7. ΜΕΘ' ΗΜΩΝ Ο ΘΕΟΣ
Ήχος πλ. β΄
Μεθ' ημών ο Θεός, γνώτε έθνη καί ηττάσθε.
Ότι μεθ' ημών ο Θεός.
Επακούσατε έως εσχάτου τής γής,
Ότι μεθ' ημών ο Θεός.
Ισχυκότες ηττάσθε.
Ότι μεθ' ημών ο Θεός.
Ιδού εγώ καί τά παιδία, ά μοι έδωκεν ο Θεός,
Ότι μεθ' ημών ο Θεός.
Ό λαός ο πορευόμενος εν σκότει, ίδε φώς μέγα.
Ότι μεθ' ημών ο Θεός.
Oί κατοικούντες εν χώρα, καί σκιά θανάτου, φώς λάμψει εφ' ημάς.
Ότι μεθ ήμών ο Θεός.
Δόξα Πατρί και υιώ...
Ότι μεθ' ημών ο Θεός.
Και νύν και αεί...
Ότι μεθ' ημών ο Θεός.
Μεθ' ημών ο Θεός , γνώτε έθνη καί ηττάσθε, ότι μεθ' ημών ο Θεός.
10. ΣΑΒΒΑΤΟ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ
Τού αγίου καί δικαίου,
φίλου τού Χριστού,
Λαζάρου τού τετραημέρου.
Τήν κοινήν Ανάστασιν
πρό τού σού Πάθους
πιστούμενος, εκ νεκρών
ήγειρας τόν Λάζαρον,
Χριστέ ο Θεός,
όθεν καί ημείς ως οι Παίδες,
τά τής νίκης σύμβολα φέροντες,
σοί τώ Νικητή τού θανάτου
βοώμεν. Ωσαννά εν τοίς υψίστοις,
ευλογημένος ο ερχόμενος,
εν ονόματι Κυρίου.
11. ΚΑΛΑΝΤΑ ΛΑΖΑΡΟΥ
Εις την πόλη Βηθανία, Μάρθα κλαίει και Μαρία,
έκλαιγαν τον αδερφό τους, τον πολύ αγαπητό τους.
Τρεις ημέρες τον θρηνούσαν και τον εμοιρολογούσαν,
την ημέρα την Τετάρτη, κίνησε ό Χριστός για να 'ρθει
Κι ό Χριστός την έλυπήθη και πολύ την έσπλαχνίσθη
και στον τάφο πλησιάζει και το Λάζαρο φωνάζει:
-Έβγα έξω, Λάζαρε μου, φίλε και αγαπητέ μου.
-Πες μας, Λάζαρε, τί είδες, εις τον Άδη όπου πήγες;
-Είδα φόβους, είδα τρόμους, είδα βάσανα και πόνους,
δώστε μου λίγο νεράκι, να ξεπλύνω το φαρμάκι,
το φαρμάκι των χειλέων και μη με ρωτάτε πλέον.
12. ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ
Η ΒΑΪΟΦΟΡΟΣ
Κυριακή τών Βαΐων,
τήν λαμπράν
καί ένδοξον πανήγυριν
τής εις Ιερουσαλήμ εισόδου
τού Κυρίου ημών
Ιησού Χριστού
εορτάζομεν
Ωσαννά εν τοίς υψίστοις,
ευλογημένος ο ερχόμενος,
εν ονόματι Κυρίου.
13. ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ
ΤΟΥ ΝΥΜΦΙΟΥ
Τή αγία καί μεγάλη Δευτέρα,
μνείαν ποιούμεθα τού μακαρίου
Ιωσήφ τού Παγκάλου, καί τής υπό
τού Κυρίου καταρασθείσης καί
ξηρανθείσης Συκής.
Ιδού ο Νυμφίος έρχεται εν τώ μέσω
τής νυκτός, καί μακάριος ο δούλος,
όν ευρήσει γρηγορούντα,
ανάξιος δέ πάλιν,
όν ευρήσει ραθυμούντα.
