SlideShare a Scribd company logo
1 of 74
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
Β’ ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΛΕΟΥΣΑΣ
“ΟΜΙΛΕΙΤΕ ΕΛΛΗΝΙΚΑ. ΓΡΑΦΕΤΕ ΟΜΩΣ;”
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ........................................................................................................................................1
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ.................................................................................................................................................4
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ........................................................................................................................................4
Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ.......................................................................................................4
ΦΑΣΕΙΣ ΕΞΕΛΙΞΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ................................................................................................4
1. Πρωτοελληνική ή προϊστορική κοινή ή προδιαλεκτική. (περ. 3000 π.Χ.).............................................4
2. Μυκηναϊκή (περ. 1600–1200 π.Χ.).......................................................................................................5
3.Κλασική ελληνική (περ. 800–300 π.Χ.)................................................................................................11
4. Ελληνιστική κοινή (από περ. 300 π.Χ. ώς 300 μ.Χ. ή 600 μ.Χ.)............................................................13
5. Μεσαιωνική ελληνική (περ. 700-1700)..............................................................................................14
6. Νέα ελληνική από το 1700..................................................................................................................16
Υπάρχουν πολλές παραδοσιακές ελληνόγλωσσες κοινότητες στις γειτονικές χώρες Αλβανία, Βουλγαρία
και Τουρκία, στις χώρες της Μαύρης Θάλασσας (Ουκρανία, Ρωσσία, Γεωργία, Αρμενία, καθώς και σε
χώρες της Μεσογείου, Ιταλία, Αίγυπτο. Η γλώσσα ομιλείται επίσης από κοινότητες του απόδημου
Ελληνισμού σε πολλές χώρες της Δυτικής Ευρώπης, της Βορείου Αμερικής, και στην Αυστραλία, τη
Βραζιλία, την Αργεντινή και πολλές άλλες. ...............................................................................................16
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ...................................................................................................................................17
ΟΙ ΔΙΑΛΕΚΤΟΙ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ.........................................................................................17
ΑΡΧΑΙΕΣ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΔΙΑΛΕΚΤΟΙ............................................................................................................18
ΔΙΑΛΕΚΤΟΙ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ..............................................................................................19
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ............................................................................................................................................24
ΤΟ ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ...............................................................................................................................24
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ................................................................................................................................24
Αρχαιότητα.............................................................................................................................................24
Τουρκοκρατία.........................................................................................................................................24
Ανεξάρτητο ελληνικό κράτος..................................................................................................................24
20ος αιώνας............................................................................................................................................26
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ.......................................................................................................................................33
ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΑΝΤΙΔΑΝΕΙΑ............................................................................................................................33
2
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ...................................................................................................................................37
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΑ.........................................................................................................37
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ.............................................................................................................................................42
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ......................................................................................................................................42
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΟΓΡΑΜΜΑΤΗΣ ΓΡΑΦΗΣ (Greeklish).........................................................................42
Όλγα Τάντου , Greeklish: Μόδα ή κίνδυνος για την ελληνική γλώσσσα
http://www.epikaira.gr/epikairo.php?id=22525&category............................................................................47
Τα γκρίκλις φταίνε (και) για την Άλωση! sarant , 8 Σεπτεμβρίου, 2009....................................................51
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ...................................................................................................................................55
ΕΡΕΥΝΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΣΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΠΟΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ greeklish
....................................................................................................................................................................55
2. ΜΕΘΟΔΟΣ...........................................................................................................................................55
3. ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ............................................................................................................55
4. ΣΥΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΑΣ.....................................................................................................................65
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ............................................................................................................................................66
ΙΣΤΟΤΟΠΟΙ..............................................................................................................................................66
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι ............................................................................................................................................68
Ερωτηματολόγιο για την χρήση των Greeklish, που απευθύνεται σε εκπαιδευτικούς, γονείς.............68
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ............................................................................................................................................71
Ερωτηματολόγιο που απευθύνεται σε μαθητές , για την εργασία μας «Ομιλείτε Ελληνικά. Γράφετε
όμως;»....................................................................................................................................................71
3
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ
ΦΑΣΕΙΣ ΕΞΕΛΙΞΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ
1. Πρωτοελληνική ή προϊστορική κοινή ή προδιαλεκτική. (περ. 3000 π.Χ.)
Τοποθετείται πριν το 1600 π.Χ., οι όποιες γνώσεις μας για την ελληνική γλώσσα βασίζονται σε
τεχνικές επανασύνθεσης που προκύπτουν από τη συγκριτική γλωσσολογία. Η πρωτοελληνική είχε
7 πτώσεις (ονομαστική, γενική, δοτική, αιτιατική, αφαιρετική, τοπική, κλητική). Επίσης είχε
διατηρήσει σε πολύ μεγάλο βαθμό τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά της Ινδοευρωπαϊκής μητέρας-
γλώσσας. Είχε τρεις φωνές (ενεργητική, παθητική, μέση) και τρεις αριθμούς (ενικός, δυϊκός,
4
πληθυντικός). Σημαντικό χαρακτηριστικό της (που διατηρήθηκε σχεδόν μέχρι τα πρώτα
μεταχριστιανικά χρόνια) ήταν ο μουσικός τόνος. Ο τόνος στα αρχαία ελληνικά δεν αντιστοιχούσε
σε αύξηση της έντασης της φωνής αλλά σε αύξηση του τονικού ύψους.
Εικόνα 1 Πρωτοελληνική γραφή
2. Μυκηναϊκή (περ. 1600–1200 π.Χ.)
Αποτελεί την αρχαιότερη μορφή της Ελληνικής γλώσσας. Ονομάστηκε Μυκηναϊκή, επειδή
δείγματά της ανακαλύφθηκαν πρώτα σε παλάτι στις Μυκήνες και συνδέθηκε με τον μυκηναϊκό
πολιτισμό. Μιλιόταν στην ηπειρωτική Ελλάδα, στην Κρήτη και στην Κύπρο τον 16ο
αιώνα πριν
από την Δωρική εισβολή.
Τα κείμενα που έχουν διασωθεί σε αυτή τη διάλεκτο είναι οι επιγραφές στη Γραμμική Β’ (Κρήτη
-14ος
αιώνας) και ορισμένοι στίχοι των ομηρικών επών. Οι περισσότερες επιγραφές βρέθηκαν σε
πήλινα αγγεία στην Κνωσό και στην Πύλο. Η γραφή των πινακίδων παρέμενε επί μακρόν
άγνωστη. Τη λύση έδωσε ο Άγγλος Μάικλ Βέντρις, ο οποίος το 1952 αποκρυπτογράφησε τη γραφή
και απέδειξε ότι η γλώσσα των πινακίδων ήταν πρώιμης μορφής Ελληνική.
Ο Ventris προέβει αρχικά σε μια λεπτομερή καταγραφή των σημείων, κατέστρωσε στατιστικούς
πίνακες όπου σημειωνόταν η συχνότητα με την οποία εμφανίζονταν κάθε σημείο στην αρχή, στη
μέση ή στο τέλος της λέξης. Επίσης, εξέτασε τη συχνότητα με την οποία επανέρχονταν ένα σημείο
σε συνδυασμό με άλλα. Βοηθούμενος από τα ιδεογράμματα κατέταξε τα σημεία σε διάφορες
ομάδες και ανάλογα με τις παραλλαγές που παρουσίαζαν διέκρινε ότι υπάρχουν γένη, πτώσεις και
αριθμοί. Τέλος, σχημάτισε μια «εσχάρα» όπου τα συλλαβογράμματα που αντιπροσώπευαν
συλλαβές με ένα φωνήεν ή με ένα σύμφωνο και ένα φωνήεν είχαν τοποθετηθεί σε στήλες κάθετες,
όσες είχαν το ίδιο φωνήεν, και σε στήλες οριζόντιες όσα συλλαβογράμματα είχαν το ίδιο σύμφωνο
και διαφορετικό φωνήεν. Με τον τρόπο αυτό αποδόθηκε φωνητική αξία σε ορισμένα σημεία, τα
οποία οδήγησαν στην αναγνώριση και άλλων συλλαβών, δημιουργώντας μια αλυσιδωτή συνέχεια
ώστε να καταστεί τελικά δυνατή η αναγνώριση του κειμένου.
Τα κείμενα των πινακίδων είναι ως επί το πλείστον κατάλογοι και αρχεία απογραφής. Δεν έχουν
διατηρηθεί αφηγηματικά κείμενα ούτε, ποιητικά ή μυθικά κείμενα. Η Μυκηναϊκή διέθετε επτά
πτώσεις ονομαστική,γενική, δοτική, αιτιατική, οργανική, τοπική και κλητική και
συμπεριελάμβανε και ένα φθόγγο ο οποίος συμβολίζονταν με «q» σε λέξεις όπου θα αναμένονταν
ένα Kw ή gw.
Αξιοθαύμαστο εύρημα των πρώτων αυτών περιόδων της ελληνικής γλώσσας εκτός από το δίσκο
της Φαιστού
5
αποτελεί και ο Λίθος που βρέθηκε στα Μάλια της Κρήτης στο Μινωικό ανάκτορο.1
.
Πάνω σ'αυτήν την πέτρα είναι γραμμένα τα 16 «ιερογλυφικά»της εικόνας. Τα ιδεογράμματα αυτά
μπορούμε να διαβάσομε στην ελληνική, να ερμηνεύσομε την γραφική τους παράσταση και να τα
διαβάσομε επίσης, με τις συλλαβικές αξίες των κρητικών ιερογλυφικών. Η πρώτη γράφει λόγια που
μπορεί να δει γραμμένα και να ακούσει το κοινό, και η δεύτερη αναφέρεται στο πρακτικό
τελετουργικό που απευθύνεται μάλλον στους ιερείς, οι οποίοι γνώριζαν την ιερογλυφική γραφή των
μινωιτών, την οποία δεν γνώριζε το κοινό της εποχής εκείνης.2
H γραφή αυτή αποτελείται από ενενήντα περίπου συλλαβογράμματα και συμπληρώνεται από ένα
απλό αριθμητικό σύστημα και εκατό περίπου σύμβολα, που χρησιμοποιούνται μαζί με αριθμητικά
για να δηλώνουν τί είναι αυτό που μετράται. Πρέπει να έχουμε υπόψη ότι η γνώση μας για την
αρχαϊκή αυτή μορφή της γλώσσας είναι πολύ ατελής για αυτό και αμφισβητείται ακόμη η ακριβής
φωνητική αξία μερικών συμβόλων. Eπειδή οι φθόγγοι που χρησιμοποιούνται αυτή την περίοδο
διαφέρουν από τους φθόγγους της αλφαβητικής περιόδου, είναι αδύνατο να τους αποδώσουμε
επακριβώς με το ελληνικό αλφάβητο. Σήμερα επικρατεί διεθνώς η σύμβαση να μεταγράφονται τα
σύμβολα με λατινικούς χαρακτήρες.
1
Οι γραφές στην πέτρα των Μαλίων και στο Δίσκο της Φαιστού μας δείχνουν το μεγαλείο της λατρείας του Ερμή Τρισμέγιστου, προστάτη κάθε
2
Η επιγραφή των 16 «ιερογλυφικών» διαβάζεται:
Υ Ε Ι Ε Ρ Ο Ε Α Τ Ε Λ Α Ι Τ Ε Ο Ρ Ε Ι
Υ Ε Ι - Ε Ρ Ο Ε Α - Τ Ε - Λ Α Ι - Τ Ε - Ο Ρ Ε Ι
Η ερμηνεία που δίνομε στο Ελληνικό κείμενο της επιγραφής, δίχως να λάβομε υπ'οψη την μετρική απαγγελία είναι:
ΑΣ ΒΡΕΞΕΙ - ΕΙΣ ΤΟΝ ΑΞΙΕΡΑΣΤΟΝ - ΕΙΣ ΤΟΝ ΚΕΡΔΩΟΝ - ΕΙΣ ΤΟΝ ΔΙΑΥΓΗ .
Έχομε σπονδή στον Ερμή με τις τρεις ιδιότητες του, φαίνεται δε η ορθότητα της μετάφρασης και από τα
6
Γραμμική Β’ γραφή
Η Γραμμική Β’, που είναι μια εξέλιξη της Γραμμικής A’, χρησιμοποιήθηκε στη Μυκηναϊκή
Περίοδο, από το 17ο ως τον 13ο αι. π.Χ., κυρίως για την τήρηση λογιστικών αρχείων στα
ανάκτορα.
( Μερικά λογογράμματα. Από αριστερά προς
δεξιά: Άνδρας, γυναίκα, τροχός, αμφορέας,
κρασί, ελαιόλαδο.)
Ανακαλύφθηκε στις αρχές του εικοστού αιώνα στην Κνωσό από τον Άρθουρ Έβανς, που την
ονόμασε έτσι επειδή χρησιμοποιούσε γραμμικούς χαρακτήρες (και όχι εικονιστικούς, όπως η
μινωική ιερογλυφική γραφή) χαραγμένους σε πήλινες πινακίδες. Συνολικά έχουν βρεθεί περί τα
5.000 κείμενα σε Γραμμική Β (κυρίως πινακίδες και δευτερευόντως αγγεία). Από αυτά γύρω στα
3.000 προέρχονται από την Κνωσό, γύρω στα 1.400 από την Πύλο, γύρω στα 300 από τη Θήβα, 90
από τις Μυκήνες ενώ μικρότερος αριθμός προέρχεται από τα Χανιά, τα Μάλια, την Τίρυνθα, την
Ελευσίνα, τον Ορχομενό και αλλού.
7
Τα κείμενα χαράζονταν επάνω σε πλάκες από άψητο πηλό με τη βοήθεια μιας γραφίδας που ήταν
φτιαγμένη μάλλον από κόκαλο. Οι πινακίδες αυτές διακρίνονται ανάλογα με το σχήμα τους σε
σελιδόσχημες και φυλλόσχημες. Το γεγονός ότι έχουν διασωθεί μέχρι σήμερα οφείλεται στο τυχαίο
γεγονός ότι κατά την καταστροφή των ανακτόρων γύρω στο 1200 π.Χ. κάηκαν και μ' αυτόν τον
τρόπο η μάζα τους στερεοποιήθηκε και έγινε πιο ανθεκτική στη φθορά. Οι πινακίδες βρίσκονται
συχνά συγκεντρωμένες στους προθαλάμους των ανακτορικών αποθηκών.3
Ωστόσο βρέθηκαν και
σε χώρους άσχετους με την επίσημη αρχειοθέτηση του κράτους, σε δωμάτια σπιτιών,
αποδεικνύοντας ότι οι κάτοχοί τους ήταν εξοικειωμένοι με εμπορικές συναλλαγές για να τις
χρησιμοποιούν, προφανώς ήταν ιδιωτικές οικίες εμπόρων.
Οι πινακίδες δεν περιλαμβάνουν φιλολογικά κείμενα, αλλά καταλόγους ονομάτων και πραγμάτων.
Η γλώσσα των μυκηναϊκών επιγραφών είναι κατά βάση η ελληνική γλώσσα της εποχής εκείνης.
Πρόκειται για μια αρχαϊκή ελληνική που συγγενεύει με την αρκαδο-κυπριακή διάλεκτο των
ιστορικών χρόνων, παρουσιάζει κοινά στοιχεία με την ιωνική-αιολική, ενώ δεν έχει καμία σχέση με
τη δωρική διάλεκτο.
Εκτός από τις πινακίδες η μυκηναϊκή γραφή συναντάται και στα ενεπίγραφα σφραγίσματα, και
στoυς ενεπίγραφους αμφορείς. Οι επιγραφές επάνω στα αγγεία αυτά είχαν γραφτεί με χρώμα πριν
από το ψήσιμο των αγγείων και λειτουργούσαν ως ετικέτες, όπου αναγραφόταν το περιεχόμενο των
αγγείων ή ο τόπος προέλευσης των προϊόντων.
Η Γραμμική Β’ γραφόταν όπως και η Γραμμική Α’ από τα αριστερά προς τα δεξιά. Συχνά
διακρίνονταν και παράγραφοι που χωρίζονταν μεταξύ τους με κενές γραμμές. Η προσεκτικότερη
μελέτη των πινακίδων έκανε δυνατή την αναγνώριση συγκεκριμένων γραφών . Η σημασία των
μυκηναϊκών κειμένων είναι εξαιρετική, όχι μόνο για τη γλωσσολογία και τη φιλολογία, αλλά και
για άλλες επιστήμες (θρησκειολογία, εθνολογία, ιστορία, νομική κτλ). Η σπουδαιότητα των
μυκηναϊκών επιγραφών για την επιστήμη της φιλολογίας έγκειται στο ότι:
3
Στις Μυκήνες και στην Πύλο βρέθηκαν πήλινες πινακίδες σωριασμένες σε δωμάτια των ανακτόρων και άλλες μέσα
σε πιθάρια τοποθετημένα σε ράφια. Στην Πύλο βρέθηκαν σε δωμάτιο πινακίδες με αναφορές σε στοιχεία
απογραφής και στρατιωτικές στατιστικές. Συνάγεται λοιπόν ότι επρόκειτο για επίσημο κυβερνητικό αρχείο.
8
τμήματα, δεδομένου ότι περιλαμβάνουν αρχαϊσμούς, οι οποίοι διαπιστώνονται πάλι
με βάση τη μυκηναϊκή ελληνική.
3) Μετρικές ανωμαλίες του έπους, που ερμηνεύονταν ως εξαιρέσεις ή μετρικές
ανάγκες εξαφανίζονται, αν ο παραδεδομένος στα κείμενα τύπος της ελληνικής
αποκατασταθεί με κάποιον τύπο που μας παραδίδεται στις μυκηναϊκές επιγραφές.
Μπορούμε επιπλέον να παρατηρήσουμε ότι γραμματικά η μυκηναϊκή διατηρεί τη
γενική του ενικού σε ¨Cοiο και τον παλαιό τύπο τοπικής -ει ως δοτική. Και ακόμη, η
Μυκηναϊκή διέθετε επτά διακριτές πτώσεις: ονομαστική, γενική, δοτική, οργανική,
τοπική και κλιτική.
Παραδείγματα:
a-ko-so-ne = άξονες
ti-ri-po = τρίπος
wanaks = άναξ ‘άρχοντας’
marathuwon = µάραθον ‘µάραθο’
Με αυτούς τους κανόνες αντιλαμβανόμαστε ότι η μυκηναϊκή γραφή δεν αποτελεί μια
αντιστοιχία με το ελληνικό αλφάβητο. Μέσω των κανόνων παράγουμε όλες τις
δυνατές μορφές ελληνικής γραφής που προβολικά συμπίπτουν με τη μυκηναϊκή
γραφή της λέξης. Με άλλα λόγια η συνάρτηση της παραγωγής είναι πολύμορφη.
Επαναλαμβάνουμε αυτό το σχήμα με κάθε λέξη της πινακίδας. Στο τέλος έχουμε μια
συλλογή από πιθανά κείμενα. Εξετάζουμε αν συμπίπτουν με τα ιδεογράμματα, όταν
αυτά υπάρχουν, και μετά κάνουμε τη σημασιολογική ανάλυση όταν αυτή είναι
εφικτή. Ως αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας, έχουμε πιθανές εκδοχές του κειμένου.
Με άλλα λόγια, η ανάγνωση της μυκηναϊκής δεν είναι απαραίτητα μοναδική, όχι
μόνο ως προς τη λέξη μα και ως προς την πρόταση.
Μετρικά συστήματα
Στη Γραμμική Β’ γραφή τα μέτρα και τα σταθμά δηλώνονταν με ιδιαίτερα σημεία. Δε
γνωρίζουμε ποια ήταν τα ονόματα των μονάδων στη μυκηναϊκή γλώσσα, γνωρίζουμε
όμως ότι υπήρχαν αριθμοί που ακολουθούσαν το δεκαδικό σύστημα και μονάδες
μέτρησης του βάρους και της χωρητικότητας.
Τα σημεία των μονάδων ήταν μερικές φορές ίδια μ' αυτά της μινωικής γραφής,
πράγμα που σημαίνει ότι οι Μυκηναίοι χρησιμοποίησαν τις μινωικές μετρικές
μονάδες. Τα στοιχεία για τις μονάδες μέτρησης που προκύπτουν από τα μυκηναϊκά
κείμενα συμπληρώνονται και από ορισμένα αρχαιολογικά ευρήματα, όπως τα σταθμά
και τα τάλαντα, αντικείμενα με σταθερό βάρος που χρησίμευαν στις εμπορικές
συναλλαγές.
9
Μέτρηση χωρητικότητας
Η μυκηναϊκή γραφή προέβλεπε ειδικές μονάδες μέτρησης για τα υγρά και τα στερεά
προϊόντα αλλά και για τα μη συμπαγή είδη, δηλαδή τα προϊόντα υπό μορφή κόκκων,
όπως τα σιτηρά και τα μπαχαρικά. Στα είδη αυτά δεν μετριόταν το βάρος, το οποίο
ήταν μεταβλητό ανάλογα με την κατάσταση και την ποιότητα του προϊόντος αλλά ο
όγκος
Η βασική μονάδα χωρητικότητας των στερεών συμβολιζόταν με το σχήμα μιας
κούπας. Δεν είναι γνωστά, ίσως επειδή ήταν φτιαγμένα από φθαρτά υλικά. Ένας
συγκεκριμένος τύπος αγγείου που βρέθηκε στη Θήρα ίσως εξυπηρετούσε αυτόν το
σκοπό, όμως τα θηραϊκά ευρήματα ήταν γενικά περισσότερο προσαρμοσμένα στα
μινωικά πρότυπα και έτσι δεν είναι πολύ κατάλληλα να μας διαφωτίσουν για τα
συστήματα μέτρησης των Μυκηναίων.
Τα αγγεία που θεωρούνται ως τα κατεξοχήν δοχεία μεταφοράς των Μυκηναίων ήταν
οι ψευδόστομοι αμφορείς.
Με την παρακμή του μυκηναϊκού πολιτισμού λησμονήθηκε και η τέχνη της γραφής.
Κατά τους σκοτεινούς αιώνες (1200-750π.Χ.) μόνο στην περιφέρεια του ελληνικού
κόσμου χρησιμοποιούσαν κάποια ατελή συστήματα γραφής, όπως το κυπριακό
συλλαβάριο.
10
Αναγράφεται το όνομα του εμπόρου ή κατόχου του αγγείου (σώζεται
αποσπασματικά, ]la-si), το πατρώνυμο (συντομογραφικά, Te-mi, Θεμι-) και ο τόπος
προέλευσης (Se, Σε, πιθανότατα Σε(λαμίς)/Σε(λαμίνιος) 'Σαλαμίς'/Σαλαμίνιος').
Τη νέα, αλφαβητική, όμως, γραφή εισήγαγαν έμποροι (Κρήτες, Ρόδιοι, Κύπριοι,
Μιλήσιοι) πιθανότατα από τη Φοινίκη. Την καταγωγή του ελληνικού από το
φοινικικό αλφάβητο μαρτυρούν οι ονομασίες (άλεφ > άλφα, κτλ.), η μορφή, η
φωνητική αξία και η σειρά εμφανίσεως των γραμμάτων.
Το φοινικικό αλφάβητο είναι συμφωνογραφικό αλφάβητο με 22 γράμματα, ενώ το
παλαιότερο γραπτό δείγμα που έχει βρεθεί είναι μια επιγραφή στην σαρκοφάγο του
βασιλιά Αχιράμ της Βύβλου στον σημερινό Λίβανο το 1000 π.Χ..
Σ'αυτό βασίστηκε και το Αραμαϊκό, Εβραϊκό και το Ελληνικό αλφάβητο. Στο
