεταλλευτούμε» τον
ελεύθερο χρόνο στο σπίτι και να τον αξιοποιήσουμε με νέους
δημιουργικούς τρόπους.
Ωστόσο, καθώς το προσωπικό γίνονταν πολιτικό και αντίστροφα, και οι βιοπολιτικές
θεωρίες έγιναν πράξεις της πιο ακραίας επιστημονικής φαντασίας, οι ανασκευές των
όρων με τους οποίους σχετιζόμαστε θέτουν νέα σύνθετα διλήμματα. Τα διλήμματα αυτά
εμπεριέχουν και συμπλέκουν τα όρια πραγματικού-επιθυμίας, ζητήματα χρόνου: ως προς
το παρόν, το παρελθόν και το μέλλον, θέσεις για τον δημόσιο και τον ιδιωτικό χώρο και
βεβαίως ζητήματα ταυτότητας. Κάθε συνάντηση περιλαμβάνει επιτελέσεις ταυτότητας
και επιθυμίας και το πάρτυ στην ευρύτερη εννοιολόγησή του συνδέεται με τελετουργικά
στοιχεία, αλλά και ζητήματα τυχαιότητας, επιθυμίας και διαδραστικότητας. Τα πάρτυ
ανάλογα με τη στιγμή, τη διάθεση, τους διοργανωτές, τους συμμετέχοντες και τη θεματική
Ο Ντε Σερτώ1
επανέρχονταν συχνά στην έννοια της οικειοποίησης ως μιας διαδικασίας
αντίστασης σε ό,τι παρουσιάζεται ως αλλότριο ή ακόμα και αρνητικό. Η επίμονη
οικειοποίηση των συμβάντων, του χρόνου, του κοινωνικού και των εαυτών αρθρώνεται ως
διεκδίκηση της ζωής και πολιτικός προσδιορισμός μη παραίτησης. Με ένα τέτοιο σκεπτικό
και εκκίνηση την πρόσκληση των διοργανωτών ξεκίνησαν οι συναντήσεις των ανθρώπων που
συμμετέχουν σε αυτό το project. Συνομιλήσαμε με διαλογικές προσπάθειες, σε εικονικές
συνθήκες λόγω των συνθηκών, για τις διάφορες κατασκευές του πάρτυ, τις μνημονικές
στιγμές των συναντήσεων, τις επιθυμίες και τις προσδοκίες που εγείρονται, όπως επίσης
και τους όρους με τους οποίους θα επανεπενδύσουμε μετά την άρση των περιοριστικών
μέτρων στο ευρύτερο κοινωνικό πεδίο. Σε συζητήσεις της ομάδας επανέρχονταν συχνά η
διεκδίκηση της οικειοποίησης που περιγράφτηκε παραπάνω, καθώς και των απαιτούμενων
χαρακτηριστικών της. Συλλογικά μοιραστήκαμε την επιθυμία να συναντηθούμε από κοντά
μεταξύ μας, αλλά και με άλλους ανθρώπους στο πλαίσιο διοργάνωσης της εκδήλωσης.
Κομβικός πυρήνας των διαλόγων ήταν και παραμένει η επανα-οικειοποίηση της μνήμης,
των χώρων, της επιθυμίας και της υλικότητας των σωμάτων στον δημόσιο και ιδιωτικό
χώρο. Η προσπάθεια να στήσουμε ένα πάρτυ εικαστικά και βιωματικά συνδέεται, λοιπόν,
με τις ανάγκες της ομάδας να διεκδικήσουμε διαδραστικά με όρους πολιτικούς και
συναισθηματικούς τις επιθυμίες, τους ταυτοτικούς προσδιορισμούς και τις σχέσεις με τους
άλλους στους κοινωνικούς χώρους και σε ένα πολυφωνικό πλαίσιο εν εξελίξει. Η υλοποίηση
όσων συζητάγαμε και σχεδιάζαμε πάνω από τέσσερις μήνες περιλάμβαναν παράλληλα τις
θέσεις μας για την τυχαιότητα κάθε συνάντησης και με γνώμονα την αναγνώριση της
διλημματικότητας που εμπεριέχεται στις διαδικασίες επανασύνδεσης των διαφορετικών
εκδοχών εαυτού στις συναντήσεις με τους άλλους.
