1821 ΧΡΥΣΑ ΚΟΚΟΡΙΚΟΥ-ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
εργασια πλοια
1. ΤΥΠΟΙ ΠΛΟΙΩΝ ΑΝΑ ΤΗΝ
ΙΣΤΟΡΙΑ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Από τα αρχαία κιόλας χρόνια οι μεσογειακοί ως επί το πλείστον λαοί αντιλήφθηκαν τη
σημασία της ναυτιλίας, όχι φυσικά για λόγους αναψυχής αλλά για οικονομικούς και
εμπορικούς σκοπούς (μεταφορά αγαθών, πρώτων υλών κ.λ.π.).Τα πλοία κατασκευά-
ζονταν ανάλογα με τη χρήση αλλά και τη γεωγραφική διαμόρφωση των περιοχών, τις
οποίες προορίζονταν να πλεύσουν. Αξίζει να αναφερθεί πως τα πλοία αποτέλεσαν - και
συνεχίζουν να αποτελούν) ένα ιδιαίτερα σημαντικό μέσο όσον αφορά την επεκτατική
τακτική ορισμένων χωρών. Πα-ρακάτω θα δούμε τα διάφορα είδη των πλοίων ανά τα
χρόνια, καθώς και την εξέλιξή τους.
ΑΡΧΑΙΑ ΠΛΟΙΑ
ΘΗΡΑΙΚΑ ΠΛΟΙΑ
Τα πρώτα διάσημα πλοία στον Ελλαδικό χώρο ήταν τα πλοία της Θήρας που
παραστάσεις τους σώζονται σε αγγεία αλλά και σε τοιχογραφίες που ήρθαν πρόσφατα
στην επιφάνεια στις ανασκαφές της Θήρας. Οι τοιχογραφίες χρονολογούνται στο 1500 –
1600 π.Χ. οπότε μιλάμε για ακόμη παλιότερη χρήση. Το παράξενο είναι ότι αυτή η
γνώση φθίνει μέχρι πολύ αργότερα κοντά στο 700 π.Χ. που η Κόρινθος ξανά παρουσίασε
την πρώτη μορφή τριήρεως. Είχε 40 μέτρα μήκος και χρησιμοποιούσε 150 κωπηλάτες σε
τρεις σειρές και 50 ακόμα άτομα για τις υπόλοιπες ανάγκες
2. ΑΘΗΝΑΙΚΗ ΤΡΙΗΡΗΣ
Η Αθηναϊκή Τριήρης, σύμφωνα με την πλειοψηφία των μελετητών, είχε μήκος 36 μ.,
πλάτος 5μ., ύψος από την ίσαλο 1,80 μ. και βύθισμα 1,20 μ. Το εκτόπισμά της ήταν 70
έως 80 τόνοι. Είχε 200 άνδρες πλήρωμα, από τους οποίους 170 κωπηλάτες – ερέτες.
Κάθε κωπηλάτης – ερέτης τραβούσε μόνο ένα κουπί, μήκους 4,40 μ. Το πλήρωμα
συμπλήρωναν, ο τριήραρχος που ασκούσε την ανώ-τερη εποπτεία του πλοίου, ο
κυβερνήτης υπεύθυνος ναυτιλίας, ο πρωρεύς που ήταν υπεύθυνος στην πλώρη, ο
κελευστής υπεύθυνος του πληρώματος, δύο τριήραρχοι, ο αυλητής που έδινε το ρυθμό
κωπηλασίας με τον αυλό του, 13 ναύτες για άλλες δουλειές, εκτός κωπηλασίας, και τέλος
10 πολεμιστές με βαρύ οπλισμό. Η ταχύτητα των Τριηρών έφτανε τους 6-7 κόμβους, ενώ
σε περί-πτωση ναυμαχίας και για ορισμένο χρονικό διάστημα άγγιζε τους 10 κόμβους.
