2. Θα σας πω μια ιστορία που συνέβη πριν καιρό
όταν ήμουν σαν και σένα μικρό αγόρι, ζωηρό.
Είχα εφεύρει έναν φίλο,πιστό και πονηρό
που με ‘σωζε απ’ το κακό,τον δεύτερο μου εαυτό.
1
3. Σε μια μεγάλη ζημιά
ή σε μια στραβοτιμονιά,
πρώτος πάντα πεταγόταν
και η απάντηση δινόταν:
ΟΧΙ ΕΓΩ!!!
Ποιος έριξε το μακαρόνι
πάνω στο χαλί σαν το κορδόνι;
Έλα τώρα! Δεν αντέχω! Δεν μπορώ!
Και άκουγες τον εαυτό: ΟΧΙ ΕΓΩ!!!
2 3
4. Ποιος έριξε το γάλα το ζεστό,
στο τραπεζομάντηλο το καρό;
Έλα τώρα εδώ!
Δεν αντέχω!Δεν μπορώ!
Και άκουγες τον εαυτό:
ΟΧΙ ΕΓΩ!!!
Ποιος πετάει τις μπλούζες
δεξιά κι αριστερά
και δεν είναι στοιβαγμένες
στο ντουλάπι στη σειρά;
Έλα τώρα εδώ!Δεν αντέχω! Δεν μπορώ!
Και άκουγες τον εαυτό: ΟΧΙ ΕΓΩ!!!
4 5
5. Με έσωσε πολλές φορές
απ' του σπιτιού τις κακοτοπιές.
Και στο σχολείο μπορώ να πω
απ' της κυρίας το θυμό.
Ήρθε μια μέρα,
Τρίτη ήταν θαρρώ,
που ήρθανε τα πάνω κάτω
κι άρχισα να ανησυχώ.
Ποιος έφαγε τη σοκολάτα αμυγδάλου,
ήτανε δικιά μου και όχι άλλου.
Που είναι ο γλυκός μου θησαυρός;
«Δεν ξέρω» μου απαντά ο μικρός μου αδελφός
και ακούω μια φωνή να μου λέει στο αυτί:
ΟΧΙ ΕΓΩ!!!6 7
6. Ποιος μουτζούρωσε τη ζωγραφιά;
Πάει τόσο μεράκι και δουλειά.
Ποιος το έκανε, γιατί;
Και ακούω μια φωνή
να μου λέει στο αυτί:
ΟΧΙ ΕΓΩ!!!
Ποιος πήρε μέσα απ’ το κουτί
το φορτηγό το βυσσινί
που το ήθελα πολύ;
Ποιος το πήρε και γιατί;
Και ακούω μια φωνή να μου
λέει στο αυτί:
ΟΧΙ ΕΓΩ!!!
8 9
7. Άρχισε να μην μ’ αρέσει η ψιθυριστή φωνή
και πήρα μια απόφαση μέρα Παρασκευή.
Τον δεύτερο μου εαυτό και το «ΟΧΙ ΕΓΩ»
τα έκρυψα σε ένα ντουλάπι σκοτεινό.
Δεν έχει νόημα να ζω
και τις μέρες να περνώ
λέγοντας συνέχεια «ΟΧΙ ΕΓΩ».
Την αλήθεια έκανα φίλη,
φίλη μου παντοτινή
και της ζήτησα να μείνει
δίπλα μου κάθε στιγμή.
Σε κάθε δικό μου βήμα,
λάθος ή σωστό,
μου κρατά το χέρι,
την έχω οδηγό.
Κι αν με ρωτήσεις τώρα ,
αν το έκανα εγώ,
θα σου απαντήσω
«ΝΑΙ ΕΓΩ»
10 11
8. Μετά από χρόνια αρκετά,
έμαθα την αλήθεια τελικά.
Η σοκολάτα που εξαφανίστηκε μαγικά,
το φορτηγό που πήγε ταξίδι στον Βορρά
και η μουτζούρα στη ζωγραφιά,
ήταν ένα μάθημα απ’ την μαμά.
12 13