Αραμαϊκό αλφάβητο βασίστηκαν με την σειρά τους και τα αλφάβητα της Ινδικής
οικογένειας, και το Αραβικό αλφάβητο. Aπό το Ελληνικό αλφάβητο προέρχονται το
Λατινικό και το Κυριλλικό αλφάβητο. Οι Έλληνες το υιοθέτησαν γύρω στο 10ο π.Χ.
αι.
3. Κλασική ελληνική (περ. 800–300 π.Χ.)
Στην κλασική ελληνική, αρχαιότερα κείμενα της οποίας είναι τα Ομηρικά έπη και
αρχαιότερο τεκμήριο η επιγραφή του Διπύλου, το βασικότερο χαρακτηριστικό είναι
η υψηλή διαλεκτική διαφοροποίηση, η οποία οφείλεται πιθανότατα στην
πολυδιάσπαση του ελληνόφωνου κόσμου σε διάφορα κρατίδια. Ως προς το αν οι
βασικές διάλεκτοι της κλασικής εποχής (ιωνική, αιολική, δωρική κ.λπ.)
δημιουργήθηκαν στην Ελλάδα λόγω της πολιτικής πολυδιάσπασης των Ελλήνων ή
«ήρθαν» μαζί με τα αντίστοιχα φύλα κατά την εποχή του Χαλκού, οι γνώμες
διίστανται. Φαίνεται πως δεν αποκλείεται να συνέβησαν και τα δύο. Πάντως οι
διάλεκτοι της κλασικής εποχής διέφεραν αρκετά μεταξύ τους και δεν θα ήταν
υπερβολή να υποστηριχθεί ότι οι ομιλητές τους βρίσκονταν πολλές φορές στα ακραία
όρια της αλληλοκατανόησης.
11
Μία από τις σημαντικότερες διαλέκτους της κλασικής εποχής ήταν η αττική
διάλεκτος, που χρησιμοποιούνταν κυρίως στην Αθήνα αλλά και ως γλώσσα των
φιλοσόφων και των επιστημόνων. Η αττική διάλεκτος προέρχεται από την ιωνική (τη
βασική διάλεκτο των Ομηρικών επών) με αρκετές δωρικές επιδράσεις. Υιοθετήθηκε
ως επίσημη γλώσσα όλης της Ελλάδας από τον Φίλιππο τον Μακεδόνα και ως
επίσημη γλώσσα ολόκληρου του ελληνιστικού κόσμου από τον γιο του Αλέξανδρο.
Από αυτήν προέρχονται απ' ευθείας σχεδόν όλες οι μεταγενέστερες ελληνικές
διάλεκτοι.
Η προφορά τής κλασικής Αρχαίας Ελληνικής γλώσσας τού 5ου και 4ου π.Χ. αι.
διέφερε αξιοσημείωτα από τη σημερινή προφορά τής Νέας Ελληνικής καθώς και από
την προφορά τής ελληνιστικής και μεσαιωνικής Ελληνικής. Άρχισε να μελετάται
κατά τα τέλη του 15ου αι. από λογίους της Αναγέννησης. Αυτοί, αλλά και
μεταγενέστεροι ερευνητές, βρήκαν στοιχεία που έδειχναν ότι η αρχαία ελληνική
προφορά διέφερε ουσιωδώς από την υστεροβυζαντινή / νεοελληνική. Ο ρόλος του
Ολλανδού λογίου Εράσμου, ο οποίος πρότεινε έναν τύπο προφοράς της Αρχαίας
Ελληνικής που έγινε ευρύτερα γνωστός στην Ευρώπη ως ερασμική ή ερασμιακή
προφορά, υπήρξε καθοριστικός, ώστε να επικρατήσει βαθμηδόν η
επανασυντεθειμένη αρχαία προφορά, η οποία διδάσκεται μετά τον 16ο αιώνα στα
πανεπιστήμια σε όλο τον κόσμο.
Οι ιστορικοσυγκριτικές μελέτες τής σύγχρονης γλωσσολογίας επιβεβαίωσαν όσα ο
Έρασμος και άλλοι είχαν από τον 16ο αιώνα τονίσει. Έχοντας τώρα πληρέστερη
εικόνα τής δομής τής γλώσσας και ευρύτερη εποπτεία των λογοτεχνικών και μη
πηγών, μπορούμε να αποκαταστήσουμε σε αρκετά ικανοποιητικό βαθμό την προφορά
τής κλασικής Αρχαίας Ελληνικής. Για τον σκοπό αυτόν, η γλωσσολογία αντλεί
τεκμήρια από τη φωνολογική δομή τής Αρχαίας Ελληνικής, από γραφές σε αρχαϊκά
ελληνικά αλφάβητα, από τις νεοελληνικές διαλέκτους, από μαρτυρίες των αρχαίων
γραμματικών και σχολιαστών, από αντίστοιχες λέξεις-δάνεια άλλων γλωσσών, καθώς
και από τη μετρική των κειμένων.
Σε αυτή την εποχή ανήκουν Ομηρικά έπη (αρχαιότερα κείμενα ), τα έργα των
Αισχύλου, Σοφοκλή, Ευριπίδη, Αριστοφάνη, του φιλοσόφου Πλάτωνα και του
μαθητή του Αριστοτέλη, του Θουκυδίδη (θεμέλια της επιστημονικής ιστορικής
συγγραφής) και Ξενοφώντα (ιστοριογραφία). Επίσης αυτή την εποχή έχουμε
ανάπτυξη του ρητορικού λόγου με έργα των Αντιφώντα , Δημοσθένη, Λυσία,
Ισοκράτη .
12
4. Ελληνιστική κοινή (από περ. 300 π.Χ. ώς 300 μ.Χ. ή 600 μ.Χ.)
Είναι η λαϊκή μορφή της αρχαίας ελληνικής γλώσσας που εμφανίστηκε στη
μετακλασσική αρχαιότητα (περ. 300 π. Χ. -300 μ. Χ.) και αποτελεί την τρίτη περίοδο
στην ιστορία της ελληνικής γλώσσας. Άλλες ονομασίες της είναι Αλεξανδρινή,
Ελληνιστική, Κοινή ή Ελληνική της Καινής Διαθήκης.
Ελληνιστική επιγραφή από το Δίον, η οποία περιέχει το κείμενο της συνθήκης μεταξύ
του Φιλίππου Ε' και των Λυσιμαχέων. 202-201 π.Χ
Η Κοινή είναι σημαντική όχι μόνο για τους Έλληνες, καθώς αποτέλεσε την πρώτη
τους κοινή διάλεκτο και προπομπό της δημοτικής, αλλά και για τον Δυτικό πολιτισμό,
για τον οποίο αποτέλεσε την lingua franca στην περιοχή της Μεσογείου. Η Κοινή
ήταν η γλώσσα στην οποία γράφτηκαν τα Ευαγγέλια καθώς και η γλώσσα που
χρησιμοποιήθηκε για την διδασκαλία και εξάπλωση του Χριστιανισμού.. Ηταν επίσης
ανεπίσημα πρώτη ή δεύτερη γλώσσα στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και ενώ στη Δύση
σταδιακά εκτοπίστηκε από τα μεσαιωνικά λατινικά, στην Ανατολή παρέμεινε για
αιώνες η καθομιλουμένη.
Για την προέλευση της Κοινής Ελληνικής οι μελετητές διαφωνούν. Άλλοι πιστεύουν
ότι πράγματι προερχόταν από τον συγκερασμό των τεσσάρων βασικών διαλέκτων της
αρχαίας ελληνικής γλώσσας, άλλοι ότι αποτελεί ουσιαστικά μια μετεξέλιξη της
Ιωνικής ή της Αττικής διαλέκτου.
13
Οι βασικότερες πηγές από όπου αντλούμε πληροφορίες για την ελληνιστική κοινή
είναι οι επιγραφές, οι πάπυροι και τα κείμενα της Παλαιάς και της Καινής
Διαθήκης. Η περίοδος της ελληνιστικής κοινής είναι ιδιαίτερα σημαντική για την
εξέλιξη της ελληνικής γλώσσας, καθώς σε όλα τα γλωσσικά επίπεδα διαμορφώθηκαν
οι δομές εκείνες που θα επηρεάσουν καθοριστικά τη μεταγενέστερη νέα ελληνική.
5. Μεσαιωνική ελληνική (περ. 700-1700)
Η ελληνιστική κοινή εξελίχθηκε στη μεσαιωνική ελληνική και αυτό φαίνεται κυρίως
από δημοτικά τραγούδια. Τελευταία φωνολογική μεταβολή κατά το 10ο αιώνα ήταν ο
ιωτακισμός και του «οι» και του «υ» που ως τότε προφερόταν ως [y], δηλαδή σαν το
γαλλικό «u».
Μεσαιωνική ελληνική γλώσσα: Στην εικόνα αυτή, η λέξη «Ευδοκία» είναι γραμμένη
με «Η»
14
Οι τελευταίοι αιώνες του Μεσαίωνα παρουσιάζουν διπλό ενδιαφέρον για την ιστορία
της ελληνικής γλώσσας. Μια σειρά ιστορικών γεγονότων φέρνουν τον ελληνισμό σε
επαφή αφενός με τις γλώσσες και τους πολιτισμούς της δυτικής Ευρώπης και
αφετέρου με τον τουρκικό κόσμο.Τα πρώτα λογοτεχνικά έργα σε δημώδη γλώσσα,
που εμφανίζονται κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, προσφέρουν πολύτιμη
μαρτυρία όχι μόνο για την εξέλιξη που γνώρισε η ελληνική κατά τον 12ο-15ο αιώνα
αλλά και για τους μετασχηματισμούς που ανάγονται σε προηγούμενες περιόδους.
Η προέλαση των Τούρκων στη Μικρά Ασία, από τα τέλη του 11ου αιώνα, μειώνει
προοδευτικά την επικράτεια της βυζαντινής αυτοκρατορίας σε έναν όλο και πιο
περιορισμένο χώρο. Με την Άλωση της Πόλης το 1453, όλο και πιο πολυάριθμοι
ελληνόφωνοι πληθυσμοί βρέθηκαν σε επαφή με τουρκόφωνους πληθυσμούς.
Συνέπεια υπήρξε η εισροή τουρκικών λέξεων στην καθομιλούμενη κοινή ελληνική.
Από την άλλη πλευρά, από τα τέλη του 11ου αιώνα, το πέρασμα των Σταυροφόρων
από τη βυζαντινή αυτοκρατορία, είχε ως συνέπεια τη διείσδυση στη δημώδη
γλώσσα πολυάριθμων νεολατινικών λέξεων.
Η μεσαιωνική ελληνική προκύπτει ως αποτέλεσμα της αναγέννησης των γραμμάτων
κατά τον 9ο και 10ο αιώνα μέσω της ιστοριογραφίας και της διαμόρφωσης της λαϊκής
λογοτεχνίας κατά τον 11ο και 12ο αιώνα, η οποία αποτελείται από την αποκαλούμενη
ακριτική ποίηση και τα προδρομικά ποιήματα του Πτωχοπρόδρομου4
.
Μικρογραφία από τη χρονογραφία του Ιω. Σκυλίτζη με παράσταση σκηνής από τους
αγώνες των Βυζαντινών (Ιστορία του Ελληνικού Έθνους)
4
Τα πιο αξιόλογα από τα δημώδη κείμενα του 12ου αι. είναι τα Προδρομικά ή Πτωχοδρομικά
ποιήματα. Πρόκειται για τέσσερα στιχουργήματα, όπου διεκτραγωδούνται τα βάσανα του μοναχού, του
πολύτεκνου οικογενειάρχη, του φτωχού συζύγου που παντρεύτηκε αρχοντομαθημένη γυναίκα και του
φτωχού λογίου. Χαρακτηριστική είναι η επιμονή στην απαρίθμηση των αγαθών της ζωής. Ως συγγραφέας
τους παρουσιάζεται ο Πτωχοπρόδρομος, που σε κάθε στιχούργημα απευθύνεται, με διαφορετική
ιδιότητα, στον αυτοκράτορα ή άλλα μέλη της αυτοκρατορικής οικογένειας των Κομνηνών, για να ζητήσει
βοήθεια. Παλαιότερα ταυτιζόταν με το Θεόδωρο Πρόδρομο, γνωστό λόγιο, προστατευόμενο των
Κομνηνών. Σήμερα πιστεύουμε ότι τα στιχουργήματα αυτά είναι σάτιρες που γράφτηκαν από ανώνυμο ή
ανώνυμους στιχουργούς.
15
6. Νέα ελληνική από το 1700
Τα όρια μεταξύ νέας ελληνικής και μεσαιωνικής ελληνικής δεν είναι ιδιαίτερα σαφή,
πάντως τοποθετούνται χονδρικά κάπου στα τελευταία χρόνια του Βυζαντίου. Κατά
την περίοδο αυτή είχαμε μια έντονη διαλεκτική διαφοροποίηση η οποία συνεχιζόταν
μέχρι πριν μερικές δεκαετίες.
Η Γραμματική του Μανόλη Τριανταφυλλίδη ενώ περιγράφει την κοινή νέα ελληνική
είναι παράλληλα ρυθμιστική για τη σημερινή χρήση της γλώσσας στο σχολείο και
αλλού.
Η Νέα Ελληνική ή Νεοελληνική γλώσσα γνωστή και ως Ρωμαίικα, αναφέρεται στις
διάφορες γλωσσικές ποικιλίες που ομιλούνται στην σύγχρονη εποχή. H Νεοελληνική
άρχισε να παίρνει τη σημερινή της μορφή στα τέλη του 17ου αιώνα. Σήμερα, η Κοινή
Νέα Ελληνική ομιλείται από περίπου 12-15 εκατομμύρια ανθρώπους, κυρίως στην
Ελλάδα και την Κύπρο, και ως γλώσσα μειονότητας σε πολλές άλλες χώρες.5
H νέα ελληνική γλώσσα δεν εξαντλείται βέβαια στην κοινή μορφή της. Περιλαμβάνει
και τις διαλέκτους της. Ωστόσο, οι διάλεκτοι βρίσκονται σε πορεία εξαφάνισης κάτω
από την επίδραση
της κοινής. Εξαίρεση αποτελεί η ελληνοκυπριακή διάλεκτος, η οποία διατηρεί ακόμα
τους ομιλητές της τόσο στην Κυπριακή Δημοκρατία όσο και στη σημαντική
ελληνοκυπριακή διασπορά της Μ. Βρετανίας.
5
Υπάρχουν πολλές παραδοσιακές ελληνόγλωσσες κοινότητες στις γειτονικές χώρες Αλβανία,
Βουλγαρία και Τουρκία, στις χώρες της Μαύρης Θάλασσας (Ουκρανία, Ρωσσία, Γεωργία, Αρμενία,
καθώς και σε χώρες της Μεσογείου, Ιταλία, Αίγυπτο. Η γλώσσα ομιλείται επίσης από κοινότητες του
απόδημου Ελληνισμού σε πολλές χώρες της Δυτικής Ευρώπης, της Βορείου Αμερικής, και στην
Αυστραλία, τη Βραζιλία, την Αργεντινή και πολλές άλλες.
16
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
ΟΙ ΔΙΑΛΕΚΤΟΙ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ
Διάλεκτος είναι όρος που χρησιμοποιείται για να δηλώσει είτε ένα τοπικό
γλωσσικό ιδίωμα σε αντιδιαστολή προς μια εθνική γλώσσα είτε μία ομάδα τοπικών
ιδιωμάτων, τα οποία, πέρα από παραλλαγές, σημαντικές σε ορισμένες περιπτώσεις,
περιέχουν κοινά φωνητικά, λεξιλογικά ή μορφολογικά-συντακτικά χαρακτηριστικά.
Μπορεί ακόμα να υποδηλώνει γενικότερα ένα μέλος μιας γλωσσικής οικογένειας,
που προέρχεται από τη διάσπαση μιας γλώσσας η οποία αρχικά ήταν περισσότερο ή
λιγότερο ομοιογενής
Οι διάλεκτοι είναι μια ποικιλία της γλώσσας. που μελετώνται από τον
γλωσσολογικό κλάδο της κοινωνιογλωσσολογίας και ειδικότερα από τη
διαλεκτολογία. Αποτελούν όμως αντικείμενο και της ιστορικής γλωσσολογίας.
Γλώσσες και όχι διάλεκτοι αποκαλούνται οι γλωσσικές ποικιλίες που για πολιτικούς
λόγους έχουν το στάτους μια επίσημης ή εθνικής γλώσσας. Από τη σκοπιά τη
γραμματικής δομής πριν αρχίσουν να αναδεικνύονται σε εθνική ή επίσημη γλώσσα,
από τη σκοπιά του λεξιλογίου δεν υπάρχει κάποια διαφορά ανάμεσα στις γλώσσες και
τις διαλέκτους. Παρόλα αυτά οι διάλεκτοι θεωρούνται λιγότερο ποιοτικές, λιγότερο
ακριβείς και ασκείται πίεση, ιδίως στο σχολείο, για την εγκατάλειψή τους.
Πριν επιβληθεί η κοινή ως νόρμα και ως καθημερινό όργανο, η πλειοψηφία των
Ελλήνων χρειάστηκε να χρησιμοποιήσει, για ένα διάστημα μεγαλύτερο ή μικρότερο
ανάλογα με τον τόπο, συγχρόνως δύο ή τρεις διαφορετικούς κώδικες Παρόλο που
μιλούσαν διαφορετικές διαλέκτους, δεν αισθάνονταν λιγότερο ελληνόφωνοι.
Οι αρχαίες διάλεκτοι δεν διασώθηκαν ως οργανωμένα γλωσσικά συστήματα,
ορισμένα χαρακτηριστικά μπόρεσαν να επιζήσουν στη διάρκεια των ιστορικών
ανακατατάξεων σε μια δεδομένη γεωγραφική περιοχή και μάλιστα να εξαπλωθούν
και να βρουν σήμερα την πλήρη έκφρασή τους. Η ύπαρξη άμεσης συνέχειας ανάμεσα
στις αρχαίες και τις σύγχρονες διαλέκτους είναι σε γενικές γραμμές απίθανη και μη
αποδείξιμη.
17
ΑΡΧΑΙΕΣ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΔΙΑΛΕΚΤΟΙ
Στην Ελλάδα κατά τη διδασκαλία τής ανάγνωσης των κλασικών κειμένων,
υπήρχαν οι παρακάτω διάλεκτοι οι οποίοι διέφεραν αρκετά μεταξύ τους. Οι
διάλεκτοι αυτοί διατηρηθήκαν μέχρι την ελληνιστική εποχή.
• Ιωνική
Ομιλούνταν κυρίως στον Ωρωπό, την Εύβοια, τις Κυκλάδες , στη Χίο, τη Σάμο και
στα παράλια της Mικράς Ασίας στην Ιωνία. Είναι βασική γλώσσα της επικής
ποίησης και του επιγράμματος. Χρησιμοποιήθηκε από λυρικούς ποιητές, όπως ο
Τυρταίος, ο Αρχίλοχος. Οι Ίωνες ήταν φυλή ανήσυχη, ευκίνητη και καινοτόμος.
Κατά συνέπεια και η διάλεκτος ήταν λιγότερο συντηρητική: αποσιώπηση του
δίγαμμα (F), κατάργηση του δασέος πνεύματος και του δυϊκού αριθμού.
• Αττική
Ομιλούνταν κυρίως στην Αθήνα αλλά και γενικότερα στην Αττική. Έχει ως
προέλευση της την ιωνική διάλεκτο αλλά περιέχει και αρκετές επιδράσεις από την
δωρική . Είναι μια από τις πιο γνωστές αν όχι η πιο γνωστή από τις αρχαίες ελληνικές
διαλέκτους καθώς από αυτήν προέρχονται οι περισσότερες μεταγενέστερες ελληνικές
διάλεκτοι . Διδάσκεται στα σχολεία στο μάθημα των αρχαίων ελληνικών.
Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της Αττικής είναι τα συμπλέγματα ττ αντί του σσ
(θάλαττα, θάλαττα!) και ρρ αντί ρσ (άρρην αντί άρσην).
• Αιολική
Ομιλούνταν κυρίως στις περιοχές της Θεσσαλίας, στη Βοιωτία, στη Λέσβο και στη
μικρασιατική ακτή κατά την περίοδο 800- 300 π.Χ. Σε αυτή τη διάλεκτο έγραψαν
τα ποιήματά τους η Σαπφώ και ο Αλκαίος. Η αρχαϊκή Αιολική διάλεκτος θεωρείται
18
ως η γλώσσα των Αρχαίων Τρωαδιτών ενώ από πολλούς ρομαντικούς θεωρείται και
ως η γλώσσα που μιλούσε ο πρόδρομος της Ρώμης, Αινείας.
• Αρκαδοκυπριακή
Είναι η διάλεκτος του φύλου των Αρκάδων. Κατά τη μυκηναϊκή εποχή φαίνεται ότι
μιλιόταν σε σημαντικά μεγαλύτερη έκταση και με τη «κάθοδο των Δωριέων»
περιορίστηκε στο εσωτερικό της Πελοποννήσου. Αρκαδόφωνοι πληθυσμοί
εγκαταστάθηκαν κατά τον 11ο π.Χ. αι. στην Κύπρο, η διάλεκτος της οποίας, παρά τη
γεωγραφική αποκοπή της από την Αρκαδία, εμφανίζει σαφή συγγένεια με τη
διάλεκτο. Η κυπριακή διάλεκτος υπήρξε η μόνη αρχαία ελληνική διάλεκτος των
ιστορικών χρόνων, η οποία αποδόθηκε γραπτώς με μια συλλαβογραφική γραφή,
ατελή για την απόδοση της ελληνικής γλώσσας, γνωστή ως κυπριακό συλλαβάριο.
Η γραφή αυτή συγγενεύει με τη μυκηναϊκή γραμμική Β΄ γραφή και η χρήση της
εγκαταλείφθηκε τον 4ο π.Χ. αι. μαζί με τη χρήση της κυπριακής διαλέκτου στις
επιγραφές.
• Δυτική ελληνική ή Δωρική
Ομιλούνταν κυρίως στην Πελοπόννησο , , σε νησιά του νοτίου Αιγαίου όπως την
Κρήτη, τη Ρόδο και σε περιοχές της Μικράς Ασίας καθώς και σε αποικίες της νότιας
Ιταλίας και Σικελίας και είχε τοπικές παραλλαγές . Σε Δωρική διάλεκτο έγραφαν οι
χορικοί ποιητές Πίνδαρος, Βακχυλίδης και Αλκμάν Σε αυτήν επίσης γράφονταν τα
χορικά των αρχαίων τραγωδιών, Απλοποιημένη μορφή της Δωρικής με λιγότερους
αρχαϊσμούς ήταν και η διάλεκτος των Συρακουσίων κωμωδιογράφων Επίχαρμου και
Σώφρονος.
Το πιο χαρακτηριστικό γνώρισμα είναι η κατάληξη του πρώτου πληθυντικού σε -μες
αντί -μεν: νικώμες. 'Ένα από τα αρχαϊκότερα χαρακτηριστικά της είναι η διατήρηση
του τ προ του ι: πέρυτι, είκοτι, δίδωτι. Η Δωρική διατήρησε πάμπολλους αρχαϊσμούς
στο λεξιλόγιό της.
ΔΙΑΛΕΚΤΟΙ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ
Οι γλωσσικές ποικιλίες της Νεοελληνικής γλώσσας μπορούν να κατηγοριοποιηθούν
με βάση δύο κριτήρια.
Το πρώτο είναι η ύπαρξη μιας μακράς παράδοσης δημοφιλή καθομιλούμενη γλώσσα
από τη μία πλευρά και τις αρχαΐζουσες, λόγιες γραπτές μορφές της από την άλλη. Το
δεύτερο είναι η τοπική διαφοροποίηση που εκφράζεται μέσω των διαλέκτων. Όσον
αφορά τις νεοελληνικές τοπικές διαλέκτους, ο κύριος όγκος τους δεν εμφανίζει
έντονες διαφορές με εξαίρεση κάποιες απομακρυσμένες και λίαν αποκλίνουσες
διαλέκτους που ομιλούνται σε απομονωμένες κοινότητες.
Οι κύριες διάλεκτοι των Νέων Ελληνικών είναι:
• όλες οι γλωσσικές ποικιλίες της Δημοτικής
• η Καθαρεύουσα
• η Ποντιακή διάλεκτος
Η γλώσσα των Πόντιων που κατοικούσαν στις νότιες-νοτιοανατολικές ακτές της
Μαύρης Θάλασσας. Θεωρείται ότι προέρχεται από την τοπική όψιμη ελληνιστική
19
Κοινή σε χώρο με ιωνικό υπόστρωμα. Το λεξιλόγιό της έχει επηρεαστεί σημαντικά
από την Τουρκική (λιγότερο όμως από όσο η Καππαδοκική) και από γλώσσες του
Καυκάσου, των οποίων η επίδραση δεν έχει διακριβωθεί μέχρι τώρα. διακρίνουμε
τρεις ομάδες ιδιωμάτων εντός τής διαλέκτου: α) οινουντιακά ιδιώματα (με αυξημένη
νεοελληνική επίδραση μέσω της Κωνσταντινουπόλεως), β) τραπεζουντιακά ιδιώματα
(μικρότερη νεοελληνική επίδραση), γ) χαλδιώτικα ιδιώματα (με αυξημένη τουρκική
επίδραση).
Μετά την οθωμανική κατάκτηση του νότιου Εύξεινου Πόντου, ακολούθησε και ο
βίαιος εξισλαμισμός των Ελλήνων. Ωστόσο οι Έλληνες διατήρησαν τη χριστιανική
θρησκεία τους κρυφά και την ελληνική γλώσσα. Η διάλεκτος των Ελλήνων του
Πόντου. Κύρια χαρακτηριστικά.
Η διάλεκτος των Ελλήνων του Πόντου είναι μια από τις σημαντικότερες ελληνικές
διαλέκτους η οποία προέρχεται από τα ελληνιστικά χρόνια, με πλήθος λέξεων
προέλευσης από την περίοδο του Όμηρου.
Σήμερα εξακολουθεί να μιλιέται σε πολλές περιοχές της Ελλάδας όπου κατέφυγαν οι
Πόντιοι μετά το διωγμό, στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ, όπου οι Πόντιοι έφυγαν σαν
μετανάστες. Η ποντιακή διάλεκτος προέρχεται από την αρχαία Ιωνική, κυρίως της
καταγωγής των αποίκων του Πόντου. Οι επιδράσεις που δέχτηκε στο πέρασμα των 26
αιώνων ζωής, προέρχονται από την κοινή των Αλεξανδρινών Χρόνων και από τη
Μεσαιωνική κοινή του Βυζαντίου. Αξιοσημείωτο όμως είναι ότι παρά τις προσμίξεις
με ξένες λέξεις αυτές δεν έμειναν αναφομοίωτες αλλά εξελληνίστηκαν και
εντάχθηκαν στο κλιτικό σύστημα της ελληνικής, συμμετέχοντας έτσι στην εξέλιξη
της γλώσσας.
Γραφή
Δεν είναι επίσημη γλώσσα καμίας χώρας και δεν διδάσκεται. Παρ' όλα αυτά, πολλοί
Σύλλογοι και οργανώσεις τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, διατηρούν και
μεταλαμπαδεύουν την Ποντιακή Διάλεκτο μέσω μαθημάτων, βιβλίων, συνεδρίων και
άλλων δραστηριοτήτων. Η πιο συνηθισμένη μέθοδος διδασκαλίας σήμερα, είναι η
προφορική. Η Ποντιακή δεν έχει κάποια επίσημη γραφή. Συνήθως γράφεται με το
ελληνικό αλφάβητο, κάποιες φορές με την προσθήκη κάποιων διακριτικών ώστε να
αποδίδεται καλύτερα η προφορά της γλώσσας, όπως πχ: σ ζ ξ ψΟι αυτόχθωνοι,̌ ̌ ̌ ̌
πληθυσμοί της περιοχής του 'Οφεως της Τραπεζούντας, που μιλούν τη γλώσσα ως
μητρική γλώσσα, δίχως να έχουν μάθει ποτέ το ελληνικό αλφάβητο χρησιμοποιούν το
σύγχρονο τουρκικό αλφάβητο. Αναλόγως χρησιμοποιείται το κυριλλικό αλφάβητο
στη Ρωσία.
ΔΙΣΤΙΧΑ ΚΟΤΥΩΡΩΝ (ΟΡΝΤΟΥ-ΠΟΝΤΟΣ)
Εβράδυνεν κι ο βραδενόν κι όλ έψαν τα φωτίας
Οντάν ακούς το θάνατο μ’, κωφά να είν’ τα ωτία σ’.
Αγάπη πη’κ’ εγάπεσεν,φιλίαν πη κ εποίκεν,
Χαιβάν’ έρθεν κ’ επέρασεν, γαλαπαλούχ’ εποίκεν
Αδά ραχί κ’ εκεί ραχί, ς σή μέσεν χαμαιλέτε,
Άρούζω και φουρκίγωμαι, τη μάννα μ δεν μη λέτε.
• Καππαδοκική διάλεκτος
ελληνογενής διάλεκτος που μιλιόταν στην Καππαδοκία της σημερινής κεντρικής
20
Τουρκίας.
• Κυπριακή διάλεκτος
χρησιμοποιείται από περίπου επτακόσιες χιλιάδες Ελληνοκυπρίους στην Κύπρο και
μερικές εκατοντάδες χιλιάδες Ελληνοκυπρίους της διασποράς, κυρίως στη Μεγάλη
Βρετανία, την Αυστραλία και την Ελλάδα. Σχεδόν ποτέ δεν χρησιμοποιείται ως
επίσημος γραπτός λόγος, αλλά είναι η κοινή ομιλουμένη των περισσοτέρων
Ελληνοκυπρίων. Οι περισσότεροι ηλικιωμένοι Τουρκοκύπριοι μιλούν τα Ελληνικά με
Κυπριακή Διάλεκτο ως δεύτερη γλώσσα.
• Ρωμανιώτικη διάλεκτος
Τα ρωμανιώτικα προέρχονταν από την ελληνιστική κοινή με εβραϊκές επιδράσεις.
Δεν διέφεραν τόσο από τα ελληνικά των χριστιανών ώστε η αμοιβαία κατανόηση να
ήταν αδύνατη. Οι Ρωμανιώτες χρησιμοποιούσαν την εβραϊκή αλφάβητο για να
γράψουν ρωμανιώτικα. Δεν υπάρχουν πλέον ομιλητές των ρωμανιώτικων.
Επιτύμβια εβραϊκή στήλη στην Αγχίαλο
• Τσακώνικη
. Ομιλείται σε μια μικρή ορεινή περιοχή της Πελοποννησιακής χερσονήσου. Αυτό
που την ξεχωρίζει απ' όλες τις άλλες σύγχρονες διαλέκτους είναι ότι πιστεύεται πως
δεν προέρχεται από την Αττική-Ιωνική Κοινή αλλά από τη Δωρική διάλεκτο.
21
• Γκρίκο : Κατωιταλική διάλεκτος
Γκρίκο είναι το συλλογικό όνομα των Ελληνικών διαλέκτων της διασποράς οι
οποίες ομιλούνται σε ορισμένες περιοχές της νότιας Ιταλίας και είναι ιστορικά
κατάλοιπα του εποικισμού της Μεγάλης Ελλάδας στην αρχαιότητα. Πιστεύεται ότι
αναπτύχθηκαν στη βάση μιας αρχικά Δωρικής αρχαίας διαλέκτου και έχουν
διατηρήσει κάποια στοιχεία της. Ο γνωστός γλωσσολόγος Γ. Χατζιδάκης εντόπισε
κοινά γλωσσολογικά στοιχεία ανάμεσα στη δωρική διάλεκτο και στα γκρεκάνικα
και κατέληξε στο συμπέρασμα της γλωσσικής συνέχειας. Άλλοι γλωσσολόγοι
υποστηρίζουν τη βυζαντινή προέλευση των ελληνόφωνων και άλλοι θεωρούν ότι
η αλήθεια βρίσκεται κάπου ανάμεσα. Θεωρούν δηλαδή, ότι υπήρχε κάποιος
αρχικός πυρήνας ελληνοφώνων ο οποίος ενισχύθηκε στα βυζαντινά χρόνια
