Α. Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ Kvarnalis75
ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΤΗΝ ΑΣΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ.
Α. Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
1. Τα δημογραφικά δεδομένα
α. Ο πληθυσμός
β. Οι μετακινήσεις μέσα και έξω από την Ελλάδα
2. Οι παραγωγικές δυνάμεις μέσα και έξω από την Ελλάδα και η «Μεγάλη Ιδέα»
Α. Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ Kvarnalis75
ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΤΗΝ ΑΣΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ.
Α. Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
1. Τα δημογραφικά δεδομένα
α. Ο πληθυσμός
β. Οι μετακινήσεις μέσα και έξω από την Ελλάδα
2. Οι παραγωγικές δυνάμεις μέσα και έξω από την Ελλάδα και η «Μεγάλη Ιδέα»
The Greek economy and society during the 19th century.
Die Griechische Wirtschaft und Gesellschaft w'hrend des 19. Jahrhunderts.
Η ελληνική οικονομία και κοινωνία κατά τον 19ο αιώνα.
The Greek economy and society during the 19th century.
Die Griechische Wirtschaft und Gesellschaft w'hrend des 19. Jahrhunderts.
Η ελληνική οικονομία και κοινωνία κατά τον 19ο αιώνα.
1. Αγγελική Σταματούρου φιλόλογος,
μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης στην εκπαίδευση
ΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΤΟΥ ΑΓΩΝΑ 1821-1930
Η Επανάσταση του 1821, επικός απελευθερωτικός αγώνας του ελληνικού λαού, εννιάχρονος
πόλεμος σε πολλά μέτωπα, με πλήθος επεισόδια συγκλονιστικά, είναι μέγα γεγονός της
Ελληνικής ιστορίας. Οδήγησε στην ίδρυση του Ελληνικού κράτους, αλλά υπήρξε σπουδαίο
πολιτικό γεγονός και για την ιστορία της Ευρώπης. Προκάλεσε το κίνημα του Φιλελληνισμού
και το «Ελληνικό ζήτημα» απασχόλησε την Ευρωπαϊκή διπλωματία επί δώδεκα χρόνια.
Έφερε ισχυρό πλήγμα κατά του καθεστώτος της Ιερής Συμμαχίας και σήμανε το θρίαμβο της
αρχής των Εθνοτήτων. Με τι υλικούς όμως πόρους κατάφεραν αυτοί οι άνθρωποι να
οργανώσουν και να συντηρήσουν ένα τόσο δύσκολο εγχείρημα; Όταν ξεκίνησε η
επανάσταση το ταμείο της Φιλικής Εταιρείας ήταν κενό. Δεν είχαν προφτάσει να κάνουν
καμιά σοβαρή οικονομική προετοιμασία. Τα ποσά που είχαν κατορθώσει να συγκεντρώσουν
οι φιλικοί από φιλανθρωπικές εκδηλώσεις και προσφορές πλουσίων Ελλήνων, όπως ο
Σέκερης και ο Λεβέντης είχαν αναλωθεί στην προεπαναστατική προετοιμασία. Όταν
ξεκίνησε η επανάσταση στις παραδουνάβιες ηγεμονίες ο Αλέξανδρος Υψηλάντης εκποίησε
όλη την οικογενειακή του για τον εφοδιασμό του στρατού στη Μολδοβλαχία. Αν και το
ποσό που συγκεντρώθηκε ήταν μεγάλο δεν ήταν αρκετό για ένα τόσο μεγάλο εγχείρημα.
Ένα μέρος από των αναγκών για τις πολεμικές δαπάνες ιδιαίτερα στην αρχή καλύφθηκε από
εκούσιες εισφορές, τακτική που ακολουθήθηκε σε όλη τη διάρκεια του αγώνα. Από το
Μάρτιο ως το Δεκέμβριο του 1821 οι Έλληνες του Ταγκανρόκ, πόλη και λιμάνι της
νοτιοδυτικής Ρωσίας στην Αζοφική θάλασσα, προσέφεραν 160.000 γρόσια από τα οποία τις
100.000 προσέφερε ο Ιωάννης Βαρβάκης. Ο Γρηγόριος Δικαίος– Παπαφλέσσας
συγκέντρωσε στις παραδουνάβιες ηγεμονίες 30.000 γρόσια και ο παλαιών Πατρών Γερμανός
73.000 γρόσια στην Πελοπόννησο. (Πάπυρος, Ελλάς σελ. 97). Μετά την πτώση του
Μεσολογγίου τον Ιούνιο του 1826 στο Ναύπλιο ο Γ. Γεννάδιος, δάσκαλος στο επάγγελμα,
μίλησε με λόγια συγκινητικά για την ανάγκη του αγώνα και πρώτος προσέφερε τις μικρές του
οικονομίες. Τότε προσήλθε και προσέφερε τον οβολό της επευφημούμενη από το πλήθος μια
γνωστή ζητιάνα από τις Κυδωνίες, η παροιμιακή Ψωροκώσταινα. Όσοι δεν είχαν μετρητά
έδιναν σε είδος. Οι νησιώτες για παράδειγμα έδιναν τα πλοία τους, οι ρουμελιώτες ό,τι
πολυτιμότερο είχαν μέσα στο σπίτι τους, κι άλλοι ολόκληρη την περιουσία τους. (Μάουερ,
σελ 354-355.
