3. Η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΤΟΥ
Καταγόταν από μια περιοχή
της θεσσαλονίκης που ονομαζόταν Κουλακιά.
Ήταν γιος ευσεβών και
επιφανών της περιοχής εκείνης.
Ο πατέρας του ονομάζονταν Πολύχρους
και η μητέρα του Λουλούδα.
Πήγε στην Κωνσταντινούπολη, στον Πατριάρχη
Αντιόχειας, με τον οποίο έμεινε δύο χρόνια.
Γύρισε στο Άγιο όρος και έπειτα στην πατρίδα του.
4. ΟΙ ΣΠΟΥΔΕΣ ΤΟΥ
Τον σπούδασε ο πατέρας του με τα κοινά γράμματα.
Τον έφερε στη Θεσσαλονίκη και τον έβαλε στο
ελληνικό σχολείο.
Αναχώρησε για τον Άθωνα και πήγε στο σχολείο του
Βατοπεδίου για μεγαλύτερη ωφέλεια όπου τελείωσε
τα <<γραμματικά και δειδάχτηκε τη Λογική του
Ευγένιου από τον Νικόλαο Τζαρτζούλιο.
5. ΈΝΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟ ΠΟΥ ΑΠΟΔΕΙΧΘΗΚΕ
ΜΟΙΡΑΙΟ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΗ ΤΟΥ
Κάποια μέρα, καθώς γνώριζε άριστα την τουρκική και αραβική
γλώσσα, συνομιλούσε περί θρησκείας μ’ ένα Τούρκο εμίρη και
του είπε πως η θρησκεία σας περιλαμβάνεται σ’ αυτά τα λόγια
και απονήρευτα απήγγειλε το σαλαβάτι, ομολογία πίστεως των
μουσουλμάνων. Αμέσως τότε ο εμίρης του λέει : Είπες το
σαλαβάτι, έγινες Τούρκος. Μη γένοιτο του απάντησε ο άγιος,
μόνο είπα τι λέει η πίστη σας. Ο εμίρης όμως δεν έχασε καιρό κι
αμέσως ,αφού παρέδωσε τον Αθανάσιο στον υπεύθυνο του
μενζιλχανέ να τον φυλάει, έτρεξε στη Θεσσαλονίκη, στον μουλά
ιεροδικαστή, όπου συκοφάντησε τον νέο πως αλλαξοπίστησε.
6. Έστειλε τότε ο μουλάς να φέρουν τον άγιο στη
Θεσσαλονίκη .Άκουσε και εξέτασε την υπόθεση και έκρινε
πολύ σωστά ότι αυτό που έγινε δεν ήταν ομολογία
πίστεως. Μάλιστα απευθυνόμενος στον εμίρη του είπε : Κι
εσύ αν ήξερες τα λόγια της χριστιανικής θρησκείας και τα
έλεγες θα σήμαινε πως έγινες χριστιανός ; Όμως οι αγάδες
που ήσαν παρόντες έκαναν μεγάλη φασαρία φωνάζοντας
πως δεν πρέπει να περιπαίζεται η πίστη και επηρέασαν τον
μουλά. Ο δικαστής λοιπόν άλλαξε γνώμη και άρχισε να τον
παρακινεί, να τον κολακεύει και να τον φοβερίζει ότι με
θέλημα του Θεού έκανε την ομολογία της πίστης και
πρέπει να την ακολουθήσει, γιατί αλλιώς η πίστη δεν
υποφέρει να καταφρονείται.
7. Ο Μάρτυρας όμως, σταθερός στη δική του αληθινή ομολογία
εναντιώθηκε στα λόγια του δικαστή λέγοντας πως είναι
βεβαιωμένος στην αληθινή πίστη του Χριστού, και άλλη πίστη
έξω από αυτή δεν ξέρει αληθινή και σωτήρια. Αφού τα άκουσε
αυτά ο δικαστής διέταξε να τον φυλακίσουν, μήπως τάχα
αλλάξει γνώμη και ακολουθήσει τις προσταγές του. Έμεινε στη
φυλακή αρκετές μέρες χωρίς να δείξει κανένας ενδιαφέρον,
γιατί βγήκε και μια φήμη ότι ο Αθανάσιος έκανε ομολογία και
ύστερα μεταμέλησε.
