1. ΑΡΧΗ
Σαν ποίηµα
Σαν επίλογος και πρόταση για πορεία
Σαν ποίηµα, οι λέξεις µου θα βάδιζαν
Σε παράταξη µε βήµα και ρυθµό.
Το πείραµα µε λέξεις και γράµµατα
Σκαλωτές εκστάσεις
(ένας νέος ρυθµός, σε κλιµακωτή διάταξη
µια κάθετη άνοδος, από τα κάτω
προς τα πάνω, µε µια ελευθερία ονείρου στις κινήσεις).
Μια πρώτη προσπάθεια
Πρώτη γραµµή
Ας αρχίσω µε την άνοδο (στην κάθε µορφική σειρά)
Θα µπορούσα ν’ αρχίσω µε το βήµα.
Θα ακολουθούσε ο ρυθµός, το τέµπο, ο παλµός,
η υφή, η εµπειρία (γιατί όχι και η επανάληψη)
όλα τούτα, σαν πρώτο σκαλί,
µια ίση αµοιβαιότητα και πράξη σύνθεσης
στην επταπλή κλίµακα
της υποκειµενικά νοουµένης ανόδου,
που θά’ δινε το ύψος.
( Σαν παρέθεση, η συνέχεια και η ακολουθία,
µια συµµετρία του ύψους,
που θά’δινε τη σκέψη του βάθους).
Η διπλή σειρά της απλής ακολουθίας, χωρίς
δισταγµούς, πτώσεις ή ύψη, η στρωτή, η καθηµερινή
(αλλοτριωµένη) γραφή, η µελετηµένη µορφή της γραφής.
2
ΜΟΡΦΙΚΗ ΓΡΑΦΗ
Οπτικές τρισδιάστατες εµπειρίες.
Όσο το δυνατό µεγαλύτερη αισθηµατική συµµετοχή του µελετητή
Σε εµπειρικό και προσωπικό επίπεδο,
που επιτρέπει να βιώσει το γραφτό,
να το ανακαλύψει και να ενωθεί µε όσο το δυνατό
µεγαλύτερη ένταση µ’ αυτό, µέσα σ’ αυτό, απ’ αυτό.
2. Επινόηση γραφής.
Η έννοια δίνεται µε όλες τις δυνατές της συνθήκες, προεκτάσεις,
τάσεις και αισθήσεις.
Εννοιολογική µέθοδος,
που στηρίζεται σ’ άλλα τα είδη της νόησης, της εµπειρίας
της απεικόνισης, της ταυτότητας και της αίσθησης.
Γραφή, όπου ο διαχωρισµός (πεζό, ποίηµα, µελέτη, διατριβή, µουσική,
εικόνα, αφή, συνοµιλία κ.α) δεν υπάρχει.
Αποµονωση του στεγανού, µεταξύ των διαφόρων µορφών έκφρασης
/Η αρχιτεκτονική στην ολότητά της. Αιγυπτιακή γραφή, σε συνδυασµό
µε την Ευρωπαϊκή.
Το πρώτο βήµα της «οπτικοσκεπτικής».
Για να δοθεί το βάθος, το ύψος, ο χρωµατισµός ο συνεπής ειρµός, η
αναλογία, το ύφος, οι επιµέρους προεκτάσεις και σκέψεις )που δεν
αποτυπώνονται στο χαρτί για διάφορους λόγους –προσωπικοί, ταχύτητα
της σκέψης, δυσκολία εκλογής µεταξύ διαφόρων µορφών, φράσεων,
λέξεων, νοηµάτων, συµπτώσεων, πύκνωµα νοηµάτων, διαφυγή σκέψεων,
κ.λ.π.- και άλλα καθοδηγητικά στοιχεία, τα «στίγµατα») του δηµιουργού,
Χρειάζεται η επαναφορά, η βράχυνση και η σκλήρυνση της γλώσσας,
του δυναµικού της γραφής.