Η σημερινή ελληνόφωνη περιοχή της Καλαβρίας (Grecia calabrese) αποτελείται από
ένα μικρό πυρήνα ορεινών χωριών σε απόσταση πενήντα πέντε περίπου χιλιομέτρων
από το αρχαίο Ρήγιο (σημερινό Reggio di Calabria). Τα χωριά αυτά
είναι: Γκαλλιτσιανό, Αμεντολέα (Αμυγδαλέα), Μπόβα (Βούα), Μπόβα Μαρίνα (Γιαλό
του Βούα), Ροκαφόρτε ντελ Γκρέκο (Βουνί), Χωρίο ντι Ροκαφόρτε (Χωρίο του
Βουνίου), Κοντοφούρι, Ρογούδι, Χωρίο ντι Ρογούδι (Χωρίο του Ρηχουδίου).
Όλες αυτές οι κοινότητες μιλούσαν το τοπικό ελληνικό ιδίωμα, (γκρίκο / γκρέκο) -μια
πρoφoρική διαλεκτική πoικιλία της ελληνικής γλώσσας- έως τις αρχές του αιώνα μας.
Με το πέρασμα του χρόνου τα ελληνικά ακολούθησαν φθίνουσα πορεία, με
αποτέλεσμα σήμερα να ομιλούνται μόνο από τους κατοίκους των χωριών
Γκαλλιτσιανό και Ρογούδι. Λίγοι ηλικιωμένοι τη μιλούν ακόμη στη Bova και
ελάχιστοι στη Bova Marina, καταγόμενοι κυρίως από το Ρογούδι. Αρκετούς
ελληνόφωνους μπορεί να συναντήσει κανείς και στο Reggio di Calabria (Ρήγιο της
Καλαβρίας), στην περιοχή S. Giorgio Extra, όπου έχουν εγκατασταθεί πολλές
οικογένειες προερχόμενες από το Γκαλλιτσιανό και το Ρογούδι. Οι εγκαταστάσεις
22
αυτές χρονολογούνται από τις αρχές του αιώνα, κυρίως όμως στη διάρκεια των
δεκαετιών '50 και '60.
Τα ιταλικά, που είναι και η επίσημη γλώσσα του κράτους, χρησιμοποιούνται στη
διοίκηση και στην εκπαίδευση. Η τοπική ρομανική διάλεκτος, που αποτελεί τον
επικρατέστερο κώδικα επικοινωνίας, χρησιμοποιείται στην καθημερινή επαφή, στους
δημόσιους χώρους συνάντησης και στις εμπορικές συναλλαγές. Τα ελληνικά
χρησιμοποιούνται από τους ηλικιωμένους τόσο στην οικογένεια όσο και στις μεταξύ
τους συναναστροφές, καθώς και από νεότερα άτομα - μέλη πολιτιστικών συλλόγων.
Kalinifta - MAGNA GRAECIA
http://www.youtube.com/watch?v=CEnXofmPOwQ
23
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ
ΤΟ ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ
Με τον όρο γλωσσικό ζήτημα εννοείται ο γλωσσικός διχασμός, σε γραπτό λόγο και
καθομιλούμενη γλώσσα, ο οποίος ως μέσο ιδεολογικής και κοινωνικής επιβολής
ταλαιπώρησε την ελληνική κοινωνία επί σειρά αιώνων.
Υπήρξε ένα πρόσφορο πεδίο πάνω στο οποίο καλλιεργήθηκαν σοβαρές
αντιπαραθέσεις ιδεών και συμπεριφορών σε κρίσιμες φάσεις της ανάπτυξης της
ελληνικής κοινωνίας.
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ
Αρχαιότητα
Ο γλωσσικός διχασμός εμφανίζεται κατά τον 1ο αιώνα π.X. όταν οι αττικιστές
εισήγαγαν τη διγλωσσία στον ελληνικό κόσμο, καθώς επέβαλαν μια απομίμηση της
κλασικής αττικής, η οποία αντιπαρατέθηκε με την ήδη κυρίαρχη δημώδη προφορική.
Mετά τις κατακτήσεις του Μ. Αλεξάνδρου, το κράτος των Μακεδόνων βασιλέων του
υιοθετεί την αττική διάλεκτο, η οποία διαμορφώνεται σταδιακά σε νέα μορφή
ελληνικής γλώσσας, την Ελληνιστική ή Κοινή, η οποία θα καθορίσει αργότερα τη
Βυζαντινή και νέα Ελληνική γλώσσα.
Για τη γραπτή και προφορική μετάδοση της διδασκαλίας του Χριστιανισμού
χρησιμοποιείται αρχικά η Κοινή. Η Παλαιά Διαθήκη μεταφράζεται σε αυτήν και η
Καινή Διαθήκη γράφεται σχεδόν εξ ολοκλήρου αρχικά σε αυτή τη γλώσσα, αλλά
αργότερα οι Τρεις Ιεράρχες χρησιμοποιούν τον αττικισμό.Στους βυζαντινούς
χρόνους ο γραπτός λόγος οδηγείται σε μια προοδευτική συντακτική στρυφνότητα,
ενώ ο προφορικός απλοποιείται φωνητικά και μορφοσυντακτικά. Συγχρόνως
εισάγονται νέες λέξεις δάνειες, τόσο αρχαίες όσο και από άλλους λαούς, εξαιτίας του
εκχριστιανισμού τους.
Τουρκοκρατία
Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας χαρακτηριστική είναι η τάση των Ελλήνων να
συνδεθούν ψυχικά με την αρχαιότητα καθώς δίνουν αρχαία ονόματα στα παιδιά τους
και στα καράβια τους. Η αρχαιολατρεία αυτή είναι συνέπεια της αναγεννητικής
ορμής του έθνους που αφυπνίζεται και ζητά να στηριχτεί στην κλασσική κληρονομιά
του. Η ομάδα του Μοισιόδακα και του Καταρτζή προτείνει ότι, για να
απελευθερωθεί η Ελλάδα από την Οθωμανική κυριαρχία, πρέπει ο λαός να μορφωθεί,
χρησιμοποιώντας τη γλώσσα του. Στις προσπάθειες αυτές των προοδευτικών η
απάντηση είναι αντίδραση και διώξεις από τους συντηρητικούς του Πατριαρχείου,
που υποστηρίζουν την αρχαΐζουσα.
Ανεξάρτητο ελληνικό κράτος
Tο ανεξάρτητο ελληνικό κράτος, στη νεότερη ιστορία του διαμορφώνει ένα
εκπαιδευτικό σύστημα που δεν είχαν καμία σχέση με αυτές του, ρημαγμένου απ' τον
πόλεμο, νέου ελληνικού κράτους. Το ποια γλώσσα πρέπει να χρησιμοποιείται στη
λογοτεχνία αλλά και στην εκπαίδευση και στις επίσημες εκδηλώσεις, αποτελεί ένα
σημαντικό πρόβλημα. Η λαϊκή γλώσσα είναι ακαλλιέργητη, παραφθαρμένη και δεν
μπορεί να εκφράσει πολυσύνθετες ιδέες.
24
Ο Αδαμάντιος Κοραής, κυρίαρχη
μορφή, στο ζήτημα της διένεξης για το
ποια θα είναι η εθνική γλώσσα του
κράτους, ξεκινά μια τάση καθαρισμού
της γλώσσας από ξένα στοιχεία και
επινοεί και προτείνει την
καθαρεύουσα, η οποία καθιερώνεται
ως επίσημη γλώσσα του κράτους. Δεν
παύουν όμως να υπάρχουν και οι
αντίθετες απόψεις. Η αναζήτηση της
εθνικής ταυτότητας το 19ο αιώνα, θα
βοηθήσει στην εμφάνιση και στην
άνθηση της λαογραφίας, με
αποτέλεσμα, στα χρόνια που θα
ακολουθήσουν, να πολλαπλασιαστούν
η συλλογή και οι δημοσιεύσεις
δημοτικών τραγουδιών.
Την παράδοση που δημιουργεί ο
Διονύσιος Σολωμός θα συνεχίσουν οι
Ιάκωβος Πολυλάς, Αλέξανδρος
Βαλαωρίτης, κ.ά, οι οποίοι,
επηρεασμένοι από τα αντίστοιχα
ευρωπαϊκά λογοτεχνικά κινήματα,
καταπιάνονται με θέματα ιστορικά,
κυρίως, όμως, με κοινωνικά, στα οποία
βρίσκουμε ρίζες του κινήματος του
δημοτικισμού και επομένως της
πόλωσης που σύντομα θα στιγματίσει
το γλωσσικό ζήτημα. ότι στα
Επτάνησα, που για αιώνες ήταν υπό
Ενετική και Αγγλική κατοχή, δεν
υποστηριζόταν ο αρχαϊσμός και πολύ
πριν τον Σολωμό ήταν καλλιεργημένη
η λαϊκή παράδοση στην ποίηση.
25
Πυροδοτείται, λοιπόν, η αντίδραση προς τον Κοραή, που κατηγορείται από τους
οπαδούς της δημώδους για τεχνητή παρέμβαση στη γλώσσα και από τους
υποστηρικτές της αρχαΐζουσας ότι αρνείται τη γλωσσική παράδοση. Οι αγώνες που
θα δοθούν για την επικράτηση της μιας ή της άλλης μορφής γλώσσας είναι πολλοί και
συνδέονται με πολιτικά και ιδεολογικά ζητήματα του ελληνισμού
Στο χώρο της λογοτεχνίας, πάντως, η δημοσίευση το 1888 του έργου του Γ. Ψυχάρη
«Το ταξίδι μου» δίνει ώθηση στη χρήση της δημοτικής.6
Σημειώνει σταθμό στην
ιστορία του γλωσσικού ζητήματος και αποτελεί το ευαγγέλιο, του νεώτερου
δημοτικισμού, που χτυπά τις γλωσσικές φεουδαρχικές προλήψεις.
Η εισήγηση του Ψυχάρη για μια
συστηματοποιημένη πρότυπη δημοτική δίνει
και μια νέα διάσταση στο γλωσσικό ζήτημα,
θέτοντάς το ως ανάγκη όχι μόνο για τη
μελλοντική ευημερία του ελληνικού έθνους
αλλά και την απελευθέρωση της υπόλοιπης
Ελλάδας.
20ος
αιώνας
Η εφημερίδα «Ακρόπολη», με
εκδότη τον Β. Γαβριηλίδη,
υποστηρίζοντας τη γλωσσική
μεταρρύθμιση του Ψυχάρη, ανάβει
το γλωσσικό ζήτημα. Υποστηρικτές
τους οι Εμμανουήλ Ροΐδης, Ι.
Πολυλάς, κ.ά., χτυπούν τον
αττικισμό και υπερασπίζονται με
πάθος τη δημοτική ως όργανο της
ελληνικής λογοτεχνίας.
6
26
΅ Ι κωβος Πολυλάςἀ
Εμμανουήλ Ροΐδης
Έτσι, στο τέλος του 19ου και στην αρχή
του 20ου, το γλωσσικό ζήτημα
διαμορφώνεται ως προς την πολιτιστική
του διάσταση και παίρνει εκτός από
κοινωνικές διαστάσεις και πολιτικές και
οδηγεί σε αιματηρές συγκρούσεις. Η
δημοσίευση μετάφρασης της Αγίας
Γραφής σε ακραία δημοτική στην
εφημερίδα Ακρόπολη από τον
Αλέξανδρο Πάλλη, επιφέρει βίαιες
διαμαρτυρίες από καθηγητές και
φοιτητές του Πανεπιστημίου Αθηνών
με αιματηρά αποτελέσματα (τα
επεισόδια που έγιναν γνωστά σαν
"Ευαγγελικά").
Τα «ευαγγελιακά» σε μία λιθογραφία της εποχής, έτσι όπως δημοσιεύεται στην
εγκυκλοπαίδεια «Μαλλιάρης-παιδεία» και δείχνει την σύγκρουση των φοιτητών με την
έφιππη αστυνομία, στο χώρο του Πανεπιστημίου Αθηνών, τον Νοέμβριο του 1901.
Επίσης, η παράσταση της Ορέστειας του Αισχύλου στη δημοτική, από το Εθνικό
θέατρο, γίνεται η αιτία νέων αιματηρών συγκρούσεων μεταξύ δημοτικιστών και
καθαρευουσιάνων (τα λεγόμενα "Ορεστειακά"). Οι πολέμιοι των δημοτικιστών τούς
αποκαλούν χλευαστικά "μαλλιαρούς" και τους κατηγορούν ως προδότες.
27
Σημαντικός σταθμός αυτής της προσπάθειας ήταν η ίδρυση του Εκπαιδευτικού
Ομίλου το 1910, όπου συμμετείχαν ο Δημήτρης Γληνός, ο Αλέξανδρος Δελμούζος,
ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης και άλλοι, καθώς και η ίδρυση του πειραματικού
Ανώτερου Παρθεναγωγείου Βόλου συνιστούν προσπάθειες για περιορισμό της
αρχαιομάθειας. Ο Δελμούζος, ιδρυτής και διευθυντής του παρθεναγωγείου,
κατηγορείται για διαφθορά ηθών και διδασκαλία του κομμουνισμού και της αθεΐας,
αλλά τελικά αθωώνεται.
Ο Αλέξανδρος Δελμούζος ανάμεσα στις μαθήτριές του
Το βαθύ ρήγμα που δημιουργείται ανάμεσα στις μορφωμένες τάξεις και τον
απαίδευτο λαό, αποσκοπεί στην κοινωνική διάκριση, καθώς ο λαός αποκλείεται από
την εξουσία και καλλιεργείται η υπακοή στο κατεστημένο που θέλει να αποτελεί
παράδοση. Η χρήση της σωστής γλώσσας δηλώνει ανωτερότητα, καθώς οι χρήστες
της δεν ανήκουν στους κοινούς θνητούς που δυσκολεύονται να χειριστούν την
καθαρεύουσα.
Έτσι η γλώσσα γίνεται όπλο για την άσκηση βίας και εξουσίας. Ειδικότερα κατά τη
δικτατορία, οι καθαρευουσιανισμοί στόχευαν στην κοινωνική διάκριση και επομένως
στη μετάδοση του μηνύματος ότι είναι ανώτεροι και πολιτικά7
.
7
Στην αντίθετη πλευρά, πάλι, οι δημοτικιστές, όπως τονίζει η Άννα Φραγκουδάκη, έφτανε να γράψουν
της αποβλάκωσης αντί της αποβλακώσεως για να χαρακτηριστούν αμφίβολης εθνικοφροσύνης,
πράκτορες του κομμουνισμού ή και ακόμη να χάσουν κάθε ελπίδα σταδιοδρομίας σε επίσημους
28
Η πρώτη επιτυχής επίσημη κίνηση για την καθιέρωση της δημοτικής στην
εκπαίδευση έγινε το 1917. με την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση της προσωρινής
κυβέρνησης του Βενιζέλου8
, Οι δε εμπνευστές της μεταρρύθμισης απολύθηκαν από
τις θέσεις τους και κατέληξαν στην εξορία. Η αντίληψη περί απειλής κατά της εθνικής
κυριαρχίας από τη χρήση της δημοτικής κορυφώνεται με την πειθαρχική δίωξη του
καθ. Ιωάννη Κακριδή κατά την περίοδο της γερμανικής κατοχής, επειδή τόλμησε να
δημοσιεύσει στη δημοτική και σε μονοτονικό σύστημα την πανεπιστημιακή του
παράδοση.
Η κατάσταση παρέμεινε ουσιαστικά η ίδια περίπου μέχρι τη δεκαετία του '70, με
σημαντικότερη ίσως εξέλιξη τη σύνταξη -από το Μανόλη Τριανταφυλλίδη- της
Νεοελληνικής Γραμματικής (της δημοτικής).9
επιστημονικούς κύκλους.
8
που όριζε τη δημοτική σαν τη γλώσσα που θα χρησιμοποιούνταν πλέον στις πρώτες τάξεις των
σχολείων. Με την πτώση όμως των Φιλελεύθερων το 1920 ο νόμος ακυρώθηκε και η καινούργια
κυβέρνηση διέταξε τα αναγνωστικά του Δημοτικού που ήταν γραμμένα στη δημοτική ("Τα Ψηλά
Βουνά) "να καώσι ως έργα ψεύδους".
9
Το 1964 η κυβέρνηση του Γ. Παπανδρέου με τον Ε. Παπανούτσο Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου
Παιδείας, έδωσε την ελευθερία στους εκπαιδευτικούς να χρησιμοποιούν όποια από τις δυο γλώσσες
ήθελαν, ενώ γινόταν η διδασκαλία και των δύο.
29
Η «Νεοελληνική», όπως ονομάζεται τελικά, είναι πολύ διαφορετική από την ακραία
δημοτική του Ψυχάρη, καθώς δεν περιέχει ιδιωματισμούς και ακρότητες, αλλά
συγχωνεύει στοιχεία της καθαρεύουσας. Το Γλωσσικό Ζήτημα έλαβε τέλος τη
δεκαετία του '70, μετά από σχεδόν έναν αιώνα διαμάχης.
Ο Μποστ θεωρείται ότι κατάφερε να δημιουργήσει ένα εντελώς προσωπικό και
αναγνωρίσιμο σατιρικό ύφος ως σκιτσογράφος, κειμενογράφος, θεατρικός
συγγραφέας, αλλά και ζωγράφος. Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του έργου του
είναι η γλώσσα του και τα επίτηδες ανορθόγραφα κείμενα. Γελοιοποιώντας την
καθαρεύουσα πίστευε ότι ίσως μπορέσει να βοηθήσει στην ταχύτερη καθιέρωση της
δημοτικής γλώσσας. Προκειμένου να σατιρίσει την καθαρεύουσα, ανακάτευε λόγιες
εκφράσεις με λαϊκές και έγραφε εντελώς ανορθόγραφα, διεκτραγωδώντας τον
ημιμαθή Έλληνα, που προσπαθούσε να χρησιμοποιήσει την καθαρεύουσα, καθώς
εκείνη την εποχή η δημοτική θεωρούνταν "ύποπτη", κατά δήλωση του ιδίου του
Μποστ. Συχνά με την παραφθορά των λέξεων ή την ανορθόγραφη απόδοση του ήχου
της δημιουργούσε εσκεμμένα συνειρμούς, με άλλες έννοιες, τις οποίες διακωμωδεί.
30
31
Η Νέα Ελληνική που χρησιμοποιείται σήμερα, αποτελείται από συνένωση στοιχείων
της δημοτικής και της καθαρεύουσας και βρίσκεται κοντά στην Ελληνιστική Κοινή
των χρόνων του Χριστού.
.
32
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ
ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΑΝΤΙΔΑΝΕΙΑ
Είναι ευρύτατα γνωστό ότι όλες οι γλώσσες των οποίων οι ομιλητές έρχονται σε
επαφή δανείζουν η μία στην άλλη λεξιλογικό υλικό, δηλαδή λέξεις. Όταν οι ομιλητές
μιας γλώσσας που τυχαίνει να γνωρίζουν ή να μαθαίνουν μια δεύτερη εύκολα
διαπιστώνουν την ύπαρξη όμοιων λέξεων, δηλαδή λέξεων με παρόμοια μορφή και
σημασία.
ΔΑΝΕΙΣΜΟΣ
Όσον αφορά το δανεισμό, μπορούμε να διακρίνουμε τον λαϊκό από τον λόγιο
δανεισμό.O λαϊκός δανεισμός αφορά λέξεις γλωσσών με τις οποίες έρχονται σε
επαφή τα ευρύτερα λαϊκά στρώματα. Oι λέξεις αυτές περνούν από τη μια γλώσσα
στην άλλη με τον προφορικό λόγο. Συνέπεια αυτού του γεγονότος είναι ότι οι
ομιλητές της γλώσσας που δέχεται το δάνειο προσπαθούν να αποδώσουν αυτό που
ακούνε σύμφωνα με ό,τι ισχύει στη δική τους γλώσσα, να το προσαρμόσουν δηλαδή
στη φωνητική και τη μορφολογία της.O λόγιος δανεισμός αφορά λέξεις που
εισέρχονται στη γλώσσα από μια μερίδα μορφωμένων, οι οποίοι κατέχουν τη γλώσσα
που αποτελεί την πηγή του δανεισμού και καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό τον τρόπο με
τον οποίο θα εμφανίζεται η λέξη αυτή στη δική τους γλώσσα. Πολλές φορές η λέξη
προσαρμόζεται στη νέα γλώσσα, όπως συμβαίνει και με τον λαϊκό δανεισμό. Συχνά
όμως, επειδή οι μορφωμένοι έρχονται σε επαφή με τις ξένες λέξεις κυρίως μέσω
γραπτών κειμένων, επιλέγεται κατά τη διαδικασία του δανεισμού η γραπτή μορφή της
λέξης
Το φαινόμενο των γλωσσικών δανείων είναι κοινό σε όλες πιθανότατα τις γλώσσες.
Οι λέξεις που έχουν ενταχθεί στα νέα ελληνικά η κάθε μια ξεχωριστά έχει περάσει
από τρία διαφορετικά στάδια.
Πρώτα είναι η βασική γλωσσική κληρονομιά, λέξεις δηλαδή που υπάρχουν συνεχώς
στη λαϊκή γλώσσα και αποτελούν το βασικό λεξιλόγιο της νέας ελληνικής όπως
πατέρα, μητέρα. Οι περισσότερες όμως από αυτές τις λέξεις άλλαξαν αφού
ακολούθησαν τους φωνολογικούς και μορφολογικούς κανόνες.
Δεύτερο στάδιο είναι η αναβίωση αρχαίων λέξεων έχουν επανεισαχθεί όπου λόγια
δάνεια από τα αρχαία ελληνικά στα νέα ελληνικά και τρίτο είναι λέξεις οι οποίες
έρχονται από τα διεθνή ελληνικά είτε αναφομοίωτες είτε μεταφρασμένες. Η ελληνική
γλώσσα όμως έχει δανειστεί αρκετές αρχαίες λέξεις όπως ο αθλητισμός, η ιατρική, η
φιλοσοφία. Αρκετοί όροι από τους συγκεκριμένους τομείς που πέρασαν πρώτα στα
λατινικά μετά από εκεί πέρασαν και στις νεότερες γλώσσες όπως «μουσική
>ΜUSΙCΑ, ιστορία>HΙSΤΟRΙΑ, γεωμετρία>GΕΟΜΕΤRΙΑ.
Υπάρχουν όμως και αρχαίες ελληνικές λέξεις που εισαχθήκαν και συνεχίζουν να
εισάγονται κατευθείαν στις νεότερες γλώσσες, χωρίς όμως πλέον το ενδιάμεσο των
λατινικών όπως: ερωτικός>ΑRΟΤΙC.
Όμως δεν συνέβη μόνο με τις αρχαίες αλλά και πολλές ελληνιστικές
λέξειςυιοθετήθηκαν από τις νεότερες γλώσσες χωρίς το ενδιάμεσο των λατινικών
όπως
Βιογραφίας>ΒΙΟGRΑPHY. Αρκετές όμως είναι και οι λέξεις που δεν μπορούμε να
διακρίνουμε την καταγωγή τους χωρίς να τις ετυμολογήσουμε. Επίσης αρκετές λέξεις
33
του «επιστημονικού λεξιλογίου» είναι βασισμένες όχι σε ολόκληρες λέξεις αλλά σε
λεξικά στοιχεία της αρχαίας ελληνικής όπως NΕΟ>νέος, ΜΕGΑ>μέγας.
Ας αναφέρουμε όμως και τα δάνεια λέξεων που πήρε η ελληνική γλώσσα απ’ τα
λατινικά η οποία ξεκίνησε την ρωμαϊκή εποχή όπως: κομπιούτερ<CΟΜPUΤΕR. Τα
περισσότερα όμως από αυτά τα δάνεια προέρχονται απ’ τα αρχαία ελληνικά.
Ελάχιστες είναι οι λέξεις που πέρασαν απ’ τα ελληνικά σε άλλες γλώσσες και
επέστρεφαν μετά από καιρό με αλλαγμένη μορφή και σημασία. Όμως ένα άλλο είδος
στοιχείων είναι οι διεθνισμοί που στηρίζονται σε αρχαία ελληνικά λεξικά στοιχεία.
Εκατοντάδες διεθνισμοί που στηρίζοντας στα αρχαία ελληνικά λεξικά στοιχεία
έρχονται κατά τους τελευταίους δύο αιώνες στα νέα ελληνικά όπως:
CΑRDΙΟLΟGΙΕ, ΕCΟLΟGΙΕ. Όπως συνέβηκε με τις αρχαίες, έτσι και πολλές
ελληνιστικές λέξεις υιοθετήθηκαν απευθείας από τις νεότερες γλώσσες, χωρίς το
ενδιάμεσο των λατινικών· π.χ. βιογραφία > ΒΙΟGRΑPHY,
Μερικών λέξεων η ελληνική καταγωγή δε φαίνεται με την πρώτη ματιά. H λέξη π.χ.
παραβολή, που στ’ αρχαία σήμαινε: ‘σύγκριση, απεικόνιση’, έγινε κατά την
ελληνιστική εποχή το λατινικό PΑRΑΒΟLΑ, ιδιαίτερα στη χρήση για τις παραβολές
του Χριστού, τον κατεξοχήν «λόγο» της εποχής, απ’ όπου σήμερα το γαλλικό
PΑRΟLΕ, το ιταλικό PΑRΟLΑ, το ισπανικό PΑLΑΒRΑ.
Η αρχαία λέξη άστρον, σε συνδυασμό με το λατινικό πρόθημα dΙs-, που δηλώνει
στέρηση ή αντίθεση, έδωσαν το μεσαίωνα το ιταλικό DΙSΑSΤRΟ, απ’ όπου το
γαλλικό DESΑSΤRΕ και ύστερα αγγλικό DΙSΑSΤΕR ‘συμφορά, καταστροφή’. Η
αρχική αντίληψη αναφερόταν σε κάποιον γεννημένο υπό την κακή επίδραση ενός
«άστρου» (πλανήτη). Τέτοιες λέξεις διαδόθηκαν απ’ τη λαϊκή και όχι απ’ τη λόγια
παράδοση, ενσωματώθηκαν απ’ την αρχή στις νέες λαϊκές γλώσσες που
αναπτύχτηκαν το Μεσαίωνα, γι’ αυτό και παρουσιάζουν περισσότερες αλλαγές.
Κάποιες από αυτές είναι:
Σουπερμάρκετ (από τα αγγλικά)
φραπέ (από τα γαλλικά)
κεφτές (από τα τούρκικα)
ουρανοξύστης (από τα αγγλικά)
34
ΑΝΤΙΔΑΝΕΙΑ
Το στοιχείο (συνηθ. Λέξη) μιας γλώσσας που, αφού εισαχθεί ως δάνειο σε άλλη
γλώσσα και προσαρμοστεί φωνολογικά και μορφολογικά στο σύστημά της,
επιστρέφει αλλοιωμένο στη γλώσσα από την οποία ξεκίνησε.
Η επιστροφή μιας λέξης ως δανείου στη γλώσσα από την οποία ξεκίνησε
χαρακτηρίζεται ως αντι-δάνειο, ως επιστροφή δανείου, ως επιστροφή μιας λέξης στη
γλώσσα στην οποία γεννήθηκε. Από τις πιο αποκαλυπτικές διαδικασίες λειτουργίας
τής γλώσσας στο πεδίο συνάντησης των λαών και των πολιτισμών είναι τα
αντιδάνεια. Συνιστούν μαρτυρίες τής περιπέτειας στη ζωή των λέξεων και μαζί
παραδείγματα του πόσο αυτά τα κατεξοχήν πνευματικά δημιουργήματα, που είναι οι
λέξεις, εξελίσσονται εννοιολογικά περνώντας από γλώσσα σε γλώσσα, από λαό σε
λαό, για να ξαναγυρίσουν συχνά στον τόπο καταγωγής τους πραγματοποιώντας έτσι
τον «λεξιλογικό νόστο» τους. Nα πάρουμε το γνωστό παράδειγμα του καναπέ. Ο
καναπές είναι δάνειο στα ελληνικά από το γαλλικό canape’. Η γαλλική λέξη
προέρχεται από το μεσαιωνικό (1180) γαλλικό conope’ (παραπέτασμα του
κρεβατιού), που με τη σειρά του έρχεται από το λατινικό conopeum, conopium
(κουνουπιέρα), που είναι δάνειο από το αρχαίο ελληνικό κωνώπιον της ελληνιστικής
εποχής, που σήμαινε ακριβώς την κουνουπιέρα.
Από την εποχή της τουρκοκρατίας χρησιμοποιούμε ακόμα στην καθημερινή μας
ορολογία πάμπολλες τουρκικές λέξεις και εκφράσεις. Που όμως, εμείς οι νέοι δεν
γνωρίζουμε ότι πολλές από αυτές τις λέξεις έχουν τουρκικές ρίζες. Παρακάτω
αναφέρουμε ενδεικτικά ορισμένες λέξεις και φράσεις!
•ΑΛΑΝΙ (αλήτης),
ΑΓΙΑΖΙ (πρωινό ή νυχτερινό κρύο),
•ΓΙΑΟΥΡΤΙ (πηγμένο γάλα),
•ΚΑΡΠΟΥΖΙ (υδροπέπων),
•ΣΟΥΓΙΑΣ (μαχαιράκι),
•ΤΕΝΕΚΕΣ (δοχείο),
•ΦΛΙΤΖΑΝΙ (κύπελλο),
•ΤΣΕΠΗ (θυλάκιο),
35
ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΑΝΤΙΔΑΝΕΙΑ ΣΤΗΝ ΑΓΓΛΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ
Η Αγγλική στις μέρες μας είναι η γλώσσα, η οποία, χάρη στην απλότητά της, την
κυριαρχία των ΗΠΑ σήμερα και της Αγγλίας παλιότερα, αποτελεί τη lingua franca
της εποχής μας. Η Ελληνική από την άλλη, χαρακτηρίζεται από ορισμένους ως
«περιθωριακή» και «ασθενής», λόγω του ότι ομιλείται και γράφεται από τα λίγα
εκατομύρια των Ελλήνων. Η επίδραση που έχει ασκήσει στο ευρωπαϊκό λεξιλόγιο
και ιδιαιτέρως στην Αγγλική ήταν εν μέρει μόνο γνωστή, αλλά δυστυχώς, μη
συστηματικά καταγεγραμμένη και τεκμηριωμένη. Η συμβολή της Ελληνικής έγκειται
κυρίως στο γεγονός ότι προσέφερε το βασικό λεξιλόγιο του πολιτισμού και των
επιστημών.
Π.χ. athlete, theater, drama, tragedy, comedy, music, orchestra, harmony,
36
ολοκληρωμένη εργασία
ολοκληρωμένη εργασία
ολοκληρωμένη εργασία
ολοκληρωμένη εργασία
ολοκληρωμένη εργασία
ολοκληρωμένη εργασία
ολοκληρωμένη εργασία
ολοκληρωμένη εργασία
ολοκληρωμένη εργασία
ολοκληρωμένη εργασία
ολοκληρωμένη εργασία
ολοκληρωμένη εργασία
ολοκληρωμένη εργασία
ολοκληρωμένη εργασία
ολοκληρωμένη εργασία
ολοκληρωμένη εργασία
ολοκληρωμένη εργασία
ολοκληρωμένη εργασία
ολοκληρωμένη εργασία
ολοκληρωμένη εργασία
ολοκληρωμένη εργασία
ολοκληρωμένη εργασία
ολοκληρωμένη εργασία
ολοκληρωμένη εργασία
ολοκληρωμένη εργασία
ολοκληρωμένη εργασία
ολοκληρωμένη εργασία
ολοκληρωμένη εργασία
ολοκληρωμένη εργασία
ολοκληρωμένη εργασία
ολοκληρωμένη εργασία
ολοκληρωμένη εργασία
ολοκληρωμένη εργασία
ολοκληρωμένη εργασία
ολοκληρωμένη εργασία
ολοκληρωμένη εργασία
ολοκληρωμένη εργασία
ολοκληρωμένη εργασία

