2. Μια φορά και έναν καιρό ήταν τρία γουρουνάκια που ζούσαν με την μαμά τους. Όταν
μεγάλωσαν τα γουρουνάκια, η μαμά τους είπε: - Παιδιά μου μεγαλώσατε πια και
ήρθε η ώρα να φύγετε από το σπίτι και να πάτε να βρείτε την τύχη σας. Να
θυμάστε μόνο πως σε ότι και αν κάνετε να δίνετε τον καλύτερό σας εαυτό και να το
κάνετε όσο καλύτερα μπορείτε. Έτσι τα τρία γουρουνάκια χαιρέτησαν τη μαμά τους
και έφυγαν από το σπίτι.
3. Τα τρία γουρουνάκια βγήκαν στο δρόμο και άρχισαν να ψάχνουν υλικά με τα οποία
θα μπορούσαν να φτιάξουν τα δικά τους σπίτια στο δάσος. Το πρώτο γουρουνάκι
έφτιαξε σπιτάκι από άχυρα, το δεύτερο από ξύλα και το τρίτο από πέτρα. Βέβαια το
τρίτο γουρουνάκι κουράστηκε περισσότερο να το φτιάξει. Έγινε όμως ένα πολύ γερό
σπιτάκι και από μέσα ήταν ζεστό και άνετο. Τα δυο μικρότερα γουρουνάκια έκτισαν
τα σπιτάκια τους γρήγορα και ξεκίνησαν αμέσως το παιγνίδι.
4. Ο λύκος όμως τα παρακολουθούσε κρυμμένος. Μόλις τα δυο γουρουνάκια
επέστρεψαν στα σπίτια τους, ο λύκος πήγε στο σπιτάκι από άχυρα. «Γουρουνάκι,
γουρουνάκι άνοιξε παρακαλώ, στο σπιτάκι σου να μπω!!» είπε ο μεγάλος μαύρος
λύκος.
5. «Όχι ποτέ! Να μη με λένε γουρουνάκι άμα σε αφήσω να μπεις μέσα». Αλλά τότε ο
λύκος είπε: «Θα ρουφήξω, θα φυσήξω και το σπίτι σου θα ρίξω!!» Φύσηξε και
ξαναφύσηξε και τελικά γκρέμισε το αχυρένιο σπιτάκι. Αλλά όταν ο λύκος μπήκε στο
σπίτι, το γουρουνάκι δεν ήταν εκεί. Είχε τρέξει στο σπίτι του δεύτερου γουρουνιού
για να σωθεί. Τότε ο λύκος πήγε στο ξύλινο σπιτάκι.
6. «Γουρουνάκια, γουρουνάκια ανοίξτε μου παρακαλώ.. στο σπιτάκι σας να μπω»,
φώναξε κακός ο λύκος. «Όχι! Ποτέ! Να μη με λένε γουρουνάκι άμα σε αφήσω να
μπεις μέσα» τσίριξε το δεύτερο γουρουνάκι. Τότε θα ρουφήξω, θα φυσήξω και το
σπίτι σου θα ρίξω, είπε απειλητικά ο λύκος.
7. Έτσι, γκρέμισε και το ξύλινο σπιτάκι. Ο λύκος έψαξε μέσα στο σπιτάκι αλλά δεν
βρήκε πουθενά τα γουρουνάκια, που είχαν τρέξει στο πέτρινο σπίτι του τρίτου
γουρουνιού για να σωθούν. Ο λύκος έφθασε και αυτός λαχανιασμένος ξοπίσω τους
και είπε: «Γουρουνάκια, γουρουνάαακια ανοίξτε μου παρακαλώ στο σπιτάκι σας να
μπω». «Όχι! Ποτέ! Να μη με λένε γουρουνάκι άμα σε αφήσω να μπεις μέσα»,
τσίριξε το τρίτο γουρουνάκι και μαντάλωσε την πόρτα του πέτρινου σπιτιού.
8. Ο λύκος γέλασε: Τότε θα ρουφήξω, θα φυσήξω και το σπίτι σας θα ρίξω!!. Και
προσπάθησε να κάνει αυτό ακριβώς που τους είπε. Ρούφηξε και φύσηξε αλλά δεν
κατάφερε να ρίξει το πέτρινο σπιτάκι, Όσο δυνατά και αν ρούγαφε, όσο δυνατά κι
αν φύσαγε ούτε μία πέτρα δεν κουνήθηκε από το σπίτι. Ο λύκος είχε θυμώσει πολύ,
αλλά επειδή ήταν πονηρός δεν είπε τίποτα. Πήγε λοιπόν και έφερε μία σκάλα και
σκαρφάλωσε στη στέγη του πέτρινου σπιτιού.
9. Τι θα κάνουμε τώρα φώναξαν τα δυο πρώτα γουρουνάκια ενώ το τρίτο γουρουνάκι
δεν μίλαγε γιατί εκείνη την ώρα ετοίμαζε ένα καζάνι σούπα στη φωτιά του τζακιού.
Ξαφνικά ο λύκος γλίστρησε μέσα από την καμινάδα και πλατς… έπεσε μέσα στο
καζάνι. Τα τρία γουρουνάκια γέλασαν πολύ βλέποντας το λύκο να φεύγει τρέχοντας.
Έζησαν από τότε όλα μαζί στο σπιτάκι με τα τούβλα και πέρασαν αυτά καλά και
εμείς καλύτερα..!!