Πρώτη επαφή µε τη νέα µορφολογία, δια µέσου της κοινής σηµερινής
γραφής.
Η «οπτικοσκεπτική» ή «οπτικονοητική» βασίζεται πάνω στην ίδια την
υφή των λέξεων και τις εµπειρίες που εικονίζουν, ή τον καθρέφτη που
φέρνουν, ή το αντικείµενο που χαρακτηρίζουν ή οτιδήποτε άλλο
προσδιορίζουν.
Οι ίδιες οι λέξεις από µόνες τους δεν έχουν ζωή. Πρέπει να τις φέρουµε
στο σηµείο να εκµαιεύσουν διαταραχές, να ανακινήσουν και να
ταρακουνηθούν και να φωνάξουν µόνες τους την υπαρξή τους και την
τοποθετησή τους, σε σηµείο να γίνουν συνεργάτες και ηθοποιοί στο έργο
που ο καθένας προβάλλει µέσα από το γραφτό του, µε την καθαρή,
κινητική, ακουστική, οπτική, αισθηµατική µορφή της ηθοποιϊας.
Μ’ αυτήν την τακτική και τη νέα τους τοποθέτηση, οι λέξεις ηθοποιοί,
πρωταγωνιστές, ακροβάτες, προλετάριοι ,αστροναύτες και προφήτες,
αυτοπροσδιορίζονται σταθερά και δίνονται µε λιτότητα. Σταµατούν οι
πολυσύνθετες δοµές της γλώσσας, το ακατάληπτο και ξένο λεξιλόγιο,
δικτυώνοντας και ενσωµατώνοντας κατάλληλα µέσα σε λίγες σχετικά και
πολύτροπες εκφράσεις, που δηλώνουν µε απόλυτη διαύγεια, το
περιεχόµενο του µηνύµατος και διατρανώνουν την ύπαρξή του απλά κι
αρµονικά, (εδώ, µε όλες τις δυνατές αισθήσεις και εµπειρίες) δίνοντας το
αληθινό µεγαλείο της παρεξηγηµένης γραφής.
Εκδηλώνοντας καταστροφές, πολέµους, ψυχολογικές δυσθυµίες,
άσχηµες προσωπικές, διαπροσωπικές, κοινωνικές καταστάσεις, οι λέξεις
3. ζωγραφίζονται ανάλογα µ’ αυτό που υποδηλούν. Λέξεις σκαµµένες,
τσαλακωµένες, λέξεις ανάπηρες, φράσεις µε αποσυγκολληµένα
κοµµάτια, µαύρες λέξεις, µελανά χρώµατα, τσακισµένες λέξεις,
µπερδεµένες λέξεις ή φράσεις, µατωµένες, (κόκκινα γράµµατα) ή
γαλάζιους καπνούς και χρώµατα, λέξεις µετάνοιας µε τα µούτρα προς τα
κάτω, αναποδογυρισµένες λέξεις έπειτα από καταστροφή, ή υποταγή, ή
ανήµπορη λύσσα, λέξεις που θα διαβάζουµε ανάποδα (αντίρρηση –
ανυποταξία) λέξεις σε σιδεριές ή φυλακές (σκοτεινός ρόλος, στενή επαφή
µαζί τους, επικίνδυνες λέξεις), λέξεις ανάπηρες, λέξεις εξάρτησης µε
άλλες επάνω τους, ή από κάτω τους (κοινωνικές τοποθετήσεις,
διακρίσεις, διαχωρισµός, ταξικές διαφορές) ή ακόµα και
σαδοµαζοχιστικές λέξεις µε µαστίγια και ρόπαλα, νύχια και ξυράφια,
σύγχιση που εκδηλώνεται µε σκόρπια γράµµατα (µια λέξη άβαλτη,
ατοποθέτητη, διακορευµένη) γράµµατα ασύµµετρα και παραστάσεις
κλονισµού ή πόθου.
