1. Η ιςτορία του Ιωςιφ:
«εσείς σκεφτήκατε να μου κάνετε κακό ,
ο Θεός όμως το μετέτρεψε σε καλό»
2. α. Οι γιοι του Ιακϊβ ηθλεφουν τον
αδερφό τουσ Ιωςιφ
Ο Ιακϊβ ηοφςε ςτθ Χαναάν με τουσ δϊδεκα γιουσ του. Πμωσ πιο πολφ απ’ όλουσ αγαποφςε τον Ιωςιφ, γιο τθσ πολυαγαπθμζνθσ του αχιλ
κι αυτό προκαλοφςε τθ ηιλια των αδερφϊν του. Θ ηιλια ζγινε μίςοσ, όταν κάποτε ο πατζρασ τοφ δϊριςε ζναν πολφτιμο χιτϊνα. Κάποια όνειρα
που είδε και διθγικθκε ςτ’ αδζρφια του ο Ιωςιφ ζγιναν αφορμι να τον
μιςιςουν περιςςότερο. Στο ζνα απ’ αυτά είδε ότι ο ίδιοσ κι οι αδερφοί
του ζδεναν δεμάτια από άχυρα κι ότι τα δεμάτια των αδερφϊν του ζςκυψαν και προςκφνθςαν το δικό του. Σε ζνα άλλο πάλι, ο ιλιοσ, το φεγγάρι και ζντεκα αςτζρια προςκυνοφςαν τον Ιωςιφ.
Κάποια μζρα ο Ιακϊβ ζςτειλε ςτουσ αγροφσ τον Ιωςιφ να βρει τουσ αδερφοφσ του. Τότε αυτοί βρικαν τθν ευκαιρία να ςχεδιάςουν να τον ςκοτϊςουν ρίχνοντάσ τον ςε ζνα ξεροπιγαδο. Τελικά, όμωσ, τουσ ςταμάτθςε
ο ουβιν κι ζτςι αρκζςτθκαν να τον πουλιςουν για ςκλάβο ς’ ζνα καραβάνι περαςτικϊν εμπόρων. Πταν τ’ αδζρφια επζςτρεψαν ςτο ςπίτι, είπαν
ςτον πατζρα τουσ ότι ο Ιωςιφ είχε καταςπαραχκεί από τα κθρία. Απαρθγόρθτοσ ο Ιακϊβ άρχιςε από τότε να πενκεί το χαμζνο του γιο.
3. β. Θ ηωι του Ιωςιφ ςτθ ξενθτιά
Οι ζμποροι ζφεραν τον Ιωςιφ ςτθν Αίγυπτο και εκεί τον ποφλθςαν για
δοφλο ςε ζναν αξιωματοφχο του φαραϊ, τον Πετεφρι. Αυτόσ γριγορα αναγνϊριςε ότι ο Ιωςιφ με τθ βοικεια του Κυρίου πετφχαινε κάκε ζργο που
αναλάμβανε. Κερδίηοντασ τθν εφνοια* του Ρετεφρι, ο Ιωςιφ ζγινε επιςτάτθσ ςτθν περιουςία του. Πμωσ μια ακόμθ ατυχία τον περίμενε, κακϊσ
θ γυναίκα του Ρετεφρι τον κατθγόρθςε άδικα ότι κζλθςε να τθν πλανζψει. Οργιςμζνοσ τότε ο ςφηυγοσ ζριξε τον Ιωςιφ ςτθ φυλακι. Ο Κφριοσ
όμωσ ιταν μαηί του και τον ελζθςε, ϊςτε να κερδίςει τθν εφνοια του αρχιδεςμοφφλακα, ο οποίοσ του εμπιςτεφτθκε τθν ευκφνθ των φυλακϊν. Εκεί
ο Ιωςιφ γνϊριςε δφο φυλακιςμζνουσ αυλικοφσ ςτουσ οποίουσ κάποτε ερμινευςε τα όνειρα που είχαν δεί. Δυο χρόνια αργότερα ο φαραϊ είδε ανθςυχθτικά όνειρα που κανείσ δεν μποροφςε να εξθγιςει. Εφτά άςχθμεσ και
καχεκτικζσ αγελάδεσ καταςπάραξαν εφτά όμορφεσ και παχιζσ και εφτά αδφναμα και καμζνα ςτάχυα κατάπιαν εφτά παχιά και μεςτωμζνα. Τότε ο ζνασ από τουσ αυλικοφσ, που είχε ςτο μεταξφ βγεί απ’ τθ φυλακι, υπζδειξε
τον Ιωςιφ ωσ τον πιο κατάλλθλο να ερμθνεφςει τα όνειρα. Ζτςι κι ζγινε.
Ο Ιωςιφ με τθ βοικεια του Θεοφ, όπωσ πάντα τόνιηε ο ίδιοσ, φανζρωςε
ότι ςτθν Αίγυπτο μετά από εφτά χρόνια πλοφςιασ ςοδειάσ κα ακολουκιςουν εφτά χρόνια ξθραςίασ και φτϊχειασ. Γι’ αυτό κα ζπρεπε να φροντίςουν για αποκζματα. Ο φαραϊ πείςτθκε και τον διόριςε μάλιςτα κυβερνιτθ τθσ Αιγφπτου.
