1. ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟ
Ορισμός: Υποκείμενο μιας πρότασης είναι εκείνο, για το οποίο γίνεται λόγος
στην πρόταση αυτή.
Π.χ. Σωκράτης ἐστί σοφός. (= Ο Σωκράτης είναι σοφός)
ΠΤΩΣΗ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ
Το υποκείμενο μπαίνει σε πτώση:
1. Ονομαστική (όταν είναι
υποκείμενο του ρήματος)
Σωκράτης ἐστὶ σοφὸς
(Ο Σωκράτης είναι σοφός)
2. Ονομαστική (όταν είναι
υποκείμενο απαρεμφάτου και
έχουμε ταυτοπροσωπία)
Ἀδικεῖσθαι ὑφ’ ὐμῶν Κῦρος
νομίζει.
(Ο Κύρος θεωρεί ότι αδικήθηκε
από εμάς)
* το Κῦρος εδώ είναι και υποκείμενο του ρήματος
«νομίζει» και του απαρεμφάτου «αδικεῖσθαι»
ταυτοπροσωπία
3. Αιτιατική (όταν είναι υποκείμενο
απαρεμφάτου και έχουμε
ετεροπροσωπία)
Σωκράτης ἡγεῖτο θεοὺς πάντα
εἰδέναι.
(Ο Σωκράτης θεωρεί πως οι θεοί
γνωρίζουν καλά τα πάντα)
* η λέξη «θεοὺς» είναι υποκείμενο του
απαρεμφατικού τύπου εἰδέναι. Τίθεται σε
αιτιατική, γιατί δεν αποτελεί και υποκείμενο του
ρήματος ετεροπροσωπία
4.Οποιαδήηποτε πτώση (εκτός από
την κλητική) όταν είναι υποκείμενο
μετοχής, Το υποκείμενο της
μετοχής ακολουθεί πάντα την
πτώση της.
Σημείωση:
Όταν η μετοχή είναι άναρθρη έχει
υποκείμενο το άρθρο της
Κῦρος ἒχων τριάκοντα ἂνδρας
ἐπέρχεται.
(Ο Κύρος επιτίθεται, κατέχοντας
τριάντα άνδρες.)
Εὗρον τους ἂνδρας πίνοντας.
(Βρήκαν τους άνδρες να πίνουν.)
Τῶν εὐτυχοῦντων πολλοί εἰσίν οἱ
φίλοι.
Οι φίλοι είναι πολλοί σε αυτούς, οι
οποίοι ευτυχούν.
2. ΕΚΦΟΡΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ
Το υποκείμενο εκφέρεται με:
1. το άρθρο Ὁ βουλόμενος
(Αυτός, ο οποίος θέλει)
2. ουσιαστικό Ἀρχή φιλίας ἐστίν ὁ ἒπαινος.
(Ο έπαινος είναι αρχή της φιλίας)
3. επίθετο
Ὃμοιος ὁμοίῳ ἀεί πελάζει.
(Ο όμοιος πάντα πλησιάζει τον όμοιό
του.)
4. αντωνυμία Ἐγώ εἰμί ἡ ἂμπελος ἡ ἀληθινή.
(Εγώ είμαι το αμπέλι το αληθινό)
5. αριθμητικά Δύο ἀπέθανον.
(Πέθαναν δύο)
6. έναρθρη μετοχή
Διπλοῦν ὁρῶσιν οἱ μαθόντες γράμματα.
(Αυτοί που μαθαίνουν γράμματα
βλέπουν διπλά)
7. απαρέμφατο
(έναρθρο-άναρθρο)
Δεῖ θαρρεῖν ὑμᾶς.
Πρέπει να έχετε θάρρος.
Ὁμολογεῖται τήν πόλιν ἀρχαιοτάτην
εἶναι.
(Συμφωνήθηκε ότι η πόλη είναι πολύ
αρχαία)
Νέοις τό σιγᾶν κρεῖττον ἐστί τοῦ
λαλεῖν.
(Για τους νέους είναι καλύτερο το να
σιωπούν από το να μιλούν.)