More Related Content

More from statsakiri

παράδοση και μοντερνισμός ενδεικτικές σημειώσεις
παράδοση και μοντερνισμός ενδεικτικές σημειώσειςπαράδοση και μοντερνισμός ενδεικτικές σημειώσεις
παράδοση και μοντερνισμός ενδεικτικές σημειώσειςstatsakiri
 
συνέντευξη ελένης πίσπα
συνέντευξη ελένης πίσπασυνέντευξη ελένης πίσπα
συνέντευξη ελένης πίσπαstatsakiri
 
συνέντευξη της αναστασίας ράγγου
συνέντευξη της αναστασίας ράγγουσυνέντευξη της αναστασίας ράγγου
συνέντευξη της αναστασίας ράγγουstatsakiri
 
επί ασπαλάθων σεφέρης
επί ασπαλάθων σεφέρηςεπί ασπαλάθων σεφέρης
επί ασπαλάθων σεφέρηςstatsakiri
 
στέφανος κωλέττας
στέφανος κωλέτταςστέφανος κωλέττας
στέφανος κωλέτταςstatsakiri
 
Aναγνώστου ιωάννης
Aναγνώστου ιωάννηςAναγνώστου ιωάννης
Aναγνώστου ιωάννηςstatsakiri
 
Χρηστοβασίλης Χρήστος
Χρηστοβασίλης ΧρήστοςΧρηστοβασίλης Χρήστος
Χρηστοβασίλης Χρήστοςstatsakiri
 
Mπουρατζή ΄Aννα
Mπουρατζή ΄AνναMπουρατζή ΄Aννα
Mπουρατζή ΄Aνναstatsakiri
 
Nικολαϊδης Kώστας
Nικολαϊδης KώσταςNικολαϊδης Kώστας
Nικολαϊδης Kώσταςstatsakiri
 
Kακαϊδής Nίκος
Kακαϊδής NίκοςKακαϊδής Nίκος
Kακαϊδής Nίκοςstatsakiri
 
Τάσσης Περικλής
Τάσσης ΠερικλήςΤάσσης Περικλής
Τάσσης Περικλήςstatsakiri
 
Παπαγγέλης Αναστάσιος
Παπαγγέλης ΑναστάσιοςΠαπαγγέλης Αναστάσιος
Παπαγγέλης Αναστάσιοςstatsakiri
 