ΚΩΠΗΛΑΤΙΚΑ ΠΛΟΙΑ (ΚΟΝΤΟΡΟΙ)
Αρχικά, τα πλοία ήσαν μόνο με κουπιά (κόντορους, κοντάρι ) και με μια σειρά από κάθε
πλευρά, οι καλούμενες μονήρεις. Αργότερα, μετά τα τρωικά, έγιναν πλοία με δυο σειρές,
οι καλούμενες διήρεις (τα πλοία αυτά είχαν δυο καταστρώματα) και τέλος με τρεις
σειρές, οι καλούμενες τριήρεις (τα πλοία αυτά είχαν τρία καταστρώματα).Η ναυς με μια
3. μόνο σειρά κουπιών από κάθε πλευρά είχε είτε δυο μόνο κουπιά, όπως οι σημερινές
μικρές βάρκες, είτε τέσσερα, έξι, ή και οκτώ. Μετά τα τρωικά χρόνια δημιουργήθηκαν
πλοία που είχαν ακόμη και 25 κουπιά από κάθε πλευρά, σύνολο πενήντα, οι καλούμενες
και πεντηκόνταροι
Η ΔΙΗΡΗΣ
Πολεμικό κωπήλατο πλοίο με δύο σειρές κουπιών σε κάθε πλευρά. Πρόκειται για
επαναστατική επινόηση (πιθανότατα των Βοιωτών από τον Τρωικό πόλεμο ή
ασφαλέστερα των αποίκων τους στις Ερυθρές της Μ. Ασίας κατά τον 8ο αι. π.Χ.) που
πρόσδιδε στο σκάφος διπλάσια κινητήρια ισχύ χωρίς αύξηση του μήκους του. Αυτό ήταν
ένα σημαντικό πλεονέκτημα στις καταδιώξεις των πειρατών και στους εμβολισμούς των
αντιπάλων.
Η πλοήγηση επιτυγχανόταν με τα δύο μεγάλα κουπιά της πρύμνης. Επικουρικά διέθετε
ένα μεγάλο τετράγωνο ιστίο με πλήθος τροχαλιών για τον ευχερή χειρισμό του. Συνήθως
έφερε 100 κουπιά (εκατοντόρος). Το μήκος και το πλάτος της έφθαναν τα 32 και τα 4,80
μέτρα αντίστοιχα. Μερικές φορές έφερε κατάστρωμα για την προστασία των κωπηλατών
και την ευχερή μεταφορά των οπλιτών.
ΠΕΝΤΗΚΟΝΤΟΡΟΣ
Πρόκειται για ταχύπλοο πολεμικό κωπήλατο πλοίο με μια σειρά από 15 (ή 25) κουπιά σε
κάθε πλευρά του. Ήταν μακρόστενο για την ανάπτυξη των 30 (ή 50) κωπηλατών, με
ρηχή καρίνα και εξαιρετικά πιο ευέλικτο και ταχύτερο από τα αντίστοιχα «στρογγυλά»
4. εμπορικά πλοία. Χρησιμοποιήθηκε ευρέως από τους Μυκηναίους και πρωτοαναφέρεται
από τον Όμηρο ως το κύριο πλοίο του Τρωικού πολέμου. Τα κουπιά δένονταν με θηλιές
στους σκαλμούς της κουπαστής και οι κωπηλάτες κάθονταν σε απόσταση 80 εκατοστών
από αυτήν ώστε να εξασφαλίζεται η απαιτούμενη ροπή. Ως πηδάλιο χρησιμοποιούνταν
τα δύο μεγάλα κουπιά της πρύμνης. Στην πλώρη έφερε ένα μεγάλο έμβολο επενδυμένο
με ορείχαλκο για τον εμβολισμό των αντίπαλων πλοίων. Επικουρικά διέθετε ένα μεγάλο
τετράγωνο ιστίο. Το μήκος και το πλάτος της έφθαναν τα 25 (ή 35) και τα 4,5 μέτρα
αντίστοιχα. Δεν έφερε κύριο κατάστρωμα αλλά δύο ακραία (στην πλώρη και στην
πρύμνη).
ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΑ ΠΛΟΙΑ
ΧΕΛΑΝΔΙΟΝ
Το χελάνδιον ήταν Βυζαντινό πολεμικό πλοίο με δύο ιστούς. Υπήρχαν δύο βασικές
παραλλαγές: το «ουσιακόν χελάνδιον» με πλήρωμα περ. 110 ατόμων (δηλ. μία «ουσία»),
και το μεγαλύτερο «πάμφυλον χελάνδιον» με πλήρωμα 120 έως 160 ατόμων (το όνομα
δηλώνει είτε προέλευση από την Παμφυλία είτε επάνδρωση με διαλεχτά πληρώματα, από
το πάν+φύλον). Εκινείτο με κουπιά αλλά και με τη βοήθεια δύο τετράγωνων ιστίων, ένα
σε κάθε ιστό. Στην πλώρη του έφερε ειδική κατασκευή για να εξακοντίζεται το υγρό πυρ
ΓΑΛΕΡΑ
5. Η Γαλέρα ήτανε ένα πολεμικό καράβι της ρωμαϊκής εποχής που διέσχιζε την Μεσόγειο
και ένωνε την Ρώμη με τις επαρχίες, Ελλάδα, Μ. Ασία, Ιουδαία, Αίγυπτο, Τυνησία κ.λ.π.
Οι Ρωμαίοι έφτιαξαν τη Γαλέρα παίρνοντας σαν πρότυπο το σκαρί του Βυζαντινού
δρόμωνα.
Το μήκος της ήταν περίπου 47μ. και το πλάτος της 6μ. Στην κάθε πλευρά είχε 26 κουπιά.
Είχε πλήρωμα 200 με 300 άτομα και διατηρήθηκε αμετάβλητη από τον 9ο έως 18ο αι.
Οι Γαλέρες ήταν τα πολεμικά πλοία του Βενετικού Ναυτικού, αργότερα και Γαλλικού
στόλου την εποχή του Λουδοβίκου του ΙΔ’ μέχρι το 1748 όπου αντικαταστάθηκαν από τα
ιστιοφόρα.
Η Ρωμαϊκή Γαλέρα είχε 52 κωπηλάτες όσα και κουπιά, κάτω στα σκοτεινά αμπάρια
αλυσοδεμένοι από το ένα πόδι στο δάπεδο του πλοίου. Εκεί έτρωγαν και εκεί
κοιμόντουσαν.
Σε περίπτωση ναυμαχίας έβαζαν 2 κωπηλάτες στην κάθε θέση.
ΝΤΡΑΚΑΡ-ΣΝΕΚΑΡ
Ντράκαρ (σουηδ. drakar = δράκος). Ονομασία μεγάλων κωπήλατων ή ιστιοφόρων
σκαφών, που χρησιμοποιούσαν οι Βίκινγκς μεταξύ 8ου και 10ου αι. μ.Χ. Η ονομασία
τους οφείλεται στη διακόσμηση της πλώρης των σκαφών με δράκοντες· παρόμοια πλοία,
που είχαν μήκος περίπου 20 μ., ονομάζονταν κατ’ ανάλογο τρόπο σνέκαρ (snekar), από
το λαξευμένο φίδι στην πλώρη τους.
6. Μερικά σκάφη του τύπου αυτού, που βρέθηκαν σε πολύ καλή κατάσταση στη
Σκανδιναβία, επέτρεψαν να γίνουν γνωστές οι λεπτομέρειες της δομής τους και να
διαπιστωθεί πόσο είχαν προοδεύσει οι σκανδιναβικοί λαοί στη ναυτική τέχνη. Τα
ντρακαρ είχαν μήκος περίπου 30 μ. και πολύ λεπτά σχήματα, με πλώρη και πρύμη ίσες
μεταξύ τους και κυρτές προς τα πάνω, χωρίς κατάστρωμα· στο κεντρικό τμήμα οι
κουπαστές τους ήταν χαμηλές. Για την ενδεχόμενη χρησιμοποίηση του ανέμου (γενικά
κινούνταν με κουπιά) τα ν. είχαν ένα μεγάλο τετράγωνο πανί σε ένα κατάρτι, περίπου
στη μέση του σκάφους. Το πλήρωμα, σαράντα έως και εκατό άντρες, αποτελείτο κατά
μεγάλο μέρος από κωπηλάτες.