Ο σχεδιασμός «ευτυχισμένων συναντήσεων» στη μετά covid
εποχή δεν μπορεί να συμβεί χωρίς κριτική επεξεργασία του
πραγματικού, αλλά και συμβολικού πένθους.
Κ
ω
σ
τ
ο
ύ
λ
α
Μ
ά
κ
η
4. Κώστας Ντάφλος
Με τα συστήματα Δημόσιας Υγείας να καταρρέουν παγκόσμια,
πάνω από 11.000 θανάτους στην Ελλάδα και τους ασθενείς να
πεθαίνουν δίχως δίπλα τους, τους δικούς τους ανθρώπους,
κάθε τελετουργικός εορτασμός δεν μπορεί να μην επηρεάζεται
από τις απώλειες αυτές. Επιπλέον, η συνεχόμενη οικονομική
κρίση και η αδυναμία ανταπόκρισης πολλών ανθρώπων στα
πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά αδιέξοδα επιδρά στις
μελλοντικές συναντήσεις. Αλλά όση αμηχανία και δυσκολία κι αν
περιλαμβάνεται στους τρόπους με τους οποίους θα επενδύσουμε
από εδώ και στο εξής στις κοινωνικές μας σχέσεις, εμείς
χαιρόμαστε πραγματικά που μπορούμε επιτέλους να βρεθούμε.
Κωστούλα
Μάκη
Το πάρτυ:
μια
εξωστρεφής
καλλιτεχνική
αντίδραση
στην περίοδο
της πανδημίας
5. Μετατοπίζοντας την οριακότητα του πάρτυ στον ενδοκαλλιτεχνικό λόγο φαίνεται ως
πολλά υποσχόμενη θεωρητική συνθήκη και ως ζωντανή κατάσταση, να προσφέρεται για
την επανεκτίμηση των εικαστικών πρακτικών κάτω από το δικό του πολύσημο πλαίσιο,
καθόσον μπορεί να λαμβάνει ενδιάμεσες ρευστές θέσεις περιοχών μεταξύ και ανάμεσα
(αναμεταξύ), γύρω από τη διάρρηξη ή την εξάλειψη ορίων σε διαφορετικές ιστορικές
στιγμές, όπως ανάμειξη “τέχνης και ζωής” (ώσμωση της ζωής στην τέχνη ή διάχυση της
τέχνης στη ζωή, λ.χ. fluxus art, experimental art, κ.ά.), όπως ανάμεσα στην αυτονόμηση του
έργου τέχνης και τη χειραφετητική αυτονομία των σύγχρονων δράσεων από τους θεσμούς
τέχνης, όπως μεταξύ κριτικών θεσμών εντός πλαισίου τέχνης και αυτοθεσμιζόμενων ή
αυτοδιαχειριζόμενων συλλογικών πρακτικών στην πολιτική αρένα. Παράλληλα, ο χρόνος
του πάρτυ συγγενεύει με τα βασιζόμενα στον χρόνο καλλιτεχνικά μέσα (time based me-
dia) όσο επίσης με μορφές τέχνης που μετατόπισαν το πλαίσιο στην τέχνη ιστορικά ως
προς τη διάκριση με τον θεατή και ως προς το είδος του δημοκρατικού κοινωνικού χώρου
που αναδύεται σε συμβάντα ή γεγονότα τέχνης, σε περιβάλλοντα, σε εγκαταστάσεις,
Το πάρτυ ως αμφίθυμη ετεροτοπία και ετεροχρονία μαζί, παίρνει
ζωή στο προσχεδιασμένο γεγονός και στο απρόοπτο συμβάν
της στιγμής. Αποτελεί ερεθιστική μεταφορά για καλλιτέχνες
και θεωρητικούς ως ένα μεταιχμιακό περιβάλλον εννοιολογικής
ανάλυσης και ταυτόχρονα ως πεδίο συγκρότησης εικαστικής
εργασίας που υλοποιείται σε διαφορετικούς χρόνους. Παράλληλα