Στθ διάρκεια των εφτά χρόνων ο Ιωςιφ αποκικευςε μεγάλεσ ποςότθτεσ ςιταριοφ, φρόντιςε με ςφνεςθ το κράτοσ, παντρεφτθκε και ζκανε δυο
γιουσ. Τον πρϊτο τον ονόμαςε Μαναςςι και είπε: «Ο Θεόσ μ’ ζκανε να λθςμονιςω όλεσ μου τισ δυςτυχίεσ και το ςπίτι του πατζρα μου». Το δεφτερο
τον ονόμαςε Εφραΐμ και είπε: «Ο Θεόσ μοφ ζδωςε παιδιά ςτθ χϊρα τθσ δυςτυχίασ μου».
4. γ. Τα αδζρφια ξαναςμίγουν
Θ πείνα που είχε προβλζψει ο Ιωςιφ ιρκε. Άνκρωποι απ’ όλεσ τισ γφρω χϊρεσ πιγαιναν ςτθν Αίγυπτο για να αγοράςουν ςιτθρά. Για τον ίδιο λόγο ζφταςαν ςτθν Αίγυπτο και οι αδερφοί του Ιωςιφ,
που όταν τον ςυνάντθςαν δεν τον αναγνϊριςαν. Εκείνοσ, αν και τουσ γνϊριςε, δεν φανερϊκθκε. Τουσ
ζδωςε ςιτάρι και για αντάλλαγμα ηιτθςε να του φζρουν απ’ τθ Χαναάν το μικρό τουσ αδερφό Βενιαμίν, που είχε μείνει πίςω με τον πατζρα τουσ. Πταν αυτό ζγινε, ο Ιωςιφ με τζχναςμα κατθγόρθςε τον
Βενιαμίν ςαν κλζφτθ και απείλθςε ότι κα τον κρατιςει για δοφλο. Οι αδερφοί ςυντετριμμζνοι τον υπεραςπίςτθκαν με κζρμθ και αυτοκυςία. Ομολόγθςαν ότι τουσ ιταν αδφνατον να επιςτρζψουν χωρίσ αυτόν ςτον πατζρα τουσ, γνωρίηοντασ ότι
κάτι τζτοιο κα τον ςκότωνε, κακϊσ είχε ιδθ χάςει ζναν αγαπθμζνο γιο.
Μετά από όλα αυτά ο Ιωςιφ δεν μποροφςε πια να ςυγκρατθκεί μπροςτά
ς’ όλουσ εκείνουσ που τον περιςτοίχιηαν*… Ξζςπαςε ς’ ζνα κλάμα δυνατό
… και είπε ςτουσ αδερφοφσ του: «Εγϊ είμαι ο Ιωςιφ! Ηει ακόμα ο πατζρασ μου;… Μθ λυπάςτε και μθν ζχετε τφψεισ που με πουλιςατε, γιατί ο Θεόσ με ζςτειλε εδϊ πριν από ςασ για να ςασ ςϊςω τθ ηωι… Βιαςτείτε να πάτε πίςω ςτον πατζρα μου και να του πείτε ότι ο γιοσ του ο Ιωςιφ λζει: ‘ο
Θεόσ με ζκανε κφριο όλθσ τθσ Αιγφπτου. Ζλα ς’ εμζνα, μθν αργείσ’»… Φςτερα ζπεςε ςτο λαιμό του Βενιαμίν του αδερφοφ του κι ζκλαψε … Φίλθςε
ακόμα κι όλουσ τουσ αδερφοφσ του κλαίγοντασ
5. δ. Θ οικογζνεια του Ιακϊβ μεταναςτεφει ςτθν
Αίγυπτο
Επζςτρεψαν τ’ αδζρφια ςτθ Χαναάν φορτωμζνα πολφτιμα δϊρα. Ο Ιακϊβ ςτθν αρχι
δεν μποροφςε να πιςτζψει ότι ηοφςε ο αγαπθμζνοσ του γιοσ. Τελικά με τθν ενκάρρυνςθ του
Θεοφ αποφάςιςε να πάει ςτθν Αίγυπτο. Εκεί ο
Ιωςιφ τον υποδζχτθκε κερμά και εγκατζςτθςε
τον πατζρα του και τ’ αδζρφια του ςτο καλφτερο μζροσ τθσ Αιγφπτου. Τουσ παραχϊρθςε για ιδιοκτθςία τθν περιοχι Ραμεςςι, όπωσ είχε διατάξει ο φαραϊ, και φρόντιηε για τθ διατροφι
του πατζρα του, των αδερφϊν του και όλθσ τθσ
οικογζνειασ...
Ο Ιακϊβ πζκανε ςε βακιά γεράματα ςτθν Αίγυπτο, αφοφ ευλόγθςε τα παιδιά του αλλά και
τουσ γιουσ του Ιωςιφ. Θ τελευταία του επικυμία, που οι γιοι του τθν εκπλιρωςαν, ιταν να καφτεί ςτον τάφο των πατζρων του, ςτθ Χαναάν.
Στθ ςυνζχεια όλθ θ οικογζνεια του Ιακϊβ επζςτρεψε ςτθν Αίγυπτο. Τότε όμωσ τ’ αδζρφια άρχιςαν να φοβοφνται. Μιπωσ ο Ιωςιφ δεν είχε
ξεχάςει το κακό που του είχαν κάνει; Μιπωσ μετά το κάνατο του πατζρα τουσ προςπακοφςε να
εκδικθκεί; Γι’ αυτό του ηιτθςαν ξανά να τουσ
ςυγχωρζςει. Ο Ιωςιφ τουσ είπε: «Μθ φοβάςτε!... Εςείσ ςκεφτικατε να μου κάνετε κακό, ο
Θεόσ όμωσ το μετζτρεψε ςε καλό, για να κάνω
αυτό που γίνεται ςιμερα, να διατθριςω δθλαδι
ςτθ ηωι ζναν πολυάρικμο λαό».