Στο ξεκίνημα της επανάστασης ο λαϊκός ενθουσιασμός ήταν τόσο μεγάλος, ώστε εκτός από
την έμψυχη προσφορά προσέφεραν οι αγωνιστές αμισθί τις στρατιωτικές τους υπηρεσίες, τον
επισιτισμό και την κατασκευή πολεμοφοδίων.
Γράφει ο Μακρυγιάννης στα απομνημονεύματά του: «Μ’ όλον ότι ουδεμία ελπίς μισθού
υπήρχε εξηκολουθούσαν πολλοί να διαμείνωσιν εις την στρατιωτικήν υπηρεσίαν από
ενθουσιασμόν προς την ελευθερίαν» και ο Δημ. Αινιάν στα δικά του απομνημονεύματα:
«Όταν εξερράγη η Επανάστασις, ο λαός της Ελλάδος ήτο σχεδόν άοπλος, άπειρος
στρατιωτικής εργασίας, στερημένος πυριτοβόλων, τροφών, χρημάτων, το δε χειρότερον
πάντων, ουδείς ήτο αναγνωρισμένος ή επιβεβλημένος αρχηγός…. Έπρεπε να εξοπλισθεί με
το πυροβόλον του, αν τυχόν είχε ή να προμηθευτή με τα ίδιά του χρήματα , να λάβη τροφήν
2. από την οικίαν του, να αγοράσει πυριτόβολα και φέρων όλα ταύτα, εις τους ώμους του, να
διευθύνη εις την κατά των τούρκων μάχην. (σελ.15, 16).Τα ίδια ισχυρίζεται και ο Φωτάκος
«Ο κάθε αγωνιστής πήγαινε στην μάχη κατά των οθωμανοφρονούντων με δικά του όπλα,
βόλια, και πυρίτιδα. Η γυναίκα και τα παιδιά του , πήγαιναν το φαγητό στο βουνό, ενώ οι
συγγενείς του προετοίμαζαν τα χωριά για την άμυνα, την αντίσταση ,την υποδοχή των
μαχητών. Ο στρατιώτης της επανάστασης όχι μόνον επήγαινεν ο ίδιος με τα αρματά του και
το ψωμί του εις τον πόλεμον, αλλ΄ επλήρωνε και Φόρον από τα κτήματά του».
(Απομνημονεύματα για την επανάσταση του 1821, Φωτάκου, τόμος Α΄, σελ.327). Και ο
Κολοκοτρώνης σημειώνει: «Οι τσοπάνηδες μας εβοήθησαν πολύ, διατί όλο με τα ζωντανά
εβαστιέτο το στρατόπεδο. (Απομνημονεύματα Κολοκοτρώνη, σελ. 154).
Αυτή η εθελούσια προσφορά πολύ συγκινητική, αλλά όχι αρκετή για την οικονομική
συντήρηση της επανάστασης. Μόλις συστάθηκαν στρατόπεδα μόνιμα και οργανώθηκε κατά
τόπους η επαναστατική διοίκηση προέκυψαν οξύτατες οικονομικές ανάγκες στις περιοχές
που εδραιώθηκε η επανάσταση. Έπρεπε να βρεθούν οι απαιτούμενοι πόροι και να γίνει καλή
διαχείρισή τους. Αυτό προϋπέθετε δημοσιονομική πολιτική, τη δημιουργία κρατικών
υπηρεσιών και τη στελέχωσή τους με επαρκή και καταρτισμένα στελέχη και κυρίως την
ύπαρξη κυβερνήσεων με πραγματική ισχύ για να εφαρμόζονται οι αποφάσεις τους.