Κοντυλοφόροι, που επιπλέουν στη γαλάζια ράχη µου, γεµίζουν τον
πυθµένα του φεγγαριού, µε µπλε πουα.
Μετά το πράσινο, όλη η φύση θάναι γαλάζια για πάντα, προς τα µέσα.
Όστρακα χαµογελούν στα υψωµένα κοντάρια και πουλιά κελαηδούν στις
ιδέες του πράσινου και µπλε.
Μπουκέτο, ιστιοπλοϊα, ιδέες, ιδέες, ανθοδέσµη του κακού. Στο βάθος της
άµµου βρίσκεται η όψη του φεγγαριού, η χαµένη όψη του Παραδείσου,
χωρίς προεξοχές και νευρώνες, µόνο ισορροπηµένη αβεβαιότητα της
συντριβής και της πτώσης, όπου όλα πετάνε, πλέουν, περιπλέκονται
δεντροστοιχίες, κληµαταριές, αναρριχώµενες βάτους, στο µπλε-γαλάζιο
χρώµα του αύριο.
Μόνοι ισορροπιστές, οι φάσεις αχνές, οι διαβήτες ξύλινοι, το
µισοσκόταδο ενωτικό της απάτης, έρηµος του ονείρου.
Το όνειρο, πάτωµα και µαξιλάρι της µέρας. Φτερά και λέξεις απ –φ-
Φωλιές αρχινισµένες κι άφτιαχτες, περιµένοντας τη λέξη που θά’ ρθει,
ξύλινη ποικιλµένη λέξη, λέξη αναστεναχτική, λέξη παρενθετική,
ανήσυχη, τριζάτη, λεπτοπουπουλάτη, λέξη ασθµαίνουσα, αντιστίξεις
γαλάζιου µεσηµεριού, στο ηλιόφως του µεσοξύπνιου.
Στο φράχτη, οστρακοειδή πηδηχτά, κυττάνε το πλούσιο φτέρωµα του
κύκνου, στο µεσαίο σκαλοπάτι της άρνησης.
Όχι, όχι, σκαλοπάτι, Ίκαρος, ιδέα, ιδέα του Ίκαρου για το φτέρωµα,
Ίκαρος πουληµένος στην ιδέα, φτερά στον αέρα, καψάλιασµα ιδέας.
Οι πυρές περιµένουν τους ήρωες, του µάρτυρες, τους θνητούς, στο
ξύπνιο, στο αύριο, στο µεταξύ, στο µεταξύ του µεταξύ της συρρίκνωσης
και της επανεµφάνισης.
(Μεσολάβησε στην ύπαρξη και την συρρίκνωση και επανεµφάνισε το
µεταξύ του Μεταξύ).
4. Έτσι, όλα στο µεταξύ έχουν ακινητοποιηθεί για µικρότερο χρόνο απόσο
χρειάζεται, για ν’ αρχίσει ο χρόνος και έτσι µένει µετέωρο στον αέρα
πάνω απ’ την πυρά, το µεταξύ της συρρίκνωσης και της επανεµφάνισης.
Θείο Μεταξύ, µεταξύ ουρανού και Γής, µεταξύ πλανητών και βάθους
θαλασσών, µεταξύ χτες και αύριο, µεταξύ αλήθειας και οδοστρώµατος,
µεταξύ πιθανού και απίθανου.
Οι γαλάζιοι κοντυλοφόροι περιδιαβαίνουν, περισπούδαστα,
περισυλλογιζόµενοι, περισυλλέγοντας περιτυλίγµατα, περίπατοι,
περίπατοι στη γαλάζια ράχη µου, όπου οι κοντυλοφόροι πράσινοι και
µπλε, µπλε και πράσινοι, ζωγραφίζουνε τα ονειρά µου, κάθετα στον ήλιο.
Μουσκεµένη η νύχτα στην αγκαλιά της Βίκυς.