Ντούλιας Κώστας
Ντούλιας ΚώσταςΝτούλιας Κώστας
Ντούλιας Κώσταςstatsakiri
 
Μπέτης Στέφανος
Μπέτης ΣτέφανοςΜπέτης Στέφανος
Μπέτης Στέφανοςstatsakiri
 
Θεμελής Σπύρος
Θεμελής ΣπύροςΘεμελής Σπύρος
Θεμελής Σπύροςstatsakiri
 
Zαφείρης Πέτρος
Zαφείρης ΠέτροςZαφείρης Πέτρος
Zαφείρης Πέτροςstatsakiri
 
Ζιτσαία Χρυσάνθη
Ζιτσαία ΧρυσάνθηΖιτσαία Χρυσάνθη
Ζιτσαία Χρυσάνθηstatsakiri
 
Δρόσου Μάλλιου Αθηνά
Δρόσου Μάλλιου ΑθηνάΔρόσου Μάλλιου Αθηνά
Δρόσου Μάλλιου Αθηνάstatsakiri
 
μήτσης δημήτρης
μήτσης δημήτρηςμήτσης δημήτρης
μήτσης δημήτρηςstatsakiri
 
Γκουρογιάννης Βασιλης
Γκουρογιάννης ΒασιληςΓκουρογιάννης Βασιλης
Γκουρογιάννης Βασιληςstatsakiri
 

More from statsakiri (20)

παράδοση και μοντερνισμός ενδεικτικές σημειώσεις
παράδοση και μοντερνισμός ενδεικτικές σημειώσειςπαράδοση και μοντερνισμός ενδεικτικές σημειώσεις
παράδοση και μοντερνισμός ενδεικτικές σημειώσεις
 
συνέντευξη ελένης πίσπα
συνέντευξη ελένης πίσπασυνέντευξη ελένης πίσπα
συνέντευξη ελένης πίσπα
 
συνέντευξη της αναστασίας ράγγου
συνέντευξη της αναστασίας ράγγουσυνέντευξη της αναστασίας ράγγου
συνέντευξη της αναστασίας ράγγου
 
επί ασπαλάθων σεφέρης
επί ασπαλάθων σεφέρηςεπί ασπαλάθων σεφέρης
επί ασπαλάθων σεφέρης
 
στέφανος κωλέττας
στέφανος κωλέτταςστέφανος κωλέττας
στέφανος κωλέττας
 
Aναγνώστου ιωάννης
Aναγνώστου ιωάννηςAναγνώστου ιωάννης
Aναγνώστου ιωάννης
 
Χρηστοβασίλης Χρήστος
Χρηστοβασίλης ΧρήστοςΧρηστοβασίλης Χρήστος
Χρηστοβασίλης Χρήστος
 
Mπουρατζή ΄Aννα
Mπουρατζή ΄AνναMπουρατζή ΄Aννα
Mπουρατζή ΄Aννα
 
Nικολαϊδης Kώστας
Nικολαϊδης KώσταςNικολαϊδης Kώστας
Nικολαϊδης Kώστας
 
Kακαϊδής Nίκος
Kακαϊδής NίκοςKακαϊδής Nίκος
Kακαϊδής Nίκος
 
Τάσσης Περικλής
Τάσσης ΠερικλήςΤάσσης Περικλής
Τάσσης Περικλής
 
Παπαγγέλης Αναστάσιος
Παπαγγέλης ΑναστάσιοςΠαπαγγέλης Αναστάσιος
Παπαγγέλης Αναστάσιος
 
Ντούλιας Κώστας
Ντούλιας ΚώσταςΝτούλιας Κώστας
Ντούλιας Κώστας
 
Μπέτης Στέφανος
Μπέτης ΣτέφανοςΜπέτης Στέφανος
Μπέτης Στέφανος
 
Θεμελής Σπύρος
Θεμελής ΣπύροςΘεμελής Σπύρος
Θεμελής Σπύρος
 
Zαφείρης Πέτρος
Zαφείρης ΠέτροςZαφείρης Πέτρος
Zαφείρης Πέτρος
 
Ζιτσαία Χρυσάνθη
Ζιτσαία ΧρυσάνθηΖιτσαία Χρυσάνθη
Ζιτσαία Χρυσάνθη
 
Δρόσου Μάλλιου Αθηνά
Δρόσου Μάλλιου ΑθηνάΔρόσου Μάλλιου Αθηνά
Δρόσου Μάλλιου Αθηνά
 
μήτσης δημήτρης
μήτσης δημήτρηςμήτσης δημήτρης
μήτσης δημήτρης
 
Γκουρογιάννης Βασιλης
Γκουρογιάννης ΒασιληςΓκουρογιάννης Βασιλης
Γκουρογιάννης Βασιλης
 