Το 1822 στην Α΄ Εθνοσυνέλευση το σύνταγμα προνοεί: «η Κυβέρνηση στην αρχή του έτους
συντάσσει υποθετικόν λογαριασμόν και υποβάλλει για επίκρισιν . Στο τέλος του έτους εξετάζει
τον απολογισμό των εσόδων και εξόδων». ΣΧΕΔΙΑΣΤΗΚΕ ΛΟΙΠΟΝ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ
ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΠΟΥ ΠΡΟΫΠΟΘΕΤΕΙ ΕΣΟΔΑ-ΔΑΠΑΝΕΣ ΚΑΙ ΑΠΟΔΟΣΗ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΥ».
Παρόλα αυτά για το οικονομικό έτος 1822-1823 δεν κατόρθωσαν να συντάξουν
προϋπολογισμό, και το επόμενο οικονομικό έτος συντάχθηκε προϋπολογισμός, αλλά δεν
έγινε απολογισμός και τούτο, γιατί δεν υπήρχε ειδική υπηρεσία. Το Υπουργείο οικονομίας
λειτουργούσε με έναν υπάλληλο. Η σύσταση ενικού ταμείου ψηφίστηκε εν αναμονή των
πρώτων δόσεων του εξωτερικού δανείου και θα το αποτελούσε τριμελής επιτροπή όπου θα
κατέγραφε όλα τα έσοδα και θα εισηγείτο για τις δαπάνες. Γενικά τα στοιχεία για τα
οικονομικά της περιόδου 1821-1824 δεν είναι ιδιαίτερα ακριβή λόγω έλλειψης οργανωμένης
επιμελητείας των υπουργείων οικονομικών και πολέμου. Επίσης αμφισβητούμενο στοιχείο
είναι και η διαχείριση των οικονομικών πόρων. Το σίγουρο είναι ότι τα έσοδα ήταν πολύ
λιγότερα από τα έξοδα του αγώνα. (Συνεχίζεται)
3. Αγγελική Σταματούρου φιλόλογος,
μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης στην εκπαίδευση
Έσοδα για τα έτη 1821-1824.
Φορολογία: ο πρώτος φορολογικός νόμος που εκδόθηκε στις 26 Απριλίου 1822 διατηρεί το
φόρο της δεκάτης (1/10 επί του παραγόμενου προϊόντος) και τα 3/10 για τους
καλλιεργητές των τουρκικών κτημάτων που είχαν περιέλθει στην κατοχή της
διοικήσεως των Ελλήνων. Παράλληλα έγινε προσπάθεια για τη συγκέντρωση των
τελωνειακών φόρων. Τα έσοδα αυτά, τα οποία προέρχονταν από την Πελοπόννησο κατά
πρώτο λόγο και δευτερευόντως από τα νησιά του Αιγαίου, αποτέλεσαν τη βασικότερη πηγή
για τη χρηματοδότηση της επανάστασης, ιδίως μέχρι το 1824, ενώ η ισχνή οικονομική
υποδομή της Στερεάς Ελλάδας δεν της επέτρεπε οικονομική ενίσχυση του αγώνα. Ο πόλεμος
δεν ευνοούσε ανάπτυξη της αγροτικής παραγωγής και του εμπορίου. Ταυτόχρονα, η
συγκέντρωση και η επίδοση των φόρων ανατέθηκε με εκμίσθωση σε ενοικιαστές οι οποίοι
εκμεταλλεύονταν όχι μόνο τους αγρότες, αλλά και το δημόσιο ταμείο.
Οι εισφορές των προϋχοντικών οικογενειών στην Πελοπόννησο και τα νησιά του
Αιγαίου ήταν σημαντικές. Στην πλούσια και επαναστατημένη Πελοπόννησο οι
κοτζαμπάσηδες που αποτελούσαν την άρχουσα τάξη σήκωσαν τις στρατιωτικές δαπάνες στην
πρώτη φάση του αγώνα με απώτερο σκοπό να μη μεταβληθεί το κτητικό καθεστώς στην
περιοχή μετά τη λήξη του αγώνα. Οι ίδιες οικογένειες που στην Οθωμανική περίοδο ήταν
υπεύθυνες για τη συγκέντρωση των φόρων στις περιοχές τους και την επίδοσή τους στις
οθωμανικές αρχές και επιπλέον εμπλέκονταν στους μηχανισμούς υπενοικίασης των φόρων
αυτών συνέχισαν και στη διάρκεια των πρώτων χρόνων της επανάστασης τη δραστηριότητά
τους αυτή.