Κάποια από τα σκάφη αυτά, που ανακαλύφθηκαν στη διάρκεια του 20ού αι., χρησίμευαν
και για την ταφή των σπουδαίων αρχηγών των Βίκινγκς.
ΔΡΟΜΩΝΑΣ
Το μοντέλο που παρουσιάζεται αποτελεί ένα Δρόμωνα, βασικού τύπου πλοίου του
Βυζαντινού πολεμικού ναυτικού. Ο Δρόμωνας, θεωρείται η εξέλιξη της Αθηναϊκής
τριήρους. Όπως και η τριήρης, έτσι και ο δρόμων ήταν ελαφριάς κατασκευής, ανθεκτικός
και έφερε αναλόγως του τύπου του, μία ή δύο σειρές κουπιών. Έφερε επίσης ένα ή
περισσότερα τριγωνικά πανιά (λατίνια) ή τετράγωνα, ανάλογα του τύπου του. Η
επιφάνεια των πανιών του ήταν μεγαλύτερη από αυτή της τριήρους με αποτέλεσμα να
κινείται γρηγορότερα και αναλόγως των καιρικών συνθηκών να κινείται μόνο με πανιά.
Αντί για το μεταλλικό έμβολο που έφερε η Αθηναϊκή τριήρης, ο Δρόμων έφερε "σίφωνα"
στην πλώρη, από το οποίο εκτοξευόταν το περίφημο υγρό πυρ. Το όπλο αυτό μετά το
673 μ.Χ. έγινε ο φόβος κα ο τρόμος των εχθρικών πλοίων. Δεν ήταν απαραίτητο πλέον
τα πλοία του βυζαντινού πολεμικού ναυτικού να εμβολίζουν ή να έρχονται σε επαφή με
τα εχθρικά πλοία.
ΚΑΡΑΒΕΛΑ
7. Τύπος ιστιοφόρου πλοίου που έφερε, εκτός από τα παραδοσιακά τετράγωνα πανιά που
είχαν όλα τα πλοία έως τότε, και ένα ή περισσότερα τριγωνικά πανιά, που ονομάζονταν
λατίνια.
Η καραβέλα, σύνθεση της ευρωπαϊκής και της αραβικής ναυπηγικής παράδοσης, πρέπει
να ναυπηγήθηκε για πρώτη φορά κάπου στη Μεσόγειο, πιθανόν στην Πορτογαλία ή την
Ισπανία, κατά τις πρώτες δεκαετίες του 15ου αι..
Οφείλει την ονομασία της, μάλλον, στην αγγλική λέξη carvel, η οποία δηλώνει το πλοίο
που είναι κατασκευασμένο με λεία αρμολογία, δηλ. οι σανίδες των πλευρών του
σκάφους εφάπτονται μεταξύ τους, χωρίς το ένα να υπερκαλύπτει μέρος του άλλου,
δηλαδή να «πατάει» το ένα στο άλλο, όπως συνέβαινε στην παραδοσιακή αρμολογία των
πλοίων έως τότε.
Οι καραβέλες, μολονότι πιο εύκολες στο χειρισμό τους από τις προηγούμενες μορφές
πλοίων, ήταν το ίδιο άβολες για το πλήρωμα. Γενικά, είχαν ένα μόνο κατάστρωμα, που η
μεγάλη καμπυλότητά του επέτρεπε να φεύγουν γρήγορα τα νερά από τα κύματα που το
σάρωναν. Ο πλοίαρχος είχε συνήθως τη σχετική πολυτέλεια μιας μικρής καμπίνας στην
πρύμνη, αλλά το υπόλοιπο πλήρωμα –γύρω στους 30 με 40 άντρες– κοιμόταν όπου
μπορούσε: στο κατάστρωμα τη ζεστή εποχή, κάτω από το κατάστρωμα με το φορτίο
κατά τις φουρτούνες και τα κρύα. Τον περισσότερο χρόνο του το πλήρωμα τον περνούσε
αντλώντας νερά από τα αμπάρια, βυθομετρώντας και μανουβράροντας τα πανιά.
