1. 1
Βλέπω ένα μαγευτικό ερημονήσι. Ο ήλιος
αντανακλάται στα ασημένια νερά της
θάλασσας. Τα μικρά κύματα πέφτουν πάνω στη
χρυσαφιά αμμουδιά. Αισθάνομαι χαρούμενος,
αβοήθητος και εγκλωβισμένος στη μοίρα μου.
2
Είμαι κοιμισμένος στο χώμα, γύρω μου
έχει φοινικες, ένα καβουράκι και μικρά
δεντράκια. Η άμμος είναι χρυσαφένια και η
θάλασσα καταγάλανη. Είμαι πολύ
κουρασμένος, ταραγμένος, βοβισμένος και
απογοητευμένος. Ευχαριστώ τον Θεό που
με έφερε σώο και αβλαβή στην ακτή.
3
Προσπαθώ με εκνευρισμό να κυνηγήσω το
πρωινό μου. Όμως ακόμα δεν κατάφερα να
πιάσω τίποτα και είμαι πολύ θυμωμένος.
4
Κρυώνω και άναψα φωτιά. Μετά βρήκα
κάτι ψάρια και τα έψησα. Νιώθω χαμένος
και απελπισμένος. Δεν ξέρω τι να κάνω
αλλά, είμαι ευχαριστημένος που κατάφερα
να ανάψω φωτιά για δεν ήξερα πώς στην
αρχή.
5
Από την απελπισία μου ψάχνω για τροφή και
ξαφνικά βρίσκω μια ώριμη καρύδα. Έτσι,
παίρνω μια μεγάλη πέτρα και από την πείνα
μου ανοίγω την καρύδα στα δυο. Έτσι βρήκα
κάτι να φάω.
6
Μετράω πόσες μέρες είμαι στο νησί και το
σημειώνω σε έναν μεγάλο βράχο.
Προσπαθώ να φύγω από αυτό το νησί. Είμαι
λυπημένος επειδή δεν μπορώ να φύγω και
νιώθω και λίγο μόνος.
7
Τριγυρνάω γύρω – γύρω στην παραλία
απελπισμένος για το πώς θα προσπαθήσω να
φύγω από αυτό το έρημο νησί. Κοιτάω στη
θάλασσα για βοήθεια και φωνάζω
περιμένοντας. Είμαι πολύ λυπημένος και
απογοητευμένος από τον εαυτό μου.
8
Αισθάνομαι κουρασμένος γιατί κουβαλάω
ξύλα για να φτιάξω μια σχεδία. Έχω βγάλει
πολλά γένια και η εμφάνισή μου είναι
προϊστορική. Νιώθω χαρούμενος που θα
φύγω από το νησί.