Βασική οικονομική πηγή της επανάστασης υπήρξαν τα νησιά Ύδρα, Σπέτσες, Ψαρά που
διέθεταν λόγω των οικονομικών δραστηριοτήτων τους στη θάλασσα μέγιστο ρευστό
κεφάλαιο και αξιόμαχο στόλο στον οποίο οφείλεται σε βαθμό σημαντικό η μεγάλη σε σχέση
με τις δυνατότητες των επαναστατημένων Ελλήνων διάρκεια της επανάστασης.
Συμπληρωματικό έσοδο αποτέλεσε και ένα ποσοστό από τα πολεμικά λάφυρα, το μοίρασμα
των οποίων αποτέλεσε συχνά αντικείμενο σύγκρουσης μεταξύ των διάφορων αρχηγών.
Σημαντική λεία έπεσε στα χέρια των Ελλήνων με την άλωση της Τριπολιτσάς, την πτώση της
Κορίνθου και του Ναυπλίου. Πολλά λάφυρα αποκόμισαν οι νικητές στην μάχη των
Βασιλικών. Σημαντικό έσοδο για τον αγώνα αποτέλεσε η ανταλλαγή αιχμαλώτων από την
άλωση της Τριπολιτσάς καθώς αιχμαλωτίστηκαν γυναίκες σημαντικών προσώπων της πόλης.
Εσωτερικά δάνεια: κατά τα πρώτα έτη του πολέμου οι κυβερνήσεις κατέφυγαν σε
εσωτερικό δανεισμό, αλλά τέτοιες προσπάθειες ήταν δύσκολο να τελεσφορήσουν σε περίοδο
πολέμου που η κατάσταση ήταν αβέβαιη και ρευστή. Το πρώτο ομολογιακό δάνειο
ψηφίστηκε το 1822 πέντε εκατομμύρια γρόσια και εξόφληση σε τρία χρόνια με τόκο 8%. Το
1825 έγινε προσπάθεια για νέο εσωτερικό δάνειο 100.000 τάληρα, αλλά η προσπάθεια δεν
ευοδώθηκε. Με νόμο του 1822 αποφασίστηκε η εκποίηση ιερών σκευών των μοναστηρίων
και των εκκλησιών, γιατί η απελευθέρωση του γένους εθεωρείτο ιερός σκοπός.
4. Εισφορές και έρανοι από το εξωτερικό: ο ελληνικός αγώνας συγκίνησε τους λαούς της
Ευρώπης. Ενεργότερη συμπαράσταση προς τους επαναστατημένους Έλληνες εκδηλώθηκε
ύστερα από τα θρυλικά πολεμικά κατορθώματα του β έτους. Σε διάφορες πόλεις της Δ.
Ευρώπης συγκροτήθηκαν Επιτροπές για τη συγκέντρωση χρημάτων και την αγορά εφοδίων
για το μαχόμενο ελληνισμό. Οι πιο δραστήριες επιτροπές ήταν στο Παρίσι, στη Γενεύη, στο
Μόναχο και στο Λονδίνο καθώς και του ρωσικού λαού που λόγω του τσαρικού καθεστώτος
δεν μπορούμε να γνωρίζουμε τις πραγματικές του διαστάσεις. Έλληνες ομογενείς και ρώσοι
φιλέλληνες προσέφεραν μεγάλα χρηματικά ποσά. Θα ήταν παράλειψη να μην αναφέρουμε
την περίπτωση του λόρδου Βύρωνα που εξόδευσε κατά την παραμονή του στην Ελλάδα περί
τις 28.000 λίρες προκειμένου να συνδράμει στον ελληνικό αγώνα και του τραπεζίτη και
φιλέλληνα Εϋνάρδου που η προσφορά του υπήρξε ιδιαίτερα σημαντική στην καποδιστριακή
περίοδο. Παρόλα αυτά θεωρείται ότι ελάχιστα από τα χρήματα των εισφορών
χρησιμοποιήθηκαν για τις άμεσες ανάγκες του αγώνα. Και εδώ υπεισήλθε το φαινόμενο του
τυχοδιωκτισμού και της αισχροκέρδειας.
Η οικονομική καχεξία του αγώνα, η δυσαναλογία εσόδων - εξόδων οδηγούσε στην ωρίμανση
της ιδέας για αναζήτηση οικονομικής ενίσχυσης από τη δύση με τη μορφή σύναψης δανείου.