Μια τέτοια ζωή, αν και σκληρή και μερικές φορές επικίνδυνη, δεν ήταν ιδιαίτερα
ανθυγιεινή. Στις πρώτες δεκαετίες της εποχής των εξερευνήσεων, τα ταξίδια σπάνια
κρατούσαν πάνω από δύο μήνες και τα πλοία έμεναν συνήθως κοντά στις ακτές,
κάνοντας συχνές προσεγγίσεις για ανεφοδιασμό. Εκτός από τις περιόδους καταιγίδας ή
πολέμου, τα πληρώματα τρέφονταν αρκετά καλά, με φρέσκα τρόφιμα και νερό.
Όταν όμως η διάρκεια των ταξιδιών μεγάλωσε, εμφανίστηκαν προβλήματα.
Χρειάζονταν μέχρι 25 άντρες για να μανουβράρουν τις τεράστιες κεραίες της καραβέλας,
ενώ τα ανοιχτά καταστρώματα πρόσφεραν ελάχιστη προστασία στο πλήρωμα και τα
εφόδια.
ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΠΛΟΙΑ
ΕΠΙΒΑΤΙΚΑ ΠΛΟΙΑ
8. Χαρακτηρίζονται τα πλοία που μεταφέρουν επιβάτες και υπό προϋποθέσεις φορτία και
οχήματα. Τέτοια πλοία είναι τα επιβατηγά της ακτοπλοΐας, τα κρουαζιερόπλοια και τα
υπερωκεάνια πλοία.
ΠΛΟΙΑ ΕΙΔΙΚΟΥ ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΥ
(Μετερεωλογικό πλοίο)
Πλοία ειδικού προορισμού είναι πλοία τα οποία δημιουργήθηκαν λόγω ανάγκης για
γρήγορες μεταφορές ή λόγω της εξέλιξης της τεχνολογίας η οποία μας υποχρέωσε στην
κατασκευή των πλοίων αυτών. Πλοία ειδικού προορισμού είναι τα πλοία ψυγεία
(Refrigerated ship), τα αλιευτικά (Fishing boat), τα ωκεανογραφικά (Oceanographic
ships), τα πλοία τοποθέτησης καλωδίων (Cable ships), τα εκπαιδευτικά (Training ships),
μετεωρολογικά (Meteorological ships).
ΦΟΡΗΓΑ ΠΛΟΙΑ
9. (Γενικού Φορτίου)
Φορτηγό πλοίο (cargo ship) χαρακτηρίζεται οποιοδήποτε πλοίο που κύριος προορισμός
του είναι η μεταφορά φορτίων. Τα φορτηγά πλοία ποικίλλουν σε τύπους και κλάσεις με
ανάλογη κάθε φορά χωριτικότητα. Γενικά έχουν σχεδιασθεί για να μεταφέρουν
οποιοδήποτε είδος φορτίου. Μερικά εξ αυτών δύνανται να μεταφέρουν μέχρι 12 επιβάτες
(όριο υπεράνω του οποίου το πλοίο χαρακτηρίζεται επιβατηγό). Τα φορτηγά ανάλογα του
μεγέθους τους χαρακτηρίζονται σε ωκεάνια και εσωτερικών (χωρικών) υδάτων. Συνήθως
διακρίνονται από τη μικρής έκτασης των υπερκατασκευών τους καθώς και από τους
γερανούς που φέρουν.
ΑΕΡΟΠΛΑΝΟΦΟΡΟ
Το αεροπλανοφόρο είναι ένας σχετικά σύγχρονος τύπος πολεμικού πλοίου, ειδικά
κατασκευασμένο για τη μεταφορά, απονήωση και προσνήωση πολεμικών αεροπλάνων.
Ουσιαστικά είναι ένα πλωτό στρατιωτικό αεροδρόμιο, που προσφέρει επίσης και
επισκευές επιπέδου πίστας (επιπέδου 1) στα αεροσκάφη που μεταφέρει.