Μουσκεµένη νύχτα, αγκαλιασµένη µε την αιωνιότητα και την
χρωµατιστή ανεµόσκαλα της Ιστορίας. Χέρια αγκαλιασµένα σε
συννεφένιες νότες, νότες παράλληλες στις σιδηροτροχιές του άπειρου,
όπου ξεκρέµαστοι παραµένουν οι πόθοι του διαρκώς σπαρµένου
αλλοφροσύνη χωραφιού. Φίδια πλέκονται στα µαλλιά της δράσης
κυττώντας προς το πέρα απ’ το ύστερα, στη δράση που τοποθετείται στα
καλώδια του υπερατλαντικού τηλέγραφου, ανάµεσα σε δυο γυµνασµένα
χέρια να γραπώνουν ευχές...
Σας εξακοντίζω όµορφες απρόσµενες εικόνες.
Σας προσυλητίζω στο ηµίφως της ταύτισης.
Σας πουλάω άχρηστα, ιδεατά αντικειµενα.
Σας χαρίζω τα τιµαλφή της αδικίας, πρόχειρα ριγµένα στα πόδια σας.
1983
6. Σελίδα 44
Ταχυδροµώ τις ισορροπίες µου,
pάνω και κάτω τα φάκελλα ανοιγµένα.
ΕΓΩ ταχυδροµώ, ΕΓΩ ταχυδρόµος, ΕΓΩ αποδέκτης, κυκλικές
∆ιακυµάνσεις ανhφορίζουνε στις ισορροπίες µου και γαλβανοσύρµατα,
στραγγαλίζουνε τις διαθέσεις µου, οι εδώ και οι εκεί:
Ανοιχτήρια σε πολιτικά συστήµατα.
Τα καταστήµατα δολοφονηµένα και οι καταστηµατάρχες, έπιπλα.
Παρέλαση, µάλλον επέλαση σε τράπεζες και εκκλησίες,
ωραίες εικόνες και κοσµητικά επίθετα
Στα τσαλακωµένα κρεβάτια, ΝΤΟ,ΡΕ, ΜΙ, ΦΑ,
φαλλός τεχνητός: άγαλµα πλατείας.
∆ΙΑΚΟΠΤΩ ΤΗΝ ΚΛΗΣΗ...
Υπερέβαλλες στις δικαιολογίες για το ταχυδροµικό
Περιστέρι
και την επιστροφή σου στην φύση,
συλλαβή,
βήµα,
µα τί κάνεις,
νηστεία,
αστεία πράµατα,
ταπεινά ανανέωσε,
στερέωσε τίς αλυσσίδες σου στο ταβάνι και απογειώσου.
Ο Σούπερµαν, έχει πέσει σε παρακµή,
Μή σε παρακαλώ,
συλλάβισε τις πιέσεις των στρογγυλεµένων φελλών
για όλες τις τάπες,
στα ταξίδια σου, για σιγουριά,
κράτησε τις ουτοπίες σου, συγκεντρωµένες,
κρεµασµένες πάνω σου,
λεωφορεία,
φορεία οριακά, η χρησιµοτητά τους
ένας νάρθηκας και οι ωοθήκες σου
για γονιµοποίηση, στεγανές,
ενεργειακή θλάση στις τετραγωνισµένες φλεγµονές
παράθυρα µαύρα,
προχωράω Εγώ, πέφτω Εγώ, σηκώνοµαι Εγώ,
συνέρχοµαι Εγώ, λειψός Εγώ, λυγίζω Εγώ,
πόρτα Εγώ, παράθυρο Εγώ, τρύπια µελανοδοχεία Εγώ,
απόρριψη µιας µόλις στεγνωµένης επιφυλίδα Εγώ,
καλντερίµι Εγώ,
η στρέβλωση του δικονοµικού δικαίου Εγώ,
Εγώ,
7. γοερά
ράθυµα
µαλακτικά
κατεβατά
ταχυδροµικά υπεισερχόµενος και αθλοθετηµένος
ο ίδιος, µέσα σ΄ένα κύπελλο
ύπερο παπαρούνας σε βάζο
Ζω, αλλά Όχι,
µέσα στο µουντό
Ντο και το Γκονγκ αναγγέλει και
καταγγέλει την άνοµη παραµονή µου
Ω, µονή µου,
έµµονη και µόνη,
που µένεις µόνη και µοναδική
στη µοναχική σου Μονή.