Οι επιτυχίες της επανάστασης, η φιλελληνική κίνηση που είχε αναπτυχθεί στη δύση και η
διαφαινόμενη μεταστροφή της αγγλικής πολιτικής υπέρ των Ελλήνων δημιουργούσε θετικό
κλίμα για την επίτευξη της προσπάθειας.
Σύναψη δανείων
Aπό το 1824 και μετά η σημαντικότερη εξέλιξη στα οικονομικά θέματα υπήρξε η σύναψη
δύο εξωτερικών δανείων από χρηματοπιστωτικούς κύκλους της Αγγλίας. Οι όροι της
αποπληρωμής τους ήταν εξαιρετικά αρνητικοί, ενώ παράλληλα υποθηκεύτηκαν τα Eθνικά
Kτήματα, οι πρώην οθωμανικές ιδιοκτησίες που πέρασαν στα χέρια των επαναστατών και
έδιναν έτσι τη δυνατότητα να αποκατασταθούν οι αγωνιστές και γενικότερα οι ακτήμονες
αγρότες.
ΤΕΛΙΚΑ ΥΠΟΘΗΚΕΥΤΗΚΑΝ ΚΑΤΑ ΚΥΡΙΟ ΛΟΓΟ ΓΙΑ ΣΥΝΑΨΗ ΔΑΝΕΙΩΝ. Το
σημαντικότερο όμως σημείο αναφορικά με τα εξωτερικά δάνεια δε συνδέεται τόσο με τα
οικονομικά θέματα αλλά με την εξωτερική πολιτική.
5. Το πρώτο Δάνειο
Το 1823 διορίστηκε η επιτροπή του δανείου, αποτελούμενη από τους Ανδρέα
Λουριώτη, (σημαίνοντα απόστολο της Φιλικής Εταιρείας), Ιωάννη Ορλάνδο και
Ιωάννη Ζαΐμη. ‘Όταν έφτασαν στο Λονδίνο { 14/20 Ιανουαρίου 1824 } διαπίστωσαν
ότι υπήρχε δυσμενές κλίμα απέναντι στους Έλληνες. Κυρίως καταφέρονταν εναντίον
των Ελλήνων οι εμπορικοί αντίπαλοι τους στην Ανατολή, Φραγκολεβαντίνοι και
Εβραίοι, που οικονομικά συμφέροντα τους ωθούσαν σε συνεργασία με τους
Τούρκους. Τα μέλη της Επιτροπής ήρθαν σε απευθείας επαφή με τον Άγγλο υπουργό
G. Canning και τη Φιλελληνική Επιτροπή – το περίφημο Φιλελληνικό Κομιτάτο –
του Λονδίνου. Εδώ πρέπει να επισημάνουμε ότι τα φιλελληνικά κομιτάτα της
Αγγλίας και της Γαλλίας δεν είχαν λαϊκή βάση και ιδεολογία. Λειτούργησαν εξ αρχής
ως συνεργάτες του υπουργείου Εξωτερικών των αντίστοιχων χωρών.
Ο πρόεδρος του Κομιτάτου, Jeremy Bentham, επιφανής φιλόσοφος και κοινωνιολόγος και ο
γραμματέας του John Bowring, βοήθησαν στη διαπραγμάτευση για το δάνειο. Τότε στη
χρηματαγορά του Λονδίνου υπήρχαν μεγάλα διαθέσιμα κεφάλαια με χαμηλούς τόκους.
Ένας κερδοσκοπικός πυρετός διακατείχε τους κεφαλαιούχους του Λονδίνου αλλά και της
Γαλλίας, για τοποθέτηση των χρημάτων τους ακόμη και σε επισφαλείς περιοχές, αρκεί να
εξασφάλιζαν μεγάλο τόκο.
Η Φιλελληνική Επιτροπή του Λονδίνου, αποτελούμενη από σαράντα και πλέον τραπεζίτες
και εμπόρους συμφώνησε για τη σύναψη του δανείου και την 21η Φεβρουαρίου
υπογράφτηκε το πρώτο εξωτερικό δάνειο των 800.000 λιρών, την έκδοση του οποίου
ανέλαβαν οι τραπεζίτες Loughnan Sons και Ο’ Brien με τόκο 5%. Ως εγγύηση δίνονταν όλα
τα δημόσια έσοδα { από τελωνεία, αλυκές κ.λπ. } για την πληρωμή των τόκων, και όλα τα
εθνικά κτήματα για την εξόφληση του κεφαλαίου.