8. Περνώντας μερικές μέρες, τον βγάζει ο δικαστής από την
φυλακή και παρακινώντας τον από την αρχή να δεχτεί να
ομολογήσει τη δική τους θρησκεία, αφού τον έβρισκε σταθερό
και αμετάπειστο, τον καταδικάζει σε θάνατο. Και αφού τον
πήραν οι δήμιοι, τον κρέμασαν έξω από την πόλη, όπου και
τον έθαψαν οι Χριστιανοί, δηλαδή στην περιοχή της Αγίας
Παρασκευής.
Και έτσι μαρτύρησε, με τη δύναμη του σταυρωμένου Ιησού
ο γενναίος αθλητής Αθανάσιος, την 8η του μήνα
Σεπτεμβρίου, (νέος στην ηλικία, περίπου εικοσιπέντε χρονών
)κατά την οποία γιορτάζουμε το ιερότατο και πάνσεπτο
Γενέσιο της Κυρίας ημών Θεοτόκου.
10. ΤΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΙΑ
Καταγόταν από ένα χωριό της Κασσάνδρας, που
ονομαζόταν Βάλτα.
Από μικρό παιδί πήγε στη Θεσσαλονίκη και έμαθε τη
δουλειά του αμπατζή, δηλαδή κατασκεύαζε εξωτερικά
ενδύματα από χοντρό μάλλινο ύφασμα.
Πήγαινε με τους άλλους μαστόρους σε διάφορα μέρη για
δουλειά και πάλι επέστρεφε στη Θεσσαλονίκη. Κάποια φορά
στη Χίο αγόρασε ένα ξύλινο σταυρό αζωγράφιστο.
Τον έδωσε σ' ένα ζωγράφο, τον ζωγράφισε και τον πήγε
στην εκκλησία του Αγίου Αθανασίου, διότι ο καντηλανάφτης
ήταν φίλος του.
Μαρτύρησε στη Θεσσαλονίκη στις 27 Ιουλίου 1777
11.
12. ΈΝΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟ ΠΟΥ
ΑΠΟΔΕΙΧΘΗΚΕ ΜΟΙΡΑΙΟ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΗ
ΤΟΥ
Όταν πληροφορήθηκε ότι κάποιος χριστιανός Βούλγαρος,
ετοιμαζόταν ν' αρνηθεί τον Χριστό προμηθεύτηκε έναν μικρό
σταυρό και πήγε στο καφενείο, όπου θα γινόταν η περιτομή
του αρνησίχριστου. Διέσχισε το πλήθος των γενιτσάρων, και
ενώ χτυπούσαν τα τύμπανα, πλησίασε τον αρνησίχριστο,
παρουσίασε τον σταυρό και του είπε: «Αδελφέ τι έπαθες, να η
πίστη μας, να ο Χριστός, που σταυρώθηκε για την αγάπη μας,
συ γιατί αφήνεις τον Χριστό τον σωτήρα σου και γίνεσαι
Τούρκος;». Εξαγριωμένοι οι Τούρκοι, όρμησαν και συνέλαβαν
τον Χριστόδουλο και με χτυπήματα τον οδήγησαν στον κριτή,
όπου απαίτησαν τον θάνατο του.
13. Στην προτροπή του κριτή ν' αρνηθεί τον Χριστό, ο Μάρτυρας
με θάρρος απάντησε: «... και συ άφησε τον μωαμεθανισμό
και γίνε Χριστιανός». Αποδεικνύοντας έτσι την ακλόνητη
πίστη του, παραδόθηκε στους δήμιους, οι οποίοι τον
κρέμασαν κοντά στον ναό του Αγίου Μηνά στη Θεσσαλονίκη.
Το λείψανο του αγίου με καρφωμένο τον σταυρό στην πλάτη
του, παρέμεινε γυμνό κρεμασμένο για δύο μέρες. Κατόπιν οι
Χριστιανοί, αγόρασαν το λείψανο του αντί 600 γροσιών και το
έθαψαν με τιμές