αποτελεί ελκυστική θεωρητική κατασκευή που κινείται ανάμεσα
σε όρια όπως, -του βιώματος (εδώ και τώρα) και της ανάμνησης,
-του ποιητικού χώρου και του κυριολεκτικού, -του δημόσιου
και του ιδιωτικού, -του αυστηρά διαχωρισμένου απομονωμένου
και του διαμοιράσιμου, -του θεαματικού και του αθέατου, -του
προσωπικού φαντασιακού και της συλλογικής φαντασίας, -του
παιχνιδιού, του καρναβαλικού και της Καταστασιακότητας,
-του φαινομενικά ανεξήγητου (του παράξενου, του ανοίκειου,
του δυσανάγνωστου και του ανερμήνευτου) και του κοινότυπου
ή της κυριολεκτικής εμπειρίας, -των κοινωνικών τελετουργικών
και του ανθρωπολογικού θεάτρου (με ίδιες αναλογίες σκηνής,
προσκηνίου, παρασκήνιου και πλατείας), -της απόδρασης από
την πραγματικότητα και του παραστάσιμου της επαυξημένης
αλλοτινής πραγματικότητας, -του “σωστού” και του “λάθος”
τόπου, -του μαγικού ή του ονειρικού και της απομάγευσης.
στη σωματική τέχνη και την performance, κ.ά. (happenings,
events, environments, installations, body art). Το πάρτυ
προσιδιάζει στις πειραματικές τέχνες και στις εναλλακτικές
υβριδικές, διευρυμένες τέχνες με τεχνολογίες και προς τις
εξελισσόμενες εκδηλώσεις τέχνης της διαδικασίας (process art),
πέρα από το έτοιμο, κλειστό, διαθέσιμο προϊόν. Η συγκυρία του
πάρτυ προβάλλει ως πρόσφορο υλικό μιας συνολικής σκευής
που κινητοποιεί διαχρονικά επόμενες μεταπαραγωγές από τα
αξιοποιήσιμα παραπροϊόντα προγενέστερων σταδίων εργασίας,
προς νέα παράγωγα και από άλλες ανάλογες προς τη λογοτεχνία
μεταποιητικές πράξεις επέκτασης ή συνέχισης, μετεστίασης και
σφετερισμού, όπως με το παστίς (pastiche), τη συρραφή, τη
μεταμφίεση, τη μεταστροφή, την παραμόρφωση, κ.ά.
Το πάρτυ από την άλλη πλευρά, φαίνεται να συγκλίνει ακόμη και προς τις τρέχουσες
πρακτικές τέχνης (συνοριακές με άλλα πεδία) στη δημόσια σφαίρα, σύμφωνα με τη
σύγχρονη στροφή στις τέχνες, όπως αυτή διαγράφεται τις τελευταίες δεκαετίες σε σχέση
με τις συλλογικές κοινωνικές χωρικές πρακτικές δικτύωσης, εμπλοκής και ενεργοποίησης
(socially engaged art, social urban inclusion, networked spatial practices, placemak-
ing activities /place activation, linking commons), στις οποίες
ενσωματώνονται τακτικές τέχνης, όπως συμμετοχή, κοινοτική
βάση, συσχέτιση, συνεργασία, διάλογος κ.ά., καθώς επίσης προς
την αρχειακή τέχνη, όσο και προς τις επιτελεστικές πρακτικές
(δημόσιες επιτελέσεις, ακτιβισμός, μουσικά, χορευτικά,
παραστασιακά σκηνικά δρώμενα, παρελάσεις, πορείες, πομπές,
κ.ά.)