Σφυρίζω στις παλιές κοµµατικές αφίσσες,
συγυρίζω τα αναποδογυρισµένα στεγνά παραµύθια
συλλαβίζω τις υπεριώδεις σου ονειρώξεις
σε σκελετωµένα κίτρινα καφενεία και οι µέσα,
προεκλογικές εκκενώσεις σε σκεπαστούς διαδροµους,
οι διαβρώσεις Εγώ, οι ενώσεις εκείνοι,
το κενό εκείνο,
εκκένωσε το άλλο κενό
και κενουµένων των κενών,
βουλιάξαµε στους βούρκους,
δακρυσµένα περιστέρια και ενέσεις
οι αµφιέσεις,
ΤΟΝ ΠΑΙΡΝΟΥΝ ΣΗΚΩΤΟ
λειψό το επιµύθιο
ενοίκιο και χρέος στα παλιά µας
πρόστιµα.
Σου το λέω προς τιµήν σου, η Τιµή, τιµή δεν έχει
και δεν τιµάται βάση τιµαρίθµου, αλλά
τιµωµένη αποδίδει Τιµάς εις πάπας και ανεράστους κορασίδας,
αίτινες περιφέρουν τα ανέραστα σώµατά των, εις Ιεράς Μονάς
και περιφοράς επιταφίων-άνευ αµφίων, εικόνες αµφιβίων,
των Ιερών Μυστηρίων, άνωθεν Αγίων Τραπεζίων, αντί φαλλών,
δισκοποτηρίων και ετέρων εγχειριδίων.
Μολώχ της Συµπληγάδας,
Μολώχ της ασκητικής στέππας,
Αβραξάς της ποίκιλσης του Θεϊκού Ξίφους,
Αβραξάς του θανάτου και του έρωτα,
Γιν και Γιάνκ, του θρόνου κόκκαλα της
8. Προφητείας,
Αριµάν της εγκατάληψης της ιδεοληψίας για Καλό,
Ρα, των κρυφών σου σφραγίδων του Φωτός,
Άχουρα Μάσδα της ζωντανής λεηλασίας της Ζωής
∆ιόνυσε της οργιαστικής κραυγής για το
Μυστήριο του έρωτα,
Κάλι της απροκάλυπτης ταύτισης µε το χώµα,
Σαµάν του ξέφρενου οργασµού της Πνοής σου,
Και τώρα ακονισµένες δεξιοτεχνίες σε σταχυωµένα βλέφαρα,
από καρτερίες αναµεσά µας, ολόκληρος βυθός,
Χωρίς Ζωές,
∆ιαρροές τµηµατικές,
Αριθµητικές σε Μαθηµατικές ευθείες,
οι αξίες
αλλάξανε παραλήπτες και τα χέρια στα παράθυρα
Και τα παράθυρα στα χέρια,
ΚΛΕΙΣΤΑ ΟΥ∆ΕΝ ΣΧΟΛΙΟΝ
Σκόπιµο θά’τανε, να αναφέρω την εισβολή
µικροκαταφάσεων στις ατοµικές µας µελανιές,
χιαστί σβησίµατα στα µάτια της φρικοτέχνης
και γυµνοί σαλτιµπάγκοι στις γωνιές.