ολοκληρωμένη εργασία

  • 1. ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Β’ ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΛΕΟΥΣΑΣ “ΟΜΙΛΕΙΤΕ ΕΛΛΗΝΙΚΑ. ΓΡΑΦΕΤΕ ΟΜΩΣ;”
  • 2. ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ........................................................................................................................................1 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ.................................................................................................................................................4 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ........................................................................................................................................4 Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ.......................................................................................................4 ΦΑΣΕΙΣ ΕΞΕΛΙΞΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ................................................................................................4 1. Πρωτοελληνική ή προϊστορική κοινή ή προδιαλεκτική. (περ. 3000 π.Χ.).............................................4 2. Μυκηναϊκή (περ. 1600–1200 π.Χ.).......................................................................................................5 3.Κλασική ελληνική (περ. 800–300 π.Χ.)................................................................................................11 4. Ελληνιστική κοινή (από περ. 300 π.Χ. ώς 300 μ.Χ. ή 600 μ.Χ.)............................................................13 5. Μεσαιωνική ελληνική (περ. 700-1700)..............................................................................................14 6. Νέα ελληνική από το 1700..................................................................................................................16 Υπάρχουν πολλές παραδοσιακές ελληνόγλωσσες κοινότητες στις γειτονικές χώρες Αλβανία, Βουλγαρία και Τουρκία, στις χώρες της Μαύρης Θάλασσας (Ουκρανία, Ρωσσία, Γεωργία, Αρμενία, καθώς και σε χώρες της Μεσογείου, Ιταλία, Αίγυπτο. Η γλώσσα ομιλείται επίσης από κοινότητες του απόδημου Ελληνισμού σε πολλές χώρες της Δυτικής Ευρώπης, της Βορείου Αμερικής, και στην Αυστραλία, τη Βραζιλία, την Αργεντινή και πολλές άλλες. ...............................................................................................16 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ...................................................................................................................................17 ΟΙ ΔΙΑΛΕΚΤΟΙ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ.........................................................................................17 ΑΡΧΑΙΕΣ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΔΙΑΛΕΚΤΟΙ............................................................................................................18 ΔΙΑΛΕΚΤΟΙ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ..............................................................................................19 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ............................................................................................................................................24 ΤΟ ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ...............................................................................................................................24 ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ................................................................................................................................24 Αρχαιότητα.............................................................................................................................................24 Τουρκοκρατία.........................................................................................................................................24 Ανεξάρτητο ελληνικό κράτος..................................................................................................................24 20ος αιώνας............................................................................................................................................26 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ.......................................................................................................................................33 ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΑΝΤΙΔΑΝΕΙΑ............................................................................................................................33 2
  • 3. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ...................................................................................................................................37 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΑ.........................................................................................................37 ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ.............................................................................................................................................42 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ......................................................................................................................................42 ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΛΑΤΙΝΟΓΡΑΜΜΑΤΗΣ ΓΡΑΦΗΣ (Greeklish).........................................................................42 Όλγα Τάντου , Greeklish: Μόδα ή κίνδυνος για την ελληνική γλώσσσα http://www.epikaira.gr/epikairo.php?id=22525&category............................................................................47 Τα γκρίκλις φταίνε (και) για την Άλωση! sarant , 8 Σεπτεμβρίου, 2009....................................................51 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ...................................................................................................................................55 ΕΡΕΥΝΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΣΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΠΟΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ greeklish ....................................................................................................................................................................55 2. ΜΕΘΟΔΟΣ...........................................................................................................................................55 3. ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ............................................................................................................55 4. ΣΥΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΑΣ.....................................................................................................................65 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ............................................................................................................................................66 ΙΣΤΟΤΟΠΟΙ..............................................................................................................................................66 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι ............................................................................................................................................68 Ερωτηματολόγιο για την χρήση των Greeklish, που απευθύνεται σε εκπαιδευτικούς, γονείς.............68 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ............................................................................................................................................71 Ερωτηματολόγιο που απευθύνεται σε μαθητές , για την εργασία μας «Ομιλείτε Ελληνικά. Γράφετε όμως;»....................................................................................................................................................71 3
  • 4. ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΦΑΣΕΙΣ ΕΞΕΛΙΞΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ 1. Πρωτοελληνική ή προϊστορική κοινή ή προδιαλεκτική. (περ. 3000 π.Χ.) Τοποθετείται πριν το 1600 π.Χ., οι όποιες γνώσεις μας για την ελληνική γλώσσα βασίζονται σε τεχνικές επανασύνθεσης που προκύπτουν από τη συγκριτική γλωσσολογία. Η πρωτοελληνική είχε 7 πτώσεις (ονομαστική, γενική, δοτική, αιτιατική, αφαιρετική, τοπική, κλητική). Επίσης είχε διατηρήσει σε πολύ μεγάλο βαθμό τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά της Ινδοευρωπαϊκής μητέρας- γλώσσας. Είχε τρεις φωνές (ενεργητική, παθητική, μέση) και τρεις αριθμούς (ενικός, δυϊκός, 4
  • 5. πληθυντικός). Σημαντικό χαρακτηριστικό της (που διατηρήθηκε σχεδόν μέχρι τα πρώτα μεταχριστιανικά χρόνια) ήταν ο μουσικός τόνος. Ο τόνος στα αρχαία ελληνικά δεν αντιστοιχούσε σε αύξηση της έντασης της φωνής αλλά σε αύξηση του τονικού ύψους. Εικόνα 1 Πρωτοελληνική γραφή 2. Μυκηναϊκή (περ. 1600–1200 π.Χ.) Αποτελεί την αρχαιότερη μορφή της Ελληνικής γλώσσας. Ονομάστηκε Μυκηναϊκή, επειδή δείγματά της ανακαλύφθηκαν πρώτα σε παλάτι στις Μυκήνες και συνδέθηκε με τον μυκηναϊκό πολιτισμό. Μιλιόταν στην ηπειρωτική Ελλάδα, στην Κρήτη και στην Κύπρο τον 16ο αιώνα πριν από την Δωρική εισβολή. Τα κείμενα που έχουν διασωθεί σε αυτή τη διάλεκτο είναι οι επιγραφές στη Γραμμική Β’ (Κρήτη -14ος αιώνας) και ορισμένοι στίχοι των ομηρικών επών. Οι περισσότερες επιγραφές βρέθηκαν σε πήλινα αγγεία στην Κνωσό και στην Πύλο. Η γραφή των πινακίδων παρέμενε επί μακρόν άγνωστη. Τη λύση έδωσε ο Άγγλος Μάικλ Βέντρις, ο οποίος το 1952 αποκρυπτογράφησε τη γραφή και απέδειξε ότι η γλώσσα των πινακίδων ήταν πρώιμης μορφής Ελληνική. Ο Ventris προέβει αρχικά σε μια λεπτομερή καταγραφή των σημείων, κατέστρωσε στατιστικούς πίνακες όπου σημειωνόταν η συχνότητα με την οποία εμφανίζονταν κάθε σημείο στην αρχή, στη μέση ή στο τέλος της λέξης. Επίσης, εξέτασε τη συχνότητα με την οποία επανέρχονταν ένα σημείο σε συνδυασμό με άλλα. Βοηθούμενος από τα ιδεογράμματα κατέταξε τα σημεία σε διάφορες ομάδες και ανάλογα με τις παραλλαγές που παρουσίαζαν διέκρινε ότι υπάρχουν γένη, πτώσεις και αριθμοί. Τέλος, σχημάτισε μια «εσχάρα» όπου τα συλλαβογράμματα που αντιπροσώπευαν συλλαβές με ένα φωνήεν ή με ένα σύμφωνο και ένα φωνήεν είχαν τοποθετηθεί σε στήλες κάθετες, όσες είχαν το ίδιο φωνήεν, και σε στήλες οριζόντιες όσα συλλαβογράμματα είχαν το ίδιο σύμφωνο και διαφορετικό φωνήεν. Με τον τρόπο αυτό αποδόθηκε φωνητική αξία σε ορισμένα σημεία, τα οποία οδήγησαν στην αναγνώριση και άλλων συλλαβών, δημιουργώντας μια αλυσιδωτή συνέχεια ώστε να καταστεί τελικά δυνατή η αναγνώριση του κειμένου. Τα κείμενα των πινακίδων είναι ως επί το πλείστον κατάλογοι και αρχεία απογραφής. Δεν έχουν διατηρηθεί αφηγηματικά κείμενα ούτε, ποιητικά ή μυθικά κείμενα. Η Μυκηναϊκή διέθετε επτά πτώσεις ονομαστική,γενική, δοτική, αιτιατική, οργανική, τοπική και κλητική και συμπεριελάμβανε και ένα φθόγγο ο οποίος συμβολίζονταν με «q» σε λέξεις όπου θα αναμένονταν ένα Kw ή gw. Αξιοθαύμαστο εύρημα των πρώτων αυτών περιόδων της ελληνικής γλώσσας εκτός από το δίσκο της Φαιστού 5
  • 6. αποτελεί και ο Λίθος που βρέθηκε στα Μάλια της Κρήτης στο Μινωικό ανάκτορο.1 . Πάνω σ'αυτήν την πέτρα είναι γραμμένα τα 16 «ιερογλυφικά»της εικόνας. Τα ιδεογράμματα αυτά μπορούμε να διαβάσομε στην ελληνική, να ερμηνεύσομε την γραφική τους παράσταση και να τα διαβάσομε επίσης, με τις συλλαβικές αξίες των κρητικών ιερογλυφικών. Η πρώτη γράφει λόγια που μπορεί να δει γραμμένα και να ακούσει το κοινό, και η δεύτερη αναφέρεται στο πρακτικό τελετουργικό που απευθύνεται μάλλον στους ιερείς, οι οποίοι γνώριζαν την ιερογλυφική γραφή των μινωιτών, την οποία δεν γνώριζε το κοινό της εποχής εκείνης.2 H γραφή αυτή αποτελείται από ενενήντα περίπου συλλαβογράμματα και συμπληρώνεται από ένα απλό αριθμητικό σύστημα και εκατό περίπου σύμβολα, που χρησιμοποιούνται μαζί με αριθμητικά για να δηλώνουν τί είναι αυτό που μετράται. Πρέπει να έχουμε υπόψη ότι η γνώση μας για την αρχαϊκή αυτή μορφή της γλώσσας είναι πολύ ατελής για αυτό και αμφισβητείται ακόμη η ακριβής φωνητική αξία μερικών συμβόλων. Eπειδή οι φθόγγοι που χρησιμοποιούνται αυτή την περίοδο διαφέρουν από τους φθόγγους της αλφαβητικής περιόδου, είναι αδύνατο να τους αποδώσουμε επακριβώς με το ελληνικό αλφάβητο. Σήμερα επικρατεί διεθνώς η σύμβαση να μεταγράφονται τα σύμβολα με λατινικούς χαρακτήρες. 1 Οι γραφές στην πέτρα των Μαλίων και στο Δίσκο της Φαιστού μας δείχνουν το μεγαλείο της λατρείας του Ερμή Τρισμέγιστου, προστάτη κάθε 2 Η επιγραφή των 16 «ιερογλυφικών» διαβάζεται: Υ Ε Ι Ε Ρ Ο Ε Α Τ Ε Λ Α Ι Τ Ε Ο Ρ Ε Ι Υ Ε Ι - Ε Ρ Ο Ε Α - Τ Ε - Λ Α Ι - Τ Ε - Ο Ρ Ε Ι Η ερμηνεία που δίνομε στο Ελληνικό κείμενο της επιγραφής, δίχως να λάβομε υπ'οψη την μετρική απαγγελία είναι: ΑΣ ΒΡΕΞΕΙ - ΕΙΣ ΤΟΝ ΑΞΙΕΡΑΣΤΟΝ - ΕΙΣ ΤΟΝ ΚΕΡΔΩΟΝ - ΕΙΣ ΤΟΝ ΔΙΑΥΓΗ . Έχομε σπονδή στον Ερμή με τις τρεις ιδιότητες του, φαίνεται δε η ορθότητα της μετάφρασης και από τα 6
  • 7. Γραμμική Β’ γραφή Η Γραμμική Β’, που είναι μια εξέλιξη της Γραμμικής A’, χρησιμοποιήθηκε στη Μυκηναϊκή Περίοδο, από το 17ο ως τον 13ο αι. π.Χ., κυρίως για την τήρηση λογιστικών αρχείων στα ανάκτορα. ( Μερικά λογογράμματα. Από αριστερά προς δεξιά: Άνδρας, γυναίκα, τροχός, αμφορέας, κρασί, ελαιόλαδο.) Ανακαλύφθηκε στις αρχές του εικοστού αιώνα στην Κνωσό από τον Άρθουρ Έβανς, που την ονόμασε έτσι επειδή χρησιμοποιούσε γραμμικούς χαρακτήρες (και όχι εικονιστικούς, όπως η μινωική ιερογλυφική γραφή) χαραγμένους σε πήλινες πινακίδες. Συνολικά έχουν βρεθεί περί τα 5.000 κείμενα σε Γραμμική Β (κυρίως πινακίδες και δευτερευόντως αγγεία). Από αυτά γύρω στα 3.000 προέρχονται από την Κνωσό, γύρω στα 1.400 από την Πύλο, γύρω στα 300 από τη Θήβα, 90 από τις Μυκήνες ενώ μικρότερος αριθμός προέρχεται από τα Χανιά, τα Μάλια, την Τίρυνθα, την Ελευσίνα, τον Ορχομενό και αλλού. 7
  • 8. Τα κείμενα χαράζονταν επάνω σε πλάκες από άψητο πηλό με τη βοήθεια μιας γραφίδας που ήταν φτιαγμένη μάλλον από κόκαλο. Οι πινακίδες αυτές διακρίνονται ανάλογα με το σχήμα τους σε σελιδόσχημες και φυλλόσχημες. Το γεγονός ότι έχουν διασωθεί μέχρι σήμερα οφείλεται στο τυχαίο γεγονός ότι κατά την καταστροφή των ανακτόρων γύρω στο 1200 π.Χ. κάηκαν και μ' αυτόν τον τρόπο η μάζα τους στερεοποιήθηκε και έγινε πιο ανθεκτική στη φθορά. Οι πινακίδες βρίσκονται συχνά συγκεντρωμένες στους προθαλάμους των ανακτορικών αποθηκών.3 Ωστόσο βρέθηκαν και σε χώρους άσχετους με την επίσημη αρχειοθέτηση του κράτους, σε δωμάτια σπιτιών, αποδεικνύοντας ότι οι κάτοχοί τους ήταν εξοικειωμένοι με εμπορικές συναλλαγές για να τις χρησιμοποιούν, προφανώς ήταν ιδιωτικές οικίες εμπόρων. Οι πινακίδες δεν περιλαμβάνουν φιλολογικά κείμενα, αλλά καταλόγους ονομάτων και πραγμάτων. Η γλώσσα των μυκηναϊκών επιγραφών είναι κατά βάση η ελληνική γλώσσα της εποχής εκείνης. Πρόκειται για μια αρχαϊκή ελληνική που συγγενεύει με την αρκαδο-κυπριακή διάλεκτο των ιστορικών χρόνων, παρουσιάζει κοινά στοιχεία με την ιωνική-αιολική, ενώ δεν έχει καμία σχέση με τη δωρική διάλεκτο. Εκτός από τις πινακίδες η μυκηναϊκή γραφή συναντάται και στα ενεπίγραφα σφραγίσματα, και στoυς ενεπίγραφους αμφορείς. Οι επιγραφές επάνω στα αγγεία αυτά είχαν γραφτεί με χρώμα πριν από το ψήσιμο των αγγείων και λειτουργούσαν ως ετικέτες, όπου αναγραφόταν το περιεχόμενο των αγγείων ή ο τόπος προέλευσης των προϊόντων. Η Γραμμική Β’ γραφόταν όπως και η Γραμμική Α’ από τα αριστερά προς τα δεξιά. Συχνά διακρίνονταν και παράγραφοι που χωρίζονταν μεταξύ τους με κενές γραμμές. Η προσεκτικότερη μελέτη των πινακίδων έκανε δυνατή την αναγνώριση συγκεκριμένων γραφών . Η σημασία των μυκηναϊκών κειμένων είναι εξαιρετική, όχι μόνο για τη γλωσσολογία και τη φιλολογία, αλλά και για άλλες επιστήμες (θρησκειολογία, εθνολογία, ιστορία, νομική κτλ). Η σπουδαιότητα των μυκηναϊκών επιγραφών για την επιστήμη της φιλολογίας έγκειται στο ότι: 3 Στις Μυκήνες και στην Πύλο βρέθηκαν πήλινες πινακίδες σωριασμένες σε δωμάτια των ανακτόρων και άλλες μέσα σε πιθάρια τοποθετημένα σε ράφια. Στην Πύλο βρέθηκαν σε δωμάτιο πινακίδες με αναφορές σε στοιχεία απογραφής και στρατιωτικές στατιστικές. Συνάγεται λοιπόν ότι επρόκειτο για επίσημο κυβερνητικό αρχείο. 8
  • 9. τμήματα, δεδομένου ότι περιλαμβάνουν αρχαϊσμούς, οι οποίοι διαπιστώνονται πάλι με βάση τη μυκηναϊκή ελληνική. 3) Μετρικές ανωμαλίες του έπους, που ερμηνεύονταν ως εξαιρέσεις ή μετρικές ανάγκες εξαφανίζονται, αν ο παραδεδομένος στα κείμενα τύπος της ελληνικής αποκατασταθεί με κάποιον τύπο που μας παραδίδεται στις μυκηναϊκές επιγραφές. Μπορούμε επιπλέον να παρατηρήσουμε ότι γραμματικά η μυκηναϊκή διατηρεί τη γενική του ενικού σε ¨Cοiο και τον παλαιό τύπο τοπικής -ει ως δοτική. Και ακόμη, η Μυκηναϊκή διέθετε επτά διακριτές πτώσεις: ονομαστική, γενική, δοτική, οργανική, τοπική και κλιτική. Παραδείγματα: a-ko-so-ne = άξονες ti-ri-po = τρίπος wanaks = άναξ ‘άρχοντας’ marathuwon = µάραθον ‘µάραθο’ Με αυτούς τους κανόνες αντιλαμβανόμαστε ότι η μυκηναϊκή γραφή δεν αποτελεί μια αντιστοιχία με το ελληνικό αλφάβητο. Μέσω των κανόνων παράγουμε όλες τις δυνατές μορφές ελληνικής γραφής που προβολικά συμπίπτουν με τη μυκηναϊκή γραφή της λέξης. Με άλλα λόγια η συνάρτηση της παραγωγής είναι πολύμορφη. Επαναλαμβάνουμε αυτό το σχήμα με κάθε λέξη της πινακίδας. Στο τέλος έχουμε μια συλλογή από πιθανά κείμενα. Εξετάζουμε αν συμπίπτουν με τα ιδεογράμματα, όταν αυτά υπάρχουν, και μετά κάνουμε τη σημασιολογική ανάλυση όταν αυτή είναι εφικτή. Ως αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας, έχουμε πιθανές εκδοχές του κειμένου. Με άλλα λόγια, η ανάγνωση της μυκηναϊκής δεν είναι απαραίτητα μοναδική, όχι μόνο ως προς τη λέξη μα και ως προς την πρόταση. Μετρικά συστήματα Στη Γραμμική Β’ γραφή τα μέτρα και τα σταθμά δηλώνονταν με ιδιαίτερα σημεία. Δε γνωρίζουμε ποια ήταν τα ονόματα των μονάδων στη μυκηναϊκή γλώσσα, γνωρίζουμε όμως ότι υπήρχαν αριθμοί που ακολουθούσαν το δεκαδικό σύστημα και μονάδες μέτρησης του βάρους και της χωρητικότητας. Τα σημεία των μονάδων ήταν μερικές φορές ίδια μ' αυτά της μινωικής γραφής, πράγμα που σημαίνει ότι οι Μυκηναίοι χρησιμοποίησαν τις μινωικές μετρικές μονάδες. Τα στοιχεία για τις μονάδες μέτρησης που προκύπτουν από τα μυκηναϊκά κείμενα συμπληρώνονται και από ορισμένα αρχαιολογικά ευρήματα, όπως τα σταθμά και τα τάλαντα, αντικείμενα με σταθερό βάρος που χρησίμευαν στις εμπορικές συναλλαγές. 9
  • 10. Μέτρηση χωρητικότητας Η μυκηναϊκή γραφή προέβλεπε ειδικές μονάδες μέτρησης για τα υγρά και τα στερεά προϊόντα αλλά και για τα μη συμπαγή είδη, δηλαδή τα προϊόντα υπό μορφή κόκκων, όπως τα σιτηρά και τα μπαχαρικά. Στα είδη αυτά δεν μετριόταν το βάρος, το οποίο ήταν μεταβλητό ανάλογα με την κατάσταση και την ποιότητα του προϊόντος αλλά ο όγκος Η βασική μονάδα χωρητικότητας των στερεών συμβολιζόταν με το σχήμα μιας κούπας. Δεν είναι γνωστά, ίσως επειδή ήταν φτιαγμένα από φθαρτά υλικά. Ένας συγκεκριμένος τύπος αγγείου που βρέθηκε στη Θήρα ίσως εξυπηρετούσε αυτόν το σκοπό, όμως τα θηραϊκά ευρήματα ήταν γενικά περισσότερο προσαρμοσμένα στα μινωικά πρότυπα και έτσι δεν είναι πολύ κατάλληλα να μας διαφωτίσουν για τα συστήματα μέτρησης των Μυκηναίων. Τα αγγεία που θεωρούνται ως τα κατεξοχήν δοχεία μεταφοράς των Μυκηναίων ήταν οι ψευδόστομοι αμφορείς. Με την παρακμή του μυκηναϊκού πολιτισμού λησμονήθηκε και η τέχνη της γραφής. Κατά τους σκοτεινούς αιώνες (1200-750π.Χ.) μόνο στην περιφέρεια του ελληνικού κόσμου χρησιμοποιούσαν κάποια ατελή συστήματα γραφής, όπως το κυπριακό συλλαβάριο. 10