Βλέπε ούν ψυχή μου,
μή τώ ύπνω κατενεχθής,
ίνα μή τώ θανάτω παραδοθής,
καί τής βασιλείας έξω κλεισθής,
αλλά ανάνηψον κράζουσα.
Άγιος, Άγιος, Άγιος εί ο Θεός,
διά τής Θεοτόκου ελέησον ημάς.
14. Η ΕΥΧΗ
Έφυγα απ’ του Φαραώ, της Αιγύπτου τη σκλαβιά,
μ’ αρχηγό το Μωυσή, έφτασα ως το Σινά.
Στο Σινά να ανεβώ, ω! πολύ το επιθυμώ,
στην Αγία κορυφή και να λέω την Ευχή.
Η ανάβαση σκληρή, Θεέ μου δώσ’ μου υπομονή,
καρτερία κι αντοχή, ν’ αποκτήσω την Ευχή.
Την Ευχή για να τη λες, πρέπει από το μυαλό,
να πετάξεις μακριά, κάθε πράγμα κοσμικό.
15. Στην αρχή την Ευχή, να τη λες προφορικά,
κι ύστερα από καιρό, θα σου γίνει νοερά.
Και στα λόγια της Ευχής, να ’ναι όλη η προσοχή,
γιατί όταν φανταστείς, κίνδυνος να πλανηθείς.
Απ’ το δέντρο της Ευχής, βγαίνουνε καρποί γλυκείς,
Ω! τι μέλι είν’ αυτό, δεν μπορείς να φανταστείς.
Όταν ίδεις την ευχή, μέσα σου να ενεργεί,
φρούρησέ τηνε καλά, με επίγνωση πολύ.
16. Γέροντά μου σεβαστέ, Μωυσή μου νοητέ,
έλα δώσ’ μου μιαν ευχή, ν’ αποκτήσω την Ευχή.
Η μητέρα του Χριστού, ηγουμένη μυστική,
ευλογεί τους ταπεινούς και τους δίνει την ευχή.
Στο Σινά να ανεβώ, ω! πολύ το επιθυμώ,
στην Αγία κορυφή και να λέω την Ευχή.
17. ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΙΤΗ
ΤΩΝ 10 ΠΑΡΘΕΝΩΝ
Τής τών δέκα Παρθένων
παραβολής, τής εκ τού ιερού
Ευαγγελίου, μνείαν ποιούμεθα.
Εν ταίς λαμπρότησι τών Αγίων σου,
πώς εισελεύσομαι ο ανάξιος;
εάν γάρ τολμήσω
συνεισελθείν εις τόν νυμφώνα,
ο χιτών με ελέγχει,
ότι ουκ έστι τού γάμου,
καί δέσμιος εκβαλούμαι
υπό τών Αγγέλων,
καθάρισον Κύριε,
τόν ρύπον τής ψυχής μου,
καί σώσόν με ως φιλάνθρωπος.
20. ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ
ΜΥΣΤΙΚΟΣ ΔΕΙΠΝΟΣ
Τού Δείπνου σου
τού μυστικού,
σήμερον Υιέ Θεού,
κοινωνόν με παράλαβε,
ου μή γάρ τοίς εχθροίς σου
τό Μυστήριον είπω,
ου φίλημά σοι δώσω,
καθάπερ ο Ιούδας,
αλλ' ως ο Ληστής
Ομολογώ σοι.
Μνήσθητί μου Κύριε,
όταν έλθης
εν τή Βασιλεία σου.
21. ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ
Η ΩΡΑ ΤΗΣ ΑΓΩΝΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ
Σήμερον έλεγεν ο Κτίστης
Ουρανού καί γής,
τοίς εαυτού Μαθηταίς.
Ήγγικεν η ώρα,
καί έφθασεν Ιούδας
ο παραδιδούς με,
μή τις με αρνήσηται,
βλέπων με εν τώ Σταυρώ,
εν μέσω δύο ληστών,
πάσχω γάρ ως άνθρωπος,
καί σώζω ως φιλάνθρωπος,
τούς εις εμέ πιστεύοντας.
