5. Δεν ήταν πλούσια η Ταβιθά. Είχε όμως ψυχή που
αγαπούσε όλο τον κόσμο, ήταν πονετική ψυχή.
6. Γι’ αυτό και κατέφευγαν στην
Ταβιθά όσοι είχαν ανάγκη, φτωχοί,
χήρες και ορφανά.
7. Όποια ώρα και να
πήγαινε κανείς στο
σπίτι της έβρισκε
εκεί διάφορους
φτωχούς. Και η
Ταβιθά δεν έδιωχνε
κανένα.
Προσπαθούσε να
ξεκουράσει
και ν’ ανακουφίσει
την φτώχεια.
8. Πόσο όμορφα ένοιωθε η ίδια , ευτυχισμένη όταν έφευγαν
από το σπίτι της παρηγορημένοι αυτοί που την πλησίαζαν.
9. Την ημέρα της την περνούσε με
το να ράβει διάφορα
φορεματάκια.
10. -Αυτά που ράβω είναι για τα φτωχά
αδέλφια μου. Για κείνους που δεν έχουν
ποιος να τους φροντίσει. Ο Χριστός δεν
είπε ότι οι φτωχοί είναι αδέλφια Του ; Κι ότι
χαίρεται πολύ όταν δείχνουμε σ ‘ αυτούς
αγάπη;
•-Μα τι ράβεις συνέχεια ;
Δεν σε φθάνουν όσα έχεις ;
12. Αγαπούσε τους φτωχούς η Ταβιθά. Αγαπούσαν
όμως οι φτωχοί, αλλά και όλοι οι Χριστιανοί την
Ταβιθά και παρακαλούσαν το Θεό να της δίνει
υγεία και χρόνια πολλά για να εργάζεται το μεγάλο
έργο της φιλανθρωπίας.
14. Λυπήθηκαν πολύ. Η Ταβιθά ήταν βαριά άρρωστη στο κρεββάτι. Δεν
μπορούσε καθόλου να μιλήσει, ούτε να πει τι θα την ανακούφιζε.
15. Όλοι ενδιαφέρθηκαν, έκαναν ό,τι μπορούσαν να
την βοηθήσουν να γίνει καλύτερα. Αντίθετα, αντί να
καλυτερέψει όλο και χειροτέρευε μέχρι που έφυγε
απ΄ τον κόσμο. Πέθανε.
16. - Πόσο πόνεσαν
και λυπήθηκαν
όλοι οι χριστιανοί.
Εκείνοι όμως που
ήταν
απαρηγόρητοι
ήταν οι φτωχοί, οι
χήρες, τα ορφανά !
17. Τώρα ποιος θα φρόντιζε γι’ αυτούς σαν
στοργική μητέρα ;
18. Στη ψυχή όλων γεννήθηκε η ελπίδα.
«Θα μπορούσε ο Απόστολος Πέτρος να
μας βοηθήσει.»
46. Φοράω τα ρούχα
που μου δίνει η μητέρα μου.
Δεν γκρινιάζω
αν είναι της αδελφής μου.
47. Τα χρήματα που εξοικονομούνται
τα δίνουμε στα φτωχά παιδιά.
48.
49. • Δίδαγμα :
• Να βοηθάς όσο μπορείς ,
• το φτωχό όταν θα δεις,
• κι ο Θεός θα σε ευλογεί,
• χαρά θα ‘χεις στην ψυχή.
50. Ρητό:
• «Μακάριοι ο λεήμονες, τι α τοίἱ ἐ ὅ ὐ
λεηθήσονται» (Ματθ. ε΄ 7)ἐ
• Είναι ευτυχείς όσοι έχουν αγάπη και
κάνουν ελεημοσύνες γιατί ο Θεός θα δείξει
αγάπη και έλεος και σ’ αυτούς.