2. Ο Ευγένιος Ατζέ (Jean-Eugène-Auguste
Atget, 12 Φεβρουαρίου 1857 - 4
Αυγούστου 1927)
ήταν Γάλλος φωτογράφος, γνωστός κυρίως
από τις φωτογραφίες με τις οποίες
αποτύπωσε την πόλη του Παρισιού.
3. Γεννήθηκε το 1857 στη γαλλική πόλη Λιμπούρν (Libourne) της νοτιοδυτικής Γαλλίας,
γιος του αμαξοποιού Ευγένιου Ατζέ και της Κλάρα-Αντελίν Ουρλιέ. Δύο χρόνια αργότερα
εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στο Μπορντό, ωστόσο το 1862 οι γονείς του
πέθαναν και την ανατροφή του ανέλαβαν ο παππούς και η γιαγιά του. Μετά τις σχολικές
σπουδές του εργάστηκε για σύντομο χρονικό διάστημα ως ναύτης και καμαρότος, πριν
εγκατασταθεί στο Παρίσι το 1878, με στόχο να ακολουθήσει σταδιοδρομία ηθοποιού.
Το 1879 έγινε δεκτός στη δραματική σχολή, έχοντας αποτύχει ένα χρόνο νωρίτερα. Τα
επόμενα δέκα περίπου χρόνια εργάστηκε ως ηθοποιός χωρίς όμως να σημειώσει
ιδιαίτερη επιτυχία και εγκατέλειψε την ηθοποιία εξαιτίας ενός προβλήματος υγείας με
τις φωνητικές του χορδές, αποφασίζοντας παράλληλα να στραφεί στη ζωγραφική, το
σχέδιο και τη φωτογραφία. Το 1890 αποφάσισε να γίνει επαγγελματίας φωτογράφος,
αντιλαμβανόμενος πως οι ζωγράφοι και σχεδιαστές της εποχής είχαν ανάγκη από
φωτογραφίες ως πρότυπα για τη δημιουργία των έργων τους. Για το λόγο αυτό,
διαφήμισε τις υπηρεσίες του ως ντοκουμέντα για καλλιτέχνες (documents pour artistes).
Τα επόμενα χρόνια, φωτογράφισε με συστηματικό τρόπο το Παρίσι και τα περίχωρά
του, δημιουργώντας τελικά μία σημαντική συλλογή φωτογραφιών, την οποία και
εμπορευόταν. Παρά το γεγονός πως τροφοδοτούσε με φωτογραφίες σημαντικούς
ζωγράφους της εποχής, όπως το Ζωρζ Μπρακ και τον Αντρέ Ντερέν, αλλά και την Εθνική
Βιβλιοθήκη του Παρισιού, η οικονομική του κατάσταση υπήρξε γενικά δυσμενής,
γεγονός που τον ανάγκαζε να βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στα οικονομικά έσοδα της
συζύγου του, η οποία εργαζόταν ως ηθοποιός. Από το 1914 άρχισε να εγκαταλείπει
σταδιακά τη φωτογραφία. Πέθανε στις 4 Αυγούστου του 1927, ένα χρόνο μετά το
θάνατο της συζύγου του.
4.
5.
6. Ο Atget ήταν ο φωτογράφος που
διαμόρφωσε ουσιαστικά την
Αμερικάνικη σχολή της
φωτογραφίας, εξαιτίας της μεγάλης
του επιρροής στον Walker Evans και
μετέπειτα στον Gary Winogrand.
Στη διπλανή φωτογραφία φαίνεται
ξεκάθαρα η αντιμετώπιση του Atget
στα αρχιτεκτονικά του θέματα,
δηλαδή το να τραβάει ακριβώς
"φάτσα κάρτα". Επίσης, ο τρόπος
που δημιουργεί την ψευδαίσθηση του
τρισδιάστατου σε μια δισδιάστατη
απεικόνιση είναι πραγματικά
εκπληκτικός. Το στυλ αυτό
αντέγραψε ο Evans ιδιαίτερα όταν
φωτογράφιζε διάφορα κτίσματα
στην φτωχή Αμερικάνικη ύπαιθρο,
αναδυκνύοντας ουσιαστικά το θέμα
του από ένα "τίποτα"
7.
8.
9.
10.
11. Το 1923, ο Μan Ray (δείτε παλαιότερο αφιέρωμά μας) έψαχνε να βρει
για το στούντιό του στο Μονπαρνάς του Παρισιού κάποιον υπάκουο
υπάλληλο που να ΜΗ γνωρίζει τη τέχνη της φωτογραφίας.
Προσλαμβάνει την Μπερενίς Άμποτ (Berenice Abbott). Η
εικοσιπεντάχρονη Αμερικανίδα με σπουδές γλυπτικής στο Βερολίνο
και στο Παρίσι, τον εντυπωσιάζει. Την αφήνει να χρησιμοποιεί το
εργαστήριό του για δικό της λογαριασμό και μόλις τρία χρόνια
αργότερα, η Μπερενίς κάνει την πρώτη της έκθεσή της!
Όπως περιγράφει η ίδια τη σχέση της με τη φωτογραφία : «I took to
photography like a duck to water. I never wanted to do anything else.»
[Μπήκα στη φωτογραφία όπως μπαίνει η πάπια στο νερό. Δεν ήθελα
να κάνω τίποτα άλλο]
Έτσι ξεκίνησε η καριέρα της. Με πορτραίτα των διασήμων του
Παρισιού (J. Cocteau, J. Joyce κτλ) και δίπλα στη μεγαλύτερη
καλλιτεχνική μορφή της εποχής.
12. Θα εκθέσει στο Salon de l’Escalier ή στο Premier Salon Indépendant de
la Photographie (Πρώτο Ανεξάρτητο Σαλόνι της Φωτογραφίας) μαζί με
το δάσκαλό της αλλά κι άλλους. Αποκτά μάλιστα και το δικό της
στούντιο.
Παρ’ όλη την επιτυχία της, φεύγει το 1929 για τη Νέα Υόρκη με σκοπό
να καταγράψει την αλληλεπίδραση ανάμεσα στις τρεις πτυχές της
αστικής ζωής: την ποικιλία των ανθρώπων της πόλης, τα μέρη που
ζουν, εργάζονται και παίζουν και τις καθημερινές δραστηριότητές
τους. Η πρόθεσή της συμπίπτει με την εποχή της, μια εποχή
αρχιτεκτονικών και κοινωνικών αλλαγών. Το εγχείρημα ονομάζεται
«Changing New York» και έχει στόχο να κάνει συνειδητή στον θεατή
τη στενή αλληλεπίδραση μεταξύ του αστικού περιβάλλοντος και της
συλλογικής συμπεριφοράς: το δεύτερο είναι αποτέλεσμα του πρώτου
και αντίστροφα. Γενικότερα, το έργο της αποτελεί έναν έπαινο
του Μεγάλου Μήλου (το παρατσούκλι της Νέας Υόρκης απ’ τη
δεκαετία του ’70) και ένα σημάδι της πεποίθησής της ότι μια σύγχρονη
εφεύρεση όπως η φωτογραφική μηχανή αξίζει να τεκμηριώσει τον
εικοστό αιώνα.