  • 11. Αναγράφεται το όνομα του εμπόρου ή κατόχου του αγγείου (σώζεται αποσπασματικά, ]la-si), το πατρώνυμο (συντομογραφικά, Te-mi, Θεμι-) και ο τόπος προέλευσης (Se, Σε, πιθανότατα Σε(λαμίς)/Σε(λαμίνιος) 'Σαλαμίς'/Σαλαμίνιος'). Τη νέα, αλφαβητική, όμως, γραφή εισήγαγαν έμποροι (Κρήτες, Ρόδιοι, Κύπριοι, Μιλήσιοι) πιθανότατα από τη Φοινίκη. Την καταγωγή του ελληνικού από το φοινικικό αλφάβητο μαρτυρούν οι ονομασίες (άλεφ > άλφα, κτλ.), η μορφή, η φωνητική αξία και η σειρά εμφανίσεως των γραμμάτων. Το φοινικικό αλφάβητο είναι συμφωνογραφικό αλφάβητο με 22 γράμματα, ενώ το παλαιότερο γραπτό δείγμα που έχει βρεθεί είναι μια επιγραφή στην σαρκοφάγο του βασιλιά Αχιράμ της Βύβλου στον σημερινό Λίβανο το 1000 π.Χ.. Σ'αυτό βασίστηκε και το Αραμαϊκό, Εβραϊκό και το Ελληνικό αλφάβητο. Στο Αραμαϊκό αλφάβητο βασίστηκαν με την σειρά τους και τα αλφάβητα της Ινδικής οικογένειας, και το Αραβικό αλφάβητο. Aπό το Ελληνικό αλφάβητο προέρχονται το Λατινικό και το Κυριλλικό αλφάβητο. Οι Έλληνες το υιοθέτησαν γύρω στο 10ο π.Χ. αι. 3. Κλασική ελληνική (περ. 800–300 π.Χ.) Στην κλασική ελληνική, αρχαιότερα κείμενα της οποίας είναι τα Ομηρικά έπη και αρχαιότερο τεκμήριο η επιγραφή του Διπύλου, το βασικότερο χαρακτηριστικό είναι η υψηλή διαλεκτική διαφοροποίηση, η οποία οφείλεται πιθανότατα στην πολυδιάσπαση του ελληνόφωνου κόσμου σε διάφορα κρατίδια. Ως προς το αν οι βασικές διάλεκτοι της κλασικής εποχής (ιωνική, αιολική, δωρική κ.λπ.) δημιουργήθηκαν στην Ελλάδα λόγω της πολιτικής πολυδιάσπασης των Ελλήνων ή «ήρθαν» μαζί με τα αντίστοιχα φύλα κατά την εποχή του Χαλκού, οι γνώμες διίστανται. Φαίνεται πως δεν αποκλείεται να συνέβησαν και τα δύο. Πάντως οι διάλεκτοι της κλασικής εποχής διέφεραν αρκετά μεταξύ τους και δεν θα ήταν υπερβολή να υποστηριχθεί ότι οι ομιλητές τους βρίσκονταν πολλές φορές στα ακραία όρια της αλληλοκατανόησης. 11
  • 12. Μία από τις σημαντικότερες διαλέκτους της κλασικής εποχής ήταν η αττική διάλεκτος, που χρησιμοποιούνταν κυρίως στην Αθήνα αλλά και ως γλώσσα των φιλοσόφων και των επιστημόνων. Η αττική διάλεκτος προέρχεται από την ιωνική (τη βασική διάλεκτο των Ομηρικών επών) με αρκετές δωρικές επιδράσεις. Υιοθετήθηκε ως επίσημη γλώσσα όλης της Ελλάδας από τον Φίλιππο τον Μακεδόνα και ως επίσημη γλώσσα ολόκληρου του ελληνιστικού κόσμου από τον γιο του Αλέξανδρο. Από αυτήν προέρχονται απ' ευθείας σχεδόν όλες οι μεταγενέστερες ελληνικές διάλεκτοι. Η προφορά τής κλασικής Αρχαίας Ελληνικής γλώσσας τού 5ου και 4ου π.Χ. αι. διέφερε αξιοσημείωτα από τη σημερινή προφορά τής Νέας Ελληνικής καθώς και από την προφορά τής ελληνιστικής και μεσαιωνικής Ελληνικής. Άρχισε να μελετάται κατά τα τέλη του 15ου αι. από λογίους της Αναγέννησης. Αυτοί, αλλά και μεταγενέστεροι ερευνητές, βρήκαν στοιχεία που έδειχναν ότι η αρχαία ελληνική προφορά διέφερε ουσιωδώς από την υστεροβυζαντινή / νεοελληνική. Ο ρόλος του Ολλανδού λογίου Εράσμου, ο οποίος πρότεινε έναν τύπο προφοράς της Αρχαίας Ελληνικής που έγινε ευρύτερα γνωστός στην Ευρώπη ως ερασμική ή ερασμιακή προφορά, υπήρξε καθοριστικός, ώστε να επικρατήσει βαθμηδόν η επανασυντεθειμένη αρχαία προφορά, η οποία διδάσκεται μετά τον 16ο αιώνα στα πανεπιστήμια σε όλο τον κόσμο. Οι ιστορικοσυγκριτικές μελέτες τής σύγχρονης γλωσσολογίας επιβεβαίωσαν όσα ο Έρασμος και άλλοι είχαν από τον 16ο αιώνα τονίσει. Έχοντας τώρα πληρέστερη εικόνα τής δομής τής γλώσσας και ευρύτερη εποπτεία των λογοτεχνικών και μη πηγών, μπορούμε να αποκαταστήσουμε σε αρκετά ικανοποιητικό βαθμό την προφορά τής κλασικής Αρχαίας Ελληνικής. Για τον σκοπό αυτόν, η γλωσσολογία αντλεί τεκμήρια από τη φωνολογική δομή τής Αρχαίας Ελληνικής, από γραφές σε αρχαϊκά ελληνικά αλφάβητα, από τις νεοελληνικές διαλέκτους, από μαρτυρίες των αρχαίων γραμματικών και σχολιαστών, από αντίστοιχες λέξεις-δάνεια άλλων γλωσσών, καθώς και από τη μετρική των κειμένων. Σε αυτή την εποχή ανήκουν Ομηρικά έπη (αρχαιότερα κείμενα ), τα έργα των Αισχύλου, Σοφοκλή, Ευριπίδη, Αριστοφάνη, του φιλοσόφου Πλάτωνα και του μαθητή του Αριστοτέλη, του Θουκυδίδη (θεμέλια της επιστημονικής ιστορικής συγγραφής) και Ξενοφώντα (ιστοριογραφία). Επίσης αυτή την εποχή έχουμε ανάπτυξη του ρητορικού λόγου με έργα των Αντιφώντα , Δημοσθένη, Λυσία, Ισοκράτη . 12
  • 13. 4. Ελληνιστική κοινή (από περ. 300 π.Χ. ώς 300 μ.Χ. ή 600 μ.Χ.) Είναι η λαϊκή μορφή της αρχαίας ελληνικής γλώσσας που εμφανίστηκε στη μετακλασσική αρχαιότητα (περ. 300 π. Χ. -300 μ. Χ.) και αποτελεί την τρίτη περίοδο στην ιστορία της ελληνικής γλώσσας. Άλλες ονομασίες της είναι Αλεξανδρινή, Ελληνιστική, Κοινή ή Ελληνική της Καινής Διαθήκης. Ελληνιστική επιγραφή από το Δίον, η οποία περιέχει το κείμενο της συνθήκης μεταξύ του Φιλίππου Ε' και των Λυσιμαχέων. 202-201 π.Χ Η Κοινή είναι σημαντική όχι μόνο για τους Έλληνες, καθώς αποτέλεσε την πρώτη τους κοινή διάλεκτο και προπομπό της δημοτικής, αλλά και για τον Δυτικό πολιτισμό, για τον οποίο αποτέλεσε την lingua franca στην περιοχή της Μεσογείου. Η Κοινή ήταν η γλώσσα στην οποία γράφτηκαν τα Ευαγγέλια καθώς και η γλώσσα που χρησιμοποιήθηκε για την διδασκαλία και εξάπλωση του Χριστιανισμού.. Ηταν επίσης ανεπίσημα πρώτη ή δεύτερη γλώσσα στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και ενώ στη Δύση σταδιακά εκτοπίστηκε από τα μεσαιωνικά λατινικά, στην Ανατολή παρέμεινε για αιώνες η καθομιλουμένη. Για την προέλευση της Κοινής Ελληνικής οι μελετητές διαφωνούν. Άλλοι πιστεύουν ότι πράγματι προερχόταν από τον συγκερασμό των τεσσάρων βασικών διαλέκτων της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, άλλοι ότι αποτελεί ουσιαστικά μια μετεξέλιξη της Ιωνικής ή της Αττικής διαλέκτου. 13
  • 14. Οι βασικότερες πηγές από όπου αντλούμε πληροφορίες για την ελληνιστική κοινή είναι οι επιγραφές, οι πάπυροι και τα κείμενα της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης. Η περίοδος της ελληνιστικής κοινής είναι ιδιαίτερα σημαντική για την εξέλιξη της ελληνικής γλώσσας, καθώς σε όλα τα γλωσσικά επίπεδα διαμορφώθηκαν οι δομές εκείνες που θα επηρεάσουν καθοριστικά τη μεταγενέστερη νέα ελληνική. 5. Μεσαιωνική ελληνική (περ. 700-1700) Η ελληνιστική κοινή εξελίχθηκε στη μεσαιωνική ελληνική και αυτό φαίνεται κυρίως από δημοτικά τραγούδια. Τελευταία φωνολογική μεταβολή κατά το 10ο αιώνα ήταν ο ιωτακισμός και του «οι» και του «υ» που ως τότε προφερόταν ως [y], δηλαδή σαν το γαλλικό «u». Μεσαιωνική ελληνική γλώσσα: Στην εικόνα αυτή, η λέξη «Ευδοκία» είναι γραμμένη με «Η» 14
  • 15. Οι τελευταίοι αιώνες του Μεσαίωνα παρουσιάζουν διπλό ενδιαφέρον για την ιστορία της ελληνικής γλώσσας. Μια σειρά ιστορικών γεγονότων φέρνουν τον ελληνισμό σε επαφή αφενός με τις γλώσσες και τους πολιτισμούς της δυτικής Ευρώπης και αφετέρου με τον τουρκικό κόσμο.Τα πρώτα λογοτεχνικά έργα σε δημώδη γλώσσα, που εμφανίζονται κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, προσφέρουν πολύτιμη μαρτυρία όχι μόνο για την εξέλιξη που γνώρισε η ελληνική κατά τον 12ο-15ο αιώνα αλλά και για τους μετασχηματισμούς που ανάγονται σε προηγούμενες περιόδους. Η προέλαση των Τούρκων στη Μικρά Ασία, από τα τέλη του 11ου αιώνα, μειώνει προοδευτικά την επικράτεια της βυζαντινής αυτοκρατορίας σε έναν όλο και πιο περιορισμένο χώρο. Με την Άλωση της Πόλης το 1453, όλο και πιο πολυάριθμοι ελληνόφωνοι πληθυσμοί βρέθηκαν σε επαφή με τουρκόφωνους πληθυσμούς. Συνέπεια υπήρξε η εισροή τουρκικών λέξεων στην καθομιλούμενη κοινή ελληνική. Από την άλλη πλευρά, από τα τέλη του 11ου αιώνα, το πέρασμα των Σταυροφόρων από τη βυζαντινή αυτοκρατορία, είχε ως συνέπεια τη διείσδυση στη δημώδη γλώσσα πολυάριθμων νεολατινικών λέξεων. Η μεσαιωνική ελληνική προκύπτει ως αποτέλεσμα της αναγέννησης των γραμμάτων κατά τον 9ο και 10ο αιώνα μέσω της ιστοριογραφίας και της διαμόρφωσης της λαϊκής λογοτεχνίας κατά τον 11ο και 12ο αιώνα, η οποία αποτελείται από την αποκαλούμενη ακριτική ποίηση και τα προδρομικά ποιήματα του Πτωχοπρόδρομου4 . Μικρογραφία από τη χρονογραφία του Ιω. Σκυλίτζη με παράσταση σκηνής από τους αγώνες των Βυζαντινών (Ιστορία του Ελληνικού Έθνους) 4 Τα πιο αξιόλογα από τα δημώδη κείμενα του 12ου αι. είναι τα Προδρομικά ή Πτωχοδρομικά ποιήματα. Πρόκειται για τέσσερα στιχουργήματα, όπου διεκτραγωδούνται τα βάσανα του μοναχού, του πολύτεκνου οικογενειάρχη, του φτωχού συζύγου που παντρεύτηκε αρχοντομαθημένη γυναίκα και του φτωχού λογίου. Χαρακτηριστική είναι η επιμονή στην απαρίθμηση των αγαθών της ζωής. Ως συγγραφέας τους παρουσιάζεται ο Πτωχοπρόδρομος, που σε κάθε στιχούργημα απευθύνεται, με διαφορετική ιδιότητα, στον αυτοκράτορα ή άλλα μέλη της αυτοκρατορικής οικογένειας των Κομνηνών, για να ζητήσει βοήθεια. Παλαιότερα ταυτιζόταν με το Θεόδωρο Πρόδρομο, γνωστό λόγιο, προστατευόμενο των Κομνηνών. Σήμερα πιστεύουμε ότι τα στιχουργήματα αυτά είναι σάτιρες που γράφτηκαν από ανώνυμο ή ανώνυμους στιχουργούς. 15
  • 16. 6. Νέα ελληνική από το 1700 Τα όρια μεταξύ νέας ελληνικής και μεσαιωνικής ελληνικής δεν είναι ιδιαίτερα σαφή, πάντως τοποθετούνται χονδρικά κάπου στα τελευταία χρόνια του Βυζαντίου. Κατά την περίοδο αυτή είχαμε μια έντονη διαλεκτική διαφοροποίηση η οποία συνεχιζόταν μέχρι πριν μερικές δεκαετίες. Η Γραμματική του Μανόλη Τριανταφυλλίδη ενώ περιγράφει την κοινή νέα ελληνική είναι παράλληλα ρυθμιστική για τη σημερινή χρήση της γλώσσας στο σχολείο και αλλού. Η Νέα Ελληνική ή Νεοελληνική γλώσσα γνωστή και ως Ρωμαίικα, αναφέρεται στις διάφορες γλωσσικές ποικιλίες που ομιλούνται στην σύγχρονη εποχή. H Νεοελληνική άρχισε να παίρνει τη σημερινή της μορφή στα τέλη του 17ου αιώνα. Σήμερα, η Κοινή Νέα Ελληνική ομιλείται από περίπου 12-15 εκατομμύρια ανθρώπους, κυρίως στην Ελλάδα και την Κύπρο, και ως γλώσσα μειονότητας σε πολλές άλλες χώρες.5 H νέα ελληνική γλώσσα δεν εξαντλείται βέβαια στην κοινή μορφή της. Περιλαμβάνει και τις διαλέκτους της. Ωστόσο, οι διάλεκτοι βρίσκονται σε πορεία εξαφάνισης κάτω από την επίδραση της κοινής. Εξαίρεση αποτελεί η ελληνοκυπριακή διάλεκτος, η οποία διατηρεί ακόμα τους ομιλητές της τόσο στην Κυπριακή Δημοκρατία όσο και στη σημαντική ελληνοκυπριακή διασπορά της Μ. Βρετανίας. 5 Υπάρχουν πολλές παραδοσιακές ελληνόγλωσσες κοινότητες στις γειτονικές χώρες Αλβανία, Βουλγαρία και Τουρκία, στις χώρες της Μαύρης Θάλασσας (Ουκρανία, Ρωσσία, Γεωργία, Αρμενία, καθώς και σε χώρες της Μεσογείου, Ιταλία, Αίγυπτο. Η γλώσσα ομιλείται επίσης από κοινότητες του απόδημου Ελληνισμού σε πολλές χώρες της Δυτικής Ευρώπης, της Βορείου Αμερικής, και στην Αυστραλία, τη Βραζιλία, την Αργεντινή και πολλές άλλες. 16
  • 17. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΟΙ ΔΙΑΛΕΚΤΟΙ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ Διάλεκτος είναι όρος που χρησιμοποιείται για να δηλώσει είτε ένα τοπικό γλωσσικό ιδίωμα σε αντιδιαστολή προς μια εθνική γλώσσα είτε μία ομάδα τοπικών ιδιωμάτων, τα οποία, πέρα από παραλλαγές, σημαντικές σε ορισμένες περιπτώσεις, περιέχουν κοινά φωνητικά, λεξιλογικά ή μορφολογικά-συντακτικά χαρακτηριστικά. Μπορεί ακόμα να υποδηλώνει γενικότερα ένα μέλος μιας γλωσσικής οικογένειας, που προέρχεται από τη διάσπαση μιας γλώσσας η οποία αρχικά ήταν περισσότερο ή λιγότερο ομοιογενής Οι διάλεκτοι είναι μια ποικιλία της γλώσσας. που μελετώνται από τον γλωσσολογικό κλάδο της κοινωνιογλωσσολογίας και ειδικότερα από τη διαλεκτολογία. Αποτελούν όμως αντικείμενο και της ιστορικής γλωσσολογίας. Γλώσσες και όχι διάλεκτοι αποκαλούνται οι γλωσσικές ποικιλίες που για πολιτικούς λόγους έχουν το στάτους μια επίσημης ή εθνικής γλώσσας. Από τη σκοπιά τη γραμματικής δομής πριν αρχίσουν να αναδεικνύονται σε εθνική ή επίσημη γλώσσα, από τη σκοπιά του λεξιλογίου δεν υπάρχει κάποια διαφορά ανάμεσα στις γλώσσες και τις διαλέκτους. Παρόλα αυτά οι διάλεκτοι θεωρούνται λιγότερο ποιοτικές, λιγότερο ακριβείς και ασκείται πίεση, ιδίως στο σχολείο, για την εγκατάλειψή τους. Πριν επιβληθεί η κοινή ως νόρμα και ως καθημερινό όργανο, η πλειοψηφία των Ελλήνων χρειάστηκε να χρησιμοποιήσει, για ένα διάστημα μεγαλύτερο ή μικρότερο ανάλογα με τον τόπο, συγχρόνως δύο ή τρεις διαφορετικούς κώδικες Παρόλο που μιλούσαν διαφορετικές διαλέκτους, δεν αισθάνονταν λιγότερο ελληνόφωνοι. Οι αρχαίες διάλεκτοι δεν διασώθηκαν ως οργανωμένα γλωσσικά συστήματα, ορισμένα χαρακτηριστικά μπόρεσαν να επιζήσουν στη διάρκεια των ιστορικών ανακατατάξεων σε μια δεδομένη γεωγραφική περιοχή και μάλιστα να εξαπλωθούν και να βρουν σήμερα την πλήρη έκφρασή τους. Η ύπαρξη άμεσης συνέχειας ανάμεσα στις αρχαίες και τις σύγχρονες διαλέκτους είναι σε γενικές γραμμές απίθανη και μη αποδείξιμη. 17
  • 18. ΑΡΧΑΙΕΣ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΔΙΑΛΕΚΤΟΙ Στην Ελλάδα κατά τη διδασκαλία τής ανάγνωσης των κλασικών κειμένων, υπήρχαν οι παρακάτω διάλεκτοι οι οποίοι διέφεραν αρκετά μεταξύ τους. Οι διάλεκτοι αυτοί διατηρηθήκαν μέχρι την ελληνιστική εποχή. • Ιωνική Ομιλούνταν κυρίως στον Ωρωπό, την Εύβοια, τις Κυκλάδες , στη Χίο, τη Σάμο και στα παράλια της Mικράς Ασίας στην Ιωνία. Είναι βασική γλώσσα της επικής ποίησης και του επιγράμματος. Χρησιμοποιήθηκε από λυρικούς ποιητές, όπως ο Τυρταίος, ο Αρχίλοχος. Οι Ίωνες ήταν φυλή ανήσυχη, ευκίνητη και καινοτόμος. Κατά συνέπεια και η διάλεκτος ήταν λιγότερο συντηρητική: αποσιώπηση του δίγαμμα (F), κατάργηση του δασέος πνεύματος και του δυϊκού αριθμού. • Αττική Ομιλούνταν κυρίως στην Αθήνα αλλά και γενικότερα στην Αττική. Έχει ως προέλευση της την ιωνική διάλεκτο αλλά περιέχει και αρκετές επιδράσεις από την δωρική . Είναι μια από τις πιο γνωστές αν όχι η πιο γνωστή από τις αρχαίες ελληνικές διαλέκτους καθώς από αυτήν προέρχονται οι περισσότερες μεταγενέστερες ελληνικές διάλεκτοι . Διδάσκεται στα σχολεία στο μάθημα των αρχαίων ελληνικών. Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της Αττικής είναι τα συμπλέγματα ττ αντί του σσ (θάλαττα, θάλαττα!) και ρρ αντί ρσ (άρρην αντί άρσην). • Αιολική Ομιλούνταν κυρίως στις περιοχές της Θεσσαλίας, στη Βοιωτία, στη Λέσβο και στη μικρασιατική ακτή κατά την περίοδο 800- 300 π.Χ. Σε αυτή τη διάλεκτο έγραψαν τα ποιήματά τους η Σαπφώ και ο Αλκαίος. Η αρχαϊκή Αιολική διάλεκτος θεωρείται 18
  • 19. ως η γλώσσα των Αρχαίων Τρωαδιτών ενώ από πολλούς ρομαντικούς θεωρείται και ως η γλώσσα που μιλούσε ο πρόδρομος της Ρώμης, Αινείας. • Αρκαδοκυπριακή Είναι η διάλεκτος του φύλου των Αρκάδων. Κατά τη μυκηναϊκή εποχή φαίνεται ότι μιλιόταν σε σημαντικά μεγαλύτερη έκταση και με τη «κάθοδο των Δωριέων» περιορίστηκε στο εσωτερικό της Πελοποννήσου. Αρκαδόφωνοι πληθυσμοί εγκαταστάθηκαν κατά τον 11ο π.Χ. αι. στην Κύπρο, η διάλεκτος της οποίας, παρά τη γεωγραφική αποκοπή της από την Αρκαδία, εμφανίζει σαφή συγγένεια με τη διάλεκτο. Η κυπριακή διάλεκτος υπήρξε η μόνη αρχαία ελληνική διάλεκτος των ιστορικών χρόνων, η οποία αποδόθηκε γραπτώς με μια συλλαβογραφική γραφή, ατελή για την απόδοση της ελληνικής γλώσσας, γνωστή ως κυπριακό συλλαβάριο. Η γραφή αυτή συγγενεύει με τη μυκηναϊκή γραμμική Β΄ γραφή και η χρήση της εγκαταλείφθηκε τον 4ο π.Χ. αι. μαζί με τη χρήση της κυπριακής διαλέκτου στις επιγραφές. • Δυτική ελληνική ή Δωρική Ομιλούνταν κυρίως στην Πελοπόννησο , , σε νησιά του νοτίου Αιγαίου όπως την Κρήτη, τη Ρόδο και σε περιοχές της Μικράς Ασίας καθώς και σε αποικίες της νότιας Ιταλίας και Σικελίας και είχε τοπικές παραλλαγές . Σε Δωρική διάλεκτο έγραφαν οι χορικοί ποιητές Πίνδαρος, Βακχυλίδης και Αλκμάν Σε αυτήν επίσης γράφονταν τα χορικά των αρχαίων τραγωδιών, Απλοποιημένη μορφή της Δωρικής με λιγότερους αρχαϊσμούς ήταν και η διάλεκτος των Συρακουσίων κωμωδιογράφων Επίχαρμου και Σώφρονος. Το πιο χαρακτηριστικό γνώρισμα είναι η κατάληξη του πρώτου πληθυντικού σε -μες αντί -μεν: νικώμες. 'Ένα από τα αρχαϊκότερα χαρακτηριστικά της είναι η διατήρηση του τ προ του ι: πέρυτι, είκοτι, δίδωτι. Η Δωρική διατήρησε πάμπολλους αρχαϊσμούς στο λεξιλόγιό της. ΔΙΑΛΕΚΤΟΙ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ Οι γλωσσικές ποικιλίες της Νεοελληνικής γλώσσας μπορούν να κατηγοριοποιηθούν με βάση δύο κριτήρια. Το πρώτο είναι η ύπαρξη μιας μακράς παράδοσης δημοφιλή καθομιλούμενη γλώσσα από τη μία πλευρά και τις αρχαΐζουσες, λόγιες γραπτές μορφές της από την άλλη. Το δεύτερο είναι η τοπική διαφοροποίηση που εκφράζεται μέσω των διαλέκτων. Όσον αφορά τις νεοελληνικές τοπικές διαλέκτους, ο κύριος όγκος τους δεν εμφανίζει έντονες διαφορές με εξαίρεση κάποιες απομακρυσμένες και λίαν αποκλίνουσες διαλέκτους που ομιλούνται σε απομονωμένες κοινότητες. Οι κύριες διάλεκτοι των Νέων Ελληνικών είναι: • όλες οι γλωσσικές ποικιλίες της Δημοτικής • η Καθαρεύουσα • η Ποντιακή διάλεκτος Η γλώσσα των Πόντιων που κατοικούσαν στις νότιες-νοτιοανατολικές ακτές της Μαύρης Θάλασσας. Θεωρείται ότι προέρχεται από την τοπική όψιμη ελληνιστική 19
  • 20. Κοινή σε χώρο με ιωνικό υπόστρωμα. Το λεξιλόγιό της έχει επηρεαστεί σημαντικά από την Τουρκική (λιγότερο όμως από όσο η Καππαδοκική) και από γλώσσες του Καυκάσου, των οποίων η επίδραση δεν έχει διακριβωθεί μέχρι τώρα. διακρίνουμε τρεις ομάδες ιδιωμάτων εντός τής διαλέκτου: α) οινουντιακά ιδιώματα (με αυξημένη νεοελληνική επίδραση μέσω της Κωνσταντινουπόλεως), β) τραπεζουντιακά ιδιώματα (μικρότερη νεοελληνική επίδραση), γ) χαλδιώτικα ιδιώματα (με αυξημένη τουρκική επίδραση). Μετά την οθωμανική κατάκτηση του νότιου Εύξεινου Πόντου, ακολούθησε και ο βίαιος εξισλαμισμός των Ελλήνων. Ωστόσο οι Έλληνες διατήρησαν τη χριστιανική θρησκεία τους κρυφά και την ελληνική γλώσσα. Η διάλεκτος των Ελλήνων του Πόντου. Κύρια χαρακτηριστικά. Η διάλεκτος των Ελλήνων του Πόντου είναι μια από τις σημαντικότερες ελληνικές διαλέκτους η οποία προέρχεται από τα ελληνιστικά χρόνια, με πλήθος λέξεων προέλευσης από την περίοδο του Όμηρου. Σήμερα εξακολουθεί να μιλιέται σε πολλές περιοχές της Ελλάδας όπου κατέφυγαν οι Πόντιοι μετά το διωγμό, στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ, όπου οι Πόντιοι έφυγαν σαν μετανάστες. Η ποντιακή διάλεκτος προέρχεται από την αρχαία Ιωνική, κυρίως της καταγωγής των αποίκων του Πόντου. Οι επιδράσεις που δέχτηκε στο πέρασμα των 26 αιώνων ζωής, προέρχονται από την κοινή των Αλεξανδρινών Χρόνων και από τη Μεσαιωνική κοινή του Βυζαντίου. Αξιοσημείωτο όμως είναι ότι παρά τις προσμίξεις με ξένες λέξεις αυτές δεν έμειναν αναφομοίωτες αλλά εξελληνίστηκαν και εντάχθηκαν στο κλιτικό σύστημα της ελληνικής, συμμετέχοντας έτσι στην εξέλιξη της γλώσσας. Γραφή Δεν είναι επίσημη γλώσσα καμίας χώρας και δεν διδάσκεται. Παρ' όλα αυτά, πολλοί Σύλλογοι και οργανώσεις τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, διατηρούν και μεταλαμπαδεύουν την Ποντιακή Διάλεκτο μέσω μαθημάτων, βιβλίων, συνεδρίων και άλλων δραστηριοτήτων. Η πιο συνηθισμένη μέθοδος διδασκαλίας σήμερα, είναι η προφορική. Η Ποντιακή δεν έχει κάποια επίσημη γραφή. Συνήθως γράφεται με το ελληνικό αλφάβητο, κάποιες φορές με την προσθήκη κάποιων διακριτικών ώστε να αποδίδεται καλύτερα η προφορά της γλώσσας, όπως πχ: σ ζ ξ ψΟι αυτόχθωνοι,̌ ̌ ̌ ̌ πληθυσμοί της περιοχής του 'Οφεως της Τραπεζούντας, που μιλούν τη γλώσσα ως μητρική γλώσσα, δίχως να έχουν μάθει ποτέ το ελληνικό αλφάβητο χρησιμοποιούν το σύγχρονο τουρκικό αλφάβητο. Αναλόγως χρησιμοποιείται το κυριλλικό αλφάβητο στη Ρωσία. ΔΙΣΤΙΧΑ ΚΟΤΥΩΡΩΝ (ΟΡΝΤΟΥ-ΠΟΝΤΟΣ) Εβράδυνεν κι ο βραδενόν κι όλ έψαν τα φωτίας Οντάν ακούς το θάνατο μ’, κωφά να είν’ τα ωτία σ’. Αγάπη πη’κ’ εγάπεσεν,φιλίαν πη κ εποίκεν, Χαιβάν’ έρθεν κ’ επέρασεν, γαλαπαλούχ’ εποίκεν Αδά ραχί κ’ εκεί ραχί, ς σή μέσεν χαμαιλέτε, Άρούζω και φουρκίγωμαι, τη μάννα μ δεν μη λέτε. • Καππαδοκική διάλεκτος ελληνογενής διάλεκτος που μιλιόταν στην Καππαδοκία της σημερινής κεντρικής 20
  • 21. Τουρκίας. • Κυπριακή διάλεκτος χρησιμοποιείται από περίπου επτακόσιες χιλιάδες Ελληνοκυπρίους στην Κύπρο και μερικές εκατοντάδες χιλιάδες Ελληνοκυπρίους της διασποράς, κυρίως στη Μεγάλη Βρετανία, την Αυστραλία και την Ελλάδα. Σχεδόν ποτέ δεν χρησιμοποιείται ως επίσημος γραπτός λόγος, αλλά είναι η κοινή ομιλουμένη των περισσοτέρων Ελληνοκυπρίων. Οι περισσότεροι ηλικιωμένοι Τουρκοκύπριοι μιλούν τα Ελληνικά με Κυπριακή Διάλεκτο ως δεύτερη γλώσσα. • Ρωμανιώτικη διάλεκτος Τα ρωμανιώτικα προέρχονταν από την ελληνιστική κοινή με εβραϊκές επιδράσεις. Δεν διέφεραν τόσο από τα ελληνικά των χριστιανών ώστε η αμοιβαία κατανόηση να ήταν αδύνατη. Οι Ρωμανιώτες χρησιμοποιούσαν την εβραϊκή αλφάβητο για να γράψουν ρωμανιώτικα. Δεν υπάρχουν πλέον ομιλητές των ρωμανιώτικων. Επιτύμβια εβραϊκή στήλη στην Αγχίαλο • Τσακώνικη . Ομιλείται σε μια μικρή ορεινή περιοχή της Πελοποννησιακής χερσονήσου. Αυτό που την ξεχωρίζει απ' όλες τις άλλες σύγχρονες διαλέκτους είναι ότι πιστεύεται πως δεν προέρχεται από την Αττική-Ιωνική Κοινή αλλά από τη Δωρική διάλεκτο. 21
