2. αναθορικές
προηάζεις
επιθεηικές αναθορικές
προζδιορίζοσν κάποιο οσζιαζηικό ελεύθερες αναθορικές
και λειηοσργούν ως επιθεηικοί προηάζεις
προζδιοριζμοί
ειζάγονηαι με ηην ανηωνσμία
οποίος,-α,-ο ή ηο ποσ
ονομαηικές επιρρημαηικές
ειζάγονηαι με αναθορικές ειζάγονηαι με αναθορικά επιρρήμαηα
ανηωνσμίες
λειηοσργούν ως επιρρημαηικοί
προζδιοριζηικές προζθεηικές ή μη λειηοσργούν ως προζδιοριζμοί (δηλώνοσν ηόπο, τρόνο,
ή περιοριζηικές περιοριζηικές ποζό, ηρόπο, ζσμθωνία, ενανηίωζη ή
σποκείμενο
παρατώρηζη, παρομοίωζη, αιηία, ζκοπό,
(απαραίηηηες, (δεν είναι
ανηικείμενο αποηέλεζμα, προϋπόθεζη)
τωρίς κόμμα) απαραίηηηες, με
κόμμα) καηηγορούμενο