Όμως από το ποσό των 800.000 λιρών του δανείου αφαιρέθηκαν προκαταβολικά τα
χρεόλυτρα και οι τόκοι δυο ετών, προμήθειες, διάφορα έξοδα κ.λπ. και τελικά εισπράχθηκαν
από τους ΄Ελληνες μόνο 298.700 λίρες! Εντούτοις η Ελληνική Επιτροπή θεώρησε τη
σύμβαση ευνοϊκή. Η Επιτροπή δεν απέφυγε τις υποψίες για τον πραγματικό της ρόλο.
Κατηγορίες διατυπώθηκαν και για τον Bowring που, όπως είχε διαδοθεί, πήρε ως προμήθεια
δέκα – έντεκα χιλιάδες λίρες. Στην πραγματικότητα, με το τοκογλυφικό αυτό δάνειο η
Ελλάδα υποδουλωνόταν στους κεφαλαιούχους της χρηματαγοράς του Λονδίνου, οι οποίοι
εξυπηρετούσαν τα μυστικά συμφέροντά τους. Παράλληλα, ενίσχυε τον οικονομικό και
πολιτικό ρόλο της χώρας τους στην Εγγύς Ανατολή. (Συνεχίζεται).
6. Αγγελική Σταματούρου φιλόλογος,
μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης στην εκπαίδευση
Δεύτερο δάνειο
Η αχρηματία που υπήρχε μετά την εξάντληση των χρημάτων του πρώτου, αλλά και η ανάγκη
να αντιμετωπιστεί ο Ιμπραήμ, εκτός από τον τακτικό στρατό και με σύγχρονα ναυτικά μέσα.
Επέβαλε την ανάγκη για τη σύναψη του δεύτερου δανείου.
Ο Αγγλος Frank Abney Hastings είχε προτείνει την προμήθεια ατμοκίνητων πλοίων για την
αντιμετώπιση του εχθρικού στόλου και η κυβέρνηση ανέθεσε στην επιτροπή Λουριώτη –
Ορλάνδου τη σύναψη νέου δανείου. Έτσι, στις 7 Φεβρουαρίου 1825 υπογράφτηκε στο
Λονδίνο δάνειο 2.000.000 λιρών με πιστωτές τους εβραϊκής καταγωγής τραπεζίτες αδελφούς
Ricardo. Τώρα αρχίζει η απροκάλυπτη επέμβαση στα πράγματα της Επανάστασης:
Τα μέλη της Φιλελληνικής Επιτροπής του Λονδίνου, που είχαν ποντάρει στην επιτυχία του
ελληνικού αγώνα και τώρα, με την αιγυπτιακή επιδρομή, κινδύνευαν να χάσουν τα χρήματα
τους. Ύστερα από πιέσεις υποχρέωσαν τον Λουριώτη και τον Ορλάνδο να προσληφθεί ως
αρχηγός του νέου στόλου ο Άγγλος ναύαρχος Cochran, ο οποίος είχε αποκτήσει φήμη για τα
κατορθώματα του ως αρχηγός του στόλου της Βραζιλίας.
Παράλληλα οι αδελφοί Ricardo, χωρίς να ενημερώσουν τους Έλληνες αντιπροσώπους,
ανέθεσαν στο ναυπηγό Alexander Galloway την κατασκευή έξι ατμοκίνητων πλοίων, που θα
βοηθούσαν. Τελικά, ενώ είχαν σταλεί εκεί 750.000 δολάρια, παραδόθηκε μόνο η « Ελλάς »
που στοίχισε 300.000 δολάρια. Τα υπόλοιπα 450.000 δολάρια σπαταλήθηκαν από
Αμερικανούς πολίτες, όπως έγραψε με επικριτική γι’ αυτούς διάθεση ο συμπατριώτης τους
φιλέλληνας Samuel G. Howe στο βιβλίο « Σκιαγραφία της Ελληνικής Επανάστασης »! .
Οι Άγγλοι δανειστές βγήκαν ωφελημένοι. Όπως έγραψε ο Νικ. Σπηλιάδης, « σήμερον
σπείρουσιν ολίγα χρήματα, δια να θερίσωσιν αύριον πολλαπλάσια». Ο Βαυαρός G. Maurer,
που χρημάτισε αργότερα αντιβασιλιάς στην Ελλάδα, είπε: « όλοι όσοι ανακατεύθηκαν με
αυτά τα δύο δάνεια έγιναν τελικά πλούσιοι και μόνο ο άμεσα ενδιαφερόμενος (η φτωχή
Ελλάδα) έμεινε με αδειανά χέρια ». Ο δε Κοραής υποστήριξε ότι το δάνειο δεν πρέπει να
θεωρείται μεγάλη ευεργεσία, αλλά « η ελπιζόμενη μεγάλη ευεργεσία και μέλλουσα μετ’
ολίγον να μας δοθεί από την αγγλικήν κυβέρνηση, είναι η ομολογία και διακήρυξις της
Ελληνικής αυτονομίας ».
