Ο Χάρων ήταν γιος του Ερέβους και της Νύχτας. Παριστανόταν ως ένας ιδιότροπος, σκελετωμένος γέροντας ή ως φτερωτός δαίμονας με ένα διπλό σφυρί. Μετέφερε με τη βάρκα του τους πρόσφατα αποθανόντες από τη μια όχθη του ποταμού Αχέροντα στην άλλη, όπου σύμφωνα με τη μυθολογία βρισκόταν η είσοδος του Άδη. Οι νεκροί έπρεπε οπωσδήποτε να πληρώσουν στον Χάροντα έναν οβολό για τα ναύλα. Γι' αυτό στην αρχαία Ελλάδα τοποθετούσαν πάντα έναν οβολό κάτω από τη γλώσσα των νεκρών σωμάτων πριν τα ενταφιάσουν, για να έχει να πληρώσει ο νεκρός τον Χάροντα. Όσοι δεν είχαν να πληρώσουν ήταν καταδικασμένοι να περιπλανιούνται στις όχθες του Αχέροντα για εκατό χρόνια. Ο Μένιππος ήταν κυνικός φιλόσοφος, μαθητής του Διογένη και πιαθνότατα δεν πίστευε σ’ αυτήν τη δοξασία. Στο έργο του Λουκιανού, Νεκρικοί Διάλογοι, ο κυνικός φιλόσοφος Μένιππος αναφέρεται ως ο μόνος που διέσχισε ποτέ τον Αχέροντα χωρίς να πληρώσει τον οβολό στο Χάρο - αφού δεν είχε. Στο διάλογο αυτόν εμφανίζεται για πρώτη φορά και η ρήση "ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος" (δεν μπορείς να πάρεις από αυτόν που δεν έχει), η οποία έμεινε παροιμιώδης. Χρήστης : http://elenimoutafi.blogspot.gr/