22. ΚΥΡΙΕ ΤΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ
Ήχος πλ. β'
Κύριε τών Δυνάμεων, μεθ' ημών γενού, άλλον γάρ
εκτός σου βοηθόν, εν θλίψεσιν ουκ έχομεν, Κύριε
τών Δυνάμεων, ελέησον ημάς.
Στίχ. Αινείτε αυτόν εν ήχω σάλπιγγος, αινείτε αυτόν εν
ψαλτηρίω καί κιθάρα.
Κύριε τών Δυνάμεων, μεθ' ημών γενού, άλλον γάρ
εκτός σου βοηθόν, εν θλίψεσιν ουκ έχομεν, Κύριε
τών Δυνάμεων, ελέησον ημάς.
Στίχ. Αινείτε αυτόν εν τυμπάνω καί χορώ, αινείτε αυτόν εν
χορδαίς καί οργάνω.
Κύριε τών Δυνάμεων, μεθ' ημών γενού, άλλον γάρ
εκτός σου βοηθόν, εν θλίψεσιν ουκ έχομεν, Κύριε
τών Δυνάμεων, ελέησον ημάς.
23. ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ
Η ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΚΑΙ Η ΣΥΛΛΗΨΗ
Έδραμε λέγων ο Ιούδας,
τοίς παρανόμοις γραμματεύσι.
Τί μοι θέλετε δούναι,
καγώ υμίν παραδώσω αυτόν,
εν μέσω δέ τών συμφωνούντων,
αυτός ειστήκεις
αοράτως συμφωνούμενος.
Καρδιογνώστα,
φείσαι τών ψυχών ημών.
Εις τριάκοντα αργύρια Κύριε,
καί εις φίλημα δόλιον,
εζήτουν Ιουδαίοι αποκτείναί σε.
Ο δέ παράνομος Ιούδας,
ουκ ηβουλήθη συνιέναι.
24. ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ
Η ΜΑΣΤΙΓΩΣΗ
Έκαστον μέλος τής αγίας σου σαρκός,
ατιμίαν δι' ημάς υπέμεινε,
τάς ακάνθας η κεφαλή,
η όψις τά εμπτύσματα,
αι σιαγόνες τά ραπίσματα,
το στόμα τήν εν όξει κερασθείσαν
χολήν τή γεύσει,
τά ώτα τάς δυσσεβείς βλασφημίας.
Ο νώτος τήν φραγγέλωσιν,
καί η χείρ τόν κάλαμον,
αι τού όλου σώματος εκτάσεις
εν τώ σταυρώ,
τά άρθρα τούς ήλους,
καί η πλευρά τήν λόγχην.
Ο παθών υπέρ ημών,
καί παθών ελευθερώσας ημάς.
Ο συγκαταβάς ημίν φιλανθρωπία,
καί ανυψώσας ημάς, παντοδύναμε
Σωτήρ, ελέησον ημάς.
26. ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ
Η ΑΡΝΗΣΗ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ
Ο δε Πέτρος έξω εκάθητο εν τη αυλή, και προσήλθε αυτώ μία παιδίσκη
λέγουσα: και συ ήσθα μετά Ιησού του Γαλιλαίου. Ο δε ηρνήσατο
έμπροσθεν αυτών πάντων λέγων : Ουκ οίδα τι λέγεις ….
Και ευθέως αλέκτωρ εφώνησε. Και εξελθών έξω έκλαυσε πικρώς
27. ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ
Ο ΠΕΤΡΟΣ ΚΛΑΙΩΝ
Τρίτον αρνησάμενος ο Πέτρος,
ευθέως τό ρηθέν αυτώ συνήκεν,
αλλά προσήγαγέ σοι
δάκρυα μετανοίας.
Ο Θεός ιλάσθητί μοι καί σώσόν με.
28. ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ
Η ΚΡΙΣΗ ΤΟΥ ΠΙΛΑΤΟΥ
Λέγει αυτοίς ο Πιλάτος.
Λάβετε αυτόν υμείς
και σταυρώσατε,
εγώ γαρ
ουχ ευρίσκω
εν αυτώ αιτίαν.
29. ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ
Ο ΙΟΥΔΑΣ ΕΠΙΣΤΡΕΦΕΙ ΤΑ 30 ΑΡΓΥΡΙΑ
Ιδών Ιούδας ότι Ιησούς κατεκρίθη,
μεταμεληθείς απέστρεψε τα τριάκοντα
αργύρια τοις αρχιερεύσι
και τοις πρεσβυτέροις λέγων:
Ήμαρτον παραδούς αίμα αθώον.
Οι δε είπον: Τι προς ημάς;
Συ όψει. Και ρίψας τα αργύρια
εν τω ναώ ανεχώρησε,
και απελθών απήγξατο.
30. ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ
ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΚΑΙ ΣΤΑΥΡΩΣΗ
Μέγα θαύμα! ότι ο Κτίστης τού Κόσμου, εις χείρας ανόμων παραδίδοται,
καί επί ξύλου αvυψούται ο φιλάνθρωπος,
ίνα τούς εν Άδη δεσμώτας ελευθερώση, κράζοντας.
Μακρόθυμε Κύριε δόξα σοι.
31. ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
ΣΤΑΥΡΩΣΗ
Σήμερον κρεμάται επί ξύλου, ο εν ύδασι τήν γήν κρεμάσας. (εκ γ'). Στέφανον
εξ ακανθών περιτίθεται, ο τών Αγγέλων Βασιλεύς. Ψευδή πορφύραν
περιβάλλεται, ο περιβάλλων τόν ουρανόν έν νεφέλαις. Ράπισμα κατεδέξατο,
ο εν Ιορδάνη ελευθερώσας τόν Αδάμ. Ήλοις προσηλώθη, ο Νυμφίος
τής Εκκλησίας. Λόγχη εκεντήθη, ο Υιός τής Παρθένου. Προσκυνούμέν σου
τά Πάθη Χριστέ. (εκ γ'). Δείξον ημίν, καί τήν ένδοξόν σου Ανάστασιν.
32. ΣΦΑΓΗΝ ΣΟΥ ΤΗΝ ΑΔΙΚΟΝ ΧΡΙΣΤΕ
Ήχος α'
Σφαγήν σου τήν άδικον Χριστέ, η
Παρθένος βλέπουσα, όδυρομένη έβόα
σοι Τέκνον γλυκύτατον, πώς αδίκως
θνήσκεις; πώς τώ ξύλω κρέμασαι, ο
πάσαν γήν κρεμάσας τοίς ύδασι; Μη
λίπης μόνην με, Ευεργέτα πολυέλεε, την
Μητέρα καί δούλην σου δέομαι.
33. Θρήνος Μ. Παρασκευής
Δωδεκανήσων – Μικράς Ασίας
Σήμερο μαύρος ουρανός, σήμερο μαύρη μέρα,
σήμερον εσταυρώσασι των πάντων βασιλέα.
Ο Κύριος ηθέλησε να μπει σε περιβόλι,
να λάβει δείπνο μυστικό, για να τον λάβουν όλοι.
Κι η Παναγία Δέσποινα ήτανε μοναχή της,
τας προσευχάς της έκανε, για το Μονογενή της.
Ακούει βροντές και αστραπές και ταραχή μεγάλη.
-Αϊ μου Γιάννη, Πρόδρομε και Βαπτιστή του γιου
μου
μην είδες τον υγιόκα μου και σε διδάσκαλό σου;
34. ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ
ΑΠΟΚΑΘΗΛΩΣΗ
Ο ευσχήμων Ιωσήφ,
από τού ξύλου καθελών
τό άχραντόν σου Σώμα,
σινδόνι καθαρά,
ειλήσας καί αρώμασιν,
εν μνήματι καινώ
κηδεύσας απέθετο.
35. ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ
ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ ΘΡΗΝΟΣ
ΣΤΑΣΙΣ ΠΡΩΤΗ
Ήχος πλ. α΄
Η ζωή εν τάφω,
κατετέθης Χριστέ,
καί Αγγέλων στρατιαί
εξεπλήττοντο,
συγκατάβασιν
δοξάζουσαι τήν σήν.
Η ζωή πώς θνήσκεις;
πώς καί τάφω οικείς;
τού θανάτου τό βασίλειον λύεις δέ,
καί τού Άδου τούς νεκρούς εξανιστάς
Ο ωραίος κάλλει,
παρά πάντας βροτούς,
ως ανείδεος νεκρός καταφαίνεται,
ο τήν φύσιν ωραΐσας τού παντός.
40. ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ
ΑΝΑΣΤΑΣΗ
Δεύτε λάβετε φώς εκ τού ανεσπέρου φωτός, καί δοξάσατε Χριστόν,
τόν αναστάντα εκ νεκρών.
Χριστός ανέστη εκ νεκρών, θανάτω θάνατον πατήσας,
καί τοίς εν τοίς μνήμασι, ζωήν χαρισάμενος.
41. ΣΗΜΕΡΑ ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ
Σήμερα μαύρα μου μάτια
σήμερα Χριστός ανέστη (2)
και στους ουρανούς ευρέθη.
Σήμερα μαύρα μου μάτια
σήμερα τα παλικάρια (2)
στέκονται σαν τα λιοντάρια.
Σήμερα μαύρα μου μάτια
σήμερα και τα κορίτσια (2)
στέκονται σαν κυπαρίσσια.
Σήμερα μαύρα μου μάτια
σήμερα κι οι παντρεμένες (2)
είναι λαμπροφορεμένες.
Σήμερα μαύρα μου μάτια
σήμερα και οι παπάδες (2)
λειτουργούν σα δεσποτάδες.
42. Το τραγούδι του Αϊ – Γιώργη
Αϊ μου Γιώργη αφέντη μου, κι αφέντη καβαλάρη
αρματωμένε με σπαθί και μ’ αργυρό κοντάρι.
Θεριό ’πεσε στη χώρα μας, σ’ ένα βαθύ πηγάδι
ανθρώπους το ταΐζανε, κάθε πρωί και βράδυ.
Μια μέρα δε του πήγανε, άνθρωπο να δειπνήσει
σταλιά νερό δεν άφησε, τη χώρα να δροσίσει.
-Ας ρίξουμε τα μπουλετιά, κι ότινος θέλει ας πέσει
να πάει το παιδάκι του, του λιονταριού πεσκέσι.
Τα μπουλετιά επέσανε, σε μια βασιλοπούλα
όπου την είχε ο βασιλιάς, μόνη και μοναχούλα.
43. Ξένος αγνώριστος περνά, την κόρη χαιρετάει
κι η κόρη τ’ αποκρίνεται, κι η κόρη του μιλάει.
-Τραβήξου ξένε μ’ από δω, τι το νερό αφρίζει
κι ο δράκοντας τα δόντια, του για μένα τ’ ακονίζει.
Γυρίζει ανατολικά, και κάνει το σταυρό του
και βγάζει το σπαθάκι του, και κόβει το λαιμό του.
-Για πες μου ξένε να χαρείς, ποιο είναι τ’ όνομά σου
κι εγώ θα κάνω χάρισμα, στην οικογένειά σου.
-Γιώργη με λένε στ’ όνομα, απ’ την Καππαδοκία
σαν θες να κάμεις χάρισμα, χτίσε μιαν εκκλησία.
Βάλε ζερβά την Παναγιά, δεξά έναν καβαλάρη
αρματωμένον με σπαθί, και μ’ αργυρό κοντάρι.
44. Το Πάθος και
η Ανάσταση
μέσα από την
εκκλησιαστική
και λαϊκή μας
παράδοση