  • 22. • Γκρίκο : Κατωιταλική διάλεκτος Γκρίκο είναι το συλλογικό όνομα των Ελληνικών διαλέκτων της διασποράς οι οποίες ομιλούνται σε ορισμένες περιοχές της νότιας Ιταλίας και είναι ιστορικά κατάλοιπα του εποικισμού της Μεγάλης Ελλάδας στην αρχαιότητα. Πιστεύεται ότι αναπτύχθηκαν στη βάση μιας αρχικά Δωρικής αρχαίας διαλέκτου και έχουν διατηρήσει κάποια στοιχεία της. Ο γνωστός γλωσσολόγος Γ. Χατζιδάκης εντόπισε κοινά γλωσσολογικά στοιχεία ανάμεσα στη δωρική διάλεκτο και στα γκρεκάνικα και κατέληξε στο συμπέρασμα της γλωσσικής συνέχειας. Άλλοι γλωσσολόγοι υποστηρίζουν τη βυζαντινή προέλευση των ελληνόφωνων και άλλοι θεωρούν ότι η αλήθεια βρίσκεται κάπου ανάμεσα. Θεωρούν δηλαδή, ότι υπήρχε κάποιος αρχικός πυρήνας ελληνοφώνων ο οποίος ενισχύθηκε στα βυζαντινά χρόνια Η σημερινή ελληνόφωνη περιοχή της Καλαβρίας (Grecia calabrese) αποτελείται από ένα μικρό πυρήνα ορεινών χωριών σε απόσταση πενήντα πέντε περίπου χιλιομέτρων από το αρχαίο Ρήγιο (σημερινό Reggio di Calabria). Τα χωριά αυτά είναι: Γκαλλιτσιανό, Αμεντολέα (Αμυγδαλέα), Μπόβα (Βούα), Μπόβα Μαρίνα (Γιαλό του Βούα), Ροκαφόρτε ντελ Γκρέκο (Βουνί), Χωρίο ντι Ροκαφόρτε (Χωρίο του Βουνίου), Κοντοφούρι, Ρογούδι, Χωρίο ντι Ρογούδι (Χωρίο του Ρηχουδίου). Όλες αυτές οι κοινότητες μιλούσαν το τοπικό ελληνικό ιδίωμα, (γκρίκο / γκρέκο) -μια πρoφoρική διαλεκτική πoικιλία της ελληνικής γλώσσας- έως τις αρχές του αιώνα μας. Με το πέρασμα του χρόνου τα ελληνικά ακολούθησαν φθίνουσα πορεία, με αποτέλεσμα σήμερα να ομιλούνται μόνο από τους κατοίκους των χωριών Γκαλλιτσιανό και Ρογούδι. Λίγοι ηλικιωμένοι τη μιλούν ακόμη στη Bova και ελάχιστοι στη Bova Marina, καταγόμενοι κυρίως από το Ρογούδι. Αρκετούς ελληνόφωνους μπορεί να συναντήσει κανείς και στο Reggio di Calabria (Ρήγιο της Καλαβρίας), στην περιοχή S. Giorgio Extra, όπου έχουν εγκατασταθεί πολλές οικογένειες προερχόμενες από το Γκαλλιτσιανό και το Ρογούδι. Οι εγκαταστάσεις 22
  • 23. αυτές χρονολογούνται από τις αρχές του αιώνα, κυρίως όμως στη διάρκεια των δεκαετιών '50 και '60. Τα ιταλικά, που είναι και η επίσημη γλώσσα του κράτους, χρησιμοποιούνται στη διοίκηση και στην εκπαίδευση. Η τοπική ρομανική διάλεκτος, που αποτελεί τον επικρατέστερο κώδικα επικοινωνίας, χρησιμοποιείται στην καθημερινή επαφή, στους δημόσιους χώρους συνάντησης και στις εμπορικές συναλλαγές. Τα ελληνικά χρησιμοποιούνται από τους ηλικιωμένους τόσο στην οικογένεια όσο και στις μεταξύ τους συναναστροφές, καθώς και από νεότερα άτομα - μέλη πολιτιστικών συλλόγων. Kalinifta - MAGNA GRAECIA http://www.youtube.com/watch?v=CEnXofmPOwQ 23
  • 24. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ ΤΟ ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ Με τον όρο γλωσσικό ζήτημα εννοείται ο γλωσσικός διχασμός, σε γραπτό λόγο και καθομιλούμενη γλώσσα, ο οποίος ως μέσο ιδεολογικής και κοινωνικής επιβολής ταλαιπώρησε την ελληνική κοινωνία επί σειρά αιώνων. Υπήρξε ένα πρόσφορο πεδίο πάνω στο οποίο καλλιεργήθηκαν σοβαρές αντιπαραθέσεις ιδεών και συμπεριφορών σε κρίσιμες φάσεις της ανάπτυξης της ελληνικής κοινωνίας. ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ Αρχαιότητα Ο γλωσσικός διχασμός εμφανίζεται κατά τον 1ο αιώνα π.X. όταν οι αττικιστές εισήγαγαν τη διγλωσσία στον ελληνικό κόσμο, καθώς επέβαλαν μια απομίμηση της κλασικής αττικής, η οποία αντιπαρατέθηκε με την ήδη κυρίαρχη δημώδη προφορική. Mετά τις κατακτήσεις του Μ. Αλεξάνδρου, το κράτος των Μακεδόνων βασιλέων του υιοθετεί την αττική διάλεκτο, η οποία διαμορφώνεται σταδιακά σε νέα μορφή ελληνικής γλώσσας, την Ελληνιστική ή Κοινή, η οποία θα καθορίσει αργότερα τη Βυζαντινή και νέα Ελληνική γλώσσα. Για τη γραπτή και προφορική μετάδοση της διδασκαλίας του Χριστιανισμού χρησιμοποιείται αρχικά η Κοινή. Η Παλαιά Διαθήκη μεταφράζεται σε αυτήν και η Καινή Διαθήκη γράφεται σχεδόν εξ ολοκλήρου αρχικά σε αυτή τη γλώσσα, αλλά αργότερα οι Τρεις Ιεράρχες χρησιμοποιούν τον αττικισμό.Στους βυζαντινούς χρόνους ο γραπτός λόγος οδηγείται σε μια προοδευτική συντακτική στρυφνότητα, ενώ ο προφορικός απλοποιείται φωνητικά και μορφοσυντακτικά. Συγχρόνως εισάγονται νέες λέξεις δάνειες, τόσο αρχαίες όσο και από άλλους λαούς, εξαιτίας του εκχριστιανισμού τους. Τουρκοκρατία Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας χαρακτηριστική είναι η τάση των Ελλήνων να συνδεθούν ψυχικά με την αρχαιότητα καθώς δίνουν αρχαία ονόματα στα παιδιά τους και στα καράβια τους. Η αρχαιολατρεία αυτή είναι συνέπεια της αναγεννητικής ορμής του έθνους που αφυπνίζεται και ζητά να στηριχτεί στην κλασσική κληρονομιά του. Η ομάδα του Μοισιόδακα και του Καταρτζή προτείνει ότι, για να απελευθερωθεί η Ελλάδα από την Οθωμανική κυριαρχία, πρέπει ο λαός να μορφωθεί, χρησιμοποιώντας τη γλώσσα του. Στις προσπάθειες αυτές των προοδευτικών η απάντηση είναι αντίδραση και διώξεις από τους συντηρητικούς του Πατριαρχείου, που υποστηρίζουν την αρχαΐζουσα. Ανεξάρτητο ελληνικό κράτος Tο ανεξάρτητο ελληνικό κράτος, στη νεότερη ιστορία του διαμορφώνει ένα εκπαιδευτικό σύστημα που δεν είχαν καμία σχέση με αυτές του, ρημαγμένου απ' τον πόλεμο, νέου ελληνικού κράτους. Το ποια γλώσσα πρέπει να χρησιμοποιείται στη λογοτεχνία αλλά και στην εκπαίδευση και στις επίσημες εκδηλώσεις, αποτελεί ένα σημαντικό πρόβλημα. Η λαϊκή γλώσσα είναι ακαλλιέργητη, παραφθαρμένη και δεν μπορεί να εκφράσει πολυσύνθετες ιδέες. 24
  • 25. Ο Αδαμάντιος Κοραής, κυρίαρχη μορφή, στο ζήτημα της διένεξης για το ποια θα είναι η εθνική γλώσσα του κράτους, ξεκινά μια τάση καθαρισμού της γλώσσας από ξένα στοιχεία και επινοεί και προτείνει την καθαρεύουσα, η οποία καθιερώνεται ως επίσημη γλώσσα του κράτους. Δεν παύουν όμως να υπάρχουν και οι αντίθετες απόψεις. Η αναζήτηση της εθνικής ταυτότητας το 19ο αιώνα, θα βοηθήσει στην εμφάνιση και στην άνθηση της λαογραφίας, με αποτέλεσμα, στα χρόνια που θα ακολουθήσουν, να πολλαπλασιαστούν η συλλογή και οι δημοσιεύσεις δημοτικών τραγουδιών. Την παράδοση που δημιουργεί ο Διονύσιος Σολωμός θα συνεχίσουν οι Ιάκωβος Πολυλάς, Αλέξανδρος Βαλαωρίτης, κ.ά, οι οποίοι, επηρεασμένοι από τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά λογοτεχνικά κινήματα, καταπιάνονται με θέματα ιστορικά, κυρίως, όμως, με κοινωνικά, στα οποία βρίσκουμε ρίζες του κινήματος του δημοτικισμού και επομένως της πόλωσης που σύντομα θα στιγματίσει το γλωσσικό ζήτημα. ότι στα Επτάνησα, που για αιώνες ήταν υπό Ενετική και Αγγλική κατοχή, δεν υποστηριζόταν ο αρχαϊσμός και πολύ πριν τον Σολωμό ήταν καλλιεργημένη η λαϊκή παράδοση στην ποίηση. 25
  • 26. Πυροδοτείται, λοιπόν, η αντίδραση προς τον Κοραή, που κατηγορείται από τους οπαδούς της δημώδους για τεχνητή παρέμβαση στη γλώσσα και από τους υποστηρικτές της αρχαΐζουσας ότι αρνείται τη γλωσσική παράδοση. Οι αγώνες που θα δοθούν για την επικράτηση της μιας ή της άλλης μορφής γλώσσας είναι πολλοί και συνδέονται με πολιτικά και ιδεολογικά ζητήματα του ελληνισμού Στο χώρο της λογοτεχνίας, πάντως, η δημοσίευση το 1888 του έργου του Γ. Ψυχάρη «Το ταξίδι μου» δίνει ώθηση στη χρήση της δημοτικής.6 Σημειώνει σταθμό στην ιστορία του γλωσσικού ζητήματος και αποτελεί το ευαγγέλιο, του νεώτερου δημοτικισμού, που χτυπά τις γλωσσικές φεουδαρχικές προλήψεις. Η εισήγηση του Ψυχάρη για μια συστηματοποιημένη πρότυπη δημοτική δίνει και μια νέα διάσταση στο γλωσσικό ζήτημα, θέτοντάς το ως ανάγκη όχι μόνο για τη μελλοντική ευημερία του ελληνικού έθνους αλλά και την απελευθέρωση της υπόλοιπης Ελλάδας. 20ος αιώνας Η εφημερίδα «Ακρόπολη», με εκδότη τον Β. Γαβριηλίδη, υποστηρίζοντας τη γλωσσική μεταρρύθμιση του Ψυχάρη, ανάβει το γλωσσικό ζήτημα. Υποστηρικτές τους οι Εμμανουήλ Ροΐδης, Ι. Πολυλάς, κ.ά., χτυπούν τον αττικισμό και υπερασπίζονται με πάθος τη δημοτική ως όργανο της ελληνικής λογοτεχνίας. 6 26
  • 27. ΅ Ι κωβος Πολυλάςἀ Εμμανουήλ Ροΐδης Έτσι, στο τέλος του 19ου και στην αρχή του 20ου, το γλωσσικό ζήτημα διαμορφώνεται ως προς την πολιτιστική του διάσταση και παίρνει εκτός από κοινωνικές διαστάσεις και πολιτικές και οδηγεί σε αιματηρές συγκρούσεις. Η δημοσίευση μετάφρασης της Αγίας Γραφής σε ακραία δημοτική στην εφημερίδα Ακρόπολη από τον Αλέξανδρο Πάλλη, επιφέρει βίαιες διαμαρτυρίες από καθηγητές και φοιτητές του Πανεπιστημίου Αθηνών με αιματηρά αποτελέσματα (τα επεισόδια που έγιναν γνωστά σαν "Ευαγγελικά"). Τα «ευαγγελιακά» σε μία λιθογραφία της εποχής, έτσι όπως δημοσιεύεται στην εγκυκλοπαίδεια «Μαλλιάρης-παιδεία» και δείχνει την σύγκρουση των φοιτητών με την έφιππη αστυνομία, στο χώρο του Πανεπιστημίου Αθηνών, τον Νοέμβριο του 1901. Επίσης, η παράσταση της Ορέστειας του Αισχύλου στη δημοτική, από το Εθνικό θέατρο, γίνεται η αιτία νέων αιματηρών συγκρούσεων μεταξύ δημοτικιστών και καθαρευουσιάνων (τα λεγόμενα "Ορεστειακά"). Οι πολέμιοι των δημοτικιστών τούς αποκαλούν χλευαστικά "μαλλιαρούς" και τους κατηγορούν ως προδότες. 27
  • 28. Σημαντικός σταθμός αυτής της προσπάθειας ήταν η ίδρυση του Εκπαιδευτικού Ομίλου το 1910, όπου συμμετείχαν ο Δημήτρης Γληνός, ο Αλέξανδρος Δελμούζος, ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης και άλλοι, καθώς και η ίδρυση του πειραματικού Ανώτερου Παρθεναγωγείου Βόλου συνιστούν προσπάθειες για περιορισμό της αρχαιομάθειας. Ο Δελμούζος, ιδρυτής και διευθυντής του παρθεναγωγείου, κατηγορείται για διαφθορά ηθών και διδασκαλία του κομμουνισμού και της αθεΐας, αλλά τελικά αθωώνεται. Ο Αλέξανδρος Δελμούζος ανάμεσα στις μαθήτριές του Το βαθύ ρήγμα που δημιουργείται ανάμεσα στις μορφωμένες τάξεις και τον απαίδευτο λαό, αποσκοπεί στην κοινωνική διάκριση, καθώς ο λαός αποκλείεται από την εξουσία και καλλιεργείται η υπακοή στο κατεστημένο που θέλει να αποτελεί παράδοση. Η χρήση της σωστής γλώσσας δηλώνει ανωτερότητα, καθώς οι χρήστες της δεν ανήκουν στους κοινούς θνητούς που δυσκολεύονται να χειριστούν την καθαρεύουσα. Έτσι η γλώσσα γίνεται όπλο για την άσκηση βίας και εξουσίας. Ειδικότερα κατά τη δικτατορία, οι καθαρευουσιανισμοί στόχευαν στην κοινωνική διάκριση και επομένως στη μετάδοση του μηνύματος ότι είναι ανώτεροι και πολιτικά7 . 7 Στην αντίθετη πλευρά, πάλι, οι δημοτικιστές, όπως τονίζει η Άννα Φραγκουδάκη, έφτανε να γράψουν της αποβλάκωσης αντί της αποβλακώσεως για να χαρακτηριστούν αμφίβολης εθνικοφροσύνης, πράκτορες του κομμουνισμού ή και ακόμη να χάσουν κάθε ελπίδα σταδιοδρομίας σε επίσημους 28
  • 29. Η πρώτη επιτυχής επίσημη κίνηση για την καθιέρωση της δημοτικής στην εκπαίδευση έγινε το 1917. με την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση της προσωρινής κυβέρνησης του Βενιζέλου8 , Οι δε εμπνευστές της μεταρρύθμισης απολύθηκαν από τις θέσεις τους και κατέληξαν στην εξορία. Η αντίληψη περί απειλής κατά της εθνικής κυριαρχίας από τη χρήση της δημοτικής κορυφώνεται με την πειθαρχική δίωξη του καθ. Ιωάννη Κακριδή κατά την περίοδο της γερμανικής κατοχής, επειδή τόλμησε να δημοσιεύσει στη δημοτική και σε μονοτονικό σύστημα την πανεπιστημιακή του παράδοση. Η κατάσταση παρέμεινε ουσιαστικά η ίδια περίπου μέχρι τη δεκαετία του '70, με σημαντικότερη ίσως εξέλιξη τη σύνταξη -από το Μανόλη Τριανταφυλλίδη- της Νεοελληνικής Γραμματικής (της δημοτικής).9 επιστημονικούς κύκλους. 8 που όριζε τη δημοτική σαν τη γλώσσα που θα χρησιμοποιούνταν πλέον στις πρώτες τάξεις των σχολείων. Με την πτώση όμως των Φιλελεύθερων το 1920 ο νόμος ακυρώθηκε και η καινούργια κυβέρνηση διέταξε τα αναγνωστικά του Δημοτικού που ήταν γραμμένα στη δημοτική ("Τα Ψηλά Βουνά) "να καώσι ως έργα ψεύδους". 9 Το 1964 η κυβέρνηση του Γ. Παπανδρέου με τον Ε. Παπανούτσο Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Παιδείας, έδωσε την ελευθερία στους εκπαιδευτικούς να χρησιμοποιούν όποια από τις δυο γλώσσες ήθελαν, ενώ γινόταν η διδασκαλία και των δύο. 29
  • 30. Η «Νεοελληνική», όπως ονομάζεται τελικά, είναι πολύ διαφορετική από την ακραία δημοτική του Ψυχάρη, καθώς δεν περιέχει ιδιωματισμούς και ακρότητες, αλλά συγχωνεύει στοιχεία της καθαρεύουσας. Το Γλωσσικό Ζήτημα έλαβε τέλος τη δεκαετία του '70, μετά από σχεδόν έναν αιώνα διαμάχης. Ο Μποστ θεωρείται ότι κατάφερε να δημιουργήσει ένα εντελώς προσωπικό και αναγνωρίσιμο σατιρικό ύφος ως σκιτσογράφος, κειμενογράφος, θεατρικός συγγραφέας, αλλά και ζωγράφος. Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του έργου του είναι η γλώσσα του και τα επίτηδες ανορθόγραφα κείμενα. Γελοιοποιώντας την καθαρεύουσα πίστευε ότι ίσως μπορέσει να βοηθήσει στην ταχύτερη καθιέρωση της δημοτικής γλώσσας. Προκειμένου να σατιρίσει την καθαρεύουσα, ανακάτευε λόγιες εκφράσεις με λαϊκές και έγραφε εντελώς ανορθόγραφα, διεκτραγωδώντας τον ημιμαθή Έλληνα, που προσπαθούσε να χρησιμοποιήσει την καθαρεύουσα, καθώς εκείνη την εποχή η δημοτική θεωρούνταν "ύποπτη", κατά δήλωση του ιδίου του Μποστ. Συχνά με την παραφθορά των λέξεων ή την ανορθόγραφη απόδοση του ήχου της δημιουργούσε εσκεμμένα συνειρμούς, με άλλες έννοιες, τις οποίες διακωμωδεί. 30
  • 31. 31
  • 32. Η Νέα Ελληνική που χρησιμοποιείται σήμερα, αποτελείται από συνένωση στοιχείων της δημοτικής και της καθαρεύουσας και βρίσκεται κοντά στην Ελληνιστική Κοινή των χρόνων του Χριστού. . 32
  • 33. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΑΝΤΙΔΑΝΕΙΑ Είναι ευρύτατα γνωστό ότι όλες οι γλώσσες των οποίων οι ομιλητές έρχονται σε επαφή δανείζουν η μία στην άλλη λεξιλογικό υλικό, δηλαδή λέξεις. Όταν οι ομιλητές μιας γλώσσας που τυχαίνει να γνωρίζουν ή να μαθαίνουν μια δεύτερη εύκολα διαπιστώνουν την ύπαρξη όμοιων λέξεων, δηλαδή λέξεων με παρόμοια μορφή και σημασία. ΔΑΝΕΙΣΜΟΣ Όσον αφορά το δανεισμό, μπορούμε να διακρίνουμε τον λαϊκό από τον λόγιο δανεισμό.O λαϊκός δανεισμός αφορά λέξεις γλωσσών με τις οποίες έρχονται σε επαφή τα ευρύτερα λαϊκά στρώματα. Oι λέξεις αυτές περνούν από τη μια γλώσσα στην άλλη με τον προφορικό λόγο. Συνέπεια αυτού του γεγονότος είναι ότι οι ομιλητές της γλώσσας που δέχεται το δάνειο προσπαθούν να αποδώσουν αυτό που ακούνε σύμφωνα με ό,τι ισχύει στη δική τους γλώσσα, να το προσαρμόσουν δηλαδή στη φωνητική και τη μορφολογία της.O λόγιος δανεισμός αφορά λέξεις που εισέρχονται στη γλώσσα από μια μερίδα μορφωμένων, οι οποίοι κατέχουν τη γλώσσα που αποτελεί την πηγή του δανεισμού και καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό τον τρόπο με τον οποίο θα εμφανίζεται η λέξη αυτή στη δική τους γλώσσα. Πολλές φορές η λέξη προσαρμόζεται στη νέα γλώσσα, όπως συμβαίνει και με τον λαϊκό δανεισμό. Συχνά όμως, επειδή οι μορφωμένοι έρχονται σε επαφή με τις ξένες λέξεις κυρίως μέσω γραπτών κειμένων, επιλέγεται κατά τη διαδικασία του δανεισμού η γραπτή μορφή της λέξης Το φαινόμενο των γλωσσικών δανείων είναι κοινό σε όλες πιθανότατα τις γλώσσες. Οι λέξεις που έχουν ενταχθεί στα νέα ελληνικά η κάθε μια ξεχωριστά έχει περάσει από τρία διαφορετικά στάδια. Πρώτα είναι η βασική γλωσσική κληρονομιά, λέξεις δηλαδή που υπάρχουν συνεχώς στη λαϊκή γλώσσα και αποτελούν το βασικό λεξιλόγιο της νέας ελληνικής όπως πατέρα, μητέρα. Οι περισσότερες όμως από αυτές τις λέξεις άλλαξαν αφού ακολούθησαν τους φωνολογικούς και μορφολογικούς κανόνες. Δεύτερο στάδιο είναι η αναβίωση αρχαίων λέξεων έχουν επανεισαχθεί όπου λόγια δάνεια από τα αρχαία ελληνικά στα νέα ελληνικά και τρίτο είναι λέξεις οι οποίες έρχονται από τα διεθνή ελληνικά είτε αναφομοίωτες είτε μεταφρασμένες. Η ελληνική γλώσσα όμως έχει δανειστεί αρκετές αρχαίες λέξεις όπως ο αθλητισμός, η ιατρική, η φιλοσοφία. Αρκετοί όροι από τους συγκεκριμένους τομείς που πέρασαν πρώτα στα λατινικά μετά από εκεί πέρασαν και στις νεότερες γλώσσες όπως «μουσική >ΜUSΙCΑ, ιστορία>HΙSΤΟRΙΑ, γεωμετρία>GΕΟΜΕΤRΙΑ. Υπάρχουν όμως και αρχαίες ελληνικές λέξεις που εισαχθήκαν και συνεχίζουν να εισάγονται κατευθείαν στις νεότερες γλώσσες, χωρίς όμως πλέον το ενδιάμεσο των λατινικών όπως: ερωτικός>ΑRΟΤΙC. Όμως δεν συνέβη μόνο με τις αρχαίες αλλά και πολλές ελληνιστικές λέξειςυιοθετήθηκαν από τις νεότερες γλώσσες χωρίς το ενδιάμεσο των λατινικών όπως Βιογραφίας>ΒΙΟGRΑPHY. Αρκετές όμως είναι και οι λέξεις που δεν μπορούμε να διακρίνουμε την καταγωγή τους χωρίς να τις ετυμολογήσουμε. Επίσης αρκετές λέξεις 33
  • 34. του «επιστημονικού λεξιλογίου» είναι βασισμένες όχι σε ολόκληρες λέξεις αλλά σε λεξικά στοιχεία της αρχαίας ελληνικής όπως NΕΟ>νέος, ΜΕGΑ>μέγας. Ας αναφέρουμε όμως και τα δάνεια λέξεων που πήρε η ελληνική γλώσσα απ’ τα λατινικά η οποία ξεκίνησε την ρωμαϊκή εποχή όπως: κομπιούτερ<CΟΜPUΤΕR. Τα περισσότερα όμως από αυτά τα δάνεια προέρχονται απ’ τα αρχαία ελληνικά. Ελάχιστες είναι οι λέξεις που πέρασαν απ’ τα ελληνικά σε άλλες γλώσσες και επέστρεφαν μετά από καιρό με αλλαγμένη μορφή και σημασία. Όμως ένα άλλο είδος στοιχείων είναι οι διεθνισμοί που στηρίζονται σε αρχαία ελληνικά λεξικά στοιχεία. Εκατοντάδες διεθνισμοί που στηρίζοντας στα αρχαία ελληνικά λεξικά στοιχεία έρχονται κατά τους τελευταίους δύο αιώνες στα νέα ελληνικά όπως: CΑRDΙΟLΟGΙΕ, ΕCΟLΟGΙΕ. Όπως συνέβηκε με τις αρχαίες, έτσι και πολλές ελληνιστικές λέξεις υιοθετήθηκαν απευθείας από τις νεότερες γλώσσες, χωρίς το ενδιάμεσο των λατινικών· π.χ. βιογραφία > ΒΙΟGRΑPHY, Μερικών λέξεων η ελληνική καταγωγή δε φαίνεται με την πρώτη ματιά. H λέξη π.χ. παραβολή, που στ’ αρχαία σήμαινε: ‘σύγκριση, απεικόνιση’, έγινε κατά την ελληνιστική εποχή το λατινικό PΑRΑΒΟLΑ, ιδιαίτερα στη χρήση για τις παραβολές του Χριστού, τον κατεξοχήν «λόγο» της εποχής, απ’ όπου σήμερα το γαλλικό PΑRΟLΕ, το ιταλικό PΑRΟLΑ, το ισπανικό PΑLΑΒRΑ. Η αρχαία λέξη άστρον, σε συνδυασμό με το λατινικό πρόθημα dΙs-, που δηλώνει στέρηση ή αντίθεση, έδωσαν το μεσαίωνα το ιταλικό DΙSΑSΤRΟ, απ’ όπου το γαλλικό DESΑSΤRΕ και ύστερα αγγλικό DΙSΑSΤΕR ‘συμφορά, καταστροφή’. Η αρχική αντίληψη αναφερόταν σε κάποιον γεννημένο υπό την κακή επίδραση ενός «άστρου» (πλανήτη). Τέτοιες λέξεις διαδόθηκαν απ’ τη λαϊκή και όχι απ’ τη λόγια παράδοση, ενσωματώθηκαν απ’ την αρχή στις νέες λαϊκές γλώσσες που αναπτύχτηκαν το Μεσαίωνα, γι’ αυτό και παρουσιάζουν περισσότερες αλλαγές. Κάποιες από αυτές είναι: Σουπερμάρκετ (από τα αγγλικά) φραπέ (από τα γαλλικά) κεφτές (από τα τούρκικα) ουρανοξύστης (από τα αγγλικά) 34
  • 35. ΑΝΤΙΔΑΝΕΙΑ Το στοιχείο (συνηθ. Λέξη) μιας γλώσσας που, αφού εισαχθεί ως δάνειο σε άλλη γλώσσα και προσαρμοστεί φωνολογικά και μορφολογικά στο σύστημά της, επιστρέφει αλλοιωμένο στη γλώσσα από την οποία ξεκίνησε. Η επιστροφή μιας λέξης ως δανείου στη γλώσσα από την οποία ξεκίνησε χαρακτηρίζεται ως αντι-δάνειο, ως επιστροφή δανείου, ως επιστροφή μιας λέξης στη γλώσσα στην οποία γεννήθηκε. Από τις πιο αποκαλυπτικές διαδικασίες λειτουργίας τής γλώσσας στο πεδίο συνάντησης των λαών και των πολιτισμών είναι τα αντιδάνεια. Συνιστούν μαρτυρίες τής περιπέτειας στη ζωή των λέξεων και μαζί παραδείγματα του πόσο αυτά τα κατεξοχήν πνευματικά δημιουργήματα, που είναι οι λέξεις, εξελίσσονται εννοιολογικά περνώντας από γλώσσα σε γλώσσα, από λαό σε λαό, για να ξαναγυρίσουν συχνά στον τόπο καταγωγής τους πραγματοποιώντας έτσι τον «λεξιλογικό νόστο» τους. Nα πάρουμε το γνωστό παράδειγμα του καναπέ. Ο καναπές είναι δάνειο στα ελληνικά από το γαλλικό canape’. Η γαλλική λέξη προέρχεται από το μεσαιωνικό (1180) γαλλικό conope’ (παραπέτασμα του κρεβατιού), που με τη σειρά του έρχεται από το λατινικό conopeum, conopium (κουνουπιέρα), που είναι δάνειο από το αρχαίο ελληνικό κωνώπιον της ελληνιστικής εποχής, που σήμαινε ακριβώς την κουνουπιέρα. Από την εποχή της τουρκοκρατίας χρησιμοποιούμε ακόμα στην καθημερινή μας ορολογία πάμπολλες τουρκικές λέξεις και εκφράσεις. Που όμως, εμείς οι νέοι δεν γνωρίζουμε ότι πολλές από αυτές τις λέξεις έχουν τουρκικές ρίζες. Παρακάτω αναφέρουμε ενδεικτικά ορισμένες λέξεις και φράσεις! •ΑΛΑΝΙ (αλήτης), ΑΓΙΑΖΙ (πρωινό ή νυχτερινό κρύο), •ΓΙΑΟΥΡΤΙ (πηγμένο γάλα), •ΚΑΡΠΟΥΖΙ (υδροπέπων), •ΣΟΥΓΙΑΣ (μαχαιράκι), •ΤΕΝΕΚΕΣ (δοχείο), •ΦΛΙΤΖΑΝΙ (κύπελλο), •ΤΣΕΠΗ (θυλάκιο), 35
  • 36. ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΑΝΤΙΔΑΝΕΙΑ ΣΤΗΝ ΑΓΓΛΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ Η Αγγλική στις μέρες μας είναι η γλώσσα, η οποία, χάρη στην απλότητά της, την κυριαρχία των ΗΠΑ σήμερα και της Αγγλίας παλιότερα, αποτελεί τη lingua franca της εποχής μας. Η Ελληνική από την άλλη, χαρακτηρίζεται από ορισμένους ως «περιθωριακή» και «ασθενής», λόγω του ότι ομιλείται και γράφεται από τα λίγα εκατομύρια των Ελλήνων. Η επίδραση που έχει ασκήσει στο ευρωπαϊκό λεξιλόγιο και ιδιαιτέρως στην Αγγλική ήταν εν μέρει μόνο γνωστή, αλλά δυστυχώς, μη συστηματικά καταγεγραμμένη και τεκμηριωμένη. Η συμβολή της Ελληνικής έγκειται κυρίως στο γεγονός ότι προσέφερε το βασικό λεξιλόγιο του πολιτισμού και των επιστημών. Π.χ. athlete, theater, drama, tragedy, comedy, music, orchestra, harmony, 36