Στοιχειά και προλήψεις στο έργο του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη
1.
ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΛΗΨΕΙΣΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ
ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ
Στα παλιά χρόνια, στα χρόνια του Παπαδιαμάντη, τα
υπερφυσικά όντα, οι προλήψεις και οι κατάρες δεν
θεωρούνταν παράλογα, όπως σήμερα από την
πλειοψηφία των ανθρώπων, αλλά κάτι φυσιολογικό.
Έτσι, και ο ίδιος τα είχε χρησιμοποιήσει πάρα πολύ στα
διηγήματά του και ήταν μέρος της καθημερινότητας
των ηρώων του.
Στα διηγήματά του, γίνεται λόγος για διάφορα
πλάσματα. Φαντάσματα, νεράιδες που κατοικούσαν
συνήθως στα ρέματα, καλικάντζαροι και βρικόλακες,
όντα που όπως διαβάζουμε στους ‘’Ελαφροήσκιωτους’’
είναι ακίνδυνα, αλλά μπορούν να σου κλέψουν την
φωνή , εκτός των βρικολάκων, που πρέπει να
αποφεύγουμε. (Αυτή [θειά – Συνοδιά] είχεν εκ γενετής
φιλικωτάτας σχέσεις με τις νεράιδες…Εγνώριζε τα
στοιχειά, τους αράπηδες με την τσιμπούκα, τις λαμιές
και τους καλικάντζαρους, όπου έρχονται τώρα τα
Χριστούγεννα…. Να μην γελασθής και ανοίξης το στόμα
σου, να τες ομιλήσης, γιατί θα σου πάρουν την φωνήν,
να μείνης βουβός…. Κατά τα άλλα είναι ακίνδυνοι….
Μόνον ο βρυκόλακας είναι κακό πράγμα)
Στο ίδιο διήγημα, εμφανίζονται και κάποιοι οι
οποίοι έχουν και φιλικές σχέσεις με τα τρία πρώτα , ενώ
ο ένας μάλιστα από αυτούς, επειδή είναι
2.
Σαββατογεννημένος, έχει έναπλεονέκτημα όσον αφορά
την προστασία του.(Είχαν φιλικές σχέσεις μεταξύ
των….Άλλως ο Αγάλλος ήτο σαββατογεννημένος, και
είναι γνωστόν ότι οι έχοντες το πλεονέκτημα τούτο, δεν
υπόκεινται εις εξωτικάς επηρείας). Επιπλέον, στο
διήγημα ‘’ Ο αβασκαμός του Αγά» μας γράφει ότι
υπήρχαν και στο Κάστρο φαντάσματα και σκιές, τα
οποία έφευγαν από τον τόπο , επειδή τους ενοχλούσαν
οι φωνές των παιδιών. (Και πλείστα εκ των παιδίων,
απόκοτα, αναρριχώνται εις την οροφήν, απ’ επάνω από
τον θόλον του πενιχρού τζαμίου, και παρωδούν με
ατάκτους φωνάς το κήρυγμα του Χότζα, το οποίον ποτέ
των δεν ήκουσαν. Είχον τύχην. Τότε τα φαντάσματα
φεύγουσι, και αι σκιαί αποπλανώνται, και το
παράπονον της ερημίας χάνεται μακράν, εις τελευταίον
πνιγμένον στεναγμόν, βυθιζόμενον εις το κύμα.)
Παρόλα αυτά υπάρχουν και κάποιοι που όχι μόνο δεν
τα πιστεύουν, αλλά ειρωνεύονται και αυτούς που το
κάνουν. (Παγώνας: - Ή τίποτα στοιχειά θα ηύρε σο
δρόμο και έπιασε κουβέντα μαζύ τους, κι εξέχασε…
Θειά – Συνοδιά: - Άφτε τώρα τα χωρατά, γιατί μας
έπιασε μεγάλος φόβος, καημένε… Μην τόχεις μικρό
πράμα... ‘’Οι Ελαφροήσκιωτοι’’)
Επίσης το μάτι, οι κατάρες, οι μάγισσες, τα μάγια
και τα φίλτρα, όπως αυτά που αντίκρισε η δασκάλα
στην έδρα της στο ‘’ Της δασκάλας τα μάγια’’
ανησυχούν πολύ τους ήρωες.( - Μάγια σας κάνανε,
3.
κυρία, μάγια!... –Δεν είναι τίποτε, Ουρανία˙ μάζωξέ τα
να τά πετάξης έξω. – Εγώ, κυρία, να τά πιάσω, με τά
χεράκια μου; - Κάμε αυτό πού σού λέω, διέταξεν εν
ανυπομονησία η δασκάλισσα˙ δεν είναι τίποτε,…) Στο
διήγημα ‘’ Ο Αβασκαμός του Αγά’’ όλοι φοβούνται το
μάτι και τη γλώσσα της θεια-Σειρανώ, που κατάφεραν
να βυθίσουν ένα καράβι, να διαλύσουν ένα γάμο και
τέλος, να σκοτώσουν τον Αγά. (Μίαν φοράν, έλεγαν,
είχε κατορθώσει να χωρίση έν’ αδρόγυνο… Άλλην
φοράν, ενώ μικρά βρατσέρα έπλεεν αντίκρυ, εις το
πέλαγος, πλοίον καινούριες καλά αρατωμένον…η θειά-
Σειρανώ… δε ημπόρευσε να χωνεύση τον θαυμασμό
της, και ανέκραξε: - Μπα! αυτό το καΐκι. Χαρά στη
μορφιά! Μόλις είπε τον λόγον,… όλη η αρματωσιά του
πλοίου έπεσε μετά τριγμού, και το καΐκι έμεινε
ξυλάρμενον, κούτσουρον, φερόμενον εδώ κι εκεί υπό
των κυμάτων.) Σ
Στο ‘’ Οι μάγισσες’’ υπονοείται ότι αυτά τα
πλάσματα, ζούσαν ανάμεσα στους «φυσιολογικούς»,
καθώς εκεί, ένας παπάς, είδε με τα μάτια του τρεις
μάγισσες και μια από αυτές, νομίζοντας ότι είχε
αναγνωρισθεί, αυτοκτόνησε το επόμενο πρωί. ( - Σας
είδα, σας εγνώρισα, παλιόστριγλες, μάγισσες! Σας
γνωρίζω… Αύριο θα σας μαρτυρήσω στους άντρες
σας!...Την επαύριον, η Μυρμήγκαινα, νεαρά σύζυγος
και μήτηρ τέκνων, δι’ όλης της ημέρας έλειπεν από την
οικίαν της…)
4.
Ο Παπαδιαμάντης, στοδιήγημα ‘’ Η πιτρόπισσα’’, δεν
φαίνεται να συμμερίζεται τις προλήψεις. Σ’ αυτό, μια
γυναίκα, παρά τις κακές γλώσσες, παντρεύεται τον
καπετάν-Πανάγο σε τρίτο για αυτόν γάμο, αν και ο ίδιος
είχε παντρέψει τον άντρα της αποθανούσης κόρης του
με κουμπάρα την γυναίκα του και μητριά της, κάτι που
ήταν αντίθετο με την κοινή γνώμη και φυσικά, πίστευαν
ότι προκαλούσε γρουσουζιά. Με το «ευτυχισμένο
τέλος» αμφισβητούνται οι προλήψεις.
Κουϊμτζή – Φιλαρέτου Φιλαρέτη