Οι εικαστικές πολλαπλές πρακτικές συναντούν στο πάρτυ τον κοινό ανοικτό και
αυτοσχέδιο (DIY) χαρακτήρα, όπως εμφανίζεται συχνά στον σχεδιασμό (open
design) από μορφές συνδημιουργίας (co-creation) μέσα από αναδυόμενες
τακτικές (bottom up) που μπορούν να επεκτείνονται προς την κατάρτιση
οδηγίας (instructions, manual) για τη συγκρότηση κοινής εργαλειοθήκης (tool-
kit), διατηρώντας αναδρομικό χαρακτήρα ενημερώσεων. Το πάρτυ παράλληλα
διατυπώνει κοινό χαρακτήρα συλλογής ανοικτού ενεργού αρχείου, αέναης
συμπλήρωσης της τεκμηρίωσης, και επιφυλάσσει κοινό ερευνητικό δυνητικό
χαρακτήρα κάτω από το είδος της συνολικής δουλειάς (Gesamtkunstwerk).
Κ
ώ
σ
τ
α
ς
Ν
τ
ά
φ
λ
ο
ς
6. Το πάρτυ δεν παύει να ενσωματώνει στη δυναμική του
αυτοθεσμιζόμενες διαδικασίες που επικάθονται ως ιζήματα
βιωματικής εμπειρίας σε επόμενους χρόνους, επιστροφής,
ανάκλησης και επιβεβαίωσης, ενώ επίσης ως κατωφλιακή ρευστή
συνθήκη διερεύνησης των κοινών που διαμοιράζει, κινητοποιεί,
κατευθύνοντας προς τροχιές διάλυσης των υφιστάμενων ορίων,
όσο επίσης προς την ιχνηλάτηση νέων.
Κώστας
Ντάφλος
Ήρα Παπαδοπούλου
Πάρτυ,
το (άκλιτο)
Οι εικαστικές πρακτικές στη συγκυρία της περιόδου πανδημίας εκφράζουν στον τρόπο
του πάρτυ την αναγκαιότητα οριακής συνάντησης τακτικών τέχνης στην καθημερινή ζωή
και συνεύρεσης με τακτικές σε εξέλιξη, πέρα από την επιθυμία της γιορτής που σε κάθε
περίπτωση είναι έμφυτη. Διαφορετικά παραδείγματα τέχνης επικαλούνται τον τρόπο
του πάρτυ, επιβεβαιώνοντας το κοινωνικό και ψυχολογικό πλαίσιο, εντός του οποίου
παρουσιάζονται διαθέσεις αμφίθυμης ταύτισης, ανατρεπτικής κατάφασης, ασυνείδητης
ιδιοποίησης και διάκρισης, ή ανοίκειας ενσωμάτωσης.
Το πάρτυ σε κάθε περίσταση συνέβαινε μέσω πρωτοβουλιών που
είχαν ομαδικό και συνεργατικό χαρακτήρα, κάτι που υποκινούσε
η πρόδηλη ανάγκη για ξεφάντωμα μαζί με την ανικανοποίητη
διάθεση συμπύκνωσης των γεγονότων και σύντομης εξέλιξής
τους στον χρόνο. Ταυτόχρονα κατόρθωνε να διαμοιράσει προς
τις ομάδες νεότερες προσλαμβάνουσες πρωτότυπες αισθητικές,
οι οποίες διαμεσολαβούσαν καθοριστικά στη συνέχεια στις
μεταξύ μας σχέσεις.
7. Φίλοι, ομότεχνοι, ομοϊδεάτες, άνθρωποι με την προσδοκία να
συναντηθούν.