Το αεροπλανοφόρο αποτελεί σήμερα επιχειρησιακά τη ναυαρχίδα ενός στόλου. Οι
ανάγκες για φιλοξενία αεροσκαφών οδήγησαν ναυπηγικά τα πλοία αυτά να είναι
συνήθως δυσανάλογα μεγάλα σε σχέση με τις υπόλοιπες ναυτικές μονάδες (πολεμικά
πλοία). Ένα αεροπλανοφόρο μπορεί να έχει από 180 εώς 300+ μέτρα μέγιστο μήκος,
πλάτος 30 εώς 70 μέτρα (μέγιστο πλάτος καταστρώματος πτήσης), και εκτόπισμα από
15.000 εώς 100.000 τόνους.
Τα κύρια μέρη που ξεχωρίζουν ένα αεροπλανοφόρο από άλλο πλοίο επιφανείας είναι:
-Το μεγάλο, επίπεδο και κατάληλλα εξοπλισμένο κατάστρωμα πτήσης, που χρησιμεύει
στις επιχειρήσεις και για σύντομη στάθμευση των αεροσκαφών πριν και μετά την πτήση
τους.
-Το επίσης μεγάλο κατάστρωμα υποστέγου, ακριβώς κάτω από το κατάστρωμα πτήσης,
το οποίο χρησιμεύει στις επισκευές, επιθεωρήσεις, τη μακροχρόνια στάθμευση και τον
αρχικό εξοπλισμό των αεροσκαφών.
-Τη μοναδική, μικρή υπερυψωμένη υπερκατασκευή, επονομαζόμενη και "νησί", στο
οποίο βρίσκονται μόνο ελάχιστα κρίσιμα κέντρα για τις επιχειρήσεις του πλοίου (γέφυρα,
τηλεπικοινωνίες κλπ.)
ΑΝΤΙΤΟΡΠΙΛΙΚΑ
10. Το αντιτορπιλικό (Α/Τ) είναι τύπος πολεμικού πλοίου που εμφανίστηκε στις αρχές του
20ού
αι. για την αντιμετώπιση αρχικά των τορπιλοβόλων και τορπιλακάτων. Σύντομα
εξοπλίστηκε και το ίδιο και με τορπίλες, οπότε ανέλαβε το ρόλο να καταδιώκει κυρίως με
τα πυροβόλα του τα ελαφρύτερα πολεμικά πλοία και με τις τορπίλες του κυρίως τα
βαρύτερα. Αργότερα, με την εμφάνιση των υποβρυχιων και των αεροσκαφων στα θέατρα
του πολέμου, ανέλαβε επίσης τον ανθυποβρυχιακό και τον αντιαεροπορικό ρόλο, τον
τελευταίο κυρίως από τα μέσα του Β' ΠΠ. Εξελίχθηκε δηλαδή σε πολεμικό πλοίο μέσου
μεγέθους και γενικών καθηκόντων. Επίσης, μεγάλωσε σταδιακά σε μέγεθος και ισχύ.
Χαρακτηρίζεται από μεγάλη ευελιξία και ταχύτητα σε σχέση με άλλα πλοία του
μεγέθους του. Φέρει βαρύ οπλισμό για την αντιμετώπιση τόσο θαλάσσιων, υποβρύχιων
και εναέριων στόχων όπως πυροβόλα (4-5,5 ιντσών ως κύριο οπλισμό και έναν αριθμό
από μικρότερα σε αντιαεροπορικό ρόλο), κατευθυνόμενοους πυραύλους επιφάνειας-
επιφάνεια και επιφανείας-αέρος, βόμβες βυθού και τορπιλοσωλήνες. Κάποια μεγάλα
αντιτορπιλικά ορισμένων χωρών μεταφέρουν και ελικόπτερα.
Το Πολεμικό Ναυτικό έχει πάψει να χρησιμοποιεί αντιτορπιλικά.Τα αντιτορπιλικά του
Πολεμικού Ναυτικού έχουν αντικατασταθεί από τις φρεγάτες τύπου Standard και MEKO
200HN, στον ίδιο ακριβώς ρόλο.
Πηγές
Βικιπαίδεια
e-Nautilia
e-class
naftoporos.gr
Carhistory.gr
Elzoni.gr
Delving into history
Live-Pedia.gr
Schools.ac.cy
CorfuHistory
Greek Ship Models
SlideShare
Google