Συνοψίζοντας θα πρέπει να τονίσουμε ότι ο ελληνικός αγώνας ελάχιστα ωφελήθηκε
οικονομικά από τη σύναψη των δυο δανείων. Τα μέλη του φιλελληνικού κομιτάτου
παραγκωνίζοντας πλήρως του Έλληνες απεσταλμένους διαχειρίστηκαν όπως ήθελαν τα
χρήματα των δανείων. Ελάχιστα χρήματα έφθασαν στους επαναστατημένους Έλληνες και
αυτά με καθυστέρηση. Όσο για την εντός Ελλάδας διαχείρισή τους ενεργοποίησε την
εμφύλια διαμάχη από την οποία βγήκε κερδισμένη η αγγλική πολιτική εδραιώνοντας την
αγγλική παράταξη στην Ελλάδα και εξασφαλίζοντας την επιρροή της στον ελλαδικό χώρο.
7. Το μόνο θετικό που προέκυψε από αυτά τα δάνεια είναι α) η εκ των πραγμάτων αναγνώριση
της πολιτικής ύπαρξης των Ελλήνων και β) η αναγνώριση της δυνατότητάς τους να
συγκροτήσουν μελλοντικά κράτος, το οποίο θα μπορούσε να αποπληρώσει τα δάνεια αυτά.
Το τίμημα όμως που κλήθηκε να πληρώσει το νεοσύστατο ελληνικό κράτος εκτός των
δυσβάστακτων οικονομικά όρων ήταν οι στενοί δεσμοί εξάρτησης που υποθήκευσαν το
μέλλον της χώρας για πολλές δεκαετίες.
Κατά την πενταετία 1823-27 οι διάφορες πολιτικές ομάδες και φατρίες είχαν επιδοθεί σ'
έναν ατέρμονα πολιτικό ανταγωνισμό. Το κατακερματισμένο πολιτικό πεδίο δεν επέτρεπε
στους εκάστοτε νικητές να επιβάλουν την κυριαρχία τους με όρους σταθερότητας.
Η κατάσταση αυτή έπληττε τη διαπραγματευτική ικανότητα της ελληνικής πλευράς σε μια
εποχή (1827) που η Αγγλία και η Ρωσία φαίνονταν να αναζητούν, καθεμιά για τους δικούς
της λόγους, μια ευνοϊκή ρύθμιση για τους επαναστατημένους Έλληνες. Στις συνθήκες αυτές
ήταν ομόφωνη επιλογή του Καποδίστρια ως Κυβερνήτη.
Καποδιστριακή περίοδος
Όταν ο Καποδίστριας αποβιβαζόταν στο Ναύπλιο στις αρχές του 1828, έφτανε σε μια
ερειπωμένη χώρα. Η Πελοπόννησος, στην αγροτική παραγωγή της οποίας στηρίζονταν σε
μεγάλο βαθμό τα δημόσια έσοδα ήταν σχεδόν κατεστραμμένη από τον επτάχρονο πόλεμο και
τις εμφύλιες συγκρούσεις. Οι καταστροφές που προξενήθηκαν από τα στρατεύματα του
Ιμπραήμ είχαν αποδιαρθρώσει κάθε παραγωγική βάση. Τα ερείπια των γκρεμισμένων
σπιτιών ήταν συνηθισμένο θέαμα. Τα χρήματα των εξωτερικών δανείων (1824 και 1825)
είχαν σπαταληθεί και το ταμείο της κεντρικής διοίκησης δεν μπορούσε να καλύψει ούτε τις
απαραίτητες κρατικές δαπάνες.
Ο Καποδίστριας προσπάθησε από την αρχή να εξασφαλίσει δάνειο από τη γαλλική
κυβέρνηση ύψους 60.000.000 φράγκων. Με αυτά θα στήριζε την οικονομική ανασυγκρότηση
και τη λειτουργία της κρατικής διοίκησης. Το δάνειο όμως δε δόθηκε και έτσι αναγκάστηκε
να στηριχτεί σε μικρά ποσά που δίνονταν σε μηνιαία βάση από τη Ρωσία και τη Γαλλία
μεταξύ του 1828 και του 1830. Με τα χρήματα αυτά καλύπτονταν οι μισθοί των δημοσίων
υπαλλήλων και των ενόπλων, απαραίτητη προϋπόθεση για τη συγκρότηση μιας ισχυρής και
λειτουργικής κεντρικής διοίκησης. Ταυτόχρονα τέθηκαν για πρώτη φορά οι βάσεις μιας
σύγχρονης δημοσιονομικής πολιτικής.
