16. Aκόμα κι αν ιξερα να μιλϊ όλεσ τισ γλϊςςεσ των
ανκρϊπων μα και των αγγζλων, χωρίσ όμωσ να ζχω
αγάπθ, κα είχα γίνει χαλκόσ που βγάηει ςκζτουσ ιχουσ ι
τφμπανο που δθμιουργεί μόνο φαςαρία. Kι αν είχα το
χάριςμα τθσ προφθτείασ και κατανοοφςα όλα τα
μυςτιρια και κατείχα όλθ τθ γνϊςθ, κι αν είχα όλθ τθν
πίςτθ, ζτςι που να μετατοπίηω βουνά, χωρίσ όμωσ να ζχω
αγάπθ, κα ιμουν ζνα τίποτε. Kι αν ακόμα διάνεμα όλα τα
υπάρχοντά μου για να κρζψω τουσ πειναςμζνουσ, κι αν
παρζδιδα το ςϊμα μου να καεί ςτθ φωτιά, χωρίσ όμωσ να
ζχω αγάπθ, δε κα με είχε ωφελιςει ςε τίποτε.
17. H αγάπθ μακροκυμεί, επιηθτάει το καλό. H αγάπθ
δε φκονεί.
H αγάπθ δεν καυχθςιολογεί, δεν αλαηονεφεται,
δε φζρεται άπρεπα, δεν κυνθγάει το δικό τθσ
ςυμφζρον, δεν κυριεφεται από κυμό, δεν κρατά
λογαριαςμό για το κακό που τθσ κάνουν, δε
χαίρεται για τθν αδικία, αλλά μετζχει ςτθ χαρά
για τθν επικράτθςθ τθσ αλικειασ. Όλα τα
καλφπτει, όλα τα πιςτεφει, όλα τα ελπίηει, όλα τα
υπομζνει.
18. H αγάπθ ποτζ δεν ξεπζφτει. Eνϊ τα άλλα,
είτε προφθτείεσ είναι αυτζσ, κα
καταργθκοφν, είτε γλϊςςεσ είναι, κα
πάψουν, είτε γνϊςθ, κα καταργθκεί. Γιατί
μόνο ωσ ζνα βακμό γνωρίηουμε και ωσ ζνα
βακμό προφθτεφουμε. Mα όταν ζρκει το
τζλειο, τότε το ατελζσ κα καταργθκεί.
19. Παιδάκι όταν ιμουνα, ςαν παιδάκι μιλοφςα,
ςαν παιδάκι ςκεφτόμουν, ςαν παιδάκι ζβγαηα
ςυμπεράςματα. Mα όταν ζγινα άντρασ,
ςταμάτθςα να ςκζφτομαι και να ενεργϊ ςαν
παιδάκι. Γιατί, πραγματικά, τϊρα βλζπουμε
απροςδιόριςτα ςαν ςε καμπό κακρζφτθ. Tότε
όμωσ κα δοφμε πρόςωπο με πρόςωπο. Tϊρα
γνωρίηω μονάχα ωσ ζνα βακμό, τότε όμωσ κα
γνωρίςω τζλεια, όπωσ ακριβϊσ μ' ζχει γνωρίςει
ο Θεόσ.
20. Aυτά, λοιπόν, που μζνουν τελικά,
είναι θ πίςτθ, θ ελπίδα και θ
αγάπθ. Aυτά τα τρία, με κορυφαία
τουσ, όμωσ, τθν αγάπη.
(Α' Κορινθίους κεφ. 13)