Να αναχωρούµε διακριτικώς, εντέχνως ατέχνως,
µε τέχνη την τεχνική της τεχνικής της ατεχνίας
άνευ ουσίας και οι κουκίδες των σκοπών:
παρεµβάσεις στιγµής, χωρίς πυγµή, χτύπηµα στην αιχµή,
Μή, µη, ο µηχανισµός, ο µιλιταρισµός, ο µισθωτός, ο Μη- άγνωστος,
Καρέ, κουαρτέτο Μη, χωρίς έγχορδα, πνευστά και κύµβαλα,
µόνο τα κρουστά και όχι ακουστά,
χτυπούν πάνω µας, κορεσµένα ακόρεστα τύµπανα
ξενυχτούνε γύρω, οι ψιλορίξεις µας γεννήτριες
και ηλεκτροσόκ µελαχροινά,
οι Έξοδοί µας, Είσοδοι
και οι σαλτιµπάγκοι αεροβατούν στα κλειδιά του φα,
χωρίς αίτιο και αιτιατό, µόνο οι χρόνοι
µένουνε κλεισµένοι στα δικά τους τούνελ,
να επαναλαµβάνουνε φορεσιές αρκουδιάρισσας µονοτονίας,
ατέλειωτα σε φυτικούς ρυθµούς, ζωντανούς καθρέπτες, χωρίς κορνίζες
και αντανακλάσεις- διαθλάσεις ενός ξένου σε ξένο.
Η υπερβολή άνοιξε φτερά και ξέφυγε την προηγούµενη νύχτα,
έτσι η σκοπιά ανώφελη πια,
µπεκρουλιάζει,
Προς τα πού να γυρίσει το νόµισµα;
Χάσαµε τις όψεις και τις απόψεις αν τις περικόψεις,
9. θα διακόψεις µε κατόψεις και προσόψεις
θα ξεκόψεις από όψεις και θα διώξεις τις
επιδιώξεις.........
΄79
11. Σελίδα 54
Κάποιος αυτοευνουχίστηκε,
συγχίστηκε,
αρνήθηκε,
ξεσκίστηκε,
µια ολόκληρη µέρα, σε βουνοκορφές και τέλµατα
και τώρα ποιος θα γράψει ιστορία;
Τα κράνη µας τρέχουνε σε ριγωτές ασφάλτους,
µονόλογοι, µόνο-λόγοι,
«Νιάσου, στάσου»
Κάποιος που θά’ρχεται
Άνοιξη µε φουστάνια και µοκασίνια στα πόδια,
Τρυφερό παιδί, γλυκό και ώριµο
Έτοιµο
Έτοιµο µε τα χέρια γεµάτα προσφορές,
πόσες φορές
κάθε µέρα κάθε νύχτα,
ανα-Πωλείς τις αισθήσεις
παρ-αισθήσεις
δι-αισθήσεις
µετ-αισθήσεις
πλαν-αισθήσεις
και τ’ άλογα έτοιµα να χτυπάνε µε τα πόδια
εφόδια
για τα ταξίδια
και οι στρατώνες µελανιασµένοι,
χυµένοι
στα δωµατιά µας
µάτια µας,
σφιγµένα, αλλιωµένα, χαµένα, ξεχασµένα,
ποντίκιασε κελάρια και φτωχογειτονιές,
τι ζητώ;
Τι θα ζητώ;
Πώς ζητώ;
ΖΗΤΩ, τα πρασινισµένα
∆έντρα
Σαν άντερα στο µυαλό µου
Και ο Καίσλερ, πατέρας µακρινός
οιωνός εξόδων,
εσόδων από αντιγραφές,
διαγραφές των ηµερών
και ο Μύλλερ,
12. ο DEALER απουσίας,
συνουσίας, σε λουστραρισµένα πιάνα,
µε µουσική και προσµονή,
αναµονή
«δια-Μονή απουσίας» η επιγραφή,
στο µοναστήρι των GRATEFULL DEAD,
µε µάνατζερ, παναγιότατους Άγιους
και θαλαµηπόλους,
πλούσιων αρχοντικών,
δεσµευτικών στις συνηθειές µας,
το πέσιµο του Ίκαρου.
