1. Πώς τελειώνει η ιστορία
Η παρεξήγηση λύνεται! Ο Στάθης
αθωώνεται! Γίνεται ο σημαιοφόρος της
παρέλασης. Τα φαντασματάκια ύστερα
από τις πολλές τους περιπέτειες
ηρεμούν! Το σπουδαίο όμως είναι ότι
γεννιέται μια μεγάλη και ταυτόχρονα
παράξενη φιλία. Μια φιλία ανάμεσα σε
δύο κόσμους διαφορετικούς! Μια φιλία
που αλλάζει εντελώς τη ζωή των
φαντασμάτων:
2. «Δεν ήμασταν πια αυτοί που ήμασταν
παλιά, δυο ήσυχα, ηλικιωμένα
φαντάσματα που απλώς τριγύριζαν στις
σκονισμένες κάμαρες του παλιού τους
σπιτιού. Τα παιδιά του σχολείου είχαν
δώσει στην ύπαρξή μας ένα σκοπό κι η
αγάπη τους…. μας έκανε να νιώσουμε
πως ήμασταν κι εμείς κάτι παραπάνω
από σκιές που κινδυνεύουν κάθε στιγμή
να γίνουν ξέφτια που τα παίρνει ο
άνεμος».
3. …και το δικό μας τέλος
Σιγά σιγά τα φαντασματάκια έγιναν καλοί
φίλοι με τα παιδιά, τόσο καλοί που πολλές
φορές έπαιζαν όλη τη νύχτα μαζί τους. Τα
παιδιά γνώρισαν τα φαντάσματα στον κόσμο.
Έτσι έγιναν διάσημα. Όλα τα φαντάσματα του
κόσμου ήθελαν να τα γνωρίσουν, γιατί ήταν τα
πρώτα που μίλησαν σε ανθρώπους. Τα
συνφαντάσματα που ήρθαν στη γυάλινη αυλή
να τα γνωρίσουν ήταν πάρα πολλά και δεν
είχαν που να μείνουν…
4. Ο Στάθης είχε μια ιδέα! Να
φτιάξουν μια πόλη, που θα την
έλεγαν Φαντασματοπολιτεία.
Μια πόλη που μόνο τα παιδιά
θα ήξεραν πως τα φαντάσματα
που θα ζούσαν εκεί δεν είναι
τρομακτικά!