Αυτοί είναι οι άνθρωποι του party project. Εικαστικοί, μουσικοί
και θεωρητικοί που ήρθαν σε επαφή ψηφιακά κατά τους μήνες
του εγκλεισμού μεταφέροντας προσωπικά συναισθήματα και
πεποιθήσεις για τη νέα «κανονικότητα» της πανδημίας και την
επίδραση της καραντίνας στο «επικοινωνείν». Και κάπου εκεί,
στο κέντρο πάντα της ψηφιακής συζήτησης, η ανάγκη φυσικής
συνάντησης, η προσδοκία επαφής, εκτόνωσης και χαράς: το
πάρτυ.
Ή
ρ
α
Π
α
π
α
δ
ο
π
ο
ύ
λ
ο
υ
Στο party project αποφασίσαμε να το μάθουμε στην πράξη. Να
γίνουμε εμείς το πάρτυ, να εκφραστούμε ατομικά, συμμετοχικά και
πολυσυλλεκτικά με έργα, performances και μουσικές βγαλμένες από
την ανάγκη του σώματος.
Και το πάρτυ αρχίζει.
Ακολουθήθηκε στις συναντήσεις της ομάδας ακριβώς η ίδια πορεία
οργάνωσης ενός παρεΐστικου πάρτυ. Ο καθένας δηλαδή από τους
συμμετέχοντες συνέβαλε με ό,τι είχε να προσφέρει: εικόνες, ιδέες,
μνήμες, βιβλία αναφοράς, μουσικές, στίχους, ταινίες, όλα μπήκαν στο
κοινό «τραπέζι» των συναντήσεών μας. Και έγινε ολοφάνερο: ατομικά
βιώματα, αναμνήσεις και αντιλήψεις, μετατρέπουν την έννοια του πάρτυ
σε πολύ προσωπική υπόθεση αλλά ταυτόχρονα και σε μια μοναδικά
συλλογική παρόρμηση.
Η οργάνωση και οι οικοδεσπότες, η πρόσκληση, ο χώρος
ιδιωτικός ή δημόσιος, οι καλεσμένοι, η μουσική, τα ποτά και
ξαφνικά, σαν μεγάλη σκιά πάνω από αυτά, η πανδημία και οι
συνακόλουθοι φόβοι, οι απαγορεύσεις, οι περιορισμοί και οι
αυτοπεριορισμοί, τα πρόστιμα, οι παραβάτες, η αναπόφευκτη
δαιμονοποίηση.
Όχι, όλα αυτά που ξέραμε για το πάρτυ, δεν ισχύουν πια. Η
πανδημία τα ανατρέπει. Η παρόρμηση ποινικοποιείται. Η
μουσική κλείνει. Τα σώματα μπαίνουν σε έναν ιδιότυπο πάγο,
πρέπει να τηρούν αποστάσεις, να αποφεύγουν συνωστισμούς,
να μιλούν χαμηλόφωνα για να μην μεταφέρουν σταγονίδια. Όχι
δεν μπορούμε να έρθουμε κοντά.
Τι είναι τελικά το πάρτυ και γιατί νιώθουμε να το έχουμε τόση
ανάγκη; Λεξικογραφικοί ορισμοί ασφαλώς και δεν μπορούν
να δώσουν την απάντηση, το συναίσθημα ή τον παλμό των
προσωπικών βιωμάτων.
Γιατί σε συνθήκες εγκλεισμού, οι άνθρωποι το αποζητούν ακόμα
και κάτω από την απειλή κρατικών απαγορεύσεων, μιντιακού
διασυρμού ή προστίμων; Είναι απλώς μια τρυφηλή αντίσταση
στην απαγόρευση του δικαιώματος του συνέρχεσθαι; Είναι μια
βαθιά και άγρια ορμή για κοινωνική συνεύρεση; Για σωματική
επαφή, για σμίξιμο με τους ομοίους μας;
Μήπως εν τέλει το πάρτυ είναι ένας πανανθρώπινος επικοινωνια-
κός κώδικας; Μήπως αυτή η «τελετουργία» του συναθροίζεσθαι
για διασκέδαση, για γλέντι, για χορό, μουσική, φαγητό ή ποτό
είναι βαθιά χαραγμένη στο συλλογικό φαντασιακό μας;