Γλύστρηµα των παλιών, µε ήλιους και σελήνες
Σωλήνες
Στο σπίτι µας και σιδεριες
Και το τηλέφωνο, φωνή µηδέν,
περνάµε τις διαχωριστικές γραµµές,
της παρουσίας της απουσίας
Και ας έρχονται διακοπές,
κοπές συνειδησιακές
Και θα γυρίσουµε χωρίς µισό,
γιατί το άλλο µισό,
θα το χαρίσουµε στους κράχτες
Και πάντα έτσι θα αντιγράφουµε από τεφτέρια
ξεφτέρια
στις επαναλήψεις,
Ας δείξεις και στους άλλους τους τρόπους
Και τις παγίδες
Για οβίδες, στους καιρούς που θά’ρθουνε
Και του Ινδουιστές φίλους µας
Και τους σκύλους των ασφάλτων
Και τα αλφαβητάρια της ενοχής
της ταραχής,
ας ξεφυλλίσουµε και ας απορρίψουµε.
«Τελετουργικά
σα να
µε κυττούσε
και αρκούσε
µόνο εκείνο»
Κάποτε έρχεται, µόνο για τους τρελλούς µια µέρα,
Όπου όλα αντι-στρέφονται, µεταστρέφονται,
Περιστρέφονται, αποκτώντας τις διαστάσεις που
ζητούσανε, -όλα αρχίσανε να φεύγουν στις κατηφόρες-
κάτι φορές που οι ήλιοι ζευγαρώνουνε
13. και οι χλαµύδες ξαναεµφανίζονται.
QU EST-CE QUE C EST
Είναι οι φυγές που σχηµατίζουνε ρυάκια
παιδάκια
σε αµµουδιές και τα τροπάρια σε µικρο-φωνάζουν,
απαιτώντας να κατέβουν όλοι κάτω από σταυρούς
και ψυχαναλυτικά τραπέζια
Και οι αµµουδιές,
όχι άδειες
Και οι παραλίες,
Λείες, µπροστά στα µάτια τους
Και το πράσινο,
Όχι άσηµο και γκρίζο, αλλά ζωηρό
στη γιορτή µας
Η φυγή µας, ότι κι αν πούµε τό’ χουµε ξαναπεί
Και ο ήλιος ακούει το δεσιµό µας.
Θα σου χαρίσω τα µπλουζ των µατιών µου
Και τις ασηµένιες µου δυνάµεις,
για το παιχνίδι του κύκλου.
Πάντα οι πράξεις του µέλλοντος
Και µετά θά’ ρθει ο Ένας
Όχι εκείνος ή αυτός, αλλά ο Ένας
(προφητείες ζαρωµένων τυφλοπόντικων)
Φεύγω, σου είπα,
ΟΧΙ
Και µετά θά’ ρθει ο Ένας
Και ακόµα κανείς ∆ΕΝ ΕΧΕΙ ΕΡΘΕΙ,
Μόνο οι δρόµοι γεµίσανε αυτοκίνητα
Και σταυροφορίες.
Αµήν.
Ο Χριστός Νικά.
Το Χάος Σώζει.