Κυκλοφορεί το πρώτο ελληνικό νόμισμα στα 1829, τον Φοίνικα. Δημιουργείται η Εθνική
Χρηματιστική Τράπεζα, στην οποία θα επενδύονταν με σχετικά επωφελές επιτόκιο κεφάλαια
από το εσωτερικό αλλά και από τους Έλληνες του εξωτερικού. Δόθηκε βάρος στην ανάπτυξη
του εμπορίου και της ναυτιλίας, γεγονός στο οποίο συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό και η
καταπολέμηση της πειρατείας στο Aιγαίο. Στην προσπάθειά του για ευρεία διοικητική
8. ανασυγκρότηση κατάργησε τα προνόμια και την αυτοδιοίκηση των επαρχιών και έθετε τα
όργανα της επαρχιακής διοίκησης υπό τον έλεγχο της κεντρικής εξουσίας Το εγχείρημα δεν
πέτυχε εξαιτίας της αντιπολιτευτικής στάσης των εύπορων προϋχοντικών οικογενειών προς
το καποδιστριακό σύστημα εξουσίας με τη γνωστή τραγική κατάληξη και για τον ίδιο τον
Κυβερνήτη αλλά και για την Ελλάδα, ανακόπτοντας την πρώτη σοβαρή προσπάθεια για
οργάνωση και δημιουργία υποδομών που θα επέτρεπαν στη νεοσύστατη Ελλάδα να
ορθοποδήσει.
Σε ό,τι αφορά στο ζήτημα της διανομής των Εθνικών Κτημάτων δεν υπήρξε καμία εξέλιξη,
καθώς αυτά είχαν ήδη υποθηκευτεί ως εγγύηση για τη χορήγηση των εξωτερικών δανείων.
Το ζήτημα αυτό αποτέλεσε μόνιμο θέμα συζητήσεων και πηγή πολιτικών αντιπαραθέσεων
και εντάσεων για αρκετές δεκαετίες μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους, έως την
Αγροτική Μεταρρύθμιση του Aλέξανδρου Kουμουνδούρου το 1871.
Οι Έλληνες το 1821 επαναστάτησαν κατά ενός κυρίαρχου κράτους χωρίς να έχουν
ολοκληρώσει την οικονομική και στρατιωτική τους προετοιμασία, οδηγούμενοι περισσότερο
από το συναίσθημα και λιγότερο από τη λογική. Η Α Εθνική Συνέλευση υιοθετώντας τις
θεωρητικές αρχές της δύσης στη διοίκηση του κράτους όρισε την υποχρέωση της
δημιουργίας προϋπολογισμού και άσκησης δημοσιονομικής πολιτικής, αλλά δεν
εφαρμόστηκαν. Προσέκρουαν στις πολιτικές διενέξεις και στις αντιδράσεις των τοπικώς
ισχυρών που δημιουργούσαν κλίμα διάσπασης και τοπικισμού μεταξύ των επαναστατημένων.
Στην πράξη λειτούργησαν οι παραδοσιακές οικονομικές αρχές και σχέσεις που επικρατούσαν
κατά τη μακραίωνη τουρκική σκλαβιά. Η Ελλάδα κατόρθωσε να συντάξει τον πρώτο της
προϋπολογισμό μόλις το 1863.
Αλλά.. την ΡΩΜΙΩΣΥΝΗ ΜΗΝ ΤΗΝ ΚΛΑΙΣ ΕΚΕΙ ΠΟΥ ΠΑΕΙ ΝΑ ΣΚΥΨΕΙ……
Βιβλιογραφία:
Εκδοτική Αθηνών, Ιστορία του ελληνικού έθνους, τόμος ΙΒ.
Πάπυρος, Ελλάς, τόμος Β.
Απομνημονεύματα Αγωνιστών του ΄21 (Κολοκοτρώνη, Μακρυγιάννη, Φωτάκου, Σπηλιάδη,
Δημητρίου Αινιάν).
Samuel Howe, Η σπατάλη του Ελληνικού Δανείου (περιοδικό Ιστορική Επιθεώρηση, Οκτ.
1971).
G. Mauer, Ο ελληνικός λαός, 1976.