Ιησσούς
Χαοτικός
Θέληση
Υλική
Σύµπαντος
SOS
STOP
s.s 1 2 3
τι θα γίνει, τι έχει γίνει, τι γίνεται,
ΘΑ ΓΙΝΕΙ;
14. και µένουµε ριζωµένοι στον ίδιο τόπο
για χρόνια, χωρίς γέφυρες,
Ιερές Γραφές προσαρµογής,
διαταγής για στάση,
χωρίς άλση και θάλασσες,
ούτε γοργόνες και παραµύθια
γρίφους, µύθους, ιστορίες,
αηδίες όλ’ αυτά
σκατά,
και µέσα σ’ όλα αυτά,
οι γκόµενες και οι περγαµηνές,
οι έλικες και η λήθη,
µπαλκόνια και στενόδροµοι
δια-Τριβές χειµωνιάτικες
και δια-Λέξεις,
λέξεις πρόχειρες, ποντικιασµένες λέξεις
χαρτόκουτα,
παράνοια σιωπηλής µουσικής,
εύκολης µουσικής,
γλυκερής µουσικής,
ΧΩΡΙΣ ΜΟΥΣΙΚΗ
(κρεβάτι 2.2)
16. Σελίδα 64
Θα θυµηθώ τις παλιές µας ιστορίες,
όταν οι µάγισσες µε τα σκισµένα
πανωφόρια,
χυµούσανε στους ηλεκτρονικούς
ρυθµούς µας,
όταν οι χάρτινες σκέψεις ανοιγανε
αυλάκια µε αίµα,
όταν οι ηθοποιοί της φαντασίωσης
αποχωρούσαν διακριτικά τη ξηµέρωµα,
όταν ο σύντροφος µουρµούριζε
αφορισµούς, παίζοντας το κοµποσκοίνι,
τότε που η πανσέληνος έβγαλε δόντια,
και δάγκωσε τις ριγωτές σελίδες µου.
18. Σελίδα 24
ΟΙ ΣΤΟΧΟΙ ΕΙΝΑΙ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ
ΑΞΙΩΝ
Η κάθε εποχή, ορίζεται από τους στόχους που βάζει και τις αξίες που
προσυπογράφει.
΄78
Κτερίφτηκα φέ νού κραστή, τή περπαντή κι ωραία
γεπάντικα κι ασήθαµπα, βαρδιναλή µερέα.
Στά φούρνικα κι αλύγηστα, τα παρθηριά και πάµε
χωρίς να πώντα τι τραβάς, κια΄πάρνα µελανάµε.
Αρδαβαριά κι αρδαβαριά, τής νακουφτής τιλάσδε,
επήρα τήν µαρτατουριά, όχτι θα πής βαράσε.
Γρεντάν απ’ τόν ταλιβοριά, ξερνούν σινιές απάνω
διαφωρές νηµατιστές κι΄ αρύτηστες προλάνω.
Τσατί πατί κι΄απάνωθέ σου πάνω
γιατί κατί, τή λάβδα σου τό άνω.
Επήρα τη φαλότσα συ κέ φτή την αλφαβήτα
θαρύστηκα, θαµνήστηκα κέ πρί τή καρµελύτα.
Παρισταριά τής αστραφτής, τής ρύς οί φεταρίτες
πετάρισα κι αλίστικα, στάς φλάς κίς ελινίτες.
Σού παρνώ τίς ερστίς,
σού φτένω ασορτίτσες,
ξεκλίστικα απ’ ονεχτίς, µεριστικές
γλυφίτσες.
(Αρδαβαριά, στή φουρνικιά τσί καλαβρή µαρέα)
Ετούκτενα κι’ ασύθαφτα, ύ καλετιά κι΄ωρνέα,
µαρτακιαστή κι΄αφτίχαστη δί΄ λαµατιά παρέα.
Ω, λαµενδία σύ θαµπής σου,
Ω, βλυφίς πηραµύς σου,
Ω, θυτακία λυµφατήτης,
Ω, µαλατίστα κρεοντίτις.***
Οµτέ**** σύ θάµπος τύς δραβήτας,
οµπτέ, σύ γήρτος της µαρµύτας,
οµπτέ, σύ φόλτες τύς αλέας,
οµπτέ, σύ φόδρες της µαρέας.
19. Οµπτέ, Χοφτέ**** Αρδαβαριά,
Οµπτέ, χοφτέ ύ Ξαρταφιά.
**Περιστικέ τύ κά κρατείν έν είς σιµά του
***κρεόνδικα φτυνήστατη
****περίπτικα σή να κρατύς
*****ανήσαµπα ασύφτερα, σιλόντας.
Σηµείωση.
Ένα ή περισσότερα (*) =άνω τελείες. Η θέση τους είναι επιλεγµένη
από τον ποιητή.
(Έπεται συνέχεια....)